Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Αργυρώ Χιώτη:«Παράδεισος είναι όταν καταφέρνω να παρακολουθήσω την παράσταση σαν θεατής και ενίοτε να ανατριχιάσω»

 

Η συνάντησή μας είχε προγραμματιστεί μεσημεράκι σε ένα καφέ, ένα τετράγωνο πίσω από τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Μία ώρα πριν ήρθε μήνυμα στο κινητό μου: «Γιώτα μου, συγγνώμη, να το κάνουμε 15 λεπτά αργότερα;» Το κοιτώ σαν να έχει σκάσει από τον Άρη! «Δεν συμβαίνουν αυτά», σκέφτομαι και κάνω πιο γρήγορα ώστε να μην αργήσω εγώ!

Για την Αργυρώ Χιώτη όμως η ακρίβεια και η ευγένεια είναι προαπαιτούμενα. Το καταλαβαίνεις κάθε φορά που τη συναντάς, το εκμαιεύεις σε κάθε της κουβέντα, παρέα με την αισιοδοξία και μια αίσθηση δικαίου και εμπιστοσύνης στην καλοσύνη. «Ελπίζω πάντα στο καλό, με ό,τι αυτό σημαίνει, παρόλο που μπορεί να είναι ουτοπικό», θα μου πει λίγα λεπτά αργότερα.

Και αυτή η στάση ζωής φαίνεται, αν το σκεφτεί κανείς, και στις δουλειές της ομάδας. «Εξάλλου στους Vasistas υπάρχει εξ ολοκλήρου ο καθένας και συνυπάρχει. Οπότε όσο πιο γοητευτική και ισχυρή είναι η παρουσία του καθενός τόσο πιο πολύ φαίνεται».

Ενθουσιασμένη έπειτα από μια παράσταση-εμπειρία, ένα road trip με οδηγό τον Δάντη, όπου οι Vasistas έκαναν για μια ακόμα φορά το θαύμα τους. Στροβιλισμένη από τη δίνη των εικόνων, θέλησα να αποκρυπτογραφήσω μαζί της όσο περισσότερα γινόταν από τα 90 μαγευτικά λεπτά της «Θείας Κωμωδίας» που σκηνοθέτησε.

Έτσι, με αφορμή αυτό το κάλεσμα στην εμπειρία της ποίησης που μας χάρισε η ομάδα στη Στέγη, η συζήτησή μας ένα από τα τελευταία ηλιόλουστα μεσημέρια του Απρίλη θα οδηγηθεί και σε άλλα μονοπάτια της ζωής της.

 

theia_komodia3.jpg

Πώς από τον ανεξάντλητο όγκο της τριλογίας της «Θείας Κωμωδίας» φτάσατε σε αυτό το συμπυκνωμένο κείμενο που παρακολουθήσαμε και ποια ανάγκη σας οδήγησε στις κειμενικές προσθήκες («Ανθολογία του Σπουν Ρίβερ» του Έντγκαρ Λι Μάστερς, αποσπάσματα από τα «Κάντο XIV & XV», ποιήματα του Έζρα Πάουντ);
Το πρώτο πράγμα που κάναμε δουλεύοντας πάνω στη δραματουργία ως ομάδα
‒κάποιοι πιο στενά, εγώ με τον Ευθύμη Θέου και φυσικά το δραματουργό μας, τον Νίκο Παναγιωτόπουλο, και τη σύμβουλό μας στη δραματουργία, την Άρτεμη Χρυσοστομίδου‒ ήταν να χαράξουμε τον πυρήνα μας. Ήξερα από την αρχή, σε συνέχεια της προηγούμενης δουλειάς μας, που ήταν οι «Απολογίες 4&5», ότι μας ενδιαφέρει η βιογραφία, δηλαδή η καθαρά υπαρξιακή πορεία του ανθρώπου. Αυτό ήταν δεδομένο για μένα από τη στιγμή που αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με το εν λόγω κείμενο. Ξέραμε βέβαια ότι, επειδή είναι ανεξάντλητος ο όγκος του, ενώ μας κέντριζε το ενδιαφέρον να κρατήσουμε λόγο καθαρά δαντικό, είχαμε μια ελευθερία ως προς την ερμηνεία του. Επειδή είναι ανεξάντλητο, μπορείς να σταθείς όπου θέλεις.

Είδατε λοιπόν το έργο ως «αφορμή» για την παράσταση;
Δεν ήταν ακριβώς αφορμή. Επειδή εστιάσαμε σε πολύ συγκεκριμένα στοιχεία του έργου, δηλαδή στα τρία επεισόδια, αυτό το ξέραμε εξαρχής, όπως ότι θα γίνει μια πορεία, η οποία έχει να κάνει με την Κόλαση, μια κατάβαση, με μια άνοδο προς τα έξω και μια άνοδο προς το πάνω, προς το φως. Αυτά όλα τα γνωρίζαμε, εξ ου και ο υπαρξιακός χαρακτήρας, η πορεία του ανθρώπου, που βρίσκεται σε κρίση και πρέπει να τα βάλει με τους δαίμονές του. Όλο αυτό είναι μια οραματική βιογραφία, θα μπορούσε να είναι στο κεφάλι του. Τίποτα δεν είναι πραγματικό. Γι’ αυτό και δεν θελήσαμε να το αναπαραστήσουμε. Οπότε τι κάναμε; Διαλέξαμε από την Κόλαση, από την οποία έχουμε κρατήσει και το μεγαλύτερο όγκο του κειμένου του Δάντη, εικόνες και στιγμές, συναντήσεις με νεκρούς που μας ενδιέφεραν, που θεωρούμε πολύ ισχυρές. Επιπλέον κρατήσαμε μια πορεία από τα Κάντος, αυτά τα άσματα του Δάντη, προς τα κάτω. Στην Κόλαση ο Δάντης κατεβαίνει σε έναν κώνο ανάποδο αριστερόστροφα, σε κύκλους, δηλαδή η Κόλαση είναι κύκλοι-κύκλοι-κύκλοι που πηγαίνουν προς τα κάτω. Οπότε εμείς κρατήσαμε κάτι από αυτή την κατάβαση. Προχωρά δηλαδή σε πράγματα όλο και πιο τρομακτικά, όλο και πιο αποτρόπαια, όλο και πιο σκοτεινά.

Στο σημείο αυτό μπήκε το πρώτο εμβόλιμο κείμενο, του Έζρα Πάουντ, που είναι για εμάς η στιγμή της απόλυτης σκατολογίας. Σε αυτό το σημείο είναι κάπως σαν να φεύγουμε από το σκοτεινό, τον ποιητικό λόγο του Δάντη και να ερχόμαστε ξεκάθαρα σε επαφή με μια αντιστοιχία σκοταδιού, με την έννοια της αηδίας, αφού βρισκόμαστε στους κακούς λάκκους, όπου οι άνθρωποι έχουν βουλιάξει σε έναν κοπρώνα. Σε αυτό το σημείο λοιπόν παρεμβάλαμε το ποίημα το Πάουντ που είναι ένας χείμαρρος από αηδία, ένα δριμύ κατηγορώ. Έτσι είναι σαν να φεύγουμε από το φαντασιακό και να μεταφερόμαστε στο σήμερα.

Για να γίνει μια σύνδεση της «Θείας Κωμωδίας» με το τώρα.
Ακριβώς. Αυτή την ανάγκη είχαμε, μια ξεκάθαρη σύνδεση με το τώρα, που θα μας είναι πιο εύκολη, πιο άμεση, πιο σωματική. Να βάλουμε λέξεις και να ακούμε πάλι με μια ποίηση, αλλά να είναι λέξεις, όπως οι «πολιτικοί» και τα «μασημένα πούρα». Έτσι είναι σαν να καλούμε και το θεατή να κάνει και αυτός τη βουτιά στον κοπρώνα, γιατί ξαφνικά τον αφορούν πολύ πιο άμεσα ο λόγος και η εικόνα. Τα άλλα εμβόλιμα κείμενα είναι στο Καθαρτήριο, που ουσιαστικά ξεκινά από την πλαγιά ενός λόφου. Οπότε ένα πρώτο κομματάκι που κρατήσαμε είναι από τον Δάντη ουσιαστικά, που λέει ότι βγήκαμε και ήμασταν στην πλαγιά του λόφου. Εμείς την πλαγιά την κάναμε κοιμητήριο, εκεί όμως δεν χρησιμοποιήσαμε κείμενο του Δάντη, αλλά την «Ανθολογία του Σπουν Ρίβερ», που είναι ενός Αμερικανού του 1920-1930, του Έντγκαρ Λι Μάστερς. Αυτό το διάβασα εγώ από τον Νίκο το καλοκαίρι και με ξετρέλανε! Ιδανικά θα ήθελα όλο το «Σπουν Ρίβερ» να είναι στην παράσταση! Νομίζω ότι η συγκεκριμένη προσθήκη έγινε γιατί ξαφνικά είχα ανάγκη έπειτα από αυτόν το στρόβιλο τη δίνη, το σκοτάδι, τον πυκνό λόγο, τον ασφυκτικό κόσμο της Κόλασης. Είχα ανάγκη να περάσουμε σε κάτι πιο τρυφερό, ποιητικό αλλά πιο δικό μας. Σαν αυτός ο άνθρωπος της κρίσης να μπορεί να δει τους ανθρώπους γύρω του, να τους ακούσει, να μπορεί να βγει από τα σκοτάδια του μυαλού του και να ακούσει τους ανθρώπους και τα βάσανά τους.

Σε αυτή την παράσταση ένιωσες λίγο περισσότερο μαέστρος από ό,τι σκηνοθέτις;
Είναι πολύ κοντά αυτά τα δύο στο μυαλό μου. Νομίζω και οι δύο ιδιότητες είναι κοντά και μπορούν να συνδυάσουν πολλά και συχνά ετερόκλητα στοιχεία. Βέβαια το ένα έρχεται χρονικά μετά το άλλο. Σε αυτή τη δουλειά ήμουν σίγουρα πιο πολύ μαέστρος, γι’ αυτό και δεν μπορούσα να είμαι επί σκηνής. Έγινα μαέστρος όμως αφού είχαμε κτίσει και επιλέξει τα υλικά μας, από τη δραματουργία μας. Έτσι ξεκινήσαμε τις πρόβες με ένα έτοιμο κείμενο, μέχρι τη σκηνική απόδοση. Όταν αυτά τα υλικά τα βρήκαμε και καταλήξαμε και στο είδος της μουσικότητας που απαιτούνταν, μετά ήταν μια δουλειά λεπτομέρειας, συχνοτήτων, ροής, ποιότητας, που έχει να κάνει πολύ με ένα μαέστρο.

theia_komodia.2.jpg

Παρακολουθώντας κανείς δουλειές της ομάδας έχει την αίσθηση ότι κάθε ηθοποιός πετυχαίνει την ομαδικότητα και την απόλυτη συγκέντρωση που απαιτείται, χωρίς να χάνει την προσωπικότητά του. Σκηνοθετικά πόσο δύσκολο εγχείρημα είναι αυτό;
Είναι και δεν είναι. Είναι σαφέστατο ζητούμενο για μένα. Αναγνωρίζω ότι μπορεί να παραξενεύει, γιατί έχουμε μάθει στο θέατρο να μιλάμε ή να περιμένουμε ή να παρακολουθούμε αυτό που λέμε «μεγάλες ερμηνείες». Εμείς όλοι στην ομάδα, και εγώ προσωπικά, είμαστε έξω από αυτό. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι η ομαδικότητα πρέπει να απομυζά την ιδιαίτερη προσωπικότητα του καθενός. Λέω όμως ότι είναι εύκολο γιατί και στην ομάδα οι άνθρωποι που έχουν συναντηθεί μέχρι στιγμής είναι προσωπικότητες πολύ ισχυρές και αυτή είναι και η ομορφιά μας κατά έναν τρόπο. Γι’ αυτό και εγώ σκηνοθετικά προσπαθώ να αφήσω να υπάρχει εξ ολοκλήρου ο καθένας και να συνυπάρχει. Οπότε όσο πιο γοητευτική και ισχυρή είναι η παρουσία του καθενός τόσο πιο πολύ φαίνεται.

Κόλαση-Καθαρτήριο-Παράδεισος: Αν μπορούσες να χωρίσεις τις στιγμές της δημιουργίας σε αυτά τα τρία στάδια, πότε θα μου έλεγες ότι βρίσκεσαι στο καθένα από αυτά;
Στην Κόλαση βρίσκομαι κάποιες στιγμές που αντιμετωπίζω το απόλυτο αδιέξοδο. Όταν κάτι «δεν βγαίνει» ή δεν το ξέρω. Για παράδειγμα, πώς αυτό μπορεί να γίνει στη σκηνή. Είναι στιγμές που μπορεί και όλοι μας να τις βιώσουμε ή και εγώ μόνη και είναι τρομακτικές και θέλουμε καταρχήν μια αποδοχή.

Με την αποδοχή την αντιμετωπίζεις;
Αυτό έχω μάθει προς το παρόν να κάνω… Ότι, όταν έρθει εκείνη η στιγμή η κολασμένη… πρώτα από όλα την αποδέχομαι και μετά θα δούμε τι θα κάνουμε. Θα λυθεί. Θα γίνει.

Το Καθαρτήριο;
Το Καθαρτήριο για μένα έχει την έννοια της αναμονής, όπως και στην παράσταση. Είναι ανάμεσα σε δύο πράγματα. Οπότε στη δημιουργία είναι οι στιγμές που κάτι πάει να γίνει, αλλά δεν έχει γίνει ακόμη, που εκκολάπτεται. Το βλέπεις ότι πάει να γίνει, αλλά δεν έχει συμβεί. Το εμπιστεύεσαι για να γίνει.

Εντάξει και ο Παράδεισος είναι ξεκάθαρα οι στιγμές, οι ελάχιστες, κατά τις οποίες, αφού έχει ολοκληρωθεί το εγχείρημα, καταφέρνω να το παρακολουθήσω σαν θεατής και ενίοτε να ανατριχιάσω. Αυτές οι στιγμές της ανατριχίλας μού αρκούν με αυτή την έννοια της απολυτότητας ή της εξύψωσης με την έννοια μιας ενεργειακής κατάστασης που είναι ανώτερη.

Ποια ήταν η τελευταία φορά που ανατρίχιασες;
Ήταν σε αυτή εδώ τη δουλειά. Δεν θα πω πότε, αλλά ήταν! Έχω τις αγαπημένες μου στιγμές.

Στο πρώτο επεισόδιο ακούγεται η φράση: «Εκείνους που μέσα στη φωτιά είναι ευτυχισμένοι γιατί ελπίζουν…» Εσένα τι σου δίνει ελπίδα μέσα στη «φωτιά» που βιώνουμε καθημερινά;
Ελπίζω πάντα στο καλό, με ό,τι αυτό σημαίνει, παρόλο που μπορεί να είναι ουτοπικό. Γιατί λέμε ότι το κακό νικά συνήθως. Όχι, εγώ ελπίζω ότι το καλό υπερισχύει με έναν τρόπο. Το καλό τι μπορεί να σημαίνει; Μπορεί να σημαίνει αγάπη, με την ευρεία έννοια, σχέση, σχετίζομαι, άνοιγμα, γείωση, επαναφορά στις ρίζες, στην ειλικρίνεια, στην επίλυση οποιουδήποτε προβλήματος.

Είσαι φύση αισιόδοξη δηλαδή;
Ναι, είμαι. Η μαμά μου μου το λέει αυτό, ότι βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο.

Ως ομάδα δραστηριοποιείστε πολύ στην Ευρώπη, κυρίως στη Γαλλία. Τα νέα δεδομένα των τελευταίων χρόνων, και αναφέρομαι κυρίως στην άνοδο της ακροδεξιάς και στην τρομοκρατία, σας αγχώνουν ή σας φοβίζουν;
Και ναι και όχι. Πάντα, όσον αφορά το καλλιτεχνικό στερέωμα, γνωρίζουμε ότι είναι σαθρό και ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να καταρρεύσει ή, για να μη βάζουμε αρνητικό πρόσημο σε αυτό, ότι μεταμορφώνεται και μεταλλάσσεται. Θέλω να πω ότι δεν υπάρχει καμία σιγουριά ποτέ σε κανέναν μας. Αυτό σημαίνει ότι για να αντέξεις στο συγκεκριμένο χώρο, είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό, πρέπει να είσαι συμφιλιωμένος με την αστάθεια του εν λόγω επαγγέλματος. Επομένως δεν με φοβίζει, καθώς πιστεύω πως ό,τι είναι να γίνει θα γίνει. Πολιτικά, όντως τα τελευταία χρόνια οι ομάδες που βγήκαμε στο εξωτερικό τα καταφέραμε και λόγω της κρίσης, με την έννοια ότι υπήρχε ένα ενδιαφέρον και μια στροφή προς τον ελληνικό πολιτισμό που ήταν κάτι νέο. Γίναμε λίγο μόδα, τουλάχιστον στη Γαλλία που κυκλοφορώ και τη γνωρίζω καλά. Υπήρξαν πολλά φεστιβάλ που ήταν αφιερωμένα στην Ελλάδα ή για την Ελλάδα ή με Έλληνες καλλιτέχνες. Αυτό ακριβώς, επειδή ήταν ρεύμα συνυφασμένο με μια πολιτική και κοινωνική κατάσταση, σαφέστατα μπορεί να αλλάξει και η αλλαγή να συμβεί ανεξάρτητα από την τρομοκρατία και το εκλογικό αποτέλεσμα. Τώρα το πού θα πάει, τι θα γίνει και αν θα μας αντιμετωπίζουν σαν καλλιτέχνες που δεν έχει καμία σημασία αν είναι Έλληνες ή όχι, κάτι που εμείς επιδιώκουμε, θα φανεί στην πορεία.

Στις περιοδείες σας δεν παρουσιάζετε μόνο τη νέα σας παράσταση αλλά και προηγούμενες παραγωγές. Αυτή η μόνιμη συνδιαλλαγή με τις παραστάσεις που ο κύκλος τους δεν κλείνει πώς είναι;
Είναι κάτι πάρα πολύ ωραίο. Κάθε φορά που μεσολαβεί ένα διάστημα και δεν παίζουμε μια παράσταση, μετά, όταν κάνουμε μια πρόβα για να τη θυμηθούμε, την ξαναβλέπουμε με άλλο μάτι. Με βοηθά να βλέπω και εγώ η ίδια τι έχουμε κάνει. Ξαφνικά, επειδή ακριβώς παίρνω κάποια απόσταση, μπορώ να εξελίξω αυτό που έχει γίνει. Γι’ αυτό πάντα αλλάζουμε πράγματα, από τα κοστούμια μέχρι οτιδήποτε. Εκ των πραγμάτων πρέπει να μένει ζωντανή η παράσταση.

Είναι τελικά η αγάπη ο μόνος δρόμος για τον «Παράδεισο» του καθενός;
Η αγάπη είναι απαραίτητο συστατικό για το παρόν μας, όχι για τον Παράδεισο και για κανέναν «Παράδεισο». Θέλω να πω, δεν ξέρω τι είναι ο Παράδεισος, αλλά για το παρόν μας, δηλαδή για να μπορούμε να υπάρχουμε και να βιώνουμε ολόκληρη την ύπαρξή μας, την κάθε στιγμή, την κάθε μέρα. Να αγαπάς οτιδήποτε, την πρώτη ορμή για τα πράγματα και όπως αυτή εκφράζεται, είτε σε άνθρωπο είτε σε ζώο είτε ως  ιδέα.

theia_komodia.jpg

Και ο έρωτας έχει τον «εκκωφαντικό» θόρυβο της σιωπής, όπως αυτόν που επιλέξατε στα πρώτα λεπτά της συνάντησης του Δάντη και της Βεατρίκης;
Νομίζω ναι. Είναι τόσο έντονη στιγμή αυτή της απόλυτης έλξης, που ποια λόγια να τον εκφράσουν; Είναι τότε που διαστέλλονται ο χώρος και ο χρόνος και δεν υπάρχει τίποτα πιο μακριά. Είναι εκείνες οι στιγμές που νιώθεις ότι υπάρχεις εξ ολοκλήρου και μόνο σε σχέση με τον άλλο και αυτό είναι τρομερό… Γενικά μου αρέσει η σιωπή, την καταλαβαίνω. Μπορώ να επικοινωνήσω με τους ανθρώπους και να τους καταλάβω. 

 

Κεντρική φωτογραφία- πορτραίτο : Γκέλυ Καλαμπάκα

Φωτογραφίες παράστασης: Σταύρος Χαμπάκης

Η «Θεία Κωμωδία» συνεχίζεται στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών για λίγες ακόμα παραστάσεις μέχρι τις 7 Μαΐου.

Για πληροφορίες και εισιτήρια κάντε κλικ εδώ.

Ο επόμενος σταθμός της περιοδείας των Vasistas είναι με τις «Απολογίες 4&5», στις 10-14 Μαΐου, στο Théâtre de la Bastille στο Παρίσι.