Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 
Γιώτα Δημητριάδη

Γιώτα Δημητριάδη

Είναι δημοσιογράφος και φιλόλογος. Τελείωσε τη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, το Εργαστήρι Δημοσιογραφίας και έκανε μεταπτυχιακό πάνω στο θέατρο. Πού τη χάνεις, πού τη βρίσκεις, σε κάποια παράσταση της πόλης θα είναι. Της αρέσουν οι συνεντεύξεις - συναντήσεις, που της επιτρέπουν να γνωρίσει ένα κομμάτι των ανθρώπων από κοντά.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

 

Είναι πολλές οι ερμηνείες που μας έχει χαρίσει τα τελευταία χρόνια και θα έλεγε κανείς ότι είναι δύσκολο να τις απαριθμήσει. Ωστόσο είναι χαρακτηριστικές και εύκολα σου έρχονται στο νου, σαν φεύγοντας από το θέατρο κάποιο κομματάκι από την Κατερίνα, την Ειρήνα, την Πετούνια, τη Λισμπέτ ή τον Μικρό Πρίγκιπα να πήρες μαζί σου. Η Λένα Παπαληγούρα καταφέρνει να βουτάει σε κάθε ρόλο, λες και είναι η πρώτη φορά, με ενθουσιασμό μικρού παιδιού, και όσο περνάνε τα χρόνια δίνει όλο και μεγαλύτερη βαρύτητα στη διαδικασία που «αν δεν έχει ρίσκο, επικοινωνία, περιέργεια, αγάπη, δόσιμο από την ομάδα, αν δεν είναι γόνιμη, αυτό μπορεί να τη δυσαρεστήσει πολύ», όπως θα μου εξομολογηθεί κάποια στιγμή.

Αυτή την περίοδο βρίσκεται αντιμέτωπη με την Ιφιγένεια, μια παλιά της γνώριμη, όμως από άλλη σκοπιά. Στη διάρκεια της κουβέντας μας, στην οποία δικαιωματικά θα μονοπωλήσει σχεδόν η ηρωίδα του Ευριπίδη, η Λένα μοιάζει με σίφουνας που σε κατακλύζει, τόσο με τις αστραπιαίες εκλάμψεις της, την ευθύτητα και την αμεσότητά της όσο και με το πηγαίο χιούμορ της.

 

papaligoura_2.JPG

Ας αρχίσουμε από ένα στίχο από τη μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα για την παράστασή σας, που μοιάζει τραγικά σύγχρονος: «Ο άνθρωπος κουφάθηκε βαθιά από τις ιαχές της ανομίας και το χειρότερο αρχίζει να συνηθίζει…»
Αγαπημένος στίχος! Έχει και συνέχεια: «Δέχεται τα πάντα, εκτός από το μόνο που μπορεί να τον σώσει, να στραφεί στον άλλο και να χτίσει μια ζωή, που δεν θα αξίζει να γκρεμίσουν οι θεοί…» Πάρα πολύ συχνά σε αυτό το έργο ‒και σε αυτό έχει συμβάλει και η μετάφραση του Μπλάνα‒ νομίζεις ότι ο Ευριπίδης μιλάει για το σήμερα. Αν σκεφτείς όμως ότι γράφτηκε αιώνες πριν, είναι λίγο αποκαρδιωτικό, γιατί μάλλον δεν σημειώνεται πρόοδος. Από την άλλη, είναι τρομερά συγκινητικό για τη διαύγεια και το μέγεθος του ατόμου που το έγραψε.

Η παράστασή σας βασίζεται στο πρότυπο των τριών υποκριτών. Πώς προέκυψε αυτή η ιδέα και πώς τη δουλεύετε στις πρόβες;
Η ιδέα του Αιμίλιου (Χειλάκη) ξεκίνησε από το να είναι πιο κοντά στον τρόπο με τον οποίο προσέγγιζαν οι αρχαίοι τις τραγωδίες. Έτσι η Αθηνά (Μαξίμου) κάνει τον Μενέλαο και την Κλυταιμνήστρα, ο Αιμίλιος τον Αγαμέμνονα και τον Αχιλλέα και εγώ την Ιφιγένεια και τον Πρεσβύτερο. Γι’ αυτό, αν δεις το σκηνικό της παράστασης, θα διαπιστώσεις ότι οι τρεις υποκριτές είναι ανεβασμένοι κάπου ψηλά.

Έχετε από ένα τραπέζι…
Ναι, ακριβώς. Με τα τραπέζια προκύπτουν διάφορα σχήματα και οι σχέσεις των προσώπων διαμορφώνονται από αυτά και από τη θέση που έχουν στο χώρο, δηλαδή ο κάθε υποκριτής δεν μπορεί να πάρει τη θέση που θέλει, διότι ο χορός μετακινεί τα τραπέζια, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η εντύπωση ότι αυτός αφηγείται την ιστορία. Επίσης ένα ακόμα ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι ο χρόνος ο δικός μας ‒των τριών υποκριτών‒ και του χορού δεν είναι ίδιος. Είναι λες κι εμείς  βρισκόμαστε στο τότε και ο χορός στο τώρα. Ως αποτέλεσμα, τα κορίτσια του χορού αποπνέουν τη λογική των σημερινών ανθρώπων, που προσεγγίζουν την αρχαία τραγωδία και προσπαθούν να βρουν σημεία ταύτισης με αυτή, ενώ εμείς τη λογική των άχρονων προσώπων, που ζουν και ξαναζούν την τραγική τους μοίρα.

Οπότε όλο αυτό λειτουργεί σαν ένα είδος «συνομιλίας»;
Κάπως έτσι. Εμένα αυτό μου φαίνεται πολύ γοητευτικό. Ο τρόπος με τον οποίο τα κορίτσια εισάγονται στην ιστορία για να δουν εμάς μου θυμίζει τον τρόπο με τον οποίο εμείς, ως καλλιτέχνες, ερχόμαστε σε επαφή με το αρχαίο δράμα. Είναι δηλαδή κάτι που σε υπερβαίνει, και το γεγονός ότι αυτό υπάρχει στην ίδια την παράσταση με κάποιο τρόπο με απενοχοποιεί. Μου φαίνεται ότι όπως τα κορίτσια αυτά καλούνται  να βιώσουν τη συγκεκριμένη ιστορία με αθωότητα και αγνότητα έτσι και εμείς σκύβουμε σε τούτο το έργο και προσπαθούμε να το αποδώσουμε.

Η Ιφιγένεια είναι παλιά σου γνώριμη, τόσο από το μονόλογο του Ζαν Ρενέ Λεμουάν, που στηριζόταν στον αρχαίο μύθο, όσο και από την παράσταση του Θέμη Μουμουλίδη, πριν από μερικά χρόνια, στην οποία συμμετείχες στο χορό. Αυτές οι παραστάσεις αποτελούν για σένα χρήσιμο υλικό ή σε κάθε δουλειά προσπαθείς να είσαι tabula rasa;
Είναι πράγματι μια ηρωίδα που αγαπώ πολύ και γι’ αυτό χαίρομαι που ξανασυναντήθηκα μαζί της. Στο μονόλογο του Λεμουάν η δουλειά μου ήταν  αντίστροφη, είχα ξεκινήσει από το μύθο του Ευριπίδη για να καταλήξω στο μονόλογο. Τώρα, έχοντας αυτό στο πίσω μέρος του μυαλού μου, έπιασα το μύθο από άλλο σημείο. Από την παράσταση που σκηνοθέτησε ο Μουμουλίδης έχω αναμνήσεις και, όταν πάω να παίξω τον Πρεσβύτερο, σκέφτομαι, κάθε μα κάθε φορά, τον Μηνά (Χατζησάββα) που ερμήνευε το ρόλο αυτό… Το πιο βασικό είναι ότι με βοήθησε ώστε να κατανοήσω καλύτερα το έργο. Ωστόσο στη συγκεκριμένη περίπτωση η δομή της παράστασης είναι διαφορετική, οπότε αναγκαστικά άφησα πολλά στην άκρη και ξεκίνησα από την αρχή.

papaligoura_3.JPG

Επομένως, η γνωριμία με την ηρωίδα ήταν ευεργετική στις πρόβες;
Όταν καμιά φορά βλέπεις ή διαβάζεις κάτι, λες: «Εγώ θα το έκανα έτσι». Δουλεύοντας όμως αναθεώρησα πολλά πράγματα. Μπορεί να είχα φανταστεί ότι θα λειτουργούσαν αλλά στην πράξη, εντούτοις δεν ήταν ακριβώς έτσι. Δεν είχα καμία λύση επειδή βρέθηκα αντιμέτωπη με αυτό το έργο, ίσα ίσα περισσότερα ερωτηματικά…

Πώς κωδικοποιείς λοιπόν την τραγωδία της «Ιφιγένειας»;
Μέχρι ένα σημείο η Ιφιγένεια είναι ένα αθώο πλάσμα. Έρχεται αντιμέτωπη με τη διαφθορά του κόσμου των ενηλίκων, ενός κόσμου αντρικού, που είναι πολύ κοντά στον πόλεμο και στους ανθρώπους που έχουν την εξουσία, αλλά δεν έχουν καμία διάθεση να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Αντίθετα, τους αφορούν μόνο το στέμμα και η ηγεσία. Η Ιφιγένεια μέσα σε μία μέρα από αθώο πλάσμα που είναι αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να συμβιβαστεί, λες κι οι άλλοι αποφασίζουν για τη μοίρα της, για να πεθάνει, αλλά εκείνη την αποδέχεται και την αλλάζει, ώστε σχεδόν στο τέλος να είναι δική της επιλογή. Αυτή είναι μια πρώτη ανάγνωση όσον αφορά τον εν λόγω χαρακτήρα. Από εκεί και πέρα, το σημαντικό για μένα είναι η μεταστροφή της Ιφιγένειας, γιατί, εκτός του ότι αυτό απασχολεί όλους τους μελετητές, είναι πάρα πολύ διττό και δύσκολο…

Μέχρι που ορισμένοι μελετητές υποστήριξαν ότι κάποιος άλλος και όχι ο Ευριπίδης συνέχισε την τραγωδία…
Ναι, πραγματικά. Αυτό είναι και το μεγάλο ερωτηματικό σε τούτο το έργο. Υπάρχουν πολλές εκδοχές, τις οποίες έχω αναζητήσει, και, αν εφαρμοστούν, «δουλεύουν», απλά πάντα κάτι μένει ανεπίλυτο… Σύμφωνα με μια άποψη, όλα αυτά τα κάνει γιατί πείθεται από τον πατέρα της. Τη δοκιμάζεις, κάτι σου λείπει. Με βάση μια άλλη εκδοχή, ερωτεύεται τον Αχιλλέα και δεν θέλει να θυσιαστεί αυτός για χάρη της, έτσι αποφασίζει να θυσιαστεί η ίδια για να τον βγάλει από τη δύσκολη θέση. Η εκδοχή όμως που εμένα με αγγίζει περισσότερο είναι ότι η Ιφιγένεια βλέπει το σύνολο και σχεδόν «φτύνει» τον κόσμο των ενηλίκων. Διότι είναι ένα πρόσωπο που συνειδητοποιεί ότι ο πόλεμος αυτός είναι επεκτατικός, δεν έχει σχέση με την Ελλάδα, αλλά με τα λάφυρα της Τροίας. Αυτό αναφέρεται ξεκάθαρα και στο φινάλε του έργου. Για μένα λοιπόν αυτό που έχει ενδιαφέρον στην παρούσα φάση και σχετίζεται με την  ψυχοσύνθεσή μου, καθώς και με την ψυχοσύνθεση του χαρακτήρα  που ερμηνεύω, είναι ότι η Ιφιγένεια είναι ένα πρόσωπο που κατανοεί απόλυτα αυτή την κατάσταση.

ifigeneia6.JPG

Στην Ελλάδα του σήμερα πιστεύεις πως θυσιαζόμαστε, όπως η Ιφιγένεια, για πράγματα που δεν έχουμε επιλέξει;
Σίγουρα. Νομίζω πως η δική μας η γένια, και όχι μόνο, έχει θυσιαστεί χωρίς να το έχει επιλέξει και η μοίρα της είναι προδιαγεγραμμένη. Δεν θεωρώ όμως ότι το φαινόμενο αυτό είναι μόνο ελληνικό. Γενικά πιστεύω πως επικρατεί μια πολύ περίεργη άποψη όσον αφορά την επιβίωση των ανθρώπων και τη σημασία που δίνεται σε αυτό. Σαν να θυσιάζονται οι άνθρωποι, σαν να μην έχει και τόση σημασία αν θα επιβιώσουν.

Αυτή η νέα τάξη πραγμάτων και η ανάγκη βιοπορισμού αναγκάζει τους ηθοποιούς να συμμετέχουν σε τρεις με τέσσερις παραστάσεις το χρόνο. Ποιες επιπτώσεις νομίζεις πως έχει αυτό στην ερμηνεία του εκάστοτε ρόλου αλλά και στο συνολικό αποτέλεσμα;
Σίγουρα η συμμετοχή σε αρκετές παραστάσεις έχει σχέση και με βιοποριστικούς λόγους, γιατί πλέον κάνοντας μία παράσταση το χρόνο είναι αδύνατο να ζήσεις. Πολλές φορές όμως είναι και καλλιτεχνικοί οι λόγοι για τους οποίους δεν μπορείς να πεις «όχι» σε μια πρόταση. Εγώ, επειδή το έχω κάνει, νομίζω πως μπορείς να αντεπεξέλθεις, αλλά αυτό έχει επιπτώσεις στην προσωπική σου ζωή, γιατί, για να τα καταφέρεις, απαιτούνται απόλυτη συγκέντρωση και αφοσίωση στη δουλειά. Το αν αυτό έχει επιπτώσεις στην ποιότητα των παραστάσεων, δεν το γνωρίζω, γιατί πολλές φορές χρειάζεται χρόνος για να εντρυφήσεις. Από την άλλη όμως, όταν δουλεύεις συνεχώς, είσαι σε εγρήγορση, είσαι ανοιχτός σε προτάσεις και έτσι έχεις τη δυνατότητα να ρισκάρεις και να δοκιμάσεις το καθετί. Από εκεί και πέρα, δεν είναι όλοι οι ρόλοι ίδιοι ούτε όλες οι παραστάσεις ίδιες. Κάποιες παραστάσεις προϋποθέτουν πολύ χρόνο, ενώ άλλες απαιτούν μεγαλύτερο ρίσκο.

Αυτή η λογική της ταχύτητας, του fast-food, σε όλους τους τομείς δεν είναι εν γένει χαρακτηριστικό της γενιάς μας;
Ναι, σίγουρα. Από την άλλη, η γενιά μας είναι και εκπαιδευμένη ώστε να κάνει κάτι σε περισσότερο χρόνο. Αυτό ίσως έχει σχέση και με έναν ψυχαναγκασμό, με το ότι δεν μπορείς να παραμείνεις ήρεμος. Γιατί, αν συμμετέχεις σε δύο παραστάσεις, αν δουλεύεις όλη μέρα, θα αντεπεξέλθεις. Απλά δεν έχεις καθόλου ελεύθερο χρόνο. Οπότε νομίζω πως τα άτομα της γενιάς μου έχουν το φόβο του κενού, όταν δεν έχουν κάτι να κάνουν. Ο φόβος που νιώθουμε όταν έχουμε μία ελεύθερη ώρα. Μάθαμε να μας κυνηγάει συνέχεια ο χρόνος.

Είμαστε και κάπως αποπροσανατολισμένοι; Στο ελληνικό θέατρο υπάρχει μια ταυτότητα;
Δεν ξέρω αν υπάρχει μια ταυτότητα. Δεν ξέρω αν πρέπει να υπάρχει. Νομίζω πως  κάθε παράσταση φέρει την ταυτότητά της. Αυτό βέβαια δεν το γνωρίζεις εκ των προτέρων, πριν ανέβει η παράσταση, αλλά το συνειδητοποιείς αφού ανέβει και παρατηρώντας τον αντίκτυπο που έχει, καθώς έχει σχέση και με τη διαδικασία των ανθρώπων που τη βιώνουν. Κάθε παράσταση λοιπόν σίγουρα έχει ξεχωριστή  ταυτότητα, είτε αυτή μας αρέσει είτε όχι. Τώρα αν το θέατρο γενικά έχει ταυτότητα, πιστεύω πως στις μέρες μας όλοι ψαχνόμαστε. Αυτό όμως δεν το θεωρώ αναγκαστικά αρνητικό, καθώς μέσα από τη συγκεκριμένη διαδικασία θα προκύψουν πράγματα που… είτε θα ανθίσουν είτε θα μαραθούν.

Εσένα τι σε ενοχλεί σε μια παράσταση ώστε να θεωρήσεις ότι έχει «αρνητική» ταυτότητα;
Επειδή το τελευταίο διάστημα με απασχολεί περισσότερο η διαδικασία παρά το αποτέλεσμα, αν αυτή δεν έχει ρίσκο, επικοινωνία, περιέργεια, αγάπη, δόσιμο από την ομάδα, αν δεν είναι γόνιμη, αυτό ενδέχεται να με δυσαρεστήσει πολύ. Τώρα, όσον αφορά το αποτέλεσμα, έχω αποδεχτεί πλέον ότι μπορεί να μην είναι όπως το έχουμε φανταστεί, κάτι που οφείλεται σε πολλούς παράγοντες και στην τύχη. Αν όμως η διαδικασία των προβών είναι γόνιμη, αυτό δεν με στενοχωρεί τόσο πολύ. Αντίθετα, αν μια παράσταση έχει γίνει με τσακωμούς, με ασυνεννοησία, με ευκολίες, και έχει τρομερή επιτυχία, δεν με ενδιαφέρει και τόσο πολύ.

Σου έχει συμβεί αυτό;
Όχι.

Τον ελεύθερο χρόνο, που, όπως ανέφερες, φοβόμαστε να έχουμε, πώς τον αξιοποιείς;
Δίνω προτεραιότητα στην προσωπική μου ζωή, και δεν εννοώ μόνη στη σχέση μου αλλά και στους φίλους μου. Προτιμώ ένα βράδυ να μην κοιμηθώ παρά να χάσω τη συντροφιά τους για μεγάλο διάστημα. Νομίζω πως η σχέση μου και οι φίλοι μου είναι το αντίβαρο και η γείωσή μου και, αν έχω χρόνο για τον εαυτό μου, θα τον αφιερώσω σε εκείνους. Από την άλλη, με τους ρυθμούς που δουλεύουμε όλοι πλέον, είναι δύσκολο. Οπότε προσπαθώ, όταν βρίσκομαι με τον φίλο μου, να είμαι ουσιαστικά παρούσα και να μην κοιτάζω το κινητό ή να σκέφτομαι την πρόβα. Να είμαστε οι δυο μας και η γάτα μας.

ifigeneia5.JPG

Η «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» θα περιοδεύσει στην Αθήνα και σε ολόκληρη την Ελλάδα αυτό το καλοκαίρι, σε σκηνοθεσία Αιμίλιου Χειλάκη και Μανώλη Δούνια και μουσική Σταμάτη Κραουνάκη.

Πρεμιέρα 26 Ιουνίου στο Κατράκειο Θέατρο

Διαβάστε εδώ όλο το πρόγραμμα της περιοδείας

 

φωτογραφίες Πάνος Γιαννακόπουλος

Τρία δυνατά “χαρτιά” που σημείωσαν απανωτά sold out στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, ενώνουν τις δυνάμεις τους για τον “Αρίστο”. Η Ελένη Ουζουνίδου (Σταματία, το γένος Αργυροπούλου), ο Γιώργος Χριστοδούλου (Ο Μικρός Χίτλερ) και ο Γιώργος Παπαγεωργίου (Η Ωραία του Πέραν), έχοντας μαζί τους τον Γιώργο Μπινιάρη, αναλαμβάνουν να ζωντανέψουν επί σκηνής το βιβλίο του Θωμά Κοροβίνη “Ο Γύρος του Θανάτου” (Κρατικό βραβείο λογοτεχνίας) στο οποίο κεντρικό πρόσωπο είναι ο Αριστείδης Παγκρατίδης, ο φερόμενος και εκτελεσθείς ως «Δράκος του Σέϊχ σου». Ο “Αρίστος” θα κάνει πρεμιέρα τον Φεβρουάριο του 2018 στον κάτω χώρο του Θεάτρου του Νέου Κόσμου. Τη διασκευή υπογράφει η Θεοδώρα Καπράλου και τη σκηνοθεσία ο Γιώργος Παπαγεωργίου.

Ο «Ιππόλυτος», ένα από τα 19 σωζόμενα έργα του Ευριπίδη, παρουσιάστηκε πρώτη φορά το 428 π.Χ. στα Μεγάλα Διονύσια και απέσπασε το πρώτο βραβείο. Στο έργο περιγράφεται  το μεγάλο πάθος της Φαίδρας, της γυναίκας του Θησέα, για τον πρόγονό της Ιππόλυτο, προϊόν τεχνάσματος της θεάς Αφροδίτης, η οποία θέλησε να εκδικηθεί τον τελευταίο για την αφοσίωσή του στην Άρτεμη και την απόλυτη απαξίωσή του για τον Έρωτα. Ο Ιππόλυτος, όταν του αποκαλύπτεται αυτός ο έρωτας, από την τροφό, τον αποκρούει. Η Φαίδρα, απελπισμένη και ντροπιασμένη, αποφασίζει να δώσει τέλος στη ζωή της. Ο Θησέας, ύστερα από ένα γράμμα που βρίσκει στα χέρια της νεκρής συζύγου του, πιστεύει ότι ο γιος του είναι η αιτία του θανάτου της Φαίδρας και ζητά από τον Ποσειδώνα την τιμωρία του. Όταν αποκαλύπτεται η αλήθεια, είναι πια αργά και ο Ιππόλυτος πεθαίνει στην αγκαλιά του πατέρα του.

Στην παράσταση του Δημήτρη Καμαρωτού και της Αμαλίας Μουτούση ο μύθος του Ιππόλυτου μετατρέπεται σ’ ένα πεδίο συνάντησης, μουσικής σύνθεσης και λόγου, για να ειπωθεί μια ιστορία και οι θεατές να γίνουν μάρτυρες ενός υποκριτικού άθλου μιας ηθοποιού, που μοιάζει σαν απνευστί να ερμηνεύει όλους τους ρόλους της τραγωδίας με έναν απίστευτο εσωτερικό ρυθμό, μια φυσική ροή που εκπλήσσει και μια αμεσότητα που σε καλεί να προχωρήσεις στη μηχανή του χρόνου να γίνεις μέλος του χορού, ώσπου τελικά να νιώσεις την κάθαρση με την αριστοτελική έννοια. 

 Την είδαμε να βιώνει την έννοια του «τραγικού», που εμπεριέχει από την εποχή του Αισχύλου την εμπειρία του συγκλονισμού. Τραγικό είναι έτσι αυτό που μας κάνει να συγκλονιστούμε  για κάποιο λόγο. «Συγκλονίζομαι» με την έννοια «κλονίζομαι συθέμελα», όπως τρανταζόταν το κορμί της ως Φαίδρας από τα πάθη του έρωτα και το στόμα της πάσχιζε να βγάλει ήχους, τραυλίζοντας κάποια πι, που σε ανατρίχιαζαν. Μια σκηνική εμπειρία που οδηγεί και τον θεατή να βιώσει και να αισθανθεί τόσο έντονες ψυχολογικές εμπειρίες που στο τέλος η οπτική του να έχει κατά τι αλλάξει. 

Δεν  ήταν μόνο ο λόγος, όλοι αυτοί οι 1.466 στίχοι-σημαντική και η δουλειά του Νίκου Φλέσσα στη μετάφραση- ήταν και αυτές οι κινήσεις, που τον συνόδευαν αβίαστα, δίνοντας φόρμα στους ήρωες και στο σώμα της Αμαλίας Μουτούση για να τους ζωντανέψει στην αίθουσα του «Παρνασσού». Όπως η Τροφός, που με το στρογγυλό τραπέζι στα χέρια, έφερνε το βάρος των χρόνων αλλά και της αβάσταχτης είδησης που έμαθε. Το ίδιο σκηνικό αντικείμενο τοποθετημένο λίγο πιο πάνω από το στήθος, θα σηματοδοτεί την ταφόπλακα, και θα σχηματίσει τον Ιππόλυτο λίγο πριν το τέλος, καθώς λιγοψυχά. Ενώ μια εξαίσια στάση, στο πλάι του αριστερού φίλου της κεντρικής πόρτας, θα δώσει το στίγμα της αρχοντιάς, μέσα στην ακμαιότητα του βασιλιά Θησέα. Μαγική εικόνα φωτισμένη στο κέντρο της αίθουσας, σαν βγαλμένη από παράσταση αρχαίου αγγείου. 

Η μουσική σύνθεση του Δημήτρη Καμαρωτού, είναι μια παρτιτούρα δουλεμένη στη λεπτομέρεια κάθε στίχου, κάθε λέξης και συλλαβής που ερμηνεύεται και αυτή ζωντανά από τον ίδιο τον συνθέτη που βρίσκεται στην πίσω πλευρά της αίθουσας, πλάτη στο κοινό. Οι ήχοι, βγαλμένοι από υπολογιστή και μουσικά όργανα σε ξαφνιάζουν τόσο ευχάριστα. Χωρίς, ωστόσο, να προλάβεις να επεξεργαστείς λογικά την προέλευσή τους, αφού δένουν τόσο φυσικά με την αφήγηση, που μοιάζουν με γάργαρο νερό που κυλά σε ποτάμι κάποιας κοντινής πηγής. 

Εντυπωσιακά είναι και τα σκηνοθετικά ευρήματα με τον ήχο, όπως τα μαύρα «ηχεία» που αιωρούνται, όταν ο αγγελιαφόρος περιγράφει τη στιγμή του τραυματισμού του Ιππόλυτου. Αλλά και η εξαιρετική σκηνή, όταν η αφηγήτρια ανοίγει το ασημένιο κουτί και αναβλύζει η ανατριχιαστική φωνή της Κατίνας Παξινού από την ερμηνεία της στην Φαίδρα. 

Η επιλογή της αίθουσας εκδηλώσεων του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού φάνηκε, εκ του αποτελέσματος, ιδανική για αυτή την αλλιώτικη εμπειρία θέασης και ακρόασης του αρχαίου δράματος. Η αισθητική του χώρου, με τις σκηνογραφικές παρεμβάσεις της Εύας Μανιδάκη, δίνει μια αίγλη άλλης εποχής και εντάσσει εξαιρετικά την φιλοσοφία της παρουσίασης στο μοτίβο μιας πιο προσωπικής αφήγησης. Ακόμα και το βαθύ μοβ σύνολο, του Άγγελου Μέντη, έρχεται να δέσει αρμονικά σ’ αυτή την παλέτα. 

Από τα πρώτα λόγια που θα ακουστούν στην παράσταση είναι αυτά του Γ. Σεφέρη για τον «Ερωτόκριτο»: «Όταν δε χρειάζεται να ξεσπάσει ένα ποιήμα, προτιμά να βηματίζει, και ο βηματισμός του αυτός ,όπως κάθε βηματισμός, είναι ένας τρόπος αλυσιδωτός, ο ένας κρίκος βαστιέται από τον άλλον και τον επαναλαμβάνει». Μια παρόμοια αναλογία θα μπορούσε να γίνει για κάθε σπουδαίο έργο τέχνης. Τι ξέσπασμα να χρειάζεται η ερμηνεία της Αμαλίας Μουτούση; Ξέρει να «βηματίζει» με τόση ακρίβεια, που σ’ έχει κερδίσει άμα τη εμφανίσει. Απλά συγκλονιστική! Ιδανική ως Άρτεμις, Φαίδρα, Ιππόλυτος, Θησέας, Αφροδίτη, Τροφός…αλλά και ως κοριτσάκι που ανοίγει το μαγικό κουτί για να βγει μια φωνή από μια άλλη εποχή των Επιδαυρίων. Υπέροχη στο όλον και στο μέρος. 

 

*Η παράσταση θα παίζεται μέχρι την Κυριακή 11/6 στο Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσό (πλατεία Καρύτση 8, Αθήνα) στις 21:00 και είναι μια παραγωγή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών» του Ιδρύματος Ωνάση. Ελπίζω να συνεχιστεί για να την απολαύσουν περισσότεροι θεατές, όπως της αξίζει!

 

 

Στο πλαίσιο του ElaiΩnas Festival η Μαρία Ξανθοπουλίδου παρουσιάζει το «Μικρό Σχόλιο Μετά την Επιστροφή της Ιφιγένειας», ένα πείραμα που χωρίζεται σε δύο δράσεις.

Η πρώτη έλαβε ήδη χώρα με επιτυχία στην Ακαδημία Πλάτωνος, όπου διαβάστηκε από τον Αλέξανδρο Μυλωνά το κείμενο «Μικρό Σχόλιο για την Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Δημήτρη Χατζή. Επίσης, ακούσαμε το «Ιφιγένεια blues» για πρώτη φορά, ενώ  παράλληλα είχαμε την τύχη να απολαύσουμε τη Μυρτώ Δελημιχάλη σε μια αυτοσχεδιαστική performance σύγχρονου χορού.

Έχοντας αποκομίσει τις καλύτερες εντυπώσεις από αυτή τη μαγική βραδιά στον Ελαιώνα, περιμένουμε με αγωνία το Σάββατο (10/6) να παρακολουθήσουμε μια σκηνική σύνθεση βασισμένη στο κείμενο η «Επιστροφή της Ιφιγένειας» του Γιάννη Ρίτσου, που θα παρουσιαστεί στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης αυτή τη φορά. Συμμετέχουν οι Θοδωρής Οικονόμου, Στέλλα Αντύπα, Αλέξανδρος Κακλαμάνος, Μυρτώ Δελημιχάλη, Μαρία Ξανθοπουλίδου, Μαριέλα Νέστορα, Θωμαΐς Τριανταφυλλίδη, Κατερίνα Φωτιάδη και Αλέξανδρος Μυλωνάς.

Λίγα εικοσιτετράωρα νωρίτερα τρυπώσαμε στις πρόβες για να πάρουμε μια μικρή γεύση από αυτό το εγχείρημα και συνομιλήσαμε με τους συντελεστές.

 

ifig.JPG

Το Φεστιβάλ του Ελαιώνα συμπληρώνει φέτος τρία χρόνια και η σκηνοθέτις Μαρία Ξανθοπουλίδου είναι παλιά του γνώριμη. Τι την ελκύει όμως στο συγκεκριμένο θεσμό ώστε να συμμετέχει κάθε χρόνο; «Το Φεστιβάλ του Ελαιώνα είναι μια κίνηση που οργανώνεται τα τρία τελευταία χρόνια στην Αθήνα, με πρωτεργάτες τη Φένια Παπαδόδημα και τον Γιώργο Παλαμιώτη, και σημείο αναφοράς την περιοχή της Ακαδημίας Πλάτωνος. Τη φετινή χρονιά η ευρύτερη θεματική ήταν η ‘‘Νεότερη Ελλάδα’’, κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον, αφού είναι τόσο ευρύ, το πώς δηλαδή κάθε καλλιτέχνης το αντιλαμβάνεται αυτό και τι επιλέγει να φωτίσει».

 

Παρακολουθώντας κανείς τις πρόβες καταλαβαίνει αυτό που επισημαίνει ο ηθοποιός Αλέξανδρος Μυλωνάς, ο οποίος φαίνεται να απολαμβάνει ιδιαιτέρως να παίζει κιθάρα. «Η παράσταση είναι μια σκηνική σύνθεση εικαστικών, μουσικής, λόγου, χορού», λέει φανερά ικανοποιημένος από το όλο εγχείρημα. Και συμπληρώνει όσον αφορά αυτή την πρώτη δημιουργική «ανάσα» και συνδιαλλαγή με το κοινό: «Αναγκαστικά υπάρχει υλικό για ανατροφοδότηση. Ωστόσο κάποια πράγματα είναι προκαθορισμένα στο δεύτερο σχεδίασμα».

 

ifigen.JPG

Τα κείμενα όμως; Πώς συνδύασαν δραματουργικά την «Ιφιγένεια» της «Τέταρτης Διάστασης» του Ρίτσου με το έργο του Δημήτρη Χατζή και το απόσπασμα της αυτοβιογραφίας της Ζακυνθινής Ελισάβετ Μαρτινέγκου; Η Μαρία Ξανθοπουλίδου, που είχε και την αρχική ιδέα γι’ αυτό το σκηνικό πείραμα, εξηγεί: «Η πρώτη Ελληνίδα λογοτέχνιδα που κείμενό της εκδόθηκε ήταν η Ελισάβετ Μαρτινέγκου. Η Μαρτινέγκου έζησε πολύ περιορισμένη σε ένα σπίτι, από το οποίο βγήκε ελάχιστες φορές, και αυτό για να πάει στα κτήματα του πατέρα της. Αγαπούσε πολύ τα γράμματα και μπόρεσε να μεταφράσει τους αρχαίους τραγικούς, να μεταφράσει από τα ιταλικά κείμενα και να γράψει και η ίδια τα δικά της ‒ με πιο σημαντικό την ‘‘Αυτοβιογραφία’’. Για εκείνη τα γράμματα ήταν ο σκοπός και ο λόγος της ύπαρξής της. Η προσπάθειά της να αντιμετωπίσει τις επιλογές που είχε κάνει ο πατέρας της γι’ αυτή και να βρει το δικό της σκοπό για τη ζωή της, σε εποχές που οι γυναίκες δεν είχαν φωνή, την καθιστά ξεχωριστή και τη συνδέει με το μύθο της Ιφιγένειας ‒ που πραγματεύονται τόσο το κείμενο του Ρίτσου όσο και αυτό του Χατζή (και τα δύο γράφτηκαν σε περιόδους κρίσης, στη χούντα και στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο). Η Ιφιγένεια προσπάθησε κι εκείνη να βρει το σκοπό στο θάνατό της και από θυσία τον μετέτρεψε σε εθελούσιο θάνατο για να φυσήξει ούριος άνεμος και να φύγουν τα πλοία των Αχαιών για την Τροία. Η έννοια του σκοπού, τι σημαίνει, από πού έρχεται για τον καθένα μας και πώς πολύ συχνά προκύπτει η μεταστροφή μας σε σχέση με αυτόν, όπως και το τι είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε, αλλά και το αν είναι πραγματικά δικός μας ο όποιος σκοπός είναι όσα ‘‘συνομιλούν’’ με την παράστασή μας».

Η Μυρτώ Δελημιχάλη, η χορεύτρια της παρέας, που εντυπωσίασε με τον αυτοσχεδιασμό της την Παρασκευή (2/6), τονίζει: «Αλληλοεπιδρώντας με τη μουσική και το κείμενο η κίνηση στο έργο ενυπάρχει ως εν δυνάμει λόγος».

 

ifigenia2.JPG

Ο Ρίτσος στη δική του «Ιφιγένεια» φέρνει και πάλι μαζί τα δύο αδέρφια, αποδεσμευμένα από όλα τα αξιόλογα γεγονότα του παρελθόντος, εγκλωβισμένα ωστόσο «μέσα στη νέα σκλαβιά» ‒μεταφορική πλέον‒, που αφορά κυρίως έναν κόσμο διαφορετικό από εκείνον του διανοούμενου: πρόκειται για μια ωμή αλήθεια, που συνίσταται στη σκλαβιά της ένδειας, της φτώχειας και της πείνας. («Μουσκεύει τ’ αλεύρι, γρομπιάζει, δε γίνεται ψωμί ούτε πίτες».) Πόσο πιο κοντά μάς έχει φέρει η οικονομική κρίση στις ταλαιπωρίες και στις εμπειρίες του ίδιου του ποιητή; Αυτό έχει αντίκτυπο καλλιτεχνικά; Το λόγο παίρνει ο Θοδωρής Οικονόμου, ο οποίος σε όλη τη διάρκεια της πρόβας παλεύει με τα πλήκτρα του πιάνου του, χαρίζοντας μαγικές μελωδίες: «Η κατάσταση αυτή που βιώνουμε οι περισσότεροι τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας είναι άσχημη, πολύ άσχημη. Ο κοινωνικός ιστός έχει τραυματιστεί ανεπανόρθωτα και ο χαρακτήρας μας έχει αλλοιωθεί, είτε κυρίως από φόβο είτε απλά από το έντονο πια αίσθημα της αυτοσυντήρησης. Η τέχνη μπορεί να βοηθήσει. Ναι! Ιδίως τις νεότερες γενιές που ακόμη αναπνέουν, αλλιώς θα γεμίσουν με έναν άλλο αέρα, που είναι απαραίτητος για να συνεχίσεις να δημιουργείς, να ζεις, να ονειρεύεσαι».

«Μεγάλο απάγκιο για εμάς. Τεράστιο», προσθέσει η ηθοποιός Στέλλα Αντύπα. Και συμπληρώνει: «Ποια τέχνη όμως, έχει σημασία. Ναι, συμβαίνουν εξαιρετικά πράγματα στην πόλη. Ιδίως από ομάδες ανθρώπων που ανακαλύπτουν ότι μπορούν να συνεννοηθούν με μικρότερη προσπάθεια από όσο νόμιζαν και που κοινός στόχος είναι η συγκίνηση. Έτσι κι αλλιώς όλοι μας ξέρουμε βαθιά μέσα μας με πόση αλήθεια προσφέρουμε. Η τέχνη δεν μπορεί να υπάρχει αλλιώς. Έχουμε σκληρύνει αυτά τα χρόνια. Κι αυτό είναι εμπόδιο».

 

ifigenia4.JPG

Τελικά στην Ελλάδα του σήμερα θυσιαζόμαστε για πράγματα που δεν επιλέξαμε; Όπως η Ιφιγένεια και ο Ορέστης για μια θυσία που τους «φορέθηκε»; Ο Θοδωρής αναφέρει: «Ακριβώς. Παρ’ όλα αυτά, δεν νομίζω ότι αυτό που συμβαίνει στη χώρα μας είναι ένα αμιγώς ελληνικό πρόβλημα. Προφανώς και καλύπτονται όλα ‒οι αιτίες, οι φερόμενες ως λύσεις, πόσο μάλλον οι διασώστες μας‒ από ένα πέπλο υπερβολής και μη καθαρότητας ως προς τις προθέσεις. Μακάρι όλη αυτή η κατάσταση να μπορούσε να μας πάει επί της ουσίας πιο μπροστά. Είναι πολύ προσωπικό, κάποιοι θα βελτιωθούν και θα βοηθήσουν έτσι και το σύνολο και κάποιοι όχι. Η πραγματικότητα ενώ φαντάζει ένα τοπίο καθαρό για ορισμένους είναι θολή».

 

Σάββατο 10 Ιουνίου, Θέατρο Τέχνης-Υπόγειο, 21:00
Είσοδος ελεύθερη
Ιδέα-Σκηνοθεσία: Μαρία Ξανθοπουλίδου
Μουσική και επί σκηνής στο πιάνο: Θοδωρής Οικονόμου
Κίνηση: Μαριέλα Νέστορα
Βίντεο: Θωμαΐς Τριανταφυλλίδη
Εικαστικός και επί σκηνής: Αλέξανδρος Κακλαμάνος
Χορεύει: Μυρτώ Δελημιχάλη
Συμμετέχουν οι ηθοποιοί: Στέλλα Αντύπα, Αλέξανδρος Μυλωνάς, Κατερίνα Φωτιάδη

 

 

Για την ακρίβεια είδα μόνο ένα μικρό αλλά αντιπροσωπευτικό δείγμα από αυτό το άκρως ενδιαφέρον εγχείρημα, που φέρνει τον θεατή αντιμέτωπο με την πρωταρχική ρίζα του θεάτρου, την αφήγηση. Όταν λέω μόνο ένα μικρό δείγμα, αναφέρομαι στα έργα «Οι δύο άρχοντες από τη Βερόνα» και «Ο Ρωμαίος και Ιουλιέτα», καθώς στην Πειραιώς 260 η ομάδα Forced Entertainment μέσα σε εννιά μέρες παρουσιάζει 36 μικρογραφίες των κειμένων του κορυφαίου ελισαβετιανού συγγραφέα.

Ο ηθοποιός παραμένει καθιστός καθ’ όλη τη διάρκεια της αφήγησης, για σκηνή χρησιμοποιείται ένα τραπέζι και τα σκηνικά αντικείμενα τα συναντά κανείς στα ντουλάπια κάθε νοικοκυράς.

Οι εκδοχές των έργων του Σαίξπηρ είναι περιορισμένες, αφού διαρκούν 44-55 λεπτά. Οι δε ηθοποιοί μιλούν στη μητρική τους γλώσσα, ωστόσο ο λόγος είναι τόσο καθαρός και σωστά αρθρωμένος που γίνεται εύκολα κατανοητός ακόμα και από θεατές που δεν έχουν ευχέρεια στα αγγλικά. Έχεις την αίσθηση πως συμμετέχεις σε ένα ταξίδι το οποίο δεν θέλεις να τελειώσει. Σε απορροφά τόσο ο τρόπος που εκτυλίσσεται η δράση, με τα βαζάκια από μαρμελάδα ή τα σπρέι για παπούτσια, που παρακολουθείς με προσοχή τις κινήσεις του Καπουλέτου και ας είναι ο πιο περίεργος που έχεις δει ποτέ ‒ μια κόλλα σιλικόνης, ενώ η σύζυγός του είναι το «Fairy» για τα πιάτα (το μόνο γνώριμο brand που εντόπισα).

Το χιούμορ είναι ένα μεγάλο ατού των αφηγητών και στηρίζεται τόσο στα πιο χαριτωμένα αντικείμενα που εντάσσουν στη δράση, όπως ένας μίνι τρίφτης στον ρόλο του σκύλου, που κουνά μάλιστα και την ουρά, όσο και στην απίστευτη ετοιμότητα με την οποία αντιμετωπίζουν τυχόν ευτράπελα. Αυτό συνέβη, για  παράδειγμα, όταν ενώ η Nicki Hobday ήταν στη σκηνή ακούστηκε για λίγα δευτερόλεπτα ένα εκκωφαντικός ήχος που τράβηξε την προσοχή του κοινού. Δεν έχω δει ηθοποιό να εντάσσει κάτι απρόοπτο τόσο έξυπνα στην παράσταση και να το χρησιμοποιεί υπέρ της.

Μπορεί το κόνσεπτ να φαντάζει απλοϊκό και η παρουσίαση των έργων κάπως παιδική, εντούτοις οι βραβευμένοι το 2016 με το International Ibsen Award Βρετανοί, που προσεγγίζουν για πρώτη φορά τα κείμενα του Σαίξπηρ, καταφέρνουν, αποδίδοντάς τα στο σύνολό τους συνοπτικά, να φέρουν το κοινό (ιδίως τα άτομα μικρότερης ηλικίας) σε επαφή με αυτά. Δεν είναι λοιπόν αμελητέα και η παιδαγωγική αξία των συγκεκριμένων παραστάσεων, καθώς με παιχνιδιάρικο και απενοχοποιητικό τρόπο η τέχνη και ο λόγος του Σαίξπηρ γίνονται πιο εύληπτα από όλους.

Ο Tim Etchells, καλλιτεχνικός διευθυντής της ομάδας, υπογράφει τη σκηνοθεσία της παράστασης. Τα 36 έργα τα αφηγούνται έξι ηθοποιοί: Robin Arthur, Nicki Hobday, Jerry Killick, Richard Lowdon, Cathy Naden, Terry O’Connor.

Κάθε μέρα παρουσιάζονται τέσσερα σαιξπηρικά έργα, ένα ανά μία ώρα: στις 19:00, 20:00, 21:00 και 22:00.

Έχετε δύο ακόμα μέρες στη διάθεσή σας και οκτώ έργα του Σαίξπηρ να σας περιμένουν!

8 Ιουνίου 

19:00 «Τίτος Ανδρόνικος» (Robin Arthur)

20:00 «Πολύ κακό για το τίποτα» (Richard Lowdon) 

21:00 «Περικλής» (Cathy Naden) 

22:00 «Άμλετ» (Terry O’Connor)

9 Ιουνίου 

19:00 «Τέλος καλό όλα καλά» (Nicki Hobday) 

20:00 «Με το ίδιο μέτρο» (Cathy Naden) 

21:00 «Η κωμωδία των παρεξηγήσεων (Terry O’Connor) 

22:00 «Η τρικυμία» (Richard Lowdon)

 

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα αγόρι, ο Αντωνής. Λίγο διαφορετικό από τα άλλα… νεραϊδοχτυπημένο. Οι γονείς του για να τον βάλουν στον ίσιο δρόμο τον πάντρεψαν με μια γειτονοπούλα. Όμως εκείνος δεν το άντεξε…

Ένα τέτοιο παραμύθι, για μεγάλους αυτή τη φορά, θα μας διηγηθεί επί σκηνής η Άνδρη Θεοδότου, μαζί με άλλους τέσσερις συμπατριώτες της, και μάλιστα στην κυπριακή διάλεκτο. Ο «Αλαβροστοισειώτης» του Κύπριου λαϊκού ποιητή Παύλου Λιασίδη δεν είναι ένα απλοϊκό παραμυθάκι, αλλά ένα έμμετρο έργο, γραμμένο σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο. Πέντε υποκριτές είναι αντιμέτωποι με ένα μεγάλο στοίχημα για τέσσερις μέρες (15-18 Ιουνίου) στη σκηνή της Πειραιώς 260.

Με αφορμή την παράσταση, στη συνέντευξή μας με την Άνδρη η γενέτειρά της, η Κύπρος, είχε την τιμητική της, όπως άλλωστε και στην καρδιά της. Ακόμα και όταν με σπασμένη φωνή και βουρκωμένα μάτια έκανε λόγο για «το κομμάτι της Κύπρου που δεν μπορεί να αναπνεύσει». Μοιραία όμως δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε και όλα όσα έγιναν τη θεατρική σεζόν που πέρασε, κατά την οποία ήταν υπερδραστήρια, αφού ασχολήθηκε με τις διασκευές κειμένων και συμμετείχε σε θεατρική παράσταση αλλά και σε τηλεοπτική σειρά.

Και επειδή, όπως λέει και η ίδια, το «κοινό είναι παντού», οι θαυμαστές της από τη σειρά μάς σταμάτησαν πολλές φορές στον δρόμο για να της πουν «πόσο φοβερή είναι!» Εκείνη χαμογέλασε ντροπαλά και τους ευχαρίστησε με τη μοναδική γλυκύτητα που τη διακρίνει.

 

alavrastoseisiotis.jpg

 Ο «Αλαβροστοισειώτης», ένας Κύπριος ονειροπαρμένος, στην Πειραιώς 260

Είναι ένα κείμενο του Παύλου Λιασίδη, ενός Κύπριου λαϊκού ποιητή, από τους πιο γνωστούς. Πρόκειται για ένα έργο δραματουργικά ελλιπές. Ο ίδιος ήταν ένας ποιητής που δεν είχε δει θέατρο, μολονότι το έργο είναι καθαρά θεατρικό, έμμετρο και σε δεκαπεντασύλλαβο.

Ο Αντωνής και τα στοιχειά
Μας αφηγείται την ιστορία ενός νέου, του Αντωνή, που είχε κυριευθεί από νεράιδες. Οι γονείς το 1938-1940, μην ξέροντας τι πραγματικά συνέβαινε στην ψυχοσύνθεση του παιδιού τους και θεωρώντας πως είτε ο ψυχικός του κόσμος ήταν διαταραγμένος είτε είχε διαφορετικές σεξουαλικές αναζητήσεις είτε απλώς έβλεπε πέρα από τα όρια του συνηθισμένου, κατέφευγαν στην εύκολη διάγνωση: «Στοιχειώθηκαν το πνεύμα του και η ψυχή του και βλέπει οράματα και φιγούρες». Στο έργο λοιπόν οι γονείς του Αντωνή, έχοντας καταλήξει ότι αυτό συμβαίνει στον γιο τους, αποφασίζουν να τον παντρέψουν με μια γειτονοπούλα. Εκείνος για να τους κάνει το χατίρι δέχεται, αλλά δεν το αντέχει ούτε σωματικά ούτε ψυχικά, γι’ αυτό η ιστορία του δεν έχει αίσιο τέλος.

 

Nikos_Chatzopoulos_Press_5.jpg

Παίζοντας στη μητρική σου γλώσσα
Είναι η δεύτερη φορά που παίζω θέατρο στη μητρική μου γλώσσα ή διάλεκτο. Η πρώτη ήταν στα δεκαπέντε μου. Ουσιαστικά όμως ως επαγγελματίας ηθοποιός δεν έχω ξαναπαίξει στα κυπριακά ποτέ στο θέατρο. Ωστόσο ήταν η πρώτη φορά που δυσκολεύτηκα τόσο να μάθω το κείμενο! Στο σίριαλ όμως, που παίζω μια Κύπρια και μιλάω και στα κυπριακά και στα ελληνικά, δεν έχω καμία δυσκολία, ίσως επειδή τα κυπριακά είναι της καθομιλουμένης. Στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχουν λέξεις που δεν τις είχα χρησιμοποιήσει ποτέ και δεν τις ήξερα. Επιπλέον, υπάρχει και η δυσκολία του δεκαπεντασύλλαβου. Ο Νίκος Χατζόπουλος, ο οποίος σκηνοθετεί την παράσταση, έχει κάνει πολύ καλή δουλειά και με το κείμενο, με τη βοήθεια και του Γιωργή Τσουρή, που γνωρίζει τη διάλεκτο από παιδί. Έτσι το κείμενο ρέει και η ιστορία γίνεται κατανοητή και σε όσους δεν τη γνωρίζουν.

 

Χρυσοπράσινο φύλλο ριγμένο στο πέλαγος
Είναι μεγάλη πληγή και με πονάει αυτό που λέω τώρα. Η Κύπρος είναι η μόνη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση που έχει αυτό το τείχος. Αν και λένε ότι άνοιξαν τα σύνορα, δεν είναι ανοιχτά για μένα μέσα στην καρδιά μου. Ίσως ένας λόγος που κάνω τον «Αλαβροστοισειώτη» να είναι και αυτός, επειδή ήθελα να μιλήσω τη διάλεκτό μου και να πω ότι υπάρχει ένα κομμάτι που δεν μπορεί να αναπνεύσει αφού παραμένει εγκλωβισμένο.

 

Nikos_Chatzopoulos_Press_6.jpg

Δεν ειπώθηκαν ποτέ όσα συνέβησαν…
Ένα παράπονό μου ως πολίτη της Κύπρου είναι ότι δεν καταγράφηκαν ποτέ όσα πραγματικά συνέβησαν ‒ όσο σκληρό κι αν ακούγεται αυτό. Υπάρχουν ιστορίες που δεν ειπώθηκαν, υπάρχουν άνθρωποι που δεν βρέθηκαν, υπάρχουν άνθρωποι που βρέθηκαν και δεν μίλησαν, υπάρχουν μυστικά που δεν ακούστηκαν, υπάρχουν σχέδια που δεν αποκαλύφθηκαν. Είναι κάτι σαν προδοσία, που δεν ειπώθηκε ποτέ με τα λόγια που θα έπρεπε. Μάλλον δεν είναι ακόμη η στιγμή… Δεν ξέρω… Είναι λεπτές κόκκινες γραμμές, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να τα θέσουμε κάποια στιγμή επί τάπητος.

Όλοι έχουμε μερίδιο ευθύνης και εννοώ και ο ελληνοκυπριακός λαός ‒ αν θέλουμε να πούμε τα πράγματα ωμά. Να σκεφτείς ότι για το Σύνταγμα ισχύει ακόμη η συνθήκη του 1960. Μισό νησί, με εγγυήτριες δυνάμεις, με ερωτηματικά… Ελπίζω οι επόμενες γενιές να βρουν λύσεις.

 

Ο καλλιτέχνης και τα δαιμόνια
Νομίζω πως όσοι κάνουν αυτό το επάγγελμα, οι ηθοποιοί αλλά και όσοι ασχολούνται με την τέχνη, είναι άνθρωποι που η ψυχή τους είναι στοιχειωμένη από κάτι άλλο. Πάντα είναι διαφορετικοί, στην κοινωνία, στην οικογένεια, στο σχολείο. Κυριεύονται από κάτι άλλο.

Δεν εφησυχάζουν και δεν ικανοποιούνται με όσα βρίσκουν στον υπαρκτό κόσμο. Έτσι αναζητούν διεξόδους. Οποιαδήποτε μορφή τέχνης αποτελεί μια διέξοδο.

 

Από μικρή…
Ήμουν ένα παιδί που δεν σταματούσε ποτέ να ρωτάει, και όχι μόνο «Γιατί;» Επιπλέον, ήμουν υπερκινητικό παιδί, οπότε οι γονείς μου αποφάσισαν να με στείλουν να μάθω κάτι. Έτσι, όταν με ρώτησαν τι ήθελα να κάνω, στην αρχή είπα κάποιο ολυμπιακό άθλημα. Κατόπιν όμως βαρέθηκα και η δεύτερη επιλογή μου ήταν θέατρο. Σε ηλικία έξι ετών λοιπόν βρέθηκα σε μια ερασιτεχνική ομάδα στη Λευκωσία. Εκεί είχαμε και έναν εμπνευσμένο δάσκαλο, τον κύριο Ηλία, που αγαπούσε πολύ τα παιδιά και αποτελούσε πηγή έμπνευσης.

Η μεγάλη μου αγάπη
Τα παιδιά μού δίνουν δύναμη. Όσο μεγαλώνω ανακαλύπτω ότι η μεγάλη μου αγάπη μπορεί να κρύβεται εκεί. Όσες υποχρεώσεις και αν έχω, νομίζω πως δεν θα σταματήσω ποτέ να κάνω θεατρικό παιχνίδι και διασκευές παιδικών έργων για το θέατρο. Αυτό που μου αρέσει περισσότερο από όλα είναι να διασκευάζω έργα για παιδιά.

 

andri_vivlio.jpg

Η διασκευή κειμένων
Απαιτεί πολλή δουλειά, πολλή αφοσίωση, πολλή μοναξιά, όπως και η συγγραφή του θεατρικού έργου. Τα τελευταία χρόνια προσπαθώ να μην έχω άλλες υποχρεώσεις το καλοκαίρι, ώστε να επικεντρώνομαι σε αυτή την ενασχόληση. Εργάζομαι το χειμώνα πολύ, μαζεύω ένα καλό κομπόδεμα, και τους καλοκαιρινούς μήνες πηγαίνουμε οικογενειακώς στην Άνδρο, όπου δουλεύω νύχτα μέρα. Ξυπνάω πολύ νωρίς και ξεκινάω. Φυσικά έχω και κάποιες ώρες για παιχνίδι και χαλάρωση με την κόρη μου.

 

Η Φιλιώ Χαϊδεμένου και η Δέσποινα Μπεμπεδέλη
Διασκευή για μεγάλους έχω κάνει άλλη μια φορά, αλλά την έχω στο συρτάρι. Όταν ο Ζαχαρίας Καρούνης και ο Βασίλης Ευταξόπουλος μου μίλησαν για τη «Φιλιώ Χαϊδεμένου», παίζαμε μαζί σε μια παράσταση του Εθνικού. Τους έδωσα να διαβάσουν ένα παιδικό κείμενο, τη βιογραφία του «Χανς Κρίστιαν Άντερσεν» που είχα ετοιμάσει για το Θέατρο Τέχνης. Τους άρεσε και μου ζήτησαν να προχωρήσω. Υποβάλαμε πρόταση στο Εθνικό, όμως κάτι πήγε στραβά και δεν προχώρησε. Το παίδευα δύο χρόνια, δεν το έγραφα, αλλά το σκεφτόμουν, το έπιανα και το άφηνα. Όταν μας είπε ο Ζαχαρίας, πριν από ένα καλοκαίρι, ότι θα γινόταν, δούλεψα και το τελείωσα. Ήταν για όλους μια ευτυχής συγκυρία που αυτόν το ρόλο τον ερμήνευσε η σπουδαία Δέσποινα Μπεμπεδέλη.

Εμείς πάνω στην τρέλα μας την πήραμε τηλέφωνο, της είπαμε τι σκοπεύαμε να κάνουμε και τη ρωτήσαμε αν ήθελε να συμμετέχει. Δεν είχαμε καν έτοιμο το κείμενο. Όταν πήγα να τη δω για να την πείσω, της διάβασα ένα κομμάτι από την έναρξη και μια σκηνή στη μέση. Μου είπε: «Οκ, μου αρέσει. Να μου φέρεις και το βιβλίο!»

 

Ο ξεριζωμός της Φιλιώς ένας άλλος… «Αττίλας» που πληγώνει
Υπήρχαν μέρες, το λέω και ανατριχιάζω, που μου ερχόταν έντονα στη μνήμη, επειδή στην οικογένειά μου υπάρχει κάποιος αγνοούμενος. Δυσκολεύτηκα πολύ στα μεγάλα κομμάτια του βιβλίου, που αφηγούνται αυτό τον ξεριζωμό και αυτό το τρέξιμο, που δεν περιγράφονται στα βιβλία αλλά μου τα διηγήθηκαν οι γονείς μου. Ο πατέρας μου πολέμησε το ’74. Έτσι θυμόμουν τη μάνα μου να μου λέει: «Τρέχαμε και δεν ξέραμε πού να πάμε… Παίρναμε έναν μπόγο στον ώμο και πηγαίναμε στο άγνωστο…» Αυτά θυμόμουν και δεν μπορούσα να δουλέψω εκείνα τα κομμάτια. Υπήρχαν μέρες που μου ήταν αδύνατο να τα επεξεργαστώ, τα άφηνα πίσω και συνέχιζα με άλλα κομμάτια του βιβλίου που αφορούσαν τα γεγονότα μετά την καταστροφή. Έπεφτα τότε σε αυτά που είχαν σχέση με τους πρόσφυγες και πάλι μου έρχονταν θύμησες στο μυαλό. Συνέχιζα, έφτανα στη γερμανική Κατοχή και άφηνα πίσω ολόκληρα κομμάτια. Αυτή ήταν η δυσκολία μου, πώς να τα πω, δεν ήθελα να τα αλλάξω, γιατί η συγκεκριμένη γυναίκα τα είπε με την αλήθεια της.

 

andri.jpg

«Έλα στη θέση μου»: τηλεόραση για δεύτερη φορά
Όταν ένα βράδυ, πολύ αργά, μου τηλεφώνησε ο Τζώρτζης Ποφάντης, διευθυντής προγράμματος του Alpha, για να μου προτείνει τον ρόλο, δεν ήξερα πραγματικά αν ήθελα να κάνω τηλεόραση. Με γέμιζαν όλα όσα έκανα στο θέατρο και ήθελα να έχω και χρόνο για την οικογένειά μου, που πάντα τη βάζω πάνω από το επάγγελμά μου. Οπότε δεν μου έλειπε η τηλεόραση. Όταν όμως μου έστειλε το σενάριο, είδα ότι επρόκειτο για κωμωδία και ότι τη διασκευή έκανε ο Γιώργος Κρητικός, τον οποίο  θυμόμουν από το «10», πείστηκα.

 

Τηλεθεατές vs Θεατρόφιλοι
Αν κάποιος σε γουστάρει ως ηθοποιό από την τηλεόραση, θα έρθει να σε δει και στο θέατρο. Μπορεί να του ξυπνήσεις κάτι. Το κοινό είναι παντού! Είναι γύρω μας. Ανεβάζει και κατεβάζει καλλιτέχνες σε μία μέρα. Σίγουρα κάποιοι δεν με ήξεραν πριν από τη σειρά. Μερικοί μου λένε: «Πού ήσουν τόσα χρόνια;» Άλλοι με ρωτάνε: «Ήσουν στην Κύπρο και δεν είχες έρθει στην Ελλάδα;» Είναι λογικό αυτό, γιατί δεν μπορούν όλοι να πάνε στο θέατρο. Υπάρχει και μια μερίδα του κοινού που παρακολουθεί μόνο τηλεόραση και αυτό πρέπει να το αποδεχτούμε. Ζούμε σε έναν κόσμο που είναι πολιτισμικός και πολυεθνικός και πρέπει να δεχτούμε τον καθένα με τη διαφορετικότητά του. Η σειρά μού άνοιξε πόρτες, γνώρισα καινούργιους ανθρώπους, έκανα καινούργιους φίλους και γνώρισα έναν άλλο ρυθμό δουλειάς που είναι πέραν του απαιτητικού. Μόνο καλό μού έκανε, γι’ αυτό χαίρομαι που θα συνεχίσει και για δεύτερη σεζόν.

 

Ο σπουδαιότερος ρόλος της ζωής μου
Με την κόρη μου τον τελευταίο χρόνο δεν κάναμε πολλά πράγματα μαζί. Μας αρέσει πολύ να βλέπουμε ταινίες. Να πηγαίνουμε ταξίδια. Πρόσφατα πήγαμε ένα μίνι ταξίδι οι δυο μας. Θέλω να της δίνω εναύσματα να διαβάζει βιβλία. Χτες της αγόρασα πάλι ένα. Της αρέσει να ακούει μουσική και να μου μαθαίνει νέα συγκροτήματα. Πηγαίνουμε βόλτες το σκυλί παρέα. Πέρυσι πηγαίναμε και βλέπαμε και πολλές παραστάσεις μαζί. Φέτος, δυστυχώς, δεν προλάβαμε.

 

Το μήλο κάτω από τη μηλιά;
Ακόμη δεν έχει καλλιτεχνικές ανησυχίες. Είναι πιο δωρικό παιδί. Της αρέσει το πίσω από τη σκηνή, να παρατηρεί πώς λειτουργούν οι άνθρωποι στα παρασκήνια, το τεχνικό κομμάτι. Προς το παρόν λέει ότι θέλει να ασχοληθεί με τη μαγειρική! Βλέπει φανατικά βιντεάκια μαγειρικής και μου μιλάει για κάτι απίστευτα πράγματα που μαθαίνει.

 

«Καινούργια σελίδα» στο Θέατρο Γκλόρια
Τον χειμώνα θα είμαι στο Θέατρο Γκλόρια, όπου θα ανέβει το έργο του Νιλ Σάιμον «Καινούργια σελίδα». Χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί μου αρέσει πολύ ο Σάιμον και δεν έχω ξαναπαίξει. Επίσης, είναι ευτυχής συγκυρία, τόσο γιατί θα μας σκηνοθετήσει ο Γιάννης Μόσχος όσο και επειδή οι συνάδελφοι είναι εξαιρετικοί: ο Ταξιάρχης Χάνος, με τον οποίο συνεργάζομαι για δεύτερη φορά, η Μαρία Καλλιμάνη, με την οποία δεν είχα την τύχη να συμπράξω σκηνικά, και ο αγαπημένος μου φίλος Άγγελος Μπούρας, που επιτέλους θα παίξουμε μαζί.

 

Η Άνδρη Θεοδότου πρωταγωνιστεί στον «Αλαβροστοισειώτη» του Παύλου Λιασίδη σε σκηνοθεσία Νίκου Χατζόπουλου.
Από 15-18 Ιουνίου 2017 στις 20:00 στην Πειραιώς 260.
Η προπώληση έχει ξεκινήσει.
Κλείστε εισιτήρια ηλεκτρονικά εδώ:

http://greekfestival.gr/gr/events/view/nikos-xatzopoulos-2017

Την ερχόμενη σεζόν θα διασκευάσει τον «Πινόκιο» για την παιδική σκηνή του Νέου Κόσμου. Την παράσταση θα σκηνοθετήσει ο Παντελής Δεντάκης και αφορά ευπαθείς ομάδες. Θα παρουσιάζεται σε ιδρύματα, νοσοκομεία κ.λπ.

Θα διασκευάσει τον «Τρομάρα» του Γ. Βιζυηνού για το Θέατρο Βαλίτσας στην Κύπρο.

Θα πρωταγωνιστεί στην «Καινούργια σελίδα» του Νιλ Σάιμον σε σκηνοθεσία του Γιάννη Μόσχου στο Θέατρο Γκλόρια.

Καθημερινά θα την απολαμβάνουμε στη σειρά του Alpha «Έλα στη θέση μου», που θα συνεχιστεί για δεύτερη χρονιά.

 

Από την παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου «Άλκηστη» του Ευριπίδη, το πρώτα από τα σωζόμενα έργα του(438π.Χ) που αποτελεί και στο σκηνοθετικό ντεμπούτο της Κατερίνας Ευαγγελάτου στην Επίδαυρο αποχώρησε η πρωταγωνίστρια και ταλαντούχα ηθοποιός Μαρία Κίτσου

Στην παράσταση πρωταγωνιστούν επίσης ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος - Άδμητος, ο Δημήτρης Παπανικολάου - Ηρακλής, Γιάννης Φέρτης - Φέρης, Κώστας Βασαρδάνης - Απόλλων, Σωτήρης Τσακομίδης - Θάνατος, Ερρίκος Μηλιάρης  Υπηρέτης, και η  Κίττυ Παϊταζόγλου – Υπηρέτρια.

Η τελευταία όπως όλα δείχνουν θα κληθεί να αντικαταστήσει και την Μαρία Κίτσου στο ρόλο της Αλκηστής. 

Η Κίττυ Παϊταζόγλου, υποψήφια και για το βραβείο Μελίνα Μερκούρη το 2016 έχει εντυπωσιάσει με την σκηνική της παρουσία σε αρκετές παραστάσεις τα τελευταία χρόνια, κυρίως στο θέατρο Πόρτα. ( «Η Δίκη του Κάφκα» «Η Μύτη» «Λίλιομ») 

Η νέα διανομή έχει ήδη περάσει και στο site του Εθνικού Θεάτρου https://www.n-t.gr/el/events/repertory/alcestis 

Η παράσταση αναμένεται να κάνει πρεμιέρα στις 28 Ιουλίου στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. 

 

 

 

Μια στρογγυλή τράπεζα στήθηκε την Τρίτη (30/5) στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων, με τον Δημήτρη Ήμελλο, τη Μαρία Κεχαγιόγλου, τη Στεφανία Γουλιώτη, τον Γιάννη Νταλιάνη, την Αγγελική Παπαθεμελή, τον Νίκο Χατζόπουλο, την Κατερίνα Ευαγγελάτου και την Έφη Θεοδώρου να κάθονται στο κέντρο της σκηνής. Αυτή τη φορά δεν τους απολαύσαμε σε κάποια παράσταση, πίσω από το προσωπείο ενός ρόλου, αλλά είχαμε την τύχη να γίνουμε μάρτυρες των προσωπικών τους εμπειριών από την κοινή τους πορεία με τον Λευτέρη Βογιατζή.

Ειλικρινείς, άμεσοι, γενναιόδωροι, ανθρώπινοι, ο καθένας με τον δικό του προσωπικό τρόπο μοιράστηκαν με το κοινό στιγμές από τη σκηνή αλλά και τη ζωή, σκιαγραφώντας την πολυσχιδή προσωπικότητα του σπουδαίου σκηνοθέτη.

Όλα αυτά στο πλαίσιο της επιστημονικής διημερίδας του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών, στην οποία ακούστηκαν εξαιρετικές και εμπεριστατωμένες απόψεις από πολλούς ομιλητές για το σκηνικό έργο του Λευτέρη Βογιατζή.

Τη στρογγυλή τράπεζα των ηθοποιών συντόνιζε η σκηνοθέτις Έφη Θεοδώρου, που με τις εύστοχες ερωτήσεις-παρατηρήσεις της προσπαθούσε να εξελίξει τη συζήτηση.

Στη συνέχεια αναφέρονται μερικά μόνο από τα λόγια των συνεργατών του, αφενός επειδή πολλές φορές η συγκίνηση δεν επέτρεπε σε κάποιους να πουν περισσότερα, αφετέρου διότι ορισμένοι είπαν αλλά η γράφουσα είχε χαθεί στην περιπλάνηση των περιγραφών τους και γι’ αυτό αδικούνται από την παρούσα καταγραφή.

 

Δημήτρης Ήμελλος: «Ο Λευτέρης Βογιατζής είναι ένα σύνθετο φαινόμενο»

«Όπως ο Λευτέρης είχε έναν κόμπο για το πώς να ξεκινήσει την πρόβα, το ίδιο αισθάνομαι και εγώ τώρα που πρέπει να μιλήσω για εκείνον», είπε ο Δημήτρης Ήμελλος μόλις ξεκίνησε. Εξήγησε ότι για τον Λευτέρη Βογιατζή ακόμα και το πώς ξεκινά μια πρόβα ήταν ένα θέμα που τον ταλάνιζε. Ο ηθοποιός εξιστόρησε την εμπειρία του με τον σπουδαίο θεατράνθρωπο, ως παρτενέρ στη σκηνή, αφού οι δυο τους είχαν συμπρωταγωνιστήσει στο «Ύστατο σήμερα» του Βρετανού δραματουργού Χάουαρντ Μπάρκερ. Ο Δημήτρης Ήμελλος δήλωσε ότι στην αρχή της συνεργασίας τους εντυπωσιάστηκε επειδή ο Λευτέρης Βογιατζής «ήταν κακός ηθοποιός!» Κατόπιν εξήγησε ότι στόχος του ήταν να μην είναι ηθοποιός και αυτό ζητούσε και από τους άλλους ‒ κάτι που επισήμαναν και οι υπόλοιποι συνεργάτες του. Μοιράστηκε με το κοινό προσωπικές στιγμές του από τις πρόβες, το πώς έγινε η διανομή των ρόλων στη συγκεκριμένη παράσταση, του πελάτη-Δνείστερ και του κουρέα, αλλά και διάφορα ευτράπελα, θέλοντας να τονίσει την ανάγκη του Λευτέρη Βογιατζή να είναι θεατής. «Του άρεσε να βλέπει, να παρατηρεί, να γεύεται αυτό που βλέπει, γι’ αυτό και σκηνοθετούσε για να βλέπει αυτά που του άρεσαν…» ανέφερε χαρακτηριστικά ο ηθοποιός, ενώ πρόσθεσε ότι αυτό συνέβαινε πολλές φορές και στις πρόβες τους, που άφηνε τη θέση του σκηνοθέτη και καθόταν στις θέσεις των θεατών απολαμβάνοντας τον συμπαίκτη του.

Ο Δημήτρης Ήμελλος χαρακτήρισε τον Λευτέρη Βογιατζή «ένα σύνθετο φαινόμενο». «Τα μεγαλύτερά του προσόντα, τα μεγαλύτερά του προτερήματα ήταν και τα μεγαλύτερά του μειονεκτήματα και τα μεγαλύτερά του μειονεκτήματα ήταν και τα μεγαλύτερά του προσόντα», επισήμανε. Επιπλέον, είπε ότι λόγω αυτής της προσωπικότητας πολύ συχνά ήταν μόνος, «σαν ένα μικρό παιδί που προσπαθούσε να επικοινωνήσει».

 

 

imerida_2.jpg

 

Γιάννης Νταλιάνης: «Σου ανέβαζε συνεχώς την αδρεναλίνη στη σκηνή»

Ο Γιάννης Νταλιάνης, έχοντας μοιραστεί και εκείνος αρκετές φορές τη σκηνή με τον Λευτέρη Βογιατζή, δήλωσε: «Όταν ήσουν μαζί του στη σκηνή, απαιτούσε μεγάλη εγρήγορση και ετοιμότητα, διότι έπρεπε να βρεις τον τρόπο να τον μετατρέψεις από παρατηρητή σε παίκτη. Γεγονός πολύ δελεαστικό, που ανέβαζε συνεχώς την αδρεναλίνη». Ο ίδιος θυμήθηκε την αρχή της γνωριμίας τους, όταν ήταν ακόμη μαθητής του στο Λαϊκό Πειραματικό Θέατρο, και περιέγραψε το πάθος και την αφοσίωση με την οποία ο Λευτέρης Βογιατζής τους δίδασκε τότε την «Αρετούσα». Μια μέρα μάλιστα κόντεψε να καεί με τη στάχτη του τσιγάρου, όταν πλησίασε το δάχτυλό του και εκείνος παρέμενε αφοσιωμένος στην πρόβα με τους μαθητές της σχολής.

 

Νίκος Χατζόπουλος: «Αυτό που σου άφηνε ήταν κάτι βραδείας καύσεως»

Ο Νίκος Χατζόπουλος δανείστηκε τον τίτλο του θεατρικού έργου του Τόμας Μπέρνχαρντ στο οποίο και πρωταγωνίστησε για να περιγράψει τον Λευτέρη Βογιατζή. «Σήμερα μιλάμε πολύ περισσότερο για θέατρο από το να κάνουμε θέατρο. Ο Λευτέρης δεν μιλούσε, έπραττε. Ήταν ένας πραγματικός θεατροποιός». Κατόπιν εξήγησε κάτι που παραδέχτηκαν και όλοι οι συνάδελφοί του που συμμετείχαν στη συζήτηση, ότι είναι πολύ δύσκολο να περιγράψει κανείς τη μέθοδό του, γιατί όλα αυτά που έζησαν ήταν βιωματικά και δύσκολα μπορούν να ειπωθούν και να καταγραφούν. «Αυτό που σου άφηνε ήταν κάτι βραδείας καύσεως, γιατί έπειτα από τη συνεργασία μαζί του συνειδητοποιούσες ότι είχε αλλάξει η κοσμοθεωρία σου απέναντι στο θέατρο». Ο Νίκος Χατζόπουλος ανέφερε χαρακτηριστικά: «Θυμάμαι πολύ έντονα να λέει: ‘‘Μην παίζεις! Εννοώ παίζε 100%!’’» Στη συνέχεια επισήμανε τη δυσκολία που είχε στην αρχή να καταλάβει τη διττή σημασία του ρήματος «παίζω», καθώς και ότι, δυστυχώς, η φράση «Μην παίζεις» έχει πλέον παρερμηνευτεί από πολλούς σκηνοθέτες. Ο Νίκος Χατζόπουλος τόνισε επίσης τον σεβασμό που έδειχνε ο Λευτέρης Βογιατζής στο κείμενο: «Δεν θεωρούσε τον σκηνοθέτη πιο έξυπνο από τον συγγραφέα. Μέθοδός του ήταν να ξεζουμίσει το κείμενο μέχρι να του παραδοθεί».

 

Μαρία Κεχαγιόγλου: «Στις παραστάσεις εκτός Λευτέρη προσπαθούσα να εφαρμόσω όλα όσα έμαθα μαζί του»

Η Μαρία Κεχαγιόγλου με την ευκαιρία της διημερίδας ξεφύλλισε τα ημερολόγια που κρατούσε από τις πρόβες της με τον Λευτέρη Βογιατζή. Μίλησε για το σοκ που είχε υποστεί όταν στη δραματική σχολή ακόμη είχε παρακολουθήσει την παράσταση «Σε φιλώ στη μούρη». Όταν λοιπόν αργότερα, το 1995, συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τον Λευτέρη Βογιατζή στον «Μισάνθρωπο», τον θαύμαζε τόσο πολύ που είχε «το σύνδρομο της καλής μαθήτριας», κάτι που δεν του άρεσε καθόλου. Η ηθοποιός αναφέρθηκε στις επώδυνες πρόβες αλλά και στη δύσκολη πρώτη χρόνια των παραστάσεων, που την οδήγησε στην απόφαση να αποχωρήσει. «Στις παραστάσεις εκτός Λευτέρη προσπαθούσα να εφαρμόσω όλα όσα έμαθα μαζί του». Έπειτα από λίγα χρόνια, όταν ξανασυνεργάστηκαν, τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά και η σχέση τους μια σχέση αγάπης.

 

Στεφανία Γουλιώτη: «Ήθελε να σε πάει σε μια παράλογη περιοχή»

«Σου ζητούσε κάτι πέρα από τη φύση… Να γίνεις αφύλακτος… Να φύγεις εσύ από τη μέση, να εξαφανιστείς από τη σκηνή», είπε η Στεφανία Γουλιώτη προσπαθώντας να δώσει μια γεύση από τις οδηγίες του Λευτέρη Βογιατζή. Όσο για τους περιβόητους τονισμούς, εξήγησε ότι ήταν περίπλοκοι γιατί «ήθελε να σε πάει σε μια παράλογη περιοχή, μήπως και σου έκανε τη χάρη η λέξη και σου δώσει κάτι πίσω». Θυμήθηκε ένα απόγευμα, όταν σε ένα ρεπό από τις πρόβες της «Αντιγόνης», μελετούσαν τον μονόλογο του Τειρεσία και επί επτά ώρες διερευνούσαν έναν στίχο που αφορούσε κάποια έθιμα της εποχής. «Εγώ την επόμενη μέρα, σαν καλή μαθήτρια, πήγα στην πρόβα με χαρά για να πω και στους υπόλοιπους τι είχαμε μάθει. Έκπληκτη λοιπόν τον είδα να ξεκινά όλη τη διαδικασία από την αρχή με την ίδια ακριβώς περιέργεια…»

 

Αγγελική Παπαθεμελή: «Δεν φοβόταν να συγκρουστεί με τον ηθοποιό»

Η Αγγελική Παπαθεμελή τόνισε την ντομπροσύνη του χαρακτήρα του Λευτέρη Βογιατζή, που δεν φοβόταν να συγκρουστεί, λέγοντας ακριβώς αυτό που πίστευε, κάτι που, όπως είπε, δεν το έχει συναντήσει σε κανέναν άλλο σκηνοθέτη. «Ποτέ δεν συνεργάστηκα με κάποιον που η δική μου ελευθερία και μέριμνα ήταν ο στόχος του», δήλωσε χαρακτηριστικά. Αναφέρθηκε επίσης στον τρόπο δουλειάς του: «Δεν έχω ξαναγνωρίσει άνθρωπο που με παιδική αθωότητα να αναζητά κόλπα τα οποία μπορούσαν να σου λύσουν θέματα που τα κουβαλούσες πολύ καιρό». Θυμήθηκε την εποχή που έκανε πρόβες για τον «Γλάρο» με τον Νίκο Μαστοράκη στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας και μοιράζονταν την ίδια αυλή με τον θίασο του Λευτέρη Βογιατζή στα διαλείμματα. «Εμείς βγαίναμε χαρούμενοι και χαλαροί και έβλεπες να κάνουν την εμφάνισή τους από εδώ κάτι φιγούρες σκυθρωπές, ταλαιπωρημένες… Τότε λέγαμε: ‘‘Δεν θα πάμε ποτέ δίπλα…’’»

 

Κατερίνα Ευαγγελάτου: «Μου έλεγε: ‘‘Σε δέκα χρόνια θα καταλάβεις αυτά που λέω’’»

Η Κατερίνα Ευαγγελάτου μοιράστηκε την εμπειρία της ως βοηθού σκηνοθέτη του Λευτέρη Βογιατζή στην παράσταση της «Αντιγόνης» το 2006. «Αυτά που έμαθα ήταν πολύ βραδυφλεγή. Πολλές φορές μού έλεγε ‘‘Σε δέκα χρόνια θα καταλάβεις αυτά που λέω’’ και είχε δίκιο». Η σκηνοθέτις αναφέρθηκε στη δουλειά που έγινε στις πρόβες, όταν της είχε αναθέσει να συντάξει όλο το κείμενο της αρχαίας τραγωδίας για να το διδάξει στους ηθοποιούς, αλλά και στην παιδική πλευρά του Λευτέρη Βογιατζή και στην τρομερή του παρατηρητικότητα, όταν, σαν μικρό παιδί, πρόσεχε για ώρα τους χειροποίητους σελιδοδείκτες με τα αυτοκολλητάκια που έφτιαχνε εκείνη για να ξεχωρίζει τις σημειώσεις της πάνω στα λεξικά των αρχαίων κειμένων.

Με συγκίνηση θυμήθηκε τη μέρα που την κάλεσε σπίτι του για να της διαβάσει τις «Ψευδαισθήσεις» του Ιβάν Βιριπάγεφ, έργο που της πρότεινε να ανεβάσει στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων, όπως και έγινε την άνοιξη του 2012. Το έργο αφορούσε έναν άντρα που καθόταν στο κρεβάτι λίγο πριν πεθάνει και η Κατερίνα Ευαγγελάτου είπε χαρακτηριστικά: «Ο τρόπος που μου διάβαζε το έργο, το οποίο δεν γνώριζα, ήταν τόσο άμεσος, που δεν μπορούσα να καταλάβω αν μου διάβαζε κάτι ή αν μιλούσε σε εμένα. Μου είπε: ‘‘Έλα κάθισε να σου μιλήσω για την αγάπη…’’»

 

Φωτογραφίες: Νώντας Δουζίνας

 

“Τα μάτια μου έχουν πληγωθεί. Γιατί πόλη και αυλή

Προσφέρουν θέαμα νοσηρό που βλάπτει την ψυχή

Μελαγχολία με τυραννεί, αγωνία σκοτεινή 

Ο άνθρωπος με τον άνθρωπο όταν βλέπω το πώς ζει

Και άλλο να μη συναντώ, παρά άθλια κολακεία

Συμφέρον, ιδιοτέλεια,  απάτη, προδοσία

Άλλο δεν αντέχω. Αγανακτώ. Και το έχω βάλει πια σκοπό

Σε όλη την ανθρωπότητα άγρια να επιτεθώ.”

 

«Μισάνθρωπος» από την Ιόλη Ανδρεάδη,

με τη Βασιλική Τρουφάκου, τον Μιλτιάδη Φιορέντζη και τη Μελίνα Θεοχαρίδου

την Άνοιξη του 2018

 

Τον Μισάνθρωπο, την πιο πικρή κωμωδία του Μολιέρου, ετοιμάζεται να παρουσιάσει η σκηνοθέτις Ιόλη Ανδρεάδη με τους συνεργάτες της, την Άνοιξη του 2018 στο Σύγχρονο Θέατρο. 

Μισάνθρωπος ο Μιλτιάδης Φιορέντζης (Οικογένεια Τσέντσι, Young Lear). Στο ρόλο της γοητευτικής Σελιμέν, αυτού του θηλυκού Δον Ζουάν που αποτελεί τον καθρέφτη του Μισανθρώπου, η Βασιλική Τρουφάκου. 

Μαζί τους σε ρόλο έκπληξη η Μελίνα Θεοχαρίδου, που αγαπήθηκε από κοινό και κριτικούς για την ξεχωριστή ερμηνεία της στο «Όλα αυτά τα υπέροχα πράγματα» τη σεζόν που μόλις τελείωσε. 

Το έργο πρόκειται να ανέβει σε νέα μετάφραση Γιάγκου Ανδρεάδη και διασκευή της Ιόλης Ανδρεάδη και του Άρη Ασπρούλη για έξι πρόσωπα. Το υπόλοιπο καστ αναμένεται να ανακοινωθεί. 

 

Η πρεμιέρα έχει προγραμματιστεί για τις 12 Απριλίου του 2018.

Μια παραγωγή της Constantly Productions.

 

 

 

Η «Λαμπεντούζα», «Το έξυπνο πουλί», το «Μεγάλο κρεβάτι» και η «Μητρόπολη», που επιστρέφει μετά την περσινή της επιτυχία στο Μικρό Θέατρο της Επιδαύρου στο Σύγχρονο Θέατρο, συνθέτουν το παζλ των τεσσάρων επιτυχημένων παραστάσεων στις οποίες την απολαύσαμε φέτος. Δηλώνει «τυχερή».

 

Η Χαρά-Μάτα Γιαννάτου κατάφερε να ξεχωρίσει από τις πρώτες παραστάσεις που σκηνοθέτησε ο Ακύλλας Καραζήσης με τους τελειόφοιτους του Εθνικού Θεάτρου, με κάποιους από τους οποίους συνεχίζουν ακόμη να πορεύονται παρέα, να συνδημιουργούν, να δοκιμάζονται σε νέα είδη, γιατί πολύ απλά, όπως η ίδια λέει, «αγαπιούνται και θέλουν να βρίσκονται».

 

Λίγα εικοσιτετράωρα πριν από τη φετινή πρεμιέρα της «Μητρόπολης» θα συναντηθούμε με αφορμή τη συγκεκριμένη παράσταση-αλληγορία, που μέσα από τα αρχαία κείμενα και τις ρήσεις των αγγελιαφόρων φέρνει στο φως διαχρονικά ζητήματα. Η κουβέντα μοιραία δεν θα περιοριστεί εκεί, με τη Χαρά σε κάθε ευκαιρία να δηλώνει την αφοσίωσή της στην τέχνη της: «Το θέατρο είναι εκεί, είναι το σπίτι μας, είναι η δουλειά μας». Μήπως τελικά τίποτα δεν είναι τυχαίο;

 

chara_mata.jpg

 

«Μητρόπολη»: Ο τόπος συνάντησης των αγγελιαφόρων και ο ρόλος μου στην παράσταση
Η «Μητρόπολη» βασίζεται σε πέντε τραγωδίες, από τις οποίες έχουν επιλεγεί οι αγγελικές ρήσεις και ο τόπος όπου συναντιούνται οι αγγελιαφόροι καθώς και άλλα σημεία, όπως, για παράδειγμα, αυτά του χορού. Εγώ λέω στην παράσταση το κομμάτι του έρωτα από την «Αντιγόνη» μαζί με τον Αγησίλαο (Μικελάτο) που έχει το αντίστοιχο κομμάτι του έρωτα από τη «Μήδεια» ‒ εκείνος έχει και την αντίστοιχη αγγελική ρήση της τραγωδίας και εγώ ένα μικρότερο μέρος της προς το φινάλε. Η παράσταση ξεκινά με μένα να απαγγέλω ένα κείμενο από τον «Οιδίποδα» με σκοπό να δώσω ζωή σε αυτό τον τόπο ‒τη Μητρόπολη‒, όπου υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι μέσα στα συντρίμμια, με ένα παιδί που φαίνεται να είναι νεκρό. Έτσι ξεκινώ με αυτό το κομμάτι που ο Οιδίποδας επικαλείται τους θεούς και ζητά βοήθεια για να δώσω ζωή στον πρώτο, που θα δώσει με τη σειρά του ζωή στον επόμενο και έτσι σιγά σιγά θα ξεκινήσει η παράσταση.

Φέρνουμε στη σκηνή όσα μας αφορούν.
Δεν υπάρχει πλοκή όπως σε μια τραγωδία. Εμείς θέλαμε να μιλήσουμε για όλα αυτά τα θέματα που μας αφορούν, όπως τον έρωτα, το θρήνο, την άφιξη, το πώς είναι αυτός ο άνθρωπος που έρχεται και ανακοινώνει τις τραγικές ειδήσεις, σε μια εποχή που ακούμε συνέχεια τραγικά γεγονότα, το αίσθημα του να μην ξέρεις πού ανήκεις κ.λπ. Δραματουργικά υπάρχει ένας σκελετός, αλλά δεν υπάρχει ακριβώς συνομιλία. Συνομιλούμε όλοι μέσα από ένα δικό μας κόσμο, μέσα από τον κοινό τόπο και με βάση τις κοινές μας ανάγκες.

Chara_Mata 5.jpg

 

Οι αγγελιαφόροι του χθες και του σήμερα
Γενικότερα αισθάνομαι ότι υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη να ειπωθούν τα δυσάρεστα. Ίσως μας ελκύει και εμάς να τα ακούσουμε. Η αλήθεια είναι ότι σίγουρα ζούμε σε μια εποχή που συμβαίνουν πολλά δυσάρεστα, αλλά παράλληλα συμβαίνουν και πολλά ευχάριστα, τα οποία, όπως βλέπω, δεν επιλέγουμε και τόσο να τα εξιστορήσουμε. Θα ακούσεις, για παράδειγμα, πιο εύκολα για τη γυναίκα που εξερράγη μπροστά της η χύτρα και πέθανε, όχι όμως για τον άνθρωπο που είναι ήρωας σε ένα νησί και σώζει πρόσφυγες. Το πρώτο θα γίνει άμεσα είδηση, ενώ το άλλο θα το πληροφορηθείς πολύ πιο σπάνια. Για κάποιο λόγο και εμάς μας ελκύουν περισσότερο τα δυσάρεστα, αλλά και τα ΜΜΕ τα προβάλλουν πιο πολύ.

Εθισμένοι στις κακές ειδήσεις
Είναι σαν να έχουμε εθιστεί πλέον και αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αποστροφή. Λες «Δεν αντέχω να τα ακούω πια αυτά» και αισθάνεσαι και ενοχές, γιατί νιώθεις ότι δεν μπορείς να κάνεις τίποτα και κλείνεσαι. Ενώ, αν ακούγαμε ευχάριστα πράγματα, θα ξαναγεννιόταν μέσα μας η ελπίδα και αυτό θα μας έκανε πιο δυνατούς απέναντι στο πρόβλημα.

Το «Έξυπνο πουλί» αντίδοτο στη θλίψη
Με αυτή την παράσταση θέλαμε να βρεθούμε ξανά μαζί επειδή αγαπιόμαστε και να δοκιμαστούμε στην κωμωδία, κάτι που δεν είχαμε ξανακάνει. Υπήρχε αυτό το «Να περάσουμε καλά», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κάναμε χαβαλέ. Δουλέψαμε πολύ, αλλά πάντα με χαρά. Ήταν μια τέτοια ανάγκη. Νομίζω το γεγονός ότι πήγε τόσο καλά η παράσταση μαρτυρά ότι και ο κόσμος διψά να ξεφύγει λίγο και να γελάσει. Δεν θέλω να παρεξηγηθεί αυτό. Δεν εννοώ ότι πρέπει ξαφνικά να σταματήσουμε να κάνουμε σοβαρά έργα και ότι το κοινό πρέπει να βλέπει μόνο κωμωδίες, γιατί και τα δραματικά έργα προσφέρουν μια άλλου είδους ψυχαγωγία, που ίσως είναι και κάτι πιο βαθύ. Ωστόσο είναι σημαντικό να καταφέρεις να κάνεις το θεατή για δύο ώρες να γελάσει και να ξεχαστεί, καθώς έτσι γίνεται μια επανεκκίνηση στο μυαλό και στην ψυχή του.

Chara-mata6.jpg

Τέσσερις παραστάσεις μέσα σε λίγους μήνες
Η «Μητρόπολη» ξεκίνησε πέρυσι το καλοκαίρι και ολοκληρώνεται η χρονιά πάλι με αυτή την παράσταση και αυτό είναι τέλειο! Πέρασα μια φάση κατά την οποία αναρωτήθηκα γιατί τα κάνω όλα αυτά. Μήπως ήταν από την αγωνία και την ανάγκη μου να μη λείπω από τις παραστάσεις που κάναμε με τους φίλους, γιατί και το «Έξυπνο πουλί» και το «Μεγάλο κρεβάτι» έγιναν με αγαπημένους φίλους. Τελικά, συνειδητοποίησα ότι μου έκανε πάρα πολύ καλό. Γιατί η «Λαμπεντούζα» ουσιαστικά ήταν μονόλογος. Δεν αλληλοεπιδρούσαμε με τον Αργύρη (Ξάφη) πάνω στη σκηνή, παρά μόνο στο τέλος που είχαμε ένα βλέμμα. Οπότε, μου έκανε πολύ καλό που πήγαινα από τη μια παράσταση στην άλλη. Μου έδινε μεγάλη ενέργεια.

Όταν θες να ξαναγίνεις σερβιτόρα…
Γενικά δεν σταματάς να σκέφτεσαι και να δουλεύεις! Πέρασα μια φάση που πήγαινα στην πρόβα και έλεγα: «Θα ήθελα τώρα να πάω σε ένα καφέ να δουλέψω σερβιτόρα». Επειδή το έχω κάνει, γι’ αυτό ερχόταν στο μυαλό μου μια γνώριμη ανάμνηση. Έτσι απλά να σερβίρω φρέντο εσπρέσο και μετά να γυρίζω σπίτι και να μην έχω να σκεφτώ ούτε σε πόσους σέρβιρα ούτε σε πόσους έχω να σερβίρω αύριο, τίποτα… Εντάξει, αυτά στη συγκεκριμένη δουλειά συμβαίνουν. Μπορεί σε μια περίοδο να έχεις τρία πράγματα μαζί γιατί ξέρεις ότι μετά έρχεται μια περίοδος που δεν έχεις τίποτα. Τελικά, πήγαν όλα καλά. Ίσως γιατί και στις τρεις δουλειές το κλίμα ήταν οικογενειακό.

«Λαμπεντούζα»: Ένα σκαλί πιο πάνω
Σίγουρα είχε διαφορά από ό,τι είχα κάνει μέχρι πρότινος. Στην Ελλάδα έχω κάνει κυρίως παραστάσεις με τον Ακύλλα (Καραζήση), οπότε ήμασταν παιδιά από τη σχολή και το σχήμα ήταν πιο ομαδικό. Το ίδιο και οι δύο παραστάσεις που έκανα στη Γερμανία. Άρα, με αυτή την έννοια η «Λαμπεντούζα» ήταν κάτι διαφορετικό, γιατί πρώτη φορά ήμασταν στη σκηνή μόνο δύο άτομα, ο Αργύρης και εγώ ‒ αυτό μπορεί να παραπέμψει στο «πρωταγωνιστές». Επίσης, ήμουν με τον Αργύρη που τον γνώριζα ελάχιστα. Τον ήξερα μόνο ως ηθοποιό. Το ίδιο και τον Βαγγέλη (Θεοδωρόπουλο). Αυτό για μένα ήταν μια διαφορετική συνθήκη. Γιατί δούλεψα με ένα σκηνοθέτη που δεν με είχε μαθήτρια και με τον Αργύρη που είναι ένας ηθοποιός πολύ πιο έμπειρος από μένα. Συνεπώς, ήταν ένα μεγαλύτερο βήμα.

Οι δουλειές στη Γερμανία
Μιλάω πολύ καλά γερμανικά. Το γεγονός ότι έχω δουλέψει στη Γερμανία ήταν  καθαρά θέμα τύχης και θα μπορούσε να είχε συμβεί ακόμα και αν μιλούσα μόνο ελληνικά. Η θεατρική δουλειά που κάναμε ήταν ένα πρότζεκτ με τις γυναίκες της Τροίας και συμμετείχαν Τούρκοι, Έλληνες και Γερμανοί ηθοποιοί, οπότε ο καθένας ερμήνευε το κείμενο στη γλώσσα του. Εγώ τελικά στη Γερμανία έπαιξα στα γερμανικά επειδή αντικατέστησα τη Γερμανίδα Ανδρομάχη – υπήρχε μια ηθοποιός από κάθε χώρα που υποδυόταν την Ανδρομάχη. Το ίδιο συνέβη και με την ταινία που έκανα εκεί. Ο σκηνοθέτης δεν ενδιαφερόταν αν η ηθοποιός θα μιλούσε τη γλώσσα, γιατί, σύμφωνα και με το σενάριο, εκείνος μια Ελληνίδα έψαχνε.

chara_mataa.jpg

Θέμα επιλογής

Μου έχει δοθεί η επιλογή να δουλέψω περισσότερο στη Γερμανία και στο θέατρο, αλλά δεν ήθελα. Επιθυμούσα να επιστρέψω στην Ελλάδα. Νιώθω ότι εδώ είναι το σπίτι μου. Ίσως επειδή εδώ έχω μεγαλώσει. Βέβαια πάντα όταν είμαι εδώ μου λείπει η Γερμανία και όταν είμαι στη Γερμανία μου λείπει η Ελλάδα, αυτό θα το νιώθω σε όλη μου τη ζωή. Το έχω αποδεχτεί. Μου λείπουν πολύ απλά πράγματα, οι μυρωδιές, η γλώσσα, τα μαγαζιά, η καθημερινότητα της κάθε χώρας.

Όταν ξέρεις ότι δεν πληρώνεσαι, έχεις την ελευθερία της επιλογής.
Τα υπέρ του να δουλεύεις στη Γερμανία είναι η ασφάλεια και ότι μπορείς να βιοποριστείς πολύ πιο εύκολα σε σχέση με την Ελλάδα. Υπάρχει πολύ μεγαλύτερος σεβασμός προς το επάγγελμα, κάτι που εδώ καμιά φορά το χάνουμε και συχνά φταίμε και οι ίδιοι οι ηθοποιοί γι’ αυτό. Επειδή έχουμε την ανάγκη να φανούμε, η  εκμετάλλευση είναι πολύ έντονη. Πλέον είναι δεδομένο ότι δεν πληρώνεσαι για τις πρόβες. Στη Γερμανία δεν συμβαίνει αυτό. Από τη στιγμή που εργάζεσαι πληρώνεσαι. Από την άλλη, αυτό είναι και αρνητικό, γιατί κάποιες φορές λειτουργείς σαν δημόσιος υπάλληλος. Για παράδειγμα, αν ήμουν εκεί, δεν θα είχα κάνει το «Έξυπνο πουλί» και το «Μεγάλο Κρεβάτι» με την ίδια ευκολία. Γιατί εδώ από τη στιγμή που ξέρεις ότι δεν πληρώνεσαι έχεις την ελευθερία να επιλέξεις να κάνεις αυτό που θέλεις, με αυτούς που θέλεις. Οπότε, σαν καλλιτέχνης τελικά εκφράζεσαι πιο ελεύθερα.

Ηθοποιός έρμαιο στο όραμα του σκηνοθέτη; «Νicht!»
Σίγουρα είναι μεγάλη ασφάλεια να έχεις συμβόλαιο για δύο χρόνια και να πληρώνεσαι, ανελλιπώς. Ακόμα και να σταματήσεις για καλοκαίρι, εσύ πληρώνεσαι! Αυτά τα ακούμε εδώ και λέμε: Πώς γίνεται; Επίσης, είναι μια εμπειρία να είσαι σε ένα θέατρο που κάνουν εννιά παραστάσεις το χρόνο, γιατί έτσι δουλεύουν εκεί. Καλλιτεχνικά όμως αυτή τη στιγμή αυτό δεν με καλύπτει. Είμαι σε μια φάση που ψάχνω να βρω τον εαυτό μου και τι θέλω να κάνω. Γιατί θέλω να κάνω θέατρο; Τι μου αρέσει στο θέατρο; Εκεί πηγαίνεις απλώς από σκηνοθέτη σε σκηνοθέτη και ακολουθείς το όραμά του και, ωραία αν συμφωνείς, ωστόσο είναι πολύ πιθανό να διαφωνείς και να μη βρίσκεις τίποτα ενδιαφέρον στο όραμά του. Θεωρώ ότι είμαι πολύ νέα ακόμη στη δουλειά για να ακολουθήσω αυτόν το δρόμο.

Οι ταινίες
Είχα την τύχη η πρώτη μου επαφή με το σινεμά να είναι σε γερμανική παραγωγή και με πρωταγωνιστικό ρόλο. Οπότε, ήταν για μένα μια βουτιά στα βαθιά! Πριν δεν είχα κάνει ούτε ταινία μικρού μήκους. Μόνο την εμπειρία που είχα από τη σχολή, στην οποία είχαμε καθηγητή τον Πέτρο Σεβαστίκογλου και κάναμε κάποια ταινιάκια. Μετά ήρθε ο «Νοτιάς» του Τάσου Μπουλμέτη, που ήταν μια μεγάλη παραγωγή. Επομένως, έχω γνωρίσει μια πολύ καλή πλευρά αυτού του χώρου, που υπήρξαν κάποια λεφτά και έγινε μια αξιοπρεπής δουλειά και στις δύο περιπτώσεις. Μου αρέσει πολύ ο κινηματογράφος, θα ήθελα πολύ να κάνω και άλλες ταινίες.

Το θέατρο είναι το σπίτι μας.
Δεν θα άφηνα όμως ποτέ το θέατρο. Χωρίς θέατρο δεν μπορώ να με φανταστώ. Ίσως είναι και συνήθεια, ο τρόπος που έχουμε μάθει. Οι ταινίες είναι λίγο πιο περιστασιακές. Θα κάνεις μια ταινία κάθε δύο χρόνια, είναι κάτι που έρχεται και φεύγει. Το θέατρο είναι εκεί, είναι το σπίτι μας, είναι η δουλειά μας. Στον κινηματογράφο το αποτέλεσμα σίγουρα έχει να κάνει και με την υποκριτική, αλλά και με το πώς έχουν τραβηχτεί τα πλάνα, το μοντάζ, τη μουσική. Αυτό είναι και το γοητευτικό, ότι είναι αποτέλεσμα συνύπαρξης πολλών τεχνών. Ενώ στο θέατρο εσύ πρωταγωνιστείς, εσύ είσαι στη σκηνή, οπότε είναι μια άλλου είδους μαγεία…

 

Η Χαρά-Μάτα Γιαννάτου πρωταγωνιστεί στη «Μητρόπολη» της Καλλιτεχνικής Ομάδας Momentum στο Σύγχρονο Θέατρο
Σκηνοθεσία: Αργύρης Πανταζάρας
Ημέρες παραστάσεων: 1-11 Ιουνίου 2017

 Κεντρική φωτογραφία και η φωτογραφία της παράστασης είναι του Νίκου Πανταζάρα

Η δεύτερη και η τελευταία φωτογραφία είναι του Ανδρέα Σιμόπουλου η τέταρτη του Γιώργου Καπλανίδη

 

 

 

 

Αφετηριακό έτος της δημιουργικής πεζογραφίας του Γ. Μ. Βιζυηνού είναι το 1883. Από τα οκτώ διηγήματά του τα επτά καλύπτουν ένα χρονικό άνυσμα περίπου δύο ετών. Το όγδοο θα δει το φως της δημοσιότητας μετά τον εγκλεισμό του στο ψυχιατρείο, τον Απρίλιο του 1895. Το πρώτο του διήγημα λοιπόν απέστειλε από το Λονδίνο ‒με τη συνδρομή του Βικέλα‒ για να δημοσιευτεί στο περιοδικό «Εστία» και αυτό δεν είναι άλλο από «Το αμάρτημα της μητρός μου». Το Μάρτιο του επόμενου έτους θα αναγκαστεί να επιστρέψει εσπευσμένα στην Ελλάδα, εξαιτίας του θανάτου του χρηματοδότη και προστάτη του, Γ. Ζαρίφη. Το φάσμα του πρακτικού βίου είναι πια ορατό. Στις 17 Ιουνίου και την 1η Ιουλίου η «Εστία» θα δημοσιεύσει «Το μόνον της ζωής του ταξείδιον».

Κοινός παρανομαστής των διηγημάτων του είναι: τα ηθογραφικά στοιχεία, η έντονη θεατρικότητα, η πρωτοπρόσωπη αφήγηση, οι μυστηριακοί τίτλοι και η ενδελεχής ψυχογραφία των ηρώων, το ντοκουμενταρισμένο και περιγραφικό ύφος και οι εγκιβωτισμένες ιστορίες. Όλα αυτά κάνουν θελκτικά τα έργα του για κινηματογραφικά, τηλεοπτικά και θεατρικά ανεβάσματα. Θυμίζουμε χαρακτηριστικά και την πολυβραβευμένη ταινία «Το μόνον της ζωής του ταξείδιον» (2001) του Λάκη Παπαστάθη.

Ο Δήμος Αβδελιώδης δεν είναι η πρώτη φορά που βυθίζεται στον κόσμο του σπουδαίου πεζογράφου για να αναδείξει το έργο του στη σκηνή. Έχουμε απολαύσει και το «Αμάρτημα της μητρός μου» με τον Κωνσταντίνο Γιανακόπουλο και τη Ρένα Κυπριώτη για λογαριασμό του ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων και φυσικά δεκαετίες πριν την Άννα Κοκκίνου στις «Μορφές από το έργο του Βιζυηνού» στο Θέατρο Σφενδόνη (ανέβηκε για πρώτη φορά το 1993). Επίσης, το διήγημα «Το μόνον της ζωής του ταξείδιον» είχε παρουσιαστεί και με τη Μαρίνα Αργυρίδου το Δεκέμβριο του 2010 στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.

Η Ιωάννα Παππά όμως στο ρόλο του ραφτόπουλου φαίνεται πως είναι μία από τις καλύτερες επιλογές του σκηνοθέτη. Η ηθοποιός χάρη στην εντυπωσιακή σκηνική άνεση και την ευφυΐα της καταφέρνει να ενσαρκώσει μοναδικά όλους τους ήρωες του διηγήματος, χωρίς να καταλήξει σε σκηνικές καρικατούρες, αφού μας πείθει απόλυτα για τις σχέσεις και τις συναισθηματικές διαδρομές που ακολουθούν. Άλλοτε εστιάζοντας στο χιούμορ και άλλοτε στις δραματικές πλευρές της καθημερινότητας, η πρωτοπρόσωπη αφήγηση, εσωτερικά εστιασμένη, που από γραφής εξυπηρετεί την περιορισμένη προοπτική την οποία επιδιώκει να δώσει ο Βιζυηνός στην ιστορία του εγγονιού, δημιουργεί έναν «ζωντανό» και ενδιαφέροντα θεατρικό ήρωα.

Κρατώντας μια εξαιρετική ροή, η ηθοποιός δείχνει να στηρίζει την ιστορία σε μια μνημονική αναπαράσταση της πραγματικότητας, πείθοντάς μας ότι όλα είναι βίωμα. Εξαιρετική και στις περιγραφές της πραγματικότητας, με τη «ζωγραφική» ή «φωτογραφική» περιγραφή προσώπων, αλλά και της σκηνογραφικής πλαισίωσης της δράσης.

Ωστόσο το μεγαλύτερο στοίχημα που κερδίζει η Ιωάννα Παππά είναι ο σκόπελος της γλώσσας, καθώς καταφέρνει να κάνει την καθαρεύουσα να μοιάζει οικεία στους θεατές, εκφέροντάς τη με λόγο καθαρό και φυσικό. Ακόμα και η χρήση του τοπικού ιδιώματος γίνεται με προσοχή στη λεπτομέρεια και κάθε «φωνογραφική» καταγραφή του λόγου φαίνεται να έχει δουλευτεί πολύ.

Σε ό,τι αφορά τη γλώσσα, τα εύσημα ανήκουν και στον Δήμο Αβδελιώδη, που, όπως προαναφέρθηκε, έχει σπουδή πάνω στην αναπαράσταση κειμένων στη καθαρεύουσα, και δη του συγκεκριμένου συγγραφέα. Η σκηνοθεσία του είναι λιτή και έχει επιλεγεί ως συνοδοιπόρος στο ταξίδι της ηθοποιού ένας μουσικός επί σκηνής (Αλέξανδρος Αβελιώδης). Εκεί οι νότες συναντιούνται με τις λέξεις και τα μονοπάτια της αφήγησης και σε στιγμές δένουν εξαιρετικά. Σε κάποιες κορυφώσεις όμως, που η ερμηνεία φτάνει σε εντυπωσιακά σημεία, κόβοντας την ανάσα, η μουσική μοιάζει με βίαιη σκηνοθετική παρέμβαση, σαν να προσπαθεί να δώσει μια συγκεκριμένη φόρμα σε ό,τι παρακολουθούμε. Αυτό επαναλαμβάνεται τρεις τέσσερις φορές, αφαιρώντας και το στοιχείο της έκπληξης.

Μέσα από αυτή την παράσταση το κοινό έχει τη σπάνια ευκαιρία να συναντηθεί με ένα από τα διαμάντια της ελληνικής λογοτεχνίας, σε μια γλώσσα πάλλουσα, που συνδυάζει ρεαλισμό και ποίηση, και να απολαύσει παράλληλα μια εξαιρετικής ποιότητας ερμηνεία από την Ιωάννα Παππά.

 

 

 

Στον «Ξένο», στη σκηνή του 104, κάνει βουτιές από βράχια, ερωτικές εξομολογήσεις, δικάζει σε δικαστήριο, χορεύει στον ήλιο, μπλέκει τα χέρια της στα κάγκελα της φυλακής με στόχο τα ακροδάχτυλα να φτάσουν στον αγαπημένο της, μεταμορφώνεται σε γιαγιά με μασέλα που τρίζει και κάνει σβούρες όπως οι  δερβίσηδες. Η φωνή της πάλλεται με μοναδικό τρόπο και τα μάτια της βουρκώνουν, γυαλίζοντας ταυτόχρονα με τους βράχους του σκηνικού όταν τους λούζει το φως.

 Η Κλεοπάτρα Μάρκου δίνει μια σπάνιας ευαισθησίας και δυναμικής ερμηνείας στο Θέατρο 104, πλάι στους εξίσου εξαιρετικούς Γεράσιμο Μιχελή και Μιχάλη Οικονόμου.

 Τη συνάντησα σε ένα καφέ στα στενά του Κεραμεικού λίγο πριν από την παράσταση. Απολαμβάνοντας τον παγωμένο φρέντο μας, μου μίλησε για τον Μερσώ και τη Μαρί, τους πρωταγωνιστές του έργου του Καμί και τα φιλοσοφικά ερωτήματα που θέτει ο συγγραφέας. Αβίαστα μέσα από τον κόσμο του Γάλλου Νομπελίστα η συζήτηση κύλησε στη ζωή της Κλεοπάτρας και τα ζητήματά της γενιάς μας.

 

kleopatra_markou-texnes-plus2.jpg

 

Τι σε γοήτευσε σε αυτό το κείμενο όταν το πρωτοδιάβασες;

Όταν το διάβασα για πρώτη φορά, δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία γιατί ήμουν πολύ μικρή. Όταν το πήρα όμως και πάλι στα χέρια μου, αισθάνθηκα ότι έπρεπε κάτι να «ξεκλειδώσω». Η γραφή του είναι τόσο δημοσιογραφική που είναι πολύ εύκολο να βγάλεις λανθασμένα συμπεράσματα, όπως έβγαλε και ο κόσμος του Μερσώ για τον ίδιο. Νομίζω ότι αυτό που με γοήτευσε περισσότερο είναι ότι για να εμβαθύνεις σε μια ανθρώπινη ψυχή πρέπει να σκύψεις πάνω της, να της δώσεις χρόνο και να την αποδεχτείς όπως είναι. Στην αρχή λοιπόν και εγώ προβληματιζόμουν με τον Μερσώ, αδυνατούσα να τον κατανοήσω. Ωστόσο έπειτα από πολλή δουλειά ‒κάναμε πρόβες συνολικά πάνω από ένα πεντάμηνο‒ πιστεύω πως όλοι φτάσαμε στην ουσία. Γιατί ο Μερσώ είναι πάνω από όλα μια ιδέα.

 

Μια ιδέα που θυσιάστηκε για χάρη της αλήθειας;

Ακολούθησε τον δικό του δρόμο μέχρι το τέλος. Κινούνταν πάντα με γνώμονα την αλήθεια, ήταν πολύ ειλικρινής, τόσο που οι άλλοι δεν μπορούσαν να το αντέξουν,  τους παραξένευε. Δεν ζούσε σύμφωνα με τις νόρμες τις κοινωνίας. Ως αποτέλεσμα, πλήρωσε τη διαφορετικότητά του. Όμως προσπάθησε να κάνει ένα άνοιγμα στον κόσμο και νομίζω πως υπερέβη τα όριά του.

 

Τιμωρούνται πιστεύεις ακόμα και σήμερα οι «διαφορετικοί» άνθρωποι;

Θεωρώ ότι, παρά τους αγώνες που έχουν γίνει ανά τους αιώνες, τα πράγματα δεν αλλάζουν. Επί της ουσίας πρόκειται για μια κοινωνική παθογένεια που οφείλεται στην προσωπική μας παθογένεια. Ακόμα και ο Μερσώ ήταν ξένος απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό, απέναντι στην ίδια του στην ύπαρξη, και αντιστοίχως αυτό ίσχυε για όλη την κοινωνία. Εξάλλου δεν εστιάζουμε πρωτίστως στον εαυτό μας. Αφού λοιπόν δεν βλέπουμε πρώτα μέσα μας, πώς θα δούμε τον άλλο; Πώς θα τον αποδεχτούμε; Το πρώτο που θα κάνουμε θα είναι να τον κρίνουμε. Πάνω από όλα χτυπάμε ανελέητα τους εαυτούς μας. Υπάρχουν επίσης και όλα αυτά τα κλισέ και τα στερεότυπα που μας δηλητηριάζουν ως κοινωνίες. Κρίνουμε κάποιον από το πώς είναι ντυμένος σε μια εκδήλωση, μια γυναίκα από το αν είναι παντρεμένη στα σαράντα κ.λπ. Αυτό έχει ως συνέπεια να μην μπορούμε να συναντηθούμε με το συνάνθρωπό μας. Αντί να συνειδητοποιήσουμε ότι σε αυτό συνίσταται η δύναμη των πραγμάτων,  εμείς ευνουχιζόμαστε. Καταρχήν οι ίδιοι και κατ’ επέκταση από τους άλλους.

 

Η Μαρί, ένας από τους βασικούς ρόλους που υποδύεσαι στην παράσταση, ούσα ερωτευμένη με τον Μερσώ του κάνει πρόταση γάμου και δέχεται την εξής απάντηση: «Είτε παντρευτούμε είτε όχι, δεν έχει καμία σημασία». Πόσο σκληρό είναι αυτό για μια γυναίκα;

Εσύ θα μου πεις… (Γέλια!) Είναι δύο κόσμοι παράλληλοι και, επειδή στο έργο δεν παίζω, όπως ανέφερες, μόνο τη Μαρί, χρειάζεται να υπερασπιστώ και τον Μερσώ, χρειάζεται να κάνω δύο διαδρομές παράλληλα. Αρχικά αυτό μου προκαλούσε μεγάλη αμηχανία. Η Μαρί αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο «Ναι» σε όλα, στη ζωή, στο πάθος, στον έρωτα, στο γάμο, στην ομορφιά. Είναι ένα χαμόγελο. Είναι φως. Αυτό το φως, και ό,τι αυτό συνεπάγεται, σαγηνεύει τον Μερσώ. Εντούτοις τη δεδομένη στιγμή δεν συναντήθηκαν. Είναι τρομερό, γιατί βάλαμε και μια φράση από τα σημειωματάρια του Καμί που λέει: «Όποιος αγαπά την αλήθεια θα πρέπει να αναζητήσει τον έρωτα στο γάμο». Είναι φοβερό που το λέει αυτό ο συγγραφέας, γιατί ο Μερσώ είναι ένας άνθρωπος που αγαπά την αλήθεια, όμως, παρ’ όλα αυτά, στο γάμο λέει «όχι» επειδή θεωρεί ότι δεν έχει καμία σημασία. Οπότε προσπαθούσα να σκεφτώ πώς ο συγγραφέας γράφει κάτι τέτοιο και ο Μερσώ, ο οποίος είναι ουσιαστικά η προέκτασή του, είναι αντίθετος. Έπρεπε λοιπόν να διανύσω μια διαδρομή για να το αποδεχτώ αυτό και, επειδή χρειάστηκε να εμπλακώ και προσωπικά και επειδή υπήρξε και κάποια στιγμή στη ζωή μου που χρειάστηκε να αντιμετωπίσω μια παρόμοια κατάσταση, μου ήταν πολύ δύσκολο.

 

Λειτουργεί και θεραπευτικά το θέατρο σε αυτές τις περιπτώσεις;

Ναι, σε υπερβαίνει και λειτουργεί θεραπευτικά. Έτσι και εγώ μπόρεσα εκείνη τη στιγμή από το παρελθόν που είχα βρεθεί και εγώ σε παρόμοια θέση να την δω αποστασιοποιημένα.

 

Θέση απόρριψης;

Θέση διαφορετικής στάσης ζωής. Δύο στάσεις ζωής που δεν συναντιούνται για να κάνεις το επόμενο βήμα, δεν αναφέρομαι απαραίτητα στο γάμο. Επειδή λοιπόν το θέατρο λειτουργεί θεραπευτικά, επειδή χρειάζεται να δεις και τη θέση του άλλου από απόσταση, μπαίνεις στη θέση του παρατηρητή. Εγώ εκείνη τη στιγμή μπήκα στη θέση του παρατηρητή της ζωής μου, ταυτόχρονα όμως επιχείρησα να καταλάβω τι είναι αυτό το «όχι» του Μερσώ στο γάμο, αυτό το «ίδιο μου κάνει» που της λέει. Το πιο εύκολο θα ήταν να τον χαρακτηρίσω κάπως, να του βάλω μια ταμπέλα, αλλά μελετώντας τον συνειδητοποίησα ότι έχει μια διαφορετική φιλοσοφία. Οπότε εκείνη τη στιγμή, πάλι από τη θέση του παρατηρητή, είδα τα δύο αυτά άτομα σαν δύο κόσμους, που συναντιούνται και δεν συναντιούνται. Αυτό είναι πολύ απελευθερωτικό, γιατί και ως καλλιτέχνης και ως άνθρωπος είναι ευχής έργο να μπορείς να βλέπεις την πραγματικότητα με άλλο μάτι και να μην πέφτεις στην παγίδα των εύκολων συμπερασμάτων, τοποθετώντας τους ανθρώπους σε κουτάκια.

 

kleopatra_markou3.jpg

Πιστεύεις πως η δυσκολία να συναντηθεί κανείς με τον άλλο είναι πιο έντονη στη δική μας γενιά;

Σήμερα έχω την αίσθηση ότι δεν μας αρκεί ο εαυτός μας, ότι δεν μπορούμε να δούμε την ομορφιά μέσα μας και την ομορφιά έξω από μας. Αν μάλιστα δεν είμαστε ικανοποιημένοι με τίποτα, γινόμαστε δυστυχισμένοι. Πώς λοιπόν να τοποθετηθούμε απέναντι στον άλλον αν δεν μας ικανοποιεί τίποτα; Ακόμα και αν βρεθεί κάποιος απέναντί μας, μπορεί να λέμε συνεχώς ότι μας ενοχλούν διάφορα πράγματα.

 

Σε τι πιστεύεις πως οφείλεται αυτό;

Στη δομή της κοινωνίας. Καθώς πλέον υπάρχει μια υπερπληθώρα πραγμάτων, έχει χαθεί η αξία τους. Έχουμε την αίσθηση ότι η ευτυχία είναι κάπου αλλού, μακριά από μας. Αναζητάμε την αρμονία και την ευτυχία κάπου αλλού, στη δόξα, στα πολλά αγαθά, στην επιτυχία, στα χρήματα, και, καθώς οι ρυθμοί της ζωής μας είναι καταιγιστικοί, έχουμε χάσει την επαφή μας με τη σιωπή, με τη δική μας σιωπή. Σχεδόν δεν αναπνέουμε ή δεν ξέρουμε πώς να αναπνεύσουμε, δεν παρατηρούμε καν την αναπνοή μας. Νομίζω πως η σιωπή είναι το κλειδί για να φτάσουμε στα μύχια του εαυτού μας. Εννοείται πως και εγώ δεν έχω βρει τη λύση, αλλά, όταν σιωπώ, μου αρκούν όλα. Αυτό είναι σπουδαίο, γιατί μπορώ μέσω της ηρεμίας να δω τον άλλο αλλιώς, και αυτό είναι σπουδαίο.

 

Το ότι γνωρίζεις τόσο καλά τη γερμανική γλώσσα, αφού μεγάλωσες στη Γερμανία, είναι κάτι πολύ σημαντικό για σένα, ιδιαίτερα σήμερα που βιώνουμε όλοι την κρίση, γιατί έχεις τη δυνατότητα να κινηθείς σε μια ευρύτερη αγορά.

Είμαι ερωτευμένη με αυτή τη γλώσσα. Είναι μια απύθμενη γλώσσα, όπως η ελληνική, και θέλω να την ανακαλύπτω συνέχεια. Ακριβώς επειδή τα γερμανικά τα έμαθα παράλληλα με τα ελληνικά, όταν επιστρέψαμε στην Ελλάδα, προσπάθησα να εξαλείψω το κομμάτι που αφορούσε τη Γερμανία. Έπρεπε να κάνω ένα μεγάλο άλμα και να συμφιλιωθώ με το γεγονός ότι είχα και αυτό το κομμάτι της παιδικής μου ηλικίας που ήθελα να απορρίψω. Οπότε, όταν το αποδέχτηκα, προχώρησα και με τη γλώσσα και με τη δουλειά και έκανα πράγματα και στο θέατρο.

 

Γιατί ήθελες να το εξαλείψεις αυτό το κομμάτι; Δεν πέρασες καλά στη Γερμανία;

Ήταν δύσκολα όταν ήμουν εκεί. Ουσιαστικά ήμουν μια ξένη. Οπότε το βίωσα έντονα αυτό, με τα θετικά και τα αρνητικά του. Ένιωθα ότι δεν ανήκα πουθενά, γιατί, όταν επιστρέψαμε στην Ελλάδα, τα παιδιά στο σχολείο έλεγαν «το κορίτσι από τη Γερμανία». Έτσι επικρατούσε μια σύγχυση μέσα μου. Όταν αποφάσισα να αναμετρηθώ με αυτό, «ξεκλειδώθηκε» μέσα μου και η γλώσσα. Μετά έγινα δεκτή στο Φεστιβάλ Theatertreffen στο Βερολίνο και από εκεί και πέρα άνοιξαν οι πόρτες και έκανα και αυτές τις δουλειές στο εξωτερικό. 

 

markou_texnes-plus.jpg

Πόσο διαφορετικές είναι οι συνθήκες εργασίας για έναν ηθοποιό εκεί;

Είναι τα αυτονόητα που εμείς δεν έχουμε. Είχα την τύχη να συμμετέχω σε δύο παραγωγές. Η μια παραγωγή ήταν ελβετογερμανική και παρουσιάστηκε και στο Βερολίνο και στην Ελβετία, και στη συνέχεια κάναμε και περιοδεία. Εκεί το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να ασχοληθείς με τη δουλειά σου, κάτι πολύ ανακουφιστικό. Δεν σε απασχολεί τίποτε άλλο, ούτε η πληρωμή ούτε η ασφάλεια ούτε η διαφήμιση της παράστασης ούτε αν θα έχει κόσμο ούτε ποιοι θα γράψουν και ποιοι θα έρθουν κ.λπ. Είναι όλα οργανωμένα! Δουλέψαμε μόνο ενάμιση μήνα, αλλά πάρα πολύ οργανωμένα, με απίστευτη ακρίβεια. Μια φορά άργησα δύο λεπτά και μου είπαν: «Καλά, εσύ είσαι πάντα αργοπορημένη! Αργείς δύο λεπτά στην πρόβα!» Ο μισθός επίσης έχει τεράστια διαφορά.

 

Όσον αφορά την ιδιοσυγκρασία των καλλιτεχνών, ποια είναι η εμπειρία σου;

Εκεί είναι ένας άλλος κόσμος, που πρέπει να τον ανακαλύψεις. Στο Φεστιβάλ του Μονάχου, για παράδειγμα, που μας έκαναν δεκτούς συνεργάστηκα με μια Ουγγαρέζα, μια Σέρβα και μια Γερμανίδα. Έπρεπε να παλέψω με τα στερεότυπα. Με αντιμετώπιζαν σαν ένα άτομο που αντιπροσώπευε την κρίση που βίωνε  η χώρα του. Ήμουν η  Ελληνίδα που πεινούσε, η οποία προερχόταν από μια χώρα που δεν είχε να ζήσει. Αργούσα δύο λεπτά; Λογικό ήταν, αφού ήμουν Ελληνίδα. Καταρχήν έπρεπε να ξεπεράσω τα κλισέ, να ανατρέψω την εικόνα που πρόβαλλαν τα ΜΜΕ και το ίντερνετ.

 

Με βάση την εμπειρία σου, είναι εχθρικό το κλίμα απέναντι στους Έλληνες;

Όχι από όλους, αλλά, ακόμα και αν λένε κάτι εν είδει αστείου, καταλαβαίνεις ότι έχει και μια δόση αλήθειας, ότι «αυτή την εικόνα έχουν για μας». Οπότε απαιτείται υπομονή, ώστε να μας γνωρίσουν και να γίνουμε αποδεκτοί. Αυτό συνέβη και με μένα. Άλλωστε και εγώ σκεφτόμουν κάτι ανάλογο: «Γερμανοελβετοί, εντάξει! Τι να πείτε και εσείς που τα έχετε όλα λυμένα! Στην Ελβετία που ζείτε σε μια μπαμπουλόφουσκα και δεν έχετε ποτέ πολεμήσει και μιλάτε για μας και θέλετε να κάνετε και θέατρο!» Και μου έβγαινε και μένος. Οπότε καθίσαμε όλοι μαζί, ανταλλάξαμε απόψεις και μέσα από το διάλογο ενωθήκαμε και δημιουργήσαμε. Συνειδητοποιήσαμε ότι, παρ’ όλο που είμαστε καλλιτέχνες και θεωρητικά θα έπρεπε να μας χαρακτηρίζει η ελευθερία του πνεύματος, έχουμε στερεότυπα.

 

Θα επιστρέψεις στη Γερμανία;

Θα πάω στην Ελβετία όμως όχι άμεσα. Έχω κάποιους ανοιχτούς λογαριασμούς και με τη Γερμανία. Αυτό που κάναμε στο Φεστιβάλ του Μονάχου ίσως παρουσιαστεί και σε άλλες πόλεις της Ευρώπης, ωστόσο είναι κάτι πολύ μελλοντικό. Επειδή οι συμμετέχοντες προέρχονται από διαφορετικές πόλεις και χώρες, απαιτείται πολύ καλή οργάνωση.

 

Το καλοκαίρι θα σε δούμε στο 60ό Φεστιβάλ Φιλίππων με την «Ιώ»;

Ναι, θα είμαι εκεί με μια Αμερικανίδα σκηνοθέτιδα, τη Λόρα Τέσμαν, και θα αναμετρηθούμε με το πρότυπο της Ιούς. Δεν έχουμε ξεκινήσει ακόμη πρόβες. Την περιμένουμε να έρθει από τη Νέα Υόρκη.

 

oksenos.jpg

Η Κλεοπάτρα Μάρκου πρωταγωνιστεί στον «Ξένο» του Αλμπέρ Καμί στο Θέατρο 104, στην κεντρική σκηνή (Ευμολπιδών 41, Γκάζι, τηλ.: 210 3455020), σε σκηνοθεσία-δραματουργική επεξεργασία Δημήτρη Τσιάμη.

Παίζουν: Γεράσιμος Μιχελής, Μιχάλης Οικονόμου, Κλεοπάτρα Μάρκου.

Οι παραστάσεις (Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή 21.00) διαρκούν μέχρι 11 Ιουνίου.

 

Ο Κώστας Παναγιωτόπουλος, ο γνωστός δημοσιογράφος με το ψευδώνυμο «Bar – Bar», που τον καθιέρωσε στον δημοσιογραφικό κόσμο έφυγε σήμερα ξαφνικά από κοντά μας.

Δραστήριος, οξυδερκής, ευφυής με ένα ξεχωριστό χιούμορ που το μετέφερε τόσο στη στήλη του στο «Λοιπόν» μέχρι πρόσφατα, όσο και στο συγγραφικό του έργο. Ήταν ένας γοητευτικός συνομιλητής και πάντα παρών στα καλλιτεχνικά γεγονότα. Πάντα εκεί για να συγχαρεί και να πει μια έξυπνη ατάκα στους φίλους του. Οι περισσότεροι που τον γνωρίζαμε έχουμε στο σπίτι μας τις ευχητήριες κάρτες που μας χάριζε κάθε νέα χρονιά. Όλες μ’ ένα ιδιαίτερο μήνυμα.

 

bar.jpg

 

Την δυσάρεστη είδηση έκανε γνωστή ο πολύ καλός του φίλος Σπύρος Μπιμπίλας.

bibilas.png

 O ηθοποιός δημοσίευσε φωτογραφία και από την τελευταία τους κοινή εμφάνιση

bar2.jpg

 

O Κώστας Παναγιωτόπουλος γεννήθηκε στην Τήνο, πήρε πτυχίο Νομικής, πήρε βραβείο διηγήματος από τα 18 του χρόνια, έκανε τη στρατιωτική του θητεία σαν διερμηνεύς στη Σμύρνη, στο ΝΑΤΟ, μετά συνεργάστηκε με την εφημερίδα Ελευθερία, ενώ παράλληλα σταδιοδρόμησε στην "Ιζόλα", στον τομέα Δημοσίων Σχέσεων - Διαφήμισης και στην οργάνωση συνεδρίων. Το 1977, το βιβλίο Βαρβάρα, βίος και ξυπολιτεία (εκδ. Καστανιώτη) έγινε μπεστ σέλερ με τη βαρβαρική διάλεκτο που καθιέρωσε. Και ακολούθησαν: Αποφταίγματα, Κυρία Κυριακή, Παραμύθια παρά μία, Έξι κόκκινες ιστορίες με ουρά. Έχει γράψει πολλές επιθεωρήσεις για την τηλεόραση, ενώ έχει συνεργαστεί σε θεατρικές παραγωγές με το "Θεσσαλικό Θέατρο", "Πάρκ", "Ριάλτο" κ.λπ. Προτιμά το ραδιόφωνο, όπου έχει συνεργαστεί με τη Σαπφώ Νοταρά, τη Μαίρη Αρώνη και με πολλούς άλλους ηθοποιούς. Από το 1993 παρουσιάζει στο ραδιόφωνο του ΑΝΤΕΝΝΑ την εκπομπή "Θα σ' τα λέω κι ας οικτίρεις". Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Ταχυδρόμος, Ένα, Οικονομικός Ταχυδρόμος (με το ψευδώνυμο Συνπλήνιος), Και, Λοιπόν. Ήταν σύμβουλος στην Εθνική Τράπεζα, συνεργάτης στο περιοδικό Εμείς. Παράλληλα συνεργάστηκε με την Τρία Έψιλον, Coca Cola, με το περιοδικό Ρεπορτάζ. Ήταν μέλος της Εταιρείας Θεατρικών Συγγραφέων και της Εταιρείας Δημοσίων Σχέσεων. Διηγήματά του έχουν δημοσιευθεί στη Νέα Εστία, στο Εντευκτήριο κ.λπ.

 Η κηδεία του θα γίνει την Παρασκευή 19 Μαΐου από το Α' Νεκροταφείο. 

 

Μαμάδες που θυσιάζουν τα πάντα για τα παιδιά τους, αλλά και εκείνες που παραμένουν ακόμη παιδιά και πρέπει να μεγαλώσουν παιδιά. Ευαίσθητες, λογικές, συναισθηματικές, αυστηρές, υπεύθυνες, αδίστακτες, χαλαρές, ρομαντικές, απαιτητικές, πάντα όμως με κοινό στόχο να μεγαλώσουν υγιή και «ευτυχισμένα» παιδιά. Όσο και αν αυτά τα εισαγωγικά στο δεύτερο επίθετο μπερδεύουν τα πράγματα και τις σχέσεις τους στο μέλλον, καθώς με τα χρόνια μεταλλάσσονται και οι παρανομαστές των «θέλω» και των «πρέπει» αμφίδρομα από τις δύο πλευρές.

Οι μαμάδες της ζωής μας ζωντανεύουν και στη σκηνή. Με αφορμή τη σημερινή γιορτή της μητέρας θυμόμαστε έξι διαφορετικούς τύπους μαμάδων που απολαύσαμε τη φετινή σεζόν στις αθηναϊκές σκηνές.

sakellaropoulou-3.jpg

Μάνα στήριγμα
Μια μάνα κουράγιο, που προσπάθησε να κρατήσει την οικογένειά της ζωντανή μετά την απώλεια του μεγάλου της γιου στον πόλεμο. Τον ένοχο τον γνώριζε εξαρχής, όπως και το θάνατο του παιδιού της, αν και αρνούνταν να τα αποδεχτεί. Εξαιρετική στο ρόλο της Κέιτ Κέλλερ η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου. Αφοπλιστική στη λιτότητά της, μετατράπηκε σε μια σπαρακτική μάνα στο «Ήταν όλοι τους παιδιά μου» που ήταν αδύνατο να αφήσει κάποιον ασυγκίνητο.

agoritsa.jpg 

Αδυσώπητη μητέρα
Μια αδίστακτη μάνα ήταν η Ματριόνα (Αγορίτσα Οικονόμου) στη «Δύναμη του σκότους», που έσπρωξε το γιο της Νικήτα (Γιώργο Παπαγεωργίου) στην αγκαλιά της Ανίσα (Πέγκυ Τρικαλιώτη) χωρίς καμία ηθική αναστολή. Τον οδήγησε ακόμα και στη δολοφονία του ίδιου της του εγγονού. Το χρήμα ήταν ο θεός της και αυτό ήταν το κυριότερο έγκλημά της, ότι στο βωμό του θυσίασε όλες τις αξίες της. Μια γυναίκα παντρεμένη με έναν άνθρωπο που δεν αγάπησε ποτέ, ήταν βαθύτατα ερωτευμένη με το γιο της, τον οποίο βύθισε στο σκοτάδι για να πετύχει τις φιλοδοξίες της, βλέποντάς τον πλούσιο. Η Αγορίτσα Οικονόμου έκλεψε την παράσταση, ούσα απολαυστική στη Ματριόνα, φωτίζοντας μοναδικά της πτυχές αυτού του ιδιαίτερου χαρακτήρα.

paraleipsh.jpeg

Μητέρα παιδί
Η Εύρη Σωφρονιάδου ως Μεμέ στην παράσταση «Η παράλειψη της οικογένειας Κόλεμαν» ήταν μια μητέρα που δεν είχε καταφέρει να ενηλικιωθεί, είχε κάνει παιδιά με διαφορετικούς πατεράδες και επέμενε να κοιμάται ακόμη με το γιο της, τον Μαρίτο (Μιχάλης Πανάδης). Το οιδιπόδειο σύμπλεγμα πήρε σάρκα και οστά στη σκηνή, καθώς τα κορίτσια της, όπως φάνηκε, έπαιζαν πάντα δεύτερο ρόλο στη ζωή της. Φυσικά η σχέση που είχε αναπτύξει μαζί τους παρουσίαζε μεγάλο ψυχαναλυτικό ενδιαφέρον, καθώς τη μια την είχε εγκαταλείψει από μικρή σε άλλη οικογένεια και την άλλη την είχε ορίσει υπεύθυνη για τα πάντα.

fovos 13 small.jpg

 Μητέρα γυναίκα, μητέρα ερωμένη
Όταν τα παιδιά μεγαλώνουν και φεύγουν από το σπίτι και η μάνα μένει μόνη δεν πρέπει να συνεχίσει τη ζωή της; Μια μάνα δεν εξακολουθεί να είναι γυναίκα; Η Τάνια Τσανακλίδου ως Έμμι είπε ένα βροντερό «Ναι», και μάλιστα με μια αντισυμβατική σχέση, καθώς ερωτεύτηκε έναν άντρα νεότερό της και αλλοδαπό. Η Έμμι και ο Άλι (Κωστής Καλλιβρετάκης) στο «Ο φόβος τρώει τα σωθικά» έζησαν το δικό τους love story, κόντρα όχι μόνο στα παιδιά της πρώτης αλλά και σε ολόκληρη την κοινωνία.

magirisa-texnes-plus.jpg

Μητέρα της καρδιάς
Στη «La cocinera» η Αλεξάνδρα Παλαιολόγου, ως Άντριας, μπορεί να μην έγινε ποτέ η ίδια μητέρα, ωστόσο δέχτηκε, αγάπησε, φρόντισε, δίδαξε την τέχνη της και μεγάλωσε στοργικά το παιδί του συντρόφου της. Σε εποχές πολύ δύσκολες για την Κούβα εκείνη φτιάχνοντας «γλυκές πίτες από καλαμπόκι» και μένοντας πιστή σε ιδέες και ιδανικά έγινε δύο φορές μαμά του κοριτσιού.

augoustos.jpg

 

 

Μητέρα για… ντιβάνι
Η Βάιολετ στον «Αύγουστο» και η σχέση της με τις κόρες της αποτελεί εξαιρετικό αντικείμενο ψυχανάλυσης, θα μπορούσαν να γραφτούν τόμοι ολόκληροι γι’ αυτόν τον ιδιαίτερο δεσμό. Το πιο εντυπωσιακό όμως από αυτά που είδαμε στη σκηνή του Θεάτρου Δημήτρης Χορν ήταν ότι τελικά όλοι γινόμαστε όπως οι γονείς μας. Η ψυχωσική μητέρα της Θέμιδος Μπαζάκα επηρέασε σε τραγικό βαθμό τις ζωές των τριών κοριτσιών της. Η μικρή κόρη (Μαρίνα Ασλάνογλου) βίωσε την απελπισία της γεροντοκόρης, με συνεδρίες σε ψυχολόγους και την αστρολογία στο τσεπάκι, έτοιμη να υποκύψει στη χειρότερη επιλογή. Η μεσαία (Βίκυ Βολιώτη) διατηρούσε κρυφή σχέση με τον πρώτο της ξάδερφο, ενώ η πρωτότοκη (Μαρία Πρωτόπαπα) στο τέλος έκανε αυτό που μισούσε περισσότερο, έγινε ίδια η μητέρα της.

Χρόνια πολλά σ' όλες τις μαμάδες της ζωής μας!

 

 

«Ακόμα και ετοιμοθάνατος στο νοσοκομείο δεν με συγχώρεσε».

Δέκα μαθητές ενός δημοτικού σχολείου, ένας παγκόσμιος πόλεμος, μια τάξη χωρίς δάσκαλο, 14 μαθήματα, ένα κουδούνι, θρανία που μετατρέπονται σε μνήματα. Επτά δεκαετίες ζωής γεμάτες βία και θρησκευτική μισαλλοδοξία. Ένας αέναος αγώνας αναζήτησης λύτρωσης ή συγχώρεσης μέσα σε ένα παρόν που είναι στιγματισμένο  από τα αδυσώπητα φαντάσματα του παρελθόντος, κρατώντας πισθάγκωνα δεμένη την ενηλικίωση.

Με αυτά τα λόγια μπορεί κανείς να συνοψίσει το έργο του Ταντέους Σλομποτζιάνεκ «Η τάξη μας», που δικαίως σημείωσε παγκόσμια επιτυχία (Kαλύτερο Έργο Πολωνικής Λογοτεχνίας 2010-Nike Literary Award) και παρουσιάζεται για δεύτερη φορά στη χώρα μας ‒ μετά την απότομη διακοπή της πρεμιέρας του πρώτου ανεβάσματος της παράστασης του Γιάννη Καλαβριανού στο Φεστιβάλ Αθηνών πέρυσι τον Ιούνιο, εξαιτίας αδιαθεσίας ηθοποιού.

Οι δέκα συμμαθητές που ως παιδιά ζουν σχεδόν αρμονικά σε μια μικρή πόλη της Πολωνίας, το όνομα της οποίας δεν μαθαίνουμε στο έργο, χωρίζονται σε δύο ομάδες με βάση το θρήσκευμά τους. Όταν ενηλικιώνονται και ξεσπά ο πόλεμος,  αλληλοσπαράσσονται, άλλοι ταγμένοι στο πλευρό των ναζί και άλλοι ταγμένοι στο πλευρό των  μπολσεβίκων.

Το κορυφαίο γεγονός ύψιστης φρίκης απέναντι στους Εβραίους Πολωνούς από τους καθολικούς συμπατριώτες τους, που λειτουργεί και ως σημείο αναφοράς στο έργο επηρεάζοντας την πορεία της ζωής όλων των ηρώων, συμβαίνει στις 10 Ιουλίου του 1941. Πρόκειται για αληθινό γεγονός. Όλοι οι Εβραίοι κάτοικοι της πόλης Γιεντβάμπνε στην Πολωνία συγκεντρώνονται με τη βία στην κεντρική πλατεία,  οδηγούνται σε ένα στάβλο και δολοφονούνται. Σύμφωνα με την επίσημη ιστορική αφήγηση, υπαίτιοι της σφαγής ήταν οι ναζί, ωστόσο έπειτα από 60 χρόνια προέκυψε, με βάση τις έρευνες, ότι την ευθύνη δεν έφεραν οι Γερμανοί αλλά οι συντοπίτες και γείτονες των θυμάτων, οι καθολικοί Πολωνοί, ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων.

Το έργο λοιπόν από γραφής έχει μια μεγάλη δυναμική, που αφορά τη συλλογική μνήμη, τη συγκίνηση αλλά και την προσωπική μαρτυρία του ατόμου, επιτυγχάνοντας έτσι την ενσυναίσθηση με το θεατή.

Ο Τάκης Τζαμαργιάς εστίασε αρκετά στην παιδική αθωότητα, στα τρυφερά χρόνια και στις αναμνήσεις από τη σχολική ζωή. Θέλησε προφανώς να τονίσει την ανάγκη του ανθρώπου για επιστροφή εκεί όπου κάποτε αισθανόταν ασφάλεια και αγάπη, καθώς και την ελπίδα του πως βρίσκοντας την παιδικότητά του θα απαλλαχθεί από τις ενοχές ενός δυσβάσταχτου παρόντος.

Έτσι ο σκηνοθέτης έστησε μια πραγματική τάξη και έντυσε κάποιους από τους ηθοποιούς με μαθητικές στολές. Και μπορεί τα σκηνικά της Ελένης Μανωλοπούλου να ήταν εντυπωσιακά και πολυμορφικά, ωστόσο η ρεαλιστική απόδοση του σχολείου σε συνδυασμό με τα κυρίως σαρκαστικά «τραγουδάκια» (σε μουσική του Δημήτρη Μαραμή και στίχους του Σωτήρη Τριβιζά) που ακολουθούσαν έπειτα από κάθε μάθημα εγκλώβιζαν και την εξέλιξη των ηρώων σε μια παιδικότητα, υποτιμώντας τα τραγικά γεγονότα που βίωσαν αργότερα.

Αν παρατηρήσει κανείς μια γωνία του σκηνικού με την εξαιρετική θρυμματισμένη υδρόγειο σφαίρα, θα βρει ένα ιδανικό παράδειγμα για το πώς θα μπορούσε να υπάρχει η τάξη χωρίς η παρουσία της να «μικραίνει» τα μεγάλα συμβάντα.

Τα 14 μαθήματα παρουσιάζονται σκηνικά, είτε ως αφηγήσεις είτε δραματοποιημένα είτε σε συνδυασμό. Αυτό μαζί με την πολυπρισματικότητα των γεγονότων και τη συνεχή παρουσία του θιάσου στη σκηνή δημιουργεί συχνά αμηχανίες και κάποιες κινήσεις των ηθοποιών μοιάζουν περιττές, ενώ μερικές δράσεις μυρίζουν σκηνοθετίτιδα, γίνονται απλώς για να γίνουν.

Το βασικότερο όμως είναι ότι περνούν και χάνονται σκηνές που υπό άλλες συνθήκες θα προκαλούσαν έντονη συναισθηματική φόρτιση.

Έξυπνη σκηνοθετική επιλογή η σύνθεση της ομάδας των ερμηνευτών που αποτελούνταν από διαφορετικές ηλικίες αλλά και το δυνατό υποκριτικό υπόβαθρο των περισσότερων, που τους οδήγησε σε λαμπρές ερμηνευτικές στιγμές.

Αναφέρω χαρακτηριστικά τη σκηνή του βιασμού, με την Κωνσταντίνα Τάκαλου να ακροβατεί στα ανάμεικτα συναισθήματα της απόγνωσης, του φόβου αλλά και της ηδονής, με τον Αλέξανδρο Μαυρόπουλο να υποκρύπτει ένα τρυφερό συναίσθημα πίσω από τη μάσκα του σκληρού βιαστή.

Επίσης, τη σκηνή της δολοφονίας του Γιάκουπ Κατς, με έναν Γιώργο Πυρπασόπουλο να έχει ενστερνιστεί απόλυτα τον κυνισμό και τη βία του ενός αδυσώπητου δολοφόνου και τον Βασίλη Μαγουλιώτη να είναι εξαιρετικά πειστικός ως θύμα.

Τονωτικές ενέσεις στην τρίωρη παράσταση έδινε με την παρουσία της και η έξοχη Ράνια Οικονομίδου, η οποία έχτισε τη Ραχέλκα της με πολλές δόσεις χιούμορ, που, ενώ έδειχναν να απαλύνουν, φώτιζαν ακόμα πιο εξονυχιστικά τις ουλές της ηρωίδας της.

Το δράμα του συμβατικού ανθρώπου, του «μέσου Πολωνού», βίωσε με σκηνική συνέπεια στο πλευρό της ο Κώστας Νταλιάνης.

Αντίθετα, ο Θέμης Πάνου, ο Άλκης Παναγιωτίδης και η Καίτη Κωνσταντίνου υπήρχαν στιγμές που δεν έπειθαν απόλυτα, πιθανόν γιατί για κάποιο λόγο δεν επικοινωνούσαν σκηνικά με τους συναδέλφους τους. Αυτό πιθανότατα να έχει αλλάξει, καθώς παρακολουθήσαμε μία από τις πρώτες παραστάσεις.

Ο Κώστας Γαλανάκης έπαιζε ένα άλλο είδος θεάτρου, πολύ αποστασιοποιημένο. Ήταν λες και μιλούσε άλλη σκηνική γλώσσα, που ξένιζε αισθητά.

Αισθητικά η παράσταση σε κερδίζει τόσο με την εμπνευσμένη σκηνογραφία, όπως  προαναφέρθηκε, και τα ισορροπημένα κοστούμια (επίσης της Ελένης Μανωλοπούλου) όσο και με τους εξαιρετικά προσεγμένους φωτισμούς του Σάκη Μπιρμπίλη.

Η «Τάξη μας» είναι ένα πολύ δυνατό κείμενο, πιο επίκαιρο από ποτέ, σε μια Ευρώπη που η ακροδεξιά σηκώνει παντιέρα. Η παράσταση του Τάκη Τζαμαργιά συνολικά σίγουρα δεν απογοητεύει, όμως δεν καταφέρνει να απογειώσει το έργο. Σαν οι μαθητές να έγραψαν πολύ καλά, αλλά να μην ξεχώρισαν.

 

 

Το νεανικό θεατρικό φεστιβάλ της πόλης σβήνει φέτος τα δέκα του κεράκια και ο ενθουσιασμός του από τα γεννοφάσκια του στο Θέατρο Χώρα μέχρι φέτος που το κουδούνι για τον Bob χτυπάει κάθε πρωί στο προαύλιο της τετάρτης δημοτικού όλο και μεγαλώνει. Πόσο μάλλον τώρα που η αλάνα για να παίξει μπάλα, αυτή της Πειραιώς 260, είναι μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά και οι φίλοι του για το καθιερωμένο ανοιξιάτικο γενέθλιο πάρτι είναι περισσότεροι από ποτέ!

Με αφορμή λοιπόν τη μεγάλη φιέστα προτείνουμε έξι παραστάσεις από το φετινό πρόγραμμα που είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε, να ξεχωρίσουμε και να ανυπομονούμε να ξαναδούμε!

Αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι οι υπόλοιπες δεν πρέπει να συμπεριληφθούν στην ατζέντα σας. Η δική μας σίγουρα από 22 μέχρι 28 Μαΐου, από 19:00 και μετά και μέχρι τα μεσάνυχτα, είναι κλεισμένη!

Εξάλλου στο Bob σπάνια απογοητεύεται κανείς από τις επιλογές του προγράμματος και σίγουρα από τις νέες ομάδες του Scratch Night, αφού μέσα σε 15 λεπτά πολύ συχνά ξεπηδούν θεατρικά διαμαντάκια.

ΑΝΑΒΙΩΣΕΙΣ

mounis.jpg

 

«Ο Μουνής» της Λένας Κιτσοπούλου (διήγημα)
Οι 4Frontal κατάφεραν υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Παντελή Δεντάκη να ζωντανέψουν επί σκηνής μια σκληρή και βίαιη ιστορία της ελληνικής επαρχίας, αναδεικνύοντάς τη με την ιδιαίτερη ματιά τους, με έντονες ενέσεις χιούμορ, αλλά και μια ειρωνεία απέναντι στη δήθεν ευπρέπεια που έσπαγε κόκκαλα. Έχουν περάσει τέσσερα χρόνια από τότε που παρακολούθησα την παράσταση και ακόμη έχω στα αυτιά μου την εκδοχή του δημοτικού μας άσματος «Ένας αητός καθότανε…» και τα παρατσούκλια των κατοίκων, εξ ου και ο «Μουνής». Ενώ στη μνήμη μου έχουν αποθηκευτεί τα χάρτινα τραπεζομάντιλα του σκηνικού με τα σκίτσα: ένα κομμένο αυτί που αιμορραγεί κρεμασμένο με μανταλάκι σε μπουγαδόσκηνο, ένας ανάπηρος ντυμένος γαμπρός κ.ά. Μεγάλη επιτυχία της παράστασης είναι ότι καταφέρνει, και χάρη στις εξαιρετικές ερμηνείες (Σταύρος Γιαννουλάδης, Θανάσης Ζερίτης, Ελένη Κουτσιούμπα, Νεφέλη Μαϊστράλη, Αριστέα Σταφυλαράκη), να σε προβληματίσει για τη στάση σου απέναντι στα πράγματα.

Παρασκευή 26 Μαΐου 21:15, 80΄, Αίθουσα Η

bil kai lou.jpg

«Μπιλ και Λου» του Άνταμ Έλιοτ σε διασκευή του Δημήτρη Μπογδάνου
Η ιστορία του Μπιλ και της Λου βασίζεται σε αληθινά γεγονότα, αλλά δεν παύει να είναι ένα «παραμύθι» για μεγάλους. Η παράσταση, στην οποία απολαμβάνει κανείς τρεις απολαυστικές ερμηνείες (Βασίλης Μαυρογεωργίου, Στέλιος Ιακωβίδης, Λυδία Τζανουδάκη), χάρη στη σκηνοθετική καθοδήγηση του Δημήτρη Μπογδάνου, το σαρκαστικό χιούμορ, τα σουρεαλιστικά στοιχεία, τα έξυπνα τεχνάσματα και τη μοναδική χημεία των πρωταγωνιστών, αναδεικνύεται σε μια αξέχαστη θεατρική εμπειρία.

Πέμπτη 25 Μαΐου 21:15, 90΄, Αίθουσα Η

 

ΟΙ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΚΑΝ ΤΗ ΦΕΤΙΝΗ ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΣΕΖΟΝ

Arkas-3.jpg

 

«Ζωή μετά χαμηλών πτήσεων» του Αρκά
Το βιτριολικό χιούμορ του Αρκά πρωταγωνιστεί στην εν λόγω παράσταση. Οι σουρεαλιστικοί ήρωες των κόμικς του –τόσο μακριά και ταυτόχρονα τόσο κοντά μας– εκτοξεύουν τις «δηλητηριώδεις» ατάκες τους χαρίζοντάς μας απλόχερα το γέλιο. Ο Δημήτρης Αγοράς, στην πρώτη του σκηνοθετική δουλειά, δεν προσπάθησε να εντυπωσιάσει οπτικά μέσα από περίτεχνα σκηνικά –τα οποία ούτως ή άλλως δεν σήκωνε η μικρή σκηνή του Vault– και κινηματογραφικά τρικ. Επένδυσε στο ευφυές κείμενο του Αρκά και στην ομάδα των εξαιρετικά ταλαντούχων ηθοποιών του. Με λιτά σκηνικά μέσα –ένα έξυπνο κυβιστικό σκηνικό που αλλάζει σχήματα και επίπεδα– και γερές δόσεις δημιουργικής «τρέλας» στην κινησιολογία και στη μουσική, που υπογράφουν με επιτυχία η Αντιγόνη Γύρα και ο Μάνος Αντωνιάδης αντίστοιχα, ο Αγοράς έστησε μια παράσταση γοργών ρυθμών στην οποία εναλλάσσονται οι διάφορες εικόνες από τα κόμικς του Αρκά.

Τετάρτη 24 Μαΐου 21:15, 90΄, Αίθουσα Ε

 

peristatika.jpg

«Περιστατικά» του Δανιήλ Χαρμς
Η φρέσκια και εμπνευσμένη σκηνοθετική ματιά της Νάνσυς Μπούκλη –τι και αν είναι η πρώτη της σκηνοθεσία!– κατάφερε να «δέσει» εξαιρετικά τις ιστορίες του Δανιήλ Χαρμς. Οι τρεις νέοι και ταλαντούχοι ηθοποιοί (Άννα Χανιώτη, Γρηγόρης Μπαλλάς, Μαριάννα Λιανού) με μοναδική σκηνική εγρήγορση και διαθεσιμότητα που εντυπωσιάζει στήνουν μια παράσταση που σίγουρα θα απολαύσετε. Ρυθμός, κέφι, συγκίνηση και εξαιρετικές εναλλαγές δίνουν στον Χαρμς την αναγκαία θεατρική συνθήκη και προκύπτει ένα απολαυστικό έργο.

Τρίτη 23 Μαΐου 21:30, 70΄, Αίθουσα Ε

 

ola-auta-ta-yperoxa-pragmata (1).jpg

«Όλα αυτά τα υπέροχα πράγματα» του Ντάνκαν Μακμίλαν και του Τζώνυ Ντόναχο
Και τι δεν κάνει αυτό το κορίτσι, η Μελίνα Θεοχαρίδου, στη σκηνή! Με τα μαγικά της post-it καρδούλες αποκαλύπτει εκατομμύρια λόγους για τους οποίους μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι. Και αν η παράσταση που σκηνοθέτησε με φαντασία και ενθουσιασμό η Ιόλη Ανδρεάδη δεν καταφέρνει να σε πείσει γι’ αυτό, γιατί είσαι σε μουντ πολύ ντάουν, πετυχαίνει, κατά τη γνώμη μου, κάτι πιο ουσιαστικό, να σε κάνει να μη νιώθεις μόνος… Αυτό που μπορεί να περνάς εσύ το βιώνουν και άλλοι και το συνειδητοποιείς έμπρακτα βλέποντας τα βουρκωμένα μάτια της κυρίας απέναντι σου. Οι θεατές δεν είναι απλώς μάρτυρες των γεγονότων, αλλά συμμετέχουν ενεργά σε αυτά. Μάλιστα ορισμένοι μετατρέπονται σε συμπρωταγωνιστές της ιστορίας που κυλάει σαν νερό και δεν θέλεις να τελειώσει γιατί η Μελίνα έχει γίνει πια φίλη σου.

Σάββατο 27 Μαΐου 18:45, 100΄, Αίθουσα Ε

c.forcircu.jpg

«Γκλουμ» του Αλεξάντρ Οστρόφσκι
Η πολλά υποσχόμενη ομάδα C for Circus «διάβασε» με μια φρέσκια ματιά το «Ημερολόγιο ενός απατεώνα» του Αλεξάντρ Οστρόφσκι. Ο αινιγματικός τίτλος είναι μόνο η αρχή σε μια παράσταση που σε παρασύρει στο ρυθμό της. Πόρτες που ανοιγοκλείνουν απότομα, περσόνες βγαλμένες από άλλη εποχή, ολοκληρωμένοι χαρακτήρες και μια ομάδα που βρίθει από ενθουσιασμό και κέφι. Με την τεχνική του devised theatre και την ομαδικότητα να θριαμβεύουν, οι ερμηνείες (Παναγιώτης Γαβρέλας, Χρύσα Κοτταράκου, Ειρήνη Μακρή, Νικόλας Παπαδομιχελάκης, Παύλος Παυλίδης, Νατάσα Ρουστάνη, Σπύρος Χατζηαγγελάκης) δίνουν την αίσθηση μια νέας πρότασης. Οι ηθοποιοί καταθέτουν την προσωπική τους πινελιά σε μια παράσταση συνόλου που υπόσχεται γέλιο αλλά και συγκίνηση στο φινάλε.

Κυριακή 28 Μαΐου 21:30, 90΄, Αίθουσα Ε

 

Διαβάστε εδώ αναλυτικά όλο το πρόγραμμα των παραστάσεων.

 

 

 

 

Ένα ζευγάρι προσπαθεί να ελιχθεί και να παραμείνει αλώβητο στην πραγματικότητα που βιώνει, παλεύοντας να αντιμετωπίσει την αλήθεια που αποδεικνύεται ιδιαίτερα σκληρή. Μέσα από ένα ιδιόμορφο παιχνίδι εξουσίας, ένα παιχνίδι ελιγμών, θα αναδειχθούν οι ρόλοι του θύτη και τους θύματος.

Μια ιστορία που μπορεί να μοιάζει συνηθισμένη, ακόμα και οικεία. Ωστόσο πρόκειται για το νέο καλλιτεχνικό στοίχημα του ηθοποιού Αλέξανδρου Νταβρή. Αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της παράστασης «Ελιγμοί», που βασίζεται στο ομώνυμο έργο του Ισπανού συγγραφέα Εδουάρδο Γκαλάν και παρουσιάζεται εδώ και δύο βδομάδες με επιτυχία σε σκηνοθεσία του Θοδωρή Βουρνά στο Θέατρο 104.

Με αφορμή την παράσταση είχαμε μια σύντομη συζήτηση με τον Αλέξανδρο για τους προσωπικούς του ελιγμούς στην τέχνη και στη ζωή.

 

eligmoi.jpg

Το έργο του Ισπανού συγγραφέα Εδουάρδο Γκαλάν «Ελιγμοί» ανεβαίνει σε πανελλήνια πρώτη. Πες μας λίγα λόγια για όσα θα παρακολουθήσουμε στη σκηνή.
Πρόκειται για ένα σύγχρονο ισπανικό έργο. Τέσσερα άτομα, άλλοτε θύτες και άλλοτε  θύματα, έρχονται αντιμέτωπα με την κατάχρηση εξουσίας. Το έργο εστιάζει στο πώς κάθε ήρωας χρησιμοποιεί τη δύναμη της εξουσίας και στο πώς αντιμετωπίζει την κατάχρησή της. Ένα θέμα απόλυτα διαχρονικό και ίσως σκληρό ενίοτε, που ωθεί το θεατή να ταυτιστεί με τις διακυμάνσεις των συναισθημάτων των χαρακτήρων. Η παράστασή μας προσεγγίζει το θέμα ρεαλιστικά… Ακολουθούμε ένα ζευγάρι, την Μπελέν (στρατιωτικό) και τον Ντάριο (ηθοποιό), στους οποίους παρουσιάζεται μια μεγάλη επαγγελματική ευκαιρία από τους ανωτέρους τους, τον υπολοχαγό και το σκηνοθέτη αντίστοιχα.

Ο ρόλος σου ως υπολοχαγού πόσο καταλυτικός είναι στο ζευγάρι;
Ο υπολοχαγός χρησιμοποιεί την εξουσία του για να κερδίσει τον έρωτα της Μπελέν. Ο συγκεκριμένος ρόλος είναι πολύ σημαντικός, καθώς πυροδοτεί τις εξελίξεις και συμβάλλει στην ανάδειξη της διαφθοράς της εξουσίας. Για μένα η πρόκληση όσον αφορά το ρόλο καθαυτό συνίσταται στην έντονη εναλλαγή των συναισθημάτων επί σκηνής και στην ωμότητα του χαρακτήρα.

Έχεις πέσει θύμα της εξουσίας κάποιου στο θέατρο ή έχεις δει συναδέλφους σου σε αυτή τη θέση; Αν ναι, πώς το αντιμετώπισες;
Όσο υπάρχουν οργανωμένες κοινωνίες, τάξεις και κάστες, το φαινόμενο της κατάχρησης εξουσίας δεν θα εξαλειφθεί. Δεν μιλάμε για ένα φαινόμενο στους κόλπους του θεάτρου ή σε όποιο επάγγελμα έχει προβολή… Μιλάμε για μια πράξη επιβολής ανθρώπου σε άνθρωπο. Φυσικά και συμβαίνει. Συμβαίνει γύρω μας. Συμβαίνει σε όλους. Η δύναμη της επιλογής του θύματος είναι πάντα η απάντηση. Και η δική μου απάντηση είναι δίκαιες συνεργασίες και καλό θέατρο.

Σήμερα πόσο εφικτό είναι για ένα νέο ηθοποιό να ελιχθεί στο θέατρο και να επιβιώσει;
Είναι το ίδιο δύσκολο όσο και για έναν «παλιό» ηθοποιό. Είναι σίγουρο ότι οι οικονομικές συνθήκες της χώρας μας έχουν αρνητική επίδραση στην άνθηση των τεχνών ‒ οποιωνδήποτε τεχνών. Οι μικρές ανεξάρτητες σκηνές, οι δημιουργικές συνεργασίες, η αγάπη και το πείσμα του Έλληνα ηθοποιού είναι αυτά που μας επιτρέπουν να ελισσόμαστε ακόμη.

Πότε ένιωσες την ανάγκη να ασχοληθείς με την υποκριτική;
Η ανάγκη αυτή εμφανίστηκε μάλλον αργά, αλλά σίγουρα αβίαστα. Δεν υπήρξα το παιδί που από μικρό ονειρεύτηκε τη σκηνή. Ωστόσο την πρώτη στιγμή που ανέβηκα στη σκηνή κατάλαβα… Για μένα είναι έκφραση, ελευθερία, πάθος, επιλογή ζωής.

Θυμάσαι την πρώτη παράσταση που παρακολούθησες;
Ήταν ο «ΟΔΥΣΣΕΒΑΧ» της Ξένιας Καλογεροπούλου, το 1993, στο πλαίσιο εκπαιδευτικής εκδρομής με το σχολείο.

Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια;
Έχω την τιμή να συμμετέχω στο Αφιέρωμα του Δήμου Νέας Σμύρνης για τα 95 χρόνια από την καταστροφή της Σμύρνης. Στις 14 Μαΐου στον Πολυχώρο Πολιτισμού ΓΑΛΑΞΙΑΣ θα αφηγηθώ αποσπάσματα από το διήγημα του Στρατή Δούκα «Ιστορία ενός αιχμαλώτου».

Ο Αλέξανδρος Νταβρής πρωταγωνιστεί στους «Ελιγμούς» στο Θέατρο 104,
Ευμολπιδών 41, Γκάζι (τηλ.: 210 3455020) από 26 Απριλίου και για 14 μόνο παραστάσεις
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 21:15 μ.μ.
Εισιτήρια: 12€ κανονικό και 8€ μειωμένο

 

 

 

Ένα εξαιρετικό νεοελληνικό κείμενο, που ευτύχισε στο ανέβασμά του. 

Αν αναρωτιέστε τι σχέση έχουν η Candy-Candy με το παλιό βάζο της θείας, ένα σπίτι στο σφυρί μ’ έναν πλασιέ με κατσαρολικά, τρία αδέρφια με μια κρέμα που γυαλίζει πόμολα και όλοι μαζί με μια αυτοκτονία και δύο φόνους δεν έχετε παρά να παρακολουθήσετε την εξαιρετική παράσταση «Χαρτοπόλεμος». 

Το σπάνιας ευαισθησίας κείμενο του Βαγγέλη Ρωμνιού μας φέρνει αντιμέτωπους με την Ελλάδα του σήμερα και με την πολύπαθη γενιά των τριαντάρηδων, που ανώριμη ακόμη να διαπραγματευτεί τα εσωτερικά τραύματα της οικογενειακής ζωής, μη έχοντας ουσιαστικά μάθει να ξεπιπιλά το δάχτυλο από το στόμα, έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με την αδηφάγα πραγματικότητα. Με μια Ελλάδα τελείως διαφορετική από αυτή που μας έμαθαν ότι θα βρούμε μεγαλώνοντας. 

Μόνο ευλογία θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς την ανακάλυψη τέτοιων έργων και τον δημιουργικό συγκερασμό τους με μια καλλιτεχνική ομάδα που καταφέρνει να τα αναδείξει πλήρως, όπως στη συγκεκριμένη παράσταση, τόσο από σκηνοθετικής, όσο και από υποκριτικής πλευράς. 

 Ο Γιώργος Παλούμπης  με την ρεαλιστική ανάγνωση του έργου, πήγε κατ’ ευθείαν στον πυρήνα, «χρωμάτισε» ακόμη περισσότερο την αλήθεια του κειμένου δίνοντας στο χιούμορ μια πηγαία φυσικότητα και απέφυγε κάθε σοβαροφάνεια για να τονίσει, ακριβώς το σοβαρό που κρύβεται πίσω από κάθε τραγικό  γεγονός. 

 Παράλληλα, οδήγησε με μοναδική μαεστρία και τους πέντε ηθοποιούς του στο χτίσιμο ολοκληρωμένων και πολυδιάστατων χαρακτήρων που χαίρεσαι να παρακολουθείς και να ανακαλύπτεις, γιατί προβάλλουν ένα οικείο σου κομμάτι, κάτι που έχεις βιώσει.

Αποσπάσματα από παιδικές σειρές των 80’ς λειτουργούν σαν συνδετικοί κρίκοι ανάμεσα στις σκηνές, γλυκές αναμνήσεις , που ξετρυπώνουν από το ασυνείδητο σαν σωτήριες λέμβοι. 

Ο θίασος δίνει τον καλύτερο του εαυτό επί σκηνής, με μοναδική ενέργεια οι ηθοποιοί ακροβατούν εντυπωσιακά, ανάμεσα στην κωμωδία και στο δράμα, έχοντας χτίσει ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ τους. 

Τα τρία αδέρφια Γιωργής Τσουρής, Βαγγέλης Ρωμνιός, Παύλος Πιέρρος καταφέρνουν να πείσουν για το κοινό παρελθόν και τα βιώματα. Συγκρούονται, αλληλοαγαπιούνται, αλληλοκατασπαράζονται αλλά η ανάμνηση μιας μόνο μελωδίας μπορεί να τους ενώσει. Συγκινητικά αληθινοί και οι τρεις τους. 

Η Βάλια Παπακωνσταντίνου διαχειρίζεται με αξιοσημείωτο σκηνικό ενδιαφέρον το «ανήκω –δεν ανήκω» στην οικογένεια δίνοντας την εντύπωση μιας εσωτερικής πάλης που ελλοχεύει αέναα. 

Ο Φοίβος Ριμένας σαρώνει στη σκηνή ως πλασιέ, γνήσια κωμική φλέβα. 

Στον «Χαρτοπόλεμο» νιώθεις πραγματικά ότι οι λέξεις, οι αλήθειες των μηνυμάτων τους, χτυπούν στους τοίχους και σε γρονθοκοπούν. Εκεί, που γελάς με την ψυχή σου, ξαφνικά, το χαμόγελό σου παγώνει. Ο μικρός χώρος του θεάτρου άλλωστε επιτείνει την συναισθηματική ένταση. Από τις πιο έντονες θεατρικές συγκινήσεις της σεζόν. Μη την χάσετε!

 

Για λίγες παραστάσεις:

Δευτερότριτα (8/5- 9/5, 15/5 - 16/5, 22/5- 23/5) στο θέατρο «Ιλίσια- Βολανάκης»

 

 

 

 

Ο λόγος για τον ρόλο του Θησέα και την παράσταση «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Σταύρου Τσακίρη.

 Εκεί  στο αρχικό δελτίο τύπου του Φεστιβάλ, είχαμε δει το όνομα του Γιάννου Περλέγκα, πριν λίγες μέρες όμως και χωρίς καμία επίσημη ανακοίνωση, το όνομα του ηθοποιού  άλλαξε στο site του Φεστιβάλ Αθηνών και αντικαταστάθηκε μ’ αυτό του Άρη Τρουμπάκη.

 

Η παράσταση αναμένεται να κάνει πρεμιέρα 7-8 Ιουλίου στην Επίδαυρο με τον Κώστα Καζάκο στον κεντρικό ρόλο. 

 

Οι υπόλοιποι συντελεστές είναι οι εξής: 

Επεξεργασία κειμένου: Σταύρος Σ. Τσακίρης, Δήμητρα Πετροπούλου

Σκηνικά: Κέννυ ΜακΛέλλαν

Κοστούμια: Θάλεια Ιστικοπούλου

Μουσική: Μίνως Μάτσας

Δραματουργός: Λουίζα Αρκουμανέα

Αφίσα: Αλέξανδρος Ψυχούλης

Βοηθός σκηνοθέτη: Χάρης Πεχλιβανίδης

Φωτογραφίες - Βίντεο: Πάτροκλος Σκαφίδας 

Επικοινωνία: Άρης Ασπρούλης

Διεύθυνση παραγωγής: Γιώργος Σύρμας

Παίζουν (με σειρά εμφάνισης): Δημήτρης Λιγνάδης (Ξένος), Κώστας Καζάκος (Οιδίπους), Κόρα Καρβούνη (Αντιγόνη), Τζένυ Κόλλια (Ισμήνη), Άρης Τρουπάκης (Θησέας), Δημήτρης Ήμελλος (Κρέων), Δημήτρης Λάλος (Πολυνείκης)

Χορός Ψαλτών: Πέτρος Δασκαλοθανάσης , Παναγιώτης Διαμαντόπουλος, Θεόδωρος Παλτόγλου

Χορός Πολιτών: Αντριάνα Ανδρέοβιτς, Βαλέρια Δημητριάδου, Παναγιώτης Καμμένος, Ορέστης Καρύδας, Αγγελίνα Κλαυδιανού

 

 

 

Η συνάντησή μας είχε προγραμματιστεί μεσημεράκι σε ένα καφέ, ένα τετράγωνο πίσω από τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Μία ώρα πριν ήρθε μήνυμα στο κινητό μου: «Γιώτα μου, συγγνώμη, να το κάνουμε 15 λεπτά αργότερα;» Το κοιτώ σαν να έχει σκάσει από τον Άρη! «Δεν συμβαίνουν αυτά», σκέφτομαι και κάνω πιο γρήγορα ώστε να μην αργήσω εγώ!

Για την Αργυρώ Χιώτη όμως η ακρίβεια και η ευγένεια είναι προαπαιτούμενα. Το καταλαβαίνεις κάθε φορά που τη συναντάς, το εκμαιεύεις σε κάθε της κουβέντα, παρέα με την αισιοδοξία και μια αίσθηση δικαίου και εμπιστοσύνης στην καλοσύνη. «Ελπίζω πάντα στο καλό, με ό,τι αυτό σημαίνει, παρόλο που μπορεί να είναι ουτοπικό», θα μου πει λίγα λεπτά αργότερα.

Και αυτή η στάση ζωής φαίνεται, αν το σκεφτεί κανείς, και στις δουλειές της ομάδας. «Εξάλλου στους Vasistas υπάρχει εξ ολοκλήρου ο καθένας και συνυπάρχει. Οπότε όσο πιο γοητευτική και ισχυρή είναι η παρουσία του καθενός τόσο πιο πολύ φαίνεται».

Ενθουσιασμένη έπειτα από μια παράσταση-εμπειρία, ένα road trip με οδηγό τον Δάντη, όπου οι Vasistas έκαναν για μια ακόμα φορά το θαύμα τους. Στροβιλισμένη από τη δίνη των εικόνων, θέλησα να αποκρυπτογραφήσω μαζί της όσο περισσότερα γινόταν από τα 90 μαγευτικά λεπτά της «Θείας Κωμωδίας» που σκηνοθέτησε.

Έτσι, με αφορμή αυτό το κάλεσμα στην εμπειρία της ποίησης που μας χάρισε η ομάδα στη Στέγη, η συζήτησή μας ένα από τα τελευταία ηλιόλουστα μεσημέρια του Απρίλη θα οδηγηθεί και σε άλλα μονοπάτια της ζωής της.

 

theia_komodia3.jpg

Πώς από τον ανεξάντλητο όγκο της τριλογίας της «Θείας Κωμωδίας» φτάσατε σε αυτό το συμπυκνωμένο κείμενο που παρακολουθήσαμε και ποια ανάγκη σας οδήγησε στις κειμενικές προσθήκες («Ανθολογία του Σπουν Ρίβερ» του Έντγκαρ Λι Μάστερς, αποσπάσματα από τα «Κάντο XIV & XV», ποιήματα του Έζρα Πάουντ);
Το πρώτο πράγμα που κάναμε δουλεύοντας πάνω στη δραματουργία ως ομάδα
‒κάποιοι πιο στενά, εγώ με τον Ευθύμη Θέου και φυσικά το δραματουργό μας, τον Νίκο Παναγιωτόπουλο, και τη σύμβουλό μας στη δραματουργία, την Άρτεμη Χρυσοστομίδου‒ ήταν να χαράξουμε τον πυρήνα μας. Ήξερα από την αρχή, σε συνέχεια της προηγούμενης δουλειάς μας, που ήταν οι «Απολογίες 4&5», ότι μας ενδιαφέρει η βιογραφία, δηλαδή η καθαρά υπαρξιακή πορεία του ανθρώπου. Αυτό ήταν δεδομένο για μένα από τη στιγμή που αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με το εν λόγω κείμενο. Ξέραμε βέβαια ότι, επειδή είναι ανεξάντλητος ο όγκος του, ενώ μας κέντριζε το ενδιαφέρον να κρατήσουμε λόγο καθαρά δαντικό, είχαμε μια ελευθερία ως προς την ερμηνεία του. Επειδή είναι ανεξάντλητο, μπορείς να σταθείς όπου θέλεις.

Είδατε λοιπόν το έργο ως «αφορμή» για την παράσταση;
Δεν ήταν ακριβώς αφορμή. Επειδή εστιάσαμε σε πολύ συγκεκριμένα στοιχεία του έργου, δηλαδή στα τρία επεισόδια, αυτό το ξέραμε εξαρχής, όπως ότι θα γίνει μια πορεία, η οποία έχει να κάνει με την Κόλαση, μια κατάβαση, με μια άνοδο προς τα έξω και μια άνοδο προς το πάνω, προς το φως. Αυτά όλα τα γνωρίζαμε, εξ ου και ο υπαρξιακός χαρακτήρας, η πορεία του ανθρώπου, που βρίσκεται σε κρίση και πρέπει να τα βάλει με τους δαίμονές του. Όλο αυτό είναι μια οραματική βιογραφία, θα μπορούσε να είναι στο κεφάλι του. Τίποτα δεν είναι πραγματικό. Γι’ αυτό και δεν θελήσαμε να το αναπαραστήσουμε. Οπότε τι κάναμε; Διαλέξαμε από την Κόλαση, από την οποία έχουμε κρατήσει και το μεγαλύτερο όγκο του κειμένου του Δάντη, εικόνες και στιγμές, συναντήσεις με νεκρούς που μας ενδιέφεραν, που θεωρούμε πολύ ισχυρές. Επιπλέον κρατήσαμε μια πορεία από τα Κάντος, αυτά τα άσματα του Δάντη, προς τα κάτω. Στην Κόλαση ο Δάντης κατεβαίνει σε έναν κώνο ανάποδο αριστερόστροφα, σε κύκλους, δηλαδή η Κόλαση είναι κύκλοι-κύκλοι-κύκλοι που πηγαίνουν προς τα κάτω. Οπότε εμείς κρατήσαμε κάτι από αυτή την κατάβαση. Προχωρά δηλαδή σε πράγματα όλο και πιο τρομακτικά, όλο και πιο αποτρόπαια, όλο και πιο σκοτεινά.

Στο σημείο αυτό μπήκε το πρώτο εμβόλιμο κείμενο, του Έζρα Πάουντ, που είναι για εμάς η στιγμή της απόλυτης σκατολογίας. Σε αυτό το σημείο είναι κάπως σαν να φεύγουμε από το σκοτεινό, τον ποιητικό λόγο του Δάντη και να ερχόμαστε ξεκάθαρα σε επαφή με μια αντιστοιχία σκοταδιού, με την έννοια της αηδίας, αφού βρισκόμαστε στους κακούς λάκκους, όπου οι άνθρωποι έχουν βουλιάξει σε έναν κοπρώνα. Σε αυτό το σημείο λοιπόν παρεμβάλαμε το ποίημα το Πάουντ που είναι ένας χείμαρρος από αηδία, ένα δριμύ κατηγορώ. Έτσι είναι σαν να φεύγουμε από το φαντασιακό και να μεταφερόμαστε στο σήμερα.

Για να γίνει μια σύνδεση της «Θείας Κωμωδίας» με το τώρα.
Ακριβώς. Αυτή την ανάγκη είχαμε, μια ξεκάθαρη σύνδεση με το τώρα, που θα μας είναι πιο εύκολη, πιο άμεση, πιο σωματική. Να βάλουμε λέξεις και να ακούμε πάλι με μια ποίηση, αλλά να είναι λέξεις, όπως οι «πολιτικοί» και τα «μασημένα πούρα». Έτσι είναι σαν να καλούμε και το θεατή να κάνει και αυτός τη βουτιά στον κοπρώνα, γιατί ξαφνικά τον αφορούν πολύ πιο άμεσα ο λόγος και η εικόνα. Τα άλλα εμβόλιμα κείμενα είναι στο Καθαρτήριο, που ουσιαστικά ξεκινά από την πλαγιά ενός λόφου. Οπότε ένα πρώτο κομματάκι που κρατήσαμε είναι από τον Δάντη ουσιαστικά, που λέει ότι βγήκαμε και ήμασταν στην πλαγιά του λόφου. Εμείς την πλαγιά την κάναμε κοιμητήριο, εκεί όμως δεν χρησιμοποιήσαμε κείμενο του Δάντη, αλλά την «Ανθολογία του Σπουν Ρίβερ», που είναι ενός Αμερικανού του 1920-1930, του Έντγκαρ Λι Μάστερς. Αυτό το διάβασα εγώ από τον Νίκο το καλοκαίρι και με ξετρέλανε! Ιδανικά θα ήθελα όλο το «Σπουν Ρίβερ» να είναι στην παράσταση! Νομίζω ότι η συγκεκριμένη προσθήκη έγινε γιατί ξαφνικά είχα ανάγκη έπειτα από αυτόν το στρόβιλο τη δίνη, το σκοτάδι, τον πυκνό λόγο, τον ασφυκτικό κόσμο της Κόλασης. Είχα ανάγκη να περάσουμε σε κάτι πιο τρυφερό, ποιητικό αλλά πιο δικό μας. Σαν αυτός ο άνθρωπος της κρίσης να μπορεί να δει τους ανθρώπους γύρω του, να τους ακούσει, να μπορεί να βγει από τα σκοτάδια του μυαλού του και να ακούσει τους ανθρώπους και τα βάσανά τους.

Σε αυτή την παράσταση ένιωσες λίγο περισσότερο μαέστρος από ό,τι σκηνοθέτις;
Είναι πολύ κοντά αυτά τα δύο στο μυαλό μου. Νομίζω και οι δύο ιδιότητες είναι κοντά και μπορούν να συνδυάσουν πολλά και συχνά ετερόκλητα στοιχεία. Βέβαια το ένα έρχεται χρονικά μετά το άλλο. Σε αυτή τη δουλειά ήμουν σίγουρα πιο πολύ μαέστρος, γι’ αυτό και δεν μπορούσα να είμαι επί σκηνής. Έγινα μαέστρος όμως αφού είχαμε κτίσει και επιλέξει τα υλικά μας, από τη δραματουργία μας. Έτσι ξεκινήσαμε τις πρόβες με ένα έτοιμο κείμενο, μέχρι τη σκηνική απόδοση. Όταν αυτά τα υλικά τα βρήκαμε και καταλήξαμε και στο είδος της μουσικότητας που απαιτούνταν, μετά ήταν μια δουλειά λεπτομέρειας, συχνοτήτων, ροής, ποιότητας, που έχει να κάνει πολύ με ένα μαέστρο.

theia_komodia.2.jpg

Παρακολουθώντας κανείς δουλειές της ομάδας έχει την αίσθηση ότι κάθε ηθοποιός πετυχαίνει την ομαδικότητα και την απόλυτη συγκέντρωση που απαιτείται, χωρίς να χάνει την προσωπικότητά του. Σκηνοθετικά πόσο δύσκολο εγχείρημα είναι αυτό;
Είναι και δεν είναι. Είναι σαφέστατο ζητούμενο για μένα. Αναγνωρίζω ότι μπορεί να παραξενεύει, γιατί έχουμε μάθει στο θέατρο να μιλάμε ή να περιμένουμε ή να παρακολουθούμε αυτό που λέμε «μεγάλες ερμηνείες». Εμείς όλοι στην ομάδα, και εγώ προσωπικά, είμαστε έξω από αυτό. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι η ομαδικότητα πρέπει να απομυζά την ιδιαίτερη προσωπικότητα του καθενός. Λέω όμως ότι είναι εύκολο γιατί και στην ομάδα οι άνθρωποι που έχουν συναντηθεί μέχρι στιγμής είναι προσωπικότητες πολύ ισχυρές και αυτή είναι και η ομορφιά μας κατά έναν τρόπο. Γι’ αυτό και εγώ σκηνοθετικά προσπαθώ να αφήσω να υπάρχει εξ ολοκλήρου ο καθένας και να συνυπάρχει. Οπότε όσο πιο γοητευτική και ισχυρή είναι η παρουσία του καθενός τόσο πιο πολύ φαίνεται.

Κόλαση-Καθαρτήριο-Παράδεισος: Αν μπορούσες να χωρίσεις τις στιγμές της δημιουργίας σε αυτά τα τρία στάδια, πότε θα μου έλεγες ότι βρίσκεσαι στο καθένα από αυτά;
Στην Κόλαση βρίσκομαι κάποιες στιγμές που αντιμετωπίζω το απόλυτο αδιέξοδο. Όταν κάτι «δεν βγαίνει» ή δεν το ξέρω. Για παράδειγμα, πώς αυτό μπορεί να γίνει στη σκηνή. Είναι στιγμές που μπορεί και όλοι μας να τις βιώσουμε ή και εγώ μόνη και είναι τρομακτικές και θέλουμε καταρχήν μια αποδοχή.

Με την αποδοχή την αντιμετωπίζεις;
Αυτό έχω μάθει προς το παρόν να κάνω… Ότι, όταν έρθει εκείνη η στιγμή η κολασμένη… πρώτα από όλα την αποδέχομαι και μετά θα δούμε τι θα κάνουμε. Θα λυθεί. Θα γίνει.

Το Καθαρτήριο;
Το Καθαρτήριο για μένα έχει την έννοια της αναμονής, όπως και στην παράσταση. Είναι ανάμεσα σε δύο πράγματα. Οπότε στη δημιουργία είναι οι στιγμές που κάτι πάει να γίνει, αλλά δεν έχει γίνει ακόμη, που εκκολάπτεται. Το βλέπεις ότι πάει να γίνει, αλλά δεν έχει συμβεί. Το εμπιστεύεσαι για να γίνει.

Εντάξει και ο Παράδεισος είναι ξεκάθαρα οι στιγμές, οι ελάχιστες, κατά τις οποίες, αφού έχει ολοκληρωθεί το εγχείρημα, καταφέρνω να το παρακολουθήσω σαν θεατής και ενίοτε να ανατριχιάσω. Αυτές οι στιγμές της ανατριχίλας μού αρκούν με αυτή την έννοια της απολυτότητας ή της εξύψωσης με την έννοια μιας ενεργειακής κατάστασης που είναι ανώτερη.

Ποια ήταν η τελευταία φορά που ανατρίχιασες;
Ήταν σε αυτή εδώ τη δουλειά. Δεν θα πω πότε, αλλά ήταν! Έχω τις αγαπημένες μου στιγμές.

Στο πρώτο επεισόδιο ακούγεται η φράση: «Εκείνους που μέσα στη φωτιά είναι ευτυχισμένοι γιατί ελπίζουν…» Εσένα τι σου δίνει ελπίδα μέσα στη «φωτιά» που βιώνουμε καθημερινά;
Ελπίζω πάντα στο καλό, με ό,τι αυτό σημαίνει, παρόλο που μπορεί να είναι ουτοπικό. Γιατί λέμε ότι το κακό νικά συνήθως. Όχι, εγώ ελπίζω ότι το καλό υπερισχύει με έναν τρόπο. Το καλό τι μπορεί να σημαίνει; Μπορεί να σημαίνει αγάπη, με την ευρεία έννοια, σχέση, σχετίζομαι, άνοιγμα, γείωση, επαναφορά στις ρίζες, στην ειλικρίνεια, στην επίλυση οποιουδήποτε προβλήματος.

Είσαι φύση αισιόδοξη δηλαδή;
Ναι, είμαι. Η μαμά μου μου το λέει αυτό, ότι βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο.

Ως ομάδα δραστηριοποιείστε πολύ στην Ευρώπη, κυρίως στη Γαλλία. Τα νέα δεδομένα των τελευταίων χρόνων, και αναφέρομαι κυρίως στην άνοδο της ακροδεξιάς και στην τρομοκρατία, σας αγχώνουν ή σας φοβίζουν;
Και ναι και όχι. Πάντα, όσον αφορά το καλλιτεχνικό στερέωμα, γνωρίζουμε ότι είναι σαθρό και ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να καταρρεύσει ή, για να μη βάζουμε αρνητικό πρόσημο σε αυτό, ότι μεταμορφώνεται και μεταλλάσσεται. Θέλω να πω ότι δεν υπάρχει καμία σιγουριά ποτέ σε κανέναν μας. Αυτό σημαίνει ότι για να αντέξεις στο συγκεκριμένο χώρο, είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό, πρέπει να είσαι συμφιλιωμένος με την αστάθεια του εν λόγω επαγγέλματος. Επομένως δεν με φοβίζει, καθώς πιστεύω πως ό,τι είναι να γίνει θα γίνει. Πολιτικά, όντως τα τελευταία χρόνια οι ομάδες που βγήκαμε στο εξωτερικό τα καταφέραμε και λόγω της κρίσης, με την έννοια ότι υπήρχε ένα ενδιαφέρον και μια στροφή προς τον ελληνικό πολιτισμό που ήταν κάτι νέο. Γίναμε λίγο μόδα, τουλάχιστον στη Γαλλία που κυκλοφορώ και τη γνωρίζω καλά. Υπήρξαν πολλά φεστιβάλ που ήταν αφιερωμένα στην Ελλάδα ή για την Ελλάδα ή με Έλληνες καλλιτέχνες. Αυτό ακριβώς, επειδή ήταν ρεύμα συνυφασμένο με μια πολιτική και κοινωνική κατάσταση, σαφέστατα μπορεί να αλλάξει και η αλλαγή να συμβεί ανεξάρτητα από την τρομοκρατία και το εκλογικό αποτέλεσμα. Τώρα το πού θα πάει, τι θα γίνει και αν θα μας αντιμετωπίζουν σαν καλλιτέχνες που δεν έχει καμία σημασία αν είναι Έλληνες ή όχι, κάτι που εμείς επιδιώκουμε, θα φανεί στην πορεία.

Στις περιοδείες σας δεν παρουσιάζετε μόνο τη νέα σας παράσταση αλλά και προηγούμενες παραγωγές. Αυτή η μόνιμη συνδιαλλαγή με τις παραστάσεις που ο κύκλος τους δεν κλείνει πώς είναι;
Είναι κάτι πάρα πολύ ωραίο. Κάθε φορά που μεσολαβεί ένα διάστημα και δεν παίζουμε μια παράσταση, μετά, όταν κάνουμε μια πρόβα για να τη θυμηθούμε, την ξαναβλέπουμε με άλλο μάτι. Με βοηθά να βλέπω και εγώ η ίδια τι έχουμε κάνει. Ξαφνικά, επειδή ακριβώς παίρνω κάποια απόσταση, μπορώ να εξελίξω αυτό που έχει γίνει. Γι’ αυτό πάντα αλλάζουμε πράγματα, από τα κοστούμια μέχρι οτιδήποτε. Εκ των πραγμάτων πρέπει να μένει ζωντανή η παράσταση.

Είναι τελικά η αγάπη ο μόνος δρόμος για τον «Παράδεισο» του καθενός;
Η αγάπη είναι απαραίτητο συστατικό για το παρόν μας, όχι για τον Παράδεισο και για κανέναν «Παράδεισο». Θέλω να πω, δεν ξέρω τι είναι ο Παράδεισος, αλλά για το παρόν μας, δηλαδή για να μπορούμε να υπάρχουμε και να βιώνουμε ολόκληρη την ύπαρξή μας, την κάθε στιγμή, την κάθε μέρα. Να αγαπάς οτιδήποτε, την πρώτη ορμή για τα πράγματα και όπως αυτή εκφράζεται, είτε σε άνθρωπο είτε σε ζώο είτε ως  ιδέα.

theia_komodia.jpg

Και ο έρωτας έχει τον «εκκωφαντικό» θόρυβο της σιωπής, όπως αυτόν που επιλέξατε στα πρώτα λεπτά της συνάντησης του Δάντη και της Βεατρίκης;
Νομίζω ναι. Είναι τόσο έντονη στιγμή αυτή της απόλυτης έλξης, που ποια λόγια να τον εκφράσουν; Είναι τότε που διαστέλλονται ο χώρος και ο χρόνος και δεν υπάρχει τίποτα πιο μακριά. Είναι εκείνες οι στιγμές που νιώθεις ότι υπάρχεις εξ ολοκλήρου και μόνο σε σχέση με τον άλλο και αυτό είναι τρομερό… Γενικά μου αρέσει η σιωπή, την καταλαβαίνω. Μπορώ να επικοινωνήσω με τους ανθρώπους και να τους καταλάβω. 

 

Κεντρική φωτογραφία- πορτραίτο : Γκέλυ Καλαμπάκα

Φωτογραφίες παράστασης: Σταύρος Χαμπάκης

Η «Θεία Κωμωδία» συνεχίζεται στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών για λίγες ακόμα παραστάσεις μέχρι τις 7 Μαΐου.

Για πληροφορίες και εισιτήρια κάντε κλικ εδώ.

Ο επόμενος σταθμός της περιοδείας των Vasistas είναι με τις «Απολογίες 4&5», στις 10-14 Μαΐου, στο Théâtre de la Bastille στο Παρίσι.

 

 

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

Ροή Ειδήσεων

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία