Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 
Γιώτα Δημητριάδη

Γιώτα Δημητριάδη

Είναι δημοσιογράφος και φιλόλογος. Τελείωσε τη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, το Εργαστήρι Δημοσιογραφίας και έκανε μεταπτυχιακό πάνω στο θέατρο. Πού τη χάνεις, πού τη βρίσκεις, σε κάποια παράσταση της πόλης θα είναι. Της αρέσουν οι συνεντεύξεις - συναντήσεις, που της επιτρέπουν να γνωρίσει ένα κομμάτι των ανθρώπων από κοντά.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου.

Νερό, µακιγιάζ, το κείµενο της παράστασης. 

15554794_10209895253271572_392997674_n.jpg

 Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ. α) Ως χώρο β) Με ποιους συναδέλφους.

Το πρώτο µου. Στο Θέατρο του Νέου Κόσµου, το 2010. Λόγω χώρου και λόγω συναδέλφων, αφού το µοιραζόµουν για έξι µήνες µε τρεις αγαπηµένους φίλους από τη σχολή, που παίζαµε µαζί στην πρώτη µας παράσταση. 

 

Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου.

Τα καµαρίνια της παράστασης «Οι Ναυαγοί της Τρελής Ελπίδας» της Αριάν Μνουσκίν, που ήταν σαν σκηνή και η διαδικασία προετοιµασίας των ηθοποιών σαν παράσταση. Προχωρώντας για να µπεις στην κεντρική σκηνή τα συναντούσες, αφού ήταν ανοιχτά στο κοινό. 

mpoukli2.jpg

Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι.

Στην Επίδαυρο µε τις «Τραχίνιες». Πολλά τρελά κορίτσια µαζεµένα σε ένα χορό! 

Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω στη σκηνή.

Τσεκάρω αν έχω ξεχάσει τίποτα και πίνω µια γουλιά νερό.

 Η Νάνσυ παίζει στις "Επικίνδυνες σχέσεις'' σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιμούλη στο Θέατρο Άλμα και σκηνοθετεί τα Περιστατικά του Δανιήλ Χαρμς από 23 Ιανουαρίου στο Βios.

Με δύο «χτυπήματα» σε κεντρικά θέατρα της πόλης και πολλές πετυχημένες παραστάσεις στο ενεργητικό της η Λίλλυ Μελεμέ βρίσκεται εν μέσω εντατικών προβών για την πρεμιέρα της δεύτερης παραγωγής της Νέας Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου.Ο «Εξηνταβελόνης» της θα πάρει τη σκυτάλη από το «Στέλλα Κοιμήσου» και θα κάνει πρεμιέρα στις 22 Δεκεμβρίου. Παράλληλα στο Θέατρο Δημήτρης Χορν το πρωτοπαιγμένο έργο «Από τη σιωπή ως την άνοιξη» σημειώνει τεράστια επιτυχία. Σε μια από τις λίγες γωνιές του Θεάτρου Τσίλλερ που είναι φιλόξενες για τους καπνιστές, λίγο πριν την πρόβα, η Λίλλυ Μελεμέ  μου εξηγεί το συναισθηματικό δέσιμο με το Εθνικό και πώς βιώνει την επιστροφή της μετά από μια δεκαετία Γύρω της υπάρχουν αμέτρητες σημειώσεις για το έργο. Σκίτσα, ονόματα ηθοποιών και χρονοδιαγράμματα σηματοδοτούν ότι η πρεμιέρα πλησιάζει. Εκείνη όμως σχεδιάζει χαμογελαστά smiley γιατί ξέρει για μια ακόμα φορά ότι όλα θα πάνε πρίμα. 

Πώς αλλιώς; Το δέσιμο των συντελεστών της παράστασης και η μεταξύ τους σχέση εγγυώνται το επιθυμητό αποτέλεσμα.

meleme3-texnes-plus.jpg

Είστε στενά συνδεδεμένη με την Πειραματική του Εθνικού Θεάτρου, από την περίοδο που την ευθύνη είχε ο Στάθης Λιβαθινός. Νιώθετε πως επιστρέφετε εδώ; Υπάρχει ένα συναισθηματικό δέσιμο;
Καταρχήν ο Στάθης Λιβαθινός ήταν δάσκαλός μου στη Δραματική Σχολή, δηλαδή στη Σχολή του Κώστα Καζάκου, την οποία τελείωσα ως ηθοποιός. Μετά ήρθα στο εργαστήρι της Πειραματικής. Η τελευταία παράσταση που είχα αναλάβει στο Εθνικό Θέατρο ήταν το 2006. Επρόκειτο για τον «Ταρτούφο» του Μολιέρου σε μετάφραση Κωνσταντίνου Κοκκινάκη του 1815. Έχουν περάσει δέκα χρόνια. Σίγουρα το δέσιμο είναι πολύ ισχυρό, γιατί εδώ έκανα τα πρώτα μου βήματα ως σκηνοθέτις και χαίρομαι που επιστρέφω ύστερα από μια πορεία στο ελεύθερο θέατρο. Επίσης αισθάνομαι ιδιαίτερη τιμή που θα ασχοληθώ με το συγκεκριμένο κείμενο. Είναι σαν να ξαναπιάνω το νήμα από εκεί όπου το είχα αφήσει. Ο «Ταρτούφος» ήταν μεταφρασμένος από τον Κοκκινάκη το 1815 και ο Οικονόμου μετέγραψε τον «Φιλάργυρο» του Μολιέρου, που τον ονόμασε «Εξηνταβελόνη», το 1816.

Πώς καταλήξατε στη συγκεκριμένη επιλογή;
Νομίζω πως ήταν μια κοινή ανάγκη και της διεύθυνσης του Εθνικού Θεάτρου αλλά και δική μου να κάνουμε κωμωδία. Μου πρότειναν να ανεβάσω κάτι στη Νέα Σκηνή, δηλαδή ελληνικό ρεπερτόριο, το οποίο αγαπώ πάρα πολύ. Πιστεύω στο ελληνικό έργο, θεωρώ πως πρέπει να δίνονται ευκαιρίες σε αυτό, είτε είναι παλαιότερο όπως το συγκεκριμένο κείμενο είτε είναι άπαιχτο και νεότερο. Συνεπώς ήταν μια ευχάριστη συγκυρία. Συζητήσαμε και καταλήξαμε από κοινού σε τούτο το έργο, που είναι κλασικό, κωμωδία, και έχει να ανέβει πάρα πολλά χρόνια στο Εθνικό Θέατρο.

Η κωμωδία είναι ένα είδος με το οποίο δεν έχετε ασχοληθεί ιδιαίτερα, πέρα από τη «Ρώσικη ρουλέτα» που κάποια μονόπρακτα ήταν κωμικά. Επομένως δεν έχετε ξαναδουλέψει με ηθοποιούς που χαρακτηρίζονται «κωμικοί». Πώς είναι αυτή η συνάντηση;
Μου αρέσει να συνδιαλέγομαι με καινούργιους και ενδιαφέροντες ανθρώπους. Ούτε με τον Χρήστο (Βαλαβανίδη) ούτε με την Ηρώ (Μανέ) ούτε με τον Σπύρο (Μπιμπίλα) έχω ξανασυνεργαστεί. Παρόλο που έχουν παίξει και σε δραματικά έργα και έχουν σημειώσει μεγάλη επιτυχία, έχουν καθιερωθεί στη συνείδηση του κοινού ως κωμικοί ηθοποιοί. Πιστεύω πως έχω να μάθω πολλά από αυτούς και ίσως και εκείνοι πήραν κάτι από μένα. Ο «Φιλάργυρος» δεν είναι αμιγώς κωμωδία, έχει και δραματικά στοιχεία. Αφορά ανθρώπινους χαρακτήρες, ανθρώπους με πάθη. Ο «Εξηνταβελόνης», δηλαδή ο «Φιλάργυρος», είναι ένας άνθρωπος που πάσχει, που νοσεί, που είναι άρρωστος με το χρήμα. Δεν είναι απλώς ένα καπρίτσιο, δεν είναι απλώς ένας τύπος φιλάργυρου, είναι ολοκληρωμένος χαρακτήρας, με τα υπέρ και τα κατά του. Αντιπροσωπεύει μια ολόκληρη ιδεολογία, μια στάση ζωής, και έρχεται σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους. Είναι μόνος εναντίον όλων. Υπό αυτή την έννοια υπάρχουν στοιχεία θεατρικών χαρακτήρων, ανθρώπινης συμπεριφοράς, που με ενδιαφέρουν, τα οποία περικλείουν και την πίκρα και τη γλύκα, και το χιούμορ και το δάκρυ. Αυτό πάντα το αναζητώ στα έργα που επιλέγω, γιατί έτσι είναι η ζωή.

meleme4-texnes-plus (2).jpg

Γενικότερα τι σας ιντριγκάρει σε ένα κείμενο για να αποφασίσετε να το ανεβάσετε;
Τις περισσότερες φορές έχω την τύχη να επιλέγω το κείμενο, να το προτείνω εγώ ή τέλος πάντων να συμπίπτουν οι απόψεις των συντελεστών, όπως συνέβη φέτος. Σε πρώτη φάση διαβάζοντας ένα κείμενο εξετάζω αν με αφορά τη δεδομένη χρονική στιγμή, αν έχει κάτι να μου πει, αν τα θέματα τα οποία πραγματεύεται με αγγίζουν. Στρέφομαι κυρίως σε κλασικά κείμενα, γιατί τα θεωρώ τεράστιο σχολείο και για τους σκηνοθέτες και για τους ηθοποιούς και για το κοινό, διότι το θέατρο είναι και μέσο ψυχαγωγίας, όχι απλώς ένα μέσο διασκέδασης και παιδείας. Αναζητώ λοιπόν ένα προσωπικό σημείο ταύτισης. Αν το βρω, προχωρώ, επειδή μπορώ να το μεταδώσω και στα άλλα μέλη της ομάδας.

Αυτό το προσωπικό στοιχείο πόσο ισχυρό μπορεί να είναι; Μέχρι ποιο σημείο ο σκηνοθέτης έχει τη δυνατότητα να επεμβαίνει σε ένα έργο;
Η τέχνη είναι συνυφασμένη με την ελευθερία. Δεν πρέπει να υπάρχει λογοκρισία. Δεν γίνεται να απαγορεύουμε σε κάποιον να ασχοληθεί με ένα είδος ή να προαποφασίζουμε πώς θα το διαχειριστεί. Αν η συνταγή ήταν δεδομένη, τότε τα κλασικά κείμενα θα ανέβαιναν μία φορά, γιατί αυτός θα ήταν ο σωστός και ενδεδειγμένος τρόπος, και δεν θα ξαναπαίζονταν ποτέ ξανά. Προφανώς ο καθένας έχει τη δυνατότητα να δοκιμαστεί και να αλληλεπιδράσει με το υλικό. Οι όποιες επεμβάσεις εντάσσονται στη διακριτική ευχέρεια του σκηνοθέτη που διαλέγει ένα έργο γιατί κάτι έχει εντοπίσει σε αυτό που τον ενδιαφέρει και προφανώς δεν έχει σχέση μόνο με τον εντυπωσιασμό.

Στα αρχαία κείμενα πόσο μπορεί να παρεμβαίνει κανείς;
Νομίζω πως πάντα παρακολουθούμε το έργο του εκάστοτε τραγικού ποιητή, μέσα όμως από ένα υποκειμενικό πρίσμα. Το αν αυτό μας αρέσει ή όχι, είναι άλλο ζήτημα. Το κείμενο, η ιστορία, δεν αλλοιώνεται. Αναφορικά με τις περιπτώσεις του πειραματισμού, εγώ θα θεωρούσα πιο έντιμο να δηλώσει κάποιος ότι κάνει μια παράσταση με αφορμή ένα συγκεκριμένο έργο. Εγώ με αφετηρία ένα κείμενο εντοπίζω ένα θέμα που με ενδιαφέρει, ένα μοτίβο που μου αρέσει, και φτιάχνω ουσιαστικά το δικό μου έργο.

Ζούμε στην εποχή της εικόνας, στην οποία η σκηνοθεσία έχει την τάση να εντυπωσιάζει. Από την άλλη υπάρχουν και εκείνοι που ενστερνίζονται την άποψη του Βολανάκη ότι «η σκηνοθεσία είναι αυτό που δεν φαίνεται». Εσείς τι πιστεύετε;
Με αγγίζει περισσότερο η δεύτερη άποψη. Το να εντυπωσιάσεις με ωραίες εικόνες δεν είναι και τόσο δύσκολο, μολονότι και αυτό απαιτεί μια τέχνη την οποία πρέπει να κατέχεις. Ωστόσο το θέμα είναι να αφουγκραστείς το ίδιο το έργο. Και δεν αναφέρομαι σε κειμενολαγνεία, προς Θεού, γιατί, όταν χρειαστεί, θα κόψεις σε ένα κείμενο, θα κάνεις αλλαγές, αλλά πάντα σεβόμενος αυτό που θέλει να εκφράσει ο συγγραφέας. Το κείμενο είναι πάνω από όλα.

meleme5-texnes-plus.jpg

Θα μπορούσατε να περιγράψετε τη διαδικασία που ακολουθείτε όταν σκηνοθετείτε;
Αφού επιλεγούν οι συντελεστές, ξεκινάμε την ανάγνωση του κειμένου. Μελετάμε την εποχή στην οποία γράφτηκε και προσπαθούμε να αντλήσουμε στοιχεία από διάφορες τέχνες, από τη ζωγραφική, τη μουσική, την ποίηση, ώστε να κατανοήσουμε το ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο. Στη συνέχεια η έρευνά μας επεκτείνεται. Ο κάθε ηθοποιός, κατά μόνας και σε συνεργασία με τους υπόλοιπους, κινείται λίγο πιο ελεύθερα. Επιχειρεί να εντρυφήσει κάπως στην εποχή και να βρει στοιχεία –σε έναν πίνακα ζωγραφικής, σε ένα βλέμμα σε μια φωτογραφία, στο στίχο ενός ποιήματος– που θα τον εμπνεύσουν σε σχέση με το ρόλο του. Κατόπιν εστιάζουμε στο κείμενο. Περνάμε από τη θεωρητική ανάλυση στην ενεργητική ανάγνωση, ώστε να ανακαλύψουμε τι συμβαίνει σε κάθε σκηνή, τι παιχνίδι παίζεται ανάμεσα στους ήρωες, να οριοθετήσουμε τους ρόλους. Μετά σηκωνόμαστε, αυτοσχεδιάζουμε πάνω στις σκηνές, ακόμα και σε αυτές που δεν αναφέρονται στο κείμενο, και σιγά σιγά, με πολλή ελευθερία από τη δική μου πλευρά προς τους ηθοποιούς, αρχίζουμε να σκιτσάρουμε τις σκηνές του έργου. Είμαι της άποψης ότι από το τίποτα δεν παίρνεις τίποτα και προτιμώ πάντα ο ηθοποιός να δίνει περισσότερα ώστε να μπορέσουμε μετά να επιλέξουμε, να συναποφασίσουμε τι μας χρειάζεται για το χτίσιμο του ρόλου και κατ’ επέκταση της παράστασης.

Είναι γενναιόδωροι οι Έλληνες ηθοποιοί;
Νομίζω πως, αν αισθανθούν ασφάλεια και εμπιστοσύνη, είναι πολύ γενναιόδωροι. Επίσης είναι πολύ έξυπνοι, διαθέσιμοι και έχουν φαντασία.

Δεν είστε από τους σκηνοθέτες που έχουν τη δική τους ομάδα. Πειραματίζεστε, συνεργάζεστε. Αυτό τι ελευθερίες σάς δίνει και τι σας στερεί από τη δυναμική μιας ομάδας;
Είμαι πολύ υπέρ της ομάδας. Πιστεύω πως, όταν βρεις έναν κοινό κώδικα επικοινωνίας με κάποιους ανθρώπους, μπορείς να προχωρήσεις σε βάθος. Γνωρίζεις τις αδυναμίες και τα προτερήματά τους –κάτι που ισχύει και για το άτομό μου–, οπότε σίγουρα κερδίζεις χρόνο. Από την άλλη δεν σου κρύβω ότι ενδέχεται να με γοητεύσει κάποιο πρόσωπο που δεν γνωρίζω και να θελήσω να το προσεγγίσω, κάτι που δεν είναι πάντα εύκολο, γιατί κατά την προετοιμασία μιας παράστασης τα χρονικά περιθώρια είναι περιορισμένα. Προσπαθώ λοιπόν, όσο αυτό είναι εφικτό, να δώσω χρόνο και χώρο στον εκάστοτε καινούργιο συνεργάτη. Μέχρι τώρα αυτό δεν μου έχει βγει σε κακό, δηλαδή έχω πάρει πάρα πολλά πράγματα από πολύ έμπειρους ηθοποιούς οι οποίοι φάνηκαν εξαιρετικά γενναιόδωροι, κάτι που πιθανόν αρκετοί θα θεωρούσαν αδιανόητο. Είναι τρομερό κάποιος που έχει δουλέψει πενήντα χρόνια, που έχει μια σπουδαία καριέρα, που είναι πρωταγωνιστής, να είναι ανοιχτός, διαθέσιμος, πρόθυμος να ακούει τα πάντα, να σημειώνει τα πάντα, να δοκιμάζει τα πάντα.

Παράλληλα έχετε σκηνοθετήσει και στο Θέατρο Δημήτρης Χορν την παράσταση «Από τη σιωπή ως την άνοιξη», ένα ελληνικό έργο του Λεωνίδα Προυσαλίδη. Πώς έφτασε στα χέρια σας;
Είναι ένα εξαιρετικό έργο, που έχει γραφτεί αρκετά χρόνια πριν. Το είχε ο Λεωνίδας Προυσαλίδης στο συρτάρι του και το είχε προτείνει στον Γιάννη Φέρτη το 2012, τότε που κάναμε τον «Πατέρα». Ο Γιάννης το αγάπησε από την πρώτη στιγμή, όμως εξαιτίας κάποιων συγκυριών το εγχείρημα δεν υλοποιήθηκε. Ο Λεωνίδας από τη μεριά του δεν επιθυμούσε να απευθυνθεί σε άλλον ηθοποιό, ήθελε τον Γιάννη με έναν εξίσου δυνατό συμπρωταγωνιστή. Ήρθαν λοιπόν έτσι τα πράγματα που καταφέραμε να το ανεβάσουμε, και μάλιστα σε ένα κεντρικό θέατρο. Αυτό το τονίζω, γιατί είναι προς τιμήν της παραγωγής που αποφάσισε να ρισκάρει με ένα άπαιχτο νεοελληνικό κείμενο σε ένα κεντρικό θέατρο με κορυφαίους πρωταγωνιστές: τον Νικήτα Τσακίρογλου, τον Γιάννη Φέρτη και την Κατερίνα Λέχου.

Πώς ήταν η συνεργασία με τον Γιάννη Φέρτη και τον Νικήτα Τσακίρογλου;
Ο Λεωνίδας στην αρχή του έργου, όταν μιλά για τα δύο αδέλφια, αναφέρει: «Είναι δύο αδέλφια, κομψοί, μεγαλοαστοί, που αγαπούν το θέατρο, οι οποίοι έχουν στο βλέμμα μια άγρια εφηβική ορμή». Νομίζω πως αυτό το διαπιστώσαμε και στη διαδικασία της πρόβας. Ο ένας συμπλήρωνε τον άλλον διαρκώς, όπως συμβαίνει στο έργο. Πλησίασαν πάρα πολύ στον κόσμο του έργου, επένδυσαν πολύ στο υλικό, γι’ αυτό η συνεργασία και η χημεία τους ήταν μαγική. Ήταν πραγματικά σαν παιδιά, δοκίμαζαν τα πάντα, οτιδήποτε τους πρότεινα. Ήταν μια πάρα πολύ ωραία, δημιουργική διαδικασία, κάτι που αποτυπώνεται και στη σκηνή. Έχουν τόση ενέργεια, αν και η παράσταση είναι κουραστική. Βρίσκονται και οι δύο πολλή ώρα στη σκηνή, συμμετέχουν σε ένα ανελέητο πινγκ πονγκ, κατά το οποίο οι ατάκες εναλλάσσονται διαρκώς.

meleme1-texnes-plus.jpg

Πιστεύετε πως ηθοποιοί με τέτοια εμπειρία είναι «διαφορετικοί»;
Όσοι είναι πολλά χρόνια στο χώρο δεν έχουν την ανάγκη να αποδείξουν τίποτα, να απολογηθούν σε κανέναν. Επιπλέον χαρακτηρίζονται από μια περίεργη μορφή ελευθερίας. Οι νεότεροι έχουν την αγωνία να αποδείξουν ότι είναι καλοί, ότι αξίζουν να είναι σε αυτή τη δουλειά, ότι έχουν κάτι ενδιαφέρον να πουν.

Αναφορικά με τα δύο θέατρα με τα οποία συνεργάζεστε, το Χορν και το Εθνικό, έχει κανείς την αίσθηση πως, αν και είναι τόσο κοντά, ανήκουν σε δύο διαφορετικούς κόσμους. Εσείς πώς το βιώνετε αυτό;
Η κατάσταση πλησίον του Εθνικού Θεάτρου έχει υπάρξει και πολύ χειρότερη. Πολλοί όμως θεωρούν την περιοχή γύρω από την Ομόνοια… άλλον πλανήτη. Για μένα που κυκλοφορώ κάθε μέρα στο κέντρο εδώ και πολλά χρόνια δεν είναι κάτι τόσο εξωπραγματικό. Σίγουρα η εικόνα της περιοχής προκαλεί θλίψη, ωστόσο αυτό που κυρίως με στενοχωρεί είναι το γεγονός ότι έχουμε εγκαταλείψει την πόλη, ότι δεν προσπαθούμε να αναδείξουμε τις ομορφιές της, γιατί το εμπορικό κέντρο έχει πολλές ομορφιές που έχουν αφεθεί στη μοίρα τους. Υπάρχουν πολλά ενδιαφέροντα κτίρια, πολλές γραφικές γωνιές που αξίζει να προβληθούν. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η εγκατάσταση του Ζάφου Ξαγοράρη με τίτλο «Η Παράσταση» σε ένα χώρο στάθμευσης πίσω από το ερειπωμένο Θέατρο Αθήναιον, σε μια γειτονιά μουντή και γκρίζα. Είναι δηλαδή και στο χέρι μας να μην αποστασιοποιηθούμε από την πόλη μας. Να κυκλοφορούμε στο κέντρο της Αθήνας, να γεμίσει ζωή, να μην ερημώνει μετά τις πέντε το απόγευμα που κλείνουν τα γραφεία. Ήδη έχουν γίνει κάποιες προσπάθειες και στο Σύνταγμα, με τα μπαρ και τα εστιατόρια που έχουν ανοίξει. Ο κόσμος αρχίζει και ξανακατεβαίνει στο κέντρο και αυτό είναι όμορφο, γιατί η Αθήνα είναι όμορφη και οφείλουμε να την υπερασπιστούμε.

Στη σχολή πώς είναι τα πράγματα; Οι άνθρωποι συνεχίζουν να θέλουν να ασχοληθούν με το θέατρο παρά την κρίση;
Διδάσκω επτά χρόνια. Πριν από κάνα δυο χρόνια συζητούσα με ένα μαθητή μου για την κατάσταση που επικρατεί και τις δυσκολίες του επαγγέλματος. Ανέφερα λοιπόν ότι παλαιότερα καταλάβαινα κάποιον που ήθελε να γίνει ηθοποιός, γιατί υπήρχε η τηλεόραση, οι συνθήκες ήταν διαφορετικές, όμως τώρα τα πράγματα έχουν δυσκολέψει. Μου είπε το εξής: «Σε όλους τους εργασιακούς χώρους υπάρχει τεράστια κρίση. Γιατί να μην κάνω αυτό που αγαπώ;» Είναι απόλυτα σεβαστό. Όταν κάποιος τελειώνει το πανεπιστήμιο, κάνει ένα μεταπτυχιακό και είναι επίσης άνεργος, γιατί να μη στραφεί σε αυτό που αγαπά και λαχταρά η ψυχή του; Επιπλέον θα έχει την ηθική ικανοποίηση ότι κάνει αυτό που του αρέσει.

Στις σχολές υποκριτικής φοιτούν αυτοί που πραγματικά θέλουν να ασχοληθούν με το θέατρο;
Νομίζω πως όσο περνά ο καιρός και το τοπίο ξεκαθαρίζει και βλέπουμε τι συνθήκες επικρατούν ακόμα και σε μεγάλα σχήματα, σε μεγάλους χώρους, σε εμπορικές παραγωγές, συνειδητοποιούμε ότι η κατάσταση είναι πάρα πολύ άγρια. Απλήρωτοι ηθοποιοί, απλήρωτες πρόβες, ελάχιστα χρήματα, καμία ασφάλιση. Αυτό πλέον έχει αρχίσει και γίνεται γνωστό, οπότε δεν θα παραμυθιαστεί κανείς αναζητώντας κάτι άλλο. Τώρα τα αίτια που ωθούν κάποιον να ακολουθήσει τη συγκεκριμένη πορεία είναι πολύ προσωπικά. Αυτοί όμως που αληθινά το θέλουν και είναι φανερό ότι το λαχταρά η ψυχή τους θα καταφέρουν να βρουν το δρόμο τους.

Εκτός από την τέχνη τι άλλο σας γεμίζει;
Απλά πράγματα. Τα ταξίδια, μια όμορφη βόλτα, η κόρη μου.

Η κόρη σας παρακολουθεί τις παραστάσεις σας;
Βέβαια. Μάλιστα έχει και άποψη, μου κάνει κριτική. Κρατά σημειώσεις, κάνει εύστοχες παρατηρήσεις. Τα παιδιά είναι πολύ καλοί θεατές, ιδίως αν καταλάβουν την ιστορία, κάτι που είναι και ο βασικός στόχος μιας παράστασης. Μερικές φορές θυμώνω όταν πηγαίνω σε ένα θέατρο και δεν καταλαβαίνω – δεν θεωρώ πως είμαι ιδιοφυΐα και δεν διεκδικώ τέτοιο τίτλο, όμως μπορώ να αντιληφθώ πέντε πράγματα και έχω διαβάσει και άλλα πέντε. Όταν δεν καταλαβαίνω τι γίνεται στη σκηνή, δυσανασχετώ.

Τα παιδιά λοιπόν είναι τόσο καλοί θεατές που κάνουν εύστοχες ερωτήσεις;
Νομίζω πως τα παιδιά μπορούν να δεχτούν οποιονδήποτε κώδικα, αρκεί να τον κατανοήσουν. Το θεατή πρέπει να τον κάνεις συνένοχο και συμμέτοχο στην ιστορία, όχι να τον κρατήσεις σε απόσταση. Πρέπει να πεις την ιστορία, να τον εντάξεις σε αυτή. Αν συμβεί αυτό, μετά είναι έτοιμος να δεχτεί τα πάντα.

meleme7-texnes-plus.jpg

 

Η Λίλλυ Μελεμέ σκηνοθετεί την παράσταση «Από τη σιωπή ως την άνοιξη» στο Θέατρο Δημήτρης Χορν και από τις 22 Δεκεμβρίου τον «Εξηνταβελόνη» στη Νέα Σκηνή Νίκος Κούρκουλος του Εθνικού Θεάτρου.

Τη φωτογράφιση για το Τexnes-plus έκανε ο Κωσμάς Ινιωτάκης 

Το μακιγιάζ η Έλενα Λυμπερέα 

Σε μια κοινωνία στην οποία κανένας δεν είναι ελεύθερος, στην οποία η Αστυνομία της Σκέψης παρακολουθεί τα πάντα, στην οποία τα 20 γραμμάρια σοκολάτας δίνονται ως δώρο από το καθεστώς και ο σεξουαλικός οργασμός τιμωρείται ως έγκλημα, τα Δελτία Μίσους είναι συνεχώς παρόντα για να υπενθυμίζουν σε όποιον τολμά να φέρει αντίρρηση στον Μεγάλο Αδερφό ότι η τιμωρία παραμονεύει και είναι αδυσώπητη.

Σε μια κοινωνία στην οποία «Ο πόλεμος είναι ειρήνη και η άγνοια είναι δύναμη» η ψυχολογία της μάζας χειραγωγεί τα πλήθη και οι λέξεις χάνονται γιατί οι περιγραφές δεν έχουν σημασία, όπως και τα συναισθήματα. Ο έρωτας τιμωρείται.

Στο προφητικό μυθιστόρημα-σταθμό για την πολιτική σκέψη του 20ού αιώνα «1984» ο Τζωρτζ  Όργουελ περιγράφει μια κοινωνία τρόμου και αυτό που καθιστά το βιβλίο του μοναδικό, και όχι απλώς επίκαιρο, είναι το γεγονός ότι είναι μπροστά από την εποχή του. Δυστυχώς κουνάς το κεφάλι αναλογιζόμενος πού οδήγησαν τα καθεστώτα και οι πολιτικές ιδεολογίες τους λαούς, και το κυριότερο αναρωτιέσαι πόσο ελεύθερος είναι κανείς. Ή μάλλον «είναι όσο ελεύθερος νομίζει πως είναι;»

Η παράσταση βασίστηκε σε μια εμπνευσμένη διασκευή (Ρόμπερτ Άικι και Ντάνκαν Μακμίλαν), στο πλαίσιο της οποίας παρουσιάζεται η ιστορία υπό το πρίσμα του Ουίνστον/ Όργουελ εν είδει εγκεφαλογραφήματος. Ο ήρωας είναι αντιμέτωπος με τα παιδικά του βιώματα, με το παρόν που αδυνατεί να συλλάβει μέσα σε μια κοινωνία που υποτάσσεται στο καθεστώς του Μεγάλου Αδερφού και με ένα καλύτερο μέλλον που ονειρεύεται.

Η Κατερίνα Ευαγγελάτου σκηνοθετεί μια αριστουργηματική παράσταση. Καταφέρνει να συγχρονίσει κάθε σκηνή με τις ανάσες του κοινού. Συγκλονιστική ατμόσφαιρα θρίλερ (που ενισχύει η μουσική του Γιώργου Πούλιου), κινηματογραφικές εικόνες, εντυπωσιακά γρήγορες εναλλαγές και άρτια αξιοποίηση των τεχνικών μέσων. Σπάνια συναντά κανείς τέτοιο μοναδικό συγκερασμό πλάνων οθόνης και σκηνών.

Τολμά και φτάνει στα άκρα το εγχείρημά της και σοκάρει με τις σκηνές βασανισμού. Σκηνές ιδιαίτερα σκληρές, που δεν βλέπουμε εύκολα και που ομολογώ ότι με δυσκόλεψαν.

Αρωγοί της στη συγκεκριμένη προσπάθεια τα καταπληκτικά σκηνικά της Εύας Μανιδάκη (φωτισμένα εκπληκτικά από τον Νίκο Βλασόπουλο), που ήταν αποκάλυψη και χάρισαν στην παράσταση, κατά την άποψή μου, την πιο δυνατή στιγμή της, τη στιγμή της εισβολής των αστυνομικών στο παλαιοπωλείο.

Το «1984» ευτύχησε στη διανομή. Με τον Αργύρη Πανταζάρα να προσθέτει στο ενεργητικό του μια ακόμα σπουδαία ερμηνεία που θα θυμόμαστε. Ουσιαστικά παρών στη σκηνή κάθε λεπτό, δομεί έναν ολοκληρωμένο χαρακτήρα και διανθίζει την ερμηνεία του με λεπτομέρειες που λατρεύεις να προσέχεις… Πώς τα δάχτυλά του σφίγγουν το πλαστικό κουτάλι από αγωνία ή ζαρώνουν από φόβο τις πιτζάμες.

Ο Νίκος Κουρής στο ρόλο του βασανιστή, ανακριτή, ψυχιάτρου επιβεβαιώνει με την αρτιότητα της ερμηνείας του για μια ακόμα φορά πόσο σπουδαίος ηθοποιός είναι.

Η Λένα Δροσάκη ως Τζούλια επιτυγχάνει να παίξει με το μυαλό του ήρωα και του θεατή. Τροφοδοτεί την ηρωίδα με μυστήριο και αποτελεί μια άκρως ενδιαφέρουσα σκηνική φιγούρα.

Δίπλα τους, πολύ καλοί επίσης, ο Σωτήρης Τσακομίδης, ο Νίκος Πυροκάκος, η Σεραφίτα Γρηγοριάδου, ο Ερρίκος Μηλιάρης και ο Αγησίλαος Μικελάτος.

Συνολικά πρόκειται για μια παράσταση γροθιά στο στομάχι, υψηλής αισθητικής, δουλεμένη στην παραμικρή λεπτομέρεια από όλους τους συντελεστές. Μια παράσταση τροφή για σκέψη και προβληματισμό.

 

 

 «Να ’χεις πάντα αισιοδοξία για όλα και να γελάμε! Αυτό μας έμεινε…» Με αυτή τη φράση η Μαρινέλλα αποτύπωσε ουσιαστικά μια στάση ζωής απέναντι στα πράγματα. Ο συμπρωταγωνιστής της Τάκης Ζαχαράτος, υιοθετώντας την ίδια φιλοσοφία, δήλωσε: «Όλο αυτό που κάνω είναι μια αντίδραση στη σκοτεινιά και σε αυτή την εκδρομή παίρνω μαζί μου τον κόσμο». Νωρίτερα ο σκηνοθέτης τους, ο Σταμάτης Φασουλής, είπε: «Οι καιροί το απαιτούν στις δύσκολες συγκυρίες οι άνθρωποι να είναι μαζί. Οι γιορτές είναι μια ευκαιρία για να ανασάνουμε». 

Παράλληλα όλοι οι συντελεστές εξέφρασαν την ευτυχία τους για τη συγκεκριμένη συνεργασία.Στη σκηνή του Παλλάς, στην παράσταση με τίτλο «Μαρινέλλα-Ζαχαράτος στον καθρέφτη του Παλλάς», θα απολαύσουμε πάνω από 60 χαρακτήρες, τους 40 εκ των οποίων θα ερμηνεύσει ο Τάκης, όπως επισήμανε με παιγνιώδη διάθεση η Μαρινέλλα.

Μεταξύ άλλων δήλωσε, όπως θα δείτε στα πλάνα που ακολουθούν:

 

Ο Γιάννης Χριστοδουλόπουλος αναφέρθηκε στο προσωπικό του στοίχημα, που δεν είναι άλλο από το να μεταφέρει το τεράστιο ρεπερτόριο της κυρίας Μαρινέλλας στο σήμερα. Όσο για τον Σταμάτη Φασουλή, αποκάλυψε ότι για πρώτη φορά θα ακούσουμε τη σπουδαία καλλιτέχνιδα σε τραγούδια της Βιτάλη, καθώς και άλλων ερμηνευτών.

Στο φινάλε της παράστασης ο Τάκης Ζαχαράτος θα τη συνοδεύει στα ντουέτα που άφησαν ιστορία στο ελληνικό τραγούδι. Τα κείμενα της παράστασης είναι του Γιάννη Ξανθούλη, τα σκηνικά του Μανόλη Παντελιδάκη και τα κοστούμια της Ντένης Βαχλιώτη.

Τις χορογραφίες υπογράφει ο Δημήτρης Παπάζογλου και υπόσχεται να προστατεύσει την παράσταση μέσα σε μια εποχή που κυριαρχεί τόσο φτηνό θέαμα. Τη Μαρινέλλα και τον Ζαχαράτο πλαισιώνουν 12 νέα ταλαντούχα παιδιά που χορεύουν και τραγουδούν, και ζωντανή ορχήστρα.

Ραντεβού λοιπόν την παραμονή της Πρωτοχρονιάς!

 «ΜΑΡΙΝΕΛΛΑ-ΖΑΧΑΡΑΤΟΣ

ΣΤΟΝ ΚΑΘΡΕΦΤΗ ΤΟΥ ΠΑΛΛΑΣ»

 Έναρξη: παραμονή Πρωτοχρονιάς, 31 Δεκεμβρίου

 

 

 

 

Το σκηνικό στα Αναφιώτικα της Πλάκας, κάτω από τη σκιά της Ακρόπολης, έχει κάτι από ελληνική ταινία. Η Κίττυ είναι πανέτοιμη να στηθεί μπροστά στο φακό. Απολαμβάνει κάθε πόζα, λες και πρόκειται για ένα μικρό μονόπρακτο. Το χαμόγελό της και ο ήχος που το συνοδεύει είναι αδιαμφισβήτητα στοιχεία της γοητείας της.

 

Από το ξεκίνημα της καριέρας της η Κίττυ Παϊταζόγλου έκλεψε τις εντυπώσεις. Υποψήφια για Βραβείο «Μελίνα Μερκούρη» και θέλγητρο για πολλούς σκηνοθέτες –και όχι άδικα–, φέτος ανήκει στο δυναμικό του Θεάτρου Πόρτα και ενθουσιάζει στη «Δίκη του Κ.», ενώ παράλληλα κάνει εντατικές πρόβες για τη «Μύτη».

 

Τα πυκνά κυματιστά μαλλιά της Κίττυς λούζονται στο φως που ξεγλιστρά από τον αττικό ουρανό στα στενά σοκάκια κάτω από τον Ιερό Βράχο και ο λόγος της ξεχειλίζει ενθουσιασμό καθώς αναφέρεται στις νέες της συνεργασίες. Κάνει μια μικρή παύση μόνο για μερικές γουλιές ζεστής σοκολάτας.

 

 

kitty-texnes-plus6.jpg

Η «Δίκη του Κ.»

Η ιστορία είναι απλή. Ένα κανονικό πρωινό, τη μέρα των 30ών γενεθλίων του, ο Γιόζεφ Κ., ένας αξιοπρεπής πολίτης, ανώτερος τραπεζικός υπάλληλος, συλλαμβάνεται. Μια ανώτερη, ακαθόριστη αρχή τον ενημερώνει ότι θα δικαστεί για μια κατηγορία που όμως ποτέ δεν του απαγγέλλεται και ούτε ο ίδιος μπορεί να προσδιορίσει. Εν τω μεταξύ έχει τη δυνατότητα να συνεχίσει να ζει κανονικά τη ζωή του και να πηγαίνει στη δουλειά του. Ψάχνοντας να βρει τι έχει συμβεί, ο Κ. βυθίζεται όλο και περισσότερο στα άδυτα του Συστήματος, αλλά και του εαυτού του, μέχρι την τελική, μοιραία καταδίκη του. Με ζόφο και πολύ χιούμορ.

 

Συνεργασία και πάλι με τον Θωμά Μοσχόπουλο

Γνώριμα και συνάμα διαφορετικά. Σαν να ξαναγνωρίζεις έναν άνθρωπο από μια άλλη του πλευρά. Μου έκανε πολύ θετική εντύπωση ότι ο τρόπος που δουλέψαμε αυτή τη φορά στη «Δίκη» ήταν αρκετά διαφορετικός από ό,τι στο «Λίλιομ». Και το λέω προς τιμήν του Θωμά, γιατί δεν αντιμετωπίζει κάθε κείμενο με την ίδια συνταγή. Έψαξε και ο ίδιος μαζί μας (και με τη Σοφία Πάσχου, που επιμελήθηκε την κίνηση) διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους μπορούμε να αφηγηθούμε τη συγκεκριμένη ιστορία.

 

kitty-texnes-plus7.jpg

Η λογοτεχνία στη σκηνή κερδίζει έδαφος σε σχέση με τα θεατρικά έργα

Ίσως έχουμε περισσότερο ανάγκη πια την αφήγηση ιστοριών από ό,τι τα δράματα μεμονωμένων ανθρώπων. Ούτως ή άλλως η αφήγηση ως είδος επιτρέπει μεγαλύτερη ελευθερία, σου δίνει τη δυνατότητα να μπαινοβγαίνεις στην ιστορία, να την καθορίζεις ή να την αφήνεις να σε επηρεάζει. Αν και πιστεύω πως οτιδήποτε προέρχεται από μια ανάγκη του δημιουργού, είτε είναι λογοτεχνία είτε devised, κλασικό έργο ή συνταγή μαγειρικής, αξίζει να αποτελεί τόλμημα για τη θεατρική σκηνή.

 

Δικηγόρος και ηθοποιός, δύο ιδιότητες που αλληλοσυμπληρώθηκαν σε αυτή την παράσταση

Η έρευνα είναι πάντα με την ιδιότητα του ηθοποιού. Πρακτικά τι θα με βοηθήσει, όχι εγκεφαλικά. Τώρα το background μου της νομικής απλώς ενίσχυε το πόσο γελούσα ή φρίκαρα όταν κάνοντας πρόβες για τη «Δίκη» συνειδητοποιούσα, π.χ., τις βασικές αρχές δικονομίας που καταπατούνταν σε μια ποινική δίκη, σε μια χώρα με υποτιθέμενο συνταγματικό πολίτευμα. Σε αυτό τον υπέροχο μονόλογο του Συνηγόρου (που υποδύεται ο Σωκράτης Πατσίκας) περνά όλο το χάος. Λέγονται πράγματα όπως: «Η ενοχή λαμβάνεται ως δεδομένη μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου». «Η διαδικασία δεν είναι δημόσια». «Ο φάκελος και το κατηγορητήριο είναι απρόσιτα στον κατηγορούμενο». «Η πρώτη απολογία σπανίως διαβάζεται». «Ο Νόμος δεν αναγνωρίζει την Υπεράσπιση, απλώς την ανέχεται». «Δεν υπάρχει δεδικασμένο». «Το σπουδαιότερο είναι οι αξιοπρεπείς προσωπικές σχέσεις με ανώτερους υπαλλήλους του Δικαστηρίου»…

 

«Κάποιος θα πρέπει να είχε συκοφαντήσει τον Γιόζεφ Κ., καθώς, χωρίς να έχει κάνει τίποτε κακό, ένα ωραίο πρωί συνελήφθη»

Για μένα όλο το έργο είναι παραλλαγές του πώς άνθρωποι και Συστήματα συνυπάρχουν με ενοχή. Ενοχή που εμείς οι άνθρωποι δεν ξέρουμε ποια στιγμή ακριβώς γεννήθηκε ή πού θα οδηγήσει. Μια αίσθηση ότι πήραμε τη ζωή μας λάθος. Και μας φταίνε όλα, ο μπαμπάς, η μαμά, η Ευρώπη, ο εαυτός μας. Και από τη μεριά τους τα Συστήματα αισθάνονται ήδη ένοχα και μεταφέρουν ξανά την ενοχή τους στα άτομα. Φαύλος κύκλος. Η «Δίκη» μου θυμίζει λίγο την «Πόλη» του Καβάφη. Τη «Δίκη» σου πάντα μαζί σου θα την κουβαλάς.

 

kitty-texnes-plus11.jpg

Η «Μύτη» του Γκόγκολ, στην εκδοχή των Patari Project και σε σκηνοθεσία Σοφίας Πάσχου

Η Σοφία. Έχει κάτι πολύ ουσιαστικό και νοσταλγικό η συνεργασία μαζί της. Η δουλειά σε αυτή την ομάδα. Σαν να μας ταξιδεύει πίσω πολλά χρόνια, να μας ζητά να εφεύρουμε ξανά την παιδική μας ηλικία, να μιλήσουμε για τις μνήμες και τις εμμονές μας. Πάντα με γνώμονα την ιστορία – στην προκειμένη περίπτωση τη «Μύτη» του Γκόγκολ. Ένα κείμενο παράλογο, με βάση το οποίο ένας άνθρωπος μια μέρα χάνει τη μύτη του και αυτή, σαν αυθύπαρκτο ον, περιφέρεται στους δρόμους της Αγίας Πετρούπολης. Πώς όμως θα συμβεί το παράλογο αν εμείς πρώτα δεν αιφνιδιαστούμε; Aν με έμαθε κάτι βασικό η Σοφία, είναι να αφήνομαι στο τυχαίο που ως άνθρωπος το φοβάμαι πολύ. Όχι απλώς να αφήνομαι, να το αγαπώ, να το επιδιώκω κιόλας. Σου λέει, όταν το τυχαίο γίνει συντονισμένα από όλους, είναι σωστό. Και μαγικό.

 

kitty-texnes-plus8.jpg

Ηθοποιός στην Ευρώπη vs ηθοποιός στην Ελλάδα

Έχοντας δουλέψει έξω, διαπιστώνω ότι υστερούμε πολύ στην κρατική βοήθεια. Δεν γίνεται να μην υπάρχει στήριξη του πολιτισμού. Και δεν εννοώ ότι στην Αγγλία, στη Γερμανία και στη Γαλλία δεν υπάρχει κρίση στην τέχνη. Φυσικά και υπάρχει πια. Όμως στην Ελλάδα σε ελάχιστους οργανισμούς μπορείς να εξασφαλίσεις στοιχειωδώς αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας. Τα περισσότερα πράγματα γίνονται μόνο από ενθουσιασμό, λαχτάρα και με πολύ προσωπικό κόστος. Ναι, φυσικά είναι ωραίο και υγιές, αλλά δεν ξέρω για πόσο ακόμη μπορούμε να κάνουμε αυτό χωρίς να έχουμε τη δυνατότητα να βιοποριζόμαστε από αυτό. Ωστόσο θεωρώ ότι το ελληνικό θέατρο, όπως και το σινεμά, έχει αρχίσει να αποκτά μια δική του ταυτότητα, τόσο εντός όσο και, σιγά σιγά, εκτός Ελλάδας. Και αυτό είναι πολύ αισιόδοξο.

 

kitty-texnes-plus9.jpg

Βραβείο «Μελίνα Μερκούρη»

Χάρηκα πολύ για την υποψηφιότητα, θα ήταν μεγάλο ψέμα να πω το αντίθετο. Απλά το θέμα μου με τα βραβεία γενικά (και αυτό μπορεί να είναι δικός μου δαίμονας) είναι ότι μου θυμίζουν σχολικές επιδόσεις, από τις οποίες έχω με κόπο απαλλαγεί. Δεν έχουν καμία σχέση με την ουσία της δουλειάς μας, που παίζουμε με τον ευάλωτο εαυτό μας, τις αδυναμίες και τα σκοτάδια μας.

 

kitty-texnes-plus10.jpg

Έγινα ηθοποιός γιατί…

Κάποια πράγματα από τύχη ή από ανάγκη με οδήγησαν εκεί. Και μου αρέσει που δεν ξέρω τη δοσολογία στην απόφαση, αλλά παθιάζομαι ακόμη πολύ.

 

Μου δίνει χαρά…

Η δουλειά μου. Οι δικοί μου άνθρωποι. Και μικρές εξορμήσεις στη θάλασσα. Την έχω πολύ ανάγκη, έστω και μόνο να τη βλέπω. Μου δίνει ηρεμία, σταθερότητα και έναν ορίζοντα.

 

kitty-texnes-plus12.jpg

Η Κίττυ Παϊταζόγλου πρωταγωνιστεί στη «Δίκη του Κ.» σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου στο Θέατρο Πόρτα.

 

Από 30 Ιανουαρίου θα τη δούμε στη «Μύτη» Η εκδοχή των Patari Project της κλασικής νουβέλας του Νικολάι Γκόγκολ, σε σκηνοθεσία Σοφίας Πάσχου.

kitty-texnes-plus2.jpg

Την φωτογράφιση για το Texnes-plus έκανε ο Κοσμάς Ινιωτάκης 

«Να ζεις και να ’χει νόημα». 

Πολλά ελληνικά έργα γράφονται, λιγότερα ανεβαίνουν στις αθηναϊκές σκηνές και ακόμα λιγότερα μας ενθουσιάζουν. Στο Θέατρο Δημήτρης Χορν έχει κανείς τη δυνατότητα να παρακολουθήσει το έργο του Λεωνίδα Προυσαλίδη «Από τη σιωπή ως την άνοιξη» σε ένα σπουδαίο, κατά την άποψή μου, ανέβασμα από τη Λίλλυ Μελεμέ

Πρόκειται για ένα κείμενο ψυχογράφημα των ανθρώπινων σχέσεων, βαθιά συγκινητικό και αποκαλυπτικό. Με έντονες εναλλαγές και ενδιαφέρουσες κορυφώσεις. Ο Προυσαλίδης δεν αφήνει τίποτα στην τύχη. Ακόμα και οι ήρωές του έχουν ονόματα αρχαίων προσώπων: Ηλέκτρα, Ορέστης, Ελένη. Υπάρχουν επίσης η Ύβρις, η Νέμεσις, η Τίσις. Παράλληλα και οι τρεις πρωταγωνιστές αναζητούν την κάθαρση. 

Δύο δίδυμα αδέρφια περνούν όλη τους τη ζωή στο νεοκλασικό τους απολαμβάνοντας το θέατρο: «Είδαμε το Βυσσινόκηπο με τη Λαμπέτη, όχι με χασικλήδες. Τι ποιότητα σιωπής η Λαμπέτη!» Κάποια στιγμή νοικιάζουν το κάτω διαμέρισμα σε μια νέα γυναίκα. Η γνωριμία τους μαζί της είναι καθοριστική και διαταράσσει τις ισορροπίες.

Σκηνοθετικά προοικονομείται κατά κάποιο τρόπο η δράση και, μόλις εμφανίζεται η Κατερίνα Λέχου, η σκηνή πλημμυρίζει με φως και μουσική. 

Η Λίλλυ Μελεμέ αντιμετωπίζει το έργο σαν μια ωδή στο ρεαλισμό δίνοντας χώρο στους εξαιρετικούς ηθοποιούς της. Συνάμα ανοίγει πόρτες στον κόσμο του ονείρου, της φαντασίας και του ασυνείδητου, επιτρέποντας περισσότερες αναγνώσεις του κειμένου και αναδεικνύοντας την πολυδιαστατικότητά του. 

Κλείνει το μάτι στο θεατή βάζοντάς τον πολλές φορές στο σαλόνι των δύο ηρώων. Μάλιστα χαρακτηριστικό είναι το σχόλιο με την Έλλη Λαμπέτη και το φωτισμένο πορτρέτο της ηθοποιού. 

Ο Νικήτας Τσακίρογλου και ο Γιάννης Φέρτης αποδεικνύονται ένα ιδανικό θεατρικό ζευγάρι. Πείθουν απόλυτα τόσο για τη μεταξύ τους σχέση όσο και για τις ξεχωριστές ποιότητες των χαρακτήρων που ερμηνεύουν. 

Άλλοτε σαν δύο τύποι από το Μάπετ Σόου και άλλοτε σαν δύο μικρά αγόρια που μοιάζουν να το έχουν σκάσει από την αυλή του νηπιαγωγείου, καταφέρνουν να αποτυπώσουν σκηνικά το «Γίναμε ίδιοι», όπως λένε. Οι λεπτές όμως αποχρώσεις αυτής της βαθιάς εσωτερικής ομοιότητας που πηγάζει από τα παιδικά βιώματα έχουν και μεγάλο ψυχαναλυτικό ενδιαφέρον. Ίδιοι ακόμα και ενδυματολογικά (κοστούμια: Γιώργος Πάτσας). Στην αρχή οι επιλογές είναι παρόμοιες –παπιγιόν με γραβάτα– και καταλήγουν ίδιες. 

Ο Νικήτας Τσακίρογλου έχει ένα εκπληκτικό ξέσπασμα όταν συνειδητοποιεί την απόρριψη και είναι σπαρακτικός όταν αναρωτιέται: «Από πού πηγάζει η σιγουριά σας για το μέλλον;» 

Η Κατερίνα Λέχου δείχνει να συγχρονίζεται μαζί τους και οι σκηνές των τριών είναι καλοκουδρισμένες. Αντίθετα στους μονολόγους της στον τηλεφωνικό θάλαμο φλερτάρει έντονα με την υπερβολή και τις περισσότερες φορές δίνει την εντύπωση ότι δεν υπάρχει κάποιος άλλος στη γραμμή. 

Η παράσταση αναδεικνύεται μοναδικά και από τα σκηνικά του Γιώργου Πάτσα, τους φωτισμούς της Μελίνας Μάσχα και τη μουσική του Σταύρου Γασπαράτου. Όλα προσδίδουν μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα στο σαλόνι του σπιτιού όπου εκτυλίσσεται η δράση. 

Ευφάνταστος συμβολισμός τα σκηνικά που περιστρέφονται σταδιακά μέχρι το φινάλε, μέχρι να μείνουν άδεια. Γκρι υγροί τοίχοι, όμοιοι με το τέλος του θανάτου, σαν το σπίτι στη «Σονάτα του Σεληνόφωτος», και ένας γάτος που δεν έρχεται ποτέ… 

Η απογοήτευση του έρωτα και η φθορά του χρόνου αποδομούν τα πάντα. Αναμνήσεις, κάδρα, παραστάσεις, μια ολόκληρη ζωή χάνεται. Τώρα μόνο η γλυκιά γεύση της καρυδόπιτας της μαμάς με την πολλή άχνη και το μπόλικο σιρόπι τούς έχει μείνει και έπειτα από χίλιες παραστάσεις έχει φτάσει η ώρα να παίξουν οι ίδιοι στο σαλόνι τους σπιτιού τους τη μεγαλύτερη τραγωδία. 

 

 

 

Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου.

Οδοντόβουρτσα, οδοντόκρεμα (για να αισθανθώ φρέσκος) και άνετα ρούχα για ζέσταμα πριν από την παράσταση.

kamarini-texnesplus2.jpeg

Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ. α) Ως χώρο β) Με ποιους συναδέλφους.

Από άποψη χώρου, τα πάνω καμαρίνια στο Θέατρο Τέχνης της οδού Φρυνίχου. Είναι «φιλόξενα» και, αν τύχει να κάνει κάποιος παιδικό, τα πρωινά έχουν υπέροχο φως. Σε ό,τι αφορά τους συναδέλφους, θα επιμείνω στα καμαρίνια της οδού Φρυνίχου, γιατί φέτος έχω την τύχη να είμαι στο ίδιο καμαρίνι με τον Γιάννη Σαρακατσάνη. Μου αρέσουν πολύ οι κουβέντες που κάνουμε τα πρωινά.

 

 Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου.

Το καμαρίνι του Βασίλη Χαραλαμπόπουλου στην παράσταση «Αχ αυτά τα φαντάσματα». Το είχε περιποιημένο, είχε φέρει μέχρι και εσπρεσιέρα από το σπίτι του. Ήταν ένας όμορφος χώρος ανάπαυσης, άνεσης και συγκέντρωσης.

 

 Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι.

Στα καμαρίνια του Μικρού Παλλάς μαζί με τους Βαγγέλη Χατζηνικολάου και Αντώνη Φραγκάκη. Κάναμε διαλογισμό ανάμεσα από τις παραστάσεις.

kamarini-tenxes-plus.jpeg

Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου.

Κλείνω τα φώτα και τσεκάρω αν έχω πάρει μαζί μου ό,τι χρειάζομαι για την παράσταση. 

 

Ο Κίμων Φιορέτος πρωταγωνιστεί στις "72 ώρες" στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης που συνεχίζεται για δεύτερη χρονιά με μεγάλη επιτυχία και στην παιδική παράσταση "Ο Σέρλοκ Χόλμς και το γαλάζιο ρουμπίνι" στο Θέατρο Τέχνης.

 

 

«Οι Άγαμοι είναι κάτι τύποι που αρνούνται να μεγαλώσουν και κάνουν έναν υπέροχο χαβαλέ, υπέροχο όμως…» Με αυτά τα λόγια, με απλό, συνοπτικό και ουσιαστικό τρόπο, το new entry της παρέας, ο Σπύρος Παπαδόπουλος, από πέρυσι μέλος αλλά και τρελός φαν, περιέγραψε τη μεγάλη διαδρομή της καλλιτεχνικής ομάδας που έχει τη δική της ξεχωριστή ιστορία.

agamoi-texnes-plus6.jpg

 

agamoi-texnes-plus1.jpg

Φέτος οι Άγαμοι Θύται γιορτάζουν τα 25 τους χρόνια, μια Silver Anniversary, με μια ξεχωριστή performance στο PassPort Κεραμεικός. Όμως ο Δημήτρης Σταρόβας, ιδρυτικό μέλος του μουσικοθεατρικού θιάσου, μου αποκάλυψε μια… μεγάλη αλήθεια: «Είναι ένα μικρό ψεματάκι, είναι 27 τα χρόνια, 26,5 για την ακρίβεια, γιατί παίξαμε για πρώτη φορά πριν από το 1990. Παρ’ όλη την επιτυχία έχω παραμείνει απλός, δεν μπορώ να λέω ψέματα. Αυτό για τα 25 χρόνια είναι ένα τρικ που υιοθετούν οι καλλιτέχνες για να διατηρούν το μύθο τους ‘‘25 χρόνια Άγαμοι Θύται’’ κ.λπ., αλλά δεν μπορώ να μη σου πω την αλήθεια!»

 

agamoi-texnes-plus3.jpg

Η πρεμιέρα τους είναι το Σάββατο 26 Νοεμβρίου και εμείς παρακολουθήσαμε τις πρόβες για τη γενική δοκιμή. Η έκφραση «δημιουργικός πανικός» αποτυπώνει εύστοχα την κατάσταση που επικρατούσε.

Τσεκ ήχου, χειλόφωνα, μουσικοί που πηγαινοέρχονταν, πηγαδάκια καλλιτεχνών που έκαναν πρόβες σε όλες τις γωνιές του PassPort Κεραμεικού.

 

Μιλήσαμε με δύο από τα βασικά μέλη της συμμορίας του γέλιου, ένα ιδρυτικό, τον Δημήτρη Σταρόβα, και ένα νεότερο, τον Σπύρο Παπαδόπουλο.

 

«Με τον Σπύρο λέγαμε χρόνια ότι θα ερχόταν στους Άγαμους. Κάθε φορά που πηγαίναμε στην εκπομπή του. Τον περιμέναμε να ωριμάσει και τελικά ευοδώθηκε η συνεργασία πέρυσι», επισήμανε ο Δημήτρης. «Εγώ ήμουν φαν, έβλεπα κάθε παράστασή τους τέσσερις και πέντε φορές, αλλά ποτέ δεν είχα χρόνο για να συνεργαστώ μαζί τους. Ώσπου κάποια στιγμή είπα: ‘‘Άντε πάμε!’’ Όλοι με ρωτάνε πώς αντέχω έπειτα από διπλή παράσταση να είμαι και εδώ. Για μένα όμως είναι διασκέδαση! Θα μπορούσα να πληρώνω κιόλας αντί να πληρώνομαι», δήλωσε με παιδικό ενθουσιασμό ο Σπύρος.

 

Γενικότερα πώς επιλέγετε ένα συνεργάτη; «Για να επιλέξουμε κάποιον ως συνεργάτη πρέπει να μας ιντριγκάρει. Πέρυσι, για παράδειγμα, με τον Κώστα Μακεδόνα είχαμε μια πολύ ωραία συνεργασία γιατί έχει πολύ χαβαλέ ως άνθρωπος. Λύθηκε πολύ στην παράσταση με τα κειμενάκια, έκανε διάφορα, έπαιξε έναν Κύπριο εξαιρετικά, έδειξε και μια άλλη πλευρά του, ξέχωρα από τη σπουδαία φωνή του».

 

Η σάτιρά σας όλα αυτά τα χρόνια δεν έχει ενοχλήσει κανέναν. Πώς τα καταφέρατε; «Αυτός είναι ο στόχος μας, το λέει και ο Ιεροκλής (Μιχαηλίδης). Δεν υπάρχουν και σαφείς πολιτικές θέσεις. Τα κείμενα είναι διαχρονικά, ένας άστεγος, ένας Αλβανός, ένας καθηγητής πανεπιστημίου. Μόνο η γιαγιά ασχολείται με την επικαιρότητα, αλλά πάντα με έναν ευγενικό τρόπο. Δεν είναι στόχος η επιθεώρηση, οπότε δεν είναι τόσο επίκαιρα τα θέματα. Μπορεί η επικαιρότητα να δώσει έμπνευση για μερικές μόνο ατάκες».

 

Κάποια στιγμή ακούστηκαν ιταλικά από τη σκηνή. Ήταν οι Lucchetino, ένα απίστευτο δίδυμο από τη γείτονα χώρα. «Πριν από 12 χρόνια συνεργάστηκαν για πρώτη φορά με τους Άγαμους και, επειδή πέρασαν καλά, παρόλο που τώρα είναι πλέον γνωστοί και έχουν αρκετές προτάσεις, δέχτηκαν αμέσως χωρίς δεύτερη σκέψη», μου εξήγησε ο Σπύρος.

 

agamoi-texnes-plus2.jpg

Παράλληλα σχολιάσαμε πώς σε καιρό κρίσης η ομάδα των Αγάμων κάνει εισαγωγή καλλιτεχνών, ενώ ως χώρα κάνουμε εξαγωγή τους!

 

Ο Δημήτρης Σταρόβας παρεμπιπτόντως μας ανέφερε ένα περιστατικό από το αεροδρόμιο: «Προχθές ήμουν στο αεροδρόμιο και είδα τον Γιαννιά, τον Κιάμο, τον Μαρκόπουλο. Ο ένας πήγαινε Ντίσελντορφ, ο άλλος Αυστραλία… Ενώ εδώ κάνουμε το αντίθετο!» Ο Σπύρος επιβεβαίωσε το γεγονός με τους συναδέλφους ηθοποιούς: «Αν πετάξεις με Cyprus Airways το πρωί, θα δεις 150 Έλληνες ηθοποιούς. Ήμουν εγώ σε μια πτήση τις προάλλες. Είπα: ‘‘Τι γίνεται, ρε παιδιά; Όλοι εδώ;’’»

 

agamoi-texnes-plus5.jpg

Παρ’ όλα αυτά και οι Ιταλοί φίλοι μας είναι άντρες, όπως και η πλειονότητα της ομάδας. Μήπως τελικά αυτού του τύπου το «άβατο» για τις γυναίκες εξασφάλισε και τη διάρκεια; Ο Δημήτρης διαφώνησε μαζί μου: «Μπορεί να είμαστε αντροπαρέα, αλλά πάντα υπάρχει η παρουσία του γυναικείου φύλου. Η Ρούλα Μανισάνου είναι ιδρυτικό μέλος και έχουν περάσει και αρκετές γυναίκες, για παράδειγμα, η Μελίνα Κανά έκανε το ντεμπούτο της στους Άγαμους. Η Δήμητρα Ματσούκα επίσης μόλις τελείωσε τη σχολή συνεργάστηκε μαζί μας».

 

Προσπάθησα να κερδίσω έναν ακόμα πόντο για το γυναικείο κίνημα και τους είπα: «Ο εγκέφαλος όμως είναι γυναικείος τα δύο τελευταία χρόνια». Αναφερόμουν στα κείμενα της Δήμητρας Παπαδοπούλου. Σύσσωμη η ομάδα αναγνώρισε ότι μεγάλο μέρος της επιτυχίας της οφείλεται στις συγκεκριμένες ιστορίες.

 

Τι άλλο συμβάλλει στη συνέχεια και στην επιτυχία του εν λόγω σχήματος; «Εγώ, βλέποντάς τους απέξω, θεωρούσα ότι ως είδος δεν υπάρχει στην Ελλάδα και μετά τους Άγαμους δεν ξέρω και αν θα υπάρξει. Είναι κάτι τελείως δικό τους», είπε με μεγάλο θαυμασμό ο Σπύρος. «Για να παίξουμε πρέπει να μας γεννηθεί η επιθυμία. Δεν το κάνουμε ποτέ μόνο για βιοποριστικούς λόγους. Γι’ αυτό υπήρξαν και πολλές παύσεις, δύο, τριών χρόνων. Αυτό γινόταν για να το προστατεύσουμε. Όταν δεν έχουμε κάτι να πούμε ή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μια παράσταση όπως επιθυμούμε, προτιμάμε να απέχουμε», συμπλήρωσε ο Δημήτρης.

 

agamoi-texnes-plus8.jpg

 

agamoi-texnes-plus9.jpg

Την φωτογράφιση για το Texnes-plus έκανε ο Βαγγέλης Αγγελόπουλος. 

Info:

25 ΧΡΟΝΙΑ ΑΓΑΜΟΙ ΘΥΤΑΙ

Silver Anniversary

Μια παράσταση του Ιεροκλή Μιχαηλίδη με φιλοξενούμενους τον Σπύρο Παπαδόπουλο και τους Lucchetino

Σε κείμενα Δήμητρας Παπαδοπούλου

Από 26 Νοεμβρίου στην Κεντρική Σκηνή του PassPort Κεραμεικός

Πρωταγωνιστούν οι:

Δημήτρης Σταρόβας, Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, Γιώργος Χρυσοστόμου, Γιώργος Χατζής, Σοφία Παπουλάκου και Ρούλα Μανισάνου

Και φυσικά o βιρτουόζος Σπύρος Παπαδόπουλος και το φοβερό κωμικό δίδυμο Lucchettino

PASSPORT ΚΕΡΑΜΕΙΚΟΣ Upstairs

Κεραμεικού 58 & Μαραθώνος, Αθήνα

Τηλ. κρατήσεων: 210 5222203, 210 4130153

Δικτυακός τόπος: http://www.pass-port.com.gr

 

 

 «Ένας ηλίθιος οδήγησε σε λιγότερο από μία ώρα τη γυναίκα σου στη μοιχεία και εσένα στην εφορία! Για ηλίθιος είναι ιδιοφυΐα!»

Πόσο εύκολα βάζουμε ταμπέλες στους ανθρώπους; Τι θα πει ηλίθιος; Πέφτει τελικά εύκολα ένας «διαφορετικός» άνθρωπος θύμα bullying; Συμπεριφέρονται οι ενήλικες όπως τα παιδιά και στοχοποιούν τον πιο αδύναμο για να σπάσουν πλάκα;

Ο Πιερ, κυνικός, υπερόπτης μεγαλοεκδότης, θεωρεί πως ό,τι του κάνει κέφι μπορεί να το αποκτά. Διασκεδάζει τις Τετάρτες με τους φίλους του καλώντας σε δείπνο έναν άγνωστο που τον συναντούν τυχαία και τον βρίσκουν αρκετά «ηλίθιο» ώστε να σπάσουν πλάκα μαζί του. Τη συγκεκριμένη Τετάρτη ο Πιερ παθαίνει λουμπάγκο, που σχεδόν τον ακινητοποιεί και δεν προλαβαίνει να ειδοποιήσει το θύμα για την αναβολή του δείπνου. Ο «ηλίθιος» της εβδομάδας, ο Φρανσουά, υπάλληλος τοπικής εφορίας, μανιώδης κατασκευαστής μικρογραφιών μεγάλων έργων με χιλιάδες σπίρτα, τον επισκέπτεται σπίτι του όπως είχαν συμφωνήσει και του αλλάζει τη ζωή…

Ο Σπύρος Παπαδόπουλος επιλέγει τη γνωστή ιστορία του Γάλλου θεατρικού συγγραφέα Φρανσίς Βεμπέρ «Δείπνο ηλιθίων» («Le dîner de cons», 1998), διάσημη από τον κινηματογράφο, και σκηνοθετεί μια απολαυστική παράσταση, που μέσα από κωμικοτραγικές καταστάσεις χαρίζει αβίαστο γέλιο, ενώ παράλληλα προβληματίζει και συγκινεί βαθιά. 

Με αρωγό του την εύστοχη μετάφραση της Νικολέτας Κοτσαηλίδου επιτυγχάνει το σπουδαιότερο, κατά τη γνώμη μου, ατού σε μια κωμική παράσταση, ένα μοναδικό ρυθμό. Κουρδίζει εξαιρετικά το θίασό του, τίποτα δεν περισσεύει, τίποτα δεν μοιάζει με υπερβολή. Αναδεικνύει ευφυέστατα τις κωμικοτραγικές καταστάσεις δημιουργώντας στο θεατή το αίσθημα της ταύτισης. Παράλληλα, με την εμπειρία του σε αυτό το είδος της κωμωδίας, δεν αφήνει ατάκα να πάει χαμένη – ακόμα και οι ηχογραφημένες που ακούγονται στα τηλεφωνήματα εκμαιεύουν το γέλιο της πλατείας. 

Όλα αυτά μπορεί να τα περιμένει κάποιος από μια δυνατή κωμωδία, αλλά αυτά που κάνουν, κατά την άποψή μου, τη συγκεκριμένη παράσταση να ξεχωρίζει είναι οι διαρκείς εναλλαγές, η σαφής ανάγνωση του κειμένου και μια υποβόσκουσα μελαγχολία που εξελίσσεται σε μία από τις πιο συγκινητικές σκηνές της φετινής θεατρικής σεζόν στο φινάλε του έργου. «Ξέρω από πρώτο χέρι πώς είναι να πεθαίνει κανείς από έρωτα…» θα πει το θύμα στο θύτη του. 

Ο ίδιος ο Σπύρος Παπαδόπουλος είναι ένας απολαυστικός Φρανσουά. Με τα εκφραστικά του μέσα σε εγρήγορση δείχνει εκατό τοις εκατό παρών στη σκηνή, με εντυπωσιακές εσωτερικές διακυμάνσεις.

Η χημεία του με τον Πιερ, τον Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη, είναι σπάνια. «Αν ήσασταν άλογο, θα σας έκαναν ευθανασία», είναι μία από τις χαρακτηριστικές ατάκες που του λέει όταν εκείνος δεν μπορεί να πάρει τα πόδια του έπειτα από λουμπάγκο! Ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, με τη στόφα παλιού κωμικού, τη θελξικάρδια σκηνική ενέργεια και τις αλέγκρες εκφράσεις του, είναι απολαυστικός ακόμα και στις σιωπές του. 

Από τον υπόλοιπο θίασο ξεχωρίζουν ο εφοριακός, ο Τάκης Παπαματθαίου, και ο παλιός φίλος του Πιερ, ο Βασίλης Ρίσβας. Οι δυο τους έχουν χτίσει δύο ολοκληρωμένους χαρακτήρες, ενώ δένουν εξαιρετικά και στις σκηνές του συνόλου. 

Εξαιρετικά εμπνευσμένο το σκηνικό της Αθανασίας Σμαραγδή, φωτισμένο ατμοσφαιρικά από τον Χρήστο Τζιόγκα. Στο ίδιο μήκος κύματος και τα κοστούμια της Νικόλ Παναγιώτου

 

 

 

 

 

 

 

kaminari.jpg

 

Εύα Καμινάρη

Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου. 

Δεν αποχωρίζομαι ποτέ τις κάρτες που μου γράφει ο σύντροφός  μου στις πρεμιέρες μου

Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ. 

α)Ως χώρο 

Αυτό που έχω και τώρα. 15 χρόνια στη Στοά. Είναι το σπίτι μου.

WP_20161120_18_21_35_Pro.jpg

β) Με ποιους συναδέλφους. 

Ομολογώ ότι πάντα είχαμε υπέροχους συναδέλφους εδώ. Και τώρα περνάμε θαύμα με την Ελευθερία, την Ευδοκία και τη Χριστίνα. Μου λείπουν όμως η Νίκη Χαντζίδου και η Κοραλία Τσόγκα.

Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου. 

Α, του Θανάση Παπαγεωργίου. Δεν θέλω να ευλογήσω τα γένια μας, αλλά όταν αντικρίζεις το καμαρίνι του , νιώθεις σαν να παίρνεις μέρος στην υπέροχη ταινία του Τσάρλι Τσάπλιν «Τα φώτα της ράμπας»

Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι. 

Πολλές σε τούτο δω το καμαρίνι… Τα μπράβο του σκηνοθέτη μου όταν αποδίδω σωστά αυτό που μου ζητάει

Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου. 

Μια φράση. Κάτι που έλεγε κάθε βράδυ, ένας σπουδαίος καλλιτέχνης, που υπήρξε και από τους πρώτους μου δασκάλους στον επαγγελματικό στίβο, ο Γιώργος Μαρίνος «Με κέφι κι ανιδιοτέλεια».

souvatzi-texnes-plus.jpg

 

Ευδοκία Σουβατζή  

Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου. 

Χαρτάκια, ευχές, γούρια και σ’ ένα κουτάκι κλειστό, καβάντζα ταλέντου….

Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ. 

α)Ως χώρο 

Στο θέατρο «Τζένη Καρέζη»

β) Με ποιους συναδέλφους. 

Ως με συναδέλφους στο Θέατρο Στοά

(Υ.Γ. Το καμαρίνι στο Broadway ήταν χάλια!)

WP_20161120_18_21_48_Pro.jpg

Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου. 

Στο Θεατρικό Μουσείο της Παξινού και της Λαμπέτη

Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι. 

Με τον Απαρτιάν και τον Καταλειφό να παίζουμε μεταξύ δύο παραστάσεων

Με τα κορίτσια της Στοάς να παίζουμε προ παραστάσεων

Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου. 

Τουαλέτα, τελευταία ρουφηξιά τσιγάρου, τον σταυρό μου ένα βήμα πριν τη σκηνή κι αν πήρα ταλέντο από το κουτάκι που λέγαμε παραπάνω

 

 

planioti-texnes-plus.jpg

 

Χριστίνα Πλανιώτη

Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου. 

Εκτός από τα καλλυντικά μου, έχω πάντα ένα κεράκι, καραμέλες για τον λαιμό, ένα δαχτυλίδι και τα κοινά μαντηλάκια με την Ελευθερία

Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ. 

α)Ως χώρο 

Στο Θέατρο Αλμα

β) Με ποιους συναδέλφους. 

Στη Στοά, στη «Μήδεια» του Μποστ. Πολλοί αγαπημένοι φίλοι μαζεμένοι και πολύ γέλιο

Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου. 

Το καμαρίνι της Λαμπέτη στο Θεατρικό Μουσείο. Και φυσικά το κουτάκι της Ευδοκίας, αυτό με το ταλέντο

Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι. 

Την πρώτη φορά που μπήκα στο καμαρίνι του Ηρωδείου για να παίξω και η συγκίνηση ήταν μεγάλη

Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου. 

Μια ομαδική κίνηση –ΣΝΤΟ- με την ωραία μας ομάδα και μια δική μου κίνηση που αν δεν γίνει με τη σωστή σειρά, κάτι θα πάει στραβά

WP_20161118_20_19_50_Pro.jpg

 

Ελευθερία Στεργίδου

Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου. 

Τα καλλυντικά μου, τον αφρό μου, την κούπα μου και φυσικά τα κοινά μαντηλάκια με την Χριστίνα

Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ. 

α)Ως χώρο 

Στο Θέατρο Στοά

β) Με ποιους συναδέλφους. 

Στο «Με δύναμη από την Κηφισιά. Μπορεί να είμαστε λίγες, αλλά υπάρχει μεγάλη οικειότητα και ζεστασιά

Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου. 

Το προσωπικό καμαρίνι της Ευδοκίας Σουβατζή (χαχα) μαζί με το κουτάκι ταλέντου!

WP_20161120_18_21_26_Pro.jpg

Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι. 

Θα συμφωνήσω με τη Χριστίνα. Η πρώτη φορά που μπήκα στο καμαρίνι του Ηρωδείου για την «Μήδεια» του Μποστ.

Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου. 

Το γνωστό ΣΝΤΟ, φυσικά

 

«Με δύναμη από την Κηφισιά» (Δημήτρης Κεχαΐδης & Ελένη Χαβιαρά)

σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου συνεχίζεται για δεύτερη χρονιά στο θέατρο Στοά. 

Θέατρο Στοά: Μπισκίνη 55, Ζωγράφου, τηλ. 210 7702830

Παίζεται: Παρασκευή & Σάββατο (21.00), Κυριακή (19.00)

Εισιτήρια: 10 ευρώ (Παρασκευή), 15 ευρώ (Σάββατο, Κυριακή)

 

 

 

Η σημερινή πρόβα αργεί πολύ ακόμη, αλλά εκείνη είναι ήδη στο καμαρίνι της στο Θέατρο Βεάκη. Χτυπάω την πόρτα διστακτικά. Η κυρία Δέσποινα Μπεμπεδέλη με υποδέχεται σαν να την έχω επισκεφτεί σπίτι της και με μια θέρμη γλυκιά, σπάνια, σαν της Φιλιώς Χαϊδεμένου. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι γι’ αυτόν το ρόλο επιστρέφει στις αθηναϊκές σκηνές έπειτα από δέκα ολόκληρα χρόνια.

 «Πώς είστε;» τη ρωτάω. «Αγχωμένη», μου απαντάει. «Είναι δυνατόν; Εσείς, με τέτοια εμπειρία;» «Θέλω να αντεπεξέλθω στις προσδοκίες του κοινού. Περιμένουν από εμένα…»

Τα επόμενα λεπτά, από τη στιγμή που το δάχτυλο θα πατήσει το Rec στο μαγνητοφωνάκι, οι αφηγήσεις της, τα πρόσωπα που θα μας συντροφέψουν σε αυτή τη συνάντηση, ο Κάρολος Κουν, ο Μάνος Κατράκης, ο «κύριος» Θανάσης Βέγγος, η Ελένη Χατζηαργύρη, ο «Γιαννάκης» ο Φέρτης, ο Νίκος Γαρυφάλλου με την Κάκια του, η Αντιγόνη Βαλάκου και οι ιστορίες με τα κρυμμένα ραβασάκια στα λεξικά των αγγλικών, το γαμήλιο δώρο του Κουν, τα αξέχαστα γυρίσματα στην Κέρκυρα και στη Χαλκίδα, μα πάνω από όλα αυτό το «κατάλαβες, παιδί μου;» που έκλεινε σχεδόν κάθε απάντηση και συνοδευόταν από ένα άγγιγμα και μια ματιά…

 

 

mpempedeli-texnes-plus.jpg

 

Έπειτα από δέκα χρόνια απουσίας από τις αθηναϊκές αίθουσες τι σας έκανε να πείτε το ναι σε αυτή την παράσταση και να αφήσετε το όμορφο νησί σας;

Η Φιλιώ Χαϊδεμένου. Όταν μου έγινε η πρόταση από τον Ζαχαρία Καρούνη, τον Βασίλη Ευταξόπουλο και την Άνδρη Θεοδότου, με τους οποίους έχω συνεργαστεί και πάλι, είπα αμέσως ναι. Κάτι με προσέλκυσε. Ίσως και για λόγους συναισθηματικούς, επειδή και εγώ έχω ρίζες στην  Ανατολή. Οι γονείς μου ήταν Κωνσταντινουπολίτες. Γαλουχήθηκα με τον τρόπο ζωής που είχαν μεταφέρει από εκεί. Όταν λοιπόν διάβασα το βιβλίο, διαπίστωσα κάποια συγγένεια και αυτό με συγκίνησε πάρα πολύ. Αν και αφορούσε το συνταρακτικό βίο μιας Σμυρνιάς, δεν είχε διαφορές, τουλάχιστον ως προς το θέμα της Καταστροφής –γιατί και οι Κωνσταντινουπολίτες καταστράφηκαν από τους Τούρκους δύο φορές, βανδάλισαν και σκότωσαν και βίασαν και όλα αυτά–, αλλά και ως προς τις ευτυχισμένες μέρες και τη γενικότερη στάση ζωής εν γένει. Δέχτηκα, θεώρησα ότι αξίζει τον κόπο. Μάλιστα όταν το διάβασα και δεύτερη και τρίτη φορά για να αφομοιώσω τις λεπτομέρειες, συνειδητοποίησα τη δύναμη της συγκεκριμένης γυναίκας, τη θέλησή της να ζήσει. Ήταν θαρραλέα, ριψοκίνδυνη και γοητευτική μέχρι το τέλος. Ενώ ήταν αυστηρή και δυναμική γυναίκα, ξαφνικά, στα εκατό της, στα εκατόν δύο της, θυμόταν ότι ήταν θηλυκό. Αυτό με γοήτευσε. Χόρευε χασάπικο, φορούσε τα καπελάκια της και απέπνεε θηλυκότητα.

 

Το βιβλίο όμως δεν το έγραψε η ίδια. Προήλθε από απομαγνητοφώνηση κασετών από την εγγονή της.

Ναι, της είπε ότι όσα έλεγε ήταν ωραία και πρότεινε να τα γράψουν. Έτσι κάθισε και της τα διηγήθηκε.

 

Λέει η εγγονή της στον πρόλογο ότι δεν μπορείς εύκολα να αποτυπώσεις στο χαρτί τον ήχο, το σπάσιμο και τη χροιά της φωνής, την τελευταία ματιά της, όταν είχε φτάσει η ώρα
να ανέβουν στο πλοίο για την Ελλάδα. Εσείς πώς τα αποτυπώσατε όλα αυτά μέσα σας ώστε να τα μεταφέρετε
στη σκηνή;

Η αφήγηση, σε ό,τι αφορά το ύφος, είναι πάρα πολύ ιδιαίτερη, πάρα πολύ προσωπική. Ο πατέρας της τη σταμάτησε από το σχολείο, πήγε μέχρι τα μισά της τετάρτης δημοτικού, και είχε μεγάλο καημό, γιατί ήθελε να μάθει γράμματα. Αυτός ο καημός της έμεινε. Στην πορεία διάβαζε κιόλας. Κι εγώ μέχρι αυτή την ηλικία διαβάζω, αγαπάω τα γράμματα. Το ύφος της στο βιβλίο δεν είναι καθόλου φιλολογικό. Ο λόγος είναι πηγαίος, ενώ υπάρχουν ορισμένα κλισέ και κάποιες φράσεις τις οποίες επαναλαμβάνει συχνά. Για παράδειγμα, λέει κάτι και στο τέλος συμπληρώνει: «Εγώ έτσι το καταλαβαίνω» ή «Αυτό είναι». Επίσης δεν αφηγείται σε πλάγιο λόγο, αλλά κάνει διάλογο, θέατρο. Έχει αμεσότητα και χιούμορ εν μέσω τραγικών στιγμών. Αναφέρει κάπου ότι και στις χειρότερες συγκυρίες, και στο θάνατο και στην καταστροφή, υπάρχουν στιγμές χαράς. Ζωγραφίζει η γυναίκα. Είναι ένα ταλέντο μοναδικό. Αυτό προσπάθησα να κάνω, να ακούσω τον ήχο της, όχι να τον μιμηθώ, τη συμπεριφορά της, τη σκέψη της, το δυναμισμό της ψυχής και του πνεύματός της. Αυτές είναι οι λειτουργίες του ηθοποιού. Αυτά αναζητά.

 

mpempedeli-texnes-plus2.jpg

Είναι διαφορετικό να υποδύεται κάποιος ένα υπαρκτό πρόσωπο και διαφορετικό να ερμηνεύει χαρακτήρες ανάλογους με αυτούς που έχετε παίξει τόσα χρόνια;
Υπάρχει διαφορά γιατί η ηρωίδα ενός συγγραφέα είναι γεννημένη από τη φαντασία του και μπορεί, ας πούμε, σε πέντε διαφορετικές παραστάσεις ο κάθε σκηνοθέτης και η κάθε ηθοποιός να δώσει ένα άλλο στίγμα, χωρίς να απομακρυνθεί από τον άξονα του ρόλου. Αν όμως έχεις να κάνεις με ένα υπαρκτό πρόσωπο, το ζητούμενο αλλάζει. Η ουσία είναι να διεισδύσεις στο συγκεκριμένο χαρακτήρα. Υπάρχει ο κίνδυνος κάποιος σκηνοθέτης, για παράδειγμα, στην περίπτωση της Φιλιώς να αναδείξει μόνο το δυναμισμό της, αυτό όμως θα είναι ένα φάουλ. Άλλος ίσως διαλέξει να τονίσει τις ευτυχισμένες της στιγμές. Ούτε έτσι ολοκληρώνεται ο χαρακτήρας. Όταν έχεις ένα βιβλίο και μέσα από αυτό παρακολουθείς την πορεία της από μικρή, όταν έχεις να κάνεις με ένα υπαρκτό πρόσωπο, πρέπει να καλύψεις όλες τις πτυχές της ζωής, του χαρακτήρα του, των συμπεριφορών του, των σχέσεών του με τους άλλους ανθρώπους.

 

Μπορεί να απουσιάζατε από την αθηναϊκή σκηνή, αλλά όχι και από την Ελλάδα, γιατί το καλοκαίρι ήσασταν στη Δήλο και στο Αγρίνιο και παίξατε στην παράσταση «Εκάβη, μια πρόσφυγας» . Η Εκάβη είναι επίσης μια προσφυγοπούλα, σε ένα διαφορετικό χρονικό πλαίσιο από αυτό της Φιλιώς. Τώρα ζούμε μια μεγάλη τραγωδία, με χιλιάδες παιδιά να πνίγονται στο Αιγαίο. Οι άνθρωποι τελικά δεν διδάσκονται τίποτε από την ιστορία; Η δραματουργία θα συνεχίσει να επινοεί τραγικούς ήρωες;


Πρέπει να επισημάνω ότι ήταν μια μοναδική εμπειρία στη Δήλο, αλλά και στο Αγρίνιο ήταν επίσης συγκλονιστικό. Αναφορικά με την ερώτηση, πιστεύω πως η τέχνη επιβάλλεται να δείχνει αυτό που πραγματικά συμβαίνει, γιατί, αν δείξει την καλή πλευρά, ο κόσμος θα θεωρήσει ότι κάποια στιγμή θα τελειώσουν οι περιπέτειες, ο κόσμος θα γίνει και πάλι ειρηνικός. Αυτό είναι κατά κάποιο τρόπο ένα όνειρο. Αλλά τα όνειρα πλέον του απλού πολίτη δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν εύκολα και αυτό φοβάμαι πως είναι ένας τρόπος να ισοπεδωθεί η εργατική τάξη και να θεριέψει –όπως θεριεύει– η μεγαλοαστική, καθώς και οι άρχοντες της οικονομίας και οι άρχοντες του πολέμου. Αυτοί πια διοικούν τον κόσμο, σε διεθνές επίπεδο. Η τέχνη λοιπόν δεν μπορεί να μείνει σιωπηλή σε όλα αυτά. Ναι, πρέπει να δείχνει τι σημαίνει να διώχνεις έναν άνθρωπο από την πατρίδα του και να τον στέλνεις να σκυλοπνιγεί. Τι σημαίνει να πνίγουν αυτούς τους ανθρώπους αφού πρώτα τους πάρουν τα λεφτά τους. Γιατί δεν αφήνουν τους πρόσφυγες να φύγουν από την κανονική οδό; Δίνουν πάρα πολλά χρήματα σε αυτούς τους εγκληματίες που τους μεταφέρουν. Το γνωρίζουν αυτό, ξέρουν ότι έχουν χρήματα και τα μαζεύουν για να τα δώσουν σε όλους αυτούς που τους μπαρκάρουν μέσα σε φουσκωτά. Γιατί δεν τους επιτρέπουν με αυτά τα λεφτά που μάζεψαν αξιοπρεπώς να μπουν σε ένα πλοίο ή σε ένα αεροπλάνο; Γιατί; Πόσες χιλιάδες κόσμος, πόσα μωρά πνίγηκαν;

Διδάσκετε πολλά χρόνια στο Σατιρικό Θέατρο στην Κύπρο και οι μαθητές σας λένε τα καλύτερα για σας, αν και φέτος θα τους αποχωριστείτε για λίγο. Από την εμπειρία σας τόσα χρόνια στη διδασκαλία πιστεύετε πως υπάρχει ταλέντο και τι είναι τελικά το ταλέντο;

Το ταλέντο είναι ένα χάρισμα, κάτι που συμβαίνει μέσα σου. Και αυτό ισχύει και για τον ηθοποιό και για το ζωγράφο, για κάθε  επάγγελμα.

 

mpempedeli-texnes-plus3.jpg

Ξεχωρίζουν δηλαδή κάποια παιδιά; Μόλις τα βλέπετε αντιλαμβάνεστε ότι έχουν ταλέντο;
Ναι, αλλά παράλληλα διακρίνω και τα ελαττώματά τους. Γιατί το ταλέντο, δηλαδή η συγκίνηση, η ευαισθησία, ο αυθορμητισμός, είναι στοιχεία που έχουν όλοι οι άνθρωποι. Όλοι έχουν ευαισθησίες, όλοι συγκινούνται, όλοι μπορούν να μιμηθούν, μεταξύ αστείου και σοβαρού, αλλά η υποκριτική δεν είναι εύκολο πράγμα. Είναι κάτι πάρα πολύ δύσκολο. Η σχολή είναι πάρα πολύ σκληρή, αν θέλεις να γίνεις ηθοποιός. Εγώ πάντα παραλληλίζω την τέχνη του ηθοποιού με τον πρωταθλητισμό και αναφέρω χαρακτηριστικά: Ένα παιδί στο σχολείο τρέχει και το βλέπει ο καθηγητής της γυμναστικής και λέει ότι θα γίνει αθλητής. Το παίρνει, το στέλνει σε μια σχολή, όμως, αν δεν ασκηθεί, αν δεν ματώσει, αν δεν γυμναστεί, πώς θα πετύχει το στόχο του; Ανάλογες θυσίες απαιτεί και η τέχνη του ηθοποιού. Το όργανο του ηθοποιού, το βασικό του όργανο, είναι η φωνή και το σώμα του. Αν δεν έχεις φωνή, είναι σαν να θέλεις να γίνεις βιολιστής ή πιανίστας και να σου λείπουν δύο δάχτυλα. Έτσι και στην υποκριτική, αν δεν διαθέτεις φωνή την οποία θα καλλιεργήσεις, αν δεν έχεις σωστή άρθρωση, δεν γίνεται τίποτα. Κάθε ρόλος, κάθε χαρακτήρας δεν έχει μία φωνή, κάθε χαρακτήρας δεν περπατά με το δικό του τρόπο, αλλά με τον τρόπο του ηθοποιού. Πρέπει να δεις και αυτά τα στοιχεία, πρέπει να έχεις αντοχές για να αντεπεξέλθεις σε έναν ή δύο ρόλους, να μιλάς, να περπατάς, να ακούς τον άλλον, κάτι απαραίτητο, αφού δεν παίζεις μόνος. Οι αντιδράσεις πώς θα προκληθούν αν δεν ακούσεις; Κάποιοι ηθοποιοί δεν ακούν. Φωνή, σώμα, άρθρωση, διάβασμα. Ανέφερα τελευταίο το διάβασμα, αλλά είναι πρώτο. Δεν γίνεται δηλαδή να μην ξέρεις ιστορία. Για παράδειγμα, αν δεν ήξερα τι πέρασε αυτός ο λαός και ποιο είναι το background της Καταστροφής, την πολιτική ιστορία, τις συμπεριφορές των μεγάλων, των Ευρωπαίων, των Γάλλων, των Ιταλών, των Άγγλων, των Αμερικανών, πώς θα ανταποκρινόμουν στις ανάγκες του ρόλου; Πρέπει να ξέρω ιστορία.   

 

Από όσα αναφέρατε ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα των παιδιών; Τι τους λείπει πιο πολύ;

Τα διάβασμα. Η τηλεόραση έχει κάνει ζημιά στα παιδιά. Τα περισσότερα παιδιά έχω την εντύπωση ότι θέλουν να γίνουν ηθοποιοί για να παίξουν στην τηλεόραση. Βέβαια στη σχολή μας είναι καθορισμένο εκ των προτέρων. Απαγορεύεται να παίξουν στην τηλεόραση ώσπου να τελειώσουν τη σχολή. Μέσα στην τριετία τούς δίνουμε μια ύλη για να διαβάσουν. Όταν φεύγουν, να έχουν διαβάσει θέατρο, ιστορία θεάτρου, αισθητική.

 

15065128_10210457619974295_517938367_o.jpg

Με το σύζυγό σας, Στέλιο Καυκαρίδη, ήσασταν κι εσείς σε μια πολύ αυστηρή σχολή, σε αυτή του Θεάτρου Τέχνης, στην οποία επίσης υπήρχαν κάποιες απαγορεύσεις. Είναι αλήθεια ότι εκεί ο έρωτάς σας ήταν απαγορευμένος;

Εμείς, όταν βλέπουμε στη σχολή νεαρά παιδιά να ερωτεύονται, χαιρόμαστε πάρα πολύ. Αλλάζουν οι καιροί. Στο Θέατρο Τέχνης λοιπόν τότε τα καμαρίνια δεν ήταν με τοίχους, υπήρχε ένα πολύ ευτελές διαχωριστικό που δεν έφτανε μέχρι το ταβάνι. Από τη μια μεριά ήταν οι γυναίκες και από την άλλη οι άντρες. Ο Στέλιος ήταν από πίσω με τον Χαραλάμπους και εγώ από την άλλη πλευρά με την Τζένη Γαϊτανοπούλου. Η Τζένη μάθαινε αγγλικά και είχε ένα αγγλικό λεξικό. Έγραφα λοιπόν ένα σημείωμα, το έβαζα μέσα στο λεξικό και η Τζένη φώναζε: «Στέλιο, έλα πάρε το λεξικό, έχω βρει τη λέξη που θέλεις». Το έπαιρνε ο Στέλιος, απαντούσε και έλεγε: «Εντάξει, Τζενούλα, σε ευχαριστώ. Αύριο πάλι, τώρα δεν μπορώ». Το έμαθαν όμως. Ωστόσο δεν κρυβόμασταν. Αυτή τη σχέση άντρα και γυναίκας, που δεν είναι κατ’ ανάγκη ερωτική, δεν μπορούσαν να την καταλάβουν στο Θέατρο Τέχνης. Δεν κρυφτήκαμε ποτέ. Από κάποια στιγμή και μετά με έπαιρνε από το χέρι και φεύγαμε. Στην Αγγλία που πήγαμε με την παράσταση «Όρνιθες» βγαίναμε έξω για να το χωνέψουν. Το χώνεψαν, αλλά μου έδωσαν να καταλάβω ότι δεν είχα θέση στο εν λόγω θέατρο και έφυγα. Ωστόσο δεν κρατάω ποτέ κακία, σε κανέναν. Ήταν τόσο πολλά τα αγαθά που μας έδωσε ο Κουν, ως δάσκαλος, οπότε δεν πειράζει. Αν μας χώριζε, δεν θα του το συγχωρούσα. Αλλά παντρευτήκαμε με τον Στέλιο και ήρθε στο γάμο και μας έφερε ένα σπουδαίο δώρο.

Τι δώρο σας έφερε;

Κρύσταλλα. Μου έσπασε ένα ποτήρι και δεν το πέταξα, το έκανα ρεσό.

Εκτός από τον Κουν στην Ελλάδα είχατε και άλλη μια μεγάλη εμπειρία, με το Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη.

Αυτή ήταν η πρώτη μου εμφάνιση, πριν ακόμη τελειώσω τη σχολή. Επειδή τη σκηνοθεσία την έκανε ο δάσκαλος, ο Πέλος Κατσέλης, με πήρε στο θίασο και είχα έναν πολύ ενδιαφέροντα ρόλο, ένα ιντερμέδιο μέσα σε όλη αυτή την ιστορία που αφορούσε τον Εμφύλιο, «Το Τραγούδι του νεκρού αδερφού» – κάτι παρόμοιο έκανε και ο Βούλγαρης νομίζω. Εγώ υποδυόμουν μια μάνα που είχε χάσει το παιδί της και έκλαιγα και έλεγα και το νανούρισμα. Πριν φύγω από τη σχολή λοιπόν είχα την τύχη να έχω σκηνοθέτη το δάσκαλό μου, θιασάρχη τον Μάνο Κατράκη –μεγάλη μορφή του θεάτρου, η φωνή του, ο λόγος του, το παράστημά του– και συναδέλφους τη Βέρα Ζαβιτσιάνου – πολύ μεγάλη ηθοποιός που στο Θέατρο Τέχνης είχε κάνει μαγικά πράγματα – και άλλους πολλούς. Και στο Θέατρο Τέχνης φυσικά στη συνέχεια γνώρισα ορισμένους σπουδαίους δασκάλους.

 

Με κάποιους μεγάλους, αγαπημένους ηθοποιούς παίξατε και στην τηλεόραση, σε σίριαλ με τα οποία ορισμένοι έχουμε μεγαλώσει. Για παράδειγμα, με το «Περί ανέμων και υδάτων».

Θυμάστε κάτι από τα γυρίσματα από τον Θανάση Βέγγο, την Ελένη Χατζηαργύρη, τον Νίκο Γαρουφάλλου και την Αντιγόνη Βαλάκου;

Θα αρχίσω με τον κύριο Βέγγο. Το έχω πει πολλές φορές, όταν έφυγε, στην Κύπρο με καλούσαν στα κανάλια να μιλήσω γι’ αυτόν και έλεγα το εξής: Όταν βλέπεις γενικά έναν ηθοποιό ή ηθοποιούς να παίζουν στη σκηνή διαφορετικούς ρόλους κάθε φορά και να είναι οι ίδιοι, χωρίς διαφοροποίηση στο χαρακτήρα από τον εαυτό τους, νευριάζεις. Αυτό σε κάνει να πλήττεις ή σε απωθεί. Ο κύριος Βέγγος όπως ήταν στις ταινίες, ένας άνθρωπος που έτρεχε, που ήταν αεικίνητος, που ήταν μέσα στη χαρά, στο συναισθηματισμό, στον ερωτισμό, στη συμπόνια, έτσι ήταν και στη ζωή. Έτρεχε, δεν καθόταν ποτέ, ακόμη και όταν κάναμε διάλειμμα. Αυτό όμως ήταν μοναδικό και το αποζητούσες από τον κύριο Βέγγο. Τον χαιρόσουν, ήθελες να τον βλέπεις να παίζει, να παίζεις μαζί του. Ήταν ευγενής, διακριτικός, σπάνιος συνεργάτης.

Σε ό,τι αφορά την Ελένη Χατζηαργύρη, εγώ την πρωτογνώρισα στο ραδιόφωνο, όπου την άκουγα στο Θέατρο στο Ραδιόφωνο, όταν ήμουν μικρή και δεν υπήρχε τηλεόραση. Μετά την είδα στο θέατρο και κάποια στιγμή συναντηθήκαμε, έπειτα από τόσα χρόνια. Μόλις έμαθα ότι στο «Περί ανέμων και υδάτων» θα συμμετείχε και εκείνη, τρελάθηκα. Κάναμε τόσο καλή παρέα. Όταν τη γνώρισα, την προσφώνησα «κυρία Χατζηαργύρη». Μου είπε: «Εγώ θα σε λέω Δεσποινάκι, εσύ όμως θα με λες Ελένη, όχι Ελενάκι». Ύστερα από τρία χρόνια τη ρώτησα: «Να σε πω και λίγο Ελενάκι;» Μου απάντησε: «Να με λες». Είχε κόψει το τσιγάρο, ενώ εγώ τότε κάπνιζα, και μου έλεγε: «Έλα, βρε Δεσποινάκι, κάνε μου ένα πουφ μέσα στα μούτρα να εισπνεύσω λίγο καπνό».

Με την Αντιγόνη, παρόλο που είχαμε γνωριστεί και στην Κύπρο, όπου συμμετείχε σε δύο παραστάσεις, δεν είχα πολλά μαζί της, δεν δέσαμε. Ήταν λίγο της απόστασης.

Όσο για τον Νίκο, ο χαμός του ήταν κεραυνός εν αιθρία. Ήταν τόσο ανοιχτόκαρδος άνθρωπος, χυμώδης, όπως και η Κάτια η γυναίκα του, η σεναριογράφος της σειράς. Όταν κάναμε το «Βίος ανθόσπαρτος», στη Χαλκίδα, τη ωραία που περνούσαμε και με τον Μπέζο και τον Φέρτη, τη λατρεία μου. Με τον Νίκο περνούσαμε τόσο όμορφα. Στην Κέρκυρα που πηγαίναμε για τα γυρίσματα στον κύριο Βέγγο άρεσε το ταβερνάκι. Στο σπίτι του τσαγάκι το βράδυ και κασέρι, αλλά στην Κέρκυρα ταβερνούλα. Επειδή έπαιζε ως γκεστ και ο Στέλιος, ο άντρας μου, όποτε ερχόταν στην Κέρκυρα, κάναμε παρέα με την Ελένη, τον κύριο Βέγγο και τη γυναίκα του την Ασημίνα πάντα και τον Νίκο. Όταν ήταν και η Κάτια, ερχόταν με την Κάτια, γιατί δεν μας ακολουθούσε πάντα, και πίναμε τα κρασάκια μας και το τι γινόταν! Κόσμος πίσω ενοχλούσε τον καημένο τον Θανάση, όμως ποτέ δεν έλεγε τίποτα.

 

assets_LARGE_t_420_53469753.JPG

Εσάς τι σας λένε στο δρόμο;

Αυτά δεν λέγονται… όπως λέει και η Φιλιώ!  

 

οι φωτογραφίες της παράστασης είναι του Γιώργου Σπανού.

 συνέντευξη Γιώτα Δημητριάδη

15171155_1730032670657494_4419747410001794913_n.jpg

 Η Δέσποινα Μπεμπεδέλη είναι η  "Φιλιώ Χαϊδεμένου" από  23 Νοεμβρίου

στο Θέατρο Βεάκη   Στουρνάρη 32 Εξάρχεια  Τηλ. 2105223522

Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ

 

 

                                                                               

 

   

             

 

Μόλις πέντε το απόγευμα και όμως η Αθήνα έχει επιλέξει το βραδινό της φουστάνι. Περπατάμε με την Κωνσταντίνα Τάκαλου και τον Βαγγέλη Αγγελόπουλο στο κέντρο της πόλης, στη Βαρβάκειο, στην πλατεία Κοτζιά, στους γύρω δρόμους και αναζητάμε το ιδανικό σκηνικό για τη φωτογράφιση. Η πόλη στολισμένη με τα κιτς φωτάκια της αδημονεί να γιορτάσει και οι μυρωδιές και τα χρώματα δίνουν έμπνευση για τα πορτρέτα. «Για τι μιλά το έργο σας;» τη ρωτά ο Βαγγέλης. «Για την αγάπη», απαντάμε και οι δύο, σχεδόν εν χορώ. Αυτές οι τρεις λέξεις δένουν ξαφνικά με τα πάντα! «Εδώ να βγάλουμε, αυτό δεν είναι αγάπη;» «Και εδώ!» «Και αυτό δεν μοιάζει με την αγάπη;» «Και σε αυτά τα κλουβιά. Όταν αγαπάμε, εγκλωβιζόμαστε κάπως, ε;» Έτσι ο Πομμερά με το έργο του φώτισε και εμάς, ξέχωρα από την υπέροχη παράσταση του Νίκου Μαστοράκη στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης.

  

«Η Eπανένωση της Βόρειας με τη Νότια Κορέα», του Ζοέλ Πομμερά, είναι ένα σπονδυλωτό έργο. Ποιες δυσκολίες κρύβει αυτό υποκριτικά;
Έχει κινηματογραφικό χαρακτήρα. Είναι όπως στο σινεμά, σε μια ταινία, που γυρίζεις μια σκηνή, ίσως από το τέλος της ιστορίας, και μετά επιστρέφεις στην αρχή. Αυτό έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.

Στο σινεμά όμως παίζεις τον ίδιο χαρακτήρα.
Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Οι σύντομες σκηνές ενδέχεται να αντιμετωπιστούν τόσο από τους ηθοποιούς όσο και από το σκηνοθέτη σαν σκετσάκια και να μην έχουν καμία αξία. Οπότε υπάρχει ο κίνδυνος να μην προκύψει κάτι ουσιαστικό. Εγώ και οι υπόλοιποι συντελεστές του έργου προσπαθήσαμε πάρα πολύ να συνδέσουμε με κάποιο τρόπο τους χαρακτήρες. Μοιάζει δηλαδή η γυναίκα που παίρνει διαζύγιο με την πόρνη. Δημιουργείται η εντύπωση ότι το ίδιο πρόσωπο βιώνει και άλλες καταστάσεις. Ο ίδιος άνθρωπος αλλιώς φέρεται όταν χάνει τον πατέρα του και αλλιώς όταν παντρεύεται. Επομένως το ίδιο άτομο συμπεριφοριστικά είναι πολύ διαφορετικό. Γιατί λοιπόν θα έπρεπε στη σπονδυλωτή αυτή παράσταση να ιδωθεί τελείως διαφορετικά; Η μεγαλύτερη δυσκολία δεν αφορούσε εμάς που ερμηνεύαμε διαφορετικούς ρόλους, αλλά τον Νίκο (Μαστοράκη) που ανέλαβε τη σκηνοθεσία. Οι συγκεκριμένες ιστορίες, αν δεν είχαν «δεθεί» έτσι, ίσως να μην είχαν σχέση μεταξύ τους.

takalou-texnes-plus3.jpg

Ποια ιστορία σε αγγίζει πιο πολύ;

Η ιστορία της πρώτης γυναίκας που θέλει να πάρει διαζύγιο, η ιστορία της γυναίκας που έχει χάσει τη μνήμη της και η τελευταία ιστορία με την πόρνη. Όμως όλες με συγκινούν με ένα τρόπο, έχουν μια στιγμή που με αγγίζει.

Το γεγονός ότι εμείς οι Έλληνες, σε αντίθεση με τους Γάλλους, έχουμε άλλη λέξη για την «αγάπη» και άλλη για τον «έρωτα» πώς λειτούργησε στην παράστασή σας;

Αυτό ήταν κάτι που μας απασχόλησε πολύ πριν ανέβει η παράσταση. Έγιναν πολλές συζητήσεις για το «τι είναι έρωτας», «τι είναι αγάπη» και πώς τα διαχωρίζουμε. Ο έρωτας είναι η κατάσταση εκείνη στην οποία έχεις την αίσθηση πως σφυριά σε τρυπούν παντού. Είναι σαν να μην καταλαβαίνεις, σαν να έχεις πάρει ουσίες, σαν να είσαι σε άλλο πλανήτη! Ο έρωτας σε κατακλύζει, είναι καθηλωτικός, σε μουδιάζει ολόκληρο. Η αγάπη έχει να κάνει πιο πολύ με το χρόνο. Γιατί; Επειδή η αγάπη έχει διάρκεια, ενώ ο έρωτας σπάνια καταφέρνει να διαρκέσει. Εμείς με την προτροπή του Νίκου Μαστοράκη καθ’ όλη τη διάρκεια των προβών βλέπαμε πάρα πολλές ταινίες. Σκοπός ήταν να κατανοήσουμε πώς οι Γάλλοι διαχειρίζονται την επιχειρηματολογία. Το συγκεκριμένο έργο έχει άμεση σχέση με την επιχειρηματολογία και χρειάζεται να ληφθεί υπόψη και το ότι οι Γάλλοι σκέφτονται τελείως διαφορετικά από εμάς. Έχουν άλλη κουλτούρα. Αν κάποιος επιθυμεί να πάρει διαζύγιο, όπως βλέπουμε και στην παράσταση, θα καθίσουν ο εραστής, ο σύζυγος και η κυρία και θα συζητήσουν όλοι μαζί για το τι συμβαίνει στο ζευγάρι και αν θα πρέπει να χωρίσουν. Αυτό δεν ισχύει στην Ελλάδα. Στην παράσταση υιοθετήσαμε αυτή τη λογική και αφαιρέσαμε το ελληνικό «πάθος». 

takalou-texnes-plus4.jpg

Παρ’ όλα αυτά το «Δώσε μου κάτι» που λέει η ηρωίδα σου έχει σχέση νομίζω με ένα πανανθρώπινο ερωτικό συναίσθημα. Όλοι μας αναζητάμε «κάτι» από τον έρωτα.
Ναι, γιατί έχει να κάνει με το «πάρε δώσε» των σχέσεων. Είναι μια αμφίδρομη κατάσταση. Αν εσύ μόνο δίνεις και δεν παίρνεις κάτι, θα αδειάσεις. Αυτό το «κάτι» είναι μια τόσο μικρή λέξη, όμως το  έχεις τόση ανάγκη όταν είσαι ερωτευμένος. Διψάς γι’ αυτό. Είναι σαν ένα μικρό μυστικό που θα εκμαιεύσεις από τον άλλο χωρίς ενοχή. Η αγάπη είναι κάτι πολύ περίεργο. «Σ’ αγαπώ». Γιατί; «Σ’ αγαπώ γιατί μ’ αγαπάς». Υπάρχει και το «Σ’ αγαπώ γιατί σ’ αγαπώ». Όμως είναι πολύ σπάνιο.

Μήπως αυτή είναι η διαφορά της αγάπης από τον έρωτα που λέγαμε πριν;
Δεν ξέρω. Εγώ ξέρω ότι όλα τα τραγούδια μιλούν για αγάπη, ελάχιστα είναι πολιτικά. Είναι ένα ζήτημα που αφορά πολύ τον άνθρωπο. Το «Δώσε μου κάτι. Πάρε κάτι». Μπορεί να είναι ένα μόνο άγγιγμα ή μια στιγμή αλήθειας που θα έχεις με τον άλλο και θα τον αγαπήσεις γι’ αυτή τη στιγμή, που θα είναι τόσο καθοριστική για όλη σου τη ζωή.

Τι είναι αυτό το «κάτι» που κέρδισες τα 18 χρόνια που είσαι  στο θέατρο;
Είμαι πάρα πολύ τυχερή γιατί από μικρή ήθελα να ασχοληθώ με το θέατρο και τα κατάφερα. Είναι πολύ δύσκολη δουλειά, αλλά δεν είναι μόνο δουλειά. Έχει να κάνει με κάτι πιο βαθύ, με μια πληγή που έχει κάποιος – όχι μια πληγή που ματώνει, αλλά μια πληγή που σε ανατροφοδοτεί. Ένα ακέραιο σώμα που σου δίνει συνέχεια υλικό για να προχωρήσεις. Μπορεί να έχω περάσει δυσκολίες και αγωνίες, όπως συμβαίνει σε όλες τις δουλειές, όμως, αν γυρίσω πίσω στο χρόνο, απλά θα χαμογελάσω.

takalou-texnes-plus5.jpg

Είναι αλήθεια ότι η πρώτη σου σκηνική εμπειρία ήταν σε σκετς στην κατασκήνωση;
Ναι, όντως! Ήμουν πάρα πολύ μικρή, στην τρίτη δημοτικού, και έκανα διάφορα σκετσάκια στην κατασκήνωση. Στην αρχή παρακολουθούσα με πείσμα ό,τι έκαναν τα παιδιά της έκτης και τα μεγαλύτερα παιδιά και το επόμενο καλοκαίρι γύρισα και ήμουν η πρωταγωνίστρια! (γέλια)

Παράλληλα όμως από μικρή ασχολήθηκες με τον αθλητισμό, και συγκεκριμένα με το στίβο. Η πειθαρχία του αθλητισμού σε βοήθησε στο θέατρο;
Πάρα πολύ, ακόμα και οι αντοχές μου είναι διαφορετικές.Όταν λοιπόν ακούω «σωματικό θέατρο», θυμώνω λιγάκι. Οι άλλοι δηλαδή πώς παίζουν; Χωρίς το σώμα τους; Με μια φωνή; Ο στίβος με βοήθησε πολύ στο να συγκεντρώνομαι για τους αγώνες και γενικά να πειθαρχώ, στοιχεία απαραίτητα και στο θέατρο.

Έχοντας χτίσει μια καριέρα εδώ, για ένα διάστημα έπαιξες στο ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία;
Όταν πήγα στη Λάρισα, ήταν σαν πανηγύρι για μένα. Μια γιορτή! Ξεκίνησα από το Θεσσαλικό Θέατρο και, αν δεν είχε προκύψει το οικογενειακό θέμα, δεν θα πήγαινα να παίξω εκεί χειμώνα, γιατί τα πράγματα στην Αθήνα ήταν πολύ καλά και αναγκάστηκα να αποχωρήσω από την παράσταση του Στάθη Λιβαθινού. Όμως δεν μετάνιωσα στιγμή, γιατί το θέατρο δεν είναι πάνω από τη ζωή για μένα. Ήμουν κοντά στον μπαμπά μου, με χρειαζόταν. Από την άλλη όλοι αυτοί οι φίλοι, οι συγγενείς, οι καθηγητές ήταν το κοινό μου και αυτό ήταν πολύ ωραίο και απελευθερωτικό συγχρόνως. Γιατί μέχρι πριν είχα πολλή αγωνία, έπαιζα πάντα σαν να ήταν πρεμιέρα, και, όταν το νευρικό μου σύστημα δεν με υπάκουε, θύμωνα πάρα πολύ, όπως και τώρα. Έμεινα δύο χρόνια και έχω τεράστια χαρά γι’ αυτή την εμπειρία.

Θα ξαναγύριζες ποτέ;
Δεν νιώθω πως έχω φύγει, με την έννοια ότι αγαπώ πολύ την πόλη μου και έχω δεσμούς με αυτή. Δεν είμαι από εκείνους τους ανθρώπους που φεύγουν από τον τόπο τους και δεν έχουν σχέσεις. Πηγαίνω πολύ συχνά. Νομίζω πως θα ξαναπήγαινα και για δουλειά εκεί.

Πώς βλέπεις την κατάσταση των ΔΗΠΕΘΕ με βάση και την  εμπειρία που είχες;
Νομίζω πως ανέκαθεν είχε να κάνει με τα πρόσωπα που διοικούσαν το εκάστοτε ΔΗΠΕΘΕ. Υπήρχαν άνθρωποι που, όταν έπαιρναν το τιμόνι, το ΔΗΠΕΘΕ πήγαινε πολύ καλά. Οπότε δεν έχει σχέση με το θεσμό καθαυτό αλλά με τα πρόσωπα. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι οι συγκεκριμένες θέσεις είναι και πολιτικές. Άρα και αυτό παίζει ρόλο.

 

Ανέφερες πριν ότι το νευρικό σου σύστημα κάποιες φορές δεν σε υπακούει. Σε τι οφείλεται αυτό;
Υπάρχουν φορές που όσο και αν συγκεντρωθείς εσύ πηγαίνεις προς τα εκεί και αυτό κάπου αλλού! Δεν είναι θέμα συγκέντρωσης. Έχει να κάνει με τη στιγμή. Εσύ καθορίζεις την κατάσταση στην οποία θα είσαι και αυτό δεν σε υπακούει. Μπορεί να γεννήσει τέσσερα πρόσωπα μέσα στο ίδιο το έργο και εσένα σε ξαφνιάζει αυτό. Σαν να μην είσαι εσύ. Όμως πολλές φορές το πρόσωπο που πας να συναντήσεις και το έχεις καθορίσει κάπως στις πρόβες δεν σε υπακούει και καλά κάνει γιατί έτσι είναι το νευρικό σύστημα, "ανυπάκουο". Στα έργα υπάρχουν συμπαίκτες. Ό,τι και αν καθορίσεις για το πώς θα ειπωθούν κάποια πράγματα στις πρόβες αυτό δεν ισχύει στην παράσταση γιατί κάποιος συμπαίκτης ή και εσύ ο ίδιος μπορεί να πεις την ίδια ατάκα μ' άλλο τρόπο, οπότε και εσύ πρέπει  να είσαι σε ετοιμότητα, δηλαδή  το νευρικό σου σύστημα να μπορεί να ακούει πολύ καλά για να απαντήσει ανάλογα. Ηθοποιοί και θεατές συμπράττουν σε μια συνενοχή, σ' ένα ζωτικό ψεύδος.Εγώ παίζω στα ψεύτικα ένα έργο, εσύ ως θεατής παρακολουθείς μια ψεύτικη ιστορία, εσύ ψεύτικα πιστεύεις εμένα και παρ’ όλα αυτά το θέατρο έχει γίνει πιο αληθινό από τη ζωή. Γιατί; Επειδή σε αυτή την καθηλωτική κατάσταση της σιωπής συμμετέχουν και οι θεατές και επί δύο ώρες παρακολουθούν αμίλητοι μια ιστορία και ακούν, κάτι σπάνιο. Στις μέρες μας δεν ακούμε κανένα. Στο θέατρο οι θεατές είναι αναγκασμένοι επί δύο ώρες να μη μιλούν, μόνο να ακούν. 

Έπειτα από όλη αυτή τη διαδικασία της παράστασης τι σε χαλαρώνει;
Να ακούσω ωραία μουσική, να διαβάσω ένα ωραίο βιβλίο, να συζητήσω με το γιο μου.

Αν ο γιος σου αποφασίσει να γίνει ηθοποιός;
Δεν θα το ήθελα. Πιστεύω πως το DNA μερικών ανθρώπων καθορίζει και τη μοίρα τους. Ευτυχώς ο Δημήτρης είναι θετικό μυαλό και του αρέσουν όλα αυτά που δεν αρέσουν σε εμένα, οπότε μάλλον δεν θα στραφεί προς τα εκεί. Δεν λέω ότι δεν θα ήθελα να γίνει καλλιτέχνης. Αυτό που πραγματικά με ενδιαφέρει είναι να βρει τη χαρά μέσα από αυτό που θα κάνει στη ζωή του.

DSC_1002.jpg

Η φωτογράφιση για το Texnes-plus έγινε από τον Βαγγέλη Αγγελόπουλο. 

Συνέντευξη Γιώτα Δημητριάδη.

Η Κωνσταντίνα Τάκαλου πρωταγωνιστεί στο Θέατρο Τέχνης και στην παράσταση «Η Eπανένωση της Βόρειας με τη Νότια Κορέα»

 

 

«Μου αρέσουν πολύ οι άνθρωποι και προσπαθώ να είμαι εκεί στη στιγμή και να συνδιαλέγομαι μαζί τους», θα μου πει μεταξύ άλλων η Μαρία Τζάνη λίγες ώρες αφότου έχει μαγέψει μικρούς και μεγάλους στη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης ως Κάθριν Κιούζακ, στην παράσταση «Ο Σέρλοκ Χολμς και το Γαλάζιο Ρουμπίνι». Απόδειξη; Οι λιλιπούτειοι θαυμαστές που αδημονούν, κάνουν σκέρτσα και τα μαγουλάκια τους κοκκινίζουν για μια φωτογραφία μαζί της.

Η Μαρία όμως αυτή την περίοδο βρίσκεται εν μέσω εντατικών προβών και για μια ακόμα φιλόδοξη παραγωγή του Θεάτρου Τέχνης που θα κάνει πρεμιέρα τη νέα χρονιά. Πρόκειται για το «Βικτώρ ή τα παιδιά στην εξουσία» σε σκηνοθεσία της Μαριάννας Κάλμπαρη και μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη. Με αφορμή την επιστροφή της στο «σπίτι» της μίλησε στο texnes-plus, ακούγοντας πάντα τη φωνή της καρδιάς της…

 

mariatzani-texnes-plus5.jpg

Σέρλοκ Χολμς, ένας αγαπημένος ήρωας 

Λατρεύω τον Σέρλοκ Χολμς. Έχω δει τα πάντα! Ό,τι κυκλοφορεί σε σειρά. Όταν μου είπε ο Δημήτρης Δεγαΐτης ότι θα παίξω στην παιδική παράσταση του Θεάτρου Τέχνης σε αυτό το έργο και με τη συγκεκριμένη ομάδα, πραγματικά ενθουσιάστηκα! Πρόκειται για την ιστορία του γαλάζιου ρουμπινιού που έγραψε ο Άρθουρ Κόναν Ντόυλ και διασκεύασε εξαιρετικά η Άνδρη Θεοδότου. Ξεκινήσαμε πρόβες τέλη Αυγούστου και από την πρώτη στιγμή απολάμβανα αυτήν τη συνεργασία.

 

Παιδικό θέατρο

Μου αρέσει πολύ το θέατρο για παιδιά όταν δεν αντιμετωπίζει τα παιδιά ως ένα παιδικό κοινό. Θα χρησιμοποιήσω μια φράση του Βασίλη Κουκαλάνι, που λέει ότι τα έργα του απευθύνονται σε ανθρώπους από έξι χρονών και άνω. Γι' αυτό εκτιμώ τον Δημήτρη Δεγαΐτη και χαίρομαι που συνεργάζομαι φέτος μαζί του, γιατί σκηνοθετεί παραστάσεις για "ανθρώπους" όλων των ηλικιών, αντιμετωπίζοντάς τους  με μεγάλο σεβασμό.

 

mariatzani-texnes-plus6.jpg

Τα παιδία λέει…

Είναι απίστευτα αυτά που μας λένε τα παιδιά. Σε κάποια σκηνή της παράστασης ρωτάω το φίλο μου: «Πού θα με πας;» Εκείνος μου απαντά: «Στο σταθμό του τρένου». Σηκώθηκε λοιπόν ένα κοριτσάκι από την πρώτη σειρά και φώναξε: «Να την πας στη θάλασσα! Στη θάλασσα να την πας!» Το βρήκα τόσο τρυφερό… Προχθές πάλι σηκώθηκε ένα αγοράκι, αλλά δεν άκουσα τι μου είπε. Είναι τόσο αυθόρμητα τα παιδιά. Είναι τόσο ωραίο να τα βλέπεις να αναπνέουν μαζί σου την ώρα που παίζεις στη σκηνή. Είναι ένα δώρο.

Το γιαπί, το πηλοφόρι, το μυστρί και η βλεφαρίδα κάγκελο στις δέκα το πρωί 

Είναι σκληρό να ξεκινά το πρωινό τόσο νωρίς, πολύ σκληρό για τα δεδομένα μου! Να πρέπει στις δέκα να είμαι στη σκηνή με φωνή μετζοσοπράνο και να χορεύω!Παρ’ όλα αυτά με συναρπάζει κιόλας, γιατί, μόλις είναι όλα έτοιμα, ξεκινάμε και αντικρίζω τα μάτια των παιδιών, ξεχνάω τα πάντα! 

 

Οι γυναίκες είναι πονηρές… μάθε το μικρέ μου και μην κλαις

Ήρθε ένας μικρός προχθές και μου είπε: «Δεν σου έμαθαν η μαμά σου και ο μπαμπάς σου να μην κλέβεις;» Του εξήγησα ότι γι’ αυτό το λόγο διηγούμαστε τη συγκεκριμένη ιστορία, για να καταλάβουν όλοι ότι δεν πρέπει να κλέβουν. Όταν στήναμε την παράσταση, συνειδητοποίησα ότι εγώ θα ήμουν η αντιπαθής, η πονηρή γυναίκα που βάζει σε μπελάδες το διευθυντή του ξενοδοχείου. Δεν το άντεξα να μην κερδίζω τη συμπάθεια του κοινού, αλλά προσπάθησα να δικαιολογήσω το χαρακτήρα που κλήθηκα να υποδυθώ. Διαπίστωσα ότι έσφαλε και ότι ήθελε να κάνει τη μεγάλη ζωή. Στα παιδάκια, επειδή η παράσταση έχει πολύ τραγούδι και χορό, όλο αυτό εξισορροπείται κάπως και έτσι δεν υπάρχουν «κακοί» ήρωες.

 

«Βικτώρ ή τα παιδιά στην εξουσία»

Είμαστε σε περίοδο εντατικών προβών και η σκηνοθέτις μας, η Μαριάννα Κάλμπαρη, μας πέρασε από όλους τους ρόλους μέχρι να καταλήξει στη διανομή, η οποία είναι πολύ ιδιαίτερη και χαίρομαι που θα είμαι ένας από τους βασικούς συντελεστές της εν λόγω παράστασης. Είμαι ευτυχής που συνεργάζομαι με αυτούς τους καλλιτέχνες και με τον υπέροχο Σταμάτη Κραουνάκη. Δεν αποκαλύπτω όμως τίποτε άλλο…

 

 

The voice

Το κομμάτι της φωνής με ενδιαφέρει πάρα πολύ και το έχω μελετήσει όλα αυτά τα χρόνια. Το αντιμετωπίζω και λίγο ψυχαναλυτικά. Είναι η φωνή σου. Είναι αυτό βαθιά μέσα σου, σου λέει μια φωνούλα, που σε κάνει να υπάρχεις. Επομένως όσο πιο καλή σχέση έχεις με την εσωτερική σου φωνή και αποδεχτείς τον ήχο σου και τον απόηχο της σκέψης σου τόσο πιο κοντά είσαι στο να κάνεις αυτό είσαι.

 

Μια φωνή βαθιά μέσα μου μου λέει…

Υπομονή, δύναμη και στο δρόμο σου. 

 

Εμπόδια

Νομίζω ότι με δυσκολεύουν τα πάντα. Από τα πρακτικά θέματα που αφορούν το πώς θα πληρώσουμε το ενοίκιό μας μέχρι τις  συνθήκες της δουλειάς μας.Όσο για το θέατρο, προσπαθώ να αποβάλω την άποψη που είχα προτού γίνω ηθοποιός και να αντιμετωπίσω την πραγματικότητα, αλλά με  ενθουσιασμό και ζωντάνια, όπως όταν πρωτοξεκινούσα.

 

Ηθοποιός-τεχνίτης και ενοχή 

Είχα μια τελείως διαφορετική εικόνα στο μυαλό μου. Η άποψή μου για τον κόσμο του θεάτρου βασιζόταν σε αυτά που έβλεπα ως θεατής. Δεν γνώριζα όλα όσα συμβαίνουν πίσω από τη σκηνή. Το «πίσω του θεάτρου» είναι μια δουλειά σκληρή, μια τέχνη, και το προϊόν της είναι αυτό που παράγεις εσύ! Είχα μια φοβερά ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον Βασίλη Παπαβασιλείου.Του ανέφερα λοιπόν ότι, όταν ξεκίνησα στη σχολή, δεν είχα κανένα άγχος, ανέβαινα με αυτοπεποίθηση στη σκηνή. Ενώ όσο περνάνε τα χρόνια αγχώνομαι και αγωνιώ για την τέχνη μου και ο Παπαβασιλείου μου είπε: «Ο τεχνίτης χρειάζεται τρεις ζωές για να μάθει την τέχνη του, γιατί ο ηθοποιός χρειάζεται μία και όσο πιο σύντομη γίνεται;» Αυτό λειτούργησε τόσο απενοχοποιητικά και κάθε φορά σκέφτομαι ότι μαθαίνουμε και προχωράμε. Έχουμε άλλωστε αυτή τη ζωή και άλλες δύο μήπως και βγάλουμε κανένα συμπέρασμα. 

 

 Οι φωτογραφίες του ταξιδιού 

Όλες οι στιγμές μου στο θέατρο είναι για μένα σαν πολύτιμες φωτογραφίες. Έχω και μια μεγάλη αγάπη στη φωτογραφία. Όταν συνεργαζόμουν με τον Κώστα Καζάκο και είχα μαγευτεί, για να αποτυπώσω όλη αυτή την εμπειρία είχα τραβήξει ένα εξάλεπτο βίντεο που ήταν το backstage πριν βγούμε στη σκηνή. 

 

Θέατρο Τέχνης, το σπίτι μου

Έχει ενδιαφέρον να γυρνάς εκεί όπου γαλουχήθηκες καλλιτεχνικά. Εκεί όπου έλαβες τα πρώτα σου καλλιτεχνικά ερεθίσματα και διαμορφώθηκες στα πρώτα σου καλλιτεχνικά βήματα. Είναι τύχη να επιστρέφεις έπειτα από λίγα χρόνια έχοντας αποκτήσει και λίγες ακόμα εμπειρίες, το βλέπεις με άλλο μάτι. 

 

Στο ντιβάνι με την Τζάνη

Αυτές οι εκπομπές προέκυψαν από την ανάγκη μου να γνωρίσω λίγο καλύτερα την ψυχοσύνθεση των ανθρώπων του θεάτρου και των συναδέλφων μου. Μου άρεσε πολύ που επισκεπτόμασταν σπίτια φίλων, ηθοποιών και μιλούσαμε στον καναπέ τους με μια χαλαρή διάθεση.

 

 Μέλλον

Ονειρεύομαι να ζω καλλιτεχνικά.

 

 

mariatzani-texnes-plus1.jpg

Η Μαρία Τζάνη πρωταγωνιστεί στην παιδική παράσταση «Ο Σέρλοκ Χολμς και το Γαλάζιο Ρουμπίνι», στο Θέατρο Τέχνης, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Δεγαΐτη.

 

Από τον Ιανουάριο θα τη δούμε και στο «Βικτώρ ή τα παιδιά στην εξουσία», σε σκηνοθεσία Μαριάννας Κάλμπαρη, πάλι στο ίδιο θέατρο.

 

 

 

Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου. 

Τα ρούχα της παράστασης ,ζελέ για τα μαλλιά...1957 βλέπετε...οδοντόβουρτσα....

palailogos-kamarino.JPG

Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ. α)Ως χώρο β) Με ποιους συναδέλφους. 

Το καμαρίνι των 12 ενόρκων είναι από τα πιο ωραία....και χωροταξικά..ειδικά μετά από τη φετινή αλλαγή!!!

Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου. 

Είναι στο Θέατρο Αλίκη

palaiologos-kamarini.JPG

Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι. 

Στο καμαρίνι του κέντρου πολιτισμού Μείζονος Ελληνισμού έκανα μια συζήτηση για τους 12 ενόρκους και ήταν μάλλον ο προπομπός του να γίνει πράξη η συμμετοχή μου σε αυτή την παράσταση

Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου. 

Κλείνω φώτα και κάνω το σταυρό μου!

 

IMG_9482.JPG

Ο Βασίλης Παλαιολόγος πρωταγωνιστεί στους "12 ενόρκους" στο θέατρο Αλκμήνη σε σκηνοθεσία της Κωνσταντίνας Νικολαΐδη

Οι 12 ένορκοι είναι:

Χριστόδουλος Στυλιανού, Τρύφων Καρατζάς, Θανάσης Κουρλαμπάς, Γιώργος Γιαννόπουλος, Περικλής Λιανός, Βασίλης Παλαιολόγος, Χάρης Μαυρουδής, Μανώλης Ιωνάς, Απόλλων Μπόλλας, Αλέξανδρος Πέρρος, Κωνσταντίνος Μουταφτσής, Αυγουστίνος Κούμουλος

 

Συμμετέχει: Αλέξης Σταυριανός

 Όλες οι ερμηνείες της είναι ακόμη χαραγμένες στη μνήμη μου. Θα αναφέρω χαρακτηριστικά κάποιες από τις τελευταίες, την περσινή της εμφάνιση στο «Όταν ξυπνήσουμε εμείς οι νεκροί», όπου δεν έβγαλε λέξη και όμως δεν μπορούσες να πάρεις τα μάτια σου από πάνω της, το σπαρακτικό μονόλογο της Σόνιας στο «Θείο Βάνια», την αιλουροειδή της κίνηση ως γυναίκα που χάνεται με μια τσάντα στα χέρια στο «Μετατόπιση προς το Ερυθρό», και θα σταματήσω εδώ για λόγους οικονομίας. 

Συναντηθήκαμε με την Αλεξία στο καμαρίνι της στο Θέατρο Ιλίσια, όπου τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά… Πόσο; Πόσο πιθανό είναι να διακόπτεται μια συνέντευξη για να… μαχαιρωθούν οι συμπρωταγωνιστές της παράστασης; «Αλεξία, πάμε να κάνουμε μαχαιρώματα!» ακούγεται η φωνή του Νίκου Ψαρρά και στο μαγνητοφωνάκι πατιέται το Pause. Η παράσταση θα αρχίσει σε λίγο και οι δύο συμπρωταγωνιστές θα θέσουν και πάλι το ερώτημα «Φοβάσαι;» 

 

Η Νάνσυ που υποδύεσαι στο «Φοβάσαι;» πλησιάζει έναν serial killer γιατί, όπως του λέει, γοητεύεται από τα ποιήματά του. Εσύ πώς μπήκες στην ψυχοσύνθεση αυτής της γυναίκας;

Όταν δουλεύω πάνω σε ένα νέο έργο, καταρχήν προσπαθώ να αντιληφθώ τη δομή του κειμένου και στη συνέχεια μελετώ τα πρόσωπα. Αυτό λοιπόν που παρατήρησα διαβάζοντας το έργο του Άνταμ Σάιντελ είναι ότι δεν εστιάζει τόσο στην ψυχοσύνθεση των ηρώων και στους λόγους για τους οποίους έφτασαν στο συγκεκριμένο σημείο με βάση το παρελθόν τους, τα βιώματά τους, τις εμπειρίες τους κ.λπ., αλλά, αντίθετα, επικεντρώνεται στην προσπάθειά  τους να συναντηθούν. Συνειδητοποίησα ότι αυτό που αποκαλύπτει τον πυρήνα του κειμένου είναι το «εδώ και τώρα» των ηρώων και όχι το παρελθόν τους, όπως σε άλλα έργα. Στο «Φοβάσαι;» σκόπιμα ο συγγραφέας δίνει ελάχιστες πληροφορίες για τους δύο βασικούς ήρωες. Συχνά ειπώθηκε από την Έλενα Kαρακούλη στις πρόβες ότι είναι σαν ένα όνειρο και όσο περνά ο καιρός αυτό επιβεβαιώνεται.

 

«Δεν χρειάζεται να φοβάσαι, δεν θα σε πληγώσω». Αυτός είναι ο μεγαλύτερος φόβος στις ανθρώπινες σχέσεις;

Μπορεί να ακούγεται κοινότοπο, αλλά όντως είναι.

 

Σας επισκέφτηκε και είδε την παράσταση ο Άνταμ Σάιντελ, ο συγγραφέας του «Φοβάσαι;» Πώς ήταν η συνάντησή σας;

Ήταν πολύ συγκινητικό που βρισκόταν εδώ. Είναι νέος άνθρωπος, ιδιαίτερα προσιτός, και ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίσαμε το κείμενό του ήταν πολύ κοντά σε αυτό που ήθελε. Έμεινε πολύ παραπάνω από ικανοποιημένος και αυτό μας γέμισε όλους χαρά.

Ο ίδιος λέει για το έργο ότι τον ενδιέφερε να αναδείξει και την πλευρά του θύτη, γιατί μικρός έβλεπε θρίλερ αλλά σε αυτά ποτέ δεν αποκαλυπτόταν σχεδόν τίποτα για τους δολοφόνους…

Ναι, και είναι ωραίο αυτό, γιατί είναι άλλο να προσπαθείς να προσεγγίσεις την ψυχοσύνθεση ενός θύτη και άλλο να προσπαθείς να κατανοήσεις τη λειτουργία του. Γι’ αυτό τα πρόσωπα του έργου δεν είναι μόνο θύτες ή μόνο θύματα. Και με αυτό τον τρόπο αποκαλύπτεται αυτή η σκοτεινή «πλευρά». Μια διάσταση που όλοι έχουμε εν δυνάμει, όχι του δολοφόνου βέβαια αλλά του θύτη.

 

fovasai_newm3.png

«Τα ποιήματά σου είναι ό,τι θα έπρεπε να είναι η ποίηση», του λέει η Νάνσυ. Τι θα έπρεπε να είναι η ποίηση;

Δεν υπάρχουν «πρέπει» στην ποίηση. Όταν ένα έργο τέχνης σε συγκινεί, σου μεταδίδεται κάτι που δεν χωρά σε λέξεις. Η Νάνσυ ισχυρίζεται ότι διαβάζοντας τα ποιήματά του θέλησε να συναντήσει τον Μπιλ. Ίσως γιατί ακόμα και αυτός, ένας κατά συρροήν δολοφόνος, μπροστά στο χαρτί είναι απροστάτευτος. Όπως και στο θέατρο.

 

Έχεις νιώσει απροστάτευτη στο θέατρο;

Βεβαίως, αυτό επιδιώκω, να μην είμαι προστατευμένη.

Όταν οι συνθήκες είναι ιδανικές, κάτι πολύ σπάνιο, αυτό ακριβώς συμβαίνει. Υπάρχει ένα τόσο ισχυρό πλαίσιο, είναι τόσο καλά δομημένα τα πράγματα, που ο ηθοποιός μπορεί να είναι εκτεθειμένος.

 

Το πιο σημαντικό γι’ αυτό είναι οι συνεργάτες;

Ναι, οι άνθρωποι είναι το παν, ωστόσο και το έργο και οι συνθήκες είναι σημαντικά. Δεν είναι αυτός πάντα ο στόχος, «να είμαστε απροστάτευτοι», αλλά είναι ευτυχία όταν συμβαίνει και δεν ξεχνάς αυτές τις πολύτιμες στιγμές.

 

Επομένως να μη σε ρωτήσω αν ονειρεύεσαι ρόλους.

Σαφώς και ονειρεύομαι ρόλους. Παλαιότερα όχι, αλλά τώρα, όσο ενηλικιώνομαι στο θέατρο, βεβαίως και ονειρεύομαι.

 

Για παράδειγμα;

Ντρέπομαι να τους πω, κυρίως του κλασικού ρεπερτορίου. Ένας ηθοποιός, πέρα από το ναρκισσισμό και τη φιλοδοξία που αναπόφευκτα κουβαλά, επιθυμεί να έχει χώρο. Θέλει να έχει υλικό σύνθετο για να μπορεί να προχωρά και να εξελίσσεται.

 

Είχες κάνεις και μια σκηνοθετική απόπειρα με βάση την ποίηση, με το «Είμαι αριστερόχειρ ουσιαστικά» του Μανόλη Αναγνωστάκη. Τι αποκόμισες από αυτή την εμπειρία;

Μου πήρε πολλά χρόνια να καταλάβω τι σημαίνει να είσαι ηθοποιός. Η σκηνοθεσία καταρχήν με βοήθησε σε αυτή την αναζήτηση. Πέρα όμως από αυτό ανήκω σε μια γενιά ηθοποιών που είχαμε την τύχη, λόγω συγκυριών, να έρθουμε σε επαφή με ιδιοφυείς ανθρώπους όσον αφορά τη τέχνη τους, που διέθεταν συγχρόνως μια πνευματικότητα, που πλέον εκλείπει. Παράλληλα είχαμε τη δυνατότητα να κάνουμε πρόβες για μεγάλα διαστήματα. Με λίγα λόγια υπήρχε μια περίοδος μάθησης για τους ηθοποιούς. Υπήρχε το περιθώριο του χρόνου. Σήμερα αυτό σχεδόν δεν υφίσταται. Ανήκω λοιπόν σε μια γενιά που κουβαλά μια γνώση που νιώθω πως πρέπει να μεταδοθεί, να μην πάει χαμένη, να μην αποτελέσει μια ιδιωτική υπόθεση: «Τα κατέκτησα, τα εφαρμόζω σε μια παράσταση, είτε ως ηθοποιός είτε ως σκηνοθέτης, θαυμάστε με!» Οπότε με αυτή τη λογική εγώ δεν σκηνοθετώ, ανταλλάσσω. Ακόμα και ως ηθοποιός αυτό κάνω. Μερικές φορές το διατυπώνω, αν και είναι κάπως σκληρό: «Ας ανταλλάξουμε τις ημιμάθειές μας». Επειδή στην Ελλάδα δεν υπάρχουν σχολές που να σου μεταδίδουν μια μέθοδο, αναγκαστικά οι ηθοποιοί την αποκομίζουμε από παντού. Εγώ όλα αυτά τα λέω «κομματάκια» που φτιάχνουν ένα πάπλωμα, μια κουρελού.

 

Το δικό σου «πάπλωμα» σε ποιους χρωστά τη σύνθεσή του;

Καταλυτική ήταν η επίδραση του Λευτέρη Βογιατζή και του  Ανατόλι Βασίλιεφ. Αυτοί οι δύο με έχουν κυρίως επηρεάσει. Όμως από τις συνεργασίες πάντα παίρνω. Θυμάμαι λοιπόν και τις δημιουργικές συναντήσεις με  όλους τους ανθρώπους που έχω γνωρίσει σκηνικά αυτά τα χρόνια. Τους ευγνωμονώ όλους, σκηνοθέτες και ηθοποιούς.

 

Στη «Μήδεια» του Βασίλιεφ έπαιζες μαζί με την κυρία Λυδία Κονιόρδου. Πώς σου φάνηκε η υπουργοποίησή της;

Είναι μια δύσκολη συγκυρία για τη χώρα σε όλα τα επίπεδα, οπότε οι άνθρωποι που αποφασίζουν να έχουν έναν πιο ενεργό ρόλο   έχουν επίγνωση της ευθύνης τους. Εύχομαι καλή δύναμη, γερές αντοχές και καθαρή σκέψη γιατί είναι μια δύσκολη υπόθεση. 

 

Η Αλεξία Καλτσίκη πρωταγωνιστεί στο "Φοβάσαι;", του Άνταμ Σάιντλ στο Θέατρο Ιλίσια – Βολανάκης

ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΩΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ:

Τετάρτη 21.00

Παρασκευή 22.30

Σάββατο 19.00

Κυριακή 18.00

«Τα νεκρά παιδιά είναι πανάλαφρα• αυτό έμαθα σήμερα».

 

«Εδώ ξεκίνησαν όλα. Από τη θάλασσα ξεκινήσαμε και εκεί θα καταλήξουμε». Αυτά είναι τα πρώτα λόγια που λέει ο Αργύρης Ξάφης ως ψαράς στο παραδείσιο νησί της Λαμπεντούζα. Εκεί όπου η βόρεια Αφρική συναντά την Ιταλία και η μοίρα τον έχει μετατρέψει σε ψαρά ψυχών, να μεταφέρει 350 πτώματα στην παραλία του λαγού.

Σύμφωνα με τη φόρμα του αφηγηματικού θεάτρου που έχει επιλεγεί από τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο για την απόδοση του έργου του Βρετανού Άντερς Λουστγκάρτεν, μας απευθύνει την ιστορία του άλλοτε καθισμένος πάνω στον κορμό του δέντρου και άλλοτε περιπλανώμενος στο κατάλευκο σκηνικό. Έχοντας πάντα κατά νου την απεύθυνση. Λόγος μεστός, ουσιαστικός, ειλικρινής και άμεσος, που προσδίδει στην αφήγησή του μια άκρως ενδιαφέρουσα πνοή. 

Μπορεί ο Στέφανος να μη συναντιέται ποτέ με την Ντενίζ, μια Κινεζοεγγλέζα φοιτήτρια που εργάζεται ως εισπράκτορας δανείων στο Λονδίνο για να εξασφαλίσει τα χρήματα τα οποία χρειάζεται για τις μεταπτυχιακές της σπουδές, ωστόσο ο Αργύρης Ξάφης και η Χαρά-Μάτα Γιαννάτου, αν και ερμηνεύουν δύο παράλληλους μονολόγους και έχουν μία μόνο βλεμματική επαφή στο φινάλε του έργου, ουσιαστικά επικοινωνούν καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης. Σαν να τους συνδέει ένα αόρατο νήμα. 

Η Χαρά-Μάτα Γιαννάτου είναι απόλυτα αφοσιωμένη στο μονόλογό της, με εντυπωσιακές λεπτές κλιμακώσεις που δύσκολα σε αφήνουν ασυγκίνητο.

Δύο ήρωες που προσπαθούν να κρατήσουν απόσταση από την πραγματικότητα της δουλειάς τους, αλλά έρχεται μια στιγμή που αυτό είναι πλέον αδύνατο. Η προσωπική τους εμπλοκή με κάποια άτομα δρα καταλυτικά στη σχέση με την εργασία τους και τον κόσμο που τους περιβάλλει. Έναν κόσμο σκληρό, άγριο, σε όποια χώρα και αν παλεύει κανείς, με έναν κοινό παρονομαστή, το «Ζητείται Ελπίς». 

Υπάρχει όμως; Όπως υποστηρίζει ο Λουστγκάρτεν, μάλλον ναι, γιατί όσο και αν η «Απαισιοδοξία είναι το εθνικό μας σπορ» –και των Ιταλών σύμφωνα με το έργο–, όσο και αν η θάλασσα ξεβράζει άψυχα σώματα, τετραπλάσια στον αριθμό από την περσινή χρονιά, όσο και αν υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν δουλειές τις οποίες κανένας άλλος δεν θέλει, κάπου εκεί έξω υπάρχει μια καλοσύνη που ξαφνιάζει.

Η εικαστική παρέμβαση της Μαγδαληνής Αυγερινού με το λευκό σκηνικό και τους κορμούς των δέντρων συνδιαλέγεται μοναδικά με το κείμενο σε πολλά σημεία, όπως, για παράδειγμα, όταν ο ήρωας μιλά για πνεύμονες και τόσο το σχήμα όσο και οι μικρές αιχμές του ξύλου συνιστούν μια σαφή υπόμνηση στο ανθρώπινο όργανο.

Παράλληλα ολόκληρη η δημιουργία, με την επιλογή τόσο του δέντρου που αποτελεί σαφή αναφορά στις ρίζες μας όσο και των άψυχων κουφαριών που παραπέμπουν στα επιπλέοντα πτώματα, αναδεικνύει την αισθητική της παράστασης.

Στο ίδιο μοτίβο κινείται και η μουσική του Σταύρου Γασπαράτου, που μαζί με τους φωτισμούς του Σάκη Μπιρμπίλη αξιοποιείται  εξαιρετικά από το σκηνοθέτη για τις ομαλές μεταβάσεις και τη συνένωση των δύο ιστοριών.  

 

 Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου.

Τα βαφτικά μου, τα ξεβαφτικά μου, ένα μεγάλο καθρέφτη, φωτογραφίες των αγαπημένων μου ανθρώπων – των γονιών μου και του άντρα μου. Εάν το καμαρίνι είναι δικό μου, το στολίζω με αφίσες που αγαπώ.

 Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ. α) Από άποψη χώρου, β) Με ποιους συναδέλφους.

Από άποψη χώρου το πιο ωραίο καμαρίνι ήταν στο Εθνικό Θέατρο, πριν ανακαινιστεί, όπου υπήρχαν παράθυρα –κάτι που λείπει από τα ελληνικά καμαρίνια– και καναπές. Όσον αφορά τους συναδέλφους, το καμαρίνι που είχαμε στο «Θείο Βάνια», στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας, το οποίο μοιραζόμουν με τη Λυδία Κονιόρδου, τον Νίκο Μαστοράκη, την Όλια Λαζαρίδου και τη Μελίνα Βαμβακά.

 Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου.

Στη Νέα Υόρκη, στο City Center Theater, όπου πήγαμε με τη «Λυσιστράτη» και το Εθνικό Θέατρο, το 2004, σε σκηνοθεσία Κώστα Τσιάνου. Το μόνο μειονέκτημα ήταν ότι δεν επιτρεπόταν το κάπνισμα. Το καμαρίνι είναι το σπίτι του ηθοποιού. Είναι ο πιο προσωπικός του χώρος, δεν μπορείς να απαγορεύσεις το κάπνισμα εκεί. Η ιδανική λύση είναι ο διαχωρισμός σε καμαρίνια καπνιστών και μη καπνιστών.

 

14910385_10210078892876184_4827960886621098204_n.jpg

Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι.

Όταν έπαιζα στην κεντρική σκηνή του θεάτρου της Μτέττυ Αρβανίτη, στο έργο «Των Αγίων Πάντων». Υπήρχε μια σκηνή στην οποία έπρεπε να δείχνω το στήθος μου. Ντρεπόμουν και φοβόμουν πολύ. Στο διάλειμμα ήρθε στο μισοσκόταδο στο καμαρίνι ένας πανέμορφος άντρας, άγνωστος σε μένα, με φίλησε τρυφερά στο στήθος και μου είπε: «Μη φοβάσαι, όλα πάνε καλά». Ήταν ο Δημήτρης Παπαϊωάννου.

Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου.

Λέω στον εαυτό μου: «Προσπάθησε να είσαι ανοιχτή, χαλαρή, να έχει ενέργεια και δύναμη»

 

H Αλεξάνδρα Παντελάκη πρωταγωνιστεί στην παράσταση «H παράλειψη της οικογένειας Κόλεμαν» του Κλαούντιο Τολκατσίρ

Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00

Στο Θέατρο της οδού Κεφαλληνίας/ Β’Σκηνή

Κεφαλληνίας 16-18 Κυψέλη

Πληροφορίες – κρατήσεις : 210 8838727

 

 

 

Ένα από τα ηλιόλουστα πρωινά που ο Νοέμβρης χαρίζει ακόμη απλόχερα στο λεκανοπέδιο ανηφορίζω προς την αγαπημένη θεατρική διασταύρωση των οδών Κεφαλληνίας και Κυκλάδων.
Το ραντεβού μου με τον Αλέξανδρο Μυλωνά και τη Μαρία Ξανθοπουλίδου είναι στις δύο ακριβώς. Αν ακούσει κανείς το πρόγραμμα των δύο καλλιτεχνικών διευθυντών της β΄ σκηνής του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας, θα περιμένει να συναντήσει δύο ανθρώπους τουλάχιστον στρεσαρισμένους, που μόνο όρεξη για συνέντευξη και φωτογράφιση δεν θα έχουν. Ωστόσο η συνάντηση μαζί τους σε διαψεύδει.

Επικοινωνιακοί, χαρούμενοι για το νέο τους ξεκίνημα, με απίστευτη αίσθηση του χιούμορ και αισιόδοξοι για το μέλλον με ξενάγησαν στην αγαπημένη τους γειτονιά, την Κυψέλη. 

 

 

mylonas-texnes-plus.jpg

 Τι σας οδηγήσετε να πάρετε το ρίσκο και να αναλάβετε τη β΄ σκηνή του Θεάτρου Κεφαλληνίας;

Αλέξανδρος Μυλωνάς: Δεν είχα ποτέ ένα δικό μου χώρο, δεν μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό κάτι τέτοιο. Είμαστε φίλοι με τον Βασίλη Πουλαντζά και την Μπέττυ Αρβανίτη, έχουμε πολύ καλή σχέση με τους ανθρώπους αυτού του θεάτρου, έχουμε δουλέψει εδώ πάρα πολλές φορές, οπότε υπάρχει απόλυτη εμπιστοσύνη μεταξύ μας. Δεν βρήκαμε δηλαδή ένα θέατρο και σκεφτήκαμε να το νοικιάσουμε. Το ότι γνωρίζαμε τον Πουλαντζά που ήθελε να αναλάβουμε τη συγκεκριμένη σκηνή αποτελούσε εχέγγυο για μας.

Μαρία Ξανθοπουλίδου: Το θέατρο ήταν διαθέσιμο, είχαμε δουλέψει πολλές φορές σε αυτόν το χώρο, τον αγαπάμε πολύ και μας δόθηκε η ευκαιρία να κάνουμε πράγματα που μας αρέσουν. Να πειραματιστούμε, να εξερευνήσουμε νέους θεατρικούς τρόπους. Έτσι πήραμε το ρίσκο σε μια δύσκολη συγκυρία. Χαιρόμαστε όμως πάρα πολύ που το τολμήσαμε. Μέχρι στιγμής έχουμε ανεβάσει πολύ ωραίες παραστάσεις και ελπίζουμε πως και οι επόμενες συνεργασίες και δουλειές θα είναι εξίσου όμορφες.

mylonas-xanthopoulidou-texnes-plus2.jpg

Με ποια κριτήρια δημιουργήσατε το ρεπερτόριο της φετινής χρονιάς;
Μαρία Ξανθοπουλίδου: Το θέατρο ξεκίνησε με ένα φεστιβάλ χορού και video art, το «Freedom Of Expression» («Ελευθερία της Έκφρασης»), δηλαδή όπως ακριβώς ήθελα. Θεωρώ πολύ σημαντικό να κάνουμε πάντα πράγματα που μας εκφράζουν και μας ενδιαφέρουν, ακόμα και αν αυτό μερικές φορές κοστίζει. Έτσι λοιπόν ξεκίνησε φέτος η συγκεκριμένη προσπάθεια, με αυτό το σκεπτικό. Στόχος μας είναι να προσελκύσουμε περισσότερο κόσμο στο θέατρο. Το ρεπερτόριο στη β΄ σκηνή του Θεάτρου Κεφαλληνίας δεν αποτελείται από ένα ή δύο έργα, από μία ή
δύο παραστάσεις τη χρονιά, αλλά είναι εναλλασσόμενο. Ο προγραμματισμός βασίστηκε σε κάποια κριτήρια, με κυριότερα εξ αυτών να έρχονται στο θέατρο άνθρωποι τους οποίους εκτιμάμε και να ανεβαίνουν έργα που μας αρέσουν. Έχουμε ξεκινήσει με πιο σύγχρονα έργα, με εξαίρεση ίσως τον Όσκαρ Ουάιλντ, αλλά από το Φεβρουάριο θα ασχοληθούμε με πιο κλασικούς συγγραφείς
και μετά το Πάσχα, την τρίτη περίοδο του θεάτρου, θα πειραματιστούμε περισσότερο. Σχεδιάζουμε παραστάσεις που θα παίζονται σε όλους τους χώρους του θεάτρου (στο φουαγιέ, στο μπαρ, στα καμαρίνια), που θα είναι περισσότερο interactive με το κοινό.

mylonas-xanthopoulidou-texnes-plus3.jpg

Το γεγονός ότι αυτό το θέατρο είναι μια μικρή σκηνή τι πλεονεκτήματα και τι μειονεκτήματα έχει για σας, καλλιτεχνικά και εμπορικά; 
Αλέξανδρος Μυλωνάς: Στην παράσταση που κάνουμε τώρα, «Το μαυροπούλι», έχουμε ανακαλύψει ότι σε τούτο το μικρό θεατράκι μπορούμε να μιλήσουμε χαμηλόφωνα και να ακουστούμε κανονικά, κάτι πολύ ωραίο. Επίσης, αν σε μια παράσταση δεν είναι μεγάλη η προσέλευση του κοινού, αυτό δεν γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό καθώς ο χώρος είναι περιορισμένος.

mylonas-xanthopoulidou-texnes-plus4.jpg

Όσον αφορά «Το μαυροπούλι», πώς είναι να αλλάζει στέγη μια παράσταση;
Αλέξανδρος Μυλωνάς: Νομίζω πως αυτή τη φορά η παράσταση είναι καλύτερη. Αν αφήνεις κάτι και το ξαναπιάνεις έπειτα από καιρό, ανακαλύπτεις πράγματα που δεν είχες εντοπίσει την πρώτη φορά. Αυτό πιστεύω πως συμβαίνει με το «Μαυροπούλι». Θεωρώ πως τώρα είμαστε καλύτεροι. Σε αυτό βοηθά και το σκηνικό, ο μικρός χώρος. Πολλοί μου έχουν πει, και ο σκηνοθέτης και ο σκηνογράφος, ότι είναι καλύτερα εδώ, ότι ταιριάζει καλύτερα το συγκεκριμένο έργο σε ένα χώρο λίγο πιο κοσμοφοβικό.

mylonas-xanthopoulidou-texnes-plus5.jpg

Υπάρχει κάτι που σας δυσκόλεψε σε αυτόν το ρόλο;
Αλέξανδρος Μυλωνάς: Ναι, και εξακολουθεί να με δυσκολεύει. Είναι ένας δύσκολος ρόλος. Μερικές φορές, επειδή αυτά που συμβαίνουν είναι πολύ σοβαρά, σχεδόν τραγικά, είναι εύκολο για μένα να οδηγηθώ σε μια αυτολύπηση που δεν είναι καθόλου καλή για το ρόλο. Ή σε μια συναισθηματική κατάσταση που χρειάζεται  πολλή προσοχή ώστε να μη γίνει μελό. Είναι δύσκολο. Από την άλλη, δεν πρέπει να είσαι και αναίσθητος, να αποφύγεις εντελώς το μελό. Είναι απαιτητικό έργο, καθώς επιβάλλεται να διατηρηθούν οι ισορροπίες. Κάποιες βραδιές η παράσταση είναι πολύ καλή και άλλες βραδιές έχω την αίσθηση πως το αποτέλεσμα δεν είναι το επιθυμητό.

mylonas-xanthopoulidou-texnes-plus6.jpg

IMG_9230.jpg

Πώς διαχειριστήκατε τον ήρωα τον οποίο υποδύεστε, έναν άνθρωπο που έκανε τη συγκεκριμένη πράξη, ένα «βιαστή»;
Αλέξανδρος Μυλωνάς: Δεν είναι ακριβώς βιαστής. Βιαστής θεωρείται εξαιτίας της ηλικίας της κοπέλας. Επισήμως η πράξη του θεωρείται βιασμός, μολονότι το παιδί ίσως ήθελε, ίσως συμφωνούσε, επειδή ήταν δώδεκα ετών. Μιλώντας προσωπικά, επειδή είμαι και πατέρας, εγώ δεν θα τολμούσα κάτι ανάλογο. Αφενός θα έκανα κακό στο παιδί, αφετέρου θα φοβόμουν ότι θα πάω φυλακή. Έχω αυτό τον ενδοιασμό, αυτή τη δικλίδα ασφαλείας, που με συγκρατεί ώστε να μην κάνω κάτι τέτοιο. Ο ήρωας προφανώς δεν είχε ενδοιασμούς, οπότε εύλογα κατέληξε στη φυλακή, διότι τέτοιες πράξεις αξίζουν την τιμωρία και δεν πρέπει να υπάρχουν εξαιρέσεις. Από την άλλη, τον καταλαβαίνω κιόλας. Ένα μικρό κοριτσάκι τού την έπεσε, τον ήθελε και εκείνος υπέκυψε. Δεν ήταν παιδεραστής εξ συστήματος και κατά βούληση. Υποτίθεται, με βάση το κείμενο, ότι μόνο μία φορά έκανε κάτι τέτοιο. Οπότε, απαράδεκτο μεν, κατανοητό δε.

mylonas-xanthopoulidou-texnes-plus8.jpg

Σε αυτό νομίζω πως συνίσταται και η επιτυχία της παράστασης. Κατανοείς και τις δύο πλευρές.
Αλέξανδρος Μυλωνάς: Ακριβώς. Γι’ αυτό είναι ωραίο έργο. Προβληματίζει και προκαλεί συζήτηση μετά.  

mylonas-xanthopoulidou-texnes-plus9.jpg

 

Πώς αντιδρά το κοινό;
Αλέξανδρος Μυλωνάς: Το κοινό είναι τελείως σιωπηλό καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, επικρατεί απόλυτη ησυχία. Αυτό  σημαίνει ότι παρακολουθούν το έργο, ότι δεν βαριούνται. Με όσους έχω μιλήσει μου είπαν ότι τους άρεσε πολύ, ότι το βρήκαν πολύ δυνατό, πολύ σοκαριστικό.

Αισθάνεστε πως με το συγκεκριμένο ρόλο έχετε μπει σε μια άλλη φάση της καλλιτεχνικής σας διαδρομής;
Αλέξανδρος Μυλωνάς: Ναι, το αισθάνομαι συχνά. Όντως ο ρόλος αυτός είναι μια πρόκληση, οπότε αυτό είναι καλό, είναι ένα βήμα μπροστά. 

mylonas-xanthopoulidou-texnes-plus10.jpg

Μαζί όμως συνεργάζεστε και εκτός του Θεάτρου Κεφαλληνίας, συγκεκριμένα στο Θέατρο Τέχνης…
Μαρία Ξανθοπουλίδου: Ναι, πρόκειται για τη «Σονάτα του Κρόιτσερ» του Τολστόι. Το βασικό θέμα του έργου είναι πού μπορεί να οδηγήσει ένα πάθος. Πρόκειται για ένα θέμα παμπάλαιο. Είναι σχεδόν μια ιστορία με αρχέτυπα: ο άντρας ζηλεύει παράφορα τη γυναίκα του και όλο αυτό καταλήγει σε ένα φόνο. Καταλυτικό ρόλο παίζουν η ψυχοσύνθεση του χαρακτήρα, τα συναισθήματά του, οι διεργασίες που γίνονται στο μυαλό και στην ψυχή του και είναι τόσο έντονες ώστε παρασύρεται σε ένα πάθος και σχεδόν παρανοεί. Στη σχέση του με τη γυναίκα του παρεμβάλλεται ένα τρίτο πρόσωπο. Επίσης αυτό που προκύπτει από την ανάγνωση του συγκεκριμένου έργου είναι ότι συχνά ο άνθρωπος βρίσκεται αντιμέτωπος με ό,τι φοβάται. Ο ήρωάς μας εν προκειμένω φοβάται να μη χάσει τη γυναίκα του εξαιτίας του μεγάλου του πάθους – μιλάμε βέβαια για εποχή στην οποία οι άντρες θεωρούσαν τη γυναίκα ιδιοκτησία τους. Ο φόβος λοιπόν τον ωθεί, κατά την άποψή μου, να επινοήσει μια ιστορία για το τι θα συμβεί ανάμεσα στη γυναίκα του και στον άνθρωπο με τον οποίο έπαιζαν μαζί μουσική, το τρίτο πρόσωπο που μπαίνει στη ζωή τους. Ο φόβος διογκώνεται μέσα του, δεν καταφέρνει να τον τιθασεύσει, να απαλλαγεί από αυτόν και να ελευθερωθεί…

Αλέξανδρος Μυλωνάς: Ο ήρωάς μας αντιπροσωπεύει το κλασικό πρότυπο του άντρα, που διαχωρίζει το σεξ από την αγάπη. Ποθεί τη γυναίκα του, αλλά συνάμα υποφέρει. Λέει χαρακτηριστικά: «Πώς είναι δυνατόν να ποθείς μέσα στη νύχτα αυτή που τη μέρα δεν μπορείς να τη βλέπεις ούτε για μια στιγμή;» Τη θεωρεί κτήμα του, ωστόσο, όταν εμφανίζεται το τρίτο πρόσωπο, που τελικά γίνεται εραστής της γυναίκας, το ενδιαφέρον είναι ότι κατά κάποιο τρόπο ωθεί τα πράγματα ώστε να συμβεί αυτό. Κάποια στιγμή το τρίτο πρόσωπο επισκέπτεται το σύζυγο, αναπάντεχα, καθώς είναι γνωστοί από παλιά. Κάθονται μαζί, συζητούν και, ενώ ετοιμάζεται να φύγει, ο σύζυγος του λέει ότι πρέπει να του γνωρίσει τη γυναίκα του. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ξέρει ότι μπορεί να συμβεί κάτι μεταξύ τους, διότι η γυναίκα του είναι σε μια φάση που φλερτάρει.

Μαρία Ξανθοπουλίδου: Έχει κάνει πέντε παιδιά, έχει παντρευτεί σε πολύ μικρή ηλικία και πλέον θέλει να ζήσει.

mylonas-xanthopoulidou-texnes-plus11.jpg

Αναφέρατε ότι ο ήρωας είναι ένας άνθρωπος που διαχωρίζει το σεξ από την αγάπη. Εσείς το κάνετε αυτό;   
Αλέξανδρος Μυλωνάς: Ναι, πολύ συχνά τα διαχωρίζω. Η διαφορά ανάμεσα στο σεξ και στην αγάπη είναι φυσικά αυτονόητη, αλλά φαντάζομαι πως το ιδεώδες είναι η γυναίκα που αγαπάς να είναι και αυτή η οποία σε διεγείρει σεξουαλικά. Αυτό συνήθως δεν συμβαίνει. Μάλιστα, τη γυναίκα σου δεν μπορείς να τη θέλεις και σεξουαλικά. Τη βλέπεις σαν αδελφή σου, σαν το φιλαράκι σου. Ενίοτε ίσως τη βαριέσαι κιόλας.

Μαρία Ξανθοπουλίδου: Στον ήρωά μας δεν συμβαίνει αυτό. Τη γυναίκα του εξακολουθεί να τη θέλει ερωτικά.

Αλέξανδρος Μυλωνάς: Ναι, σωστά, εξακολουθεί να τη θέλει ερωτικά, παρόλο που δεν την αγαπά. Αυτή τον έχει βαρεθεί έπειτα από κάποια χρόνια γάμου και πέντε παιδιά. Αυτό προφανώς σημαίνει ότι εκείνος δεν είναι πολύ καλός σύζυγος.

mylonas-xanthopoulidou-texnes-plus12.jpg

Όταν είστε σε μια δουλειά και βρίσκεστε σε διαδικασία προβών όπως τώρα και υπάρχουν ακόμα και διαφωνίες, τι γίνεται; Υπερισχύει η γνώμη του σκηνοθέτη;
Αλέξανδρος Μυλωνάς: Όντως υπερισχύει η γνώμη του σκηνοθέτη, οπότε ακολουθώ αυτό που μου λέει.

Μαρία Ξανθοπουλίδου: Στη συγκεκριμένη περίπτωση η σκηνοθέτις είναι πάρα πολύ ανοιχτή στο να ακούει τι λένε οι συνεργάτες και οι ηθοποιοί και, επειδή έχει στο μυαλό της μια γενικότερη εικόνα της παράστασης, αλλά και των ανθρώπων με τους οποίους δουλεύει μαζί, το να κάνει μια παράσταση σημαίνει ένα πάρε δώσε όσων εμπλέκονται σε αυτή. Τα πράγματα γίνονται έτσι όπως πρέπει να γίνουν, δεν υπερισχύει κάτι.

Φαντάζομαι, κύριε Μυλωνά, πως σας αναζωογονεί και καλλιτεχνικά το να συναναστρέφεστε νεότερους ανθρώπους και να δημιουργείτε μαζί τους.
Αλέξανδρος Μυλωνάς: Γενικά μου αρέσει να κάνω παρέα με νεότερους ανθρώπους. Όταν, για παράδειγμα, είμαστε σε περιοδεία και μετά την παράσταση πηγαίνουμε σε κάποια ταβέρνα, προτιμώ να κάθομαι με τους νέους.

mylonas-xanthopoulidou-texnes-plus13.jpg

Σύμφωνα με τις έρευνες, τα ζευγάρια κινδυνεύουν από τον ανταγωνισμό. Εσείς που κινείστε στον ίδιο επαγγελματικό χώρο πώς τα καταφέρνετε και συντηρείτε τη σχέση σας;
Αλέξανδρος Μυλωνάς: Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Αν κάνει μια επιτυχία η Μαρία, χαίρομαι πολύ. Αν ήταν ηθοποιός και της τύχαιναν καταπληκτικές δουλειές, ίσως να ζήλευα. Δεν είναι όμως. Είναι σκηνοθέτις. Παρόλο που και εγώ έχω ασχοληθεί με τη σκηνοθεσία, πλέον έχω κουραστεί, το θεωρώ πολύ δύσκολο, δεν μπορώ να έχω την ευθύνη πολλών ανθρώπων. Δεν μπορώ πια να το κάνω αυτό.

Μαρία Ξανθοπουλίδου: Όταν αγαπάς τον άνθρωπο με τον οποίο είσαι μαζί, δεν μπορείς να ζηλεύεις.

 

IMG_9314.jpg

Φωτογράφιση* για το Texnes-plus Κοσμάς Ινιωτάκης.

Ο Αλέξανδρος Μυλωνάς πρωταγωνιστεί στο «Μαυροπούλι» στη β' σκηνή του Θεάτρου οδού Κεφαλληνίας.

Η Μαρία Ξανθοπουλίδου θα σκηνοθετήσει τη «Σονάτα του Κρόιτσερ» του Τολστόι στο Θέατρο Τέχνης.

Ο Αλέξανδρος Μυλωνάς από τέλη Δεκεμβρίου θα πρωταγωνιστεί και στον «Αύγουστο» σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη στο Θέατρο Χόρν.

 *Η φωτογράφιση έγινε στο Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας, στην Αγορά της Κυψέλης και στην έκθεση " On Elite Now" (επιμέλεια εικαστικού Αντωνάκη) στα πλαίσια των έξι εβδομάδων με τίτλο "Η  ΑΓΟΡΑ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ ΣΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ" τη διαχείριση της Αγοράς έχει η Αντιδημαρχία της Κοινωνίας των Πολιτών και το συνΑθηνά του δήμου Αθηναίων. Τέλος φωτογράφιση έγινε και στο εστιατόριο "Οι νοστιμιές της Μαίρης", Ύδρας 2, πλατεία Αγ. Γεωργίου.

Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου. 

Τα ρούχα του ρόλου. Μαύρη σοκολάτα. Σημειωματάριο. 

Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ. 

α)Ως χώρο Στο ίδρυμα μείζονος ελληνισμού

β) Με ποιους συναδέλφους. 

Στον θέατρο Αλίκη, με την Αλεξάνδρα Ούστα. 

15032630_10154537673241224_1662693464_n.jpg

Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου. 

Είχα μπει φευγαλέα πριν πολλά χρόνια στο καμαρίνι του Φασουλή στο Χορν. 

15032485_10154537672561224_776163111_n.jpg

 Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι. 

Στην πρώτη μου επαγγελματική παράσταση, όσο ήμουν στο β' έτος του Τέχνης, όταν οι περισσότεροι συμμαθητές μου ήρθαν στο καμαρίνι μου στη πρεμιέρα του " Χαίρε Νύμφη" για να μου ευχηθούν καλή επιτυχία.

 Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου. 

Αν ο Ηλίας (Βαλάσης ), μου έδωσε τελικά το σκηνικό αντικείμενο που χρησιμοποιούμε στην παράσταση. Και πως το όνειρο μου έχει γίνει πραγματικότητα.

15050298_10154537672356224_321385808_n.jpg

Η Ντάνη πρωταγωνιστεί στον "Άγριο Σπόρο" που συνεχίζεται για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο Επί Κολωνώ. 

 «Βγήκα στο δρόμο δακρυσμένος όταν άκουσα τα παιδιά να τραγουδούν μετά το έργο το ρεφρέν του ομώνυμου τραγουδιού», θα μου πει όταν θα τον ρωτήσω για τις παιδικές παραστάσεις «Είστε και φαίνεστε» και «Βάσος και Βιβή» που σκηνοθετεί αυτή την περίοδο στο Θέατρο Τζένη Καρέζη. Ίσως σε αυτή του την ευαισθησία να κρύβεται το μυστικό της επιτυχίας τους, αφού έχουν γοητεύσει παιδιά κάθε ηλικίας τα οποία κάνουν ουρές στην οδό Ακαδημίας κάθε Κυριακή για να τις απολαύσουν.

Ο Γιώργος Παλούμπης εκτός από εξαιρετικός σκηνοθέτης είναι και ένας καταπληκτικός δάσκαλος υποκριτικής, ιδιαίτερα αγαπητός στους μαθητές του στο Θέατρο Τέχνης αλλά και σε όσους παρακολουθούν τα σεμινάρια που πραγματοποιεί. Περπατήσαμε μαζί σε μια όμορφη γειτονιά της Αθήνας και τον γνωρίσαμε λίγο καλύτερα…

 

Το μπλέξιμο με το θέατρο και τη σκηνοθεσία

Οι πρώτες μου επαφές με το θέατρο, οι ουσιαστικές, ήταν στις αρχές της δεκαετίας του ’90, που ως εκστασιασμένος θεατής ανακάλυπτα αυτό που τελικά ήθελα να κάνω στη ζωή μου: θέατρο. Μπλέχτηκα με ερασιτεχνικές και φοιτητικές παραστάσεις στις οποίες έπαιζα και στον ελεύθερο χρόνο μου ασχολιόμουν συνέχεια με κείμενα, παραστάσεις, ηθοποιούς, ταινίες κ.λπ. Αφού πήρα το πτυχίο μου στην ψυχολογία, ολοκλήρωσα το μεταπτυχιακό μου στην ψυχολογική αξιολόγηση σε οργανισμούς, έκανα τη θητεία μου στο Ναυτικό και εργάστηκα σε κάποιο γραφείο για δύο χρόνια, μπλέχτηκα κάπως συμπτωματικά με το Επί Κολωνώ (1999). Έχοντας παίξει ερασιτεχνικά, σκηνοθετήσει και μεταφράσει, ήξερα πλέον ότι η θεατρική παράσταση με ενδιέφερε σφαιρικά και συνολικά. Αυτό που με γοήτευε και με προσελκύει περισσότερο είναι οι ιστορίες καθαυτές και το πώς θα παρουσιαστούν με τον καλύτερο τρόπο. Έτσι έβλεπα τον εαυτό μου εκτός σκηνής, να καθοδηγώ όσους κινούνταν σε αυτή. Ανέκαθεν με συνάρπαζε το πώς «εξελίσσεται το επί σκηνής υλικό» στη διάρκεια των προβών και τελικά ζωντανεύει μπροστά στα μάτια μας μια ιστορία που μπορεί να επαναλαμβάνεται κάθε μέρα για να την παρακολουθούν θεατές. Είναι απλά μαγευτικό. Έτσι το βλέπω εγώ. Για άλλους ίσως να μη σημαίνει τίποτα. Για μένα σημαίνει. Μέσα από το Επί Κολωνώ –την Ομάδα ΝΑΜΑ– είχα τις πρώτες μου ευκαιρίες να κάνω και επαγγελματικά πλέον αυτή τη δουλειά. Και, εφόσον οι σπουδές μου δεν ήταν στον τομέα του θεάτρου, έπρεπε να πείσω πολύ κόσμο ότι αξίζει τον κόπο να αφιερώσω τον εαυτό μου σε αυτό. Δεν ήταν εύκολο.

 

paloumbis-texnes-plus2.jpg

Από πού αρχίζει να ξετυλίγεται το νήμα…

Από το κείμενο. Από την ιστορία. Αν μου αρέσει, αν την κατανοώ, αν με συναρπάζει, αν μου λέει κάτι. Και φυσικά από τους ηθοποιούς. Να τους εντάξω στην ιστορία, να τους ταξιδέψω σε αυτή. Να αντιληφθούμε τι συμβαίνει στο έργο. Να εντοπίσουμε τις προθέσεις των χαρακτήρων και τα εμπόδια που συναντούν. Να αποκρυπτογραφήσουμε τις συγκρούσεις τους. Στη συνέχεια περνάμε στην πράξη, πειραματιζόμαστε. Στόχος μας και πάλι είναι να καταλάβουμε τι συμβαίνει. Από αυτή τη ζύμωση διαμορφώνονται οι σκηνές μιας παράστασης. Πιστεύω πως κάθε δουλειά είναι το πάντρεμα μιας ιστορίας και κάποιων ηθοποιών. Αν το ίδιο έργο δουλευτεί από την αρχή με άλλους ηθοποιούς, ενδέχεται να προκύψει ένα τελείως διαφορετικό αποτέλεσμα.

 

paloumbis-texnes-plus3.jpg

Έργο vs ηθοποιοί 

Έχω αρνηθεί δουλειές γιατί δεν με ικανοποιούσαν είτε το έργο είτε η επιλογή των ηθοποιών (όταν είχαν για διάφορους λόγους προεπιλεγεί). Έχω όμως δεχτεί και δουλειές στις οποίες δεν με ικανοποιούσαν ούτε το έργο ούτε οι ηθοποιοί και δεν έχω περάσει καλά. Ωστόσο δεν μπορείς να λες πάντα όχι… Υπάρχει λοιπόν και ένας τρίτος παράγοντας, ο οικονομικός… Το ιδανικό φυσικά είναι να δουλεύω με καλούς ανθρώπους (αυτό με ιντριγκάρει!), που να είναι και ενδιαφέροντες καλλιτέχνες (επίσης!), και να έχουμε στα χέρια μας ένα καλό έργο (ευτυχισμένος!). Αν αυτή η δουλειά εξασφαλίζει και κάποια χρήματα, θα την προτιμήσω από οποιαδήποτε άλλη (που ίσως εξασφαλίζει περισσότερα).

 

Κείμενα και συγγραφείς

Ναι, θα με ιντρίγκαραν ο Μάμετ, ο Πίντερ, ο Τσέχοφ, ο ΜακΝτόνα, ο Ντένις Κέλι, ο Ίψεν, ο Τ. Γουίλιαμς και πολλοί άλλοι τέτοιοι ωραίοι τύποι, αλλά, να σου πω την αλήθεια, θα ήθελα να καταπιάνομαι με πολύ καινούργια κείμενα, ειδικά Ελλήνων. Και αυτό το λέω επειδή, όπως και να το κάνουμε, αυτό που ζούμε όλοι εμείς εδώ (στην Ελλάδα) σήμερα είναι μοναδικό και ιδιαίτερο σε ό,τι αφορά την αίσθηση, τα συναισθήματα, τις συγκρουσιακές καταστάσεις κ.λπ. Με ενδιαφέρουν λοιπόν κείμενα που βασίζονται σε όλα αυτά. Και δεν μιλώ για έργα που πραγματεύονται την οικονομική κρίση (τα οποία δεν θα απέκλεια), αλλά για οποιοδήποτε υλικό (αρκεί να είναι καλό…), οτιδήποτε προκύπτει  από αυτό το καζάνι που βράζει.

 

paloumbis-texnes-plus4.jpg

Πυρ και μανία εν ώρα εργασίας

Γενικά μένω μέσα στα ρούχα μου. Πολλές φορές με το κόστος να κρατάω «πράμα» μέσα μου και να μου γίνεται το στομάχι κόμπος. Γιατί; Έτσι είμαι. Δεν πολυφωνάζω, δεν τα πολυπαίρνω, διατηρώ την ψυχραιμία μου και δεν σταματώ να δουλεύω. Δεν αντέχω όταν ορισμένοι θεωρούν αυτή τη στάση μαλθακή και άβουλη. Ειδικά οι ανασφαλείς τύποι που έχουν συνηθίσει να λειτουργούν με ένα βούρδουλα πάνω από το κεφάλι τους. Αυτοί λοιπόν να πάνε με τους ομοίους τους και εγώ με αυτούς που ταιριάζω. Είναι απλό. Δεν μπορώ επίσης και αυτούς που, ακριβώς επειδή δεν κανιβαλίζω ηθοποιούς, αρχίζουν να τεμπελιάζουν και δεν θεωρούν αυτονόητο ότι δουλεύουμε και χωρίς να τσιτώνουμε και να ουρλιάζουμε. Δεν αντέχω τους εγωκεντρισμούς που εμφανίζονται με τη μορφή μιας δήθεν ανασφάλειας και έχουν ως στόχο να τραβήξουν την προσοχή (για απύθμενους προφανώς λόγους που δεν με αφορούν). Δεν μπορώ όταν δεν είναι η παράσταση και η ομαδική δουλειά πάνω από όλα και αναφύονται διάφορα μεγεθυμένα «εγώ» που αδυνατούν να αντιληφθούν τα όρια τα οποία έχουν καθοριστεί –χωρίς να ειπωθούν– από ένα σύνολο ανθρώπων. Με χαλάνε οι τσάμπα υστερίες (από πολύ άγχος προφανώς) που διαταράσσουν ένα καλό κλίμα. Θες κι άλλα;

 

Θέατρο για παιδιά – Συντεχνία του Γέλιου

Τις δύο παραστάσεις στις οποίες δούλεψα με τη Συντεχνία του Γέλιου τις αγαπώ πολύ. Χαρά Θεού. Καλά κείμενα, καλοί συνεργάτες, δημιουργικότητα και γέλιο. Και φυσικά εξαιρετικές προθέσεις σε ό,τι αφορά το παιδί-θεατή. Ρεαλιστικές ιστορίες στις οποίες πρωταγωνιστές είναι παιδιά (που τα υποδύονται ενήλικες ηθοποιοί) και στις οποίες ο κόσμος αποκαλύπτεται και αποκωδικοποιείται μέσα από τα μάτια τους. Τα συμπεράσματα για μια καλύτερη ζωή βγαίνουν αβίαστα από τα γεγονότα και οι λύσεις προκύπτουν πάντα από τη συλλογικότητα και τη φιλία. Είναι έργα που κάνουν τους μεγάλους να ακούσουν το καθαρό κριτήριο των παιδιών και τα παιδιά να βγάλουν συμπεράσματα για τον κόσμο. 

 

paloumbis-texnes-plus5.jpg

«Είστε και φαίνεστε». Το bulling έγινε της μόδας τελευταία, αλλά ο σχολικός εκφοβισμός όχι.

Στο «Είστε και φαίνεστε» ο σχολικός εκφοβισμός δεν αντιμετωπίζεται ως αποτέλεσμα σκοτεινών ψυχολογικών διεργασιών. Η ρίζα του εντοπίζεται στις κοινωνικές δομές, και συγκεκριμένα στο ανεπαρκές εκπαιδευτικό σύστημα. Τα παιδιά στο τέλος του έργου εμψυχώνουν και το δάσκαλο και όλοι μαζί, εν είδει παιχνιδιού, αρχίζουν να ανακαλύπτουν ένα νέο εκπαιδευτικό μοντέλο που στοχεύει στο να μαθαίνεις την ίδια τη ζωή και όχι μόνο γράμματα και αριθμούς.

 

paloumbis-texnes-plus6.jpg

«Βάσος και Βιβή»: μια κωμωδία για τη φιλία

Απλά μιλάμε για τη δύναμη της φιλίας και για το πώς το «μαζί» οδηγεί σε πιο όμορφα και δημιουργικά μονοπάτια. Ο Βάσος, η Βιβή και ο Λοΐζος εκπλήσσονται από τους συναρπαστικούς κόσμους που μπορούν να φανταστούν και να παίξουν μέσα σε αυτούς και εκπλήσσουν τους γονείς τους με το πώς αφήνουν πίσω τη βία, τις καχυποψίες και τους φόβους όταν συνεργάζονται και δρουν μαζί.

 

paloumbis-texnes-plus7.jpg

Μπαμπάς σκηνοθέτης

Σίγουρα, όταν δουλεύω αυτές τις ιστορίες, έχω άμεσες αναφορές στο γιο μου. Όμως όσο μεγαλώνει (είναι μόνο τεσσάρων ετών) θα είναι πιο έντονη η αναφορά. Η συμπεριφορά του θα αρχίζει να ταυτίζεται όλο και πιο πολύ με αυτή των ηρώων τέτοιων έργων (ήδη το διακρίνω) και ίσως θα αισθάνομαι πιο έντονα την ευθύνη να έχουν οι παραστάσεις μεγαλύτερο αντίκτυπο στα παιδιά.

 

Μια παιδική φωνούλα…

Το «Είστε και φαίνεστε» είναι η πρώτη παιδική παράσταση που σκηνοθέτησα (συν-σκηνοθέτησα με Β. Κουκαλάνι). Στην πρώτη πρώτη παράσταση, την οποία παρακολούθησαν μαθητές, θυμάμαι τα παιδιά να τραγουδούν μετά το έργο το ρεφρέν του ομώνυμου (χιπ χοπ) τραγουδιού (του Φοίβου Δεληβοριά) το ένα στο άλλο και βγήκα στο δρόμο δακρυσμένος. Συνειδητοποίησα ότι τους άρεσε και ότι κατάλαβαν τι λέει το έργο. Στο «Βάσος και Βιβή» ακούσαμε μια φωνούλα μετά το πρώτο δεκάλεπτο να λέει «Οχ! Ωραίο είναι…!» Τι άλλο θες…

 

Επόμενα επαγγελματικά σχέδια

Θα σκηνοθετήσω ένα καινούργιο κείμενο με τον τίτλο «Χαρτοπόλεμος» του Βαγγέλη Ρωμνιού στο Studio Ιλίσσια Βολανάκης το Μάιο. Πρόκειται για ένα έργο που αποτελεί αιχμηρό σχόλιο στη χαμένη γενιά των σημερινών εικοσάρηδων,  τριαντάρηδων. Έχει χιούμορ, αλλά πιο πολύ το λες ψυχολογικό θρίλερ. Συνεχίζω να διδάσκω στο Θέατρο Τέχνης και σε κάποια εργαστήρια. Με ένα από αυτά –του Πολιτιστικού Συλλόγου Πύρνα– θα ανεβάσουμε μια παράσταση με κείμενα που έγραψαν οι ίδιοι οι συμμετέχοντες στα οποία έκανα γενική επιμέλεια και με χαρά θα σκηνοθετήσω. Για αργότερα, ίδωμεν.

paloumbis-texnes-plus8.jpg

Φωτογράφιση για το Texnes-plus Κοσμάς Ινιωτάκης 

 Ο Γιώργος Παλούμπης σκηνοθετεί στο Θέατρο Τζένη Καρέζη το «Είστε και φαίνεστε» και το «Βάσος και Βιβή» 

 

 

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

Ροή Ειδήσεων

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία