H πολυαναμενόμενη παράσταση “Θείος Βάνιας” που θα έκανε πρεμιέρα στις 26 Φεβρουαρίου σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά στο θέατρο Προσκήνιο με πρωταγωνιστές τους Χρήστο Λούλη, Ξένια Καλογεροπούλου, Νίκο Χατζόπουλο, Θεοδώρα Τζήμου, Ηρώ Μπέζου, Φιντέλ Ταλαμπούκα, Μαρία Φιλίνη και Αντώνη Αντωνόπουλο. Η παράσταση μεταθέτει δυστυχώς την πρεμιέρα της για τον Οκτώβριο του 2022.
Η ανακοίνωση του θεάτρου
"Το Θέατρο Προσκήνιο με λύπη και αγωνία για τις ημέρες που ζούμε, ανακοινώνει την μετάθεση της πρεμιέρας της παράστασης «Ο Θείος Βάνιας» του Άντον Τσέχωφ, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά, για τον Οκτώβριο του 2022.
Η παράσταση «Φαίδρα», της Μαρίνας Τσβετάγιεβα, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά, θα συνεχίσει τον επιτυχημένο κύκλο των παραστάσεων της στο θέατρο Προσκήνιο.
Με την ευχή να περάσουν γρήγορα οι δύσκολες αυτές μέρες με υγεία και ασφάλεια για όλους. Να είναι το 2022 μια καλή και δημιουργική χρονιά".
Η κωμωδια του Αριστοφάνη που παρουσιάστηκε στην Επίδαυρο με έναν θίασο πρωταγωνιστών έρχεται τα Χριστούγεννα στην οθόνη σας, στις 25-26-27 Δεκεμβρίου.
Από τον Κώστα Ζήση
Ήταν το 1967, όταν ο Παζολίνι πήρε τον μύθο του Οιδίποδα για να μεταφέρει στο πανί, μια προσωπική κατάθεση, βασισμένη σε ίδια βιώματα, της ομώνυμης τραγωδίας του Σοφοκλή. Μεταθέτοντας χρονικά την πλοκή της ιστορίας στην φασιστική Ιταλία πριν τον πόλεμο και τοποθετώντας τους ήρωες σε άνυδρο, ξερό περιβάλλον της ερήμου, επιχείρησε να ενσαρκώσει και να αποτυπώσει στην τέχνη κυρίως με την δύναμη της εικόνας και με τον σχεδόν απόντα λόγο, την φροϋδική τοποθέτηση πάνω στα μεγάλα ζητήματα που ανοίγονται για όποιον μελετήσει την «τραγωδία των τραγωδιών» όπως έχει χαρακτηριστεί. Από το 1900, που δημοσιεύτηκε «Η ερμηνεία των ονείρων» του Φρόυντ, έχει ανοίξει ένας τεράστιος διάλογος, για τις υπαρξιακές αναζητήσεις του έργου, αναζητήσεις που ακόμα και σήμερα παραμένουν ως άλλα αινίγματα προς λύση ακριβώς σαν αυτό της Σφίγγας, που έλυσε –σύμφωνα με τον μύθο- ο Οιδίποδας.
Γιατί αυτή η τραγωδία, σύμφωνα με την ψυχαναλυτική προσέγγιση, μπορεί να είναι μια τραγωδία για την Μοίρα και το Πεπρωμένο, μπορεί να είναι μια τραγωδία για τον Άνθρωπο, που επιχειρεί να γίνει ρυθμιστής και καταλύτης της ζωής (ο Οιδίπους, ο ίδιος κρίνει, αναζητά, αποφασίζει), μπορεί να είναι μια τραγωδία για την αγωνιώδη κατάκτηση της Γνώσης και την ανάδυση από την Άγνοια, είναι όμως και μια τραγωδία οικογενειακή, βασισμένη εξ ολοκλήρου στις σχέσεις που διαμείβονται ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας και την ψυχοσωματική αλληλοεξάρτηση τους. Και αν το πρώτο που μας έρχεται στο μυαλό, είναι το περίφημο Οιδιπόδειο σύμπλεγμα, που ανέλυσε ο Αυστριακός αναλυτής, θα αρκούσε να αναλογιστούμε ακριβώς τους ρόλους που ο Οιδίποδας έχει αξιωθεί στην ίδια την οικογένειά του, για να ισχυροποιήσουμε αυτήν την τοποθέτηση: είναι ταυτόχρονα γιός και αντεραστής, γιός και σύζυγος, πατέρας και αδερφός, ανεψιός και γαμπρός ένας άνθρωπος για όλους τους ρόλους μέσα στον στενό πυρήνα της κοινωνίας (έχει και άλλους ρόλους στην κοινωνία –τύραννος, ηγέτης, ήρωας- αλλά είναι προφανές ότι αυτή η διάσταση δεν αφορά τόσο την ψυχαναλυτική προσέγγιση).
Ο Δημήτρης Καραντζάς, έχοντας ήδη στο ενεργητικό του, μια άλλη «διαφορετική» ματιά της «Μήδειας», προσέγγιση που στέφθηκε με επιτυχία τόσο για την ίδια τη σύγχρονη διάσταση που έδωσε στο Ευριπίδειο κείμενο, αξιοποιώντας στο έπακρο το ανθρώπινο δυναμικό της παράστασης, όσο και για το υψηλό αισθητικά σκηνικό αποτέλεσμα που χάρισε στο κοινό, επιχείρησε και εδώ να ρίξει ένα άλλο βλέμμα στον μύθο του Οιδίποδα, βασισμένος τόσο στην αυτή καθεαυτή τραγωδία του Σοφοκλή, όσο και στην ταινία του Παζολίνι. Και εδώ τα όπλα του, τρεις γερά «διαβασμένοι» και με γερό σκηνικό «σώμα» ηθοποιοί, επιμένοντας στην θεμελιώδη για την τραγωδία «αρχή των τριών υποκριτών». Κάτι όμως δε λειτούργησε σωστά, αυτήν τη φορά, και η παράσταση δείχνει να αγωνίζεται να «φτάσει» το κοινό και να περάσει στην κερκίδα.
Μέσα σε ένα σκηνικό περιβάλλον, που ναι μεν εμπεριέχει τους πολλαπλούς συμβολισμούς που εξυφαίνονται στο έργο αλλά, εκ του αποτελέσματος αποκαλύπτεται δυσλειτουργικό (μπλουζάκια περασμένα σε μεταλλικές μαγνητικές κρεμάστρες δαπέδου-ο λαός της Θήβας, οι σκέψεις και ο δαίδαλος του ανθρώπινου νου, ο λαβύρινθος προς την γνώση αλλά και η παιδική αθωότητα της αλήθειας), οι τρεις ηθοποιοί γίνονται ταυτόχρονα υποκριτές, αφηγητές και αναλυτές των δρώμενων. Αυτή, η αποστασιοποίηση δημιουργεί κενά και στην ατμόσφαιρα της παράστασης αλλά και στην εξέλιξη και κορύφωση του τραγικού στοιχείου. Οι σκηνικοί δρόμοι που επέλεξε ο σκηνοθέτης κινούνται στον χάρτη του πειραματικού και ερευνητικού θεάτρου, απεκδύοντας από κάθε αρχαιοπρέπεια τους ήρωες και τοποθετώντας τους στο σήμερα. Η παράσταση, τεχνικά είναι αυτόφωτη, με τους ίδιους τους ηθοποιούς να χρησιμοποιούν τους προβολείς να φωτίζουν και να φωτίζονται. Είναι αισθητικά έντεχνα υποφωτισμένη, σε επίπεδο λόγου είναι έντεχνα «ψιθυριστή», καταγράφοντας με σαφήνεια τον υφέρποντα αισθησιασμό, που θέλει να αποδώσει ο σκηνοθέτης στις σχέσεις των ηρώων. Οι μεγάλες συγκρούσεις υπολείπονται, όλα τελούνται σχεδόν ήρεμα, σε στάση καθίσματος, οι αντιθέσεις των προσώπων χάνουν τον τραγικό προσδιορισμό τους και αρκετές στιγμές η σκηνική δράση δείχνει παγωμένη και αμήχανη. Η μουσική του Γιώργου Πούλιου, σηματοδοτεί και τονίζει τις καίριες στιγμές, καλύπτοντας σε μεγάλο ποσοστό την συναισθηματική απόσταση με το κοινό. Τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη, παρόλο που επιχειρούν να συμπυκνώσουν τις ιδιότητες των ηρώων (άνθρωποι και άρχοντες) και το βάρος που φέρουν ως υπάρξεις με τα βαρύτιμα περιλαίμια, δεν εναρμονίζονται με την ουσία της, αλλά φρονώ πως ούτε και ταυτίζονται με την φροϋδική αντίληψή της.
Το μεγάλο ενδιαφέρον της παράστασης είναι οι ερμηνείες των τριών ηθοποιών, οι οποίες παρόλο που είναι ενταγμένες σε αυτήν την χαμηλόφωνη σκηνοθετική οπτική και σε μια βραδυκίνητη φόρμα καταφέρνουν να δώσουν στίγμα στους εναλλασσόμενους ρόλους τους. Ο Μιχάλης Σαράντης, είναι διαβασμένος και έτοιμος, να μπει στο πετσί τέτοιων μεγάλων ρόλων και στέκεται ισάξια απέναντι στην εμπειρία της Μαρίας Κεχαγιόγλου και στην ερμηνευτική καθαρότητα του Κωνσταντίνου Αβαρικιώτη. Ανθρώπινος περισσότερο, παρά ημίθεος και ηγέτης, συμπράττει ίσως στην καλύτερη στιγμή της παράστασης, στην σκηνή με τον Τειρεσία-Μαρία Κεχαγιόγλου, η οποία έχει αναλάβει και τον ρόλο της Ιοκάστης διατρανώνοντας εμφαντικά την εκούσα Άγνοια της ηρωίδας της. Λίγο αργότερα θα έχει και μια εκ νέου σκηνική συνεύρεση μαζί της στην συζυγική «κάμαρα», στην οποία η λέξη «γυναίκα» με την οποία επαναλαμβανόμενα την αποκαλεί αποκτά σχεδόν ηδονική βαρύτητα. Ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, αναπτύσσει τους ρόλους του Κρέοντα, του Άγγελου, του Θεράποντα και του Εξάγγέλου, ελισσόμενος ερμηνευτικά σε αυτούς με διαφοροποίηση και προωθώντας την ίδια την εξέλιξη της υπόθεσης.
Συνοπτικά, η παράσταση αναμφισβήτητα είναι μια σπουδή πάνω στον Οιδίποδα Τύραννο, αυτήν την σημαντικότερη ίσως αρχαία τραγωδία. Και αυτό, ως εγχείρημα, αποκτά από μόνο του μια ιδιαίτερη βαρύτητα και ενδιαφέρον για τις πολύ δύσκολες θεατρικά ημέρες που διάγουμε. Διέκρινα, ωστόσο και μια δυσκολία επικοινωνίας των στόχων και των προθέσεων στο ευρύ κοινό, χάριν μιας δυνατής σκηνικής φόρμας, που έχει επιβληθεί του κειμένου και της μελέτης του. Και θεωρώ, πως αυτό είναι και το τρωτό σημείο της, κάτι που ο αναμφίβολα ταλαντούχος Δημήτρης Καραντζάς, θα πρέπει να «δουλέψει». Γιατί, πλέον η ωριμότητα είναι ήδη εδώ, ο ίδιος έχει βάλει τον πήχη ψηλά και οι προσδοκίες μας είναι εξίσου υψηλές.
Διαβάστε επίσης:
Από τον Αναστάση Πινακουλάκη
Το Σαββατοκύριακο, η μοναδική αριστοφανική κωμωδία του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, έκανε το πέρασμά της από το Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου.
Οι Νεφέλες -κωμωδία γραμμένη το 423 π.Χ – σατιρίζει την δημοφιλία των φροντιστηρίων των σοφιστών και του Σωκράτη.στην κλασσική Αθήνα και την επίδραση που είχε στο οικογενειακό πλαίσιο υποκαθιστώντας την παραδοσιακή εκπαίδευση. Η πρώτη συνάντηση του Δημήτρη Καραντζά (και της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη) με τον Αριστοφάνη έγινε όχι άδικα η πιο συζητημένη παράσταση της θερινής σεζόν. Η σπάνια ανεβασμένη αριστοφανική κωμωδία παρουσιάζεται σε μια νέα μετάφραση του Γιάννη Αστερή (Γκόλφω – Οπερέτα) και δραματουργική επεξεργασία της Θεοδώρας Καπράλου.
Οι δημιουργοί της παράστασης είδαν με μια πολύ φρέσκια και διεισδυτική ματιά την φιλοσοφική και ανθρωπιστική σκέψη πίσω από τις Νεφέλες και κατόρθωσαν να διαχειριστούν το κωμικό μ’ έναν ευφάνταστο και προσωπικό τόνο που ξεφεύγει από την πεπατημένη με το χιούμορ που εστιάζει στην κλειδαρότρυπα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον δόθηκε στην παράβαση του έργου, ανοίγοντας το στο σήμερα αλλά και στην ευθύτητα των ηθοποιών.
Ο Δημήτρης Καραντζάς επιστρέφει για δεύτερη φορά στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, μετά την Ελένη του το 2013. Για τα πρακτικά, είναι η πρώτη του φορά που σκηνοθετεί Αριστοφάνη, ενώ δύο χρόνια πριν είχε περάσει και από τη Μικρή Επίδαυρο με τη Μήδεια του Ευριπίδη. Μάλιστα, στη Μήδεια έπαιζαν ο Γιώργος Γάλλος κι ο Χρήστος Λούλης που πρωταγωνιστούν φέτος στις Νεφέλες. Σε αμφότερες τις παραστάσεις, καθοριστικό ρόλο έπαιξε η δραματουργική συνεργασία με την Θεοδώρα Καπράλου.
Οι δύο τους αξιοποίησαν την ιδιαιτέρως θεατρική μετάφραση του Γιάννη Αστερή δίνοντας μια δραματουργία παράστασης που ενώ δε χάνει από το κωμικό αναδεικνύει οργανικά και αισθητικά το τραγικό. Πρόκειται άλλωστε για τη μόνη κωμωδία του Αριστοφάνη που αντί να οδηγεί στην κάθαρση ή το πάθημα που έγινε μάθημα για τον κεντρικό ήρωα οδηγεί στον αφανισμό. Το τραγικό τέλος του Στρεψιάδη έρχεται μαζί με την ηθική ατίμωση από τον γιο, γεγονός που αντιβαίνει με την παραδοσιακή εκπαίδευση και ηθικοπλαστική αξία της εποχής. Επιπλέον, βλέπουμε τον εμπρησμό στο φροντιστήριο του Σωκράτη και των σοφιστών. Ο θεατής της παράστασης βρίσκεται μπροστά σ' έναν αφανισμό και σε μια ρευστή κατάσταση όπου οι Νεφέλες δείχνουν το πραγματικό τους "πρόσωπο".
Η παράσταση
Στην πλατεία του Αρχαίου Θεάτρου, δέσποζε το σκηνικό της Κλειώς Μπομπότη. Επρόκειτο για ένα μη παγιωμένο κτίσμα, που αναπαριστούσε το φροντιστήριο των Σοφιστών. Χαρακτηριστικό του γνώρισμα τα πτυσσόμενα τμήματα, που επιτρέπει να φαίνεται το εσωτερικό τόσο-όσο, και ο τρόπος που άνοιγε. Το σκηνικό αναδείχτηκε περαιτέρω από τους αριστοτεχνικούς φωτισμούς του Αλέκου Αναστασίου.
Με την πάροδο των ηθοποιών, ο θεατής αντιλαμβάνεται αμέσως την εξεζητημένη ενδυματολογία της Ιωάννας Τσάμη, με τον κάθε ηθοποιό του Χορού να φοράει ένα ρούχο από διαφορετικό στυλ κι εποχή. Οι εμφανίσεις ολοκληρώνονταν από ξεχωριστά αξεσουάρ όπως περούκες, έντονο μακιγιάζ και ψηλοτάκουνα παπούτσια. Η εικαστική της πινελιά ήταν τόσο έντονη που μπορώ εύκολα να ανακαλέσω στη μνήμη μου το ένδυμα που φορούσε ο κάθε ηθοποιός. Προσωπικό αγαπημένο μου το κοστούμι που φορούσε ο Αινείας Τσαμάτης ως Φειδιππίδης που θύμιζε Ιππέα σε συνδυασμό με την αλογοουρά. Στην τελευταία σκηνή όπου ο νεαρός έχει "υποκύψει" στους σοφιστές, με την διαφορετική ενδυμασία και κόμμωση, κάνει ανάγλυφη την μεταστροφή του.
Μια άλλη δυνατή στιγμή της Τσάμη, ήταν τα κοστούμια της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη ως Δίκαιος Λόγος και της Θεοδώρας Τζήμου ως Άδικος Λόγος. Η Καραμπέτη φορούσε ένα κομψό φόρεμα με μια μικρογραφία της Επιδαύρου ως "στέμμα", ενώ η Τζήμου ένα αποκαλυπτικό φόρεμα. Οι δύο αντιθετικές αλλά κι αλλησυμπληρωματικές έννοιες αναπαρίστανται με εικαστική σαφήνεια.
Είναι χαρακτηριστικό πως όταν ο Δίκαιος Λόγος συντριφτεί, βγάζει το "στέμμα" και αποσύρεται από την σκηνή. Αν είχα κάποιες αντιρρήσεις στην τότε κριτική μου για τη Μήδεια του 2017, για τα κοστούμια της, εδώ βλέπω μια καλλιτέχνη που καταθέτει μια ολοκληρωμένη πρόταση κι αν φορούσα στέμμα θα το έβγαζα και θα της το προσέφερα.
Ερμηνευτικά, η παράσταση κατορθώνει να αποφύγει τις ευκολίες της αριστοφανικής σκηνικής παράδοσης, δίνοντας μια ξεκάθαρη και άμεση πρόταση, που δίνει χώρο στις αμφισημίες και τον ανθρωπιστικό προβληματισμό που θέτει το έργο. Ο σκηνοθέτης γυρίζει σθεναρά την πλάτη του στο "ψολο-χιούμορ", κάνοντας μια ολόκληρη σάτιρα αυτού, με μια ευφάνταστη αλληλουχία μικροσκηνών όπου τα παράγωγα της λέξης "ψωλή" χάνουν τη δύναμη και το ξάφνιασμα τους. Πάλι το εικαστικό συμπληρώνει την σκηνογραφική πρόθεση, αφού τα μέλη του Χορού πετούν υποκατάστατα φαλλών στο μπροστινό μέρος της ορχήστρας.
Σε ένα άλλο σημείο που πρέπει να σταθούμε είναι ο Χορός της παράστασης. Η σκηνοθεσία είδε τις Νεφέλες όχι ως έναν μονοδιάστατο και προσδιορισμένο Χορό, αλλά ως μία ρευστή ομάδα που ενέχει πολλές διαφορετικές ταυτότητες και προθέσεις.
Ο Δημήτρης Καραντζάς είχε στη διάθεσή του μερικούς από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς του ελληνικού θεάτρου με μπροστάρηδες τον Γιώργο Γάλλο, τον Νίκο Καραθάνο και την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη. Το γεγονός ότι συναντούμε τους περισσότερο γνωστούς από την τραγωδία ηθοποιούς στην πρώτη τους επαφή με τον Αριστοφάνη και δη στην Επίδαυρο, έχοντας παρακολουθήσει και θαυμάσει την Καραμπέτη σε δεκάδες παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας, που ομολογουμένως είναι η σπουδαιότερη ερμηνεύτρια που έχουμε, το να την βλέπεις να τσαλακώνεται όσο ποτέ τόσο στον Χορό, όσο και στον Δίκαιο Λόγο, είναι μια απόλαυση που δεν ήξερες ότι είχες ανάγκη. Σ' ένα σημείο μάλιστα ανακατεύεται με το κοινό ζητώντας μια παρηγοριά για την "ήττα" της.
Ο Γιώργος Γάλλος υποδύθηκε τον κεντρικό ρόλο του Στρεψιάδη, του γέρου που θέλει να μάθει ο γιος του την απεχθή Τέχνη των Σοφιστών για να ξεφύγει από τις οικονομικές του οφειλές. Η ενέργεια και η αφοσίωση του στη λαϊκή αυτή φυσιογνωμία απέδωσε και με το παραπάνω, κάνοντας εκούσια ή ακούσια μια ηθογραφία των προηγούμενων από εμάς γενιών. Τον Φειδιππίδη, τον γιο του, υποδύθηκε εξαιρετικά ο Αινείας Τσαμάτης.
Ο Νίκος Καραθάνος στο δεύτερο του πέρασμα φέτος από το Φεστιβάλ Αθηνών κι Επιδαύρου (τον Ιούνιο τον είχαμε δει στον Χρύσιππο) έδωσε μία από τις πιο καίριες ερμηνείες του. Ο Σωκράτης του είχε την πειθώ ενός Σοφιστή και την τραγικωμικότητα ενός αριστοφανικού χαρακτήρα, ενώ ταυτόχρονα είχε κάτι το ανθρώπινο που αναδεικνύεται υπέροχα στο τραγικό του φινάλε.
Τέλος, θα ήθελα να σταθώ στις μετρημένες αλλά εμφανείς ερμηνευτικές προτάσεις των Γιάννη Κλίνη και Παναγιώτη Εξαρχέα ως μέλη του Χορού. Οι δύο τους έδειξαν δύο αντρόγυνες φυσιογνωμίες που συνάδουν τόσο με την μη προσδιορισμένη φύση των Νεφελών, όσο και με την σύγχρονη non-binary πολιτική συζήτηση.
Κλείνοντας, ο Δημήτρης Καραντζάς απέδειξε για άλλη μια φορά πως είναι ένας πολύ εργατικός κι οξυδερκής καλλιτέχνης που δεν σκηνοθετεί απλώς, αλλά διαβάζει πίσω από τα έργα και μας καλεί να τα δούμε διαφορετικά.
Φέτος νομίζω πως ήταν η χρονιά του με τις διεισδυτικές του σκηνικές προτάσεις για τον Γυάλινο Κόσμο, το Ξύπνημα της Άνοιξης και τώρα για τις Νεφέλες. Μπορώ άνετα να τον φανταστώ να ανεβάζει κι άλλες κωμωδίες (;) του Αριστοφάνη στην Επίδαυρο και γιατί όχι, κάποιο αρχαιόθεμο έργο του αγαπημένου του Δημήτρη Δημητριάδη. Μπορώ επίσης να πω με σιγουριά πως από τους Όρνιθες του Καραθάνου, τη Λυσιστράτη του Μαρμαρινού και την Ειρήνη του Αρβανιτάκη, ο Αριστοφάνης πια διανύει μια νέα εποχή, στην οποία θέλω να είμαι θεατής.
Η παράσταση συνεχίζει την περιοδεία της. Δείτε παρακάτω σε ποια θέατρα μπορείτε να την απολαύσετε.
ΤΕΤ. 28/08: Πειραιάς ΒΕΑΚΕΙΟ ΘΕΑΤΡΟ
ΤΕΤ. 04/09: Βριλήσσια ΘΕΑΤΡΟ ΑΛΙΚΗ ΒΟΥΓΙΟΥΚΛΑΚΗ
ΠΕΜ. 05/09: Παπάγου ΚΗΠΟΘΕΑΤΡΟ
ΠΑΡ. 06/09: Ηρώδειο
ΣΑΒ. 07/09: Πετρούπολη ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΤΡΑΣ
ΚΥΡ. 08/09: Ηλιούπολη ΔΗΜ. ΘΕΑΤΡΟ ΑΛΣΟΥΣ Δ. ΚΙΝΤΗΣ
ΤΡ. 10/09: Βύρωνας ΘΕΑΤΡΟ ΒΡΑΧΩΝ