Εκτύπωση αυτής της σελίδας

 

Από τα μέσα Ιουνίου, όταν οι αυλές των σχολείων λίγο μετά τη λήξη της σχολικής χρονιάς μένουν ορφανές από μαθητές, σε κάποιες περιπτώσεις γίνονται μάρτυρες μιας θεατρικής μυσταγωγίας. Συχνά οι θίασοι πραγματοποιούν εκεί τις πρόβες τους, αναζητώντας μια προσομοίωση ανοιχτού χώρου.

Σε μια τέτοια αυλή, κάπου στο Νέο Ηράκλειο, η Ιώ Βουλγαράκη και η ομάδα ΠΥΡ βάζουν τις τελευταίες πινελιές στην «Άφιξη» που θα παρουσιάσουν στις 7 και στις 8 Ιουλίου στο Θέατρο της Μικρής Επιδαύρου. Πρόκειται για τις ραψωδίες φ και χ της «Οδύσσειας».

Είκοσι χρόνια μετά την αναχώρησή του από την Ιθάκη τίποτα δεν θυμίζει πια την παρουσία του Οδυσσέα στο νησί. Αυτό που αντικρίζει επιστρέφοντας στον τόπο του είναι ένα φάντασμα ονείρου. Έτσι το χαρακτηρίζει ο ίδιος ο Όμηρος. Από το παλάτι
‒στο δικό του φαντασιακό‒ έχει μείνει μόνο ο σκελετός. «Η παράσταση είναι ένα μεγάλο υποκείμενο του Οδυσσέα, δηλαδή βλέπουμε τα πάντα μέσα από τα μάτια του. Το τέλος της ‘‘Οδύσσειας’’, στο οποίο εστιάζει η παράσταση, δεν έχει καμία σχέση με happy end. Είναι πολύ σκοτεινό. Ο Οδυσσέας δεν παίρνει καμία ανάσα ανακούφισης με την άφιξή του. Νιώθει ξένος στον τόπο του και ξεκινά αμέσως έναν αγώνα επιβίωσης και κυριαρχίας», θα μου πει η Ιώ Βουλγαράκη θέλοντας να μου δώσει ένα πρώτο στίγμα.

Οι ηθοποιοί έχουν ήδη πάρει τις θέσεις τους, ανάμεσα σε μια σειρά από ράβδους με led που σχηματίζουν την κάτοψη ενός σπιτιού, το οποίο όμως, αν το δεις από ψηλά, μοιάζει με οφθαλμαπάτη. Ακούγονται οι τελευταίες παρατηρήσεις. Η πρόβα ξεκινά… Η συνέντευξη μπορεί να περιμένει.

 

afiksis.jpg

Σε τι φάση βρίσκεστε τώρα, δουλεύοντας πάνω σε ένα τόσο απαιτητικό κείμενο;
Είμαστε στην τελική ευθεία και αυτό είναι μια φάση που, ενώ είναι εξαιρετικά απαιτητική, είναι και ανακουφιστική συνάμα γιατί η παράσταση έχει πλέον μορφή. Φυσικά, δουλεύοντας πάνω σε ένα τέτοιο κείμενο, στο οποίο μια εικόνα μπορεί να ολοκληρωθεί σε οκτώ με δέκα στίχους και το βασικότερο εργαλείο είναι η προοπτική στο λόγο, απαιτείται μεγάλη εγρήγορση όταν συνθέτεις τη συνύπαρξη όλων των σκηνικών μέσων για να μην αφήσεις τον ήχο, τη σωματική παρτιτούρα, τις προβολές να το κατακερματίσουν. Απαιτείται τεράστια συγκέντρωση και από μένα και από τους ηθοποιούς.

Σκηνοθετικά είναι ένα στοίχημα για σας το Μικρό Θέατρο της Επιδαύρου;
Ποια παράσταση δεν είναι ένα στοίχημα; Οι λόγοι βέβαια κάθε φορά είναι διαφορετικοί (δραματουργίας, φόρμας, χρονικής στιγμής στην οποία ανεβαίνει η παράσταση). Αναμετριόμαστε με το άγνωστο, προκαλούμε τον εαυτό μας. Το πιο ενδιαφέρον εδώ είναι, νομίζω, το στοίχημα της Μικρής Επιδαύρου συνολικά φέτος. Το φεστιβάλ επιχειρεί μια συνομιλία του Μεγάλου και του Μικρού Θεάτρου, μαζί και με το Λύκειο Επιδαύρου, πάνω σε ενιαία θεματική. Ταυτόχρονα δίνει στο Μικρό Θέατρο ένα θεατρικό στίγμα και όχι μουσικό, όπως κυρίως είχε.

Δραματουργικά πώς δουλέψατε πάνω στις δύο ραψωδίες του Ομήρου;
Η φ («Τόξου θέσις») έχει κοπεί αρκετά και η χ («Μνηστήρων φόνος»), που αποτελεί τον κύριο κορμό της παράστασης, παίζεται ολόκληρη. Το κείμενο δεν έχει υποστεί διασκευή, δεν έχει άλλες λογοτεχνικές προσθήκες, είναι Όμηρος και Μαρωνίτης. Υπήρξε ένα πρώτο στάδιο δικής μου επεξεργασίας πριν από τις πρόβες, που αφορούσε κυρίως τη διανομή, τη διαχείριση του αφηγηματικού λόγου και την επιλογή των κειμένων που είναι χορική αφήγηση και επομένως λέγονται από όλους. Στη συνέχεια, στη διαδικασία της πρόβας πια, πάνω σε αυτό τον καμβά το κείμενο πήρε την τελική του μορφή. Το ζητούμενο σε μια τέτοια επεξεργασία είναι οι επιλογές που γίνονται να κάνουν την ιδέα της παράστασης πιο ανάγλυφη, διασώζοντας τον πυρήνα του κειμένου.

afiksis2.jpg

Ξαναβρίσκεστε, ως ομάδα ΠΥΡ, στο Φεστιβάλ Αθηνών. Τι αλλάζει στη λειτουργία της ομάδας με τα χρόνια;
Όταν τελειώνει μια δουλειά, νομίζω ότι νιώθουμε πως έχουμε μάθει πολλά σε όλα τα επίπεδα, τόσο στο ερευνητικό, καλλιτεχνικό κομμάτι όσο και στο επίπεδο της οργάνωσης παραγωγής, με την οποία αναγκαστικά ασχολούμαστε, θέλοντας και μη. Όταν ξεκινάμε την επόμενη παραγωγή, αισθανόμαστε όμως ξανά πρωτάρηδες. Οπότε δεν ξέρω τι αλλάζει... Συνεχίζουμε προσπαθώντας να εμπνέουμε, να εμπιστευόμαστε, να σεβόμαστε και να ακούμε ο ένας τον άλλο με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Προσωπικά πιστεύω πως με την πάροδο του χρόνου απαιτείται  μεγαλύτερη προσοχή προς το συνεργάτη, γιατί μπορεί και να τραβήξουμε διαφορετικούς δρόμους χωρίς να το πάρουμε είδηση. Απαιτούνται «κεραίες», όπως και σε μια σχέση.

 

Η παράστασή σας έχει κάτι σαν «προπαράσταση», ένα δρώμενο για 140 θεατές. Θέλετε να μας πείτε τι θα γίνει εκεί και πώς προέκυψε αυτή η ιδέα; Ως ένα «κοινό ζέσταμα» ηθοποιών και θεατών;
Θα τραγουδήσουμε την «Οδυσσέως ἄφιξιν εἰς Ἰθάκην». Και θα συνοδεύσουμε τους θεατές στο αρχαίο θέατρο με αφηγήσεις καθ’ οδόν διάφορων ραψωδιών της «Οδύσσειας», που προηγούνται των φ και χ. Την ιδέα μάς υπαγόρευσε ο ίδιος ο τόπος, και βέβαια η «Οδύσσεια». Το Μικρό Θέατρο βρίσκεται δίπλα στο λιμάνι της Παλιάς Επιδαύρου, ενώνονται με ένα πανέμορφο μονοπατάκι μέσα από περιβόλια και πορτοκαλιές που μοσχοβολάνε. Έμοιαζε αδύνατο λοιπόν να μην εκμεταλλευτούμε το λιμάνι, όταν η ιστορία μας είναι η επιστροφή του Οδυσσέα. Υπάρχει όμως σε όλο αυτό και μια βαθύτερη θεματική σύνδεση με την κυρίως παράσταση: το εναρκτήριο δρώμενο δημιουργεί τη γιορτινή και ονειρική αίσθηση μιας επιστροφής. Για να αφηγηθεί στη συνέχεια η παράσταση το ανέφικτο αυτής της επιστροφής. Για μένα υπάρχει κάτι αμείλικτα πραγματικό σε τούτη τη δράση. Είναι όπως όταν κατεβαίνεις από το αεροπλάνο ύστερα από χρόνια απουσίας και φιλάς το χώμα του τόπου σου, βλέπεις την ομορφιά του και βγάζεις φτερά. Όμως έπειτα από λίγο δεν αναγνωρίζεις τίποτα στη ζωή που βρίσκεις να σε περιμένει εδώ. Ακόμα και οι δρόμοι έχουν αλλάξει.

Η «Άφιξις» θα παρουσιαστεί μόνο στη Μικρή Επίδαυρο;
Ναι.

afiksis4.jpg

Ο Οδυσσέας στις ραψωδίες φ και χ είναι ουσιαστικά ένας ξένος όταν επιστρέφει στο ίδιο του το σπίτι. Η Ελλάδα σήμερα μπορεί να μας κάνει να βιώσουμε αυτό το συναίσθημα; Εσείς το έχετε νιώσει;
Έχω ουσιαστικά δύο χρόνια που είμαι μόνιμα πίσω στην Ελλάδα, ορίζοντας ως επιστροφή μου τη στιγμή που απέκτησα διεύθυνση εδώ, και νιώθω έτσι, ναι. Είναι βέβαια μια πολύ προσωπική αίσθηση αυτή, που δύσκολα μοιράζεται κανείς, γιατί το να νιώθεις ξένος ήδη σημαίνει μια αναπηρία επικοινωνίας. Πάντως, δεν έχω βρει τον εδώ εαυτό μου και είμαι σε διαρκή σύγκρουση με ένα ιδανικό «σπίτι», που τελικά δεν ξέρω αν υπήρξε ποτέ. Απλώς, αν προσπαθήσω να αντικειμενικοποιήσω αυτό το συναίσθημα, να το μετατρέψω σε «πορτρέτο» μιας χώρας, φοβάμαι πως θα ακουστώ είτε ισοπεδωτική είτε αφελής.

Η «Άφιξις» είναι μια παράσταση για το ανέφικτο της επιστροφής. Ο καθένας μας θέλει κάπου να επιστρέψει. Ποια είναι η δική σας «Ιθάκη»;
Είναι τα χρόνια των σπουδών μου στη Μόσχα, τα χρόνια που άρχισα να βρίσκω την ταυτότητά μου, το νόημα των επιλογών μου, τα όρια του εαυτού μου, το δικό μου κέντρο βάρους. Αυτή η εποχή σφραγίστηκε, παρά τις δυσκολίες και τη σκληρότητα ενός «πρωταθλητισμού» που απαιτούν οι Ρώσοι στην εκπαίδευση γενικότερα, από την ανιδιοτελή αφοσίωση των δασκάλων μας σε μας. Αυτή είναι μια αγάπη που δεν θα πάρεις ποτέ ξανά από κανέναν στο επάγγελμα και σε καθορίζει. Τη νοσταλγώ. Και νοσταλγώ αυτόν τον άλλο μου εαυτό, τον εκεί.

Σπουδάσατε σκηνοθεσία στο Πανεπιστήμιο Θεατρικής Τέχνης GITIS της Μόσχας. Τώρα διδάσκετε στο Ωδείο Αθηνών. Πώς ήταν για σας η φετινή εμπειρία της επίσκεψης των φοιτητών της παλιάς σας σχολής στο Ωδείο και η συνεργασία με τους Έλληνες φοιτητές στην αρχαία τραγωδία;
Καταρχήν να πω ότι η φετινή συνεργασία με το GITIS, που αυτή τη στιγμή έχει ορίζοντα τριετίας μπροστά της, είναι ένα κατόρθωμα, για το οποίο δουλέψαμε πολλοί άνθρωποι αλλά ξεκίνησε από τον αεικίνητο διευθυντή της σχολής, τον Κωνσταντίνο Αρβανιτάκη. Η ανταλλαγή δεν έγινε με το δικό μου έτος, οπότε δεν την έζησα στενά ούτε συμμετείχα στις πρόβες της «Ηλέκτρας». Ωστόσο αυτή η σύμπραξη των σχολών είναι κάτι μεγαλύτερο από τον καθένα μας. Ανοίγει μια προοπτική πραγματικά εμπνευστική και γόνιμη για τα παιδιά, Έλληνες και Ρώσους. Δημιουργεί δεσμούς, καλλιτεχνικούς και προσωπικούς. Για μένα είναι φυσικά συγκινητικό. Ούτε που θα μπορούσα να το φανταστώ όταν ήμουν εκεί.

Πώς στέκονται οι Ρώσοι απέναντι στην αρχαία τραγωδία;
Νομίζω με τεράστια περιέργεια ως προς το σκηνικό τρόπο που έχει ανάγκη αυτό το είδος και μάλλον αμήχανα απέναντι στο χορό και τη λειτουργία του.

Πιστεύετε πως τέτοιες πρωτοβουλίες ανταλλαγής φοιτητών, καθώς και άλλες, όπως το Λύκειο Επιδαύρου, μπορούν να έχουν ουσιαστικές καλλιτεχνικές ζυμώσεις ή είναι ακόμη πολύ νωρίς και χρειάζεται αρκετός χρόνος για να είμαστε σε θέση να τις αποτιμήσουμε;
Πιστεύω πολύ σε αυτές τις πρωτοβουλίες. Η θεατρική τέχνη είναι πρώτα και πάνω από όλα επικοινωνία. Τέτοιες συνεργασίες και διοργανώσεις είναι καταρχήν συναντήσεις. Επίσης, προσφέρουν εμπειρίες, ανθρώπινο υλικό, ερεθίσματα, έκθεση στο άγνωστο... Δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τη βασική εκπαίδευση, αλλά την πάνε παραπέρα, τη συμπληρώνουν και την αναζωογονούν.

Επόμενα επαγγελματικά σχέδια;
Η επόμενη δουλειά των ΠΥΡ είναι η «Μόλλυ Σουήνυ» του Μπράιαν Φρίελ. Θα παιχτεί στο Θέατρο του Νέου Κόσμου τον Οκτώβριο του 2017. Συγχρόνως θα επαναληφθεί για δεύτερη χρονιά το «Ορλάντο» της Βιρτζίνια Γουλφ με την Αμαλία Καβάλη στο Skrow Theater όπου παίχτηκε και πέρυσι, αφού δώσουμε τέσσερις παραστάσεις στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος στο τέλος του Σεπτέμβρη.

 

afiksis3.jpg

7 και 8 Ιουλίου στη Μικρή Επίδαυρο
Συντελεστές:
Μετάφραση: Δ. Ν. Μαρωνίτης
Σκηνοθεσία-Δραματουργική επεξεργασία: Ιώ Βουλγαράκη
Σκηνικά: Άννα Φιοντόροβα
Κοστούμια: Μαγδαληνή Αυγερινού
Μουσική: Σαβίνα Γιαννάτου
Κίνηση: Σοφία Πάσχου
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Παίζουν: Γιώργος Δικαίος, Δέσποινα Κούρτη, Αλέξανδρος Λογοθέτης, Μαίρη Μηνά, Γιώργος Μπινιάρης, Αργύρης Ξάφης, Γιώργος Παπαγεωργίου
Συμπαραγωγή: Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου και Εθνικό Θέατρο
Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου 2017