Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 
Γιώτα Δημητριάδη

Γιώτα Δημητριάδη

Είναι δημοσιογράφος και φιλόλογος. Τελείωσε τη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, το Εργαστήρι Δημοσιογραφίας και έκανε μεταπτυχιακό πάνω στο θέατρο. Πού τη χάνεις, πού τη βρίσκεις, σε κάποια παράσταση της πόλης θα είναι. Της αρέσουν οι συνεντεύξεις - συναντήσεις, που της επιτρέπουν να γνωρίσει ένα κομμάτι των ανθρώπων από κοντά.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

«Ο Χατζιδάκις ήταν η μοίρα μου», εξομολογείται η Ράνια Οικονομίδου επί σκηνής και μοιράζεται με το κοινό την τυχαία συνάντησή τους, η οποία στάθηκε ο λόγος να γίνει από αρχιτέκτονας, ηθοποιός. Λίγο αργότερα, θα διαμαρτυρηθεί για τη στάση πολλών σκηνοθετών οι οποίοι, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «μας επιλέγουν ως ταλαντούχους, αλλά δεν θέλουν να έχουμε άποψη».

Σε μια άλλη σκηνή οι νεότεροι συνάδελφοί της Εύα Οικονόμου-Βαμβακά και Κωνσταντίνος Αρνάκουρος θα δηλώσουν τη δυσαρέσκειά τους για το κόψιμο μιας σκηνής για να λάβουν την αποστομωτική απάντηση του σκηνοθέτη τους, Δημήτρη Μαυρίκιου, από το ηλεκτρολογείο: «Θέλετε να παίξετε σε περισσότερες σκηνές ή σε καλύτερη παράσταση;» και να δώσουν, με τη σειρά τους, την ειλικρινή απάντηση: «Σε περισσότερες σκηνές».

Στη συνέχεια η φωνή της Λυδίας Φωτοπούλου, στον ρόλο της Ιουλιέτας, πριν 30 χρόνια (σε μια, όπως λένε, σπουδαία παράσταση του Μαυρίκιου το 1989 στο Εθνικό) θα συνοδεύει την εικαστική απόλαυση ενός αγάλματος από την ομώνυμη τραγωδία του Σαίξπηρ.

Η Γιούλικα Σκαφιδά, δεν θα αντέξει την πίεση της πρόβας και ψυχολογικά μπερδεμένη από τα πολλά επίπεδα του έργου θα λιποθυμήσει στη σκηνή.

Ο Γιάννης Βογιατζής θα μας ανατριχιάσει με την εξομολόγησή του: «Ο μόνος τρόπος για να μην πεθάνω είναι να βρίσκομαι στη σκηνή. Αυτή μου δίνει ζωή!»

apopse texnes plus

Ειδική μνεία θα γίνει και για τους συντελεστές εκτός σκηνής :«Εκείνος ο ωραίος ηλεκτρολόγος, ο Γιάννης, που σκοτώθηκε βάζοντας φώτα».

Τα παραπάνω σκηνικά περιστατικά είναι μερικές μόνο από τις προσωπικές πινελιές που καταθέτουν οι ηθοποιοί στην παράσταση «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» σε σκηνοθεσία και διασκευή του Δημήτρη Μαυρίκιου, την οποία απολαμβάνουμε στην κεντρική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.

Προσθήκες, οι οποίες μπόλισαν το έργο με μια σπάνια αμεσότητα κι έστρεψαν το ενδιαφέρον, όχι τόσο στη συνθήκη της παράστασης μέσα στην παράσταση, όπως συμβαίνει στο κείμενο του Πιραντέλλο, αλλά στο ζωτικό κομμάτι της ίδιας της τέχνης: στον άνθρωπο-καλλιτέχνη-ηθοποιό και την ψυχοσύνθεσή του.

Τα θεατρικά έργα δεν είναι παρά, κείμενα –από το αρχαίο ρήμα κεῖμαι= κοιμάμαι, αναπαύομαι- και το μόνο σίγουρο είναι ότι ο εκάστοτε δραματουργός και σκηνοθέτης θα τα «επαναγράψει» στην εποχή του. Το ζήτημα είναι η αισθητική κι ο τρόπος με τον οποίο θα καταφέρει να το υλοποιήσει.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ένα έργο γραμμένο εννέα δεκαετίες πριν, καταφέρνει μέσα από ένα άλλοτε ρεαλιστικό κι άλλοτε ποιητικό ανέβασμα να αναδείξει τις ποιότητές του και τα βαθύτερα υπαρξιακά του διλήμματα. Ακόμα σημαντικότερο, όμως, κατά την ταπεινή μου άποψη, είναι όταν το ανέβασμα θίγει, εμμέσως, συμπεριφορές της εποχής του, χωρίς να τις υπογραμμίζει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η σκηνή με τα προσωπεία, η οποία δεν μπορεί παρά να παραπέμψει στη στάση, την οποία υιοθετούμε μέσω των διαδικτυακών μας προφίλ.

Βέβαια, υπήρξαν κάποιες στιγμές, όπου μερικές προσθήκες δεν λειτούργησαν, και δεν κατάφεραν να μας πείσουν για την αλήθεια τους, χαρακτηριστικό παράδειγμα η δήθεν λιποθυμία της Γιούλικας Σκαφιδά, η οποία σαφέστατα, αν και δεν υπάρχει στο έργο, εδώ προοικονομεί το τραγικό φινάλε της ηρωίδας ταυτίζοντας την ηθοποιό με τον ρόλο της.

Στο «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» ο Λουίτζι Πιραντέλλο καταπιάνεται με την αγαπημένη του συνθήκη, αυτή της θεατρικής ψευδαίσθησης - τη βλέπουμε και στο «Έξι πρόσωπα αναζητούν συγγραφέα», που είχε σκηνοθετήσει ο Μαυρίκιος το 2003 και στο «Καθένας με τον τρόπο του» -πρόκειται για ένα έργο θεάτρου μέσα στο θέατρο και μέσα στο θέατρο. Όπου επικρατεί η θεωρητική προϋπόθεση, ότι η αλήθεια είναι σχετική κι ότι η προσωπικότητα ενός ατόμου δεν είναι μοναδική κι αμετάβλητη, αλλά πολύμορφη και ρευστή.

Η υπόθεση λίγο –πολύ γνωστή: ένας θίασος καλείται να ζωντανέψει επί σκηνής το διήγημα του Πιραντέλο, «Λεονόρα, αντίο!». Ο σκηνοθέτης καλεί τους ηθοποιούς, με τα πραγματικά τους ονόματα, από τις θέσεις των θεατών, στη σκηνή κι η διαδικασία του στησίματος του έργου ξεκινά με πολλά ευτράπελα και πρόβες.

Θέμα του έργου που καλούνται να παίξουν η ερωτική ζήλια. Πρωταγωνιστές η Μομμίνα (Γιούλικα Σκαφιδά) κι ο σύζυγός της Ρίκο Βέρρι ( Αλέξανδρος Βάθρης). Η Μομμίνα παντρεύεται τον Βέρρι μετά τον θάνατο του πατέρα της Παλμίρο (Γιάννης Βογιατζής).

Αφήνει πίσω τη μητέρα της (Λυδία Φωτοπούλου) και τις αδερφές της, μια οικογένεια που είχε ξεστρατήσει από τις κοινωνικές συμβάσεις και παντρεύεται τον μόνο άνθρωπο που την δέχθηκε κοντά του. Ο Ρίκο την κλειδώνει μέσα στο σπίτι κι εκείνη κρυφά ερμηνεύει ρόλους και τραγούδια στον γιο τους, όπως έκανε και παλιά, όταν εκπαιδευόταν από τη μητέρα της να γίνει ηθοποιός.

Από τα πιο δυνατά χαρτιά της παράστασης αναδεικνύεται η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, την οποία συνέθεσε για το πρώτο ανέβασμα του έργου στην Ελλάδα (το 1961, σε μετάφραση-σκηνοθεσία Δημήτρη Μυράτ) αντικαθιστώντας τον Βέρντι στο πρωτότυπο και χαρίζοντάς μας τραγούδια μοναδικής ευαισθησίας, όπως τον «Ταχυδρόμο», το «Μαντολίνo» και την «Πέτρα» που, τώρα, τα ενορχηστρώνει ο Νίκος Κηπουργός.

Επιπλέον, τα εξαιρετικής αισθητικής βίντεο, τα οποία κι  ο ίδιος ο συγγραφέας πρότεινε στο έργο του εν έτει 1929, την εποχή του βωβού κινηματογράφου, βοηθούν μοναδικά τη δράση, αλλά και τη ροή της παράστασης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα επιτυχημένης σύζευξης σινεμά και θεάτρου η σκηνή, όπου την ερμηνεία του Νίκου Καραθάνου στον «Ταχυδρόμο» ακολουθεί η συγκλονιστική εξομολόγηση του Γιάννη Βογιατζή, ο οποίος στα 92 του χρόνια καταφέρνει να μας συγκινεί ακόμα.

mavrikios texnes plus

Γενικότερα, όλα όσα συνθέτουν το εικαστικό κομμάτι της παράστασης: οι φωτισμοί (Λευτέρης Παυλόπουλος), τα κουστούμια (Νίκη Ψυχογιού) και τα απίστευτα σκηνικά του Δημήτρη Πολυχρονιάδη είναι υπέροχα. Ειδική μνεία για την έμπνευση με τους καθρέφτες και την εξέδρα των θεατών, η οποία για λίγα δευτερόλεπτα σε κάνει να νομίζεις ότι βλέπεις  πάλι μέσα από καθρέφτη.

«Η παράσταση όμως, δεν είναι φώτα, δεν είναι σκηνικά, είναι οι άνθρωποι», όπως μας θυμίζουν τα λόγια του Χατζιδάκι, που τα μοιράζεται μαζί μας σαν καλός παραμυθάς ο Δημήτρης Μαυρίκιος στον ρόλο του σκηνοθέτη από την πρώτη σκηνή της παράστασης, η οποία σίγουρα δεν θα είχε αυτή την επιτυχία χωρίς αυτόν τον ξεχωριστό θίασο.

Το εγχείρημα και για τους 16 στη σκηνή είναι πολύ δύσκολο, λόγω της πολυπλοκότητας των ρόλων τους. Παρ’ όλα αυτά ανταποκρίνονται και με το παραπάνω.

Για τον Γιάννη Βογιτατζή αναφέρθηκα και παραπάνω, καθώς χάρισε στην παράσταση μια από τις σπουδαιότερες σκηνές της.

Απολαυστική η Παράβαση της Ράνιας Οικονομίδου, ένας σπαρταριστός μονόλογος για τα 7 δυσκολοχώνευτα επίπεδα που πρέπει να παίξουν στο έργο.

Σπάνια η σκηνή με τη Λυδία Φωτοπούλου, να προσπαθεί να «γεράσει» με το μακιγιάζ την κόρη της, κι άκρως συγκινητική η ίδια όταν απευθύνεται στον εγγονό της (ο μικρος Βαγγέλης Λυκούδης). Παρακολουθώντας τον μικρούλη σκεφτόμουν τη φράση του Γούντι Άλεν: «Δεν παίζω ποτέ με σκυλιά και παιδιά, σου κλέβουν την παράσταση». Πραγματικά και μόνο η παρουσία του μικρού στη σκηνή ενέδιδε μια δυναμική. Το ίδιο κι η φωνούλα του στο φινάλε: «Μαμά, κοίτα το θέατρο!»

Η Γιούλικα Σκαφιδά, στη μελοδραματική σκηνή του φινάλε, αφοπλίζει με την αμεσότητα της. Λίγο περισσότερο υπερβολικός ο, κατά τα άλλα πολύ καλός στην παράσταση, Αλέξανδρος Βάθρης.

Έξυπνη η χιουμοριστική αυτοβιογραφική σκηνή με την ταλαντούχα Εύα Οικονόμου-Βαμβακά να απελπίζεται, όταν ο σκηνοθέτης της δεν καταδέχεται να την ακούσει.

eva oikonomou texnes plus

Απολαυστική η ερμηνεία της Λιλής Νταλανίκα στο «Μαντολίνο».

Σε μια παράσταση απαιτήσεων και συνόλου, όμως, αξίζει να μνημονεύσει κανείς και τους νεότερους: Κωνσταντίνο Αρνόκουρο, Γιάννη και Μιχάλη Αρτεμισιάδη, Στέφανο Παπατρέχα, Νεκτάριο Φαρμάκη και Μαρία Βαρδάκα.

Μια παράσταση ύμνος στο θεάτρο και τους ανθρώπους του. Αν το αγαπάτε μην τη χάσετε!

φωτογραφίες:Πάτροκλος Σκαφιδάς

 

 

 

''Ο άνθρωπος, είτε βασιλικός είναι είτε δημοκρατικός, όσον αφορά το πεπρωμένο του είναι μια αδύναμη καλαμιά στον άνεμο. Υπάρχουν κάποιες στιγμές, που και ο πιο παράτολμος πρέπει ν'ακούει την φωνή της λογικής ακόμα και ενάντια στα συναισθήματά του.''

H «Ιταλική Νύχτα» το έργο που έδωσε το βραβείο Κλάιστ στον Έντεν φον Χόρβατ, μεταφράζεται και ανεβαίνει για πρώτη φορά στη Ελλάδα, στη Β’ Σκηνή του Θεάτρου Οδού Κεφαλληνίας, από τον Παντελή Φλατσούση με μία ομάδα νέων και ταλαντούχων ηθοποιών αλλά και έμπειρων και καταξιωμένων συνεργατών.

Γραμμένο το 1931, το έργο διαπραγματεύεται ευθέως την άνοδο του ναζιστικού κόμματος στην Γερμανία του μεσοπόλεμου, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις από όλο το πολιτικό φάσμα.

Είναι Κυριακή πρωί σε κάποια μικρή πόλη της Νότιας Γερμανίας και τα μέλη της τοπικής οργάνωσης του δημοκρατικού κόμματος συγκεντρώνονται στο στέκι τους, το εστιατόριο του Josef Lehninger, για να οργανώσουν την ιταλική νύχτα που θα γίνει στο ίδιο μέρος εκείνο το βράδυ. Όμως, μία δυσάρεστη έκπληξη τους περιμένει: λίγο πριν την ανακοινωμένη ''δημοκρατική'' ιταλική βραδιά το εστιατόριό του Josef, θα φιλοξενήσει μια γερμανική μέρα, διοργανωμένη από την τοπική ομάδα φασιστών. Και τώρα πώς πρόκειται να αντιδράσουν οι δημοκρατικοί;

Γεννημένος στη Ριέκα της Αυστροουγγαρίας από αριστοκρατική οικογένεια, ο Χόρβατ άρχισε να γράφει από νωρίς, ενώ το 1922 μετακινήθηκε στο Βερολίνο. Στα τέλη της ίδιας δεκαετίας έκαναν την εμφάνισή τους τα πρώτα έργα του. Οι ήρωες του Χόρβατ είναι σχεδόν πάντα συνηθισμένοι άνθρωποι που βιώνουν τις συνέπειες της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 1929: ανεργία, ανασφάλεια, η απειλή του πολέμου. Ο Χόρβατ φανερώνει μέσα από τα πρόσωπα των έργων του, την επίδραση των κοινωνικών συνθηκών στα άτομα και τις σχέσεις τους, και πώς αυτές παράγουν ένα ευρύ φάσμα στάσεων, από την ενεργό ένταξη ή την υποταγή στον φασισμό ως την αντίσταση σε αυτόν, έχοντας πάντα ως όπλο μία λεπτή ειρωνεία προς κάθε πλευρά και το χαρακτηριστικό χιούμορ του, αφού στην πραγματικότητα τα έργα του μπορούν να διαβαστούν ως πικρές κωμωδίες.

Πώς επηρεάζουν οι πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές ανακατατάξεις τη ζωή των ανθρώπων; Πώς πρέπει να ζήσει κανείς την ζωή του, όταν οι εξελίξεις μοιάζουν να προλαβαίνουν κάθε του αντίδραση; Υπάρχει σωστός ή λάθος τρόπος; Ποια ήταν τα αίτια που οδήγησαν στην άνοδο του φασισμού την δεκαετία του 1930 στην Γερμανία; Η παράσταση στη Β’ Σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας τον Φεβρουάριο του 2019 θα προσπαθήσει να εξερευνήσει αυτά τα ερωτήματα και τους πιθανούς παραλληλισμούς τους με τη σημερινή εποχή.

Συντελεστές

Μετάφραση-Σκηνοθεσία: Παντελής Φλατσούσης

Δραματουργία: Κατερίνα Κωνσταντινάκου, Παναγιώτα Κωνσταντινάκου

Σκηνικά: Δανάη Ελευσινιώτη

Κοστούμια: Βασιλεία Ροζάνα

Πρωτότυπη μουσική σύνθεση & μουσική διδασκαλία: Ανρί Κεργκομάρ

Σχεδιασμός φωτισμών: Νίκος Βλασόπουλος

Επιμέλεια video: Γιάννης Gizmo Μπερερής

Παίζουν: Γιάννης Δενδρινός, Κατερίνα Λάττα, Θεανώ Μεταξά, Δημήτρης Μηλιώτης, Προμηθέας Nerattini – Δοκιμάκης, Μαριάνθη Παντελοπούλου, Βασίλης Σαφός

INFO:

Β’ Σκηνή Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας

Κεφαλληνίας 18 Κυψέλη

Πληροφορίες – κρατήσεις: 2114117878

Ημέρες και ώρες παραστάσεων:

Από 13 Φεβρουαρίου έως 18 Απριλίου 2019

Κάθε Τετάρτη στις 20.00 & Πέμπτη στις 21.00

 

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

Μπορεί η φράση: «ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του» να είναι κάπως κλισέ, στην περίπτωση, όμως, του Γιάννη Κότσιφα είναι must.

Από τη «Γκόλφω» και τις «Όρνιθες» του Νίκου Καραθάνου, μέχρι τον ρόλο της μπαλαρίνας –διευθύντριας σχολής χορού, στους Κιτσοπουλικούς Τυραννόσαυρους και τον σπαρακτικό Έκνταλ, στην περσινή «Αγριόπαπια» του Δημήτρη Τάρλου, ο ηθοποιός καταφέρνει να μαγνητίζει τα βλέματα και να καθηλώνει το κοινό.

Και μόλις διαβάσατε ακόμα μερικές κλισέ φράσεις, μην ανησυχείτε όμως γιατί ο Γιάννης Κότσιφας μόνο κλισέ απαντήσεις δεν δίνει.

Αποποιούμενος τη δήθεν σοβαρότητα και το «βάρος» των τσεχωφικών ηρώων, δικαιώνοντας έτσι τη σκηνοθετική γραμμή του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, αλλά και την πίστη του ίδιου του Τσέχωφ ότι έγραφε κωμωδίες ο Γιάννης Κότσιφας, μου μίλησε για τον Γκάγιεφ, που λαχταρούσε να παίξει, για το πώς έγινε τυχαία ηθοποιός, τη junkie φάση, την οποία περνάει με το αγαπημένο του βιντεοπαιχνίδι, αλλά και τον παιδικό εαυτό του που επιβιώνει ακόμα. Γεγονός που τον κάνει γοητευτικό όχι μόνο στη σκηνή, αλλά και τη ζωή.

kotsifas 4 texnes plus

Δεν είναι η πρώτη φορά που παίζετε στο «Βυσσινόκηπο». Πριν τρία χρόνια σας είχαμε δει στην παράσταση του Νίκου Καραθάνου στη Στέγη. Πώς είναι η νέα συνάντηση με το έργο του Τσέχωφ σε μια, τελείως, διαφορετική οπτική από τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη;

Εκεί, έκανα τον Πίστσικ αλλά ο ρόλος που κάνω τώρα, του Γκάγιεφ, είναι ο ρόλος τον οποίο ήθελα από τότε, αλλά ο Νίκος ο Καραθάνος, αγαπημένος φίλος, δεν μου τον έδωσε (γέλια). Σίγουρα έχει ενδιαφέρον το γεγονός να δουλεύεις πάλι το ίδιο έργο, γιατί πάντα ανακαλύπτεις καινούργια πράγματα, άλλωστε είναι, όπως είπες , τελείως διαφορετικές οι σκηνοθετικές οπτικές. Του Νίκου ήταν πιο σουρεάλ σε μια ποντικότρυπα, μ’ άλλους κώδικες υποκριτικής και διάφορα εμβόλημα. Τώρα, ο Κωνσταντίνος ακολούθησε μια πιο συμπαγή, όχι συντηρητική αλλά πιο κλασική οπτική. Στη φετινή παράσταση παρακολουθούμε τους ήρωες σ’ ένα παιδικό δωμάτιο κι η ιδέα ήταν να υπάρχει μια ελαφράδα στο παίξιμο.

Πώς ήταν η πρώτη σας συνεργασία με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη;

Ο Κωνσταντίνος είναι σε μια σπίντα συνεχόμενη, σαν ένα τρένο που κινείται! Φωνάζει «Πάμε! Πάμε!» και ταυτόχρονα λέει « Αχ,αγάπη μου». Είναι αυτή η ωραία τρέλα καταλαβαίνει. Κι έχει το χαρακτηριστικό να δείχνει σ’όλους τους ρόλους τους. Μπορεί να παίξει τα πάντα. Θες δραμαμίνη με τον Κωνσταντίνο. Είχε πολύ πλάκα κι όταν με πήρε τηλέφωνο και του είπα «Ωραία θέλω πάρα πολύ, άρα παίζω Γκάγιεφ τον χειμώνα!». Περάσαμε ωραία! Είχαμε βέβαια έναν περιορισμό χρόνου κι αυτό μας δημιούργησε ένα άγχος. Αυτό που θαυμάζω σ’ εκείνον είναι ότι βρίσκεται σε μια διαρκή αγωνία, το ιδρώνει το πράγμα. Επίσης, υπάρχει μια αγάπη και μια ανθρωπιά σ’ όλο αυτό, δεν είναι ένα κάτι ψυχρό.

Τι δραμαμίνη; Εσείς στροβιλιζόσασταν τόση ώρα στους «Τυραννόσαυρους Rex» της Κιτσοπούλου.

Καλά ναι, αυτή είναι άλλη ιστορία. (γέλια)

kotsifas 3 texnes plus

Οι ήρωες του Βυσσινόκηπου κωφεύουν αρνούμενοι να αποδεχθούν όλα όσα συμβαίνουν. Νομίζετε ότι η στάση τους μοιάζει με τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία;

Νομίζω ότι είναι χαρακτηριστικό και του λαού μας. Υπάρχει αυτό κι είναι μια εύκολη λύση για να μην αντιμετωπίζεις τα προβλήματα. Όλοι οι άνθρωποι το έχουμε, άλλοι περισσότερο κι άλλοι λιγότερο. Λέμε πολύ συχνά να δω μια ταινία για να ξεχάσω ή να μην κάνω τώρα την κουβέντα αυτή με τον/την σύντροφό μου. Βέβαια, κάποια στιγμή έρχεται η ώρα που το πρόβλημα θα βγει στην επιφάνεια και δεν θα μπορείς εύκολα να το αποφύγεις.

Έχετε δηλώσει και κάτι ανάλογο σε μια συνέντευξή σας: «Ο προβληματισμός που έχω, είναι να μην προβληματίζομαι. Προτιμώ να μείνω σπίτι και να παίζω play-station».

Δεν παίζω Play-Station πια. Τώρα παίζω World of Tanks! Έχω γίνει λίγο junkie μ’ αυτή την ιστορία, αλλά μου αρέσει! Ξεχνιέμαι.Μπορεί, επίσης, να δω κάποια ταινία, laptop, ακουστικά κι ηρεμία.

Από τι θέλετε να ξεχαστείτε, συνήθως;

Γύρω μας υπάρχουν πολλά προβλήματα, θέματα υγείας κ.λ.π., τα οποία τα αντιμετωπίζω καθημερινά, δεν τα αποφεύγω, αλλά είναι αναγκαίο να υπάρχουν και στιγμές, όπου να γυρίζεις σπίτι σου και να μπορείς να ηρεμήσεις. Όσο μεγαλώνω, καταλαβαίνω ότι ένα από τα μεγαλύτερα αγαθά, μετά την υγεία, φυσικά, είναι η ηρεμία.

Πάντως, ο ήρωάς σας στον «Βυσσινόκηπο» τρώει συνεχώς καραμέλες. Είναι ένας τρόπος να ηρεμεί; Πώς ερμηνεύετε αυτή τη συνήθειά του;

Μπορεί να έχει σχέση μ’ όλη αυτή την ανεμελιά και την παιδικότητα, στα μικρά παιδιά συνήθως δίνουμε γλυκά. Είναι, όμως, και ένα τικ, κι ένας τρόπος που τον βοηθά να ησυχάζει. Με συγκινεί, όμως, πολύ η φράση που λέει: «Εγώ έφαγα όλη μου την περιουσία στις καραμέλες» ψάχνοντας, ακόμα, πώς να την πω καλά στην παράσταση.

kotsifas 6 texnes plus

Ποια άλλη φράση σας συγκινεί;

Με συγκινεί πολύ ο μονόλογος στη βιβλιοθήκη. Ήταν ένας από τους βασικούς λόγους που ήθελα να παίξω τον ρόλο. Με κινητοποιεί, ιδιαίτερα, το γεγονός ότι αυτή η βιβλιοθήκη είναι σαν ένα υπαρκτό πρόσωπο, σαν ένα μέλος της οικογένειας. Δεν είναι μόνο η πνευματικότητα κι η γνώση που τους προσέφερε, αλλά είναι εκεί συμπαγής υποστηρίζοντας την οικογένεια για ένα καλύτερο μέλλον, όπως λέγεται στο έργο. Της λέω και το τραγουδάκι μετά.

Νομίζω, αυτό δεν υπάρχει στο κείμενο του Τσέχωφ.

Ναι, ήταν μια ιδέα του Κωνσταντίνου (Μαρκουλάκη) στις πρόβες να πούμε το happy birthday κι οι υπόλοιποι, νομίζω, ότι κοροϊδεύουν τον ήρωα με την έννοια άντε να το πούμε κι αυτό να τελειώνουμε.

kotsifas 7 texnes plus

Εσείς έχετε αναπτύξει σχέση αγάπης με κάποιο αντικείμενο; Υπάρχει κάτι που το αγαπάτε πολύ;

Το λάπτοπ μου! Να ζήσεις λαπτοπάκι μου και χρόνια πολλά! (γέλια). Εν τω μεταξύ το έχω και οκτώ χρόνια κι είναι μια χαρά.

Στα social media, πάντως, δεν είστε πολύ ενεργός.

Σπάνια ποστάρω κάτι. Μπαίνω καθημερινά να δω τι γίνεται και βάζω likes και καρδούλες. Νομίζω ότι έχω μια υγιή σχέση με το facebook, το έκανα πριν αρκετά χρόνια. Χαζεύω, έχω βρει παλιούς συμμαθητές μου, επικοινωνώ με μηνύματα. Αναγνωρίζω, εν μέρει, τη χρησιμότητά του.

Ας πάμε λίγο, στο παρελθόν. Νομίζω το έργο του Τσέχωφ και συγκεκριμένα ο «Γλάρος» ήταν η πρώτη σας παράσταση στη σχολή.

Ναι, που το ξέρεις; Στη σχολή με τον δάσκαλο μας τον Ιάκωβο Ψαρρά κάναμε τον «Γλάρο». Με θεωρούσε καρατερίστα. Είχε περάσει πριν την παράσταση από το καμαρίνι και μας είπε, ήμουν με τον Χάρη Μπορκά, ο οποίος έκανε τον επιστάτη, «Τι κάνουν οι καρατεριστες;». Εγώ έκανα τον παππού, τον Σόριν, με μια περούκα, από την οποία φαίνονταν τα μισά μαλλιά μου.

Αλήθεια, υπάρχει κάποιος ρόλος που ονειρεύεστε;

Τον Οιδίποδα επί Κολωνώ αλλά όταν γεράσω. Λέει κάτι πολύ συγκινητικό για τη ζωή. Κάτι που, επίσης, θαύμασα, αυτό το καλοκαίρι ήταν ο «Προμηθέας Δεσμώτης» σε σκηνοθεσία Μάρθας Φριτζίλα. Μια ερμηνεία του φίλου μου, του Νίκου του Καραθάνου, που μ’ έκανε να νιώσω σαν να τον έβλεπα για πρώτη φορά. Ήταν σαν αυτό που ξέρουμε για τις ραψωδίες του Ομήρου, όπου μαζεύονταν όλοι κι ένας αφηγητής έλεγε την ιστορία, ήταν κάτι μαγικό.

Περισσότερο, από ότι καταλαβαίνω, σας ενδιαφέρουν οι συνεργασίες, να είστε με φίλους κι όχι τόσο οι ρόλοι. Ισχύει αυτό;

Ναι, βέβαια, τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει αυτό. Πέρσι ήμουν με τον Δημήτρη τον Τάρλοου, είχα την τύχη να μου εμπιστευτεί έναν σπουδαίο ρόλο στην «Αγριόπαπια» και τώρα με τον Κωνσταντίνο ( Μαρκουλάκη). Έτσι πρέπει να είναι. Δεν μπορείς να είσαι συνέχεια με τους φίλους σου, την Λένα (Κιτσοπούλου), τον Νίκο (Καραθάνο) και τον (Δημήτρη) Μαυρίκιο, παλιότερα. Έχω ξεκινήσει να παίζω σεζόν βέβαια, γεγονός που κάποια στιγμή σε κουράζει, άλλο να παίζεις τρεις μήνες κι άλλο έξι.

Τι θα πει «οι φίλοι μου» για εσάς; Πώς είναι όταν είστε με τον Νίκο και τη Λένα;

Είναι δύο αγαπημένοι φίλοι χρόνια και στη ζωή και επαγγελματικά. Τα μοιραζόμαστε όλα και προχωράμε. Υπάρχει μια εφηβεία μεταξύ μας. Ονειρευόμαστε πράγματα.

Σας αρέσει να ονειρεύεστε;

Ναι, όχι όμως μεγαλεπήβολα σχέδια. Μου αρέσει να έχω κάτι να το περιμένω.

Πέρα από την εφηβεία, που μου είπατε πριν όταν περνάτε με τους φίλους σας, ο παιδικός σας εαυτός νιώθετε ότι επιβιώνει ακόμα;

Ναι, σίγουρα κι ο ρόλος μου, τώρα στον Βυσσινόκηπο, είναι πολύ κοντά σ’ αυτό. Γενικότερα όμως, οι αντιδράσεις μου, ο τρόπος που κινούμαι, που ενθουσιάζομαι, που παθαίνω πανικό έχει μια παιδικότητα και κάτι αγνό.

Δεν ήσασταν από τα παιδάκια, που ήθελαν να γίνουν ηθοποιοί. Πώς προέκυψε;

Τυχαία έγινα, τελείως. Ήμουν αθλητής του βόλεϊ στο Κοροίβο Αμαλιάδας, που τώρα ανέβηκε κατηγορία είναι Α2. Βρίσκονται εκεί κάποιοι παλιοί φίλοι και συμμαθητές, οι οποίοι κρατούν την ομάδα.

kotsifas 2 texnes plus

Πηγαίνετε στην Αμαλιάδα;

Το Πάσχα, σίγουρα, κι όποτε έχω χρόνο κατεβαίνω. Μένουν και οι γονείς μου εκεί κι θέλω να τους βλέπω.

Εκείνοι ήθελαν να γίνετε ηθοποιός;

Ναι, δεν είχαν κανένα πρόβλημα. Ήμουν στη Βεάκη, στο προκαταρκτικό έτος κι ήρθε μια μέρα ο Μιχάλης Μαραγκός, που ήταν καθηγητής μου κι μου λέει: «Πέρασες», του λέω: «Τι;», «Στο Εθνικό» μου λέει «πέρασες» αλλά με νεύρα, γιατί θα έφευγα από τη σχολή. Καθόμουν θυμάμαι σ’ ένα καφέ στο Παγκράτι και πήγα να πάρω τηλέφωνο από το περίπτερο, φαντάσου το 1997 ήταν, τον πατέρα μου, στη δουλειά του και του λέω «Μπαμπά πέρασα στο Εθνικό». Επικράτησε μια παύση και μετά άκουσα φιλάκια.

Όλα έγιναν τυχαία, ήμουν στη Γυμναστική Ακαδημία και στο τέταρτο έτος είχα κουραστεί. Ήθελα κάτι άλλο, έτσι πήγα στο τμήμα της χορωδίας του πανεπιστημίου. Εκεί συνάντησα τον Δημήτρη τον Ντάσκα και μου πρότεινε να πάω στη θεατρική ομάδα. Πήγα κι ήταν σκηνοθέτης ο Αντώνης Γαλέος.Και τότε τον «Γλάρο» κάναμε. Οπότε τον είχα παίξει και πριν τη σχολή.

Μάλιστα, και τα δύο παιδιά έχετε καλλιτεχνικές τάσεις. Ο αδερφός σας, νομίζω, είναι τραγουδιστής;

Ναι, παίζει και κιθάρα. Έχει πολύ ωραία φωνή, γιατί έχει ασχοληθεί και με τη βυζαντινή μουσική. Τραγουδάει σε ταβέρνες, στον Υμηττό, στην Ηλιούπολη, στο Κουκάκι. Αλλά κι η κόρη του, η ανηψιά μου, η Μελίντα, αν και μικρούλα παίζει βιολί κι έχει ταλέντο, σαν την μαμά της, η οποία είναι στην κρατική ορχήστρα Αθηνών στα βιολιά.

kotsifas 5 texnes plus

Αποκλειστική φωτογράφιση για το Texnes-plus Κοσμάς Ινιωτάκης

Ο Γιάννης Κότσιφας πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Ο Βυσσινόκηπος», σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, στο θέατρο Δημήτρης Χορν.

Στη σκηνή απολαμβάνουμε και ένα εξαιρετικό θίασο :Θέμις Μπαζάκα, Δημήτρης Λιγνάδης, Κόρα Καρβούνη, Αθηνά Μαξίμου, Γιάννης Κότσιφας, Σίσσυ Τουμάση, Γιώργος Μπινιάρης, Γιάννης Στόλλας, Αλέξανδρος Μαυρόπουλος, Γιάννης Γιαννούλης, Τάσος Δημητρόπουλος, Γεωργιάννα Νταλάρα.

Ο Ε. Νεκροσίος πέθανε ξαφνικά, χθες το βράδυ νστην κλινική Santariškės. Ένας σκηνοθέτης της πρωτοπορίας που κατάφερε να βγάλει το θέατρο της μικρής πατρίδας του, της Λιθουανίας, από τα σύνορά της και να το κάνει γνωστό σε όλον τον κόσμο.

«Αποτελεί για τους Ευρωπαίους κριτικούς ένα ζωντανό μύθο από τη Βαλτική», έναν «ιδιοφυή ειδωλολάτρη» και το θέατρό του «ένα υπερδραματικό θέατρο της εικόνας και των αντικειμένων» έγραφαν για εκείνον και το έργο του.

Η είδηση του θανάτου του, έγινε γνωστή από τον διευθυντή του θεάτρου και συγγενή του, από την πλευρά του πατέρα του.

Σύμφωνα με τον Seimas A. Nekrošius, ο σκηνοθέτης αισθάνθηκε αδιαθεσία μετά την επιστροφή του από ταξίδι και μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο.

Ο E. Nekrošis θα γινόταν αύριο 66 ετών.

Γεννήθηκε στις 21 Νοέμβριου το 1978, στο χωριό Pažobrio (Ρασενιάι Ραϊόν) αποφοίτησε από το Ινστιτούτο Τεχνών Θεάτρου Lunacharsky στη Μόσχα. Μετά την επιστροφή του στη Λιθουανία, ο Nekrošius εργάζεται στο Θέατρο Νέων του Βίλνιους από το 1978 έως το 1979.

Το 1979 μετακόμισε στο Κρατικό Θέατρο του Kaunas , όπου παρέμεινε για ένα χρόνο μέχρι το 1980. Το 1980 επέστρεψε στο κρατικό Θέατρο Νέων του Βίλνιους , εκεί σκηνοθέτησε σπουδαία έργα.

Από το 1993 μέχρι το 1997 ήταν διευθυντής του Διεθνούς Φεστιβάλ Θεάτρου της Λιθουανίας.(LIFE)

Το 1998, ίδρυσε ένα στούντιο θεάτρου "Meno fortas" στο Βίλνιους , όπου ήταν και καλλιτεχνικός διευθυντής.

Είχε τιμηθεί μεταξύ άλλων με :το Βραβείο της Βαλτικής Συνέλευσης (1994), το Βραβείο Ευρωπαϊκού Θεάτρου «Για τη Νέα Θεατρική Πραγματικότητα» (1994), , το Κρατικό Βραβείο του LSSR (1983), το Κρατικό Βραβείο της ΕΣΣΔ (1987), Διοικητής του Τάγματος του Σταυρού Γκειδινα (1998).

Ανάμεσα στα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των έργων του είναι η χαλαρωτική μουσική υπόκρουση ενός επαναλαμβανόμενου σχεδίου σε όλη την παράσταση, η εκτεταμένη χρήση του χορού και της κίνησης και οι μοναδικές στηρίξεις στη σκηνή, καθώς και η χρήση φυσικών ουσιών όπως νερό, φωτιά, άνεμος, πάγος και πέτρα . Η διάρκεια των παραστάσεων του ήταν συνήθως από τρεις ώρες και πάνω.

Είχε παρουσιάσει στο Ηρώδειο, το 2012, τον «Μάκβεθ» του Σαίξπηρ με τον θίασο «Μένο Φόρτας» (στα λιθουανικά σημαίνει δύναμη τέχνης) και τρία χρόνια αργότερα τον «Μάκβεθ» του Βέρντι μαζί με τα μπαλέτα Μπαλσόι.

Στη συνέντευξη Τύπου, που είχε γίνει τότε για την παράσταση στην Αθήνα είχε δηλώσει:«Εμείς στη Λιθουανία δεν είχαμε μεγάλες παραδόσεις. Αντίθετα, ο ρωσικός λαός, για την πορεία του οποίου ανησυχώ αυτή τη στιγμή, διαθέτει πολλά χαρίσματα, σπάνια μπορούμε να πούμε, όπως στη μουσική, στη λογοτεχνία, στο χορό και στην τέχνη. Προσπάθησα όμως να μην τους μιμηθώ αλλά να κάνω κάτι ξεχωριστό, δικό μου».

Το μήνυμα του Arvydas Nekrošius στο Facebook:

abc

Ο συγγραφέας Γιώργος Σκούρτης απεβίωσε τα ξημερώματα της Δευτέρας 19 Νοεμβρίου, μετά από βαριά επιδείνωση στην υγεία του.

Πρωτοεμφανίστηκε το 1970 στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν με το θεατρικό έργο «Οι νταντάδες», ένα έργο-σταθμό της σύγχρονης δραματουργίας μας.

Ακολούθησαν: «Οι μουσικοί», «Οι εκτελεστές»,» Οι ηθοποιοί», «Κομμάτια και θρύψαλα», «Ο Καραγκιόζης παρά λίγο Βεζύρης», « Απεργία», «Το θρίλερ του έρωτα», η άπαιχτη ακόμα Ιστορική τριλογία (Η δίκη του Σωκράτη, Η κωμωδία του βασιλιά Ιουγούρθα, Υπόθεση Κ.Κ.), «Εφιάλτες» και πολλά άλλα, γραμμένα σε μια πρωτόφανη για το ελληνικό ρεπερτόριο σκληρή και συνάμα αποκαλυπτική γλώσσα, με πολύ χιούμορ, προσωπικές και συλλογικές τραγωδίες. Τα έργα αυτά, μαζί με τα πεζογραφήματά του (Mπάρμπα-Tζωρτζ, Αυτά κι άλλα πολλά, Ιστορίες με πολλά στρας, Το χειρόγραφο της Ρωξάνης, Το συμπόσιο της Σελήνης, Πήδημα Θανάτου, Ο Κίλερ, Αυτός ο μπάτσος), δημιούργησαν «τομή» στο ελληνικό θεατρικό και το λογοτεχνικό πεδίο, επηρεάζοντας τους νεότερους συγγραφείς, με το καινούργιο ήθος και ύφος γραφής. Τα θέματα του συγγραφέα Γιώργου Σκούρτη είχαν να κάνουν με το «δίδυμο» Πολίτης-Εξουσία, με ξεκάθαρο το στοιχείο της κοινωνικοπολιτικής καταγγελίας, αλλά και την ψυχολογική εμβάθυνση στις διαπροσωπικές σχέσεις και τις υπαρξιακές αγωνίες του σύγχρονου παγκοσμιοποιημένου ανθρώπου.

Εκτός από το μεγάλο και σημαντικό λογοτεχνικό του έργο, άφησε πίσω του πάνω από 100 τραγούδια. Χαρακτηριστικό είναι το «Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί» σε μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου και με την υπέροχη ερμηνεία του Νίκου Ξυλούρη. Είχε γράψει διηγήματα, νουβέλες, μυθιστορήματα, σενάρια. Επίσης έχει σκηνοθετήσει όλα του τα θεατρικά έργα, στη σκηνή, στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο. Είχε έναν γιο από τον γάμο του με την ποιήτρια και ηθοποιό Αγγελική Ελευθερίου, αδελφή του Μάνου Ελευθερίου.

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

«Δεν έζησα, όπως έπρεπε. Αλλά πώς έπρεπε;»

Με τον «Θάνατο του Ιβάν Ιλτς» ο Λέον Τολστόι αναδεικνύει, συγκλονιστικά, μέσα σε μια νουβέλα τη μάχη ανάμεσα στη ματαιοδοξία της ανθρώπινης ζωής και στον φόβο του θανάτου, γι’ αυτό και το έργο γραμμένο το 1866 καταφέρνει, ακόμα, να αγγίζει τα ενδόμυχα των αναγνωστών.

Μπορεί ο Ρώσος κλασικός να είναι γνωστός για τα έργα του «Πόλεμος και Ειρήνη» και «Άννα Καρένινα», αλλά μ’ αυτό το διήγημα αποδεικνύει ότι είναι κι ένας σπουδαίος τεχνίτης της μικρής φόρμας.

Ένα από τα πιο γνωστά αποφθέγματά του ήταν: «Αν μπορούσες να μάθεις ποιος πραγματικά είσαι, όλα τα προβλήματα θα φαίνονταν εντελώς άσκοπα κι ασήμαντα». Έτσι, ουσιαστικά, σε μια μόνο φράση συμπυκνώνει ολόκληρη την ψυχαναλυτική διαδικασία και τα ατελείωτα φιλοσοφικά ερωτήματα, τα οποία από την εποχή των Προσωκρατικών απασχολούν τη φιλοσοφική διανόηση.

Μ’ αφορμή μια παράξενη ασθένεια ο Ιβάν Ίλιτς δεν έρχεται αντιμέτωπος μόνο με τον φόβο του θανάτου, αλλά και μ’ όλες τις ψευδαισθήσεις, τα όνειρα, τις προσδοκίες και τις προσωπικές του πεποιθήσεις, οι οποίες ανατρέπονται εν μια νυκτί. Πώς να μην κινητοποιήσει τον αναγνώστη η βασανιστική πορεία κι ο πόνος ενός ανθρώπου,ο οποίος συνθλίβεται στις συμπληγάδες της ανομολόγητης ανάγκης του για μια αγκαλιά, έστω κι από κάποιον ξένο;

Η μέρινα του ήρωα για την αναρρίχησή του στην ιεραρχία του δικαστικού σώματος και της περαιτέρω βελτίωσης του κοινωνικού του status, τον οδήγησαν στην αποξένωση από την οικογένειά του κι, ιδιαίτερα, από τη σύζυγό του Πρασκόβια Φεντόροβνα.

Όταν η νέα του θέση με τις σημαντικές οικονομικές απολαβές του επιτρέψουν να αγοράσει μια υπερπολυτελή κατοικία στην Πετρούπολη την οποία με μανία διακοσμεί, θα πέσει από μια σκάλα και θα χτυπήσει στο πλευρό. Το χτύπημά του από την πτώση δεν του προκάλεσε ιδιαίτερο πόνο, αλλά εκείνος δεν κατάφερε να συνέλθει ποτέ από τη μόλυνση που υπέστη.

Η υγεία του διαρκώς επιδεινωνόταν κι η αδιαφορία των κοντινών του προσώπων τον ανάγκασαν να ζητήσει βοήθεια από τον Γκεράσιμ, ένα νεαρό μουζίκο,που ήταν πάντα ευγενικός και πρόθυμος να τον εξυπηρετήσει και να του κρατά τα πόδια ψηλά.

Ο χαρακτήρας του Γκεράσιμ, η ευγένειά του, η διάχυτη ηρεμία κι αγνότητα που εξέπεμπε τον έκαναν να βρει στο πρόσωπό του μια εξιδανικευμένη αντανάκλαση του εαυτού του και μια τρυφερότητα, την οποία πάντα αναζητούσε. Συνειδητοποιώντας ότι η κατάστασή του είναι πια μη αναστρέψιμη, βιώνει την επιθανάτια αγωνία παρέα με τον πιστό του υπηρέτη.

108 χρόνια μετά την επέτειο του θάνατό του (20 Νοεμβρίου) ο Ρώσος συγγραφέας συνεχίζει να εμπνέει τη μεγάλη οθόνη και το θέατρο.

Μόνο στις αθηναϊκές σκηνές απολαμβάνουμε, κάθε σεζόν, κάποιο από τα αριστουργήματά του. Αναφέρομαι χαρακτηριστικά, σε μερικές από τις πιο πρόσφατες παραστάσεις των έργων του τον «Αφέντη και Δούλο» σε διασκευή και σκηνοθεσία  Γιώργου Νανούρη στο θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου, τη «Σονάτα του Κρόιτσερ» στο θέατρο Τέχνης σε σκηνοθεσία Μαρίας Ξανθοπουλίδου και την «Αννα Καρένινα» σε σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια στο Εθνικό Θέατρο.

Η συγκεκριμένη φιλοσοφική νουβέλα, αν κι υπήρχε ιδέα στο παρελθόν να παρουσιαστεί, τελικά, ανεβαίνει φέτος για πρώτη φορά στο Θέατρο Αλκμήνη.

Η Κωνσταντίνα Νικολαΐδη διασκευάζει και σκηνοθετεί το έργο, έχοντας εμφανώς μια πολύ συγκεκριμένη σκηνοθετική ιδέα κι ένα όραμα, το οποίο λειτουργεί εξαιρετικά.

Μέσα από την προσέγγισή της σκιαγραφείται εύγλωττα, όχι μόνο η αγωνία του θανάτου, αλλά κι άλλες προεκτάσεις του κειμένου, όπως η μάχη του ατόμου να ισορροπήσει μέσα στο διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον του, η δίψα για εξουσία, η κοινωνική υποκρισία, αλλά και μια ιδιόμορφη ηθικο-θρησκευτική θεωρία των έργων του Τολστόι, η οποία εστιάζει στην ουσία του χριστιανισμού, την ανιδιοτελή αγάπη.

ivan texnes plus

Με λίγα μέσα, μόνο μια καρέκλα, βλέπουμε στο καλαίσθητο σκηνικό του Νίκου Κασαπάκη (ο ίδιος επιμελείται και τα κουστούμια της παράστασης) να ανεβαίνει μια παράσταση, επηρεασμένη από το «φτωχό» θέατρο Γιέρζι Γκροτόφσκι, αναδεικνύοντας τις αρετές του. Μ’ ενδιαφέρον παρακολούθησα και τη σκηνοθετική αλληγορία με την καρέκλα, σαν ένα σύνθημα για την ενσυναίσθηση, με τις εναλλαγές των ρόλων πάνω σ’ αυτήν.

Άκρως λειτουργικοί, επίσης, οι φωτισμοί της Χριστίνας Θανάσουλας, κατάφεραν σε στιγμές να «αντικαταστήσουν» τα ανύπαρκτα σκηνικά.

Τίποτα, όμως, δεν θα ήταν το ίδιο σ’ αυτή την παράσταση, χωρίς αυτούς του δύο, σπάνιας σκηνικής ευφυΐας ηθοποιούς τον Γιώργο Γαλίτη και τον Θανάση Κουρλαμπά. Το δυνατό ντουέτο με τα εκφραστικά του μέσα σε εγρήγορση, καταφέρνει να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον των θεατών.

Να δώσουμε εδώ κι ένα παράδειγμα «σκηνικής ευφυΐας», γιατί πολλές φορές, εμείς οι δημοσιογράφοι, μοιάζει να γράφουμε μια φράση εν είδει εντυπωσιασμού.

Θεωρώ, τρομερά έξυπνη κίνηση, όταν αυτή η μάστιγα που λέγεται κινητό τηλέφωνο, χτυπήσει σε μια παράσταση, ο ηθοποιός επί σκηνής να το αξιοποιήσει για την εξέλιξη της ιστορίας. Μ’ αυτή τη Στανισλαφσκική λογική αντιμετώπισε το περιστατικό ο Γιώργος Γαλίτης, δίνοντας ένα μάθημα αυτοσχεδιασμού και ψυχραιμίας.

Από το δυναμικό ξεκίνημα, όταν σαν σίφουνες εισέβαλαν στη σκηνή μέχρι το συγκινητικό φινάλε, οι δύο τους ερμήνευσαν όλους τους ρόλους, με εντυπωσιακές εναλλαγές κατάφερνοντας να μας κάνουν να δούμε ακόμα κι ανύπαρκτα σκηνικά αντικείμενα, όπως τσιμπιδάκια, βεντάλιες, φλυτζάνια, φέρετρα κ.α. Οι ηθοποιοί λειτουργούν, πολλές φορές, σαν ένα σώμα κι εντυπωσιάζουν.

Μοναδική ένσταση η χρήση του καπνού κι η μυρωδιά από το λιβάνι κι όχι μόνο για καλλιτεχνικούς λόγους, αλλά και για πρακτικούς, καθώς ενοχλούν πραγματικά μερίδα του κοινού.

Μια παράσταση, η οποία θυμίζει τα λόγια του Πήτερ Μπρουκ για τη λειτουργία του θεάτρου «ως ένας μεγεθυντικός φακός για να δούμε πιο καθαρά τις λεπτομέρειες της ζωής και των ανθρώπινων σχέσεων».

Από τη Γιώτα Δημητριάδη 

Μιλάει ήρεμα αλλά κι αποφασιστικά συνάμα. Το ραντεβού μας για τη συνέντευξη, έχει δοθεί σ’ ένα καφέ κοντά στο θέατρο, «θέλω να είμαι δίπλα στην πρόβα γι’αυτό σας έφερα εδώ» θα μου πει, στρίβοντας το τσιγάρο και ρουφώντας μια γουλιά καφέ, έχοντας, ήδη, παραγγείλει τον δεύτερο σε πλαστικό ποτήρι, για να τον πάρει μαζί στο Θέατρο Σημείο, όπου πραγματοποιούνται οι τελευταίες πρόβες για την παράσταση «Το Κτήνος στο Φεγγάρι» σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Παπαδάκη.

Ο Κώστας Αρζόγλου, δεν χρειάζεται συστάσεις και μόνο η αισθαντική φωνή του, σε πηγαίνει πίσω στο χρόνο κι ένα μαγικό κουτί με μοναδικές θεατρικές, αλλά και τηλεοπτικές εικόνες ξετυλίγεται μπροστά σου.

Ο σπουδαίος θεατράνθρωπος μ’ αφορμή τη νέα του παράσταση μου μίλησε για τις επαγγελματικές του εμπειρίες, τη σχέση του με τον Αλέκο Αλεξανδράκη, την Κατίνα Παξινού, τον Δημήτρη Ψαθά, αλλά και για την πολυτάραχη ζωή του, η οποία μοιάζει με μυθιστόρημα κι αναμένεται, όπως μου αποκάλυψε, να δούμε και στη σκηνή!

Ο Κώστας Αρζόγλου, όμως, πάνω απ’ όλα, είναι κι ένας τρυφερός πατέρας, που καμαρώνει την κόρη του και ταλαντούχα ηθοποιό Aurora Marion, ενώ αγωνιά και για την μικρότερη Μαρία, η οποία είναι πρωτοετής στη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης.

 ktinos feggari

Στο έργο «Το Κτήνος στο Φεγγάρι» του Kalinoski, παρακολουθούμε την ιστορία του Αράμ και της Σέτας, δύο νέων προσφύγων, οι οποίοι επιβίωσαν της γενοκτονίας στην Αρμενία το 1915 καταφεύγοντας στην Αμερική και παλεύοντας να ξεκινήσουν μία νέα ζωή. Πόσο πιστεύετε ότι έχουμε εξοικειωθεί με το φαινόμενο των προσφύγων;

Στο έργο οι πρόσφυγες είναι μόνο η αφορμή, το θέμα είναι τι δημιουργήθηκε μετά την καταστροφή. Νομίζω, όμως, ότι σ’ αυτό το ζήτημα υπάρχει μια δυσθυμία, την οποία πρέπει να παλέψουμε, γιατί αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να είναι καλοδεχούμενοι. Βεβαίως, κουβαλάνε μια κουλτούρα δική τους, πολλές αξίες, που δεν έχουμε εμείς ή δεν έχουμε μεγαλώσει μ’ αυτές. Παρατηρώ ότι και σ’ εμένα κάποιες συνήθειες, που φέρουν αυτοί οι άνθρωποι, μ’ ενοχλούν λιγάκι. Αυτό που μ’ ενοχλεί ακόμα περισσότερο, όμως, είναι όχι το πώς είναι οι άνθρωποι, αλλά πως είναι το δικό μας κράτος, το οποίο αδυνατεί να αφομοιώσει αυτές τις ξένες κουλτούρες.

Αυτό πιστεύετε ότι οφείλεται στις δομές του κράτους, στα οικονομικά προβλήματα της χώρας ή εμείς δεν έχουμε την ανάλογη παιδεία;

Σίγουρα, δεν έχουμε την παιδεία! Αναφερόμαστε συνέχεια στα υπέροχα αρχαία χρόνια, τα οποία ουσιαστικά μας ενδιαφέρουν μόνο όταν υπάρχει κέρδος. Αυτό δεν είναι μια δομή παιδείας, στην οποία πρέπει να ενταχθεί ο ξένος. Αυτό που είναι διάτρητο, λοιπόν, είναι το ελληνικό κράτος κι η δική μας νοοτροπία. Δεν ισχύει ότι οι ξένοι κουβαλάνε ασθένειες και παραβατικές συμπεριφορές, αυτό είναι μια αυθαίρετη προκατάληψη.

Ο τίτλος του έργου «Το κτήνος στο φεγγάρι» τι σηματοδοτεί;

Λέγεται μέσα στο έργο. Οι Τούρκοι, όταν έγινε μια έκλειψη σελήνης, βγήκαν στους δρόμους και πυροβολούσαν το κτήνος, που έκρυβε το φεγγάρι. Μετά από δύο ή τρία χρόνια ο Σουλτάνος εκμεταλλεύτηκε αυτό το έθιμο κι έτσι πυροβολούσαν «κατά σύμπτωση» τους Αρμένιους γείτονές τους. Από εκεί ξεκίνησε και τα ξεκλήρισμα των Αρμενίων. Δεν πυροβολούσαν, όμως, διακριτικά μόνο τους Αρμενίους, νομίζω ότι πυροβολούσαν και τη γιαγιά μου και τον παππού μου. Θέλω να πω, ότι αυτά τα γεγονότα είναι πάρα πολύ κοντά μας.

Τη σκηνοθεσία της παράστασης υπογράφει ένας νέος σκηνοθέτης – ηθοποιός, ο Βαγγέλης Παπαδάκης. Αναρωτιέμαι, πώς μετά από τόσα χρόνια διαδρομής είναι εύκολο να είστε ανοιχτός και να μην παγιώνετε πράγματα;

Εμένα δεν με ενδιαφέρει τόσο πολύ η ληξιαρχική ηλικία. Μ’ ενδιαφέρει να δω μέσα από τη ματιά κάποιου, πώς βλέπει ένα κείμενο. Γιατί τα έργα, το 80-90%, μετά από τόσα χρόνια στο θέατρο, τα γνωρίζω . Αυτό που δεν ξέρω, είναι η ματιά του σκηνοθέτη, ο τρόπος του.

Σ’ αυτή την περίπτωση τι σας άρεσε;

Καταρχάς, μου άρεσε το έργο.Το δεύτερο είναι ότι μου άρεσε πάρα πολύ ο ρόλος. Τρίτον, βρήκα πολύ ενδιαφέρουσα τη μεταστροφή που γίνεται μέσα στο έργο από τον αφηγητή σε κάτι άλλο, το οποίο είναι μια, ας το πούμε, έκπληξη! Όλα αυτά, όχι μόνο τα δέχτηκε ο Βαγγέλης (Παπαδάκης), αλλά νομίζω, ότι τον ενέπνευσαν ακόμη περισσότερο! Όλα αυτά μου άρεσαν πάρα πολύ κι είπα να δοκιμάσω τον εαυτό μου και να δω αν θα μπορέσω να συμμετέχω σ’ όλη αυτή τη σκηνοθετική μαγεία.

Έχετε πει ότι περάσατε μια ζωή, ζητώντας τον τάδε ηθοποιό, τον τάδε χορογράφο κι ότι τώρα είστε σε μια φάση που έχετε ανάγκη να ζητιέστε και όχι να ζητάτε. Πόσο διαφορετική είναι η συνθήκη αυτή για εσάς;

Αλλάξαν τα μυαλά μου! Τόσα χρόνια προσπαθούσα και πρωτοστατούσα σε διάφορα πράγματα, που χρειάζονταν άλλους. Όπως η δραματική σχολή που ίδρυσα, το Aεικίνητο, το Underground, σ’όλα αυτά έβαλα και πολύ προσωπικό χρόνο. Επί τέσσερα χρόνια, ήμουν κάθε μέρα στο Underground από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ και αυτό γιατί οι νέοι άνθρωποι, θα χρειάζονταν διάφορα πράγματα, τα οποία δεν μπορεί να τα υπολογίσει κάποιος χωρίς εμπειρία. Νομίζουν, ότι τα ξέρουν, αλλά στην πραγματικότητα αυτό δεν συμβαίνει.

Είναι χαρακτηριστικό της νέας γενιάς αυτό;

Ναι, μα η άγνοια κινδύνου χαρακτηρίζεται από την πεποίθηση ότι τα ξέρει κανείς όλα!

Πάντως, εσείς από πολύ μικρός είχατε την ανάγκη να δημιουργείτε και να ανήκετε σ’ ομάδες. Μόλις στα 17 σας φτιάξατε σχολική ομάδα και, φυσικά, είναι γνωστή η δράση σας στο Ελεύθερο Θέατρο. Γιατί πιστεύετε ότι οι ομάδες δεν γράφουν, πλέον, εύκολα ιστορία;

Ο λόγος είναι πολύ απλός. Το ότι οι παρέες είναι περαστικές, αφενός κι αφετέρου υπάρχει ένα ολόκληρο περιβάλλον, το οποίο μας εξωθεί σε μια ζωή μονήρη, δηλαδή, ο καθένας να είναι μόνος του και ανεξάρτητος. Το Ελεύθερο Θέατρο, επειδή το έχω ζήσει,δεν ήταν αυτό. Ίσα- ίσα είχαμε απαρνηθεί το σπίτι μας, μέναμε μαζί, ερωτευόμασταν μαζί. Τώρα πολύ εύκολα λένε «είμαστε ομάδα», μα δεν είναι ομάδες αυτές, είναι περιστασιακές συμπτώσεις. Ομάδα ήταν το Ελεύθερο Θέατρο, στο οποίο οι ηθοποιοί ήθελαν στη σκηνή ο ένας να αρέσει στον άλλον. Τώρα, βλέπω ότι οποιοσδήποτε είναι στη σκηνή και παίζει, θέλει να αρέσει στο κοινό κι έτσι χάνεται το παιχνίδι. Από την άλλη πλευρά, πώς θα μπορούσε να υπάρξει ομάδα όταν οι καημένοι οι ηθοποιοί τρέχουν από τη μια δουλειά στην άλλη; Έπαιζα σε μια παράσταση και κάναμε τις πρόβες τέτοιες ώρες, ώστε να προλαβαίνει ο ένας ηθοποιός να κάνει πρόβες για άλλη παράσταση, να κάνει μια διαφήμιση κ.λ.π. Οι πρόβες είναι σκάνδαλο το πώς γίνονται, μπορεί και να μην γίνονται πια. Επίσης, πολύ σημαντικό είναι κι ο λόγος για τον οποίο κάνει κάποιος θέατρο, για να ανακαλύψει πλευρές του εαυτού του, τις οποίες δεν γνώριζε.

Λειτουργεί και ψυχαναλυτικά για εσάς το θέατρο;

Ας το πούμε κι έτσι. Δεν μου αρέσουν οι όροι, γιατί εγκλωβίζουν τα πράγματα. Πιστεύω ότι το θέατρο είναι πολύ πιο ευρύ από οποιαδήποτε ψυχανάλυση κι από οποιαδήποτε επιστήμη. Μπορεί να βλέπει πράγματα, τα οποία η επιστήμη δεν τα έχει ακόμη κατακτήσει. Για παράδειγμα, πριν από δεκαπέντε χρόνια ανακαλύφθηκε ότι η διαδρομή των ερεθισμάτων δεν πάει στον εγκέφαλο. Εμείς έχουμε μεγαλώσει όλοι, νομίζοντας ότι όλα καταγράφονται στον εγκέφαλο. Βεβαίως, καταγράφονται, αλλά αποθηκεύονται εκεί και ανακαλούνται. Αυτό δε σημαίνει, ότι όταν καίει το μάτι της κουζίνας, πάει πρώτα στον εγκέφαλο το σήμα. Αυτό, λοιπόν, πριν από σαράντα χρόνια, η σκηνοθεσία του θεάτρου το επεσήμανε, όταν ο Κουν μιλούσε για ένα σωματικό θέατρο. Εγώ θα πρότεινα στους επιστήμονες και τους ερευνητές να έχουν τα μάτια τους περισσότερο ανοιχτά στο θέατρο.

Πάντως μπορούμε να πούμε ότι έχουν κοινά η επιστήμη και το θέατρο. Για παράδειγμα τη μέθοδο και την παρατήρηση…

Ναι, αλλά στο θέατρο υπάρχει μια μεγάλη διαφορά. Η τέχνη αυτή ασχολείται σχεδόν με τα πάντα, έχει να κάνει με μια σοφία, που επεκτείνεται σε διάφορους τομείς. Η επιστήμη όλο και πιο πολύ εξειδικεύεται. Λες για παράδειγμα, στον οφθαλμίατρο, αλλά σ’ αυτόν που εξειδικεύεται στο πρόβλημα του αμφιβληστροειδούς.

Δεν είναι λογικό να συμβαίνει αυτό, όσο διευρύνεται το γνωστικό πεδίο;

Όχι! Διαφωνώ κάθετα! Ο άνθρωπος χρειάζεται τα πράγματα που του είναι απαραίτητα. Θέλω να πω, ότι αν υπήρχε ένα πρόβλημα στο μάτι, πριν τρεις αιώνες, θα είχε βρεθεί λύση να προοδεύσει αυτό ειδικά. Πλέον, βλέπουμε ότι εξειδικεύονται πράγματα, στα οποία δεν έχει εμφανιστεί η ανάγκη τους. Η ανάγκη προκύπτει.

Και στο θέατρο, όμως, δεν βλέπουμε «εξειδίκευση» σε κάποιες περιπτώσεις;

Βλέπουμε, ναι. Αν προσέξετε, όμως, αυτά που είναι πιο εξειδικευμένα είναι τα φθηνά θεάματα. Δεν υπάρχει περίπτωση να δεις «σοβαρό» θέατρο και δεν εννοώ δραματικό έργο. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη και να γελάσει και να συγκινηθεί και να προβληματιστεί, όμως, συχνά το κοινό παρασύρεται και ψάχνει ένα ωραίο ψέμα. Νομίζω, ότι και το θέατρο πηγαίνει σ’ αυτή την εξειδίκευση, για την οποία στηλίτευα πριν την επιστήμη. Ξεχνώντας, ότι το κοινό είναι αδηφάγο, είναι καρνιβαλιστικό στα φτηνιάρικα θεάματα. Αυτό τι σημαίνει ότι το τάδε θέαμα φέτος, «δεν λέει τίποτα» γιατί ήταν καλύτερο το περσινό και από το περσινό δεν θυμάται την παράσταση, παρά μόνο το αίσθημά του από αυτήν. Αυτό είναι ένας αδηφάγος λάκκος, στον οποίο θα πέσει κάθε φτηνιάρικο θέατρο.

Για να επανέλθουμε σ’ εσάς. Είχατε μια ονειρεμένη, θα έλεγα, αρχή στη σκηνή με τον Δημήτρη Ψαθά να γράφει διθυράμβους για εσάς και την Κατίνα Παξινού να σας δίνει συγχαρητήρια. Μετά από τόσα χρόνια πώς έχουν καταγραφεί μέσα σας αυτές οι αναμνήσεις;

Αν θέλω να είμαι εντελώς, μα εντελώς ειλικρινής, μου αρέσει πάρα πολύ που αυτοί οι άνθρωποι μίλησαν τόσο όμορφα για μένα. Όμως, η Παξινού με παρέσυρε από κάτι άλλο, γιατί είχα, ήδη, πάρει υποτροφία για να σπουδάσω ψυχολογία στο εξωτερικό. Αν έπαιρνα αυτό τον δρόμο, δεν ξέρω που θα κατέληγα. Εκείνη την ώρα, όμως, με έλκυε η υποκριτική κι αυτό το ψυχοψάξιμο το βρήκα στο θέατρο. Νομίζω ότι το θέατρο είναι πολύ πιο ευρυθές από οποιαδήποτε επιστήμη.

Έχετε μετανιώσει ποτέ που ακολουθήσατε αυτόν τον δρόμο;

Υπάρχουν στιγμές, στιγμούλες όμως, στις οποίες αισθάνομαι ότι έχω μετανιώσει. Δεν έχω μετανιώσει μόνιμα. Αλλά, όταν συμβαίνει καταριέμαι. Βέβαια, το να καταριέται κανείς την Παξινού ή τον Μπόκοβιτς ή τον Χορν δεν είναι σωστό. Επίσης, κάποιες στιγμές σκέφτομαι πόσο ευτυχής μπορεί να είναι κάποιος, μη γνωρίζοντας.

Άγνοια κινδύνου….

Ναι, ας πούμε ένα σκυλάκι είναι ευτυχισμένο, γιατί δεν ξέρει ότι είναι σκυλάκι.Μπορεί και εγώ αν είχα πάει στην Αμερική να ήμουν ένα ευτυχισμένο σκυλάκι.

Θυμάμαι, παλιότερα να σας ακούω να λέτε ότι δεν έχετε γνωρίσει ηθοποιό να χαίρεται τόσο με την επιτυχία συναδέλφου του, όπως ο Αλέκος Αλεξανδράκης. Γιατί δεν υπήρξαν κι άλλοι ηθοποιοί, οι οποίοι να σας έκαναν να αισθανθείτε έτσι;

Πιθανόν, να υπάρχουν κι άλλοι πολλοί ηθοποιοί. Ξέρετε, όμως, είναι τελείως διαφορετικό αυτό που έλεγα πριν για την ομάδα, ότι παίζαμε για να αρέσει, ο ένας στον άλλον και, τελείως, διαφορετική αυτή η γενναιοδωρία που είχε ο Αλεξανδράκης. Δεν την έχω ξανασυναντήσει σ’ άλλον ηθοποιό. Ίσως, και λίγο στη Λαμπέτη, αν και εγώ την πέτυχα σε μια χρονιά, που ήταν άρρωστη.

Νομίζω και στο σπίτι της μάθατε για το δυστύχημα της μητέρας σας;

Ναι, έμελλε σ’ εκείνη να μου το αναγγείλει. Ήταν να έρθει να με επισκεφθεί στην Αθήνα από τη Σέριφο, αλλά επειδή εκείνο το Σαββατοκύριακο θα πήγαινα στο σπίτι της Έλλης Λαμπέτη, της είπα να αλλάξει το εισιτήριο της και να έρθει άλλη στιγμή. Άλλαξε το εισιτήριο της, μπήκε στη θάλασσα και πνίγηκε.

Γενικότερα, η ζωή σας θα μπορούσε να γίνει μυθιστόρημα. Έχετε βιώσει πάρα πολλά γεγονότα κι όχι μόνο, όσον αφορά την καριέρα σας, αλλά και την προσωπική σας ζωή. Σκεφτήκατε ποτέ να γράψετε μια αυτοβιογραφία;

Έγραψαν ήδη. Στη θεατρολογία του πανεπιστημίου Ναυπλίου μια εργασία, 170 σελίδων, πάνω στη ζωή μου με θέμα «Από τον Σκαρίμπα στον Μπέκετ» και το έχω στα χέρια μου.Είναι βιβλίο ολόκληρο και, τώρα, γίνεται μια προσπάθεια και με τη δική μου παρότρυνση αυτό να γίνει παράσταση. Γιατί δεν θέλω 100 σελίδες να βρίσκονται σε μια βιβλιοθήκη κάπου, θα ήθελα να επικοινωνηθεί, να γίνει δημιουργία. Έχει γραφτεί και θεατρικό για τη ζωή μου, το «Θυμάσαι ρε» από έναν σπουδαίο Κρητικό συγγραφέα, τον Πολυχρόνη Κουτσάκη.

Έχετε στο μυαλό σας κάποιον ηθοποιό, ο οποίος θα μπορούσε να ερμηνεύσει εσάς σε μικρότερη ηλικία;

Έχω εντοπίσει κάποιο νεότερο παιδί, όμως θέλω επί σκηνής σε κάποια φάση να συναντιέμαι μαζί του.

Μετά από όλη αυτή τη διαδρομή, αν είχατε απέναντί σας τον εικοσάχρονο εαυτό σας, ποια συμβουλή θα του δίνατε;

Να μην δειλιάσει σε τίποτα.

Ο τολμών νικά;

Ναι, αλλά και να μην νικήσει ο τολμών κι αν χάσει όφελος είναι.

Αυτό που συνέβη με το κλείσιμο Underground. Σας άφησε πικρία;

Μου άφησε μια πικρία, αλλά είναι αυτό που λέμε «ο τολμών νικά». Τόλμησα, να διακόψω την οποιαδήποτε συνεργασία και συνέχεια, ενώ είχαν κλειστεί οι προτάσεις ήδη, γιατί ο χώρος πουλήθηκε σ’ ένα αμερικάνικο επενδυτικό fund. Από αυτό, λοιπόν, κέρδισα. Τι κέρδισα; Το ότι αλλάξαν τα μυαλά μου, ότι άρχισα να θέλω να ζητιέμαι.

 prigkipas tis fotias

Το πολυβραβευμένο θεατρικό έργο του Richard Kalinoski «Το κτήνος στο φεγγάρι» επιστρέφει στο Θέατρο Σημείο από τις 19 Νοεμβρίου και κάθε Δευτέρα και Τρίτη, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Παπαδάκη. Πρωταγωνιστούν ο Κώστας Αρζόγλου, ο Βαγγέλης Παπαδάκης και η Σοφία Λιάκου.

Τον Κώστα Αρζόγλου παρακολουθούμε και στην καθημερινή σειρά του Open «Ο πρίγκιπας της φωτιάς»

1ον: Γιατί ο Άρης Μπινιάρης κατάφερε με τον καλύτερο τρόπο να ζωντανέψει ουσιαστικά, με φρέσκια και ενδιαφέρουσα οπτική μια κωμωδία του ΄60, σε μια εποχή που το θέατρο προσπαθεί μάταια με κλασικά έργα, τα οποία γνωρίσαμε μέσα από τις  ελληνικές ταινίες να πετύχει το τέλειο copy-paste,στοχεύοντας στο ταμείο και προτάσσοντας σαν κυρίαρχο δίλημμα: αν η πρωταγωνίστρια θα υποκύψει ή όχι στο ντεκαπάζ.

2ον:Γιατί ο θίασος είναι εξαιρετικός!Ο Γιώργος Γάλλος, η Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, η Ηρώ Μπέζου, ο Αινείας Τσαμάτης, ο Γιώργος Παπαγεωργίου, ο Στέφανος Πίττας, η Λυδία Τζανουδάκη και ο Κωνσταντίνιος Σεβδαλής είναι μοναδικοί σε κάθε γκρο πλαν του σκηνοθέτη τους. Ειδική μνεία για τον Βασίλη του Γιώργου Γάλλου, μια ακόμη καταπληκτική ερμηνεία από έναν σπουδαίο ηθοποιό, μόνο και μόνο τις εκφράσεις του να παρακολουθήσει κανείς μαγεύεται με τον τρόπο που καταφέρνει να περάσει τα αδιέξοδα και την τραγικότητα του ήρωα μέσα από τις κωμικοτραγικές καταστάσεις που βιώνει.

gallos ksupna vasili texnes plus

3ον: Γιατί ο σκηνοθέτης,ο οποίος ξέρει όσο λίγοι να πατά στις μουσικές του παρτιτούρες,  έδωσε στην παράσταση έναν συναρπαστικό ρυθμό, μπλέκοντας  μοναδικά μια sixty ροκ μπάντα με την αφήγηση της ιστορίας με τέτοιο τρόπο, ώστε η περιγραφή να εντάσσεται μοναδικά στην μελωδία και το αντίστροφο. Χωρίς ούτε μια στιγμή η μουσική(Φώτης Σιώτας) να εκβιάζει το συναίσθημα του θεατή αλλά αντίθετα να γίνεται αρωγός και να επικοινωνεί με τις ανάσες των ηθοποιών.

 PatroklosSkafidas 1830 1021x580

4ον: Γιατί πίσω από την οθόνη, στην οποία παρακολουθούμε τη δράση εξελίσσεται μια άλλη παράσταση μεταξύ των ηθοποιών, μ’ αποτέλεσμα η φαντασία και η προσοχή μας να κινητοποιούνταν ακόμη περισσότερο.

5ον: Γιατί το εμπνευσμένο φινάλε της παράστασης παγώνει τα γέλια μας και δείχνει πως μάλλον «Τίποτα δεν έχει αλλάξει και τίποτα δεν είναι όπως παλιά»

6ον: Γιατί άφησα τα «είδα», τα οποία συνηθίζουμε, αναλύοντας έργα και παραστάσεις και μπήκα στο ψητό: «Μην χάσετε αυτή την παράσταση!»

Τι με καίει; Μάλιστα. Καλή ερώτηση. Είναι αλήθεια ότι καίγομαι για πολλά: θεωρώ ότι δεν θα ήταν σκόπιμο να τα απαριθμήσω τώρα. Μπορεί και μερικά από αυτά να φαντάζουν ευτελή, όπως για παράδειγμα ένας ήσυχος χωρίς την αγωνία της ημέρας που μόλις έχει φτάσει, πρωινός καφές. Μιας ξέγνοιαστης βραδινής κατάκλισης, δίχως το προσημο πλην (-), για αυτά που δεν έγιναν, πράξεις ή όνειρα που ξέμειναν για αύριο, όλα αυτά τα μικρά και ασήμαντα που μας καίνε.

Όμως καίγομαι και για κάποια μεγάλα. Όπως για την πατρίδα μου, τους ανθρώπους, τους πολίτες αυτής της χώρας που άγονται και φέρονται και που πεθαίνουν μέσα σε μύθους και χάνονται ακροβατώντας πάνω σε χίμαιρες.

Καίγομαι για το παιδί μου και τα παιδιά μας. Για το μέλλον που εμείς τους επιφυλάσσουμε.

Ως καλλιτέχνης οφείλω να επισημαίνω τον κίνδυνο για τον οποίο καίγομαι, υπαρκτό και ορατό μιας κοινωνίας που εξοκείλει σταθερά προς την αδιαφορία και τον αυταρχισμό, αμνήμων και αγνώμων. Για μια κοινωνία που δεν της καίγεται καρφάκι.

Τέλος πάντων, καίγομαι να πάει καλά το “Ζιλ και η Νύχτα” που παίζεται στο Θέατρο Σημείο κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 9:00 και να βγουν τα έξοδα. Για αυτό καίγομαι να προσέλθετε μετά εισιτηρίου και ουχί προσκλήσεως.

 

O Νίκος Χατζηπαππάς σκηνοθετεί και ερμηνεύει τον μονόλογο «Ζιλ και η νύχτα» του Hugo Claus κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00 στο Θεάτρο Σημείο. 

Διαβάστε εδώ την κριτική της Νατάσας Κωνσταντινίδη για την παράσταση. 

Σαν το χωράφι που έπαιζε μικρός κάτω απ’ τον ήλιο, σαν το φως που αναζητά για να ηρεμεί, περιγράφει ο Ζαχαρίας Καρούνης τη σχέση του με την μουσική.

Από πέντε χρονών στο ψαλτήρι της εκκλησίας του χωριού, έφτασε στη Βενετία να τραγουδά με την Δόμνα Σαμίου και να τους απολαμβάνει η Ελένη Αρβελέρ,αναλύοντας την ιστορία πίσω από τους παραδοσιακούς στίχους, αλλά και στον Ψηλορείτη να ερμηνεύει τα τραγούδια του Ξηλούρη από το ιστορικό «μεγάλο μας τσίρκο» στη συναυλία του Σταύρου Ξαρχάκου.

Μια καλλιτεχνική καριέρα γεμάτη ιστορίες.Μερικές από αυτές ετοιμάζεται να ξαναπεί στην μουσική- αφηγηματική παράσταση «Είμαι», την οποία θα απολαμβάνουμε τις Τετάρτες του Δεκεμβρίου στο Θέατρο Σταθμός.

Έτσι το «Είμαι», το οποίο καταλήγει στο «Είμαστε», όπως χαρακτηριστικά δηλώνει ο ίδιος, γίνεται μια αφήγηση και μια μουσική διαδρομή,που θες να περπατήσεις.

 46108073 2045179148873294 2561735090535137280 n 1


«Είμαι», λοιπόν, ποια ανάγκη σας οδήγησε σε μια τόσο αυτοβιογραφική παράσταση;


Η παράσταση πήρε τον τίτλο της απ’την ποιητική συλλογή του αδερφού μου Γιάννη Μ. Καρούνη. Προηγήθηκε δηλαδή το «ΕΙΜΑΙ» του Γιάννη από το οποίο δημιουργήθηκε ο βασικός κορμός των τραγουδιών του νέου μου δίσκου με τίτλο «Αποστολή». Έχοντας την ανάγκη να φτιάξω μια μουσική παράσταση αρχικά για το δίσκο μου, προέκυψε ο τίτλος '' ΕΙΜΑΙ '' χωρίς να έχω διάθεση να φτιάξω μια αυτοβιογραφική παράσταση. Θα έλεγα πως κάθε άλλο παρά αυτοβιογραφική θα την χαρακτήριζα μιας και το «ΕΙΜΑΙ» στο τέλος γίνεται «ΕΙΜΑΣΤΕ». Θα χαρακτήριζα ως ευτυχή συγκυρία το γεγονός ότι και εγώ και ο αδερφός μου ζήσαμε πάνω - κάτω τα ίδια πράγματα στο χωριό,ό που μεγαλώσαμε και κάποια απ’ αυτά αποτυπώθηκαν και στην παράσταση. Μέχρις αυτού του σημείου φτάνει ο όρος αυτοβιογραφικό, από εκεί και πέρα εξελίσσεται αλλιώς η δράση .


Η παράσταση παρουσιάστηκε πέρσι με επιτυχία στην Αθήνα και κάνατε και μερικές εξορμήσεις στην επαρχία. Ποια συναισθήματα μοιράστηκε μαζί σας το κοινό;

Ο Χρήστος Δήμας κατάφερε να σκηνοθετήσει με τέτοιο τρόπο την παράσταση που εγώ θα την χαρακτήριζα μια λαϊκή λειτουργία. Το κοινό έμπαινε σε μια συνθήκη ''ιερής ''ατμόσφαιρας και ταύτισης με τα τεκταινόμενα επί σκηνής. Αυτό ήταν το κυρίαρχο συναίσθημα.

Στο κείμενό σας αναφέρεστε μεταξύ άλλων και στις κρίσεις πανικού. Γιατί πιστεύετε ότι σήμερα είμαστε τόσο ευάλωτοι ψυχικά;

Θα έλεγα πως είμαστε περισσότερο μπερδεμένοι ψυχικά παρά ευάλωτοι. Οι πληροφορίες που καλούμαστε να αποκωδικοποιήσουμε καθημερινά , οι στόχοι που βάζουμε ,οι μέριμνες δεν μας αφήνουν σε ησυχία. Λέω στην παράσταση '' Κάτι το άγχος της δουλειάς , κάτι οι δαίμονές μου που δε με αφήνουν σε ησυχία...''. Αυτή είναι η κατάσταση. Η κρίση πανικού έρχεται να πιστοποιήσει τη μη δυνατότητα διαχείρισης . Πάντως μιας και το αναφέρατε το σημείο της κρίσης πανικού είναι απ’αυτά με τα οποία ταυτίζονταν περισσότερο οι θεατές.


Πόσο σας βοηθάει η μουσική να ξεπεράσετε τους φόβους σας;

Αν σκιαγραφούσα τους φόβους σαν ένα γενικότερο αδιέξοδο, σαν ένα κλειστό δωμάτιο, η μουσική απ’την άλλη για μένα είναι η απόλυτη ελευθερία. Είναι το χωράφι που έπαιζα μικρός κάτω απ’τον ήλιο. Είναι το φως που αναζητώ για να ηρεμώ. 


Σας είδαμε μαζί με την Δέσποινα Μπεμπεδέλη στη «Φιλιώ Χαιδεμένου» και μάλιστα μετά την παράσταση φαίνεται να διατηρείτε και μια φιλική σχέση μαζί της.Τι σας έδεσε;

 

Την Μπεμπεδέλη την θεωρώ οικογένεια μου. Πως έγινε; Δεν το γνωρίζω. Απλά έγινε . Κοινή αισθητική,κοινά ενδιαφέροντα, είναι λάτρης της Βυζαντινής μουσικής, με νοιάζεται,την νοιάζομαι, έχουμε συχνή επικοινωνία .Την  αγαπώ.

Καταφέρατε να αποκομίσετε πράγματα σε σχέση με την υποκριτική από αυτή τη συνεργασία;

Η συνεργασία μου μαζί της ήταν ένα δώρο. Δεν είναι πολύ γνωστό αλλά ξεκίνησα το ‘98 από το Εθνικό Θέατρο ύστερα από ακρόαση. Από τότε μέχρι σήμερα ο μουσικός μου δρόμος ήταν πάντα μέσα στο θέατρο και όχι σε κάποια μουσική σκηνή όπως θα περίμενε κανείς. Αγάπησα το θέατρο βαθιά , σε σημείο πια να μην μπορώ να κάνω κάτι αν δεν έχει μέσα του το θεατρικό στοιχείο. Φαντάζεστε λοιπόν τη χαρά μου ,όταν τα έφερε έτσι η τύχη να βρεθώ δίπλα στην Μπεμπεδέλη . Άκρως στοργική και δοτική στην σκηνή απέναντι μου. Μου διόρθωνε φράσεις , χαμογελούσε όταν έκανα κάτι σωστά. Φτάσαμε μετά από αρκετές παραστάσεις να κάνουμε πράγματα δικά μας και ύστερα να τα συζητάμε στις κουΐντες. Μεγάλο σχολείο. 


Έχετε μια ιδιαίτερη σχέση με τη βυζαντινή μουσική. Πώς προέκυψε;

Δεν προέκυψε, μαζί της γεννήθηκα (γέλια). Από 5-6 χρονών βρέθηκα στο ψαλτήρι του χωριού μου και έμεινα εκεί μέχρι που πέρασα στο πανεπιστήμιο και ήρθα στην Αθήνα . Θα μου πεις πως βρέθηκα στην εκκλησία.. Μάλλον ήταν η ανάγκη μου να εκφραστώ μουσικά σε ένα πολύ φτωχό καλλιτεχνικά περιβάλλον.

46153741 634802803588935 142188306833080320 n

Πιστεύετε ότι δεν έχουμε επενδύσει και προβάλλει αρκετά τη  λαϊκή παράδοση (και μουσική) ή γίνονται προσπάθειες; 

Δε θα έλεγα αρκετά αλλά καθόλου. Από το ’80 και μετά κανείς ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε για την λαϊκή παράδοση. Ό,τι κάνει ο καθένας μόνος του. Αποτέλεσμα όλου αυτού είναι να βλέπουμε την παράδοση σαν ένα μουσειακό είδος που το βγάζουμε από το ντουλάπι σε περιόδους που θέλουμε να νιώσουμε εθνικά υπερήφανοι. Μια σχέση της παράδοσης με το Έθνος εντελώς αρρωστημένη κατά τη γνώμη μου. Η μόνη μου ελπίδα  εκτός από τις προσωπικές προσπάθειες του καθενός από εμάς, είναι τα μουσικά σχολεία. Εκεί φαίνεται πως γίνεται σοβαρή δουλειά .

Τι θυμάστε από τη συνεργασία σας με την Δόμνα Σαμίου;

Την ισχυρή προσωπικότητα της.Την αυστηρότητα της την ώρα της πρόβας και το φωτεινό γλυκό της γέλιο όταν χαλάρωνε και κάναμε πλάκες. Έμεινα δίπλα της δώδεκα χρόνια. Πήγα σε πολλά φεστιβάλ ανά τον κόσμο μαζί της . Μεγάλη εμπειρία και καθοριστική στη διαμόρφωση της αισθητικής μου. Φανταστείτε σε ηλικία κάπου στα 23 τραγουδάμε στη Βενετία και μετά τη συναυλία βρίσκομαι σε ένα σαλόνι σε μια ιδιωτική στιγμή , εγώ να λέω τραγούδια από την Πελοπόννησο η Δόμνα από την Μικρά Ασία και η Ελένη Αρβελέρ να τα αναλύει ιστορικά. 

Ποια ήταν η πιο δυνατή στιγμή που ζήσατε στο πλευρό του Σταύρου Ξαρχάκου;


Καλοκαίρι του 2012, στο Ηράκλειο της Κρήτης μετά την παράσταση , όλοι οι συγγενείς του Ξυλούρη κάλεσαν εμένα και τον Ξαρχάκο στα Ανώγεια. Μιλώ για το Μεγάλο μας Τσίρκο όπου έκανα το ρόλο του τραγουδιστή , ρόλο που είχε ενσαρκώσει ο Νίκος Ξυλούρης. Πήγαμε λοιπόν οι δύο μας στα Ανώγεια περάσαμε από το σπίτι του Ξυλούρη και μετά βρεθήκαμε στο μητάτο τον Ξυλούρηδων στον Ψηλορείτη στον Άγιο Φανούριο. Εκεί μας περίμεναν καμιά εκατοστοί άτομα όλοι Ξυλούρηδες ,όπου είχαν στήσει υπαίθριες ψησταριές , έπιναν ,γελούσαν, χόρευαν. Σε αυτό το σημείο λοιπόν τίμησαν τον Ξαρχάκο πάνω σε ένα βράχο, χαρίζοντας του μια λύρα και ένα ταγάρι ενώ εγώ τραγουδούσα το ΄΄ Και πάν και πάνε '' από το Μεγάλο μας Τσίρκο. 

Επόμενα επαγγελματικά σχέδια υπάρχουν;


Δουλεύω μια ποιητική συλλογή. Έχω έτοιμο ένα καινούργιο τραγούδι σε μουσική δική μου και στίχους του Χρίστου Γ. Παπαδόπουλου . Πρόκειται για ένα Μπάλκαν τσιφτετέλι για να με ακούσετε και σε κάτι διαφορετικό (γέλια). Πρόκειται να το βγάλω στο Youtube μαζί με ένα Βίντεο και επίσης ετοιμάζω έναν κύκλο τραγουδιών σε μουσική δική μου και στίχους του Χρίστου Γ. Παπαδόπουλου που θα λέγεται '' Κέντρο περίθαλψης άγριων ζωών '' προσοχή στον τόνο (γέλια). Στον δίσκο αυτό θα είναι βασική ερμηνεύτρια η υπέροχη Ηρώ Σαϊα, εγώ θα τραγουδήσω 2 τραγούδια και θα συμμετέχει και ο Χρήστος Γεροντίδης .

 

Οι φωτογραφίες είναι του Γιώργου Σπανού

 

To «ΕΙΜΑΙ» σκηνοθετεί ο Χρήστος Δήμας.

Τετάρτες του Δεκεμβρίου, ώρα 18.30

Έναρξη Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου

Θέατρο Σταθμός :Βίκτωρος Ουγκώ 55, Αθήνα

(Έναντι Μετρό: Μεταξουργείο)

Τηλέφωνο: 2105230267

Η Παράσταση " ΕΙΜΑΙ " πήρε τον τίτλο της από την ποιητική συλλογή του Γιάννη Μ. Καρούνη που εκδόθηκε από τις εκδόσεις Οδός Πανός.

 

Από τη Γιώτα Δημητριαδη

Από τη μια το γεγονός ότι κάποια θεατρικά κείμενα είναι κλασικά και γι’ αυτό κι εμπορικά, από την άλλη οι προσωπικές φιλοδοξίες σκηνοθετών, ίσως ακόμα κι η έλλειψη έμπνευσης σε κάποιες περιπτώσεις είχαν ως αποτέλεσμα, μέσα στην ίδια σεζόν, να δούμε τουλάχιστον δέκα ίδια έργα σε δύο ή και τρεις εκδοχές.

Αν συμπεριλάβει κανείς και τις διασκευές γνωστών έργων ή και τις συρραφές κειμένων το μέτρημα χάνεται…

Ποιοι, όμως, έβαλαν το ίδιο έργο στο στόχαστρο αυτήν τη σεζόν;

 gkontooo

«Περιμένοντας τον Γκοντό» επί 3

Όχι ένα, όχι δύο, αλλά τρία διαφορετικά ανεβάσματα για το γνωστό έργο του Σάμουελ Μπέκετ, το οποίο παρακολουθούμε συχνά στην Ελλάδα, παρουσιάζονται παράλληλα αυτήν την περίοδο.

Ο Σάββας Στρούμπος κι η ομάδα Σημείο Μηδέν συνεχίζουν τις παραστάσεις τους για δεύτερη σεζόν στο Θέατρο Άττις- Νέος Χώρος, με κάποιες αλλαγές στη διανομή (Έλλη Ιγγλίζ, Έβελυν Ασουάντ, Κωνσταντίνος Γώγουλος, Χρήστος Κοντογεώργης)

Διαβατήριο για δεύτερη σεζόν πήρε κι η παράσταση του Γιάννη Αναστασάκη, η οποία ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή του Βασιλικού Θεάτρου στο Κρατικό Θέατρο της Βορείου Ελλάδος με τον Γιώργο Καύκα στον ρόλο του Βλαδίμηρου και τον Κωνσταντίνο Χατζησάββα στο ρόλο του Εστραγκόν.

Παράλληλα με το κλασικό μπεκετικό αριστούργημα κάνει το σκηνοθετικό της ντεμπούτο η ηθοποιός Έλενα Μαυρίδου στο θέατρο Χώρος με νέους ηθοποιούς ανάμεσά τους οι: Ανδρέας Κανελλόπουλος, Κίμωνας Κουρής, Νατάσα Εξηνταβελώνη, Γιάννης Καράμπαμπας, Γιάννης Λεάκος κ.α

doules texnis

«Δούλες» με γυναίκες κι άνδρες πρωταγωνιστές

Εγκλωβισμένες στο πολυτελές σπίτι οι δύο αδελφές κι υπηρέτριες, η Σολάνζ και η Κλερ, δοκιμάζουν βελούδινα φορέματα και στήνουν έναν φανταστικό κόσμο με τις δύο τους να ζουν, έστω και για λίγο, όπως η «κυρία» τους. Το παιχνίδι, όμως, θα πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.

Το έργο του Ζαν Ζενέ φαίνεται ότι γοητεύει ιδιαίτερα τους Έλληνες καλλιτέχνες, γι’ αυτό και έχουμε δει πάρα πολλές εκδοχές του τα τελευταία χρόνια.

Τι είναι, όμως, αυτό που κάνει το έργο του Ζενέ να ανεβαίνει τόσο συχνά στην παγκόσμια σκηνή από το 1947 που γράφτηκε μέχρι τις μέρες μας; Σίγουρα: «Δεν πρόκειται για ένα έργο που θέλει να υπερασπιστεί τη μοίρα της τάξης των υπηρετών. Υπάρχει συνδικάτο που ασχολείται με τα ζητήματα αυτών των ανθρώπων. Πρόκειται για μια αλληγορική ιστορία…», διευκρινίζει ο ίδιος ο Ζενέ.

doules theatro neou kosmou texnes plus

Φέτος, ο Τσέζαρις Γκραουζίνις επιλέγει, όπως κι ο ίδιος ο συγγραφέας άλλωστε προτείνει, τρεις άνδρες για να ερμηνεύσουν τους ομώνυμους ρόλους.

Ο Δημήτρης Ήμελλος, ο Κώστας Μπερικόπουλος κι ο Αργύρης Ξάφης μπλέκονται σ’ ένα επικίνδυνο «παιχνίδι», μέχρι τελικής πτώσεως, στο θέατρο του Νέου Κόσμου.

Ενώ, από τις αρχές του 2018 αναμένεται να ανέβει, για δεύτερη σεζόν, η εκδοχή της Μαριάννας Κάλμπαρη. Η καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Τέχνης, μάλιστα, πρωταγωνιστεί στην παράσταση μαζί με την Κάτια Γέρου και την Κωνσταντίνα Τάκαλου.

xristougieniatiki istoria 1

«Η Χριστουγεννιάτικη ιστορία» ή «Μια Χριστουγεννιάτικη ιστορία»;

Ο σκηνοθέτης Γιάννης Μόσχος καταπιάνεται για πρώτη φορά με το μιούζικαλ και διασκευάζει τη «Χριστουγεννιάτικη Ιστορία», προσκαλώντας μας να αφεθούμε στο όνειρο και τη φαντασία. Στο ρόλο του Εμπενέζερ Σκρουτζ θα απολαύσουμε τον Αλέξανδρο Μυλωνά μαζί μ’ έναν δυνατό θίασο. Η παράσταση θα κάνει πρεμιέρα στις 8 Δεκεμβρίου στο Θέατρο REX Σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη» με πρωτότυπη μουσική του Θοδωρή Οικονόμου.

Χριστούγεννα, όμως, έχουν μυρίσει και στην οδό Ιπποκράτους και το θέατρο Διάνα από την προηγούμενη εβδομάδα, καθώς το ίδιο έργο του Κάρολου Ντίκενς, με τίτλο «Μια Χριστουγεννιάτικη ιστορία» επέλεξε κι η Κωνσταντίνα Νικολαΐδη. Τσιγκούνης Σκρουτζ ο ηθοποιός Θανάσης Κουρλαμπάς, μαζί του ένας 15μελής θίασος, ενώ σε ρόλο έκπληξη ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης.

O KHPOS NEW PHOTO 1 by Patroklos Skafidas

«Ο Κήπος» σε ελληνική κι αγγλική version

Ο Κήπος (Tangled Garden) είναι το τελευταίο έργο του Bruce Gooch, σημαντικού ηθοποιού και συγγραφέα με επιτυχίες σε πολυάριθμες παραγωγές σε Η.Π.Α και Καναδά κι ιδρυτικού μέλους της Εταιρείας Θεάτρου NewFangledStages, η οποία εδρεύει στο Τορόντο.

Αυτή την περίοδο το έργο ανεβαίνει σε παγκόσμια πρεμιέρα και σκηνοθεσία του Δημήτρη Μυλωνά με τον Στέλιο Μάινα και την Κάτια Σπερελάκη στο Από Μηχανής Θέατρο.

Προς το τέλος της σεζόν, στο ίδιο θέατρο και σε συνεργασία με την NewFangledStages θα δούμε και την αγγλική παραγωγή του έργου « ο Κήπος» με πρωταγωνιστές τον ίδιο τον Bruce Gooch και την Lynn Voght.

Σύμφωνα με την ιστορία, ο Μπάρι, βετεράνος του Βιετνάμ κι οικοδόμος, τώρα, στο επάγγελμα, αναρρώνει μετά από εγχείρηση στο γόνατό του, όταν ξαφνικά εμφανίζεται στο σπίτι του η Λουίζ. Καθώς πρέπει, άψογη επαγγελματίας και με ποιητικές ανησυχίες, έχει προσληφθεί από τον ανιψιό της πρώην γυναίκας του Μπάρι για να τον φροντίζει. Ο άξεστος χαρακτήρας του την τρέπει σε άτακτη φυγή, όμως η συνέχεια τούτης της γνωριμίας κάθε άλλο παρά αναμενόμενη αποδεικνύεται. Ο Μπάρι δείχνει αποφασισμένος να γίνει καλύτερος άνθρωπος, ενώ η Λουίζ, στο πρόσωπο του, θα αναζητήσει απεγνωσμένα τη βοήθεια.

«Στη «ξηρή» ζωή των δύο ηρώων, ο Κήπος είναι μία όαση. Στον Κήπο θα συναντηθούν, εκεί θα προσπαθήσουν να αρθρώσουν μια κοινή γλώσσα, εκεί θα αναζητήσουν ρωγμές για να εισχωρήσουν και να τολμήσουν να αγαπήσουν και να αγαπηθούν. Παρά τις αντιθέσεις τους. Παρά τις αποτυχίες που κουβαλάνε. Παρά τον δισταγμό.

LaRonde texnes plus

«Το γαϊτανάκι του έρωτα» για δύο και για δέκα ηθοποιούς

Το γνωστό έργο του Άρτουρ Σνίτσλερ θα δούμε σε δύο διαφορετικές εκδοχές και με άλλους τίτλους, τη φετινή θεατρική σεζόν. Γραμμένο το 1900 στη Βιέννη, απαγορεύτηκε από τη λογοκρισία κι έγινε αιτία να κατηγορηθεί ο συγγραφέας από την κοινή γνώμη ως «Εβραίος πορνογράφος», με συνέπεια να το αποσύρει ο ίδιος από τις γερμανόφωνες χώρες.

Μόλις το 1982, 40 χρόνια μετά τον θάνατο του Σνίτσλερ, ο γιος του κυκλοφόρησε το έργο του πατέρα του στη Γερμανία.

Παραλίγο, μάλιστα, να είχαμε και τρίτη εκδοχή στη θεατρική Αθήνα, αλλά η παράσταση της Αλίκης Δανέζη στο «Θησείον-Ένα θέατρο για τις τέχνες με το τίτλο «REIGEN-Δέκα διάλογοι για το Σεξ» ακυρώθηκε.

Έτσι στο Θέατρο Αγγέλων Βήμα παρακολουθούμε μια διασκευή με δύο ηθοποιούς. Τη μετάφραση, υπογράφει η ψυχή του θεάτρου, Μαργαρίτα Δαλαμάγκα-Καλογήρου και τη σκηνοθεσία έχει αναλάβει ο Θοδωρής Βουρνάς. Η παράσταση κρατάει τον γαλλικό τίτλο: «La Ronde» που μπορεί να σημαίνει οποιοδήποτε από τα ακόλουθα: περιφέρεται γύρω, κάνει γύρους, γύρο ποτών, κυκλικό χορό.

Η Τζούλι Τσόλκα κι ο Αποστόλης Ψαρρός αλλάζουν επί σκηνής προσωπεία και διαθέσεις συνθέτοντας ένα ρεαλιστικό πορτραίτο ανθρώπων κι ανθρώπινων σχέσεων, όπως τους συναντάμε αναλλοίωτους μέσα στον χρόνο και τις εποχές. Βιώνοντας την αλήθεια της κάθε συγκυρίας, οι χαρακτήρες αποκαλύπτουν εναλλακτικές πτυχές του εαυτού τους μέσα από τον εκάστοτε «ρόλο».

Από το έργο του Άρτουρ Σνίτσλερ, φαίνεται να γοητεύτηκε κι ο Θωμάς Μοσχόπουλος, ο οποίος θα το σκηνοθετήσει στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά τον Μάιο. Στην παράσταση με τίτλο «Το γαϊτανάκι» θα δούμε έναν εξαιρετικό θίασο με τους Στεφανία Γουλιώτη, Χάρη Φραγκούλη, Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη, Άννα Μάσχα, Αλέξανδρο Λογοθέτη, Ευδοκία Ρουμελιώτη, Κίττυ Παϊταζόγλου, Σίσσυ Τουμάση κι Αλέξανδρο Χρυσανθόπουλο να υποδύονται τα πέντε ζευγάρια στις δέκα σπονδυλωτές σκηνές.

Η ιστορία διαδραματίζεται τη δεκαετία του 1890 στη Βιέννη. Η δομή είναι σπονδυλωτή κι αποτελείται από δέκα σκηνές που αλληλοσυνδέονται και που, στην κάθε μία, πρωταγωνιστεί ένα ζευγάρι εραστών. Τα ζευγάρια είναι: Η πόρνη κι ο στρατιώτης, ο στρατιώτης κι η υπηρέτρια, η υπηρέτρια κι ο νεαρός κύριός της, ο νεαρός κύριος κι η παντρεμένη γυναίκα, η παντρεμένη γυναίκα κι ο σύζυγός της, ο σύζυγος κι η νεαρή κοπέλα, η νεαρή κοπέλα κι ο ποιητής, ο ποιητής κι η ηθοποιός, η ηθοποιός κι ο κόμης, ο κόμης κι η πόρνη.

 

Σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη

gualinos kosmos mpetu avaniti texnes plus

 

«Γυάλινος Κόσμος» 

Πόσους «Γυάλινους Κόσμους» έχει δει ο μέσος θεατρόφιλος; Συνήθως δεν φτάνουν τα δάκτυλα των δύο χεριών για να μετρήσεις τις παραστάσεις. Όταν, όμως, το αριστούργημα του Τένεσι Ουίλιαμς σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά και με ηθοποιούς όπως η Μπέττυ Αρβανίτη, ο Χάρης Φραγκούλης, η Ελίνα Ρίζου κι ο Έκτορας Λιάτσος, τότε μια επίσκεψη στο Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας είναι επιβεβλημένη.

gualinos kosmos thesaloniki texnes plus

Παράλληλα, οι Θεσσαλονικείς παρακολουθούν για δεύτερη σεζόν, το αυτοβιογραφικό έργο του Ουίλιαμς με τη σκηνοθετική υπογραφή της Γλυκερίας Καλαϊτζή. Στο θέατρο Τ , τον ρόλο της Αμάντας ερμηνεύει η έμπειρη Γιώτα Φέστα. Μαζί της στη σκηνή οι νεότεροι Χρήστος Παπαδόπουλος, Κατερίνα Συναπίδου και Δημήτρης Κρίκος.

poios skotwse to skylo ta mesanyxta3

«Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα» και για εφήβους

Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, για πρώτη φορά μετά από είκοσι χρόνια, δεν θα σκηνοθετήσει στο Θέατρο του Νέου Κόσμου κι αυτό γιατί όπως εξήγησε και στη συνέντευξη Τύπου του θεάτρου το πολυβραβευμένο έργο Μαρκ Χάντον σε διασκευή Σάιμον Στήβενς είχε ανάγκη από μια μεγαλύτερη σκηνή. Έτσι, θα το παρακολουθήσουμε, τελικά, στο Τζένη Καρέζη. Στο θέατρο της οδού Ακαδημίας θα ζωντανέψει μια γλυκόπικρη ιστορία για τον αυτισμό, την εφηβεία, την οικογένεια, τα μαθηματικά και τα χρώματα.

Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών έχει επιλέξει έναν διαλεχτό θίασο: Γιάννη Νιάρρο, Μαρία Καλλιμάνη, Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Θέμη Πάνου κ.α

Παράλληλα, στη Θεσσαλονίκη και τη νεανική σκηνή του Κ.Θ.Β.Ε. η Ελεάνα Τσίχλη σκηνοθετεί ίδιο έργο στοχοπροσανατολισμένο για το εφηβικό κοινό.

Τον ρόλο του Κρίστοφερ έχει αναλάβει ο Βασίλης Ντάρμας, ο οποίος υποδύεται έναν «ιδιόρρυθμο» δεκαπεντάχρονο του οποίου το μυαλό του λειτουργεί μ’ έναν δικό του, ιδιαίτερο τρόπο. Ξέρει πάρα πολλά για τα μαθηματικά και πολύ λίγα για τους ανθρώπους. Του αρέσει να φτιάχνει χάρτες και σχεδιαγράμματα, είναι εκπληκτικός αριθμομνήμων, λατρεύει τα αστυνομικά μυθιστορήματα και την αστρονομία. Δεν ανέχεται να τον αγγίζουν και δεν μπορεί να πει ψέματα. Ένα βράδυ βρίσκει νεκρό τον σκύλο της γειτόνισσάς του κι αποφασίζει να ξεδιαλύνει το μυστήριο. Αυτή η αναζήτηση τον παρασέρνει σε μονοπάτια δύσβατα, αλλά τον οδηγεί, κιόλας, στη χαμένη από καιρό μητέρα του. Καλείται τώρα να ξεδιαλύνει παραπανίσια μυστήρια, εκείνα του κόσμου των μεγάλων, πολύ πιο περίπλοκα από το απλό: «Ποιος σκότωσε τον σκύλο».

Τελειώνει η μια εκδοχή… ξεκινάει η επόμενη

enta gabler texnes plus

Πριν λίγες μέρες έριξε αυλαία η «Hedda Gabler» στο Μπάγκειον σε σκηνοθεσία Άντζελας Μπρούσκου. Παράλληλα το ίδιο έργο του Ίψεν έχει ήδη ανέβει και παίζεται με τον γνωστό ελληνικό τίτλο στο «Έντα Γκάμπλερ» στο θέατρο Κάτω από τη Γέφυρα σε σκηνοθεσία Γιάννη Δρίτσα.

H kyra tis thalassas 1 1021x580

Ίδιο έργο από την ανθολογία του Νορβηγού συγγραφέα, επέλεξαν κι η Δανάη Σπηλιώτη με την Βαλεντίνη Λουρμπά. Ο λόγος για την «Κυρά της Θάλασσας». Η πρώτη παρουσίασε το έργο για λίγες παραστάσεις και δεύτερη σεζόν στο Tempus Verum, ενώ η δεύτερη κάνει πρεμιέρα σε λίγες μέρες στο θέατρο Εκάτη.

 TσPatroklos Skafidas 2660

Τέλος, λίγο πριν την εκπνοή της παράστασης «Απόψε Αυτοσχεδιάζουμε», σε σκηνοθεσία Γιώργου Λιβανού στο Studio Κυψέλης, έκανε πρεμιέρα του ίδιο έργο του Λουίτζι Πιραντέλλο σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μαυρίκιου, στην κεντρική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου μ’ έναν εξαιρετικό θίασο και τον ίδιο τον σκηνοθέτη επί σκηνής!

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

«Θέλω να μείνω και εγώ στην ιστορία».

Πώς είναι τα παιδιά σήμερα; «Φανταστικά!» αναφωνεί ο Ορέστης Τζιόβας ως Μιγκέλ, «Ακόμη πιο φανταστικά», συμπληρώνει ο Πάτρικ του Σταύρου Σβήγκου. Η κυρία Κ. (Νικολέτα Παπαδοπούλου), ένα ρομπότ τελευταίας τεχνολογίας, έχει μπει στο ξεχωριστό δωμάτιό τους, στο ίδρυμα, όπου ζουν έγκλειστοι τα τελευταία δέκα χρόνια και τους σερβίρει, για μια ακόμη μια μέρα, το μεσημεριανό τους σε χρωματιστά χαπάκια. Το μοβ χαπάκι, είναι κιμάς, το κίτρινο μακαρόνι, ενώ κάθε γεύμα περιλαμβάνει κι ένα χαπάκι –σαλάτα.

Οι δύο τους μοιάζουν να περιμένουν κάτι, σαν τον Βλαδίμηρο και τον Εστραγκόν του Μπέκετ στο «Περιμένοντας τον Γκοντό».

Έξω, μαίνεται πόλεμος, ο κόσμος έχει χωριστεί σε δύο στρατόπεδα, της Ευρασίας και της Αμερικής, κι ένας πύραυλος απειλεί να τον καταστρέψει.

Οι δύο ήρωες αποφασίζουν να παραβούν τους κανόνες του ιδρύματος, να πάρουν και πάλι στα χέρια τους τον ηλεκτρονικό υπολογιστή, αντικείμενο από το οποίο προσπαθούν να απεξαρτηθούν, και να γράψουν την ιστορία με τον δικό τους τρόπο.

Έτσι, από έγκλειστοι τρόφιμοι θα γίνουν δύο Θεοί και θα ξαναγράψουν την ιστορία με τον δικό τους μοναδικό τρόπο. Στόχος τους να γίνουν γνωστοί στις επόμενες γενιές που θα κατοικήσουν τον πλανήτη.

Όσο μεγαλόπνοο κι αν είναι, όμως, το σχέδιό τους υποκύπτει, τελικά, στην ανθρώπινη ματαιοδοξία. Άλλωστε οι δύο φίλοι, στη διάρκεια της αναζήτησης στοιχείων για το φιλόδοξο έργο τους, ανακαλύπτουν ότι η διάσωση των ιστορικών δεδομένων είναι υπόθεση άκρως υποκειμενική. Κι άκρως διασκεδαστική βέβαια. Όσο για τα θρησκευτικά δόγματα, οι ορθολογικές εξηγήσεις περισσεύουν τόσο πολύ, ώστε ακόμα κι οι ίδιοι μπορούν να εμφανιστούν στην Ιστορία ως Θεοί. Ο κόσμος έχει πιστέψει και χειρότερα…

DyoTheoi 3aDomniki Mitropoulou

Στη διάρκεια της εργασίας τους ακόμα κι ο άλλοτε σκληρός διευθυντής (Σωκράτης Πατσίκας) θα υποταχθεί μπροστά τους για να πάρει μια θέση στην ιστορία και να γίνει ο Τζόνυ Βαΐσμίλερ. Ενώ ο φοβισμένος Τζο (Παύλος Παυλίδης) θα γίνει ο δίαυλος των αιτημάτων των υπολοίπων «παιδιών» του Μπάμπη του Χοντρού, ο οποίος θέλει να γίνει ο Σωκράτης, του Ζήρο-Ζήρο, ο οποίος διεκδικεί τον Σοπέν και του Έντυ του Γιατρού, ο Παστέρ.

Αυτή η αλληγορία του σήμερα, δύο δεκαετίες μετά τη συγγραφή του έργου, από τον Λένο Χρηστίδη, μας κάνει να σκεφτούμε το κλισέ: «πιο σύγχρονο από ποτέ» ανεβαίνει στο θέατρο Ροές και σε σκηνοθεσία του Παντελή Δεντάκη.

Έργο που τιμήθηκε με το «Βραβείο Κουν»,ανέβηκε για πρώτη φορά σε σκηνοθεσία του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, εγκαινιάζοντας τον Κάτω Χώρο του Θεάτρου του Νέου Κόσμου και πριν οκτώ χρόνια το είδαμε και στο Studio Μαυρομιχάλη σε σκηνοθεσία του Φώτη Μακρή.

Ο Παντελής Δεντάκης στήνει μια ενδιαφέρουσα παράσταση. Δουλεύει με προσήλωση πάνω στους ελλειπτικούς διαλόγους του έργου, αναδεικνύοντας, αβίαστα, το μαύρο χιούμορ του, χωρίς να υπογραμμίζει τα αυτονόητα, αλλά δίνοντας στο κοινό τροφή για σκέψη.

Αρωγοί του σ’ αυτή την προσπάθεια είναι το άκρως λειτουργικό κι εμπνευσμένο σκηνικό του Νίκου Δεντάκη, το οποίο μαζί με τα έξυπνα κουστούμια της Ιφιγένειας Νταουντάκη και τους φωτισμούς του Σάκη Μπιρμπίλη συνθέτουν ένα γοητευτικό σύμπαν, συνεισφέροντας με θετικό πρόσημο στο εικαστικό κομμάτι της παράστασης.

Η παράσταση, όμως, οφείλει αδιαμφισβήτητα την επιτυχία της στη δυνατή πεντάδα των ηθοποιών της, την οποία κίνησε λειτουργικά, μέσα στον περιορισμένο χώρο, η Σεσίλ Μικρούτσικου.

Ο Σταύρος Σβήγκος κι ο Ορέστης Τζιόβας με υποκριτική άνεση και σκηνική χημεία γίνονται ένα δυναμικό ντουέτο, το οποίο αναδεικνύει τις κωμικές σκηνές του έργου, αποφεύγοντας τον σκόπελο της υπερβολής. Οι συνέπειες του ιδρυματισμού υπάρχουν στις συμπεριφορές τους, αλλά, εντέχνως, οι δύο ηθοποιοί δεν τις βάζουν στο επίκεντρο, μετατρέποντας του ήρωες τους, σ’ ανθρώπους της διπλανής πόρτας.

Ο Σωκράτης Πατσίκας με τη γνώριμη σκηνική του πληθωρικότητα πείθει στον ρόλο του Διευθυντή, ο οποίος δίνει τα πάντα για μια θέση στην ιστορία.

Ο Παύλος Παυλίδης, με αμεσότητα, υποκριτική ευστροφία κι εξαιρετική κινησιολογική ικανότητα κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον κερδίζοντας το γέλιο του κοινού άμα τη εμφανίσει.

Απολαυστική κι η κυρία της παρέας, η Νικολέτα Παπαδοπούλου, αντιμετώπισε τον ρόλο του ρομπότ, της κυρίας Σίγμα, μ’ έναν ευφυή κι ευαίσθητο τρόπο, αναδεικνύοντας μια σημαντική προέκταση του κειμένου: πώς ένα εξελιγμένο ανδροειδές, μπορεί να έχει βαθύτερα συναισθήματα από τους ανθρώπους.

Ένα σύγχρονο σκηνικό ανέβασμα, που διασκεδάζει, ενώ παράλληλα προβληματίζει με την μοναδική ειρωνεία και τον σαρκασμό του, καλώντας μας να δούμε κατάματα στον καθρέφτη.

 

Από τη Γιώτα Δημητριάδη
 
Σε διπλό θεατρικό ταμπλό συναντάμε, αυτή τη σεζόν, την Ειρήνη Μελά. Η ταλαντούχα ηθοποιός υποδύεται τη μάνα στο ομώνυμο σκοτεινό παραμύθι για ενηλίκους του Σταμάτη Πακάκη στο Faust. Παράλληλα, βρίσκεται σε εντατικές πρόβες για την παράσταση «Η εξομολόγηση της υπηρέτριας Τσερλίν» του Χέρμαν Μπροχ, σε σκηνοθεσία Μαρώς Τριανταφύλλου στο Studio Μαυρομιχάλη (Πρεμιέρα 19/11).
Το κείμενο συναντάμε στο πέμπτο κεφάλαιο του εμβληματικού και τραγικά επίκαιρου μυθιστορήματος «Οι αθώοι», το οποίο έγραψε ο  Μπροχ, έναν χρόνο πριν πεθάνει το 1950.
Λίγες μέρες, πριν φορέσει το κουστούμι της μοχθηρής κι ανταγωνιστικής υπηρέτριας με την πολύπλοκη προσωπικότητα, Τσερλίν, η ηθοποιός μίλησε στο texnes-plus για τον φασισμό, την ελευθερία της βούλησης κι όλα όσα σημαίνει για την ίδια αυτός ο ρόλος. 
«Ο  κάθε ένας μας κρύβει έναν μικρό ή μεγάλο φασίστα μέσα του. Το κτήνος μέσα μας.  Το θέμα είναι πόσο θέλει ο κάθε ένας να "θρέψει" αυτό το κτήνος ή να το αφήσει να πεινάσει και να σβήσει σιγά- σιγά», σημειώνει μεταξύ άλλων η ηθοποιός.
 tserlin 2 texnes plus
 
Το έργο διαδραματίζεται τη δεκαετία του ’30, λίγο πριν ανέβει στην εξουσία ο Χίτλερ – όταν οι άνθρωποι δεν συμμετείχαν στα πολιτικά δρώμενα, καθώς ήθελαν την ησυχία τους. Πόσο μοιάζει αυτή τους η στάση με την σημερινή κατάσταση στη χώρα μας;
 
Ειρήνη Μελά: Δυστυχώς, τώρα, μοιάζει πολύ. Δεν ήταν έτσι πριν λίγο καιρό...  Με το σύστημα που κυβερνούσε τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, με τις τόσες αδικίες στον άνθρωπο, με την τρομοκρατία προς τον άνθρωπο, την άνοδο φασιστικών συμμοριών, την άνιση κατανομή του πλούτου, την ανεργία - θα μπορούσα να περιγράφω και να συνεχίσω να γράφω για αυτήν την άδικη ζωή που ζούσαμε - ο κόσμος είχε αρχίσει να δυσανασχετεί και να "επαναστατεί",  τουλάχιστον, στη σκέψη του για μια άλλη πιο δίκαιη καθημερινότητα και ζωή.  Η "αριστερά" ή οι άνθρωποι με αριστερή σκέψη ξεσηκώθηκαν και πάλεψαν για κάτι καλύτερο. Δυστυχώς, αυτό το καλύτερο - στον βαθμό που θα θέλαμε - δεν ήρθε. Δεν θα μπω στη διαδικασία του «ποιος φταίει και τι θα μπορούσε να γίνει», «τι έφταιξε» κ.τ.λ. αυτό είναι μεγάλη κουβέντα. Πάντως δεν ήταν αυτό που πίστεψε, ή που οραματίστηκε, ή που φαντάστηκε ο περισσότερος κόσμος.  Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να "καθίσει" ο κόσμος. 
Τώρα, λοιπόν, αυτό που λέτε στην ερώτησή σας να "μην συμμετέχει στα πολιτικά δρώμενα" συμβαίνει.  Είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβεί σε μια κοινωνία. Να μην ενδιαφέρεται, να "μην ασχολείται" . Αυτό δίνει χώρο στο θηρίο που κρύβει μέσα του ο άνθρωπος να φανερωθεί. Στον φασισμό.  Με τη γενική του τρομακτική έννοια, αλλά και με την ατομική του έννοια. Ο  κάθε ένας μας κρύβει έναν μικρό ή μεγάλο φασίστα μέσα του. Το κτήνος μέσα μας. Το θέμα είναι πόσο θέλει ο κάθε ένας να "θρέψει" αυτό το κτήνος ή να το αφήσει να πεινάσει και να σβήσει σιγά- σιγά.
 
Φοράτε το κοστούμι της υπηρέτριας στην παράσταση «Η εξομολόγηση της υπηρέτριας Τσερλίν» και μεταμορφώνεστε  σε μια γυναίκα που σκορπίζει κακό και  καταστρέφει ζωές. Πως προσεγγίσατε μια τόσο ακραία ψυχοσύνθεση;
 
Ειρήνη Μελά:  Δεν ήταν πολύ δύσκολο να την προσεγγίσω και να την καταλάβω για να μπορέσω, τελικά, να την ερμηνεύσω.  (Το δύσκολο και το στοίχημα είναι κατά πόσο την ερμηνεύω καλά τελικά  ως ηθοποιός εννοώ). Είναι μια γυναίκα, η οποία υπάρχει γύρω μας. Υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει, όσο ισχύει αυτό που είπα πιο πάνω κι όσο η παιδεία αυτού του τόπου είναι στο επίπεδο που είναι.  Για το τι είμαστε, τι γινόμαστε τελικά, ευθύνεται η παιδεία ενός τόπου. Σύμφωνα με αυτήν την παιδεία μεγαλώνει μια μάνα το παιδί της, ένας πατέρας, ένα σχολείο, μια θρησκεία, μια κοινωνία, μια πολιτική. Είναι πια στο χέρι του κάθε ενός να μορφωθεί πραγματικά κι από πηγές αμερόληπτες, να καλλιεργήσει τον εαυτό του και να θέλει να αναδείξει τη φωτεινή πλευρά του ανθρώπου κι όχι την σκοτεινή. 
Η "ΤΣΕΡΛΙΝ" δεν κάνει αυτό. Το αντίθετο, ακριβώς, κάνει. Μένει μέσα στον μικρόκοσμο του σπιτιού, στους "τοίχους της" και παλεύει να ζήσει μέσα από τις ζωές των άλλων. Των "καλύτερων" κατά τη δική της άποψη.  Οι "καλύτεροι" γι’  αυτήν είναι όσοι έχουν εξουσία. Πολιτική, κοινωνική, χρηματική. Θέλει να τους εξουσιάσει, λοιπόν, αυτούς και να πάρει τη θέση τους. Να συνεχίσει να είναι το ίδιο πράγμα μ’ αυτούς όμως. Απλά να πάρει τη θέση τους.  Δεν έχει φυσικά ταξική συνείδηση. Μόνο να καταστρέψει και να πάρει την εξουσία θέλει. Την εξουσία του σπιτιού, όμως. Τόσο φτηνές είναι οι επιθυμίες της.  Θέλει να γίνει η "κυρία" του σπιτιού στη θέση της κυρίας της. Είναι, λοιπόν, "ανθρώπινα" όλα αυτά κι έτσι ένας ηθοποιός μπορεί να τα προσεγγίσει, αν έχει εξασκήσει την παρατηρητικότητα του, τη γνώση του και την πολιτική του σκέψη. Μετά "ψαχουλεύει" στις πιο κρυφές πτυχές μέσα του και στις πιο σκοτεινές και πάντα βρίσκει κάπου να "ακουμπήσει" στον ρόλο. Σημαντικός ο ρόλος του σκηνοθέτη, όμως. Καθοριστικός. Η ανάλυση που κάναμε με τη Μαρώ Τριανταφύλλου, η οποία σκηνοθετεί την παράσταση ήταν εξαιρετική από πλευράς της. Με καθοδήγησε στο κάθε βήμα μου. 
 
«Οὐδεὶς ἑκὼν κακός» υποστήριζε ο  Σωκράτης στα πλαίσια μιας αρχαίας ελληνικής ηθικής. Το πιστεύετε  αυτό και για την Τσερλίν; 
 
Νομίζω ότι η "ΤΣΕΡΛΙΝ", "βάζει" δικαιολογίες για κάθε πράγμα που κάνει για να μην πιστέψει πόσο διεστραμμένος είναι ο χαρακτήρας της, οι σκέψεις της κι οι πράξεις της. Ο πόθος της για εξουσία είναι τόσο μεγάλος που της χρειάζεται κάτι τέτοιο. Αυτό δεν κάνουν όλοι, όμως, όσοι έχουν φασιστικές συμπεριφορές;  Βλέπουμε μέσα στο έργο, πάντως, κάποια "φωτεινά" σημεία του μυαλού της. Κάποια αποφθέγματα που λέει η ίδια για τη ζωή, κάποιες φορές, κάποιες σοφίες, που σε ξαφνιάζουν! Εκεί έρχεσαι και λες ότι έχει ή είχε τις προδιαγραφές για να γίνει ένα φωτεινό πλάσμα, γιατί καταλήγει έτσι; Γιατί επιλέγει να καταλήξει έτσι; Αυτό το ζοφερό, καταστροφικό πλάσμα, οπότε καταλήγω, πάλι, στο ότι κάποιος επιλέγει να γίνει "κακός"  και βάζει τις δικαιολογίες του. Μένει στην αμάθειά του, στην ημιμάθειά του και στο βόλεμά του, γιατί αυτό τον συμφέρει. Αλλιώς, πάλι, θα αναφερθώ στην ευθύνη της πολιτείας και της παιδείας. 
 
Οι ήρωές του Χέρμαν Μπροχ, βυθισμένοι στις προσωπικές τους ιστορίες, ερωτεύονται, ζηλεύουν, θυμούνται, επιτίθενται ο ένας στον άλλον και παραμένουν θεατές των εξελίξεων. «Αθώοι» για ό,τι συμβαίνει γύρω τους, άρα συνένοχοι στην επερχόμενη βαρβαρότητα. Πόσο ένοχοι είμαστε, όταν γινόμαστε απαθείς θεατές των γεγονότων; 
 
 Φυσικά κι είμαστε ένοχοι. Πολύ ένοχοι και καθόλου αθώοι. Είμαστε το πρόσωπο της αυριανής κοινωνίας. Φέρουμε στον κόσμο παιδιά, τα οποία αύριο θα είναι ενήλικες, θα πρέπει να αποφασίσουν για τη ζωή που θέλουν, θα πρέπει να φτιάξουν τον κόσμο που θέλουν. Αυτό το "θέλουν" το διαμορφώνουμε εμείς. Είμαστε, καλώς ή κακώς, το παράδειγμα. Αν είμαστε απαθείς και θεατές θα φτιάξουμε μια απαθή και γεμάτη θεατές κοινωνία, όπου άλλοι θα κινούν τα νήματα για μας κι εμείς, απλά, θα δυσανασχετούμε.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια αύξηση των ποσοστών των ακροδεξιών κομμάτων παγκοσμίως. Κατά τη γνώμη σας γιατί συμβαίνει αυτό, ενώ οι άνθρωποι γνωρίζουν την ιστορία. 
Ειρήνη Μελά:  Η αύξηση των ποσοστών των ακροδεξιών κομμάτων, παγκοσμίως, είναι γεγονός όπως και ο εκφασισμός της κοινωνίας μας.  Ο άνθρωπος έχει ξεχάσει πως είναι να ζει ελεύθερος. Να έχει την ελεύθερη βούληση.  Έμαθε να τον καθοδηγούν, τις περισσότερες φορές με σκληρότητα, με απολυταρχικότητα. Έζησε δικτατορίες, φασισμούς. Δεν θυμάμαι να έζησε ελεύθερα. Αυτό αν έγινε, έγινε πολύ- πολύ παλιά. Ο άνθρωπος στα δύσκολα ανατρέχει  σ’ αυτό που ξέρει, σ’ αυτό που του είναι οικείο. Στην "ασφάλειά" του. Πως να διαχειριστεί κάτι που του είναι άγνωστο;  Η ελευθερία είναι άγνωστη. Δεν ξέρει τι να την κάνει.  Επιλέγει,  λοιπόν, τη  σκληρότητα που γνωρίζει,  που έχει και κάποια καλά, κατά την κρίση του.  "Θέλει αρετήν και τόλμη η ελευθερία…" 
tserlin 3 texnes plus
 
Στην παράστασή σας προβήκατε σε μια μικρή «αυθαιρεσία», όπως δηλώνει η σκηνοθέτις σας: καθώς αντικαταστήσατε τον ακροατή της Τσερλίν με μια κυρία, η οποία τραγουδά και αδιαφορεί για την Τσερλίν. Πόσο επηρέασε η παρουσία της την ερμηνεία σας;
 Είναι μια "αυθαιρεσία" πολύ έξυπνη και πολύ χρήσιμη για την παράσταση που αναδεικνύει αυτό που θέλει να αναδείξει η σκηνοθέτις, η Μαρώ. Η "κυρία που τραγουδά και αδιαφορεί" είναι η ίδια η αστική τάξη. Μια συγκεκριμένη αστική τάξη που βοήθησε, στήριξε κι αυτή πολύ στην άνοδο του φασισμού.  Η παρουσία, λοιπόν, αυτή όχι μόνο βοήθησε κι επηρέασε την ερμηνεία μου ως ηθοποιό, αλλά νομίζω ότι την αναδεικνύει κιόλας. Επίσης, να πω εδώ ότι η Αιμιλία Ράπτη, η οποία υποδύεται αυτήν την "κυρία" είναι εξαιρετική κι έχει υπέροχη φωνή.
 
Δεν είναι η πρώτη φορά που σας σκηνοθετεί η Μαρώ Τριανταφύλλου. Μιλήστε μας γι’ αυτήν τη συνεργασία. 
 
 Ναι, δεν είναι η πρώτη μας φορά. Με τη Μαρώ έχουμε πολύ καλή χημεία. Ως καλλιτέχνες και ως άνθρωποι. Αυτό είναι υπέροχο, όταν συμβαίνει στο θέατρο.  Είναι πολύ σημαντικό για μένα να "μιλάω την ίδια γλώσσα" με τους ανθρώπους, με τους οποίους που συνεργάζομαι στο θέατρο. Να έχουμε κοινούς ηθικούς, αξιακούς κώδικες κατ’ αρχήν. Όταν βλέπεις ότι μέσα σ’ αυτά έρχεται να προστεθεί κι ίδια "ματιά" στο θέατρο και στο γιατί κάνει κανείς θέατρο, τότε νιώθεις τυχερός.  Η Μαρώ έχει μια βαθειά γνώση πάνω στην λογοτεχνία, κάνει μια εξαιρετική ανάλυση χαρακτήρων - ρόλων και καθοδηγεί με ακρίβεια τον ηθοποιό.  "Παίζει" με εναλλαγές συναισθημάτων μέσα στην ίδια πρόταση.  Πολλές φορές στη ζωή μας αλλιώς ξεκινάμε να πούμε κάτι και μέσα στην ίδια πρόταση αλλιώς καταλήγουμε. Με διαφορετικά συναισθήματα εννοώ. Αυτό το ξέρει πολύ καλά να το δουλεύει η Μαρώ κι είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον για μένα από τη θέση του ηθοποιού. Αναδεικνύεται το κείμενο έτσι κι αυτό που θέλει να πει ο συγγραφέας. Τίποτα δεν είναι μονότονο, ίδιο σε εκφορά λόγου, όλα "ισορροπούν" σε μια "ανισορροπία" συναισθημάτων.  Πιστεύω και αγαπώ τη Μαρώ. Το λέω γιατί το ξέρει κι η ίδια. Ονειρευόμαστε και "μαγειρεύουμε" κι άλλα πράγματα για το θέατρο που τόσο αγαπάμε και οι δυο. 
 
mela mana texnes plus
Σας βλέπουμε και στην παράσταση «ΜΑΝΑ» στο Faust. Πείτε μας λίγα λόγια και γι’ αυτή την παράσταση. 
 
 Στο "ΜΑΝΑ" του Σταμάτη Πακάκη ερμηνεύω τη Μάνα.  Μια Μάνα ιδέα, με όλα της τα αρνητικά και κάποια θετικά.  Ίσως, ελάχιστα θετικά. Ο Σταμάτης είναι ένας νέος ταλαντούχος άνθρωπος. Έχω χαρεί τόσο που τον έχω γνωρίσει και που συνεργάζομαι μαζί του. Είναι αυτό που λέμε η "ελπίδα" που φορτώνουμε τους νέους.  Όμως αυτό το παιδί είναι πράγματι ταλαντούχο και πιστεύω πως θα κάνει εξαιρετικά πράγματα στην τέχνη του.  Η παράσταση "ΜΑΝΑ" είναι ένα σκοτεινό παραμύθι για ενήλικες. Το έχει γράψει ο Σταμάτης, το έχει σκηνοθετήσει, έχει γράψει στίχους και μουσική και στην παράσταση υποδύεται τον "Υπνο".  Δεν θέλω να πω κάτι περισσότερο, απλά προσκαλώ και προκαλώ τον κάθε έναν να έρθει να δει αυτήν την παράσταση.  Κάθε Παρασκευή στις 9, λοιπόν, στο θέατρο Faust.
 
Επόμενα επαγγελματικά σχέδια υπάρχουν;
 
Επόμενα επαγγελματικά σχέδια; Προς το παρόν δεν κάνω σχέδια. Είναι μια πολύ γεμάτη και δημιουργική περίοδος για μένα θεατρικά και την απολαμβάνω.  Πρέπει να μένουμε στη "στιγμή" και να την γευόμαστε. Να μην τρέχουμε, να μην προσπερνάμε στιγμές, καταστάσεις κι ανθρώπους σ’ αυτήν την ζωή. Είναι τόσο μικρή για κάτι τέτοιο και δεν της αξίζει!
 
 
Η «ΜΑΝΑ» σε κείμενο και σκηνοθεσία του Σταμάτη Πακάκη, Παρασκευή στις 21:00 στο Faust. 
«Η εξομολόγηση της υπηρέτριας Τσερλίν» του Χέρμαν Μπροχ, σε σκηνοθεσία Μαρώ Τριανταφύλλου, κάνει πρεμιέρα στο Studio Μαυρομιχάλη στις 19 Νοεμβρίου κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:15
 

 

«Εσύ, πρέπει να προχωρήσεις πολύ περισσότερο από εμένα, αλλιώς, ποιό το νόημα;» φράση, η οποία αν δεν έχει ακουστεί από τα χείλη κάθε μητέρας, έχει γίνει τόσο εμφανής με τη συμπεριφορά και τη στάση της, ακόμα κι ασυνείδητα, που πολύ συχνά νιώθεις το βάρος της να στοιχειώνει κάθε σου βήμα.

Πρόκειται για μια κλασική περίπτωση μάνας, η οποία επενδύει υλικά και συναισθηματικά στα παιδιά της, ώστε αυτά να ζήσουν «καλύτερα» απ’ ότι εκείνη προβάλλοντας, ουσιαστικά, τα προσωπικά απωθημένα, τους στόχους και τα όνειρά της σε αυτά.

Αυτή η προσδοκία, θα μπορούσαμε να πούμε ότι, είναι ένα από τα βασικά θέματα του έργου «Μη σκοτώνεις τη μαμά» της Σαρλότ Κήτλυ, το οποίο ανεβαίνει στο θέατρο Olvio, σε μια ευέλικτη μετάφραση του Αλέξανδρου Κοέν.

Γραμμένο το 1985, πρωτοπαρουσιάστηκε με μεγάλη επιτυχία στο Contact Theatrer του Μάντσεστερ το 1987, αποσπώντας το βραβείο Royal Court / George Devine και το βραβείο Manchester Evening News για το καλύτερο νέο έργο.

Ανέβηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, με μεγάλη επιτυχία, το 1995 από την Πειραματική Σκηνή της Τέχνης, στη Θεσσαλονίκη (με τις Λυδία Φωτοπούλου, Ελένη Δημοπούλου, Έφη Σταμούλη, Κυριακή Ματσακίδου).

Στο θεατρικό έργο της Βρετανίδας συγγραφέως η σχέση μητέρας - κόρης μπαίνει στο επίκεντρο και ψυχογραφείται, λεπτομερώς, μέσα από καταστάσεις της καθημερινότητας. Παρακολουθούμε τέσσερις γενιές γυναικών - γιαγιά, μητέρα, κόρη κι εγγονή - που αλληλεπιδρούν μέσα στο πέρασμα του χρόνου, από τη δεκαετία του ’40 μέχρι τη δεκαετία του ’80, στην Αγγλία.

Μια επισκόπηση της γυναικείας ζωής, με τη μητρότητα, την καριέρα, την οικογένεια, τους έρωτες, τη σεξουαλική απελευθέρωση και, πάνω απ’ όλα, το παιδί που κρύβει μέσα της, να προβάλλονται αποσπασματικά, φωτίζοντας παράλληλα τις σχέσεις, που δημιουργούνται μέσα στα χρόνια. Στο έργο δεν υπάρχει χρονολογική σειρά. Μεταφερόμαστε από το μέλλον στο παρελθόν κι αντίστροφα με πολλές εγκιβωτισμένες αφηγήσεις.

Το ζήτημα του χρόνου κι η σκηνοθετική προσέγγισή του είναι ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα της σκηνοθεσίας. Η Ρέινα Εσκενάζυ, όμως, παρά την τηλεοπτική και κινηματογραφική της εμπειρία, μοιάζει αμήχανη στη διαχείριση της κινηματογραφικής δομής του έργου.

Έτσι τα μεσοδιαστήματα μεταξύ των σκηνών, έχουν μεγάλη διάρκεια, κουράζουν τον θεατή δίνοντας την αίσθηση, ότι ακόμα κι οι τέσσερις ηθοποιοί μπαινοβγαίνουν στην παράσταση με άγχος, χάνοντας χρόνο στο πολλαπλό ερμηνευτικό στοίχημα του κατακερματισμού των ηρωίδων τους και στην απόδοση των συναισθηματικών απαιτήσεων της κάθε ηλικίας, που καλούνται να υποδυθούν .

Ο χρόνος προσχεδιασμού στερεί από την παράσταση τη ροή της κι η απουσία σκηνοθετικής λύσης για ένα έργο τέτοιας δομής, μοιραία, επηρεάζει αρνητικά το συνολικό αποτέλεσμα.

Αντίθετα, η επιλογή των ηθοποιών, μάλλον, σώζει την κατάσταση: η Αντιγόνη Γλυκοφρύδη, η Πέγκυ Σταθακοπούλου, η Ισιδώρα Δωροπούλου κι η Ελίνα Γιαννάκη μοιάζουν να δένουν ως ομάδα και, παρά τις επιμέρους υπερβολές κι υποκριτικές εξάρσεις, δίνουν ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα, με την πρώτη να ξεχωρίζει για τη δωρικότητα της ερμηνείας της.

Τα σκηνικά του Μιχάλη Σδούγκου είναι λειτουργικά χωρίς, όμως, να δίνουν μια ουσιαστική σκηνογραφική πρόταση. Το ίδιο μπορεί να πει κανείς και για τα κουστούμια. Η αισθητική ακόμα και των σκηνικών αντικειμένων, όπως για παράδειγμα του παιδικού καροτσιού ή του χαρταετού, μοιάζει φτωχή και πρόχειρη.

Ακόμα κι οι μουσικές επιλογές, όπως το «All we need is love», δεν έχουν σαφή προσανατολισμό, σαν να επιστρατεύονται, απλώς, για να καλύψουν τα χρονικά κενά.

Όλα τα παραπάνω κάνουν ένα έργο, που σ’ άλλη περίπτωση θα μπορούσε να μας αφορά, να μοιάζει σαν συμπαθητικό μελόδραμα, μιας ιστορίας, την οποία έχουμε δει και διαβάσει, πάρα πολλές φορές. Η ανύπαντρη κόρη, μετά από πιέσεις της μητέρας της να βάλει σε προτεραιότητα την καριέρα της, της παραδίδει το τριών μηνών βρέφος της, όπου το παιδί μεγαλώνει θεωρώντας τη γιαγιά του ως μητέρα του. Μετά από χρόνια η μητέρα-γιαγιά πεθαίνει κι εκείνη ανακαλύπτει τυχαία σε κάποια έγγραφα το πιστοποιητικό της γέννησής της.

Μέσα στη λέξη μητέρα ακούγεται η λέξη τέρας αλλά και το μη, το αποτρεπτικό του τέρατος, η ασφάλεια από την απειλή, όπως και στο mother ακούγεται το other, το άλλο, ένα άλλο που, όμως, είναι σε συνεχή γειτνίαση με το όμοιο.

Η σχέση με τη μητέρα μας δεν συνίσταται μόνο από το εδώ και το τώρα, από το τρέχον, από το παρόν, το πιο καθοριστικό της κομμάτι έχει να κάνει με ό,τι παραμένει ψυχικά ενεργό από το παρελθόν.

Όλες αυτές τις ισορροπίες ζωής, που δομούν τη πιο σημαντική σχέση της ζωής μας, δεν καταφέραμε να τις δούμε στο έργο της Σαρλότ Κήτλυ. Με τον τρόπο που ανεβαίνει η παράσταση στο Olvio, ο θεατής εισπράττει μόνο ένα πρώτο επίπεδο, τελείως, επιφανειακό.

 

Από τη Γιώτα Δημητριάδη 

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

Η ιστορία της πάντα συγκινεί, όχι μόνο για το αδιαμφισβήτητο ταλέντο της στην όπερα, αλλά και για την πολυτάραχη ζωή της, καθώς και για τον κατά πολλούς, αδιευκρίνιστο θάνατό της. Τέσσερις δεκαετίες μετά τον θάνατό της, η ζωή και το έργο της Μαρίας Κάλλας συνεχίζουν να απασχολούν όλες τις μορφές Τέχνης και, φυσικά, το θέατρο.

Πέρσι, είδαμε μια ενδιαφέρουσα έκθεση «Maria Callas Αιώνια Πηγή Έμπνευσης» στο Ίδρυμα Ευγενίδου, η οποία έκλεισε με μια δημοπρασία με στόχο τα έσοδά της να βοηθήσουν το νέο μουσείο «Μαρία Κάλλας», τα εγκαίνια του οποίου αναμένονται το 2019, με στέγη στο τετραώροφο νεοκλασικό κτίριο 1.070τ.μ., επί της οδού Μητροπόλεως 44, ιδιοκτησίας του Δήμου Αθηναίων.

Τον Ιανουάριο του 2018, στο Θέατρο Αργώ ανέβηκε με τη σκηνοθετική υπογραφή της διακεκριμένης Ελληνίδας υψιφώνου, Τζένης Δριβάλα, η παράσταση «Κάλλας: Η Ζωή μου, η Τέχνη μου».

Τη φετινή σεζόν, η ζωή της απόλυτης ντίβας του λυρικού θεάτρου, θα απασχολήσει τρεις σκηνές της πόλης με έργα που εστιάζουν σε διαφορετικές ιστορίες φανταστικές και μη.

 naupliotou kallas texnes plus

Το «MasterClass» και η απίστευτη μεταμόρφωση της Μαρίας Ναυπλιώτου

Το θεατρικό έργο του Αμερικανού συγγραφέα TerrenceMcNally, βασισμένο στο περίφημο σεμινάριο της Μαρία Κάλλας στη Μουσική Σχολή Τζούλλιαρντ της Νέας Υόρκης στις αρχές της δεκαετίας του '70, είδαμε για πρώτη φορά στη χώρα μας, πριν 20 χρόνια σε σκηνοθεσία του Μιχάλη Κακογιάννη και μετάφραση του Μάριου Πλωρίτη, με την Κάτια Δανδουλάκη στον ρόλο της Κάλλας.

dandoulaki kallas texnes plus

Η Κάτια Δανδουλάκη ως Μαρία Κάλλας

Από τις 9 Νοεμβρίου στο νέο «Μικρό Χορν» (πρώην Αμιράλ) τον ομώνυμο ρόλο αναλαμβάνει η Μαρία Ναυπλιώτου σε μια παράσταση που φέρει την υπογραφή του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου. Η καλλιτεχνική τους συνεύρεση αλλά κι η εντυπωσιακή μεταμόρφωση της ηθοποιού (με το μακιγιάζ του Αχιλλέα Χαρίτου και τα κουστούμια του Βασίλη Ζούλια) μας έχουν, ήδη, δημιουργήσει μεγάλες προσδοκίες. Η παράσταση θα ανέβει με νέα μετάφραση του Στρατή Πασχάλη.

Με ραγισμένη φωνή και καρδιά η Μαρία Κάλλας, στα χρόνια του '70, λίγο μετά το γάμο του άλλοτε πολυαγαπημένου της Ωνάση με τη Τζάκι Κέννεντι και τη δική της εμβληματική εμφάνιση στην άτυχη, ωστόσο, εμπορικά κινηματογραφική «Μήδεια» του τραγικού Παζολίνι, που η ίδια τον ερωτεύτηκε απελπισμένα, η μεγάλη αοιδός αποφασίζει να δώσει αυτά τα μαθήματα φωνητικής σε νέους τραγουδιστές. Κινήσεις απόγνωσης λίγο πριν την καταβάλει η κατάθλιψη και τη θερίσει πρόωρα ο θάνατος, πριν καν κλείσει τα πενήντα τέσσερα χρόνια της. Τα μαθήματα αυτά μαγνητοσκοπούνται κι οι φωτογραφίες της ίδιας, με παντελόνια και γυαλιά να διδάσκει, κάνουν τον γύρο του κόσμου.

Τον ρόλο της Μαρίας Κάλλας, έχουν ερμηνεύσει στο παρελθόν: η Φαίη Ντάναγουέι, αλλά κα η Φανή Αρντάν στο Παρίσι σκηνοθετημένη από τον Ρομάν Πολάνσκι.

kallas vembo texnes plus

«ΑΚΡΟΠΟΛ ’61-Κάλλας –Βέμπο»: Μια συνάντηση που δεν έγινε ποτέ

Ο Βασίλης Αναστασίου εμπνέεται από τις δύο κυρίες και γράφει, ενώ παράλληλα σκηνοθετεί την παράσταση στο Half Note Jazz Club, από την Τρίτη 13 Νοεμβρίου και κάθε Τρίτη.

Στη σκηνή θα παρακολουθήσουμε μια φανταστική συνάντηση της Μαρίας Κάλλας, φωνή του κόσμου, με τη Σοφία Βέμπο, φωνή της Ελλάδας, μια βραδιά με διαδηλώσεις για το «Ένα-Ένα Τέσσερα»- «Βία και νοθεία», στο πιάνο – μπαρ του ξενοδοχείου της οδού Πατησίων “Ακροπόλ Παλλάς”.

Στο μπαρ του θρυλικού ξενοδοχείου ο πιανίστας παίζει ένα νωχελικό σκοπό . Απ΄ έξω ακούγονται συνθήματα μιας διαδήλωσης που πλησιάζει. Σε λίγο εισβάλλει στο μπαρ μια κυρία φανερά αναστατωμένη κι έπειτα μια άλλη…

Έτσι, μια σημαντική βραδιά του ’61 η Κάλλας θα συναντήσει τη Βέμπο. Οι άριες της ντίβας θα δέσουν αρμονικά με τα τραγούδια της μεγάλης ερμηνεύτριας. Δύο παράλληλοι δρόμοι που συναντώνται σε μια φανταστική συνάντηση. Μια βραδιά γεμάτη μουσική… Μια μουσική περιπέτεια ξεκινά.

Η σοπράνο Κάτια Πάσχου θα ερμηνεύσει την Μαρία Κάλλας κι η Αργυρώ Καπαρού, τη Σοφία Βέμπο.

 kallas monroe texnes plus

«Όταν η Κάλλας συνάντησε τη Μονρόε»: Ένας φανταστικός διάλογος για μια πραγματική συνάντηση

Η Μαρία Κάλλας κι η Μέριλιν Μονρόε είχαν συναντηθεί, στις 19 Μαίου του 1962, στα γενέθλια του Τζον Κέννεντυ στο Madisson Square Garden της Νέας Υόρκης. Η μέρα έχει περάσει στην ιστορία με το αισθησιακό Happy Βirthday Mr. President, που ερμήνευσε η ξανθιά ηθοποιός.

Λίγα γνωρίζουμε για το τι κουβέντες αντάλλαξαν, εάν αντάλλαξαν, οι δυο τους εκείνο το βράδυ. Τι θα μπορούσαν να είχαν πει δυο γυναίκες φαινομενικά εκ διαμέτρου αντίθετες;Τι σχέση μπορεί να έχουν οι παραπάνω ερωτήσεις με τη συνάντηση αυτών των δυο;

Από τον Ιανουάριο στο Bar του Θεάτρου «Άλφα. Ιδέα» η ομάδα Dots θα μας βάλει στο κλίμα αυτής της συνάντησης. Στην παράσταση θα δούμε τη Δανάη Σταματοπούλου και τη Τζελέπη Αναστασία.

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

Καταλαβαίνεις πόσο γενναιόδωρος και σπουδαίος είναι ένας καλλιτέχνης, όταν μετά από μια συνέντευξη μαζί του, σχεδόν αδυνατείς, να ξεχωρίσεις μόνο μια φράση του για τίτλο.

Η Πέγκυ Σταθακοπούλου, δεν δίνει συχνά συνεντεύξεις κι όταν το κάνει, προτιμά να το βλέπει σαν μια κουβέντα, όπου με απλότητα κι αφοπλιστική ειλικρίνεια σου αποκαλύπτει την αλήθειά της. Την ίδια αλήθεια, που επιδιώκει να ανανεώνει κάθε βράδυ στη σκηνή.

Φέτος, έρχεται αντιμέτωπη με δύο ρόλους στο θέατρο και πρωταγωνιστεί σε καθημερινή τηλεοπτική σειρά, μετά από μια δεκαετή απουσία από τη μικρή οθόνη. Μ’ αφορμή τη δυναμική της επιστροφή κάναμε μια κουβέντα για το θέατρο, την τηλεόραση, τους ρόλους, τους φόβους, τα φαινόμενα βεντετισμού, τη σχέση μητέρας-κόρης, την αγάπη, τα όνειρα, την υστεροφημία και την αυτογνωσία.

Παρόντες νοερά o Λευτέρης Βογιατζής , ο Μάνος Κατράκης , η Αλίκη Βουγιουκλάκη , η Βέρα Ζαβιτσιάνου , ο Αλέκος Αλεξανδράκης : «Μεγάλοι ηθοποιοί, που ήταν παιδιά, μαθητές που έτρεμαν για κάθε ατάκα» , όπως θα μου επισημάνει την ίδια, συνειδητοποιώντας από τα πρώτα της βήματα, ότι βλέπει «το θέατρο σαν κάτι ιερό, αλλά όχι σαν καριέρα ή τακτική» .

pegi stathakopoulou texnes plus2

Έχω την αίσθηση ότι δεν δίνετε συχνά συνεντεύξεις…

Αλήθεια είναι αυτό.

Γιατί;

Εδώ και αρκετά χρόνια, όταν δίνω μια συνέντευξη έχω περισσότερο την αίσθηση ότι κουβεντιάζω με κάποιον, παρά ότι υπάρχουν κάποιες συγκεκριμένες ερωτήσεις, οι οποίες πρέπει να απαντηθούν κάπως. Δηλαδή το σχήμα μιας κλασικής συνέντευξης, δεν μου πολύ αρέσει. Η κουβέντα, όμως, μου αρέσει. Δεν μιλάω συχνά, γιατί τα τελευταία χρόνια δεν δουλεύω κάθε σεζόν. Γενικότερα, πιστεύω, ότι δεν είναι πάντα κατάλληλη στιγμή να μιλάς είτε για τη δουλειά σου, είτε για τα προσωπικά σου. Υπάρχουν εποχές που δεν κομίζεις κάτι νέο και αυτό είναι κουραστικό και για σένα και για τους άλλους.

Κάνετε συχνά διαλείμματα, αλλά φέτος επιστρέψατε δριμύτερη με δύο θεατρικές παραστάσεις και μια καθημερινή σειρά!

Ναι, φέτος έγινε το αντίθετο. Η αλήθεια είναι ότι εδώ και πάρα πολλά χρόνια κάνω μεγάλα διαλείμματα κι όταν επιστρέφω συγκεντρώνομαι σ’ ένα πράγμα. Ανεξάρτητα μ’ αυτό που συμβαίνει φέτος, νομίζω ότι αυτός είναι ο δικός μου τρόπος να δουλεύω, να αφοσιώνομαι σε ένα έργο και μέσα σ’ αυτό να ταξιδεύω.

Αυτή τη σεζόν, ήρθαν έτσι τα πράγματα, ώστε δεν μπόρεσα να τους αντισταθώ. Πρώτα έγινε μια θεατρική πρόταση για το «Μη σκοτώνεις τη μαμά» και διαβάζοντας το έργο δεν μπορούσα να πω όχι. Το βρήκα εξαιρετικά τρυφερό κι επειδή και σε προσωπικό επίπεδο, μ’ αφορά η σχέση της μαμάς –κόρης, με συγκίνησε κι είπα έτσι απλά: «Θέλω!». Στην πορεία ήρθε η πρόταση του Μάνου Καρατζογιάννη γι’ αυτό το σπουδαίο έργο της Λούλας Αναγνωστάκη («Ο ήχος του όπλου»), που δεν πιστεύω ότι μπορείς να πεις «όχι» σ΄ αυτό και σε συνδυασμό ότι η κάθε παράσταση είναι τρεις μέρες την εβδομάδα, σκέφτηκα να δεχθώ και τις δύο προτάσεις.

Και κάπου εκεί ήρθε κι η τηλεοπτική πρόταση;

Ναι, είχα δέκα ολόκληρα χρόνια να κάνω τηλεόραση.

Γιατί;

Την τηλεόραση την αγαπώ πάρα πολύ και μου έχει λείψει όλα αυτά τα χρόνια. Σαν μεγαλύτερη είχα ζήσει άλλες εποχές της τηλεόρασης κι οι προτάσεις, που έρχονταν τα τελευταία χρόνια δεν αντιστοιχούσαν σ’ αυτά που ονειρευόμουν να κάνω τηλεοπτικά.

Από την άποψη του σεναρίου και της παραγωγής εννοείτε;

Από όλες τις απόψεις. Έτσι, όταν διάβασα το σενάριο για τον «Πρίγκιπα της φωτιάς», λαχτάρησα να παίξω! Είδα μια ιστορία με ενδιαφέρον και μια ηρωίδα, η οποία είναι γραμμένη εξαιρετικά από τον Γιώργο Κυρίτση και την ομάδα του. Μου δίνεται η ευκαιρία να την εξελίξω υποκριτικά.

Επίσης, το γεγονός ότι ήταν ο Χρήστος Δήμας στη σκηνοθεσία, στον οποίο έχω μια τρομερή αδυναμία, με έκανε να πω ακόμα πιο εύκολα το «ναι». Δίπλα στον Χρήστο, είναι δύο εξαιρετικοί σκηνοθέτες, ο Βασίλης ο Τσελεμέγκος, με τον οποίο έχω κάνει τρία σίριαλ και τον λατρεύω αλλά κι ο Κώστας Βαρελίδης, που δεν έχουμε ξανασυνεργαστεί αλλά μου αρέσει πολύ η δουλειά του. Τέλος, στη σειρά παίζουν πολλοί αξιόλογοι συνάδελφοι από το θέατρο, οι οποίοι ξέρω ότι δεν κάνουν εύκολα τηλεόραση.

Έτσι, λοιπόν, δέχτηκα κι αυτή την πρόταση και τώρα χτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο! (γέλια). Όχι, επειδή δεν περνάω καλά, αλλά επειδή και τα τρία είναι πολύ απαιτητικά και δεν πρέπει το ένα να υπάρχει εις βάρος του άλλου. Σίγουρα, αυτή η κατάσταση είναι μια άσκηση πειθαρχίας για μένα και με ιντριγκάρει πολύ το γεγονός, ότι έχω τρεις τελείως διαφορετικές γυναίκες να ερμηνεύσω.

Έχοντας, όμως, βιώσει τις εποχές, όπου κάνατε εννέα μήνες πρόβα, αναφέρομαι για παράδειγμα στο «Bella Venezia» και τον Λευτέρη Βογιατζή, πώς προσαρμόζεστε, σήμερα, σ’ αυτή τη fast-forword εποχή;

Σ’ αυτά τα μικρά θέατρα, που δουλεύω τώρα, δεν είχα ξαναδουλέψει τα τελευταία χρόνια. Ο τελευταίος μικρός χώρος που με φιλοξένησε ήταν το θέατρο Τέχνης, όπου κι εκεί ίσχυαν τότε, και φαντάζομαι και σήμερα, αυτά που έχω μάθει εγώ ως γενιά, ότι έχουμε το θέατρο δικό μας όλη μέρα και μπορούμε να μπούμε ανά πάσα στιγμή μέσα να κάνουμε πρόβα, ότι ξέρουμε που βρίσκονται, ανά πάσα στιγμή, τα πράγματά μας και τα φροντιστηριακά μας είδη κ.λ.π. Μπαίνοντας σ’ αυτή τη διαδικασία, τώρα, βλέπω πως λειτουργούν αυτοί οι νέοι χώροι, στους οποίους γίνονται πολλά κι ενδιαφέροντα πράγματα για να επιβιώσουν. Ταυτόχρονα, όμως, αυτό φέρνει μια φοβερή ανατροπή σε μια σειρά από δεδομένα που έχουμε στο θέατρο. Αυτό, για να είμαι ειλικρινής, με έχει τρομάξει και μ’ έχει αποπροσανατολίσει πολλές φορές. Από την άλλη, όμως, δεν είναι μια πρόκληση να προσπαθείς, ακόμα και σε δύσκολες συνθήκες, να βρεις την αυτοπειθαρχία σου και την ισορροπία σου και να μην χαθεί η αγάπη γι’ αυτό που κάνεις; Νομίζω είναι.

Επομένως, σ’ αντίθεση με την Κάτια στον «ήχο του όπλου», η οποία θέλει να αλλάξει τα πάντα, αλλά δεν μπορεί, εσείς προσαρμόζεστε εύκολα στις αλλαγές;

Δεν είμαι εύκολη στις μεγάλες αλλαγές, στις βαθιά συναισθηματικά αλλαγές. Προσαρμόζομαι όμως σ’ άλλα πράγματα. Δεν δένομαι με τα αντικείμενα και τις μικρές καθημερινές συνήθειες, μου αρέσει να αλλάζουν τα προγράμματά μου και να μπαίνουν καινούργια ενδιαφέροντα στη ζωή μου, νέοι συνεργάτες και φίλοι.

Είμαι πάρα πολύ ανασφαλής, αλλά μ’ έναν υπόγειο τρόπο, όσο μεγαλώνω πιο πολύ συμβαίνει αυτό, μου αρέσει να αισθάνομαι ότι όλα εκκρεμούν μ’ έναν τρόπο. Δεν μου δημιουργεί τους τρόμους που μου δημιουργούσε νεότερη. Ίσως, αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι η συνεργασία μου με τον Λευτέρη Βογιατζή μου έμαθε μερικά πράγματα πάρα πολύ σοβαρά. Φυσικά, μου δημιούργησε καινούργιες αγωνίες, γιατί κατάλαβα για παράδειγμα τι σημαίνει κάθε βράδυ να γεννιέται μια αλήθεια, η οποία είναι συνεπής με τον ρόλο, τον χαρακτήρα και τη δουλειά που έχει γίνει αλλά, ταυτόχρονα, να είναι και καινούργια αλήθεια.

pegi stathakopoulou texnes συν 3

Πόσο εφικτό είναι αυτό;

Είναι δύσκολο κι όταν ο εαυτός μου με προδίδει και δεν συμβαίνει αυτό, είμαι πάρα πολύ δυστυχισμένη, γιατί τώρα πια έχω συνείδηση ότι λέω ψέματα.

Είναι σαν αυτό που λέει η Νίνα στον μονόλογό της στον «Γλάρο», ότι είναι άσχημο να ξέρεις ότι δεν παίζεις καλά;

Ναι, και πάλι θα πω κάτι που έλεγε ο Λευτέρης, ο οποίος μου λείπει πολύ και σαν άνθρωπος, γιατί μπορεί να μην ήμασταν κολλητοί φίλοι, αλλά μου έδωσε πολλά και τον αγάπησα πολύ. Έλεγε ότι παίζουμε για όλους τους θεατές, αλλά θα πρέπει να μας απασχολεί ο ένας ευφυής θεατής, ο οποίος θα καταλάβει το ψέμα που βγάλαμε από την τσέπη μας. Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει μόνο ένας ευφυής θεατής, υπάρχουν πολλοί περισσότεροι. Εμείς νομίζουμε ότι μπορούμε να τους ξεγελάσουμε. Πιστεύω, ότι ένας ευαίσθητος άνθρωπος, μπορεί να μην ξέρει να σου πει τι ακριβώς του φταίει στην ερμηνεία σου, αλλά διαισθάνεται πότε η απόλυτη αλήθειά σου έρχεται στη σκηνή και πότε κάνεις σκόντο.

Επομένως, αυτό κρατάτε από τον Λευτέρη Βογιατζή;

Και άλλα πολλά… Κρατάω αυτό που έλεγε: «Μη φοβάσαι να κρεμαστείς στο κενό, γιατί μόνο έτσι υπάρχει περίπτωση να μάθεις κάτι, να δοκιμάσεις κάτι καινούργιο και να μην είσαι μια συνεχής επανάληψη του εαυτού σου». Δεν είναι εύκολο, είναι πάρα πολύ δύσκολο όλο αυτό. Όταν, καμιά φορά, σου συμβαίνει πραγματικά αισθάνεσαι πολύ απελευθερωμένος ως προς την εικόνα σου. Γιατί το πρόβλημα στο θέατρο είναι ότι δεν έχουμε εικόνα του εαυτού μας, πλάθουμε μια εικόνα του εαυτού μας για εμάς την ώρα που ερμηνεύουμε έναν ρόλο κι αυτή κυνηγάμε κάθε βράδυ να αναπαράξουμε. Αυτό είναι λάθος γιατί κάθε βράδυ η στιγμή είναι διαφορετική, οι θεατές άλλοι, επομένως άλλη ατμόσφαιρα κι είσαι άλλος κι εσύ, γιατί έχουν μεσολαβήσει γεγονότα από την μια μέρα στην άλλη. Επομένως, αυτή την αλήθεια οφείλεις να την ανανεώνεις, να της επιτρέπεις να ανανεώνεται για να ακριβολογήσω.

Πέρα από το σκηνικό φόβο, τι άλλο φοβάστε;

Φοβάμαι τις απώλειες σημαντικών σχέσεων κι αγαπημένων ανθρώπων. Φοβάμαι μήπως κάποτε αλλάξει τόσο πολύ η σχέση μου με την κόρη μου, που χάσει αυτό το ιερό και πολύτιμο που έχει για μένα. Ξέρω, ότι θα αλλάξει όσο μεγαλώνει, και πρέπει να αλλάξει, αλλά δεν θέλω να χαθεί τίποτα από αυτό το πολύτιμο που μας δένει. Γιατί για μένα η σχέση μου με τη Χριστίνα είναι ό,τι πιο σημαντικό έχω. Όχι, τόσο με την έννοια της μάνας – κόρης, όσο ότι είναι ο μοναδικός άνθρωπος στη ζωή μου, που μ’ έχει αγαπήσει με τον τρόπο που εγώ έχω ανάγκη να αγαπιέμαι.

Με ποιο τρόπο έχετε ανάγκη να αγαπιέστε;

Δεν ξέρω, οι άλλοι το ξέρουν. Εννοώ, αυτό είναι που σε συνδέει βαθιά μ’ έναν άνθρωπο, όταν ανακαλύπτεις τον τρόπο που εκείνος έχει ανάγκη να τον αγαπάς κι εκείνος είναι εκεί για σένα. Δεν ορίζεται πάντα με λόγια, σίγουρα μ’ ενδιαφέρει να αποδέχεται τη διαφορετικότητά μου, να μπορεί να καταλάβει τις στιγμές της δικής μου απομόνωσης, την ελευθερία που έχω ανάγκη να έχω, το να μου επιτρέπει να αλλάζω και, κυρίως, να μην φοβόμαστε να λέμε αλήθειες.

Έχετε εκφράσει ένα γλυκό παράπονο για τη μητέρα σας που δεν είχε χρόνο να παίξει μαζί σας…

Ναι, η μητέρα μου ήταν μια σκληρά εργαζόμενη γυναίκα, η οποία κατάφερε πολλά πράγματα, χωρίς τις ευκολίες που έχουμε σήμερα. Τη θαυμάζω πάρα πολύ και την αγαπώ πάρα πολύ. Είναι αλήθεια ότι μου έλειψε η παρουσία της, γιατί απλώς δεν μπορούσε να σπαταλήσει χρόνο μ’ εμάς, με το παιχνίδι, με τη σκανταλιά, τη χαζομάρα… Τέτοια πράγματα που τα παιδιά έχουν ανάγκη.

Να φανταστώ ότι γι’ αυτό κι εσείς κάνετε αυτά τα μεγάλα διαλείμματα για να είστε κοντά στη Χριστίνα;

Ακριβώς, εγώ επειδή έκανα τη Χριστίνα σε μεγάλη σχετικά ηλικία και με πολύ κόπο, ήταν τόσο σημαντικό και μοναδικό γεγονός για μένα, που δεν ήθελα να χάσω καμία στιγμή της. Ακόμα κι όταν ξεκίνησα τη συνεργασία με τον Λευτέρη (Βογιατζή), την εποχή που η Χριστίνα ήταν τεσσάρων μηνών και τα ωράρια ήταν τρομακτικά, προτιμούσα να κοιμάμαι δύο με τρεις ώρες για να είμαι μαζί της.

Αισθάνεστε ότι σας έχει μετατοπίσει κι υποκριτικά η μητρότητα;

Με έχει μετατοπίσει ως άνθρωπο πολύ, οπότε σίγουρα και στην υποκριτική μου. Νομίζω όμως, ότι ο τρόπος που μεγαλώνω, κυρίως, με επηρεάζει περισσότερο ο τρόπος που δέχομαι τον χρόνο ή δεν τον δέχομαι, πολλές φορές, μερικές φορές , όλα αυτά που με τρομάζουν και όλη η προσπάθεια να δω πολλές πλευρές του εαυτού μου, νομίζω ότι αυτά με μετακινούν συνεχώς. Είναι ένα σύνολο εργαλείων αυτογνωσίας που έχουμε όλοι οι άνθρωποι. Δεν είναι μόνο η σχέση μας με τους αγαπημένους μας ανθρώπους, δεν είναι μόνο η δουλειά μας, τα διαβάσματά μας, τα ταξίδια μας, η ψυχοθεραπεία, ακόμα και πρακτικά καθημερινά πράγματα είναι και άλλα πολλά τα εργαλεία που κανείς χρειάζεται για να καταλάβει λίγο καλύτερα τον εαυτό του. Νομίζω, όμως, ότι αυτό το σύντομο ταξίδι, που είναι η ζωή, μόνο γι’ αυτό τον λόγο έχει τόση αξία, να καταλάβεις λίγο από εσένα και λίγο από τον κόσμο.

Όλα αυτά τα δύσκολα που έχετε περάσει κι αναφέρομαι και στην περιπέτεια υγείας του συζύγου σας, αισθάνεστε ότι σας έχουν κάνει καλύτερο άνθρωπο ή ενδεχομένως σας έχουν κάνει πιο κλειστή, πιο επιφυλακτική;

Νομίζω ότι με γέμισαν πάρα πολλά στίγματα, μ’ έκαναν να αισθάνομαι πάρα πολύ εύθραυστη, μερικές φορές, ευάλωτη, πέρασα από στάδια φόβου, τρόμου και ταυτόχρονα έπρεπε να κρατηθώ στα πόδια μου, να βοηθήσω και να βοηθηθώ. Τελικά,πιστεύω, πως ό,τι άντεξα, ό,τι πέρασα και ό,τι έμεινε πίσω, μόνο για καλό έγινε, ή τουλάχιστον εγώ προσπάθησα να το δω έτσι….

Είστε φύσει αισιόδοξη, δηλαδή;

Ναι, υπάρχουν στιγμές που μελαγχολώ και κλείνομαι στον εαυτό μου. Μπορώ, όμως, να πω ότι αγαπώ πάρα πολύ τη ζωή και τους ανθρώπους και, ιδιαίτερα, τους νέους ανθρώπους πάρα πολύ, γι’ αυτό και θα διδάξω από τον άλλον μήνα.

Είχατε κι εσείς σπουδαίους δασκάλους στο Εθνικό Θέατρο…

Πολύ σπουδαίους κι η αλήθεια είναι ότι λείπουν αυτοί οι άνθρωποι σήμερα.

Πολύ νέα παίξατε με τον Μάνο Κατράκη στην τελευταία του παράσταση. Τι θυμάστε από εκείνη τη συνεργασία;

Θυμάμαι, πόσο αθώα με την έννοια, πόσο αδαής ήμουν. Αν κι ήμουν μόλις εννέα μηνών ηθοποιός κι ο Κατράκης ήταν ένα σύμβολο, δεν ήταν μόνο ένας πολύ μεγάλος ηθοποιός, ήταν ένα αερικό παρ’ όλα αυτά, δεν μ’ έκανε ποτέ να φοβηθώ δίπλα του.

Κατά έναν παράξενο τρόπο, όλο αυτό το δέος, το οποίο λογικά, θα προκαλούσε σ’ ένα νέο ηθοποιό, δεν υπήρχε. Αντίθετα, υπήρχε ένα αίσθημα ασφάλειας δίπλα του, ένα αίσθημα ότι πρέπει να παρακολουθώ είτε αυτό που λέει, είτε αυτό που μου ζητάει, είτε αυτό που ο ίδιος κάνει πάνω στη σκηνή. Αλλά όλο αυτό δεν γινόταν με τεράστιο κόπο, δεν ξέρω πώς να το πω… Επίσης, ήταν ένας πάρα πολύ τρυφερός και γενναιόδωρος άνθρωπος.

Θυμάμαι, μια φορά, είχα πάει στο θέατρο, πάρα πολύ λυπημένη και στενοχωρημένη, για προσωπικούς μου λόγους, και με το που με είδε είπε στη Λίντα Άλμα, η οποία ήταν πάντα μαζί στις πρόβες, «Λίντα, παίρνουμε το παιδί και πάμε για ψάρι τώρα».

Ο Κατράκης είχε ένα βάρος, ένα μέγεθος τεράστιο, αλλά δεν είχε τίποτα από βεντετισμούς, τους οποίους συνάντησα πολύ συχνά αργότερα στο θέατρο.

Πιστεύετε ότι οι βεντετισμοί είναι πιο έντονοι σήμερα;

Βεντετισμοί για το τίποτα κι από το τίποτα! Από ανθρώπους που είναι τίποτα δημιουργούνται κάτι απίστευτες συνήθειες και βεντετιστικές συμπεριφορές, και άνθρωποι που είχαν το μέγεθος, το ταλέντο, τη λάμψη ήταν οι πιο εργατικοί, οι πιο μεθοδικοί, οι πιο σοβαροί. Το ίδιο ίσχυε με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τη Βέρα Ζαβιτσιάνου, τον Αλέκο Αλεξανδράκη, τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο και τον Νικήτα Τσακίρογλου στα νεότερα χρόνια. Μεγάλοι ηθοποιοί, οι οποίοι ήταν παιδιά, μαθητές που έτρεμαν για κάθε ατάκα. Δεν είναι έτσι σήμερα, αυτό δεν σημαίνει και το λέω επειδή δουλεύω με νέα παιδιά ότι δεν έχουν λαχτάρα. Νομίζω, όμως, ότι υπάρχει ένα κενό του τι γίνεται με τα παιδιά, όταν μπαίνουν στις σχολές. Εκεί μέσα χτίζεται μ’ άλλους όρους από αυτούς που δημιουργούσαν σ’ εμάς μια τεράστια αίσθηση ευθύνης.

Αν σας ζητούσα να συλλέξετε κάποιες στιγμές από τη ζωή σας στο θέατρο και να τις βάλετε σ’ ένα μαγικό μπαούλο για να τις θυμάστε πάντα, ποιες θα επιλέγατε;

Όσον αφορά στο θέατρο, δεν μπορώ να ξεχωρίσω εύκολα. Σίγουρα, θα έπαιρνα στιγμές από τη ζωή μου με τον Κατράκη, από τις στιγμές μου με την Αλίκη, από τα βράδια μου με τη Ζαβιτσιάνου, από τον Λευτέρη Βογιατζή, από τη γαλήνη και την ομορφιά που υπάρχει στο Υπόγειο του Κουν κι από τα διαβάσματά μου με την Πηνελόπη Δέλτα, την οποία αγάπησα πολύ κι ως προσωπικότητα και σαν ρόλο, όταν μου δόθηκε η ευκαιρία.

Από την προσωπική μου ζωή, θα έβαζα τις δυνατές ερωτικές στιγμές που είχα, την κόρη μου πάνω απ’ όλα, τη σχέση μου με τον αδερφό μου και τη μητέρα μου, κάτι από τα λουλούδια μου, που τους μιλάω κι ασχολούμαι πολύ μαζί τους και σίγουρα κάτι από τα όνειρά μου.

stathakopoulout texnes plus

Τα διαλείμματα που συχνά κάνετε μου δίνουν μια αίσθηση ότι δεν ενδιαφέρεστε και τόσο για την υστεροφημία σας. Ισχύει αυτό;

Ναι, ούτε για την καριέρα με την έννοια ότι εγώ πριν φύγω από αυτή τη ζωή πρέπει να παίξω, αυτούς τους ρόλους. Πρέπει να παίξω μια Μπλανς για παράδειγμα. Ποτέ δεν το είχα αυτό και νομίζω ότι, στη δική μου περίπτωση, αυτό ήταν ζήτημα ατολμίας, όχι τόλμης. Γιατί δεν ένιωθα ποτέ πάρα πολύ σίγουρη ως ηθοποιός, ώστε να διεκδικήσω μεγάλους ρόλους. Να πάρω εγώ μια θεατρική αίθουσα και να παίξω τον ρόλο που θέλω.

Μου κάνει εντύπωση να το λέτε αυτό, μετά από τόσα χρόνια διαδρομής.

Κι όμως δεν έφτασα πότε στο σημείο να πω, για παράδειγμα: «εγώ θα πάρω αυτό το έργο, αυτό το θέατρο, θα ζητήσω να μου βάλει λεφτά ο συγκεκριμένος άνθρωπος, θα οργανώσω έναν θίασο και θα πάω να το κάνω». Ήμουν άτολμη. Γενικά στη ζωή μου, ενώ είμαι πολύ τολμηρή, έχω κι ένα κομμάτι πολύ άτολμο. Επίσης, νομίζω ότι σχετικά νωρίς συνειδητοποίησα, ότι το θέατρο, το αγαπάω κι είναι για μένα πολύ ιερό, αλλά δεν μπορώ να το δω σαν καριέρα και σαν τακτική. Βάζω στόχους και πάω για τον επόμενο, ήταν σαν πολλές φορές να καθόμουν στην άκρη και να περίμενα τι θα έρθει να με συναντήσει. Και όλοι αυτοί οι ρόλοι ήρθαν και με βρήκαν, αν θέλεις το πιστεύεις.

Εντάξει, δεν πιστεύω ότι ήταν μόνο τύχη….

Θέλω να πω ότι υπήρχαν ρόλοι, που ήθελα να παίξω νέα και ήρθαν και με βρήκαν μετά από δέκα χρόνια, όπως ήταν η Ρωξάνη ή έργα όπως ήταν το «Ψηλά από τη Γέφυρα» κι «Ο θάνατος του Εμποράκου». Κάπως μεταφυσικά συνέβη όλο αυτό, σαν να ήρθαν όταν ήμουν έτοιμη.

Τώρα υπάρχει κάποιος ρόλος που θα θέλατε να παίξετε;

Θα ήθελα να παίξω έναν ρόλο, που έχει περάσει η ηλικία μου, αλλά θα ήθελα πολύ να αναμετρηθώ μαζί του. Μιλάω για την Άλμα, στο «Καλοκαίρι και Καταχνιά» του Τένεσι Ουίλιαμς. Δεν έχει σημασία που έχω μεγαλώσει, μπορείς να προσεγγίσεις κι έναν τέτοιο ρόλο, αρκεί να υπάρχει η άποψη που θα τον δικαιολογήσει. Θα μου άρεσε πολύ να παίξω και στο «Σκηνές από ένα γάμο» του Ινγκμαρ Μπέργκμαν, μου αρέσει πολύ ως έργο, όχι για τον ρόλο. Ναι, υπάρχουν πράγματα που τα αγαπάω αλλά δεν τα προγραμματίζω, θα έρθουν στην ώρα τους.

 

Οι 3 πρώτες φωτογραφίες είναι του Νίκου Πανταζάρα

Η Πέγκυ Σταθακοπουλου πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Μη Σκοτώνεις τη Μαμά» της Σαρλότ Κήτλυ, η οποία παρουσιάζεται στο θέατρο Olvio σε μετάφραση του Αλέξανδρου Κοέν, σκηνοθεσία της Ρέινας Σ. Εσκενάζυ.

Από τις 9 Νοεμβρίου θα την απολαύσουμε και στον «Ήχο του όπλου» της Λούλας Αναγνωστάκη, στο θέατρο Σταθμός, σε σκηνοθεσία του Μάνου Καρατζογιάννη.

Ενώ κάθε πρωταγωνιστεί και στην καθημερινή σειρά του Open TV «Ο Πρίγκιπας της Φωτιάς», σε σενάριο Γιώργου Κυρίτση και σκηνοθεσία Χρήστου Δήμα.

 

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

«Κι ένα τέταρτο μητέρας αρκεί για δέκα ζωές, και πάλι κάτι θα περισσέψει που να το ανακράξεις σε στιγμή μεγάλου κινδύνου». Οδυσσέας Ελύτης

 

Μητέρα: η πιο όμορφη λέξη στα χείλη της ανθρωπότητας. Η πιο σημαντική, αλλά και δύσκολη σχέση στις ζωές όλων μας, ζωντανεύει και φέτος στις αθηναϊκές σκηνές.

Μπορεί στα περισσότερα θεατρικά έργα να υπάρχει ή να αιωρείται η μητρική σχέση και τα ψυχολογικά επακόλουθά της στην ενήλικη ζωή των ηρώων, από τον Σαίξπηρ μέχρι την Αναγνωστάκη, η παγκόσμια δραματουργία, ανά τους αιώνες, εμπνεύστηκε από αυτή τη σχέση ζωτικής σημασίας για το άτομο και την εξέλιξή του, τέσσερις, όμως, παραστάσεις της πόλης τη βάζουν στο επίκεντρο και την εξιχνιάζουν άλλοτε με χιούμορ κι άλλοτε με συγκίνηση, όπως άλλωστε επιτάσσουν κι οι τίτλοι των έργων, που την κάνουν πρωταγωνίστρια.

 Mama ki ego den sagapo 13

«Μαμά, κι εγώ δεν σ' αγαπώ»

Για δεύτερη σεζόν ανεβαίνει στο θέατρο Επί Κολωνώ η σκηνική μεταφορά του αφηγήματος της Μαργαρίτας Φρανέλη, που πραγματεύεται άλλοτε με λυτρωτικό χιούμορ κι άλλοτε με αγωνιώδη ενδοσκόπηση το πάντα επίκαιρο και συχνά ακανθώδες ζήτημα των ενδοοικογενειακών σχέσεων.

Οι σχέσεις μητέρας-κόρης ξετυλίγονται στον χρόνο καλύπτοντας τρεις διαφορετικές γενιές. Η προσπάθεια να φωτιστεί το σκοτεινό παρελθόν, συχνά, επισκιάζει το εύθραυστο παρόν. Πόσο μοιάζουμε με τους γονείς μας; Πώς θα αποφύγουμε τα λάθη τους; Πόσο μας ακολουθούν τα παιδικά τραύματα; Πώς να αγαπήσουμε τα παιδιά μας; Πώς να καταλάβουμε τους γονείς μας; Το αφήγημα της Μαργαρίτας Φρανέλη (Εκδόσεις Πατάκη, 2009) αναζητά, εν τέλει, τη λύση του μέσα στη θεατρική πραγματικότητα.

Τη σκηνοθεσία και τη θεατρική διασκευή υπογράφει ο Θανάσης Χαλκιάς και πρωταγωνιστούν η Ηλέκτρα Γεννατά και η Μαρία Θρασυβουλίδη.

 

MH SKOTWNEIS TH MAMA NEW PHOTO 1

«Μη Σκοτώνεις τη Μαμά»

Το πιο διάσημο θεατρικό έργο της Σαρλότ Κήτλυ, παρουσιάζεται στο θέατρο Olvio σε μετάφραση του Αλέξανδρου Κοέν, σκηνοθεσία της Ρέινας Σ. Εσκενάζυ και πρωταγωνίστριες: την Αντιγόνη Γλυκοφρύδη, την Πέγκυ Σταθακοπούλου, την Ισιδώρα Δωροπούλου και την Ελίνα Γιαννάκη.

Το έργο διατρέχει τα εξήντα τελευταία χρόνια του 20ου αιώνα μέσα από τις ιστορίες τεσσάρων γυναικών (γιαγιά, μητέρα, κόρη, εγγονή). Πρόκειται για ένα σύγχρονο ψυχογράφημα των σχέσεων μητέρας – κόρης. Η μετ’ εμποδίων σχέση τους βεβαιώνει ότι δεν υπάρχει πιο επικίνδυνη και μοιραία, για την εξέλιξη του ανθρώπου, σχέση όσο αυτή της μητέρας με το παιδί της.

ti travame emeis oi manes texnes plus

«Τι τραβάμε και εμείς οι μάνες»

Στις 23 Νοεμβρίου αναμένεται να κάνει πρεμιέρα στο θέατρο Χυτήριο, η παράσταση «Τι τραβάμε και εμείς οι μάνες», η οποία βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο της Κατερίνας Μανανεδάκη. Το σπαρταριστό best seller της Κατερίνας Μανανεδάκη που, καταρρίπτοντας τον μύθο της τέλειας μάνας, θα σας κάνει γελάσετε με την αλήθεια του.

Ο Πάνος Αμαραντίδης και η Ελένη Λευθεριώτη υπογράφουν τη θεατρική απόδοση κι η Βάσια Παναγοπούλου συν-σκηνοθετεί με τον Πάνο Αμαραντίδη την ξεκαρδιστική κωμωδία.

Το βιβλίο θα ζωντανέψει σκηνικά μέσα από τις ερμηνείες: του Τόνυ Δημήτριου, της Κατερίνας Δημητρόγλου, της Σόφης Ζαννίνου, της Ελένης Καρακάση, της Νικολέττας Καρρά, του Γιώργου Μπανταδάκη και της Ελένης Τζώρτζη.

mana texnes plus faust

«ΜΑΝΑ»

Στο Θέατρο Faust παρουσιάζεται το θεατρικό έργο «ΜΑΝΑ» σε κείμενο και σκηνοθεσία του Σταμάτη Πακάκη. Πρόκειται για ένα μουσικό σκοτεινό κοινωνικό παραμύθι για ενήλικες. Όλα μπερδεύονται κατά τη διάρκεια του Ύπνου. Ύπνος με «Ύ» διότι είναι ο μικρός γιος της Νύχτας, φίλος των μικρών παιδιών, καθώς και σύμμαχος της Μάνας. Ποιας Μάνας; Της δικής σου Μάνας…, της δικής μου Μάνας…, της Μάνας όλων μας.

Η ιδέα της Μάνας, λοιπόν, πρωταγωνιστεί και στην παράσταση του Σταμάτη Πακάκη. Σχέση Μάνας-Παιδιού και πως αυτή διαμορφώνει την πορεία μας ως ενήλικες. Παιδικοί φόβοι, ενηλικίωση, «φορεμένοι» κοινωνικοί ρόλοι, βία κατά των γυναικών, το πέρασμα του χρόνου, η απώλεια των αγαπημένων προσώπων, το διαζύγιο, η υιοθεσία κι ο κοινωνικός καθωσπρεπισμός.

Στη σκηνή του Faust παρακολουθούμε μια ομάδα νέων ηθοποιών τους: Καλογιάννη Ευφημία, Κονταρίνη Μαρίνα, Μελά Ειρήνη, Πακάκης Σταμάτης, Τοπάλογλου Άρης-Ηλίας, Φουρλάνου Ουρανία.

 Από τη Γιώτα Δημητριάδη

 

Η κουβέντα τελειώνει και μου λέει: «κόλλα το!». Ένα στοίχημα που προηγήθηκε πριν πατηθεί στο μαγνητοφωνάκι το «rec» κερδήθηκε, ουσιαστικά, από τον Θοδωρή Αθερίδη.

Αντίθετα, οι δύο παλάμες που ενώθηκαν στιγμιαία παράγοντας τον χαρακτηριστικό ήχο, είχαν νικητή τη συνεργασία. Ίσως (και) σ’ αυτή την έννοια, πιθανολογώ, ότι στηρίζεται το καλλιτεχνικό οικοδόμημα που τον οδηγεί σε επιτυχίες, είτε στο θέατρο, είτε στη μικρή και τη μεγάλη οθόνη.

Αυτό επιβεβαιώνεται, τουλάχιστον, από τη σκηνική σύμπραξή του στο «Art» της Γιασμίν Ρεζά με τον Άλκη Κούρκουλο και τον Γιώργο Πυρπασόπουλο στη σκηνή του Μικρού Παλλάς, μια παράσταση που φέρει, και φέτος, τη σκηνοθετική του υπογραφή.

Για έναν πίνακα «αδειανό», για μια «Ελένη», η οποία ίσως ξανάρθει, μιλήσαμε μεταξύ άλλων με τον Θοδωρή Αθερίδη, που ετοιμάζεται να δοκιμαστεί και, πάλι, στο αρχαίο δράμα, ονειρεύεται να κάνει ταινία τη ζωή ενός κορυφαίου Έλληνα επιστήμονα, εξηγεί γιατί ποτέ δεν θα έκανε μήνυση σε κριτικούς, όπως ο Γιάννης Σμαραγδής, κι αποκαλύπτει τη μεγαλύτερη πλάνη που έχουν οι θαυμαστές του γι’ αυτόν.

 

 

atheridis texnes συν 2

 

Το «Art» έχει χαρακτηριστεί ως «άγριο ματς», σαν «μια μονομαχία σαλονιού που καταλήγει σχεδόν σε ψυχογράφημα», παράλληλα, η ίδια η Ρεζά προτιμά να το αποκαλεί «ένα δράμα αστεία γραμμένο». Εσείς πώς το προσεγγίσατε σκηνοθετικά;

Εγώ το προσέγγισα ως μια κωμωδία φίλων. Είναι ένα ανέκδοτο, το οποίο βαθαίνει τόσο πολύ σε βαθμό που τρομάζει. Φλερτάρει με τη φράση του Νίτσε «Όταν κοιτάς την άβυσσο, να ξέρεις ότι κι η άβυσσος αρχίζει να σε κοιτά», γιατί όταν αρχίζουν κι εμβαθύνουν οι άνθρωποι στις σχέσεις τους και στο τι θέλει ο ένας από τον άλλον, εκεί χρειάζεται ωριμότητα κι υπευθυνότητα. Εξαρχής, το αντιμετωπίσαμε σαν μια κωμωδία με βάθος.

Λέτε ότι όταν γράφετε ένα έργο έχετε στο μυαλό σας τους ηθοποιούς. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όταν διαβάσατε το έργο ίσχυε το ίδιο ή προϋπήρχε η τριάδα και ψάχνατε έργα;

Ναι, βέβαια. Βασικά ο πρώτος που σκέφτηκα ήταν ο Άλκης(Κούρκουλος) και μετά από κοινού επιλέξαμε, δια βοής, τον Γιώργο (Πυρπασόπουλο).

 

 

atheridis texnes συν 4

 

 

Μέσα στο έργο βλέπουμε και πόσο υποκειμενική είναι τελικά η κρίση για ένα καλλιτεχνικό προϊόν. Παλιότερα είχατε δηλώσει: «Ωραία τέχνη σημαίνει απολαυστική για όλους σε ένα πρώτο επίπεδο, ευδιάκριτη ακόμα και σε παιδί δημοτικού. Αν κάτι είναι πραγματικά καλό ο άλλος θα το απολαύσει ακόμα κι αν δεν το καταλάβει». Αυτή παραμένει η άποψή σας για την τέχνη;

Ναι, η υψηλή τέχνη είναι προσβάσιμη από τους πάντες. Υψηλή τέχνη είναι ο Μάνος Χατζιδάκις, δεν έχω γνωρίσει άνθρωπο, που να μην του αρέσει ο Χατζιδάκις. Αυτό νομίζω ότι τα λέει όλα. Από εκεί και πέρα, δεν σημαίνει πως ότι δεν αρέσει σ’ όλους δεν είναι τέχνη, δεν είναι υψηλή τέχνη, ίσως.

Η Ρεζά, αν και γυναίκα, έχει γράψει μια κωμωδία για το αντίθετο φύλο. Θα σας ενδιέφερε να κάνετε κι εσείς το αντίστοιχο;

Νομίζω ναι. Μου έχουν πει ότι γράφω καλά τους γυναικείους χαρακτήρες. Στο «Art», όμως, δεν συντρέχει μονάχα το ότι είναι καλογραμμένο για άνδρες. Έχει τέτοια πιστότητα ρεαλιστική και πύκνωση ποιητική, που είναι σαν πραγματικά η συγγραφέας να έχει απομαγνητοφωνήσει κομμάτια από τους φίλους της, από το περιβάλλον της.

atheridis texnes συν 6

 

Ίσως γι’ αυτό το έγραψε και πολύ γρήγορα, σ’ ενάμιση μήνα….

Ναι, κι εγώ έτσι τα γράφω τα έργα. Όταν παίρνεις φόρα βουτάς και το κάνεις! Σας ξαναλέω, αυτό το έργο έχει την ομορφιά της κεντρικής ιδέας, που είναι ένα ανέκδοτο. Από εκεί και πέρα αρχίζει και χορεύει… Κάνει υψηλή ραπτική, υφαντική μέσα από ανθρώπους που ξέρει.

Φαίνεται ότι το ευχαριστηθήκατε πολύ…

Ναι, και συνεχίζουμε τώρα ακόμη περισσότερο. Γιατί τώρα πια είναι ερμηνευτικό μόνο, ενώ μέχρι τώρα ήταν ερευνητικό. Ψάχναμε πράγματα, που είναι κι η δημιουργική φάση μιας παράστασης. Όταν, όμως, η φάση φτάνει στο ερμηνευτικό πια, τότε, πια έχει μείνει μόνο η απόλαυση.

atheridis texnes συν 7

 

Όταν υπογράφετε τη σκηνοθεσία και παίζετε και στην παράσταση, αισθάνεστε ότι αφήνετε κάτι να προηγηθεί;

Νομίζω, ότι πιο πολύ απελευθερώνομαι εγώ, τελικά, γιατί μπαίνω εφ’ όλης της ύλης και το παλεύω.

Δεν είναι, όμως, και περισσότερο στρεσογόνο να έχεις την ευθύνη όλης της παράστασης;

Όχι, δεν έχω στρες με τη δουλειά που επέλεξα να κάνω, ευτυχώς!

Είχατε πει ότι «όταν βλέπω κάποιον να παίζει καταλαβαίνω, αν είναι καλός άνθρωπος ή όχι». Πώς γίνεται αυτό;

Καταρχάς, να ξέρετε ότι είναι μια διαρκής έκθεση η σκηνή. Τι εκθέτεις; Τον ήρωα, τον οποίον παίζεις; Νομίζεις! Εκθέτεις τις σκέψεις τις δικές σου, πώς θα ήταν αυτός ο ήρωας που παίζεις, μέσα από αυτές τις επιλογές που έχεις αποφασίσει να κάνεις, μαζί με τον σκηνοθέτη σου, κυρίως, όμως ο τελικός διαμεσολαβητής προς το κοινό είσαι εσύ. Επομένως, αντιλαμβάνεσαι αν το άτομο που βλέπεις να παίζει, έχει μέσα του καλοσύνη, πονηριά, κακία.

Υπάρχει, πιστεύετε ηθικός κι ανήθικος τρόπος υποκριτικής;

Το ότι καταλαβαίνεις αυτό, δεν σημαίνει ότι κάποιος, ο οποίος δεν είναι τόσο καλός άνθρωπος είναι ανήθικος.

Εννοώ, αν παίζει εις βάρος των άλλων…

Ας κάνει ό,τι θέλει, αρκεί να παίζει καλά…! (γέλια)

Τη Δευτέρα ανακοινώθηκαν οι παραστάσεις που θα δούμε στην Επίδαυρο το καλοκαίρι του 2019. Το 2011 παίξατε με το Εθνικό Θέατρο στον «Ηρακλή Μαινόμενο», ενώ νωρίτερα είχατε σκηνοθετήσει την «Ελένη» του Ευριπίδη. Είχαν γίνει, μάλιστα, συζητήσεις να ξανανέβει στο «Παλλάς»;

Υπήρχε μια σκέψη, πέρσι, αλλά πήγε λίγο πίσω, γιατί οι πράκτορες δεν ήταν τόσο εύκολο να οργανώσουν το δίκτυο που χρειάζεται για τους τουρίστες, γιατί είναι μια πολύ ακριβή παραγωγή κι απαιτείται μεγάλη οργάνωση. Όμως, έχω ραντεβού την επόμενη εβδομάδα με τους παραγωγούς, τον Κεντ και τον Κατσαρίδη, για να δούμε τι θα κάνουμε τελικά. Αν θα είναι η «Ελένη» ή κάποιο άλλο.

Πάντως θα είναι αρχαίο δράμα.

Ναι, πρέπει να είναι αρχαίο δράμα ή σατυρικό, όπως είναι η «Ελένη». Νομίζω πάμε ή για τραγωδία ή για την «Ελένη».

Είναι μια ανατροπή αυτή η επιλογή σε σχέση μ’ όλα όσα έχετε κάνει;

Κοιτάξτε, δεν έχω ψευδαισθήσεις. Επειδή το αντικείμενό μου είναι πιο άμεσο, πιο κοντά σε εμένα, δηλαδή, το πώς είμαι σαν άνθρωπος, μ’ αυτό τον τρόπο, επεμβαίνω και στα δημόσια πράγματα, τα καλλιτεχνικά. Θέλω να κάνω κάποια πράγματα, που να είναι παρεμβατικά. Γι’ αυτό γράφω κι έργα, τα οποία αποτυπώνουν την πραγματικότητα που ζούμε, πολιτικά, κοινωνικά κ.λ.π. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η ενασχόλησή μου με το είδος της αρχαίας τραγωδίας δεν υφίσταται, είτε ως ηθοποιός, είτε ως σκέψη. Δεν έχω, λοιπόν, ψευδαισθήσεις. Κοινός τόπος είναι ότι το πρόβλημα με την αρχαία τραγωδία είναι, κυρίως, η πρόταση που έχεις να κάνεις με τον χορό. Το ερμηνευτικό μπορεί να είναι καλό ή κακό. Η σκηνοθεσία, όμως, για να έχει μια ουσιαστική πρόταση να κάνει, πρέπει να έχει λύσει το ζήτημα του χορού.

Έχουμε είδηση, λοιπόν, το καλοκαίρι θα σκηνοθετήσετε αρχαίο δράμα.

Μπορεί να μην είναι και το καλοκαίρι, αλλά τον Ιανουάριο. Θα δούμε.

atheridi texnes plus 9

Αν δεν είναι η «Ελένη» ποιο άλλο δράμα θα είναι;

Πρέπει να είναι κάποιο «εμπορικό», πολύ γνωστό για τους τουρίστες, η «Μήδεια», η «Ηλέκτρα»...

Κάποτε είχατε πει ότι σκέφτεστε να κάνετε μια ταινία με τη ζωή του διάσημου για το τεστ ΠΑΠ, γιατρού κι ερευνητή, Γεώργιου Παπανικολάου. Σε τι φάση βρίσκεται αυτό το σχέδιο;

Το θέλω πολύ! Έχω μαζέψει πάρα πολύ υλικό, έχω ένα βασικό εύρημα, το οποίο δεν στο λέω για να μην μου το κλέψουν… Είμαι πρακτικός άνθρωπος, δηλαδή, γράφω σενάρια για να γίνουν ταινίες και τα γράφω έτσι, που μετά ξεκινάνε γυρίσματα αμέσως. Αυτό όμως, επειδή κοστίζει πάρα πολύ, έχει μείνει πίσω. Μιλάμε για μια ταινία, η οποία χρειάζεται τουλάχιστον 5 με 6 εκατομμύρια ευρώ για να γίνει. Είναι εποχής, έχει την Κύμη της εποχής, τη Νέα Υόρκη, το Μαρόκο, αντιλαμβάνεστε τι κόστος έχει μια παραγωγή αμερικάνικου τύπου.

Θα παίζετε στην ταινία;

Όχι, δεν θέλω να παίζω.

Μιας και μιλάμε για ταινίες, αν είχατε και εσείς κριτικές, όπως ο κ. Σμαραγδής στον «Καζαντζάκη», όπου παίζατε κι εσείς, θα προχωρούσατε σε μηνύσεις; Έχουν υπάρξει κριτικές που σας έφτασαν στα όρια σας;

Όχι, γιατί εμένα δεν με πληγώνουν οι κριτικές, αλλά δεν με χαροποιούν κι όλας.

Δηλαδή, αν γράψει κάποιος, τον οποίο εκτιμάτε, μια θετική κριτική για το «Art» δεν θα σας χαροποιήσει το γεγονός;

Όχι, όχι, καθόλου! Εμένα με ενδιαφέρει η γενική αίσθηση που αφήνει μια δουλειά και πολύ γρήγορα την καταλαβαίνεις. Κάνεις μια δουλειά και πολύ γρήγορα βλέπεις τον αντίκτυπό της. Αυτό είναι το μόνο πράγμα που μ’ ενδιαφέρει και με χαροποιεί ή με στεναχωρεί. Το τι θα πεις εσύ, το τι θα πει ο άλλος, δεν με νοιάζει καθόλου.

Πώς το καταφέρατε αυτό;

Γιατί νομίζω, ότι κανένας δεν ξέρει το θέατρο καλύτερα από εμένα! Ακούγεται πολύ επηρμένο, αλλά την παράσταση που έστησα και δούλεψα τόσο καιρό, κανείς δεν την ξέρει καλύτερα από εμένα.

Σίγουρα… αλλά δεν μπορεί να πει ή να γράψει κάποιος, για παράδειγμα, «Δεν παίζει καλά ο Αθερίδης, ο Πυρπασόπουλος, ο Κούρκουλος»;

Ναι, φυσικά, κι αυτό θα με στεναχωρήσει, ειδικά αν ο Άλκης, ο Γιώργος ή εγώ δεν έχουμε παίξει καλά. Γιατί μπορεί και να τύχει αυτό, δεν το συζητάμε. Γενικά, όμως, στην αίσθηση της παράστασης καμία κριτική δεν με επηρεάζει.

atheridi texnes plus 10

Ποια πιστεύετε ότι είναι η μεγαλύτερη πλάνη που έχουν οι θαυμαστές σας για εσάς;

Δεν ξέρω, τι έχουν στο νου τους για μένα. Νομίζω, όμως, ότι κάποιοι από αυτούς με θεωρούν πολύ σοβαρό συγγραφέα κ.λ.π. Αυτοί πέφτουν έξω! (γέλια). Δεν είμαι σοβαρός…

Τι άνθρωπος είστε;

Νομίζω ότι είμαι αυτό που φαίνομαι, με μια διαφορά: φαίνεται ότι είμαι εξωστρεφής, ενώ είμαι πιο εσωστρεφής. Στην πραγματικότητα, είμαι ένας, εξωστρεφώς, εσωστρεφής.

Αυτό πόσο σας βοηθάει στη δουλειά;

Αυτόματα συμβαίνει. Ο καθένας πηγαίνει στη δουλειά με όποιο όπλο διαθέτει, τον χαρακτήρα του, τη γνώση, την εμπειρία και το ταλέντο του. Αυτά χρησιμοποιείς, θέλοντας και μη, και σ’ αυτά πρέπει να δίνεις σημασία.

Ποιο συναίσθημα κυριαρχεί, αυτή την εποχή, στη ζωή σας;

Πάει καλά το «Art» κι αυτό με χαροποιεί, γιατί οι καιροί είναι πάρα πολύ δύσκολοι. Χρωστάμε όλοι να θρέψουμε ανθρώπους, οι οποίοι δεν μπορούν να τα καταφέρουν με τη δομή του κράτους που έχουμε. Εννοώ, όλοι έχουμε αναλάβει κανά –δύο ανθρώπους του δημοσίου. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες βαλόμεθα από το σύστημα, το έχουμε αναλάβει με γνώση μας, αλλά είναι πολύ δύσκολο.

Αυτή τη στιγμή, το δημόσιο είναι ένας τομέας, ο οποίος δεν τα βγάζει πέρα πουθενά. Πουθενά δεν έχει κέρδος, παντού έχει παθητικό. Είναι δεδομένο, ότι πρέπει να υπάρχει και κάποιος πρέπει να το θρέψει.

Επομένως, είναι σαν να δουλεύετε για το κράτος. Νομίζω είχατε μιλήσει και για τα μεγάλα ποσά που καλείστε να πληρώσετε στην εφορία.

Ναι, δυσκολεύομαι πάρα πολύ, είμαι σε ρυθμίσεις επί ρυθμίσεων.

Να κλείσουμε την κουβέντα μας με την ταινία «Αιγαίο SOS». Πώς ήταν η εμπειρία των γυρισμάτων;

Η ταινία ξεκινάει, σε λίγες μέρες, τώρα 5 Νοεμβρίου κάνουμε την πρεμιέρα και 15 βγαίνει στους κινηματογράφους. Ένα καλοκαίρι, που πέρασα πάρα πολύ ωραία. Ντύθηκα με τα φανταρικά με 40 βαθμούς κελσίου και σκεφτόμουν ότι θα λιποθυμούσαμε με τόση ζέστη κι όλα αυτά τα κράνη, όπλα κ.λ.π. Παρ’ όλα αυτά, ούτε λιποθυμήσαμε, ούτε τίποτα, μια χαρά παρέα κάναμε εκεί. Έτσι έχω πολύ ωραίες αναμνήσεις.

atheridis texnes συν 1

Ο Θοδωρης Αθερίδης σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στο «Art» της Γιασμίν Ρεζά στο θέατρο Παλλάς.

Κινηματογραφικά θα τον δούμε στο «Αιγαίο SOS», την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Πιέρρου Ανδρακάκου, όπου πρωταγωνιστεί μαζί με τους Πάνο Βλάχο, Ευαγγελία Συριοπούλου, Μιχάλη Λεβεντογιάννη και θα βγει στις αίθουσες στις 15 Νοεμβρίου από την Odeon.

Αποκλειαστική φωτογράφιση για το texnes-plus Κοσμάς Ινιωτάκης.

Πέθανε στα 80 του χρόνια, την Κυριακή 21/10 από λοίμωξη του αναπνευστικού στο νοσοκομείο Σωτηρία,ο σπουδαίος θεατράνθρωπος, Γιώργος Μιχαηλίδης.
 
Η κηδεία του θα γινει την Τετάρτη 24 Οκτωβίου από το νεκροταφείο της Μεταμόρφωσης.    
 
Γεννήθηκε στη Ν. Ιωνία Αττικής το 1938. Διέκοψε τις σπουδές του στην αρχιτεκτονική σχολή στο Γκρατς της Αυστρίας για να σπουδάσει υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
 
Το 1965, δημιούργησε το Θέατρο Νέας Ιωνίας, στην ομώνυμη συνοικία της Αθήνας, το πρώτο λαϊκό περιφερειακό θέατρο στην Ελλάδα. Λειτούργησε μόνο για δυο χρόνια. Στο θέατρο Νέας Ιωνίας ανέβασε τα έργα: Μπόρχερτ «Έξω από την πόρτα», Ευριπίδη «Ορέστης», Καμπανέλη «Η αυλή των θαυμάτων», Μάτεσι «Η τελετή», Γκούφα «Η επιστροφή του ευεργέτη», Ανδρεόπουλου «Ο κομιστής ειδήσεων».
 
Το 1972, μέσα στη δικτατορία, δημιουργεί το πρώτο Ανοιχτό Θέατρο στην Κυψέλη, και παράλληλα εκδίδει το περιοδικό «Ανοιχτό Θέατρο», μια μηνιαία επιθεώρηση πολιτικού θεάτρου. Ανέβασε τα έργα : Μπύχνερ «Βόυτσεκ», Μισέλ «Κυριακάτικος περίπατος», Σκούρτη «Μπερτόλδος», Χόρβαρτ «Ιστορίες από το δάσος της Βίεννης», Γ. Μιχαηλίδη «Η δίκη των έξι» και «Η μάχη της Αθήνας», Ευριπίδη «Τρωαδίτισσες».
 44539116 975199706014920 631698631639957504 n
 
Το 1975, διακόπτεται η λειτουργία του Ανοιχτού Θεάτρου. Στα εννιά χρόνια που μεσολαβούν, ως τη δημιουργία του δεύτερου Ανοιχτού Θεάτρου, συνεργάζεται με τα κρατικά θέατρα και ανεβάζει με το Εθνικό Θέατρο: Ιονέσκο «Αμεδαίος», Άντον Τσέχωφ « Βυσσινόκηπος», Ευριπίδη «Ηλέκτρα», Σίλλερ «Μαρία Στιούαρτ», Σοφοκλή «Οιδίπους Τύραννος», Πλαύτου «Στοιχειωμένο σπίτι».
 
Στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος ανέβασε τα έργα: Γκόρκι «Εχθροί», Μολιέρου «Σχολείο Γυναικών», Λόπε Ντε Βέγκα «Φουέντε Οβεχούνα», Αισχύλου «Ικέτιδες».
 
Το 1984 αρχίζει η λειτουργία του δεύτερου Ανοιχτού Θεάτρου.
 
Ανέβασε τα έργα: Σαίξπηρ «Πολύ κακό για το τίποτα» (1984-85),
 
Καρόν ντε Μπομαρσαί «Κουρέας της Σεβίλλης» και « Γάμοι του Φίγκαρο» (1985-86),
 
Τζον Φορντ «Κρίμα που είναι πόρνη» (1986-87),
 
Σαίξπηρ «Τρικυμία» (1987-88),  Άουγκουστ Στρίντμπεργκ «Πελεκάνος» και «Τα δεσμά» (1987-88),
 
Φρανκ Βέντεκιντ «Λούλου» (1988-89),
 
Άντον Τσέχωφ «Τρεις Αδελφές» (1989-90),  Αριστοφάνη «Βάτραχοι» (Φεστιβάλ Επιδαύρου 1990),
 
Λεονίντ Αντρέγιεφ «Ανθή» (1990-1991), Γ. Μιχαηλίδη «Η Αθήνα μετά τη βροχή» (1990-91),
 
Σαίξπηρ «Άμλετ» (1991-92), Μορίς Μαίτερλινγκ « Γαλάζιο πουλί» (1991-92),
 
Άρτουρ  Σνίτσλερ «Μοναχικός δρόμος» (1992-93),
 
Αισχύλου «Ορέστεια» (1993-94), Σαίξπηρ «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας» (1993-94),
 
Α. Γιαλαμά «Το χρήμα» (1994-95), Μπέρτολτ Μπρεχτ «Ο κύκλος με την κιμωλία» (1994-95), Αριστοφάνη « Ειρήνη» (1994-95),
 
Φράνκ Βέντεκιντ «Το ξύπνημα της άνοιξης» (1995-96), Χάινερ Μίλλερ «Κουαρτέτο» (1995-96), Άντον Τσέχωφ «Πλατόνωφ» (1996-97), Π. Μάτεσι «Προς Ελευσίνα» (1997-98), Ίνγκμαρ Μπέργκμαν «Μετά την πρόβα» και «Τελευταία κραυγή» (1997-98),
 
Αριστοφάνη «Αχαρνής» (καλοκαίρι 1998),
 
Φρανκ Βέντεκιντ «Λούλου» (1998-99), Ιακ. Καμπανέλη «Στη χώρα Ίψεν» (1998-99),
 
Μπέρτολτ Μρέχτ «Η Μάνα Κουράγιο και τα παιδιά της» (1999-2000),
 
Ιακ. Καμπανέλη «Βίβα Ασπασία» και «Η τελευταία πράξη» (2000-01),
 
Άντον Τσέχωφ, διασκευή Γ. Μιχαηλίδη «Η κυρία με το σκυλάκι» (2001-02),
 
Αισχύλου «Ορέστεια» (2002-03),
 
Ροζέ Βητράκ  «Βικτώρ ή τα παιδιά στην εξουσία» (2003-04),
 
Άντον Τσέχωφ «Η ζωή είναι ωραία» (Τα μονόπρακτα : «Αίτηση σε γάμο», «Οι βλαβερές συνέπειες του καπνού» και «Η αρκούδα», (2005), Μάνου Ελευθερίου, Μάρως  Δούκα, Μένη Κουμανταρέα, μονόπρακτα με γενικό τίτλο «Μπλε μελαγχολία» (2007),
 
Ουίλλιαμ Σαίξπηρ «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας», Άντον Τσέχωφ «Ο θείος Βάνιας» και Γιάννη Σολδάτου «Όταν ο Σκαρίμπας κήρυξε τον πόλεμο κατά της Χαλκίδας» (2007-08).
 
Το 2009 στο Θέατρο Μέλι ανέβασε το έργο «Η αμφιβολία» του Τζον Πάτρικ Σάνλεϊ ενώ την ίδια περίοδο σκηνοθετεί και την κωμωδία της Βίλλης Σωτηροπούλου «Κάθε Δευτέρα χωρίζουμε;» (2009)
 
Στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας 2001-2004 έχει σκηνοθετήσει:
 
στο Μέγαρο Μουσικής την όπερα «Λυσιστράτη» του Μίκη Θεοδωράκη και
 
στο Ηρώδειο το έργο του Ιάκωβου Καμπανέλη «Μια κωμωδία».
 
Επίσης σκηνοθέτησε: στην Πειραματική της Λυρικής Σκηνής το «Φάρο» του Π.Μ. Ντέιβις το 2004,  με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος το «Τέλος καλό, όλα καλά», του Σαίξπηρ το 2005, και το «Ιφιγένεια η εν Ταύροις» του Ευριπίδη (Φεστιβάλ Επιδαύρου) το 2006.
 
Έχει σκηνοθετήσει στην τηλεόραση, σε δικά του σενάρια, τις σειρές:
 
Συμβολαιογράφος, Λαυρεωτικά, Άθλιοι των Αθηνών, Κάθοδος, Θυσία κ.α.
 
Δίδασκε στη Δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
 
Τα βιβλία του:
 
ΚΕΔΡΟΣ 1980, «Πέτρος Δαρζέντας», μυθιστόρημα,
 
ΥΑΚΙΝΘΟΣ 1980, «Φιλμ Νουάρ», μυθιστόρημα,
 
ΚΑΚΤΟΣ 1987, «Νέοι Έλληνες θεατρικοί συγγραφείς», μελέτη,
 
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ 1987, «Η Πύλη», νουβέλα,
 
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ 1991, «Τα Φονικά», μυθιστόρημα,
 
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ 1995, «λάμδα», μυθιστόρημα,
 
Τριλογία: Της Μοναξιάς, της Επανάστασης και της Λαγνείας:
 
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ 1999, Α΄ τόμος: «Μύηση», μυθιστόρημα,
 
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ 2002, Β΄ τόμος: «Λαβύρινθος», μυθιστόρημα,
 
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ 2004, Γ΄ τόμος: «Έξοδος», μυθιστόρημα,
 
Εκδόσεις του Αυγούστου 2008, «Ίλιγγος ‘59», μυθιστόρημα,
 
Εκδόσεις του Αυγούστου 2011, «Άγιοι έρωτες – Τα Μεγάλα Χρόνια», Α΄ τόμος, μυθιστόρημα,
 
Εκδόσεις του Αυγούστου 2013, «Άγιοι έρωτες – Τα Χρόνια της Οργής», Β΄ τόμος, μυθιστόρημα
 
 

 Από τη Γιώτα Δημητριάδη 

Ένα ξέφρενο πάρτι στήνεται στη σκηνή του θεάτρου Σταθμός. Πάνω στην ξύλινη κατασκευή (σκηνικό Γιάννης Αρβανίτης), η Πέγκυ Σταθακοπούλου με την Τζένη Σκαρλάτου δείχνουν να ξεφαντώνουν. Οι δύο τους είναι φίλες από παλιά, είναι η Κάτια κι η Μαρίκα, ενώ η Βασιλική Τρουφάκου τις ακολουθεί πιο συνεσταλμένα, ίσως, και λόγω της εγκυμοσύνης της Φανής, του ρόλου που υποδύεται.

Ο Μάνος Καρατζογιάννης αφήνει την καρέκλα του σκηνοθέτη για να δώσει τον παλμό στο θίασο. Η πρόβα για τον «Ήχο του όπλου» εξελίσσεται με ταχύτατους ρυθμούς, καθώς η πρεμιέρα στις 9 Νοεμβρίου, είναι προ των πυλών.

Λίγα λεπτά αργότερα, θα ξεκινήσει ένα πλάγιο φλερτ στα… ρώσικα. Έτσι η Πέγκυ Σταθακοπούλου, ως Κάτια, και ο Σταύρος Μερμήγκης, ως Ηλίας, θα χτίσουν έναν ξεχωριστό σκηνικό κώδικα.

«Δεν τον αγαπάτε πια;» τη ρωτάει εκείνος. «Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτή η λέξη, για μένα, μια λέξη υπάρχει μόνο, αγωνία» θα του απαντήσει εκείνη.

Μέσα από τα λόγια της Κάτιας συμπυκνώνονται τα υπαρξιακά αδιέξοδά του, έργο της Λούλας Αναγνωστάκη. Οι αγωνίες μιας γενιάς, που έμαθε να επιβιώνει με ήττες, το τραύμα της μοναξιάς και τις ενοχές της.

«Τα θερινά σινεμά» του Κάου Μπόι της ελληνικής μουσικής έριξε την αυλαία του πάρτι. Το κομμάτι που σημάδεψε όσο κανένα τον Λουκιανό Κελαηδόνη ακούγεται από το laptop του σκηνοθέτη κι όλοι οι ηθοποιοί ακολουθούν τους νοσταλγικούς στίχους παρασύροντας κι εμάς που τους παρακολουθούμε από την πλατεία.

prova stathakopoulou mermigis texnes plus 5

 

Όλα όσα διαδραματίζονται παρακολουθεί με καχυποψία, ακουμπισμένος στη γωνία της σκηνής, ο Αγησίλαος Μικελάτος, ο γιος της Κάτιας, ο Μιχάλης. Λίγο αργότερα θα κάνει την είσοδό του στη σκηνή και με βρεγμένο από τη βροχή μαλλί, ο Κώστας Νικούλι, στον ρόλο του Γιαννούκου.

Ο Μάνος Καρατζογιάννης πατά πάλι το play, επιλέγοντας ένα κομμάτι που δένει μοναδικά με την πολιτική κατάσταση που σχολιάζει η Αναγνωστάκη στο έργο. Έτσι από τα ηχεία του υπολογιστή, ακούγεται «Η Katyusha του ΚΚΕ» που κυκλοφόρησαν το 2015, ο Γιάννης Αγγελάκας κι ο Τζίμης Πανούσης και δημιούργησε μεγάλες αντιδράσεις, καθώς πρόκειται για μια παράφραση του ρωσικού τραγουδιού (Κατιούσα) που ήταν και ο αντάρτικος ύμνος του ΕΑΜ.

Ο νεαρός ηθοποιός φτάνει με ορμή στο κέντρο της σκηνής και σαν άλλος χούλιγκαν γηπέδου τραγουδά δυνατά βγάζοντας παράλληλα και την μπλούζα του:

«Με τις κάλπικες επιδοτήσεις

τους μισθούς ντροπής των βουλευτών

πλάι πλάι μαζί με χρυσαυγίτες

ορντινάντσα των καπιταλιστών»

 

 prova stathakopoulou mermigis texnes plus

 

Αυτή είναι μια μικρή γεύση από την πρόβα της σκηνής του πάρτι, από το αγαπημένο έργο της Λούλας Αναγνωστάκη που ανεβαίνει από το Θέατρο Σταθμός, τιμώντας τη μνήμη της σπουδαιότερης μεταπολεμικής συγγραφέως.

Η υπόθεση του έργου λίγο-πολύ γνωστή:

Παραμονές των εκλογών η Κάτια, Αθηναία δημότης, έρχεται στην Αθήνα από την επαρχία για να ψηφίσει, διαταράσσοντας την καθημερινότητα του δεκαεννιάχρονου γιού της Μιχάλη. Από την παλιά της φίλη Μαρίκα μαθαίνει πως ο Μιχάλης έχει εγκαταλείψει τη σχολή, στην οποία φοιτά και πως ετοιμάζεται να φύγει για την Αμερική, αφήνοντας πίσω την έγκυο κοπέλα του Φανή.

Στην προσπάθειά της να μεταπείσει τον Μιχάλη έρχεται αντιμέτωπη μαζί του. Εκείνος την απειλεί ότι θα αυτοκτονήσει με ένα παράνομο όπλο, που βρέθηκε στα χέρια του από μια μυστήρια ιστορία παρανομίας, στην οποία φέρεται να είναι μπλεγμένος ο δεκαεξάχρονος αδελφός της Φανής, ο Γιαννούκος. Όλα θα συμβούν γρήγορα υπό την απειλή ενός όπλου που δε θα εκπυρσοκροτήσει ποτέ, αλλά θα αλλάξει τη ζωή των ηρώων για πάντα.

 

 

prova karatzogianis texnes plus

 

Τι έχουν, όμως, να μας πουν οι ηθοποιοί κι ο σκηνοθέτης της παράστασης για όσα μέλλει γενέσθαι στη σκηνή του θεάτρου Σταθμός;

Ο Μάνος Καρατζογιάννης, όπως είναι γνωστό, εδώ και χρόνια ασχολείται με την δραματουργία της Λούλας Αναγνωστάκη.

Ο ίδιος μας λέει: «Είναι δεκαπέντε χρόνια που μ’ απασχολεί ο συγγραφικός κόσμος της Αναγνωστάκη. Έχω παίξει σε τέσσερα έργα της κι έχω σκηνοθετήσει άλλα τέσσερα. Έχω βγάλει ένα βιβλίο από τις εκδόσεις Σοκόλη («Στην Πόλη της Λούλας Αναγνωστάκη»), έχω επιμεληθεί την έκδοση του Εντευκτηρίου κι έχω οργανώσει, μαζί με τη Δήμητρα Κονδυλάκη και τον Γρηγόρη Ιωαννίδη, την έκθεση που έγινε το καλοκαίρι στο Φεστιβάλ Αθηνών».

Τι συμβαίνει, όμως, στα έργα της και τον έκανε να εντρυφήσει τόσο πολύ στο συγγραφικό τη σύμπαν;

«Για μένα είναι ένα ρολόι η ίδια η Ανγνωστάκη, ένα ρολόι της ζωής μου. Της οφείλω πάρα πολλά ως σκηνοθέτης, ως ηθοποιός, ως μελετητής κι ως άνθρωπος. Γιατί είχαμε και προσωπική σχέση. Μ’ έναν μοναδικό τρόπο, κάθε φορά, που δοκίμαζα κάτι για πρώτη φορά συνδεόμουν μ’ ένα έργο της. Πρώτη φορά, δηλαδή, έπαιξα στο θέατρο τον Γιωργάκη στην «Κασέτα», πρώτη φορά που σκηνοθέτησα ήταν πάνω σε δικό της έργο, πρώτη φορά που έγραψα. Είναι σαν να με πήρε από το χέρι σ’ όλες αυτές τις πρωτόγνωρες για μένα εμπειρίες. Τώρα εδώ συμβαίνει να έχει φύγει από τη ζωή κι είναι η πρώτη φορά που ετοιμάζω παράσταση με εκείνη απούσα», εξομολογείται ο Μάνος Καρατζογιάννης.

Αλήθεια, όμως, πώς αισθάνεται που αυτή τη φορά δουλεύει ένα θεατρικό της κείμενο, ενώ εκείνη δεν είναι πια μαζί μας;

«Παίρνω μια απόσταση ώστε να την αντιμετωπίσω, ως αυτό που πραγματικά είναι, μια συγγραφέας αντάξια των μεγάλων ευρωπαϊκών φωνών. Για μένα, δηλαδή, δεν είναι μόνο μια Ελληνίδα συγγραφέας, είναι μια συγγραφέας ανάλογη του Τσέχωφ, του Άλμπι κ.λπ, είναι διεθνούς κλίμακας. Δεν είναι τυχαίο ότι κι ο Κουν εκεί την τοποθετούσε και συνέκρινε τον «ήχο του όπλου» με τα κείμενα της τσεχωφικής δραματουργίας ως προς την ευαισθησία και το χιούμορ του έργου», μου λέει με θαυμασμό για τη συγγραφέα.

Όσον αφορά το έργο σημειώνει: «Είναι ένα έργο που συμβολίζει πολύ τον χρόνο και την υπαρξιακή αγωνία γύρω από τον χρόνο που περνά. Γι’ αυτό και είδατε στις πρόβες ότι ακούγεται στην παράσταση το τραγούδι του Λουκιανού Κηλαηδόνη «Τα θερινά σινεμά» που έχει επιλέξει η ίδια για τα νιάτα που περνούν. Είχε μια ιδιαίτερη σχέση με τον χρόνο, αλλά και την ελευθερία. Πώς διαχειριζόμαστε τον χρόνο; Τι επιλογές κάνουμε σε ιδιωτικό και δημόσιο επίπεδο;»

Ο σκηνοθέτης είχε μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με τη Λούλα Αναγνωστάκη. Του ζητώ, λοιπόν, να μοιραστεί μαζί μας κάτι από όλα αυτά που θα κρατάει για πάντα στην καρδιά του και συγκινημένος μου λέει: «Είναι πάρα πολλά… Αν υπήρχε άνθρωπος, ο οποίος να μπορούσε να σου δώσει την πιο γήινη συμβουλή αυτός ήταν η Λούλα. Ήξερες ότι είχες κάτι κι εκείνη θα σε συμβούλευε για το καλύτερο, με μια μοναδική ψυχραιμία. Ενώ είχε η ίδια αυτή την αγωνία που εκφράζει κι η Κάτια μέσα στο έργο και της ανυπέρβλητης ευαισθησίας, είχε, παράλληλα, μια πολύ σωστή σύνδεση με την πραγματικότητα. Επίσης, είχε μοναδικό χιούμορ η Λούλα. Κυρίως, όμως, αυτό που θα θυμάμαι είναι ότι ήταν η ίδια και στη δημόσια και την ιδιωτική της ζωή. Αυτό είναι κάτι πολύ σπάνιο, το έχω συναντήσει σ’ ελάχιστες περιπτώσεις καλλιτεχνών στην Ελλάδα, μια από αυτές ήταν εκείνη κι ο Μάνος Ελευθερίου. Άνθρωποι, οι οποίοι αυτό που έδειχναν ήταν και στην πραγματικότητα, όσο κοντά και να πήγαινες δεν έβλεπες κάτι διαφορετικό. Επίσης, είχε μια φοβερή διαίσθηση ως άνθρωπος, σε κοιτούσε κι ένιωθες ότι έφτανε πολύ βαθιά».

Στον Μάνο Καρατζογιάννη, όμως, δεν λείπει μόνο η συγγραφέας κι ο Μάνος Ελευθερίου: «Σίγουρα η παράσταση ανεβαίνει έναν χρόνο μετά τον θάνατο της Λούλας Αναγνωστάκη, αλλά είναι πολύ στη σκέψη μου κι η Χρύσα Σπηλιώτη, με την οποία παίζαμε μαζί σ’ αυτό το έργο πριν μια δεκαετία. Θα το γράψω και στο πρόγραμμα», μου λέει εμφανώς συγκινημένος και γι’ αυτή την απώλεια.

pegi stathakopoulou texnes plus

 

Η Πέγκυ Σταθακοπούλου έρχεται, για πρώτη φορά, στην καριέρα της αντιμέτωπη με έργο της Αναγνωστάκη και δηλώνει ενθουσιασμένη με την ηρωίδα της: «Η Κάτια είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες θεατρικές ηρωίδες. Γιατί είναι ένα πλάσμα, το οποίο φέρει θεατρικά πολλές στιγμές από ηρωίδες της παγκόσμιας δραματουργίας. Υπάρχουν στιγμές, που αισθάνεσαι ότι έχει κάτι από τις ηρωίδες του Τέννεσι Ουίλιαμς, άλλες φορές σου θυμίζει τη Νόρα, άλλες διακρίνεις τσεχωφικά στοιχεία. Είναι μια ύπαρξη πάρα πολύ ευάλωτη κι εύθραυστη, γι΄ αυτό τον λόγο έχει και μια ιδιαίτερη σχέση με το αλκοόλ. Αναζητά την ελευθερία της με κάθε τρόπο, αλλά ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία των ανθρώπων που είναι κουρασμένοι κι αδύναμοι, ώστε να αλλάξουν τη ρότα της ζωής τους».

Τι θα ήθελε, λοιπόν, να αλλάξει η Κάτια; «Τα πάντα! Να φύγει μακριά να ζήσει ελεύθερη. Να μεγαλώσει τα παιδιά της, έξω από το πολύ συγκεκριμένο πρότυπο της οικογένειας, του σχολείου, των σπουδών. Ονειρεύεται το “ανέφικτο” και συνθλίβεται από αυτή τη ζωή. Μ’ αφορμή τη σχέση της με τον γιό της. Εγώ νομίζω, ότι αν δεν ήταν αυτή η σχέση της μαζί του τόσο καταλυτική, ώστε να την οδηγούσε στο θάνατο, σίγουρα θα υπήρχε κάτι άλλο που θα την συνέτριβε. Είναι από αυτά τα πλάσματα που τελικά συνθλίβονται στο τέλος», μου λέει η ίδια, επισημαίνοντας ότι «οι αλλαγές όσο δύσκολες και αν είναι στην πραγματικότητα είναι η ίδια η ζωή».

Όσον αφορά το οιδιπόδειο σύμπλεγμα και τον τρόπο που φωτίζεται από την ερμηνεία της μέσα στο έργο, η Πέγκυ Σταθακοπούλου δηλώνει: «Νομίζω ότι όπως είναι γραμμένο το κείμενο κι όπως υποστηρίζεται από την ίδια την Αναγνωστάκη, μοιραία είναι πολύ ανάγλυφο. Το ζήτημα είναι η δοσολογία πάνω στην οποία πατάς και πόσο σ’ ενδιαφέρει να του βάλεις έναν προβολέα που θα το έχει σαν υπότιτλο ή θα το αφήσεις να αιωρείται. Γιατί έτσι κι’ αλλιώς στη σχέση των ανθρώπων και δη στις οικογενειακές σχέσεις και, μάλιστα,στη σχέση της μητέρας με τα παιδιά της υπάρχουν ποιότητες αισθημάτων που δεν μπορείς να τις ονομάσεις. Και το λέω κι ως μητέρα που έχω κόρη».

prova o ixos tou opolou texnes plus

Τον Σταύρο Μερμήγκη, θα τον απολαύσουμε σε μια μόνο σκηνή της παράστασης, στο πάρτι: «Ο Ηλίας είναι ένα πρόσωπο κάποιας ηλικίας, έχει σχέση με τη Μαρίκα, τη φίλη της Κάτιας και νομίζω πως, γενικά, τα έχει χαμένα μέσα σ’ αυτή την κατάσταση», μου επισημάνει.

Όσον αφορά την πολιτική κατάσταση της χώρας από τη δεκαετία του 1980, όταν και διαδραματίζεται το έργο μέχρι σήμερα, ο ίδιος μου επισημαίνει: «Η πολιτική κατάσταση έχει αλλάξει. Δεν μπορώ να πω ότι είναι ακριβώς ίδια. Τουλάχιστον, έχουμε περισσότερη γνώση για το τι πραγματικά συμβαίνει, ενώ τότε ήμασταν πιο ιδεολόγοι. Μιλάμε για εποχές και τώρα και σήμερα με φρούδες ελπίδες. Μας παραμυθιάζουν και δημιουργούν στο μυαλό μας μια ουτοπία, η οποία ποτέ δεν έρχεται».

vasiliki troufakou texnes plus

 

Η Τζένη Σκαρλάτου, η Μαρίκα της παράστασης, σημειώνει για τον ρόλο της: «Η Μαρίκα είναι η παιδική φίλη της Κάτιας, είναι αντισυμβατική και απελευθερωμένη. Δεν έχει παντρευτεί και διατηρεί, παράλληλα, σχέση με τον γιο της φίλης της, τον Μιχάλη κι έναν συνομήλικο της. Συναντιέται, για πρώτη φορά, με τη φίλη της μετά από καιρό κι υπάρχει η χαρά της επανασύνδεσης, αλλά υπάρχει και το πρόβλημα με το παιδί που θέλει να φύγει και το οποίο και οι δύο γυναίκες αγαπάνε, με διαφορετικό τρόπο βέβαια. Υπάρχει, όμως, και μια κριτική στάση της Μαρίκας απέναντι στην Κάτια».

Τι γοητεύει την ίδια σ’ αυτό το έργο;

«Το συγκεκριμένο έργο είναι, όσο κι αν ακούγεται κλισέ, διαχρονικό, γιατί άπτεται των ανθρωπίνων σχέσεων. Παρ’ όλο που έχει νύξεις για το πολιτικό status της εποχής που είναι γραμμένο, άνετα μπορείς να το μεταφέρεις και σε μια πιο σύγχρονη εποχή, γιατί εκεί που εστιάζει είναι οι ανθρώπινες σχέσεις και, κυρίως, αυτή η δισεπίλυτη σχέση μάνας και γιού»

agisilaos mikelatos texnes plus

 

Ο Αγησίλαος Μικελάτος, ερμηνεύει τον ρόλο του Μιχάλη κι είναι, η όπως μας είπε, η πρώτη φορά που έρχεται σε επαφή με κάποιο έργο της Λούλας Αναγνωστάκη. «Αυτό που βλέπω είναι ότι έχει στη γραφή της κάτι πολύ λοξό. Οι χαρακτήρες της, ο τρόπος που γράφει είναι πολύ άμεσος. Τα πολιτικά σχόλια που κάνει, γίνονται όλα με το γάντι, είναι όλα από κάτω».

«Όλοι οι ήρωες της Αναγνωστάκη δεν ζητούν κάτι, το απαιτούν. Ο καθένας με τον δικό του τρόπο. Η κυρίαρχη επιθυμία του Μιχάλη είναι να φύγει, να εξαφανιστεί, να μην υπάρχει. Σ’ ένα πολύ κομβικό σημείο του έργου λέει: ‘’Μακάρι να ήμουν αόρατος”. Είναι όλοι πάνω του, δέχεται πιέσεις από παντού κι έτσι η φυγή είναι η μόνη λύση για εκείνον. Ανοίγει, συνεχώς, θέματα και δεν κάθεται να τα αντιμετωπίσει. Αυτό που έχει μάθει να κάνει είναι να σηκώνεται και να φεύγει. Ο υπερστόχος του είναι η Αμερική, ως κάτι πολύ μακρινό και πολύ χαοτικό».

prova agisilaos milelatos texnes plus

 

Αλήθεια όμως πόσο έχει αλλάξει η πολιτική κατάσταση από τη δεκαετία του ’80, όταν και γράφτηκε το έργο;

«Νομίζω ότι δεν έχουν αλλάξει τα πράγματα. Δεν διαφέρει σε κάτι γι’ αυτό το λόγο και το έργο έχει αυτό το άχρονο στοιχείο, γεγονός που το κάνει και διαχρονικό», επισημαίνει ο Αγησίλαος Μικελάτος.

1C6A9210 1

Αντίθετα η Βασιλική Τρουφάκου είναι η μόνη από τον θίασο, που έρχεται αντιμέτωπη για τρίτη φορά στην καριέρα της με έργο της Αναγνωστάκη (μετά την «Παρέλαση» και το καλοκαιρινό «Εργοστάσιο» στο Φεστιβάλ Αθηνών). «Μ’ αφορμή αυτό το έργο είπαμε ότι θέλουμε να συνεργαστούμε ξανά με τον Μάνο με διαφορετικό τρόπο τώρα, (μαζί είχαν παίξει στην «Παρέλαση» σε σκηνοθεσία Ένκε Φεζολάρι). Είναι ένα καινούργιο κι άγνωστο έργο, αλλά όταν επανέρχεσαι σ’ έναν χαρακτήρα που έχεις δουλέψει, μπαίνεις ξανά στο δικό του σύμπαν κι αυτό έχει ένα ενδιαφέρον, γιατί ξανασυστήνεσαι με κάτι διαφορετικό αλλά που έχει μια κοινή ρίζα. Αυτό είναι κάτι πολύ ενδιαφέρον για τον ηθοποιό. Μου έχει συμβεί και μ’ άλλους συγγραφείς, όπως ο Ίψεν, γιατί επανέρχεσαι στην ίδια βάση, αλλά φυσικά ερευνάς κάτι διαφορετικό, γιατί είναι άλλοι ήρωες και άλλες ιστορίες».

Η ίδια δείχνει να έχει, ήδη, βάλει στην καρδιά της τη Φανή. Μου λέει χαρακτηριστικά: «Η Φανούλα είναι ένα πολύ ερωτευμένο κορίτσι. Τίμιο με πολύ συμπαγή χαρακτήρα και μια ακλόνητη ιδεολογία, που προσπαθεί μέσα σ’ αυτό το χάος, που περιγράφει η Λούλα Αναγνωστάκη, δηλαδή μιας καινούργιας θέσης πραγμάτων, μιας ρευστότητας που υπήρξε μεταπολεμικά, να επιβιώσει».

prova skarlatou oskar

 Παρόν στην πρόβα και ο αξιαγάπητος Όσκαρ, εδώ με την Τζένη Σκαρλάτου

 

Πιστεύει, όμως, ότι αυτή τη «μεταπολεμική ρευστότητα» την έχουμε αφήσει πίσω σήμερα; «Νομίζω ότι ακόμα ανιχνεύουμε …Δεν ξέρουμε που ακριβώς πατάμε».

Όσο για την εγκυμοσύνη της επί σκηνής μας επισημαίνει: «Ένα από τα πρώτα πράγματα, που είπα στις πρώτες συναντήσεις είναι ότι είναι τρομερό πως αυτή η κοπέλα είναι έγκυος με μια ανειλημμένη απόφαση να ευδοκιμήσει αυτή η εγκυμοσύνη και στην πραγματικότητα κανείς δεν ασχολείται μ’ αυτό. Όλοι όταν το ακούν, κάπως το παρακάμπτουν και νομίζω ότι έχει και συμβολική σημασία. Διότι, όταν στη δραματουργία επιλέγει ο συγγραφέας ένα τέτοιο γεγονός, συνήθως μ’ έναν τρόπο περιστρέφονται τα πράγματα γύρω από αυτό. Αντίθετα, εδώ υπάρχει μια εγκυμοσύνη, την οποία αγνοούν όλοι. Σαν να μην σχετίζεται κανείς τους μ’ αυτό το γεγονός»

prova kostas nikolouli texnes plus

 

Ο Κώστας Νικούλι, τον οποίο οι περισσότεροι θυμόμαστε από τη βραβευμένη ταινία του Πάνου Κούτρα, Xenia, μου συστήνει τον ήρωά του: «Υποδύομαι τον Γιαννούκο, τον αδερφό της Φανής και κολλητό του Μιχάλη. Στο έργο τον παρακολουθούμε να μπλέκει σε μια ιστορία μ’ ένα όπλο, το οποίο βρέθηκε στα χέρια του από έναν άνδρα. Ο ίδιος ο Γιαννούκος αποκαλύπτει ότι αυτός ήταν ένας πολύ σημαντικός άνθρωπος με α κεφαλαίο. Μέσα από αυτή την ιστορία του όπλου αλλάζει η ζωή του και καταλαβαίνει ότι μπορεί να κάνει τα πράγματα μόνος του, ανεξάρτητος από τους υπόλοιπους. Ταυτόχρονα, όμως, χάνει κι έναν φίλο, τον Μιχάλη, τον μόνο άνθρωπο, που σεβόταν και που ‘’σερνόταν” από πίσω του, όπως αναφέρει και ο ίδιος».

 

prova karatzogiannis stathakopoulou texnes plus

 Το έργο σηματοδότησε την τελευταία σκηνοθετική δουλειά του Κάρολου Κουν, στο Θέατρο Τέχνης, το 1987, με τους: Ρένη Πιττακή, Στράτο Τζώρτζογλου, Κλέωνα Γρηγοριάδη, Μίμη Κουγιουμτζή, κ.ά.

«Ο ήχος του όπλου», όπως έλεγε ο ίδιος ο ιδρυτής του Θεάτρου Τέχνης στην τελευταία συνέντευξή του («Το Βήμα», 8.2.1987) «δεν ακούγεται ούτε μία φορά στη σκηνή. H συχνή αναφορά στο αντικείμενο αυτό που σκοτώνει, εισβάλλει βίαια στον φανταστικό κόσμο των ηρώων του έργου και το μήνυμα που εκτοξεύεται από την κοίτη της γλώσσας είναι μια συνεχής απειλή…»

prova mermigis texnes plus

 Η παράσταση θα κάνει πρεμιέρα στο Θεάτρο Σταθμός στις 9 Νοεμβρίου. 

Η προπώληση έχει ξεκινήσει. Κλείστε το εισιτήριο σας εδώ. 

Την αποκλειστική φωτογράφιση για το texnes-plus έκανε ο Κοσμάς Ινιωτάκης. 

Κείμενο: Γιώτα Δημητριάδη

 

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

Ροή Ειδήσεων

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία