Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 

Από τον Αναστάση Πινακουλάκη 

Η Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων επέστρεψε στο Φεστιβάλ Αθηνών μετά την «Σφαγή των Παρισίω»ν, αυτή τη φορά με το κλασσικό σαιξπηρικό έργο.

Είναι η δεύτερη φορά που η ομάδα επιλέγει τον Σαίξπηρ, μετά τον Άμλετ της σεζόν 2014-2015. Φέτος αναμετρούνται ξανά με ένα πολυπαιγμένο αριστούργημα με τον Γιώργο Χριστοδούλου , τον οποίο απολαύσαμε στον «Μικρό Χίτλερ», στα « 7 Χρόνια» και στον «Αρίστος», σε πρωταγωνιστικό ρόλο.

Το ιστορικό δράμα του Σαίξπηρ ασχολείται με την ιστορία της βεβιασμένης ανόδου στην εξουσία του Ριχάρδου του Γ’ (1452- 1485), του δωδέκατου από τα δεκατρία παιδιά του Ριχάρδου της Υόρκης και της συζύγου του Σεσίλ Νέβιλ. Ο Ριχάρδος εκ γενετής σακάτης και δολοπλόκος, καταφέρνει με αθέμιτα μέσα, που φτάνουν από την απλή συκοφαντία ως την αδελφοκτονία, να σφετεριστεί την πολιτική εξουσία. Η κατασκευή του ρόλου θυμίζει έναν θεατρίνο που με το προσωπείο του «πείθει» το κοινό. Για την ιστορία ν’ αναφέρουμε πως στα πιο πρόσφατα ανεβάσματα του έργου είδαμε στον ίδιο ρόλο τον Kevin Spacey (Επίδαυρος 2011, σκηνοθεσία: Σαμ Μέντες), την Καίτη Κωνσταντίνου (Σύγχρονο Θέατρο 2016, σκηνοθεσία: Τάκης Τζαμαργιάς) και τον Δημήτρη Λιγνάδη (Εθνικό Θέατρο 2015, σκηνοθεσία Γιάννης Χουβαρδάς), τον Τάσο Νούσια (σε σκηνοθεσία  Marlene Kaminsky) ενώ με τον Ριχάρδο ΙΙ αναμετρήθηκαν η Αγλαΐα Παππά κι ο Άρης Σερβετάλης.

Η παράσταση του Χρήστου Θεοδωρίδη τιτλοφορείται «Η τραγωδία του βασιλιά Ριχάρδου Γ» κι έκανε πρεμιέρα την Πέμπτη 13 Ιουνίου, ενώ θα δώσει τελικά μόνο 2 (άρα η αποψινή παράσταση της Παρασκευής 14 Ιουνίου στις 21:00, θα είναι η τελευταία παράσταση) αντί για 4 παραστάσεις λόγω της Αντιρατσιστικής Γιορτής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Η βασική γραμμή της παράστασης είναι μια πολυπρισματική προσέγγιση του μαύρου ζοφερού περιβάλλοντος του έργου, όπου λόγος, μουσική και κίνηση εναρμονίζονται. Το έργο παρουσιάζεται σε μετάφραση και δραματουργία της Ιζαμπέλας Κωνσταντινίδου, ενώ η τεχνική κι η αισθητική της παράστασης κάνουν μια γόνιμη συζήτηση με το ελισαβετιανό δράμα.

 

rixardos texnes plus

Η παράσταση

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης κι η Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων προσέφεραν μια παράσταση πλούσια σε ζοφερές εικόνες, που παραπέμπουν σε πίνακες του μπαρόκ και του μαύρου ρομαντισμού, όπου η αγριότητα, η αιμοβόρα διάθεση κι η μαυρίλα, ξεχύνονται από τα καλοφτιαγμένα πορτραίτα.

Ο σκηνοθέτης έχει στη διάθεσή του την Τίνα Τζόκα που εξελίσσεται σε μία πρώτης τάξεως σκηνογράφο/ενδυματολόγο. Νομίζω εδώ έχουμε την πιο αποκαλυπτική δουλειά του ταλέντου της.

Δεσπόζει το υπερυψωμένο σκηνικό οικοδόμημα της παράστασης, που δίνει τη δυνατότητα για πολυεπίπεδες παράλληλες ή μη δράσεις, με την κουρτίνα που ανοιγοκλείνει, επιτρέποντας αλλαγές χώρων σε ελάχιστες στιγμές.

Στο διάλειμμα της παράστασης, άλλαξα επίτηδες θέση και παρατήρησα πως όταν έβλεπα την παράσταση σε μπροστινές σειρές, ένιωθα πως συμβαίνει μια δράση κοντά μου και πως επίκειται κάτι μεγάλο, ενώ στις πιο πάνω σειρές, το σκηνικό φαίνεται πιο μεγαλειώδες, σα να παρακολουθείς ένα θέαμα αιματοχυσίας. Ειδικά στην τελευταία σκηνή του έργου, με τον πολυπληθή βοηθητικό θίασο, στην σκηνή της Επανάστασης, που συχνά αποσιωπείται ή υποκαθίσταται από εναλλακτικούς τρόπους απόδοσης της, είναι φανερή η αξιέπαινη δουλειά της σκηνογράφου.

Όσον αφορά την εικαστική απόδοση των χαρακτήρων, τα κοστούμια κάνουν μια λαμπρή διαδρομή από το ιστορικό παρελθόν του έργου, με κοστούμια που δίνουν μια ψιλόλιγνη γραμμή στους ηθοποιούς. Σε αυτή την όψη έρχεται να προστεθεί το εξαιρετικό μακιγιάζ της Τατιάνας Καραμπετιάν και οι κομμώσεις του Κωνσταντίνου Κολιούση. Πολύ επιδραστική ήταν κι η επιλογή των προσωπείων των χαρακτήρων, στην έναρξη, στο φινάλε και δύο ακόμη κομβικά σημεία του έργου που παρέπεμπαν σε τοιχογραφίες σε τάφους τιμώμενων προσώπων.

Τα προσωπεία αυτά έδωσαν ένα ζωντανό walking dead show, με την πολύ θεατρική κίνηση της Ξένιας Θεμελή που προσδίδει στους χαρακτήρες τόσο την σύνδεσή τους με τους νεκρούς τους όσο και με τη μη ανθρώπινη ζωική τους υπόσταση. Με το «σπάσιμο» των πολύ θελκτικών εικόνων που στήνονται σε ζωώδεις τομές, γίνεται ένα σχόλιο στην βάρβαρη και σχεδόν σαρκοβόρα φύση των ανθρώπων που διψούν για εξουσία.

Ένα άλλο πολύ χαρακτηριστικό της αισθητικής απόδοσης του έργου, ήταν το παιχνίδι με τις σκιές των ηρώων που προβάλλονταν στην λευκή κουρτίνα του σκηνικού. Έτσι, ενώ βλέπουμε τον Ριχάρδο να υποκρίνεται τον καλοπροαίρετο και μετανιωμένο, βλέπουμε ταυτόχρονα και την σκιά του, που φωτίζει και κάνει φανερή την κρυφή του αληθινή κακή κι εκδικητική φύση. Ωστόσο, μου έκανε αρνητική εντύπωση, η απόδοση του Ριχάρδου, καθώς δεν δόθηκε η δέουσα προσοχή στην χωλότητα και την ασχήμια του χαρακτήρα παρά μόνο αυτό έγινε μια χορογραφία κι όχι με διαρκή ισχύ.

Ο Ριχάρδος φημίζεται ως σακάτης και ως κακάσχημος –η Άννα τον αποκαλεί βάτραχο- ενώ εδώ αντίθετα έχουμε τον πολύ θελκτικό Χριστοδούλου, χωρίς κανένα φτιασίδι ασχήμιας ή αναπηρίας. Η τεατράλε κινησιολογία του ως «νευρόσπαστο» στην αρχή του έργου, είναι σαν ένα σχόλιο πως η χωλότητα του είναι κι αυτή ένα θέατρο, και θα μπορούσε να είναι αν μη τι άλλο ένα ακόμη έναυσμα για να γίνει συμπαθής ως χαρακτήρας.

Νομίζω όμως, ότι χρειαζόταν και κάτι έξτρα στην εμφάνισή του, που να δικαιολογεί τα λογύδρια που του απευθύνονται και κάτι που να τον διαφοροποιεί αισθητικά από τους υπόλοιπους χαρακτήρες.

Στο τρίτο συστατικό της παράστασης «Η τραγωδία του βασιλιά Ριχάρδου Γ» που θα ήθελα να σταθώ είναι η σύνδεση της υποκριτικής με τη μουσική (Βασίλης Ντοκάκης). Η μουσική είναι πανταχού παρούσα στην παράσταση, και είναι αυτή που οργανώνει τους ηθοποιούς σε μία παρτιτούρα που δημιουργεί μια επιβλητική ατμόσφαιρα στην παράσταση.

Σε ορισμένα σημεία θα έπρεπε νομίζω να ήταν λίγες στάθμες πιο χαμηλά για να μην υπερκαλύπτει τον λόγο, αλλά σε κάθε περίπτωση ήταν πολύ σαγηνευτική ιδιαίτερα σε συνδυασμό με τις κινήσεις των ηθοποιών και τις εικόνες που αυτές δημιουργούσαν. Σε διαφορετική διάθεση, τα τρία lip syncing νούμερα της παράστασης, με τον Ριχάρδο να θυμίζει ποπ σταρ της δεκαετίας του 80, τα οποία εκλαμβάνω ως ένα σχόλιο για την άνεση που είχε ο χαρακτήρας να ελίσσεται και να βγαίνει θριαμβευτής κερδίζοντας την αποδοχή των γύρω του.

 

Orxistra Mikron Pragmaton Rixardos iii SITE 14 photo Anastasia Giannaki

Ο θίασος της παράστασης

Η Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων φημίζεται για την επιλογή φρέσκων και ταλαντούχων ηθοποιών σε κλασσικά έργα, πηγαίνοντας κόντρα στο καθιερωμένο μοντέλο των καταξιωμένων ηθοποιών στους εμβληματικούς ρόλους κι αυτό είναι μια ταυτότητα που σέβεσαι αμέσως όταν δεις μια παράστασή τους, ακόμα κι αν υπάρχουν κατά μέρους ερμηνευτικές αδυναμίες. Στην τραγωδία του βασιλιά Ριχάρδου Γ’, είναι αξιοθαύμαστο το πώς αποδόθηκαν με τόση ζωντάνια οι πολύ απαιτητικοί «μαύροι» ρόλοι του ελισαβετιανού δράματος. Ξεχωρίσαμε κυρίως τις γυναίκες της παράστασης, την εξαίρετη Ξένια Θεμελή που υποδύεται την Λαίδη Ανν Νέβιλ (υπογράφει και την κινησιολογία της παράστασης), την Κατερίνα Πατσιάνη ως Μαργαρίτα και την Τζωρτζίνα Δαλιάνη ως Δούκισσα. Από τους άντρες της παράστασης, θα ήθελα να σταθούμε τον Γιώργο Κισσανδράκη, ο οποίος ερμήνευσε μοναδικά τέσσερις ρόλους (Ερρίκος Στάφορντ, Δούκας του Μπάκινχαμ, Παλάτι, Ίππαρχος Μπλαντ) κι απέδωσε νομίζω καλύτερα από όλους το ξιπασμένο και κυνικό προφίλ των αριστοκρατών και εξουσιολάγνων αντρών της εποχής που κρύβονται κάτω από ένα εξευγενισμένο ανάστημα.

Ο Γιώργος Χριστοδούλου επωμίστηκε τον κεντρικό και πολύ απαιτητικό ρόλο του Ριχάρδου κι απέδωσε μια σειρά από ποιότητες κάποιες με μεγαλύτερη και κάποιες με μικρότερη μαεστρία. Στον πρώτο του μονόλογο, μπήκε λιγάκι πιο αδύναμα και δεν έγινε αισθητό το παιχνίδι που ετοιμάζεται να παίξει για να αποκτήσει αυθαίρετα την εξουσία. Ίσως δεν τελειοποιήθηκε η μετάβαση από το συλλογικό θεατρικό δρώμενο των μασκών, στη φορεσιά της «μάσκας» της υποκρισίας του. Στις κατ’ ιδίαν σκηνές του όμως, τόσο με τις γυναίκες που έπρεπε να «ρίξει» όσο και με τις άρχουσες μονάδες, μπαίνει πιο δυναμικά, και καταφέρνει να γίνει ο «χαμαιλέοντας που θα πάρει τα χρώματα ενός βασιλιά». Αξιέπαινη η κορύφωσή του στην τελευταία πράξη του έργου, όπου από βασιλιάς, μετατρέπεται στην σκιά του εαυτού του. Αισθάνομαι πως αν επιστρέψει στον ρόλο του Ριχάρδου σε επόμενο διάστημα, θα δουλέψει ακόμα περισσότερο τις μεταβάσεις του.

Συνολικά, η παράσταση του «Η τραγωδία του βασιλιά Ριχάρδου Γ’» της Ορχήστρας των Μικρών Πραγμάτων, εκπέμπει ένα νεανικό δυναμισμό και προσφέρει ζωντανά κάδρα όπου κύρια συστατικά είναι η «μαύρη» αισθητική, το μπλέξιμο φωτός και σκοταδιού, η χοροθεατρικότητα και οι μεγαλειώδεις σκηνές συνόλου.

Μία πραγματικά εξαιρετική και ουσιαστικά καινοτόμα σε πολλά επίπεδα παράσταση.

Η Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου έχει μείνει στην ιστορία ως η νύχτα της μεγάλης σφαγής. Τα ξημερώματα της 23ης προς 24ης Αυγούστου του 1572, ανήμερα της εορτής του Αγίου Βαρθολομαίου, εξαπολύθηκε από τους Καθολικούς του Παρισιού ένα πρωτοφανές πογκρόμ εναντίον των Γάλλων Ουγενότων (Διαμαρτυρόμενοι) με αποτέλεσμα να πεθάνουν περισσότεροι από 3000 άνθρωποι. Τις επόμενες μέρες οι σφαγές γενικεύτηκαν σε όλη τη Γαλλία και μέχρι τις 3 Οκτωβρίου, οπότε και ο Βασιλιάς της Γαλλίας Κάρολος Θ’ διέταξε την παύση των εχθροπραξιών, είχαν σκοτωθεί περισσότεροι από 30.000 Διαμαρτυρόμενοι.

Η περιβόητη «Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου» αποτελεί στην πραγματικότητα μόνο ένα επεισόδιο στο έργο του Κρίστοφερ Μάρλοου «Η Σφαγή των Παρισίων», το οποίο διατρέχει με άλματα μία περίοδο από το 1572 μέχρι το 1589. Ξεκινάει με τον Κάρολο Θ’ στον θρόνο της Γαλλίας για να καταλήξει στην κατάκτηση του στέμματος από τον Ερρίκο της Ναβάρας. 17 χρόνια δολοπλοκιών, δολοφονιών, ασύλληπτης βίας και εκτεταμένων σφαγών πάντα στο όνομα του Θεού και της χριστιανικής θρησκείας. Στο παρασκήνιο ο Δούκας ντε Γκιζ Ερρίκος και η βασιλομήτωρ Αικατερίνη των Μεδίκων κινούν τα νήματα στέλνοντας στον τάφο όποιον τολμήσει να σταθεί εμπόδιο στα σχέδια τους.

Το έργο του Μάρλοου, ενός από τους κορυφαίους ποιητές της ελισαβετιανής περιόδου και του μοναδικού ίσως που μπορεί να σταθεί αξιοπρεπώς δίπλα στον Σαίξπηρ, θεωρείται από τους ειδικούς ένα μάλλον προβληματικό κείμενο με πολλές ελλείψεις και χάσματα στον χρόνο. Παρ’ όλα αυτά διακρίνεται για τον σαρκασμό και την ωμότητά του. Η ποίηση του Μάρλοου είναι βουτηγμένη στο μαύρο. Ο λόγος του δεν είναι περίτεχνος, δεν προσπαθεί να εντυπωσιάσει με όμορφες λέξεις, ούτε φλυαρεί στο ελάχιστο όπως συμβαίνει αρκετές φορές με έργα του Σαίξπηρ. Όλα γίνονται στο εδώ και το τώρα, όλα γίνονται με μία απίστευτη ταχύτητα, με έναν τρόπο σχεδόν κινηματογραφικό. Υπάρχουν σκηνές που μπορεί να κρατάνε μερικά μόλις δευτερόλεπτα. Δύο ατάκες, ένας φόνος, τέλος, πάμε παρακάτω. Κι όλο αυτό γεννάει σταδιακά αυτό που αποκαλούμε «άγρια ποίηση του συμβάντος». Ενυπάρχει μία απίστευτη δύναμη σε όλο αυτό. Ένα σκοτάδι που σαρώνει τα πάντα.

Το έργο του Μάρλοου μπορεί να ιδωθεί ως ένα αμιγώς ιστορικό έργο, είναι όμως κι ένας καθρέφτης της ίδιας της ανθρώπινης ιστορίας. Αυτά τα 17 χρόνια που διατρέχει το έργο δύσκολα μπορούν να αυτονομηθούν. Παραμένουν αναπόσπαστο κομμάτι του όλου, ενός όλου βουτηγμένου στη βία και στο αίμα. Και όλο αυτό με την ευλογία πάντα του Θεού, που οι άνθρωποι χρησιμοποιούν κατά το δοκούν μέσα από την κοσμική λειτουργία της θρησκείας.

Αυτό το ανέγνωσε πολύ σωστά ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που σκηνοθέτησε το κείμενο του Μάρλοου για το Φεστιβάλ Αθηνών χαρίζοντας μας μία πραγματικά εξαιρετική και ουσιαστικά καινοτόμα σε πολλά επίπεδα παράσταση. Ο Θεοδωρίδης φώτισε το βιτριολικό χιούμορ του κειμένου που αντιμετωπίζει την ανθρώπινη ιστορία ως φάρσα και ως τραγωδία συγχρόνως, δηλαδή σαν αυτό που πραγματικά είναι. Οι ήρωες του έργου, με εξαίρεση τον μακιαβελιστή Δούκα ντε Γκιζ που με τον εναρκτήριο κιόλας μονόλογο του παραδέχεται ότι χρησιμοποιεί τη θρησκεία ως προκάλυμμα για να αναρριχηθεί στον θρόνο της Γαλλίας, παρουσιάζονται στην παράσταση σαν κάτι γελοία υποκείμενα που άγονται και φέρονται, τρώνε σαν ζώα, σκοτώνουν, σκοτώνονται και ανασταίνονται με χαρακτηριστική ευκολία σαν ρομπότ – κλώνοι, νικημένοι από τα πιο βαθιά σκοτάδια της ανθρώπινης φύσης τους. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από μαριονέτες της εξουσίας.

Η ευφυέστατη σκηνοθεσία του Χρήστου Θεοδωρίδη – υπόδειγμα για το πώς μπορεί κάποιος να προσεγγίσει σήμερα ένα κλασικό έργο με νεωτερική ματιά αλλά χωρίς να το βεβηλώσει ή να το μικρύνει– αναδεικνύει μοναδικά το «τραγικά γελοίον» της ανθρώπινης υπόστασης. Χρησιμοποιώντας μία σειρά από ανατρεπτικές μουσικές επιλογές και μία συγκρατημένη φόρμα στην κινησιολογία που ενίοτε ρέπει προς το καρτούν (έξοχη η δουλειά της Ξένιας Θεμελή) ο Θεοδωρίδης παίζει με το γκροτέσκο, το θέατρο και την πραγματικότητα, τη σύμβαση και την αλήθεια, το φως και το σκοτάδι. Η παράσταση του μοιάζει με ένα διεστραμμένο μιούζικ χολ, χωρίς τραγούδι, αλλά με άπειρο αίμα. Μία κατά λάθος κωμωδία, που ενίοτε παγώνει το γέλιο στα χείλη. Όχι επειδή κάποιος πεθαίνει – αυτό το έχεις συνηθίσει από την αρχή, αφού οι ήρωες σχεδόν με το που συστήνονται πεθαίνουν – αλλά επειδή διαπιστώνεις ότι όλο αυτό είναι μία νομοτέλεια, που ξεπερνά την εποχή του έργου και φτάνει στο σήμερα και στο πάντα. Με άλλο προσωπείο, αλλά με την ίδια φρίκη. Πάντα στο όνομα ενός Θεού.

Η παράσταση της «Ορχήστρας των Μικρών Πραγμάτων», που παρουσιάστηκε φέτος για δεύτερη χρονιά στο Φεστιβάλ Αθηνών, είναι μία πραγματικά εμπνευσμένη δουλειά, εκπληκτικά σκηνοθετημένη με θέση και άποψη, καθώς και αμέτρητα σκηνοθετικά ευρήματα που βρίσκουν τέλεια εφαρμογή στον αχανή χώρο Δ’ της Πειραιώς 260, που διαμορφώθηκε έτσι από τον Θεοδωρίδη ώστε να αποκτήσει το απαιτούμενο βάθος και τα διαφορετικά επίπεδα που επιζητούσε η παράσταση. Η δε σκηνή της σφαγής τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου – στην οποία συμμετέχουν 42 κομπάρσοι – είναι πραγματικά σκηνή ανθολογίας, ένας πίνακας του ρομαντισμού που ζωντανεύει σταδιακά μπροστά στα μάτια σου.

Όλοι οι συντελεστές δίνουν τον καλύτερο τους εαυτό. Εκτός από τη Ξένια Θεμελή στην κίνηση που ήδη αναφέραμε, η Τίνα Τζόκα εντυπωσιάζει με τη δουλειά της τόσο στα κοστούμια εποχής που δεν στερούνται και σύγχρονων αναφορών, όσο και στο λιτό, αλλά εξαιρετικά καλαίσθητο και λειτουργικό σκηνικό της, που ουσιαστικά αποτελείται από ένα μεγάλο μακρόστενο ξύλινο τραπέζι γεμάτο φαγητά. Η παράσταση τής οφείλει ένα μεγάλο μέρος της εξαιρετικής αισθητικής της, που αναδεικνύεται επίσης και από τους εύστοχους και όχι εντυπωσιοθηρικούς φωτισμούς του Τάσου Παλαιορούτα. Όσον αφορά τη δραματουργική επεξεργασία νομίζω ότι η Ιζαμπέλα Κωνσταντινίδου μαζί με τον Χρήστο Θεοδωρίδη έχουν δουλέψει υποδειγματικά πάνω στην ούτως ή άλλως φροντισμένη μετάφραση του Σεραφείμ Βελέντζα.   

Η παράσταση φυσικά απαιτεί τρομακτικές αντοχές και ικανότητες από τους ηθοποιούς της. Η «Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων» είναι μία πολύ δεμένη ομάδα κι αυτό φαίνεται. Οι Παναγιώτης Εξαρχέας, Ξένια Θεμελή, Γιώργος Κισσανδράκης, Ντένης Μακρής, Μαρία Μπαγανά, Κατερίνα Πατσιάνη, Τατιάνα-Άννα Πίττα, Σαμψών Φύτρος και Σπύρος Χατζηαγγελάκης υπηρετούν εξαιρετικά το σκηνοθετικό όραμα με μερικούς εξ αυτών να μας χαρίζουν πραγματικά πολύ δυνατές ερμηνείες, όπως ο Ντένης Μακρής ως Ερρίκος της Ναβάρας στην τελευταία σκηνή του έργου ή Μαρία Μπαγανά ως Αικατερίνη των Μεδίκων. Θα μου επιτρέψετε όμως να ξεχωρίσω τον Γιώργο Χριστοδούλου, που δεν ανήκει στα μόνιμα μέλη της ομάδας αν κι ερμηνεύει εδώ τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Δούκα ντε Γκιζ. Η ερμηνεία του είναι σαρωτική. Ανασαίνει το κάθε κύτταρο του ήρωα του. Δαιμονισμένα ταλαντούχο πλάσμα.

Το έργο κλείνει με μία φράση που ακούγοντας την δεν ξέρεις αν πρέπει να γελάσεις ή να κλάψεις. Με το που κατακτά τον θρόνο της Γαλλίας ζητείται από τον Ερρίκο της Ναβάρας να αλλάξει θρησκεία (να γίνει δηλαδή από Προτεστάντης Καθολικός), αφού το στέμμα της Γαλλίας υποστηρίζει παραδοσιακά την καθολική πίστη. Κι εκείνος απαντά (κι αυτό είναι καταγεγραμμένη ιστορική μαρτυρία): «Να αλλάξω θρησκεία; Ποτέ δεν ήμουν επίμονος με τις ιδέες μου!» Μετά από τόσο αίμα, τόσες σφαγές, τόσες δολοπλοκίες στο όνομα μίας θρησκείας και ενός Θεού ο Ερρίκος της Ναβάρας αλλάζει θρησκευτικές πεποιθήσεις μέσα σε ένα λεπτό, γιατί ποτέ δεν υπήρξε επίμονος με τις ιδέες του! Αυτό είναι το έργο. Αυτή είναι η παράσταση. Αυτή είναι η πληγή μας. Αυτός είναι ο καθρέφτης μας.

 

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

Ροή Ειδήσεων

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία