Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 

Από τη Γιώτα Δημητριάδη 

«Αχ πόσο ύπουλη είναι η ελπίδα» λέει ο Φιόντορ Ηλίτς Κουλίγκιν διά στόματος Γιάννη Κλίνη και αυτή ακριβώς η φράση ταιριάζει απόλυτα στην παράσταση «Τρεις Αδελφές», που σκηνοθέτησε ο Δημήτρης Καραντζάς και που αναμέναμε με μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς διέθετε το τρίπτυχο της επιτυχίας: εμπνευσμένος σκηνοθέτης, εξαιρετικός θίασος και φυσικά ένα κλασικό θεατρικό αριστούργημα.Δυστυχώς, όμως το σκηνικό αποτέλεσμα όχι μόνο δεν δικαίωσε τις προσδοκίες μας αλλά μάλλον μας απογοήτευσε.

Ο σκηνοθέτης επέλεξε τη μετάφραση των Αλέξανδρου Ισάρη και Γιώργου Δεπάστα (που πρωτοανέβηκε το 1994 από το θέατρο Αμόρε όταν ο Γιάννης Χουβαρδάς και ο Στάθης Λιβαθινός σκηνοθέτησαν μαζί το ίδιο έργο) και επιδίωξε να δουλέψει πάνω σ’ ένα από τα βασικότερα στοιχεία της δραματουργίας του Τσέχωφ, στο ζήτημα του χρόνου.
Οι χαρακτήρες του έργου είναι εξόριστοι τόσο μέσα στον χρόνο όσο και μέσα στον τόπο. Όλοι τους είναι απόλυτα εξοικειωμένοι με το παρελθόν ή το μέλλον αλλά καθόλου με το παρόν, του τέλους του 19ου αιώνα. Αυτή η δυσκολία που τους χαρακτηρίζει σχετικά με την παρούσα ζωή τους είναι εμφανής και στις τέσσερις πράξεις του έργου.
Στην σκηνοθετική προσέγγιση του Δημήτρη Καραντζά οι τρεις ηρωίδες παρουσιάζονται σε ώριμη ηλικία σε αντίθεση με τις ηλικίες που τους έχει δώσει ο Τσέχωφ (η Όλγα 28 χρονών, η Μάσα 23, και η Ιρίνα 20). Νομίζω πως στόχος του σκηνοθέτη, ήταν να τονίσει περισσότερο το στοιχείο του εγκλωβισμού σε μια ζωή χωρίς ορίζοντα, σε μια ψυχική εξορία από την οποία όσα χρόνια κι αν περάσουν θα είναι και οι τρεις τους ανίκανες να δραπετεύσουν, μένοντας απλώς προσκολλημένες στην τελευταία μεγάλη ελπίδα για μια ευτυχισμένη ζωή που ωστόσο ναυάγησε.
Έτσι, με το που ανοίγει η αυλαία το απροσδιορίστου εποχής σκηνικό της Μαρίας Πανουργιά με μια αισθητική της δεκαετίας του 1970 μας προετοιμάζει για μια διαφορετική προσέγγιση με τις τρεις πρωταγωνίστριες κουλουριασμένες στις τρεις ξύλινες εσοχές του, σαν να βρέθηκαν ουρανοκατέβατες σ’ ένα ανοίκειο τόπο.
bDSC03928
Ίσως το όλο σκεπτικό να στηρίχθηκε σε μια ενδιαφέρουσα ιδέα, αλλά η υλοποίησή της είχε ως αποτέλεσμα μια παράσταση στην οποία αν ο θεατής δεν γνωρίζει το έργο, το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν θα καταλάβει τίποτα!
Τόσο ο τρόπος εκφοράς του λόγου ‒από τις ατελείωτες παύσεις στην ακατάπαυστη ταχυλογία και τις τσιρίδες‒ όσο και η αδικαιολόγητη κινητικότητα των ηθοποιών στη σκηνή μεταφέροντας συνεχώς αντικείμενα ‒ιδέα που μάλλον ήθελε να τονίσει τον ασφυκτικό χώρο, αλλά κατέληξε να μετατρέψει το έργο σε… μετακόμιση!‒ αποπροσανατολίζουν το θεατή σε σχέση με το έργο, αλλά κυρίως τον απομακρύνουν από τις ποιότητες των χαρακτήρων, δημιουργώντας ένα εγκεφαλικό θέατρο το οποίο απαγορεύει κάθε είδους ενσυναίσθηση.
Δεν υπάρχουν άλλοι θεατρικοί ήρωες στο παγκόσμιο δραματολόγιο του 20ού αιώνα που να βρίσκονται σε τέτοια εγγύτητα με το ανθρώπινο συναίσθημα όσο οι χαρακτήρες του Τσέχωφ… Κι όμως ο θεατής από το συγκεκριμένο ανέβασμα εισπράττει μόνο μια έκδηλη ανησυχία.
Ο Τσέχωφ δεν σαρκάζει ποτέ τους ήρωές του ό,τι κι αν λένε. Για τον Ρώσο δραματουργό οι άνθρωποι δεν είναι αξιογέλαστοι αλλά αξιολύπητοι, είτε επειδή δεν ξέρουν τι είναι, είτε επειδή δεν μπορούν να είναι αυτό που θέλουν.
Στην κατά Καραντζά προσέγγιση, στη δεύτερη πράξη η μεγάλη αδερφή τσιρίζει υστερικά μια άσχετη εκτός κειμένου φράση και ο Αντρέι τρώει βουλιμικά μακαρόνια με τα χέρια. Αυτές οι συμπεριφορές δεν αντιστοιχούν στα αδέρφια Πραζόρωφ και προδίδουν τόσο την παράσταση όσο και το ίδιο το έργο. Γι’ αυτό και στην τρίτη πράξη δεν μπορεί να λειτουργήσει η ατάκα της Όλγας στη Νατάσα, όταν της λέει ότι η αγένεια τη σκοτώνει, γιατί είναι διαφορετικά μεγαλωμένη.
 
3 aderfes
Στην παράσταση ο γερο-φύλακας Φεραπόντ δεν είναι ένας ηλικιωμένος άνδρας, αλλά μια γυναίκα (Ευδοξία Ανδρουλιδάκη) ντυμένη στα λευκά με βαμμένο πρόσωπο και σκουφάκι. Ο λοχαγός Σαλιόνι (Αινείας Τσαμάτης) έχει περιποιημένο μανικιούρ σε βαθύ μπλε χρώμα, φοράει βραχιόλι με πέρλες και ψεκάζει διαρκώς, μέχρι που λίγο πριν το φινάλε μάς λέει ότι το κάνει «για να φύγει η πτωματίλα». Σκηνοθετικές επιλογές που δεν δικαιολογούνται και στα δικά μου τουλάχιστον μάτια μοιάζουν με «δήθεν μοντερνιές».
 
Η Μάσα και ο Βερσίνιν εκδηλώνουν τον έρωτά τους σαν χαζοπιτσουνάκια, επαναλαμβάνοντας τη φράση: «Ο έρωτας ορίζει το πάθος μας». Μία από τις πιο ωραίες σκηνές του έργου: η τελευταία συνάντηση της Ειρήνα με τον Τούζεμπαχ  χάνεται κυριολεκτικά μέσα στην ομίχλη. Το στρατιωτικό στοιχείο απουσιάζει παντελώς. Θυμίζουμε ότι το έργο ξεκινάει με την ανάμνηση του «ρέκβιεμ» μιας στρατιωτικής μπάντας, συνεχίζει με μια καρναβαλίστικη μουσική και τελειώνει μ’ ένα αλέγκρο εμβατήριο μιας στρατιωτικής μπάντας, που συνοδεύει την αναχώρηση της ταξιαρχίας. Δεν είναι τυχαίες η ταύτιση και η επικοινωνία των τριών αδερφών με την πιο μορφωμένη και αξιόλογη για εκείνη την εποχή τάξη των στρατιωτικών.
Προσωπικά δεν θα είχα αντίρρηση με καμία από τις παραπάνω σκηνοθετικές επιλογές αν η παράσταση ελισσόταν, εξελισσόταν και επιφύλασσε εκπλήξεις. Αντ’ αυτού, μάλλον βούλιαζε υπό το βάρος των σκηνικών αντικειμένων.
Εντυπωσιακό είναι το άνοιγμα του σκηνικού στο δεύτερο μέρος, με το χιόνι να πέφτει και τις τρεις αδερφές να μπαίνουν σε μια χρονοκάψουλα, να γίνονται πάλι νέες, ντυμένες με τα κοριτσίστικα φουστάνια τους, βιώνοντας την ανεμελιά μιας παιδικότητας που χάθηκε στα ευτυχισμένα χρόνια της Μόσχας. 
bDSC03146
 
Ο θίασος υπηρέτησε με γενναιότητα και προσήλωση την σκηνοθετική επιλογή, όπως οφείλει κάθε επαγγελματίας ηθοποιός. Δυστυχώς όμως οι σπουδαίοι : Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Αιμίλιος Χειλάκης, Αθηνά Μαξίμου, Μαρία Κεχαγιόγλου, Ορφέας Αυγουστίδης, Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Γιάννης Κλίνης, Υβόννη Μαλτέζου και  Αινείας Τσαμάτης δεν κατάφεραν να πείσουν. Ο Δημήτρης Πιατάς μοιάζει τελείως έξω από τα νερά του. Η μόνη που διασώζεται, δίνοντας μια ουσιαστική ερμηνεία είναι η Σύρμω Κεκέ (συγκλονιστική και στο εκπληκτικό «Θείο Βάνια» της Μαρίας Μαγκανάρη).
Στη λογική της σκηνοθεσίας και η πρωτότυπη μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού, τα καλόγουστα κουστούμια της Ιωάννας Τσάμη και οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου
 
Δεν θα ήταν υπερβολή αν έλεγα ότι η παράσταση αυτή είναι η μεγαλύτερη, μέχρι στιγμής, απογοήτευση της φετινής θεατρική σεζόν και αυτό γιατί, όπως προαναφέρθηκε, ο πήχης ήταν από την αρχή πολύ ψηλά. Κρίμα...
 

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

Ροή Ειδήσεων

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία