Η παράσταση «Μια Υπέροχη Ζωή» σε διασκευή Joe Landry και σκηνοθεσία Γιάννη Καλαβριανού έρχεται τον Δεκέμβριο στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και εμείς πήραμε μια πρώτη γεύση από το τι θα δούμε!
Πρωταγωνιστούν: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, Νίκος Ψαρράς, Νάντια Κοντογεώργη, Γιώργος Γλάστρας, Άγγελος Μπούρας, Θεοδοσία Σαββάκη
Ο Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, Σπύρος Μπιμπίλας, αναφέρθηκε εκ νέου στις καταγγελίες σε βάρος του σκηνοθέτη, Δημήτρη Λιγνάδη, αλλά και στην ανοιχτή επιστολή του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη προς το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών (ΣΕΗ).
Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης απαντά με μια ανοικτή επιστολή διαμαρτυρίας προς το Διοικητικό Συμβούλιο του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, μετά την ανακοίνωση που τον «φωτογράφιζε» συνδέοντάς τον με την υπόθεση του Δημήτρη Λιγνάδη.
Η επιστολή του όπως ακριβώς την δημοσίευσε:
Από τη Γιώτα Δημητριάδη
«Δεν υπάρχει ευτυχία, υπάρχει ζωή και η ζωή είναι ένας στρόβιλος. Ευτυχία είναι ν' αγαπάς τον στρόβιλο».
Η πολυαναμενόμενη παραγωγή του Θεάτρου Παλλάς,και μόνοπουκατάφερε μέσα από αυτές τις τόσο δύσκολες συνθήκες να φτάσει τελικά στο κοινό, αποτελεί γεγονός αξιοσημείωτο που μας γεμίζει αισιοδοξία. Με 20 ηθοποιούς επί σκηνής,και πρόβεςεν μέσω ανασφάλειας και πολύ δύσκολων συνθηκών,ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης κατάφερε να παραδώσει στο κοινό μια παράσταση μεμοναδικό ρυθμό καικαλοδουλεμένη σε κάθε τηςλεπτομέρεια, που παρακολουθείς ευχάριστα για 2 ώρες και 40 λεπτά χωρίς διάλειμμα.
Και όπως λέει και η Νίνα στο έργο: «Μπορεί να μην ζήσουμε πολύ… ας το γλεντήσουμε όσο ζούμε».
O Kώστας Ταχτσής (1927-1988),εξέδωσε«Το τρίτο στεφάνι» το 1962,με έξοδα δικά του. Ωστόσο,ελάχιστα αντίτυπα πουλήθηκαν. Η επιτυχία ήρθε μετά από οκτώ χρόνια και την επανέκδοσή του από τις εκδόσεις Ερμής.
Το 1979 διασκευάστηκε για το Τρίτο Πρόγραμμα του ραδιοφώνου,με αφηγήτριες τη Ρένα Βλαχοπούλου και τη Σμαρώ Στεφανίδου.
Το μυθιστόρημα γνώρισε μεγάλη επιτυχία ως τηλεοπτική σειρά το 1995, σε σκηνοθεσία ΓιάννηΔαλιανίδη,με τις υπέροχες Λήδα Πρωτοψάλτη και Νένα Μεντή στους ομώνυμους ρόλους της Εκάβης και τηςΝίνας.
Το 2009 το μυθιστόρημα ανέβηκε στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή,με τη Νένα Μεντή στο ρόλο της Εκάβης και την Φιλαρέτη Κομνηνού στον ρόλο της Νίνας. Η παράσταση γνώρισε τεράστια επιτυχία και συνεχίστηκε στο Θέατρο Παλλάς.
Έντεκα χρόνια μετά, ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης που πρωταγωνιστούσε και στην τηλεοπτική σειρά του Γιάννη Δαλιανίδη, διασκευάζει εκ νέου το έργο μαζί με τον Νίκο Μανουσάκη και προτείνει μια νέα ανάγνωση σε μια εντυπωσιακή παραγωγή στο Θέατρο Παλλάς.
Το μυθιστόρημα αφορά δύο παράλληλους μονολόγους που εξιστορούν τις ζωές δύο γυναικών,της Νίνας και της Εκάβης. Η γνωριμία τους ξεκινάτο καλοκαίρι του 1936 και παράλληλα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη βιώνουν τα σημαντικότερα γεγονότα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Η τοιχογραφία μιας ολόκληρης εποχής που σημάδεψε βαθιά τον τόπο μας.
Η Ελλάδα του μεσοπολέμου, της κατοχής και του εμφυλίου περνάει μπροστά από τα μάτια μας μέσα από τις ζωές των δύο γυναικών και,ο αγώνας τους για επιβίωση και για ένα καλύτερο αύριο, δοσμένος με τρυφερότητα, χιούμορ αλλά και σκληρότητα, αντικατοπτρίζει την ελληνική πραγματικότητα της εποχής -με τις αντιφάσεις, τη δύσκολη μοίρα της, τη γοητεία και την ομορφιά της.
Η σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη κατάφερε να ζωντανέψει με μοναδικό τρόπο τις 328 σελίδες του βιβλίου, σε μια παράσταση όπου η μια σκηνή διαδέχεται αρμονικά την άλλη, υπάρχει εντυπωσιακή συνοχή, το σύνολο των 20 ηθοποιών λειτουργεί σαν ένα σώμα και η εμπειρία θέασης είναι απολαυστική.
Με τον μοναδικό του τρόπο και την εντυπωσιακή σκηνική του ευφυΐα,ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης καθοδηγεί τους ηθοποιούς του σε μια παράσταση συνόλου.
Αδυναμία του όλου εγχειρήματος που οφείλεται τόσο στη διασκευή όσο και στη σκηνοθετική προσέγγιση,είναι η επιφανειακή παρουσίαση κάποιων σχέσεων. Για παράδειγμα,στη συγκεκριμένη θεατρική μεταφορά,ο θεατής αδυνατεί να συλλάβει,γιατί η σχέση της Νίνας με την κόρη της Μαρία είναι τόσο εχθρική. Επιπλέον,ακόμη και ο βασικός κορμός όλου του έργου,το δέσιμο των δύο γυναικών δεν είναι ξεκάθαρος. Σε ελάχιστες στιγμές φαίνεται ουσιαστικά η σχέση μεταξύ τους.
Η Μαρία Καβογιάννη αποδεικνύει για μια ακόμη φορά πόσο σπουδαία ηθοποιός. Η συναισθηματική της φόρτιση και οι μεταβάσεις της από το κωμικό στο τραγικό συμβαίνουν με μια απίστευτη φυσικότητα που καθηλώνει. Η σκηνή της συνειδητοποίησης της απάτης,με την ίδια να ψάχνει κάποιον μέσα στο άδειο σπίτι, η σκηνή της ανακοίνωσης του θανάτου του Γιάννη Λόγγου και φυσικά το τραγικό φινάλε τουγιουτης,με την ίδια σαν άλλη«μάνα κουράγιο»να κουβαλάει το σταυρό,είναι οι πιο δυνατές σκηνές της παράστασης και οι μόνες με τόσο έντονο συναίσθημα.Επιπλέον, ως Εκάβη διαθέτει ένα λαϊκό κομμάτι, ένα σεβντά που σιγοκαίει.
Αντίθετα η Μαρία Κίτσου, είναι τόσο φρέσκια και λαμπερή μέσα στο κίτρινο φουστάνι της, που καθόλου δεν πείθει για ταλαιπωρημένη από τη ζωή Νίνα και,δηλώσεις όπως: «Έφαγα όλη τη ζωή μου χωρίς να καταλάβω τι σημαίνει ευτυχία».
Η ηθοποιός δίνει μια μεστή ερμηνεία, χωρίς υπερβολές και με καθαρό λόγο,χωρίς όμως να καταφέρει να απογειώσει την ηρωίδα της.
Μεγάλη επιτυχία της παράστασης είναι το καστ των ηθοποιών,καθώς ακόμη και σε μικρά περάσματα,ο θεατής έχει την τύχη να παρακολουθήσει σπουδαίες ερμηνείες.
Ξεχωρίζει η Ελένη της Ελίζας Σκολίδη, ο Γιάννη Λόγγος του Κώστα Ανταλόπουλου, η νεότερη Νίνα της Ντάνης Γιαννακοπούλου, η Μαριέτα της Σύρμως Κεκέ και η μητέρα της,Αλεξάνδρας Παντελάκη.
Ο Μίνως Μάτσας έχει συνθέσει μοναδικές μελωδίες που αξιοποιούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο από τη σκηνοθεσία και δημιουργούν υπέροχη ατμόσφαιρα.
Το λειτουργικό, ίσως για τη δράση σκηνικό (Πάρις Μέξης),έχω την αίσθηση ότι αποπροσανατολίζειτον θεατή τόσο με τη φλυαρία των σκηνικών αντικειμένων, όσο και με τις συνεχείς περιστροφές του.
Ειδικά για τις πιο πίσω θέσεις που η οπτική επαφή με τους ηθοποιούς χάνεται λόγω απόστασης,η λειτουργία του σκηνικού δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο τη θέαση.
Τα κοστούμια της Βασιλής Σύρμα είναι πολύ καλόγουστακαιδουλεμένα στη λεπτομέρεια. Μοναδική ένστασητο κίτρινο φόρεμα της Μαρίας Κίτσου.
Το «Τρίτο Στεφάνι» είναι μια πλούσια παραγωγή που σέβεται τον θεατή και τα 160 λεπτά της θέασης κυλούν ευχάριστα.
Τελευταίο αλλά πολύ σημαντικό είναι η ασφάλεια που νιώθει ο θεατής σ' όλη τη διάρκεια της παραμονής του στο θέατρο Παλλάς. Το προσωπικό το θεάτρου, άρτια οργανωμένο, τηρεί το πρωτόκολλοευλαβικά. Προσωπική εκτίμηση είναι ότι,τα θέατρα με τέτοια σοβαρή στάση που δείχνουν απέναντι στην τήρηση των κανόνων είναι κρίμα να μην λειτουργούν με 50% πληρότητα.
Κλείστε τις θέσεις μας μέσω Viva.gr
Διαβάστε επίσης:
Ένα θρυλικό αριστούργημα του σύγχρονου θεάτρου, που ακροβατεί ανάμεσα στην κωμωδία, το παράλογο και την τραγωδία, θα παρουσιαστεί φέτος τον χειμώνα στο θέατρο Αθηνών. Μετά την μεγάλη επιτυχία του Πουπουλένιου, του Θεού της Σφαγής και του Φάρου στο ίδιο θέατρο, ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης επιλέγει και σκηνοθετεί, το “Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ”, του Έντουαρντ Άλμπυ, ερμηνεύοντας με τη Μαρία Πρωτόπαππα, για πρώτη φορά μαζί στη σκηνή, δύο από τους πιο εμβληματικούς ρόλους του σύγχρονου δραματολογίου, τον Τζωρτζ και τη Μάρθα, με συμπρωταγωνιστές τον Προμηθέα Αλειφερόπουλο και την Ντάνη Γιαννακοπούλου.Η παραγωγή είναι του Κάρολου Παυλάκη.
Κυκλοφόρησαν και οι πρώτες φωτογραφίες από τις πρόβες της παράστασης και συγκεκριμένα μιας σκηνή του έργου, όπου η Μάρθα ζητάει από τον Νικ, ένα τσιγάρο.
Λίγα λόγια για την υπόθεση του έργου:
Ένα σαλόνι ως πεδίο μάχης. Μια νύχτα που θα φτάσει ως το ξημέρωμα. Δυο ζευγάρια ξενυχτούν, πίνουν και παίζουν τα πιο επικίνδυνα παιχνίδια:αυτά που θα γκρεμίσουν κάθε ζωτικό ψεύδος και θα φέρουν, με το φως της αυγής, την αλήθεια στο φως.
Ο Τζωρτζ κι η Μάρθα είναι οι Παίκτες: στήνουν όλα τα παιχνίδια αλληλοεξόντωσης, εμπλέκουν τον Νικ και τη Χάνι, το νεαρό ζευγάρι, στήνουν παγίδες, ξεσκίζουν και ξεσκίζονται. Και μόνον έτσι επιβιώνουν. Είναι παντρεμένοι πάνω από είκοσι χρόνια, κι η οικειότητα τους, όπως πάντα, γεννά περιφρόνηση.Εκείνος είναι ένας παραιτημένος καθηγητής ιστορίας σε Πανεπιστήμιο κι εκείνη κόρη του Πρύτανη. Μετά από μια δεξίωση του πατέρα της, η Μάρθα προσκαλεί το νεαρό ζευγάριστο σπίτι τους γιατί «ο Μπαμπάς είπε να τους φερθούμε καλά». Στο ξημέρωμα, όταν το πάρτι τελειώσει, κανείς τους δεν είναι πια ο ίδιος. Κι ό,τι έχει γκρεμιστεί, πρέπει να χτιστεί ξανά, με θεμέλιο την αλήθεια. Και την αγάπη.
Το “Who's Afraid of Virginia Woolf?” ανέβηκε για πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη το 1962 κι έγινε πολύ μεγάλη επιτυχία, προκαλώντας μεγάλη αίσθηση και αποσπώντας τα βραβεία Tony και Drama Critic’s Circle.Από τότε παρουσιάζεται συνεχώς με μεγάλη επιτυχία σε όλο τον κόσμο, και στην Ελλάδα, όπου έχει ανέβει αρκετές φορές, από την πρώτη του Καρόλου Κουν το 1965. Η φετινή εκδοχή, η πρώτη, μετά από πολλά χρόνια, σε κεντρικό θέατρο, έρχεται να επιβεβαιώσει τη δυναμική του έργου, καθώς, σ’ έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία, υπάρχει κάτι που δεν αλλάζει: τα ζευγάρια θα είναι πάντα οι αποτελεσματικότεροι μονομάχοι.
To 1966, ο Mike Nichols, σκηνοθέτησε την κινηματογραφική μεταφορά, με τον Richard Burton και την Elizabeth Taylor ένα διάσημο ζευγάρι, θρυλικό για τις συζυγικές του αψιμαχίες Η ταινία απέσπασε δύο Όσκαρ.
Ο τίτλος του έργου είναι παράφραση του τραγουδιού “Who’s Afraid of the Big Bad Wolf?” από την ταινία κινουμένων σχεδίων του Walt Disney «Τα τρία γουρουνάκια» Ο Άλμπυ, είδε τη φράση γραμμένη στον τοίχο της τουαλέτας ενός μπαρ. Η αντικατάσταση του λύκου (wolf) με το όνομα της αυτόχειρα Αγγλίδας συγγραφέα Virginia Woolf, μετατρέπειτο ερώτημα για τον κακό λύκο στο ερώτημα: ποιος δεν φοβάται να ζήσει χωρίς ψευδαισθήσεις;
Οι συντελεστές:
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
Μετάφραση:Τζένη Μαστοράκη
Σκηνικά:Αθανασία Σμαραγδή
Φωτισμοί:Αλέκος Γιάνναρος
Κοστούμια: Μαρία Κοντοδήμα
Μουσική:Μίνως Μάτσας
Βοηθοί σκηνοθέτη:Στέλλα Ψαρουδάκη - Νίκος Μανουσάκης
Επιμέλεια προγράμματος: Νίκος Μανουσάκης
Παραγωγή: Κάρολος Παυλάκης
Διανομή (με σειρά εμφάνισης)
Μάρθα: Μαρία Πρωτόπαππα
Τζωρτζ: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
Χάνι: Ντάνη Γιαννακοπούλου
Νικ: Προμηθέας Αλειφερόπουλος
ΘΕΑΤΡΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ : ΚΑΡΟΛΟΣ ΠΑΥΛΑΚΗΣ
Προγραμματισμένη πρεμιέρα: Σάββατο 12 Οκτωβρίου
ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΗΛΗ ΘΕΑΜΑΤΩΝ
Θέατρο Αθηνών, Βουκουρεστίου 10, τηλ. 210 3312343
ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΩΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ:
Τετάρτη- Πέμπτη –Παρασκευή -Κυριακή : 9:00μμ
Σάββατο: 9:15μμ
Λαϊκή απογευματινή: Σάββατο: 6:00μμ
ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ:
Τετάρτη,Πέμπτη,Παρασκευή,Κυριακή : 20ε,17ε,14ε
Φοιτητικό (πλην Σαββάτου βράδυ):14 ε
Νεανικό (έως 26 ετών)& άνω των 65 ετών: 14ε (Τετάρτη & Πέμπτη)
Ανέργων:10 ε (Τετάρτη & Πέμπτη)
Λαϊκή Απογευματινή Σαββάτου :17ε
Βραδινή Σαββάτου: 20ε
ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ
τηλ. 210 3312343 (ώρες ταμείου: 10:30πμ- 1:30μμ & 5:00μμ-9:30μμ)
Από τη Γιώτα Δημητριάδη
Μπορεί η φράση: «ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του» να είναι κάπως κλισέ, στην περίπτωση, όμως, του Γιάννη Κότσιφα είναι must.
Από τη «Γκόλφω» και τις «Όρνιθες» του Νίκου Καραθάνου, μέχρι τον ρόλο της μπαλαρίνας –διευθύντριας σχολής χορού, στους Κιτσοπουλικούς Τυραννόσαυρους και τον σπαρακτικό Έκνταλ, στην περσινή «Αγριόπαπια» του Δημήτρη Τάρλου, ο ηθοποιός καταφέρνει να μαγνητίζει τα βλέματα και να καθηλώνει το κοινό.
Και μόλις διαβάσατε ακόμα μερικές κλισέ φράσεις, μην ανησυχείτε όμως γιατί ο Γιάννης Κότσιφας μόνο κλισέ απαντήσεις δεν δίνει.
Αποποιούμενος τη δήθεν σοβαρότητα και το «βάρος» των τσεχωφικών ηρώων, δικαιώνοντας έτσι τη σκηνοθετική γραμμή του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, αλλά και την πίστη του ίδιου του Τσέχωφ ότι έγραφε κωμωδίες ο Γιάννης Κότσιφας, μου μίλησε για τον Γκάγιεφ, που λαχταρούσε να παίξει, για το πώς έγινε τυχαία ηθοποιός, τη junkie φάση, την οποία περνάει με το αγαπημένο του βιντεοπαιχνίδι, αλλά και τον παιδικό εαυτό του που επιβιώνει ακόμα. Γεγονός που τον κάνει γοητευτικό όχι μόνο στη σκηνή, αλλά και τη ζωή.
Δεν είναι η πρώτη φορά που παίζετε στο «Βυσσινόκηπο». Πριν τρία χρόνια σας είχαμε δει στην παράσταση του Νίκου Καραθάνου στη Στέγη. Πώς είναι η νέα συνάντηση με το έργο του Τσέχωφ σε μια, τελείως, διαφορετική οπτική από τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη;
Εκεί, έκανα τον Πίστσικ αλλά ο ρόλος που κάνω τώρα, του Γκάγιεφ, είναι ο ρόλος τον οποίο ήθελα από τότε, αλλά ο Νίκος ο Καραθάνος, αγαπημένος φίλος, δεν μου τον έδωσε (γέλια). Σίγουρα έχει ενδιαφέρον το γεγονός να δουλεύεις πάλι το ίδιο έργο, γιατί πάντα ανακαλύπτεις καινούργια πράγματα, άλλωστε είναι, όπως είπες , τελείως διαφορετικές οι σκηνοθετικές οπτικές. Του Νίκου ήταν πιο σουρεάλ σε μια ποντικότρυπα, μ’ άλλους κώδικες υποκριτικής και διάφορα εμβόλημα. Τώρα, ο Κωνσταντίνος ακολούθησε μια πιο συμπαγή, όχι συντηρητική αλλά πιο κλασική οπτική. Στη φετινή παράσταση παρακολουθούμε τους ήρωες σ’ ένα παιδικό δωμάτιο κι η ιδέα ήταν να υπάρχει μια ελαφράδα στο παίξιμο.
Πώς ήταν η πρώτη σας συνεργασία με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη;
Ο Κωνσταντίνος είναι σε μια σπίντα συνεχόμενη, σαν ένα τρένο που κινείται! Φωνάζει «Πάμε! Πάμε!» και ταυτόχρονα λέει « Αχ,αγάπη μου». Είναι αυτή η ωραία τρέλα καταλαβαίνει. Κι έχει το χαρακτηριστικό να δείχνει σ’όλους τους ρόλους τους. Μπορεί να παίξει τα πάντα. Θες δραμαμίνη με τον Κωνσταντίνο. Είχε πολύ πλάκα κι όταν με πήρε τηλέφωνο και του είπα «Ωραία θέλω πάρα πολύ, άρα παίζω Γκάγιεφ τον χειμώνα!». Περάσαμε ωραία! Είχαμε βέβαια έναν περιορισμό χρόνου κι αυτό μας δημιούργησε ένα άγχος. Αυτό που θαυμάζω σ’ εκείνον είναι ότι βρίσκεται σε μια διαρκή αγωνία, το ιδρώνει το πράγμα. Επίσης, υπάρχει μια αγάπη και μια ανθρωπιά σ’ όλο αυτό, δεν είναι ένα κάτι ψυχρό.
Τι δραμαμίνη; Εσείς στροβιλιζόσασταν τόση ώρα στους «Τυραννόσαυρους Rex» της Κιτσοπούλου.
Καλά ναι, αυτή είναι άλλη ιστορία. (γέλια)
Οι ήρωες του Βυσσινόκηπου κωφεύουν αρνούμενοι να αποδεχθούν όλα όσα συμβαίνουν. Νομίζετε ότι η στάση τους μοιάζει με τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία;
Νομίζω ότι είναι χαρακτηριστικό και του λαού μας. Υπάρχει αυτό κι είναι μια εύκολη λύση για να μην αντιμετωπίζεις τα προβλήματα. Όλοι οι άνθρωποι το έχουμε, άλλοι περισσότερο κι άλλοι λιγότερο. Λέμε πολύ συχνά να δω μια ταινία για να ξεχάσω ή να μην κάνω τώρα την κουβέντα αυτή με τον/την σύντροφό μου. Βέβαια, κάποια στιγμή έρχεται η ώρα που το πρόβλημα θα βγει στην επιφάνεια και δεν θα μπορείς εύκολα να το αποφύγεις.
Έχετε δηλώσει και κάτι ανάλογο σε μια συνέντευξή σας: «Ο προβληματισμός που έχω, είναι να μην προβληματίζομαι. Προτιμώ να μείνω σπίτι και να παίζω play-station».
Δεν παίζω Play-Station πια. Τώρα παίζω World of Tanks! Έχω γίνει λίγο junkie μ’ αυτή την ιστορία, αλλά μου αρέσει! Ξεχνιέμαι.Μπορεί, επίσης, να δω κάποια ταινία, laptop, ακουστικά κι ηρεμία.
Από τι θέλετε να ξεχαστείτε, συνήθως;
Γύρω μας υπάρχουν πολλά προβλήματα, θέματα υγείας κ.λ.π., τα οποία τα αντιμετωπίζω καθημερινά, δεν τα αποφεύγω, αλλά είναι αναγκαίο να υπάρχουν και στιγμές, όπου να γυρίζεις σπίτι σου και να μπορείς να ηρεμήσεις. Όσο μεγαλώνω, καταλαβαίνω ότι ένα από τα μεγαλύτερα αγαθά, μετά την υγεία, φυσικά, είναι η ηρεμία.
Πάντως, ο ήρωάς σας στον «Βυσσινόκηπο» τρώει συνεχώς καραμέλες. Είναι ένας τρόπος να ηρεμεί; Πώς ερμηνεύετε αυτή τη συνήθειά του;
Μπορεί να έχει σχέση μ’ όλη αυτή την ανεμελιά και την παιδικότητα, στα μικρά παιδιά συνήθως δίνουμε γλυκά. Είναι, όμως, και ένα τικ, κι ένας τρόπος που τον βοηθά να ησυχάζει. Με συγκινεί, όμως, πολύ η φράση που λέει: «Εγώ έφαγα όλη μου την περιουσία στις καραμέλες» ψάχνοντας, ακόμα, πώς να την πω καλά στην παράσταση.
Ποια άλλη φράση σας συγκινεί;
Με συγκινεί πολύ ο μονόλογος στη βιβλιοθήκη. Ήταν ένας από τους βασικούς λόγους που ήθελα να παίξω τον ρόλο. Με κινητοποιεί, ιδιαίτερα, το γεγονός ότι αυτή η βιβλιοθήκη είναι σαν ένα υπαρκτό πρόσωπο, σαν ένα μέλος της οικογένειας. Δεν είναι μόνο η πνευματικότητα κι η γνώση που τους προσέφερε, αλλά είναι εκεί συμπαγής υποστηρίζοντας την οικογένεια για ένα καλύτερο μέλλον, όπως λέγεται στο έργο. Της λέω και το τραγουδάκι μετά.
Νομίζω, αυτό δεν υπάρχει στο κείμενο του Τσέχωφ.
Ναι, ήταν μια ιδέα του Κωνσταντίνου (Μαρκουλάκη) στις πρόβες να πούμε το happy birthday κι οι υπόλοιποι, νομίζω, ότι κοροϊδεύουν τον ήρωα με την έννοια άντε να το πούμε κι αυτό να τελειώνουμε.
Εσείς έχετε αναπτύξει σχέση αγάπης με κάποιο αντικείμενο; Υπάρχει κάτι που το αγαπάτε πολύ;
Το λάπτοπ μου! Να ζήσεις λαπτοπάκι μου και χρόνια πολλά! (γέλια). Εν τω μεταξύ το έχω και οκτώ χρόνια κι είναι μια χαρά.
Στα social media, πάντως, δεν είστε πολύ ενεργός.
Σπάνια ποστάρω κάτι. Μπαίνω καθημερινά να δω τι γίνεται και βάζω likes και καρδούλες. Νομίζω ότι έχω μια υγιή σχέση με το facebook, το έκανα πριν αρκετά χρόνια. Χαζεύω, έχω βρει παλιούς συμμαθητές μου, επικοινωνώ με μηνύματα. Αναγνωρίζω, εν μέρει, τη χρησιμότητά του.
Ας πάμε λίγο, στο παρελθόν. Νομίζω το έργο του Τσέχωφ και συγκεκριμένα ο «Γλάρος» ήταν η πρώτη σας παράσταση στη σχολή.
Ναι, που το ξέρεις; Στη σχολή με τον δάσκαλο μας τον Ιάκωβο Ψαρρά κάναμε τον «Γλάρο». Με θεωρούσε καρατερίστα. Είχε περάσει πριν την παράσταση από το καμαρίνι και μας είπε, ήμουν με τον Χάρη Μπορκά, ο οποίος έκανε τον επιστάτη, «Τι κάνουν οι καρατεριστες;». Εγώ έκανα τον παππού, τον Σόριν, με μια περούκα, από την οποία φαίνονταν τα μισά μαλλιά μου.
Αλήθεια, υπάρχει κάποιος ρόλος που ονειρεύεστε;
Τον Οιδίποδα επί Κολωνώ αλλά όταν γεράσω. Λέει κάτι πολύ συγκινητικό για τη ζωή. Κάτι που, επίσης, θαύμασα, αυτό το καλοκαίρι ήταν ο «Προμηθέας Δεσμώτης» σε σκηνοθεσία Μάρθας Φριτζίλα. Μια ερμηνεία του φίλου μου, του Νίκου του Καραθάνου, που μ’ έκανε να νιώσω σαν να τον έβλεπα για πρώτη φορά. Ήταν σαν αυτό που ξέρουμε για τις ραψωδίες του Ομήρου, όπου μαζεύονταν όλοι κι ένας αφηγητής έλεγε την ιστορία, ήταν κάτι μαγικό.
Περισσότερο, από ότι καταλαβαίνω, σας ενδιαφέρουν οι συνεργασίες, να είστε με φίλους κι όχι τόσο οι ρόλοι. Ισχύει αυτό;
Ναι, βέβαια, τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει αυτό. Πέρσι ήμουν με τον Δημήτρη τον Τάρλοου, είχα την τύχη να μου εμπιστευτεί έναν σπουδαίο ρόλο στην «Αγριόπαπια» και τώρα με τον Κωνσταντίνο ( Μαρκουλάκη). Έτσι πρέπει να είναι. Δεν μπορείς να είσαι συνέχεια με τους φίλους σου, την Λένα (Κιτσοπούλου), τον Νίκο (Καραθάνο) και τον (Δημήτρη) Μαυρίκιο, παλιότερα. Έχω ξεκινήσει να παίζω σεζόν βέβαια, γεγονός που κάποια στιγμή σε κουράζει, άλλο να παίζεις τρεις μήνες κι άλλο έξι.
Τι θα πει «οι φίλοι μου» για εσάς; Πώς είναι όταν είστε με τον Νίκο και τη Λένα;
Είναι δύο αγαπημένοι φίλοι χρόνια και στη ζωή και επαγγελματικά. Τα μοιραζόμαστε όλα και προχωράμε. Υπάρχει μια εφηβεία μεταξύ μας. Ονειρευόμαστε πράγματα.
Σας αρέσει να ονειρεύεστε;
Ναι, όχι όμως μεγαλεπήβολα σχέδια. Μου αρέσει να έχω κάτι να το περιμένω.
Πέρα από την εφηβεία, που μου είπατε πριν όταν περνάτε με τους φίλους σας, ο παιδικός σας εαυτός νιώθετε ότι επιβιώνει ακόμα;
Ναι, σίγουρα κι ο ρόλος μου, τώρα στον Βυσσινόκηπο, είναι πολύ κοντά σ’ αυτό. Γενικότερα όμως, οι αντιδράσεις μου, ο τρόπος που κινούμαι, που ενθουσιάζομαι, που παθαίνω πανικό έχει μια παιδικότητα και κάτι αγνό.
Δεν ήσασταν από τα παιδάκια, που ήθελαν να γίνουν ηθοποιοί. Πώς προέκυψε;
Τυχαία έγινα, τελείως. Ήμουν αθλητής του βόλεϊ στο Κοροίβο Αμαλιάδας, που τώρα ανέβηκε κατηγορία είναι Α2. Βρίσκονται εκεί κάποιοι παλιοί φίλοι και συμμαθητές, οι οποίοι κρατούν την ομάδα.
Πηγαίνετε στην Αμαλιάδα;
Το Πάσχα, σίγουρα, κι όποτε έχω χρόνο κατεβαίνω. Μένουν και οι γονείς μου εκεί κι θέλω να τους βλέπω.
Εκείνοι ήθελαν να γίνετε ηθοποιός;
Ναι, δεν είχαν κανένα πρόβλημα. Ήμουν στη Βεάκη, στο προκαταρκτικό έτος κι ήρθε μια μέρα ο Μιχάλης Μαραγκός, που ήταν καθηγητής μου κι μου λέει: «Πέρασες», του λέω: «Τι;», «Στο Εθνικό» μου λέει «πέρασες» αλλά με νεύρα, γιατί θα έφευγα από τη σχολή. Καθόμουν θυμάμαι σ’ ένα καφέ στο Παγκράτι και πήγα να πάρω τηλέφωνο από το περίπτερο, φαντάσου το 1997 ήταν, τον πατέρα μου, στη δουλειά του και του λέω «Μπαμπά πέρασα στο Εθνικό». Επικράτησε μια παύση και μετά άκουσα φιλάκια.
Όλα έγιναν τυχαία, ήμουν στη Γυμναστική Ακαδημία και στο τέταρτο έτος είχα κουραστεί. Ήθελα κάτι άλλο, έτσι πήγα στο τμήμα της χορωδίας του πανεπιστημίου. Εκεί συνάντησα τον Δημήτρη τον Ντάσκα και μου πρότεινε να πάω στη θεατρική ομάδα. Πήγα κι ήταν σκηνοθέτης ο Αντώνης Γαλέος.Και τότε τον «Γλάρο» κάναμε. Οπότε τον είχα παίξει και πριν τη σχολή.
Μάλιστα, και τα δύο παιδιά έχετε καλλιτεχνικές τάσεις. Ο αδερφός σας, νομίζω, είναι τραγουδιστής;
Ναι, παίζει και κιθάρα. Έχει πολύ ωραία φωνή, γιατί έχει ασχοληθεί και με τη βυζαντινή μουσική. Τραγουδάει σε ταβέρνες, στον Υμηττό, στην Ηλιούπολη, στο Κουκάκι. Αλλά κι η κόρη του, η ανηψιά μου, η Μελίντα, αν και μικρούλα παίζει βιολί κι έχει ταλέντο, σαν την μαμά της, η οποία είναι στην κρατική ορχήστρα Αθηνών στα βιολιά.
Αποκλειστική φωτογράφιση για το Texnes-plus Κοσμάς Ινιωτάκης
Ο Γιάννης Κότσιφας πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Ο Βυσσινόκηπος», σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, στο θέατρο Δημήτρης Χορν.
Στη σκηνή απολαμβάνουμε και ένα εξαιρετικό θίασο :Θέμις Μπαζάκα, Δημήτρης Λιγνάδης, Κόρα Καρβούνη, Αθηνά Μαξίμου, Γιάννης Κότσιφας, Σίσσυ Τουμάση, Γιώργος Μπινιάρης, Γιάννης Στόλλας, Αλέξανδρος Μαυρόπουλος, Γιάννης Γιαννούλης, Τάσος Δημητρόπουλος, Γεωργιάννα Νταλάρα.
Από τον Μάιο έχει ξεκινήσει να γίνεται γνωστό ότι η αγαπημένη σειρά του Mega "Λόγω Τιμής" επανέρχεται στη μικρή οθόνη. Καθώς, οι πρωταγωνιστές της και η σεναριογράφος, Μιρέλλα Παπαοικονόμου, ανέβαζαν σχετικές φωτογραφίες στα social media. Σήμερα είδαμε και το πρώτο trailer!
H αγαπημένη παρέα των παιδιών από την Πάτρα εμφανίζεται στο βίντεο είκοσι χρόνια μετά! Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά για το σενάριο: ξαναβρίσκουμε την παρέα 20 χρόνια μετά, στο σήμερα. Κάποιοι έχουν μια επιτυχημένη καριέρα, κάποιοι άλλοι έχουν πληγεί από την κρίση της εποχής, άλλοι έχουν δημιουργήσει οικογένεια και παιδιά κι άλλοι έχουν εγκαταλείψει την πρωτεύουσα. Παρακολουθούμε τις ζωές τους, τα οικογενειακά και τα επαγγελματικά τους προβλήματα στην σημερινή ελληνική πραγματικότητα με έμφαση στην μεταξύ τους άρρηκτη φιλία, πιστοί σ ένα «Λόγω Τιμής» που έδωσαν 20 χρόνια πριν, πως ότι κι αν συμβεί θα παραμείνουν πάντα φίλοι. Οι τηλεθεατές θα έχουν τη δυνατότητα να δουν σε «flashback» και τα χρόνια της αθωότητας.
Το τρέιλερ της σειράς δημοσιεύθηκε στο κανάλι του «Λόγω τιμής» στο Youtube, χωρίς, ωστόσο να είναι γνωστό το κανάλι από το οποίο θα προβάλλεται.
Πέντε σημαντικοί πρωταγωνιστές θα συναντηθούν επί σκηνής στο θέατρο Αθηνών, τον Οκτώβριο του 2017, με αφορμή ένα πολυβραβευμένο έργο. Μετά την μεγάλη επιτυχία του Πουπουλένιου και του Θεού της Σφαγής στο ίδιο θέατρο, ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης επιλέγει και σκηνοθετεί, σε πανελλήνια πρεμιέρα, το συνταρακτικό θρίλερ - μαύρη κωμωδία του Κόνορ Μακφέρσον «Ο Φάρος», συμπρωταγωνιστώντας με τον Αιμίλιο Χειλάκη, τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο, τον Νίκο Ψαρρά και τον Προμηθέα Αλειφερόπουλο.
Η υπόθεση
Παραμονή Χριστουγέννων, στο υπόγειο ενός σπιτιού, σ’ έναν παραθαλάσσιο οικισμό στα βόρεια του Δουβλίνου, ενώ έξω μαίνεται η καταιγίδα, τέσσερις φίλοι κι ένας μυστηριώδης ξένος θα περάσουν τη νύχτα γιορτάζοντας με τον τρόπο που ξέρουν: παίζοντας χαρτιά και πίνοντας.
Ο Σάρκυ έχει επιστρέψει μετά από καιρό, για να προσέχει τον Ρίτσαρντ, τον μεγαλύτερο αδελφό του, που τυφλώθηκε πρόσφατα. Στη γιορτινή βραδιά είναι μαζί τους ο Ιβάν κι ο Νίκυ, φίλοι αδελφικοί, στο ποτό και τις αποτυχίες της ζωής. Κι ένας ακόμη απρόσκλητος επισκέπτης, ο κύριος Λόκχαρτ, που κανείς δεν τον γνωρίζει, ενώ εκείνος μοιάζει να γνωρίζει πολλά.
Ενώ η νύχτα βαθαίνει κι η καταιγίδα θριαμβεύει, οι πέντε άντρες θα παίξουν μέχρι το τέλος, ποντάροντας όλο και περισσότερα: μια πιθανότητα να ξεφύγουν απ’ το παρελθόν τους. Και μια τελευταία ευκαιρία να σώσουν την ψυχή τους.
Το έργο
Ακροβατώντας αριστοτεχνικά ανάμεσα στο θρίλερ, τη μαύρη κωμωδία, τις κλασσικές ιστορίες μυστηρίου, το δράμα, τον μαγικό ρεαλισμό, με χιούμορ, με εξαιρετικά διαγραμμένους χαρακτήρες και ευφυείς διαλόγους, το έργο είναι στην ουσία ένα «μακρύ ταξίδι της νύχτας μέσα στη μέρα». Mια τρυφερή παραβολή για την εξιλέωση και τη λύτρωση.
Ο Μακφέρσον αγαπάει τους ήρωές του και μας κάνει να τους αγαπήσουμε κι εμείς. Αν η ζωή είναι ένα ταξίδι όπου όλοι ξέρουμε το τέλος, αξίζει να το κάνουμε μαζί. Κι αν αυτοί οι άνθρωποι, που έχουν αποτύχει σε όλα, δουλειά, έρωτα, σχέσεις, αξίζουν μια δεύτερη ευκαιρία, τότε την αξίζουμε κι εμείς.
Ο αγγλικός τίτλος του έργου, The Seafarer (ο Ναυτικός), είναι δανεισμένος από ένα ομώνυμο ποίημα ανωνύμου, γράμμένο στα αρχαία Αγγλικά, στα μέσα του 8ου αιώνα μ.Χ., όπου ένας ναυτικός μιλάει στους στεριανούς για τις οδύνες της ζωής στη θάλασσα και προσεύχεται στον Θεό.
Το έργο έκανε πρεμιέρα το 2006 στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, στο Λονδίνο και ακολούθως το 2007 στη Ν. Υόρκη, στο Μπρόντγουεϊ, και τις δυο φορές σε σκηνοθεσία του ίδιου του συγγραφέα και τιμήθηκε με υποψηφιότητες κσι βραβεία Ολιβιέ και Τόνυ. Έκτοτε, οπουδήποτε ανέβηκε διεθνώς σημείωσε πολύ μεγάλη καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία. Τώρα, σ’ ένα από τα κεντρικότερα θέατρα της Αθήνας, με ένα θίασο καταξιωμένων πρωταγωνιστών παρουσιάζεται σε πανελλήνια πρεμιέρα.
Τα πρόσωπα
Τέσσερις άνθρωποι που έχουν αποτύχει σε όλα, εκτός από την ικανότητά τους να παραμείνουν μαζί.
Ο Ρίτσαρντ, ο μεγάλος αδελφός, τυφλός, μέθυσος, με παιδικό θυμό κι ανελέητο χιούμορ, καταπιέζει με την αδυναμία του τον αδελφό του, σαν άλλος Χαμ από «Το τέλος του Παιχνιδιού».
Ο Σάρκυ, ο μικρότερος, «εγγύηση αποτυχίας», απολυμένος από δεκάδες δουλειές, μόνιμα οργισμένος, με έναν ανεκπλήρωτο έρωτα για τη γυναίκα του αφεντικού του, προσπαθεί να ξαναπιάσει από κάπου το νήμα της ζωής του.
Ο Ιβάν, αδύναμος κι επιπόλαιος, δεν έχει πάει σπίτι του δυο μέρες, ζώντας με το φόβο της γυναίκας του, παρασυρμένος μόνιμα απ’ τη θαλπωρή του ποτού και των φίλων.
Ο Νίκυ, με ψευδαισθήσεις μεγαλείου, και με όνειρο να φτιάξει μια αυτοκρατορία από την εμπορία τυροκομικών, τώρα που κανένας γονιός δεν τον εμπιστεύεται για μπέιμπισίτινγκ.
Κι ο κύριος Λόκχαρτ, ο καταλύτης, ένας μυστηριώδης, γοητευτικός άγνωστος, κομψός κι ευγενικός, μ’ ένα σχέδιο που πρέπει να πετύχει αυτή τη συγκεκριμμένη νύχτα, της παραμονής των Χριστουγέννων.
Πέντε άντρες, αυτή τη νύχτα, μακριά από κάθε γυναικεία παρουσία που θα μπορούσε να τους σώσει, ανώριμοι, ανήλικοι, απόλυτα ανθρώπινοι, θα γιορτάσουν, θα παίξουν, θα πιουν όσο δεν πάει άλλο και θα παλέψουν με τους δαίμονές τους.
Ο συγγραφέας
Ο Κόνορ Μακφέρσον (1971 - ) είναι Ιρλανδός συγγραφέας, σεναριογράφος και σκηνοθέτης. Έργα του έχουν ανέβει σε όλον τον κόσμο κι έχουν τιμηθεί με πολλά βραβεία. Στην Ελλάδα έχει ανέβει μόνο «Το Φράγμα» (The Weir) από την Πειραματική Σκηνή της Τέχνης, στη Θεσσαλονίκη, το 1997.
Οι συντελεστές:
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
Μετάφραση: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης – Αθανασία Σμαραγδή
Σκηνικά: Αθανασία Σμαραγδή
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Μουσική: Μίνως Μάτσας
Βοηθοί σκηνοθέτη: Μανώλης Δούνιας – Έλενα Σκουλά
Παραγωγή: Κάρολος Παυλάκης
Διανομή (με σειρά εμφάνισης)
Σάρκυ: Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος
Ρίτσαρντ: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
Ιβάν: Νίκος Ψαρράς
Νίκυ: Προμηθέας Αλειφερόπουλος
Κύριος Λόκχαρτ: Αιμίλιος Χειλάκης
Προγραμματισμένη πρεμιέρα: Τετάρτη, 4 Οκτωβρίου
Θέατρο Αθηνών, Βουκουρεστίου 10, τηλ. 21033312343
Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης σε συνέντευξή του στο www.rejected.gr και τον Γιώργο Παπανικολάου αποκάλυψε μεταξύ άλλων και τα σχέδια του για τη χειμερινή σεζόν.
Από τον Οκτώβρη λοιπόν, θα σκηνοθετεί και θα πρωταγωνιστεί για μια ακόμη χρονιά στο θέατρο «Αθηνών» με το έργο «SeaFarer» του Conor McPherson. Μαζί του στη σκηνή τέσσερις σημαντικοί πρωταγωνιστές , ο Αιμίλιος Χειλάκης, ο Νίκος Ψαρράς, ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος και ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος.
Όσο για το τι τον συγκίνησε στο έργο και το επέλεξε ο ίδιος απαντά: «Δεν μπορώ να σου μιλήσω πολύ για το έργο. Είμαι στο σημείο που καταβυθίζομαι, μελετώντας το έργο με όλες μου τις αισθήσεις. Το κέντρο του έργου είναι η σημασία του να είναι κανείς ζωντανός, όσα λάθη κι αν έχει κάνει, όσο στραβά κι αν έχει αρμενίσει στο παρελθόν. Ο άνθρωπος μπορεί να βρει έναν νέο δρόμο. Πάντα υπάρχει χώρος για μια νέα ευκαιρία, μια συγχώρεση. Πάντα υπάρχει χώρος, όχι για να κλείσουν, αλλά για να γιατρευτούν οι πληγές»
Παράλληλα, όπως ήδη έχουμε γράψει θα σκηνοθετήσει και τον Δημήτρη Καταλειφό με την Λουκία Μιχαλοπούλου στο Θέατρο Εμπορικόν.
Μια ακόμη συνεργασία του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη με τα Αθηναϊκά Θέατρα που θα σπάσει ταμεία ετοιμάζεται για τη νέα θεατρική σεζόν στο θέατρο "Εμπορικόν".
Ο πολυπράγμων ηθοποιός και σκηνοθέτης αναμένεται να σκηνοθετήσει το έργο του David Hare "Skylight". Στη σκηνή θα δούμε τον σπουδαίο Δημήτρη Καταλειφό και την ταλαντούχα Λουκία Μιχαλοπούλου, ενώ ο τρίτος ηθοποιός δεν έχει "κλείσει" ακόμη. Η μετάφραση είναι της Μιρέλλας Παπαοικονόμου.
Ο Δημήτρης Καταλειφός και η Λουκία Μιχαλοπούλου είχαν γνωρίσει μεγάλη επιτυχία στο ίδιο θέατρο με την "Ολεάννα" του Ντέιβιντ Μάμετ.