Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Είδα την Οικογένεια Μπες-Βγες

Πρώτη δημοσιέυση στο texnes-plus.blogspot στις 25/3/16

Τα λογοτεχνικά κείμενα συχνά διασκευάζονται και μεταφέρονται στη σκηνή του θεάτρου. Σε αυτή την περίπτωση δύο τινά μπορούν να συμβούν: είτε να γνωρίζει ο θεατής το κείμενο εκ των προτέρων και να το ανακαλέσει με τη δημιουργική του φαντασία στη διάρκεια της παράστασης είτε να μην το έχει διαβάσει και εν είδει tabula rasa να έρθει σε επαφή με αυτό μέσω της αντίληψης και της εμπειρίας που θα έχει.

 

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, παρόλο που το διήγημα του Γιάννη Ξανθούλη «Οικογένεια Μπες-Βγες» κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1982, δεν το είχα διαβάσει. Το γνώρισα, για καλή μου τύχη, μέσα από τη δουλειά της εξαιρετικής θεατρικής ομάδας 4Frontal, που είχε ήδη κερδίσει την εμπιστοσύνη μου με τον «Μουνή» της Λένας Κιτσοπούλου στο Θέατρο του Νέου Κόσμου.

 

Η υπόθεση

Στο παλιό αρχοντικό της οδού Αλφόνσου Πίπερμαν η ήρεμη ζωή της ζάμπλουτης οικογένειας Πουστοδούλου, που εμπορεύεται τα προφυλακτικά ΜΠΕΣ-ΒΓΕΣ, αναστατώνεται από τις συνεχείς απώλειες των μελών της. Όταν η πεντάχρονη Σίσυ, η νόμιμη κληρονόμος της αμύθητης περιουσίας, αντιλαμβάνεται ότι κινδυνεύει, αποφασίζει να αναλάβει δράση και να αποκαλύψει το καλά κρυμμένο μυστικό. Κανένας όμως δεν ξέρει το δικό της μυστικό. Η Σίσυ μεγαλώνει με εκατονταπλάσια ταχύτητα από το κανονικό σε μια έπαυλη στο κέντρο της Αθήνας, ανάμεσα σε ήχους παιδικών τραγουδιών, ναζιστικών ύμνων, εντερικών αερίων και απόκοσμου γέλιου.

 

Η παράσταση

Ο σκηνοθέτης Θανάση Ζερίτη και η εκπληκτική ομάδα των τεσσάρων κοριτσιών του, που αποτελείται από τις Ευαγγελία Καρακατσάνη, Ελένη Κουτσιούμπα, Αμαλία Νίνου και Αριστέα Σταφυλαράκη –οι οποίες θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι υποψήφιες για το Βραβείο Μελίνα Μερκούρη–, έστησαν μια ευφυή σαρκαστική παράσταση, με ξέφρενους ρυθμούς, ολίγον σόκιν, με χιούμορ και πολλή ένταση. Μια παράσταση που κλείνει το μάτι στο θεατή, τον κάνει συνένοχο, τον αναγκάζει να κοιτάξει πίσω από την κλειδαρότρυπα 

–κάποια ανάλογη με τις τεράστιες που κουβαλά η μικρούλα Σίσυ επί σκηνής– και τελικά τον εντάσσει στην οικία της οδού Αλφόνσου Πίπερμαν και σε όλα όσα διαδραματίζονται στους κόλπους της ζάμπλουτης οικογένειας Πουστοδούλου.

 

Και οι τέσσερις ηθοποιοί υποδύονται τη μικρούλα Σίσυ, εναλλάξ, καθώς και τους υπόλοιπους ρόλους. Συγκεκριμένα ερμηνεύουν τη θεοσεβούμενη θεία Φόλα και τη Γερμανίδα νταντά (Αμαλία Νίνου), την ελευθέρων ηθών μαμά (Αριστέα Σταφυλαράκη), τον παππού (Ευαγγελία Καρακατσάνη), τη νοσοκόμα (Ελένη Κουτσιούμπα), τις σιαμαίες θείες, γραμματείς, μεταφορείς κ.λπ. Οι ρόλοι αποδίδονται με γκροτέσκο φιγούρες που παραπέμπουν σε καρτούν (κοστούμια Γεωργία Μπούρδα).

Ενδεικτικά αξίζει να αναφερθούν: η συγκίνηση της Ελένης Κουτσιούμπα στις δύσκολες στιγμές της μικρούλας ηρωίδας, τότε που η ανάγκη της για αγκαλιά υπερτερούσε σε σχέση 

με τη διανοητική της ηλικία∙ τις αντιδράσεις της Αμαλίας Νίνου στο κάδρο του ευνούχου προπάππου και στα όνειρα, όταν «πιάνει» τον Ζακ Κουστό∙ τη Φόλα της Αριστέας Σταφυλαράκη και την απίστευτη ευκολία με την οποία η Ευαγγελία Καρακατσάνη μεταμορφώνεται από παππού σε Σίσυ.

Εντυπωσιακός είναι ο συγχρονισμός της τετράδας, αφού δεν χάνεται νότα από το τέμπο. 

Η παράσταση έχει απίστευτο ρυθμό, τίποτα δεν κλοτσά, τίποτα δεν περισσεύει. Οι σκηνοθετικές λύσεις προκειμένου να καλυφθούν τα εμπόδια της αφήγησης είναι κάτι παραπάνω από ευφυείς, όλα είναι δουλεμένα στην παραμικρή τους λεπτομέρεια. «Paint it black» των Ρόλινγκ Στόουνς παίζει στην ντισκοτέκ όταν ο μπαμπάς-πειρασμός –«ο μπαμπάς από σπόντα, σύζυγος από υπολογισμό και ζιγκολό εκ πεποιθήσεως»– απορρίπτει τη μικρή Σίσυ και γκρεμίζει κάθε της ελπίδα. Έτσι το κορίτσι μένει να ονειρεύεται – «Μίκι Μάους αγκαζέ με δολοφόνους της βικτοριανής Αγγλίας»...

 

Δείτε το. Σας το προτείνω ανεπιφύλακτα! Αγοράστε και το πρόγραμμα, θα σας φανεί χρήσιμο... Ελπίζω!