Από τη Δήμητρα Πέτρου
Συνεχώς ψάχνουμε τρόπους για το πώς να βελτιώσουμε τη ζωή μας. Συχνά μάλιστα αυτό τείνει να γίνεται ένα από τα καθημερινά μας άγχη. Ο Γιώργος Ηλιόπουλος όμως, έρχεται για να αλλάξει τα δεδομένα και με την ανατρεπτική του κωμωδία μας μαθαίνει «Πώς να καταστρέψουμε τη ζωή μας».
Η παράσταση που τόσο πολύ αγάπησε το κοινό επιστρέφει για 4η χρονιά για τρεις τελευταίες «καταστροφικές» παραστάσεις στο Θεάτρο Τζένη Καρέζη.
Ο Γιώργος Ηλιόπουλος μας μίλησε για το πόσο «επικίνδυνος» μπορεί να γίνει ο μονόλογος για έναν ηθοποιό, για το τι μπορεί να τον φέρει στο σημείο να πει «καταστράφηκε η ζωή μου» αλλά και για την επιτυχία που κάνει φέτος ως «Προκόπης» στις «Άγριες Μέλισσες».
Πες μας λίγα λόγια για την παράσταση.
Είναι μια παράσταση με καταιγιστικούς ρυθμούς. Βλέπουμε τη ζωή ενός άνδρα από το απόγειο ως την καταστροφή και πως ξαναστέκεται πάλι στα πόδια του. Μιλά για τις νευρώσεις του σύγχρονου άνδρα και τις εμμονές που έχει πολλές φορές, γιατί αυτός τα έχει όλα στη ζωή του και ξαφνικά τα χάνει. Στην ουσία ερωτεύεται, βρίσκει την γυναίκα της ζωής του και από μια χαζομάρα του μυαλού του, τα τινάζει όλα στον αέρα. Και μέσα από την ιστορία παίρνει το μάθημα του, καταλήγει με ένα συμπέρασμα ζωής. Όλο αυτό όμως με ένα τρόπο διασκεδαστικό και ξεκαρδιστικό. Το χιούμορ είναι το πιο κατάλληλο όχημα για να πεις την αλήθεια σου. Οι άνθρωποι όταν κάνουμε πλάκα είμαστε πιο ειλικρινής νομίζω. Η επιτυχία της παράστασης έγκειται στο γεγονός ότι είναι τόσο αληθινό αυτό που βλέπει ο άλλος που πολλές φορές αναγνωρίζει τον εαυτό του. Κατά τη διάρκεια της παράστασης αλλάζω είκοσι ρόλους το οποίο είναι πολύ ευχάριστο πολύ διασκεδαστικό και πολύ γρήγορο. Ο κόσμος δεν καταλαβαίνει ποτέ ξεκινάει και πότε τελειώνει.
Τι δυσκολίες έχει αυτή η εναλλαγή ρόλων για έναν ηθοποιό;
Είναι απολαυστικό. Είναι πολύ δύσκολο και κουραστικό άλλα είναι τόσο μεγάλη η απόλαυση που παίρνεις από τον κόσμο, που σε ξεκουράζει στη στιγμή. Σε αυτό το έργο βάζω την πείρα και ότι αποκόμισα από μια διαδρομή είκοσι ετών. Είναι ένα μεγάλο δώρο που μου έκανε η Βασιλική Ανδρίτσου, η σκηνοθέτης της παράστασης, γιατί χωρίς την πολύτιμη βοήθεια της εγώ δεν θα είχα κάνει τίποτα. Γενικά εγώ δουλεύω καλύτερα σε σύνολα και όχι μόνος μου και αυτό είναι κάτι που είναι όλο πάνω μου. Δεν θα είχα την τόλμη να το κάνω αν δεν με στήριζε και αν δεν πίστευε σε εμένα. Στην τέχνη η πίστη είναι το σημαντικότερο πράγμα. Πρέπει κάποιος να πιστέψει σε εσένα για να ανθίσεις. Αυτή η παράσταση ίσως είναι από τα σπουδαιότερα πράγματα που έχω κάνει.
Πόσο δύσκολο είναι ένας ηθοποιός να σκηνοθετεί έναν άλλον ηθοποιό;
Δυσκολία υπάρχει όταν ένας καλλιτέχνης δεν είναι αισιόδοξος. Εννιά στα δέκα δικά μου έργα τα έχουν σκηνοθετήσει ηθοποιοί. Μιλούν πιο πολύ σε αυτούς. Ίσως γιατί εγώ είμαι ένας ηθοποιός που γράφω για ηθοποιούς Όχι για σκηνοθέτες.
Γράφω πράγματα που θέλω να παίξω, που θέλω να δω να παίζουν οι ηθοποιοί μου. Και είναι τόσο μεγάλη η γκάμα και η διαδρομή που τους ζητιέται να ακολουθήσουν μέσα στους ρόλους που γράφω, που όλοι θέλουν να το δοκιμάσουν. Ένας ηθοποιός ίσα ίσα που μπορεί να καταλάβει τι πρέπει να αντιμετωπίσει ένας άλλος ηθοποιός και μπορεί να τον καθοδηγήσει πιο εύκολα.
Τι παγίδες μπορεί να κρύβει το να γράφεις και ταυτόχρονα να πρωταγωνιστείς σε δικό σου έργο;
Για κάποιους κρύβει για εμένα όχι, γιατί μπορώ να ξεχωρίσω τη διαδικασία. Και στα έργα μου όταν παίζονται πότε δεν πάω στις πρόβες, το αφήνω ελεύθερο δεν δίνω οδηγίες. Το έργο έχει γραφτεί, είναι εκεί, αν ο άλλος το σεβαστεί θα αποδείξει την αξία του. Αν δεν το σεβαστεί έχει κάνει αυτός το λάθος του. Το ίδιο συμβαίνει και όταν παίζω ένα έργο. Αφήνομαι στα χέρια του σκηνοθέτη γιατί πιστεύω πιο πολλά μάτια είναι καλύτερα από δύο. Όλα στην τέχνη είναι θέμα εμπιστοσύνης. Από τη στιγμή που εμπιστεύεσαι τον σκηνοθέτη σου, κάνεις αυτό που λέει. Μπορεί στο τέλος να είναι κάτι εντελώς αντίθετο από αυτό που έχεις σκεφτεί άλλα αν λειτουργεί πρέπει να το ακολουθήσεις. Άρα λοιπόν δεν έχω πρόβλημα να το κάνω αυτό. Ίσα ίσα το επιζητώ, πότε δεν έχω κάνει κάτι που να μην έχει ανέβει από άλλο σκηνοθέτη. Εγώ είμαι απλά διαθέσιμος σε αυτό που έχω να κάνω.
Το έργο θα παιχτεί για 4η χρονιά. Τι είναι αυτό που το κάνει τόσο πετυχημένο;
Είναι ότι ο θεατής δεν το περιμένει. Ούτε από εμένα επειδή δεν ξέρει τι κάνω. Έχει απλά μια εικόνα από τηλεοπτικές σειρές. Είναι απρόβλεπτο, είναι πολύ αληθινό, είναι πραγματικά αστείο, είναι γρήγορο, δεν βαριέσαι και βρίσκεις τον εαυτό σου μέσα σε αυτό. Και νομίζω ότι ο χαρακτήρας, επειδή στο τέλος βάζει μυαλό, γίνεται αγαπητός αλλιώς θα ήταν μισητός. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν δει την παράσταση έξι και επτά φορές, πριν πω την ατάκα την λένε από κάτω. Όταν είσαι μόνος σου είναι πολύ δύσκολο να στηρίξεις κάτι άλλα η παράσταση μαθεύτηκε από τον κόσμο που το έβλεπε.
Πόσο «επικίνδυνος» μπορεί να είναι ο μονόλογος για τον ηθοποιό;
Είναι ένα μεγάλο ρίσκο. Άμα κάτι χάσεις, χάθηκε η παράσταση. Αν χάσεις τον ρυθμό, τινάχτηκαν όλα στον αέρα. Επειδή δεν υπάρχει σκηνικό και είμαι εγώ απέναντι στον κόσμο, αν κάπου δεν είσαι σωστός ή δεν είσαι αρκετά τολμηρός, το πράγμα χάνεται και ο κόσμος φεύγει. Για τον ηθοποιό είναι ένα μοναχικό ταξίδι, γίνεται κάτι αστείο και δεν μπορείς να το μοιραστείς με κάποιον. Από την άλλη, η μεγάλη γοητεία είναι ότι ο κόσμος ακολουθεί μόνο εσένα από την αρχή μέχρι την τελευταία στιγμή.
Υπάρχει όριο στην κωμωδία;
Δεν μου αρέσει να λέω τη λέξη όρια γιατί δεν συμβαδίζει με την τέχνη. Υπάρχει η ποιότητα που φέρεις ως άνθρωπος, η ποιότητα του καλλιτέχνη. Υπάρχουν τα κίνητρα του καλλιτέχνη όπως αντίστοιχα και του κοινού. Μπορεί να πας σε μια παράσταση που βρίζουν ασύστολα και να μη σε ενοχλήσει. Και να ακούσεις «ρε» από κάποιους άλλους και να ενοχληθείς. Ο καλλιτέχνης οφείλει να είναι τολμηρός και να διανύσει την διαδρομή του, όπως και ο θεατής που πάει στο θέατρο. Το θέατρο δεν είναι τηλεόραση. Ο θεατής στο θέατρο πληρώνει για να ακούσει την αλήθεια, στην τηλεόραση πληρώνουν τον καλλιτέχνη για να πει ψέματα. Στο θέατρο ο άλλος έρχεται να σε δει, βγαίνει από το σπίτι του, πληρώνει εισιτήριο και κάθεται σε μια αίθουσα να σε παρακολουθήσει. Στην τηλεόραση επειδή εισβάλεις στο σπίτι του δεν μπορείς να του λες πάντα την αλήθεια γιατί ο άλλος μπορεί να μην είναι έτοιμος να την ακούσει. Το θέατρο με την τηλεόραση είναι άλλη τέχνη παρά το γεγονός ότι γίνονται όλα από ηθοποιούς. Το φρένο το βάζει η ποιότητά σου, τα κίνητρά σου και το κατά πόσο θέλει ο άλλος να ακούσει την αλήθεια. Δεν μπορείς να φοβάσαι να πεις πράγματα για να μην κακοχαρακτηριστείς. Δεν μπορείς να ζητάς ειλικρίνεια όταν ο ίδιος δεν είσαι ειλικρινής.
Υπάρχει κάποιο κοινό χαρακτηριστικό στα έργα που έχεις γράψει;
Νομίζω είναι το χιούμορ. Ακόμα και τα πιο δραματικά μου έργα έχουν ένα χιούμορ που υποβόσκει, το οποίο είναι απαραίτητο. Τα έργα μου είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους αλλά ταυτόχρονα έχουν αυτή την κοινή γραμμή. Γράφω και παίζω γιατί θέλω να ζήσω πράγματα που στη ζωή μου δεν θα μπορούσα να ζήσω. Είμαι ένας άνθρωπος που αποφεύγει τις συγκρούσεις. Το θέατρο όμως μου δίνει την δυνατότητα να γίνομαι γενναίος και να αντιμετωπίζω πράγματα που στη ζωή μου με τρομάζουν. Για εμένα η υποκριτική και το γράψιμο είναι μια άσκηση θάρρους. Ένα από τα πράγματα που έχει αυτή η παράσταση είναι ότι είμαι θαρραλέος. Αυτό εντοπίζει το κοινό και γι ́αυτό έχει αγκαλιάσει την παράσταση.
Τι μπορεί να σε φτάσει στο σημείο να πεις «καταστράφηκε η ζωή μου»;
Τα ψέματα και το να έχεις καταλάβει ότι έχεις κάνει λάθος και να μη το αναγνωρίζεις. Το να μην εξελίσσεσαι, το να αρνείσαι να δεις ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει και να μην θες και εσύ ο ίδιος να αλλάξεις. Και να μην αναγνωρίζεις το καλό που κάνουν οι άλλοι. Ας πούμε σε μια σχέση να μην αναγνωρίζεις πως ο άνθρωπος σου σε έχει στηρίξει και σε έχει βοηθήσει να γίνεις αυτό που είσαι. Ζούμε σε μέρες που καλλιεργείται πάρα πολύ το εγώ, ξεχνώντας ότι για να υπάρξουμε είναι απαραίτητο το εμείς.
Η παράσταση έχει πάρα πολλές κινηματογραφικές αναφορές. Εσύ αν η ζωή σου ήταν μια ταινία ποια θα ήθελες να είναι;
Δεν ξέρω για να πω την αλήθεια αλλά η αγαπημένη μου ταινία είναι το «Jerry Maguire». Είναι μια παλιά ταινία του 1997. Καταλαβαίνω τον ήρωα στο πετσί του. Με συγκινεί πολύ αυτή η ταινία. Γιατί ξαφνικά συνειδητοποιείς ότι κάτι κάνεις λάθος στη ζωή και θέλεις να το αλλάξεις και πληρώνεις το τίμημα. Μου έχει συμβεί και εμένα αυτό. Έκανα άλλα πράγματα στη ζωή μου και τα παράτησα για να ασχοληθώ με το θέατρο. Οι φοβίες που είχα με έσπρωξαν να κάνω άλλες δουλειές και να σπουδάσω άλλα πράγματα, αλλά αυτό ήθελα να κάνω πάντα. Κάποια στιγμή έφτασα στο όριο μου είδα ότι δεν ήμουν ευτυχισμένος και τα παράτησα όλα για να ασχοληθώ με το θέατρο. Σε αυτό έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο βέβαια ο δάσκαλός μου, ο Κώστας ο Καζάκος, που του χρωστάω τη ζωή μου κυριολεκτικά.
Σκήνη από τις "Άγριες Μέλισσες" μαζί με τον Γιώργο Σουξέ.
Φέτος συμμετέχεις και στις «Άγριες Μέλισσες». Τι πιστεύεις ότι είναι αυτό που έχει κάνει αυτή τη σειρά τόσο επιτυχημένη;
Δύο πράγματα. Το ένα είναι το εξαιρετικό σενάριο της Μελίνας Τσαμπάνη. Έχει σκιαγραφήσει τόσο καλά τους χαρακτήρες που τους ακολουθείς ανά πάσα στιγμή. Και το άλλο είναι οι φοβεροί ηθοποιοί. Ένα σύνολο ηθοποιών οι οποίοι έχουν αγαπήσει και υπερασπιστεί αυτή τη δουλειά με όλες τους τις δυνάμεις. Αυτά είναι αυτά που ξεχωρίζουν. Εγώ έχω την τύχη να συναναστρέφομαι με μια πολύ καλή παρέα που γελάμε πάρα πολύ και είναι μεγάλη ευτυχία να δουλεύω με αυτούς τους ανθρώπους. Νιώθω ασφάλεια, έχουμε ένα κοινό χιούμορ και περνάει το γύρισμα πολύ ευχάριστα.
Ιnfo
«Πώς να καταστρέψετε την ζωή σας»
Σκηνοθεσία: Βασιλική Ανδρίτσου
Βοηθός σκηνοθέτη: Μαριλού Κατσαφάδου
Γραφιστικά: Θοδωρής Σαράφης
Ερμηνεία: Γιώργος Ηλιόπουλος
Πού: Θέατρο Τζένη Καρέζη, Ακαδημίας 3, Αθήνα, τηλ. 210 3636144, www.theatrotzenikarezi.com
Έναρξη παραστάσεων: Τέταρτη 4 Μαρτίου 2020 στις 21.15 και στις 11 και 18 Μαρτίου στις 21.15
Διάρκεια παράστασης: 1ώρα και 40 λεπτά (με διάλειμμα)
Από τη Δήμητρα Πέτρου
Αμέτρητες οι ιδιότητες μια γυναίκας σε μία ανδροκρατούμενη, θεοκρατική κοινωνία. Και μια τέτοια περίπτωση γυναίκας ήταν και η Έμιλυ Ντίκινσον.Η ζωή της εντυπωσιακή όσο και το έργο της.
Ασάλευτη, μειδιούσα, παιγνιώδης, υπαινικτική και παθιασμένη μίλησε μέσα από τα ποιήματα της και επηρέασε όσο λίγοι την παγκόσμια λογοτεχνία.
Φέτος η Έμιλυ Ντίκινσον «ζωντανεύει» στο θέατρο 104 για να απολαύσει τη φήμη που τόσο λαχταρούσε, αλλά ποτέ δεν γνώρισε αλλά και να μας μυήσει στο... τελευταίο της όνειρο.
Ο Κωνσταντίνος Δανίκας, ένας εκ των πρωταγωνιστών της παράστασης, μίλησε για την σπουδαία δημιουργό, για την γοητεία που ασκεί πάνω του, αλλά και για τους λόγους που θεωρεί ότι οδήγησαν τα ποιήματά της να γίνουν γνωστά μετά τον θάνατό τηΠείτε μας δυο λόγια για την παράσταση.
Η παράσταση "Το τελευταίο όνειρο της Εμιλυ Ντίκινσον" είναι μια ουσιαστική γνωριμία με την μεγάλη αυτή ποιήτρια. Διασκευάζοντας το κείμενο του Σταμάτη Πολενάκη, ένα χαρτογράφημα της ευφυΐας και της μοναδικής αντίληψης της, ο Δημοσθένης Φίλιππας με την βοήθεια της Ευαγγελίας Καπόγιαννη, δημιούργησαν ένα βαθύ και στοχευμένο ψυχογράφημα εξερευνώντας στοιχεία του χαρακτήρα της και απαντώντας σε πολλά καθολικά ερωτήματα.
Ποιος είναι ο δικός σας ρόλος;
Ο ρόλος μου, αυστηρός και πολυδιάστατος, είναι ο διευθυντής σκηνής. Επηρεασμένος εν μέρη από τον Θόρτον Γουάιλντερ είναι ο σύνδεσμος της Έμιλυ στον κόσμο.
Τα πάντα! Η Εμιλυ Ντίκινσον δεν ήταν απλά μια πολύ καλή ποιήτρια, ήταν ένας ανυπέρβλητος άνθρωπος. Συνειδητοποίησε νωρίς το ταλέντο της και τάχθηκε στην ποίηση, κλείστηκε όλη της τη ζωή σε ένα δωμάτιο και αφιερώθηκε στην τέχνη της. Τέτοια προσωπική θυσία μόνο θαυμασμό και σέβας μου προκαλεί.
Ο δικός σας ρόλος δεν ήταν από την αρχή γραμμένος. Τι κάνει τόσο απαραίτητη την προσθήκη του;
Είναι ένας χαρακτήρας που εντάχθηκε εκ των υστέρων για να καλύψει συγκεκριμένες ανάγκες του έργου. Ποιητής, ερευνητής, δήμιος, θαυμαστής, εραστής ακόμα και Θεός, είναι κάποιες από τις ιδιότητες του. Ιδιότητες απαραίτητες και αναγκαίες για να αντιμετωπίσει τις πολλαπλές προσωπικότητες της Ντίκινσον.
Τι ρόλο παίζει η μουσική στην παράσταση;
Η μουσική της Κατερίνας Ελοσίτου λειτουργεί (μαζί με την παρουσία της) ως ο τέταρτος ηθοποιός. Ένας ξεχωριστός χαρακτήρας που σχολιάζει, υπογραμμίζει, δημιουργεί ατμόσφαιρες αλλά και λέει την δικιά του ιστορία.
Πως πιστεύετε ότι είχε επηρεάσει την Έμιλυ Ντίκινσον η αυστηρότητα με την οποία τη μεγάλωσε οι οικογένειά της;
Οι συνθήκες διαβίωσης σε μια τέτοια κοινωνία, εκείνη την εποχή, υπό τις αυστηρές αξίες μιας πατριαρχικής οικογένειας δεν άφηναν πολλά (έως κανένα) περιθώρια επιλογής. Ο τρόπος που μεγάλωνες και εκ των υστέρων ζούσες την ζωή σου, ήταν προκαθορισμένος. Φανερά επηρεασμένη από τους οικογενειακούς και κοινωνικούς θεσμούς, κάτι που διακρίνουμε συνεχώς στα ποιήματά της, έκανε μια επιλογή όχι για να αποξενωθεί από τους ανθρώπους αλλά για να αφοσιωθεί στο έργο της.
φωτογραφία από την παράστσαση στο θέατρο 104
Για ποιους λόγους θεωρείτε ότι τα ποιήματά της έγιναν γνωστά μετά τον θάνατό της;
Θα ήθελα πολύ να απαντήσω πως ήταν δική της επιλογή αλλά δυστυχώς όχι. Τα ποιήματα της απορρίφθηκαν πολλάκις κατά την διάρκεια της ζωής της. Οι τότε άνθρωποι των γραμμάτων, θεώρησαν την γραφή της αφελή, ίσως και ανώριμη. Έπρεπε να βρεθούν οι κατάλληλοι άνθρωποι υπό τις κατάλληλες συνθήκες για να αναγνωριστεί η ευφυΐα της γραφής της.
Τι πιστεύετε ότι είναι αυτό που κάνει τα ποιήματα αλλά και τη ζωή της Έμιλυ Ντίκινσον τόσο επίκαιρα;
Ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία της Ντίκινσον ήταν η οπτική ματιά της. Η αντίληψη της απέναντι στον κόσμο και στα δρώμενα των συνανθρώπων της. Αυτό, μαζί με όλα τα άλλα συστατικά της πολύπλευρης προσωπικότητάς της, καθιστούν το έργο της διαχρονικό και καθολικό.
Έχετε ασχοληθεί αρκετά και με το παιδικό θέατρο. Τι έχετε αποκομίσει από αυτό;
Πολλά και όμορφα συναισθήματα. Ένα διαφορετικό κοινό με τη δική του ιδιαίτερη ματιά. Τα παιδιά δέχονται μόνο την αλήθεια, την εσωτερική αλήθεια. Αυστηρά και ταυτόχρονα τόσο ανοιχτόκαρδα. Έτοιμα για ακραίες συμπεριφορές και σκληρές κριτικές.
Φέτος συμμετέχετε και στις «Άγριες Μέλισσες». Που πιστεύετε ότι οφείλεται η τόση μεγάλη επιτυχία που κάνει;
Η συνταγή είναι απλή. Ένας εμπνευσμένος σκηνοθέτης, μια ταλαντούχα σεναριογράφος, ο καθένας τους με την προσεκτικά επιλεγμένη ομάδα του και μια τόσο εύστοχη διανομή ρόλων. Ήταν από την αρχή ένα στοίχημα, μια μεγάλη παραγωγή σε μια καθημερινή σειρά. Ένα στοίχημα που πιστεύω με τη σειρά του μπορεί να αλλάξει τις ελληνικές τηλεοπτικές παραγωγές.
«Το τελευταίο όνειρο της Έμιλυ Ντίκινσον»
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Σκηνοθεσία: Δημοσθένης Φίλιππας
Δραματουργική επεξεργασία, βοηθός σκηνοθέτη: Eυαγγελία Καπόγιαννη
Ζωντανή πρωτότυπη μουσική: Κατερίνα Ελοσίτου
Παίζουν (αλφαβητικά): Kωνσταντίνος Δανίκας, Ιωάννα Μυλωνά, Μαρία Ροβάκη
Σκηνικά –κοστούμια : Mυρτώ Κοσμοπούλου
Φωτισμοί: Mελίνα Μάσχα
Εικαστική επιμέλεια εντύπων : Δικαίος Χατζηπλής
Φωτογραφίες: Βαγγέλης Γουβέλης
Παραγωγή: Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία «Αντιγόνη», ομάδα ΔΟΚΙΜΗ
Κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 21:00
Από 20 Νοεμβρίου μέχρι 23 Ιανουαρίου
Εισιτήρια: Oλόκληρο: 12 ευρώ\ Μειωμένο:8 ευρώ\ Ατέλειες: 5 ευρώ
Ηλεκτρονική προπώληση : Viva.gr
Διάρκεια:70 λεπτά
Θεάτρο 104 (Black Box)
Ευμολπιδών 41, Γκάζι (Μετρό Κεραμεικός)
11854 Αθήνα
Τηλ: 2103455020
Κλείστε εγκαίρως τις θέσεις σας μέσω viva
Διαβάστε επίσης:
Από τη Δήμητρα Πέτρου
Φωτογραφίες Αγγελική Κοκκοβέ
Πώς να περιγράψεις με λέξεις, το δράμα της «Μήδειας» του Ευριπίδη; Σίγουρα, το ακραίο πάθος, η οργή, η εκδίκηση και το απόλυτο έγκλημα είναι αυτά που σου έρχονται πρώτα στο μυαλό.
Το αριστούργημα του Ευριπίδη έχει απασχολήσει πολλούς καλλιτέχνες, ίσως, επειδή όπως όλα τα σπουδαία έργα είναι ανοιχτό σε πολλές αναγνώσεις. Ο Δημήτρης Γεωργαλάς παρουσιάζει μια νέα εκδοχή, στηριζόμενος στα σύμβολα του έργου και το αποτέλεσμα στη σκηνή του Μπάγκειον είναι εξαιρετικό!
Στον ομώνυμο ρόλο, απολαμβάνουμε τη Τζούλη Σούμα σε μια καθηλωτική ερμηνεία.
Τη συνάντησα λίγο πριν την παράσταση στο ιστορικό ξενοδοχείο της Ομόνοιας και μ’ αφορμή τον δύσκολο και απαιτητικό ρόλο της, είχαμε μια απολαυστική κουβέντα για την απιστία στη σημερινή εποχή, για το ακραίο έγκλημα της παιδοκτονίας, αλλά και για το πως συμπεριφέρεται εκείνη όταν έρχεται «αντιμέτωπη» με τον φτερωτό θεό του έρωτα.
Πώς προσεγγίσατε έναν τόσο απαιτητικό ρόλο;
Με τη βοήθεια του Δημήτρη Γεωργαλά, του σκηνοθέτη μας, μπήκα στον κόσμο και τη μελέτη που είχε κάνει για αυτό το έργο και γι’ αυτόν τον ρόλο. Ο Δημήτρης ασχολείται περίπου τρία χρόνια με αυτό το έργο, έχει μια βαθιά και σαφή σπουδή πάνω σε αυτό κι επειδή η παράσταση έχει ήδη παιχτεί στη Χάγη, έχει φτιάξει έναν κόσμο ολόκληρο, στον οποίο εγώ καθοδηγήθηκα από αυτόν με έναν ιδανικό τρόπο. Από κει και πέρα βρήκα κι εγώ τα δικά μου πατήματα για να προσεγγίσω το ρόλο αποφεύγοντας, ίσως, κάποια δεδομένα και κλισέ πράγματα, προσπαθώντας να καταλάβουμε την αληθινή διαδρομή αυτής της γυναίκας, η οποία είναι μια ηρωίδα πολυσχιδής και πολύπλευρη. 'Όσο και να το ψάχνουμε γεννιούνται συνεχώς καινούριες πλευρές και πτυχές που θέλουμε να φωτίσουμε. Οπότε είναι σαν ένας θησαυρός που έχει εξερευνηθεί έχοντας ακόμα πολύ δουλειά για να γίνει.
Προσωπικά, τι σας γοητεύει στο κείμενο του Ευριπίδη;
Με γοητεύει το απόλυτο πάθος που έχει η Μήδεια. Έχει ακραίο ερωτικό πάθος, το οποίο βέβαια την οδηγεί στην απόλυτη εκδίκηση. Επίσης με γοητεύει το ότι δια μέσου αυτής της ηρωίδας ο Ευριπίδης δίνει ισχυρό λόγο και θέση στη γυναίκα των τότε χρόνων που όμως είναι απόλυτα επίκαιρο και για τις γυναίκες του σήμερα. Δηλαδή, βάζει τη γυναίκα, που τότε ήταν εντελώς ανατρεπτικό, να έχει πολιτική και κοινωνική θέση. Παίρνει αποφάσεις που μόνο οι άνδρες είχαν το δικαίωμα να πάρουν. Είναι μια ισχυρή προσωπικότητα, ένας ισχυρός χαρακτήρας ο οποίος μου ασκεί τεράστια γοητεία.
Τι συμβολίζει η Μήδεια στη σημερινή εποχή;
Πιστεύω ότι έχει πολλές πλευρές. Είναι ένα πρίσμα, το οποίο από όποια πλευρά και αν το δεις, έχει ενδιαφέρον και φως. Συμβολίζει πολλά στο σήμερα, είναι μια γυναίκα που αγαπά με πάθος, που διεκδικεί, που ζει τα πάντα με ακραίο τρόπο, την αγάπη, το πάθος, τον θυμό, την οργή. Ο Δημήτρης έδωσε και μια άλλη διάσταση. Επειδή η Μήδεια είναι ξένη προς την Ελλάδα φώτισε τη διάσταση του μεταναστευτικού. Δηλαδή, η Μήδεια θα μπορούσε να είναι μια γυναίκα, η οποία έχει έρθει από κάποια άλλη χώρα για οποιουσδήποτε λόγους. Εδώ ήρθε για τον άντρα που επέλεξε, και βλέπουμε ότι δεν της φέρονται πάντα πάρα πολύ καλά όπως και σήμερα δεν φέρονται στους μετανάστες. Μακάρι να έχουμε και στην κοινωνία και στην πολιτική και γενικότερα σε θέσεις στις οποίες λαμβάνονται αποφάσεις οι οποίες αφορούν όλους μας, γυναίκες με ευθυκρισία, με δύναμη, με διάνοια τέτοια που να μπορούν να καθοδηγήσουν τους λαούς. Η Μήδεια είναι μια τεράστια, ισχυρή προσωπικότητα και όχι μόνο μια απατημένη γυναίκα, η οποία εκδικείται τον άνδρα της.
Μπορεί μια ηθοποιός να βρει κοινά στοιχεία με τη Μήδεια;
Ναι και πιστεύω ότι όλοι μας έχουμε. Εξερευνώντας και σκάβοντας για να βρεις την αλήθεια του ρόλου περνάς από διαδρομές ανακαλύπτοντας κοινά πράγματα. Μην ξεχνάμε ότι ο Ευριπίδης είναι ο τραγικός συγγραφέας, ο οποίος είναι πιο κοντά στην ψυχοσύνθεση των ηρώων. Σαφέστατα το ακραίο ερωτικό πάθος, ο ακραίος θυμός, η λατρεία κι η μεγάλη αγάπη που έχει για τα παιδιά της, η αγάπη για το σπίτι που έχει χάσει, την οικογένεια της, τον πατέρα της, όλα αυτά σίγουρα έχουν αναφορές σε μένα γιατί δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Και στο κομμάτι παιδιά που εγώ δεν έχω δικά μου, αλλά τα αγαπώ πάρα πολύ, το κομμάτι μητρότητα και το πόσο μπορεί μια γυναίκα να φτάσει σε αυτήν την ακραία απόφαση, οφείλω να πω ότι με προβλημάτισε, αλλά είδαμε δουλεύοντας ότι η απόφασή της αυτή είναι πέρα από την ίδια την πράξη. Επίσης, είναι πολύ σημαντικό το ότι η Μήδεια δεν τιμωρείται από Ερινύες, όπως άλλοι ήρωες της αρχαίας τραγωδίας. Το να υποδυθείς έναν ρόλο, που έχει ισχυρά συναισθήματα που αισθανόμαστε όλοι μας, αλλά να διαπράξει μια επαίσχυντη πράξη και στο τέλος να μην τιμωρηθεί αλλά να θεοποιηθεί δεν είναι και πολύ εύκολο να προσεγγιστεί.
Τι σας δυσκόλεψε περισσότερο ερμηνεύοντας αυτόν τον ρόλο;
Ένα μεγάλο κομμάτι είναι το ότι δεν είναι στην καθημερινότητά μας όλα αυτά που ζει και αποφασίζει να πράξει η Μήδεια. Τα συναισθήματα είναι κοντά σε εμάς απλώς εδώ είναι στην απόλυτη έντασή τους. Με δυσκόλεψε να βρω τη διαδρομή της, αλλά θα πω ότι ο Δημήτρης (Γεωργαλάς), που ήξερε πάρα πολύ καλά το πως να καθοδηγήσει τους ηθοποιούς, αλλά κι εμένα προσωπικά για αυτόν τον ρόλο, θεωρώ ότι φώτισε και ανέδειξε πολύ καλά τη διαδρομή της, πολύ καθαρά και με σαφήνεια. Μάλιστα στις παραστάσεις που έχουμε κάνει, οφείλω να πω ότι το είπαν κι οι θεατές, το οποίο είναι μεγάλη υπόθεση. Η ματιά του σκηνοθέτη και κατ’ επέκταση του ηθοποιού που θα υποδυθεί τους ρόλους είναι αυτό που αλλάζει .
Ποια εσωτερική ανάγκη μας οδηγεί στο να βλέπουμε ξανά και ξανά αυτή την ιστορία εκδίκησης;
Η ανάγκη που έχουμε να επιστρέφουμε στα μεγάλα κείμενα. Δεν είναι τυχαίο που βλέπουμε συνέχεια τα έργα των μεγάλων τραγικών. Είναι ποίηση που μας αγγίζει και μας αφορά όλους. Τα μεγάλα αυτά έργα μας οδηγούν στο να σκεφτούμε, να αποκωδικοποιήσουμε αλλιώς, να εμβαθύνουμε σε πράγματα που ζούμε, πράγματα που σκεφτόμαστε, μας δίνουν δρόμους για να σκεφτούμε σε βάθος, μας πάνε σε πιο φιλοσοφικές διαδρομές. Είναι ένας πλούτος ανεξάντλητος, σαν ένα ορυχείο που έχει διαμάντια και όσο σκάβεις τόσο πολύ θα σου δώσει καινούριο πλούτο. Τι κρίμα που η καθημερινότητα κι ο τρόπος ζωής, που έχουμε όλοι μας, δεν μας επιτρέπει να ανατρέχουμε συχνά στους μεγάλους ποιητές και φιλοσόφους, έστω και σαν ανάγνωση. Γι’ αυτό γεμίζουν τα θέατρα, η Επίδαυρος ή όπου στον κόσμο ανεβαίνουν αυτά τα κείμενα, γιατί μας αφορούν εκατό τοις εκατό ακόμα και σήμερα.
Στη σημερινή εποχή τι πιστεύετε ότι οδηγεί έναν άνδρα στην προδοσία;
Πολλά. Μπορεί να τον οδηγήσει η θέλησή του να επιβεβαιωθεί, να επιβεβαιώσει το εγώ του. Επίσης η φιλοδοξία, πολλές φορές μπορείς να απιστήσεις για κάποια οφέλη, που μπορεί να έχεις. Η διάθεση του ανικανοποίητου. Λόγω προηγούμενων έργων, που έχω παίξει, έχω σκεφτεί πολύ τι μπορεί να οδηγήσει έναν άνδρα στην απιστία και κατέληξα ότι το εγώ και το υπερεγώ των ανδρών, αλλά και των γυναικών πολλές φορές, μας οδηγεί στο να μην είμαστε σταθεροί. Επίσης, όντως οι άνθρωποι δεν είναι μονογαμικά όντα, αυτό πρέπει να το καταλάβουμε. Από φύση δεν είναι, αλλά μπορεί να είναι από επιλογή. Απλώς εδώ είναι αδιανόητο το γεγονός ότι παντρεύτηκε κρυφά. Βέβαια η θέση της γυναίκας τότε ήταν υποδεέστερη οπότε ήταν πολύ εύκολο κάποιος «να πατήσει τους όρκους», όπως του λέει η Μήδεια. Νομίζω ο πυρήνας κι η κινητήρια δύναμη είναι αυτά.
Η Μήδεια, λίγο πριν σκοτώσει τα παιδιά της, αμφιβάλλει για τις ίδιες της τις πράξεις. Με ποιο τρόπο στη σημερινή εποχή μπορούμε να καταπνίξουμε τον «κακό» μας εαυτό;
Δεν ξέρω να πω ακριβώς τι πρέπει ή τι δεν πρέπει να κάνουμε. Ουσιαστικά, για οτιδήποτε θέλουμε να πράξουμε είτε δύσκολο, είτε εύκολο, για κάτι που πρέπει να πάρουμε μια σημαντική κι ενδεχομένως ακραία απόφαση για τη ζωή μας παλεύουμε με τον εαυτό μας, με το ασυνείδητό μας, με την ιδιοσυγκρασία μας, με τον χαρακτήρα μας και πάρα πολλές φορές είμαστε μέσα σε αυτήν τη διελκυστίνδα που έχει και η Μήδεια του να το κάνω ή να μη το κάνω. Είναι ένα σημείο, με το οποίο μπορεί να ταυτιστεί κάποιος. Ελάχιστοι έχουν δίλημμα να σκοτώσουν ή να μην σκοτώσουν τα παιδιά τους, όμως έχουν διλήμματα ηθικά, υπαρξιακά, προσωπικά, επαγγελματικά και πολλές φορές ακούμε τον εσωτερικό μας εαυτό και του μιλάμε. Η Μήδεια μιλάει στον εαυτό της και λέει «σκέψεις μου φύγετε, θυμέ μου σε παρακαλώ φύγε». Αποκλείεται κάποιος να μην βρει στον τρόπο, με τον οποίο σκέφτεται και κάνει τον εσωτερικό διάλογο με τον εαυτό της στιγμές που να ταυτιστεί. Αυτό είναι το υπέροχο, ότι ο θεατής βλέποντας οποιοδήποτε κείμενο που έχει ουσιώδη πράγματα να του πει, προσπαθεί να μετακινηθεί και να ταρακουνηθεί. Είναι σημαντικό ο θεατής να ακουμπάει στη σκέψη και στη διάνοια των ηρώων και να τον αφορά και να τον αγγίζει και γι’ αυτό όλα αυτά τα έργα έχουν διασωθεί μέχρι τώρα.
Η Μήδεια βλέπουμε ότι στην αρχή κάνει τα πάντα για τον έρωτά της για τον Ιάσονα. Εσείς μέχρι που έχετε φτάσει για τον έρωτα;
Είναι δύσκολο να φτάσεις, σίγουρα, σε τόσο ακραίες πράξεις γι’ αυτό κι οι τόσο ακραίες πράξεις γίνονται σημεία αναφοράς στην καθημερινότητά μας, όταν γίνονται εγκλήματα πάθους ή εγκλήματα εκδίκησης ή μεγάλων συναισθημάτων. Αυτό που μπορώ να πω εγώ για εμένα είναι ότι στον έρωτα δίνω το χίλια τοις εκατό του εαυτού μου και της ύπαρξής μου. Και νομίζω αυτό είναι το πιο σημαντικό, να ακουμπάς και να προσπαθείς να αφουγκραστείς τον κόσμο του, τον εαυτό και τις ανάγκες του άλλου και να συμπορευτείς μαζί του. Δεν πιστεύω ότι βρίσκουμε το άλλο μας μισό, γιατί δεν υπάρχει. Βρίσκουμε ένα ολόκληρο κι εμείς με το δικό μας ολόκληρο μπορούμε να προχωρήσουμε και να ολοκληρωθούμε μαζί. Δεν υπάρχει περίπτωση να μας ολοκληρώσει κάποιος άλλος ντε και καλά. Το δικό μου δόσιμο σε αυτό το κομμάτι είναι το ότι είμαι εκεί πάντα και στο απόλυτο νοιάξιμο και δόσιμο. Πιστεύω πολύ στο δούναι και λαβείν. Ευτυχώς, δεν μου έχει τύχει να προδώσω τα πιστεύω μου για έναν άνδρα, δεν έχει χρειαστεί.
Στην προδοσία του Ιάσονα πιστεύετε ότι υπάρχουν ελαφρυντικά;
Ο Ιάσονας είναι υπέρμετρα φιλόδοξος. Είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος βάζει πάρα πολύ ψηλά τον πήχη για τον εαυτό του και θεωρεί ότι μπορεί να τσαλακώσει και να εξαπατήσει τα συναισθήματα των άλλων, εξού και παντρεύτηκε κρυφά. Στον μύθο το απώτερο σκαλί είναι να γίνεις βασιλιάς, γιατί μετά περνάς στην αθανασία. Ο Ιάσονας δεν σκέφτεται το να μην πληγώσει, το να μην προδώσει, το να μην πονέσει. Δυσκολεύομαι να δώσω ελαφρυντικά με την έννοια ότι δεν ζούμε στη σημερινή εποχή. Είναι επίορκος, όπως και να το κάνουμε. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι στον χαρακτήρα και την προσωπικότητα του ανθρώπου είναι πάρα πολύ δύσκολο να επέμβεις. Είναι αυτό που λένε οι ψυχολόγοι ότι δεν μπορείς να πεις σε κάποιον τι να κάνει, ο άλλος θα κάνει ό,τι θέλει. Το θέμα είναι εσύ τι θα κάνεις απέναντι σε αυτό που έκανε. Πολλές φορές εγώ λέω «μα γιατί μου το έκανε αυτό», αλλά στην πραγματικότητα ο άλλος είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι θέλει, το θέμα είναι εσύ τι θα κάνεις. Θα μπορούσε να είναι ένα ελαφρυντικό αν η Μήδεια δεν μπορούσε να του κάνει παιδιά. Λέει στο κείμενο «ίσως σε συγχωρούσα αν άλλη παντρευόσουν αν δεν μπορούσα να σου δώσω παιδιά». Το γεγονός, όμως, ότι έγιναν όλα αυτά κρυφά είναι για μένα πάρα πολύ σημαντικό.
Υπάρχει σωτηρία ή λύτρωση για κάποιον που διαπράττει ένα έγκλημα, όπως η παιδοκτονία;
Πιστεύω πως όχι, δεν υπάρχει. Δεν υπάρχει περίπτωση κάποιος να κάνει ένα τόσο μεγάλο έγκλημα και να μην τυραννιέται από τις τύψεις όλη του τη ζωή ή να μην τρελαθεί ή να μην πάει σε ένα μοναστήρι να κλειστεί και να μην βλέπει κόσμο. Η Μήδεια έκανε ένα βήμα στο μετά. Όποιος άνθρωπος κάνει μια τόσο ακραία πράξη πάει σε ένα στάδιο μετά που εμείς που είμαστε στο πριν στάδιο δεν είναι εύκολο να κατανοήσουμε. Οι άνθρωποι, που φτάνουν σε αυτές τις ακραίες αποτρόπαιες πράξεις το μυαλό κι η ψυχή τους έχουν ταραχτεί, τους έχουν συμβεί δυστυχίες. Έχουν πάθει για να πράξουν. Όλοι εμείς έχουμε πάθει, αλλά δεν φτάνουμε σε αυτήν την ακραία πράξη, η Μήδεια και όσοι φτάνουν σε αυτές τις πράξεις κάνουν ένα τεράστιο βήμα και πάνε στο μετά. Αυτό το μετά είναι που μας αφήνει κι εμάς ενεούς, μας σοκάρει, μας ταράζει, δεν μπορούμε να το κατανοήσουμε. Μετάνοια μπορεί να υπάρξει, αλλά δεν πιστεύω ότι δεν θα τυραννιέται από τύψεις και δεν θα έχει περάσει σε άλλο στάδιο ζωής. Και να μετανιώσει η ψυχοσύνθεσή του έχει διαλυθεί. Πάλι θα ανατρέξω στο κείμενο εκεί που λέει «τώρα δεν έχω πια αισθήματα, είμαι νεκρή». Δεν μπορεί ένας άνθρωπος που έχει διαπράξει μια τόσο ακραία πράξη να έχει τα ίδια συναισθήματα με αυτά που είχε πριν, κάτι έχει νεκρωθεί στα κύτταρά του και στο είναι του.
Ηθοποιοί: Τζούλη Σούμα, Κυριακή Καραλουκά, Γιώργος Σταυριανός, Νίκος Δερτιλής, Σταύρος Γιαννακόπουλος
Μετάφραση : Γιώργος Χειμωνάς
Σκηνοθεσία– Επεξεργασία: Δημήτρης Γεωργαλάς
Μένουν 7 παραστάσεις:
Πέμπτη 27 Ιουνίου
Παρασκευή 28 Ιουνίου
Σάββατο 29 Ιουνίου
Κυριακή 30 Ιουνίου
Πέμπτη 4 Ιουλίου
Παρασκευή 5 Ιουλίου
Σάββατο 6 Ιουλίου
Ώρα έναρξης: 21:30
Μπάγκειον, Πλατεία Ομονοίας 19, Κέντρο
τηλέφωνο κρατήσεων 6944665561
Από τη Δήμητρα Πέτρου
Το εμφανές ψέμα, η λατρεία του χρήματος, η απαξίωση της προσωπικότητας του ατόμου και της κοινωνικής του θέσης είναι μερικά από τα θέματα που τολμά να θίξει η παράσταση «Η Σημασία να είναι κανείς ειλικρινής» που ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά από την ομάδα «New Lab Theatre Company», σε σκηνοθεσία Όλγας Τζωρτζ και φέτος απολαμβάνουμε στο Θεάτρο Αλκμήνη, κάθε Σάββατο στις 19:00.
Το κλασικό έργο του Όσκαρ Ουάιλντ μπορεί να γράφτηκε πολλά χρόνια πριν, τα θέματα που αγγίζει όμως το κάνουν σύγχρονο και πιο επίκαιρο από ποτέ.
Η Ιωάννα-Μαρία Μπατή, μέλος της ομάδας «New Lab Theatre Company» και ηθοποιός της παράστασης μας μίλησε για την παράσταση, για τα κοινά χαρακτηριστικά που έχει με το ρόλο που υποδύεται αλλά και για το πόσο σημασία έχει για εκείνη να είναι κανείς ειλικρινής...
Πες μου δυο λόγια για την παράσταση.
Πρόκειται για το τελευταίο θεατρικό έργο του Όσκαρ Ουάιλντ, μια κλασική κωμωδία καταστάσεων, στην οποία ο συγγραφέας δημιουργεί ένα αντίγραφο της βικτωριανής κοινωνίας, με σκοπό να καυτηριάσει έξυπνα και με χιούμορ την υποκρισία, τον καθωσπρεπισμό και τους περιορισμούς που τη χαρακτήριζαν. Η παράστασή μας είναι το αποτέλεσμα της δουλειάς της ομάδας μας New Lab Theatre Company, σε σκηνοθεσία Όλγας Τζωρτζ. Αφού ανέβηκε πέρυσι για διάστημα δύο μηνών στο Θέατρο Studio Μαυρομιχάλη και είχε θερμή υποδοχή από το κοινό, αποφασίσαμε να τη συνεχίσουμε και φέτος στη νέα σκηνή που εγκαινιάστηκε στο Θέατρο Αλκμήνη.
Τι σε γοήτευσε σε αυτό το έργο του Όσκαρ Ουάιλντ;
Ένα από τα πρώτα πράγματα που με γοήτευσε και συνεχίζει να με γοητεύει είναι η εξαιρετικά επιδέξια χρήση της γλώσσας από τον Ουάιλντ που αναδεικνύει σε κωμικό γεγονός ακόμα και την πιο απλή νοηματικά διατύπωση. Όλοι οι χαρακτήρες, με αποκορύφωμα τη Λαίδη Μπράκνελ, εκφράζονται με μεγάλη πολυπλοκότητα, στόμφο και αυταρέσκεια, που αντικατοπτρίζουν φυσικά τις υπεκφυγές, την υποκρισία και το στυλ της καλής κοινωνίας της εποχής. Πολύ γοητευτική για μένα, κατά τη δημιουργική διαδικασία των προβών, ήταν η συνειδητοποίηση ότι η γλώσσα στο έργο αυτό έχει τόση δύναμη που σχεδόν χωρίς να το καταλάβεις οδηγείσαι μιλώντας τη σε έναν άλλο κώδικα συμπεριφοράς.
Στο έργο υποδύεσαι τη θεία Αυγούστα. Έχεις κοινά χαρακτηριστικά με την ηρωίδα;
Η θεία Αυγούστα ή Λαίδη Μπράκνελ εκπροσωπεί το σύνολο των αξιών της αριστοκρατικής τάξης της βικτωριανής εποχής: τον συντηρητισμό, το χρήμα και την περιουσία, την κοινωνική ευυποληψία. Κάνει ό,τι κάνει μία κυρία της τάξης της εκείνη την εποχή και ακόμα περισσότερα: Γνωρίζει τους πάντες και τα πάντα, κρατάει αρχείο με υποψήφιους γαμπρούς για την κόρη της Γκουέντολιν και έχει απόλυτες απόψεις για κάθε ζήτημα, τις οποίες εκθέτει με την παραμικρή ευκαιρία, βγάζοντας μακρόσυρτους λόγους γεμάτους κλισέ και αποφθέγματα. Ως προς αυτά τα χαρακτηριστικά, δεν νιώθω να έχω ομοιότητες με αυτό το πρόσωπο, εκτός ίσως από το ότι μου αρέσει πολύ να μιλάω και συχνά μιλάω πολύ. Ωστόσο, σε δεύτερο πλάνο, πίσω από τη φαινομενική αυταρχικότητα και ακαμψία της, κάποιος μπορεί να δει στη Λαίδη Μπράκνελ τη διάθεση που έχει να φροντίζει τους πάντες. Αυτό ίσως είναι ένα άλλο κοινό μας χαρακτηριστικό, μου αρέσει να φροντίζω τους γύρω μου. Δείχνει ότι ξέρει να κινείται με δύναμη και αποφασιστικότητα μέσα στη ζωή προς τα εμπρός. Δεν ξέρω αν αυτό με χαρακτηρίζει πάντα, αλλά σίγουρα το προσπαθώ. Δεν πρέπει να αφήνουμε τα οποιασδήποτε φύσης προσωπικά μας εμπόδια να στέκονται ανάμεσα σε μας και τους στόχους μας.
Ποιο κομμάτι του έργου ξεχωρίζεις και γιατί;
Δυσκολεύομαι αλήθεια να το απαντήσω αυτό. Σχεδόν ένα χρόνο μετά, κατά τη διάρκεια των προβών μας και των παραστάσεων, εξακολουθώ να βρίσκω κάτι απολαυστικό σε όλες τις σκηνές ενώ συχνά, προς έκπληξή μου, ανακαλύπτω το χιούμορ μιας στιγμής που δεν είχα αντιληφθεί ή αναδείχθηκε ίσως για πρώτη φορά. Ωστόσο, αν έπρεπε να ξεχωρίσω κάποιο κομμάτι, νομίζω θα ήταν η τρίτη και τελευταία πράξη, κυρίως γιατί ύστερα από κάποιο σημείο, συνυπάρχουμε για πρώτη φορά όλα τα πρόσωπα του έργου επί σκηνής και υπάρχει αυτή η αίσθηση του «μαζί» και της δυνατότητας να σχετιστείς σε πολλά μέτωπα.
Στο έργο η θεία Αυγούστα έχει ως βασικές προϋποθέσεις για έναν πετυχημένο γάμο το χρήμα και την κοινωνική υπόσταση. Για σένα ποια είναι τα δύο βασικά στοιχεία που πρέπει να έχει μια σχέση για να πετύχει;
Μια πετυχημένη προσωπική σχέση είναι αποτέλεσμα σύνθεσης πολλών και διαφορετικών στοιχείων, μεταξύ των οποίων σίγουρα δεν συγκαταλέγονται το χρήμα και η κοινωνική υπόσταση! Το πρώτο βασικό στοιχείο που μου έρχεται στο νου είναι ο σεβασμός στη διαφορετικότητα του άλλου και η αποδοχή του όπως είναι. Συχνά ερωτευόμαστε την εικόνα που σχηματίζουμε για κάποιον ή επιθυμούμε ο άλλος να αλλάξει για να ταιριάξει στο δικό μας πρότυπο ιδανικού συντρόφου. Υπάρχει, όμως, πολλή ομορφιά, χαρά και αίσθηση εκπλήρωσης στη δημιουργία χώρου για τον άλλον, τον εαυτό μας και φυσικά κοινού χώρου και για τους δύο. Μόνον όταν δίνεις χώρο, μπορεί να ξεδιπλώσει κάποιος την καλύτερη εκδοχή του εαυτού του. Δεν είναι απλό, απαιτεί την ικανότητα να ησυχάζει κανείς το εγώ του, που συνήθως το έχει πολύ εύκολο να κάνει φασαρία! Το δεύτερο απαραίτητο για μένα στοιχείο, μιλώντας για μία σχέση που αντέχει σε βάθος χρόνου, είναι να κοιτάνε κάπως και οι δύο προς την ίδια κατεύθυνση. Όχι, με την έννοια του να κάνουν τα ίδια ακριβώς πράγματα ή να έχουν τους ίδιους στόχους. Να εμπνέονται από παρόμοιες αξίες, να αναπνέουν κάπως τη ζωή με κοινό τρόπο, ώστε να μπορούν να συντροφεύουν όμορφα ο ένας τον άλλο στο ταξίδι της ζωής, που δεν είναι παρά ένα ταξίδι εξέλιξης. Α, και φυσικά…ειλικρίνεια…πολλή ειλικρίνεια!
Τι αποκόμισες εσύ από αυτή τη δουλειά;
Αυτή η δουλειά είναι πολύ σημαντική για μένα από πολλές απόψεις. Πρώτα απ’ όλα, νιώθω μεγάλη χαρά που μου δόθηκε η ευκαιρία ακριβώς μετά την αποφοίτησή μου από τη δραματική σχολή να συνεργαστώ με άλλους νέους ηθοποιούς με πολλή όρεξη και ενθουσιασμό, υπό την καθοδήγηση της δασκάλας και σκηνοθέτιδάς μας Όλγας Τζωρτζ. Με κάποια από τα μέλη της New Lab Theatre Company έχουμε ξανασυνεργαστεί στο παρελθόν, που σημαίνει ότι έχουμε κάποια κοινά εργαλεία και κώδικα επικοινωνίας, γεγονός πολύ σημαντικό για τη δουλειά μας. Μέσα σε αυτό το ιδιαίτερα ευνοϊκό πλαίσιο, ένιωσα ως νέα ηθοποιός την ασφάλεια να πειραματιστώ με τα εργαλεία μου και την εξέλιξή τους. Η εμπειρία της επανάληψης μιας παράστασης σε βάθος χρόνου νιώθω, επίσης, ότι μου μαθαίνει πολλά. Είναι πολύ γοητευτικό και πολύ χρήσιμο να παρατηρείς τις αλλαγές που συμβαίνουν σε σένα και τους γύρω σου μέσα από την επανάληψη από πρόβα σε πρόβα και από παράσταση σε παράσταση. Η επαφή με τον κόσμο της βικτωριανής Αγγλίας και όλες οι γνώσεις που αποκτώ για τον συγγραφέα, το έργο και την εποχή του κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας είναι φυσικά άλλο ένα από τα οφέλη.
Πόση σημασία έχει για σένα να είναι κανείς ειλικρινής;
Η ειλικρίνεια είναι ο θεμέλιος λίθος κάθε ουσιαστικής σχέσης. Δεν υπάρχει κανένα νόημα νομίζω στο να σχετιζόμαστε μέσα από προσωπεία, υπεκφυγές, ανείπωτες επιθυμίες και ανάγκες, που το μόνο που μας προσφέρουν είναι παρεξηγήσεις και γενικότερη σύγχυση. Το να είμαστε ειλικρινείς προς τον εαυτό μας και τους άλλους προϋποθέτει θάρρος και ανοιχτή καρδιά τόσο από αυτόν που μοιράζεται την αλήθεια του όσο και από αυτόν που την ακούει. Δεν είναι πάντα εύκολη επιλογή, αλλά χαρίζει ήσυχο νου και πνεύμα και είναι για μένα ο μοναδικός δρόμος για μια αληθινή σύνδεση.
Ποιο μήνυμα θέλετε να πάρει ο θεατής φεύγοντας από την παράσταση;
Δεν μπορώ να σκεφτώ ένα συγκεκριμένο μήνυμα που θα θέλαμε να πάρει ο θεατής. Ο κάθε θεατής, εξάλλου, κατά τη διάρκεια μίας παράστασης και κατόπιν αυτής είναι ελεύθερος να κάνει τις δικές του σκέψεις με αφορμή ό,τι τον απασχολεί τη δεδομένη στιγμή. Μπορώ όμως να σας πω ένα από τα μηνύματα που ακούω εγώ να επαναλαμβάνεται μέσα μου μετά το τέλος κάθε παράστασης: «…θέλεις κάτι ειλικρινά και πολύ και είσαι και πολύ συγκεκριμένος; …κινδυνεύεις αληθινά να πραγματοποιηθεί η επιθυμία σου, ενίοτε με τον λιγότερο αναμενόμενο τρόπο!».
Μια φράση του Όσκαρ Ουάιλντ είναι «Λίγη ειλικρίνεια είναι επικίνδυνο πράγμα και πολλή είναι απολύτως μοιραίο». Δώσε μου τη δική σου ερμηνεία σε αυτή τη φράση.
Νομίζω ότι με τη φράση του αυτή ο Ουάιλντ θέτει το ζήτημα των ορίων στην ειλικρίνεια και του τιμήματος αυτής. Πόση αλήθεια είμαστε έτοιμοι να πούμε ή να ακούσουμε, πόση ειλικρίνεια αντέχουμε; Κάποιες φορές, πάνω στην επιθυμία μας να εκδηλώσουμε τον εαυτό μας όπως είναι και αισθάνεται ή στο όνομα και μόνο της ειλικρίνειας, ξεστομίζουμε αλήθειες που αγγίζουν τα όρια της αγένειας, φέρνουν τον άλλον σε δύσκολη θέση ή εκθέτουν κάποιον ανεπανόρθωτα. Έτσι, ενώ η αρχική ανάγκη μας ήταν να «δούμε» ο ένας τον άλλο πιο καθαρά και να επικοινωνήσουμε πιο βαθιά, τελικά απομακρυνόμαστε. Πρέπει να είμαστε τρυφεροί με την ειλικρίνεια. Θέλει και η ειλικρίνεια το μέτρο της.
Φώτογραφίες: Θοδωρής Ξύδης
Info
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Όλγα Τζωρτζ
Σκηνικά: Όλγα Τζωρτζ
Κοστούμια: Βικτωρία Γιαννάκη, Έβελυν Κάκκου
Σχεδιασμός Φωτισμών: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
Παίζουν με σειρά εμφάνισης:
Φοίβος Παπακώστας, Γιάννης Δαμάλας,Γιώργος Στυλ, Ιωάννα-Μαρία Μπατή, Εύα Ζουμπουνέλλη,Βίκυ Μιχαλοπούλου, Ελεάννα Χρυσανθοπούλου και Θάνος Κρομμύδας
Στο πιάνο: η Κατερίνα Δεληγιαννίδου
Κάθε Σάββατο μέχρι και 12/1
Έναρξη παράστασης: 19:00
Διάρκεια παράστασης: 2 ώρες με διάλειμμα
Θέατρο Αλκμήνη
Αλκμήνης 8, Αθήνα
21 0342 8650 και 6947218195
Κλείστε τις θέσεις σας μ΄ένα κλικ εδώ
Γιος της δημοσιογράφου – και συγγραφέως – Μάρως Λεονάρδου και του σκηνοθέτη Γιώργου Νταούλη, ο Δημήτρης Νταούλης μας εξηγεί γιατί δεν έμπλεξε με την τηλεόραση και με αφορμή το έργο του «Για μια φέτα πεπόνι» κάναμε μια μικρή κουβέντα για τις σχέσεις, τα σόσιαλ μίντια και για τα εμπόδια που έχει να ξεπεράσει ένας νέος δημιουργός στην Αθήνα της κρίσης.
Για μια φέτα πεπόνι – Θέατρο Επί Κολωνώ Δευτέρα 28 και Τρίτη 29 Μαΐου
Ο κύριος και η κυρία Κούκου γνωρίζει τον κύριο και την κυρία… Κούκου. Τα δύο μάλλον όχι και τόσο συνηθισμένα αντρόγυνα δειπνούν με σκοπό να κάνουν μια ανταλλαγή ζευγαριών ώστε να ξεφύγουν από τη ρουτίνα που τους έχει καταβάλει. Οι μεταξύ τους συζητήσεις, ένα παιχνίδι και κυρίως ένα… πεπόνι θα οδηγήσει τους τέσσερις πρωταγωνιστές σε εκρήξεις αλήθειας.
Μια καλή ευκαιρία για να γνωρίσουμε έναν νέο θεατρικό συγγραφέα που αποφασίζει να καθοδηγήσει σκηνοθετικά τους συντελεστές της ομάδας «Ξύστρα».
Πόση αλήθεια αντέχει ένα ζευγάρι;
Την αλήθεια ορίζει η σχέση του ζευγαριού. Αν δηλαδή βασίζεται σε αυτήν ή αν είναι μια συνθήκη για να κρύψουμε την πραγματικότητα του καθενός. Ποτέ δεν μπορούμε να ξέρουμε την απόλυτη αλήθεια. Θέλω να πω πως πολλές φορές, πράγμα που φαίνεται και στο έργο, αυτό που νομίζουμε ως αλήθεια, δεν είναι παρά κάτι φτιαχτό, ένα ακόμη ψέμα. Ένα ψέμα μεταξύ των ζευγαριών όσο επίσης και ένα ψέμα για τον έξω κόσμο όπως επίσης και ένα ψέμα που λέει ο καθένας στον εαυτό του για να είναι αποδεκτός.
Η αλήθεια που μπορεί να αντέξει ένα ζευγάρι προσεγγίζεται στο “για μια φέτα πεπόνι” υπαρξιακά αλλά και χιουμοριστικά και όπως αποκαλύπτεται τελικά τα ζευγάρια δεν μπορούν να την αντέξουν καθόλου. Καταλήγουμε λοιπόν σε ένα αδιέξοδο. Άλλωστε σπάνια όταν βγαίνει ο πραγματικός εαυτός είναι και αρεστός.
Η “ανταλλαγή ζευγαριών” πιστεύεις ότι μπορεί να γίνει ποτέ “mainstream”;
Σε μια κοινωνία σαν την ελληνική είναι και θα παραμείνει ταμπού. Αλλά τα ταμπού είναι στη μόδα είτε αφορούν τη σεξουαλικότητα είτε ό,τι άλλο. Στη χώρα μας τα ταμπού υπάρχουν για να σοκάρουν και τα προσεγγίζουμε συνήθως με μια εφηβική ματιά. Στο έργο η “ανταλλαγή ζευγαριών” προσεγγίζεται με έναν μάλλον σουρεαλιστικό τρόπο.
Πού υπάρχει μεγαλύτερη διάθεση “καθωσπρεπισμού”; Στους άνδρες ή τις γυναίκες;
Κατά τη γνώμη μου συναντά κανείς όλους τους τύπους ανθρώπων και συμπεριφορών και στα δύο φύλα γι αυτό και η διάθεση καθωσπρεπισμού φαίνεται στο “για μια φέτα πεπόνι” και στα δύο φύλα.
Έρωτας και σχέση στην εποχή των social media. Τι έχεις να παρατηρήσεις;
Έχω να παρατηρήσω πως οι σχέσεις μέσω social media είναι πια fast food. Με την ίδια ευκολία που γνωρίζονται οι άνθρωποι στις εφαρμογές με την ίδια ευκολία αφήνουν ο ένας τον άλλο και δεν χρειάζεται να πουν και καμία δικαιολογία αφού γνωρίστηκαν από το τίποτα. Έτσι μειώνεται η ποιότητα των σχέσεων, χάνεται ο ρομαντισμός. Πιστεύω αυτό μας πηγαίνει πίσω σαν ανθρώπους, μας κάνει πιο άγριους.
Πότε έγραψες το πρώτο σου θεατρικό;
Το πρώτο μου θεατρικό έγραψα στην Πέμπτη δημοτικού. Λεγόταν “Εμπρός στην Αποτυχία” και αφορούσε έναν αποτυχημένο θίασο που μετά το θάνατο του παραγωγού του θα ανέβαζε μια τελευταία παράσταση στη μνήμη του. Τα ευτράπελα και οι παρεξηγήσεις δεν άφηναν το θίασο να ενωθεί μέχρι που στο τέλος τα κατάφερναν. Συνέχισα να γράφω παραστάσεις στο Γυμνάσιο και το Λύκειο.
Σκηνοθέτης ή συγγραφέας. Τι σε γεμίζει περισσότερο;
Αναμφίβολα με γεμίζει περισσότερο η ιδιότητα του συγγραφέα. Άλλωστε ακόμα δεν μπορώ να χαρακτηριστώ “σκηνοθέτης” επειδή δίνω δυο οδηγίες για το πώς να παίξουν τα κείμενά μου.
Αλλά ό,τι κι αν κάνω στη ζωή μου πάντα θέλω να έχω κάθε βράδυ μισή με μια ώρα να κάθομαι στον υπολογιστή μου και να γράφω. Κι αυτό είναι κάτι που με ευχαριστεί, με ηρεμεί και με εξελίσσει σαν άνθρωπο. Επαγγελματικά, ως συγγραφέας θα μπορούσαμε να πούμε ότι την αρχή έκανα με το πρώτο μου βιβλίο με θεατρικούς μονολόγους το 2017 “Ο Κόσμος που γύρισε ανάποδα” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη και ελπίζω να ακολουθήσουν πολλά πολλά ακόμα.
Διαβάστε όλη τη συνεντευξη στο viewtag.gr
Η Άννα Ετιαρίδου παίζει κάθε Σάββατο στις 9:00μμ και Κυριακή στις 18:30 στο θέατρο Βαφείο-Λάκης Καραλής (τηλ. 2103425637), στην παράσταση «Οι επισκέπτες του Δεκαπενταύγουστου», έργο που έγραψε η ίδια το 2017.
Η επίσημη σελίδας της παράστασης: https://goo.gl/bs8XKn
Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου
Δεν συνηθίζω να έχω δικά μου πράγματα στα καμαρίνια που βρίσκομαι. Μόνο αντικείμενα που χρησιμοποιώ στην εκάστοτε παράσταση.
Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ.
α)Ως χώρο β) Με ποιους συναδέλφους.
Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω βρεθεί είναι αυτό του θεάτρου Αμόρε.
Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω υπάρξει με συναδέλφους είναι όλα τα καμαρίνια στα οποία βρεθήκαμε στην καλοκαιρινή περιοδεία της παράστασης "Οιδίπους Τύραννος" σε σκηνοθεσία Τσέζαρις Γκραουζίνις.
Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου.
Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει είναι στο ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι.
Η πιο ωραία ανάμνηση που έχω είναι σε ένα καμαρίνι στο ανοιχτό θέατρο της Αλεξανδρούπολης (η παράσταση τελικά ακυρώθηκε λόγω βροχής) με τον Αλμπέρτο Φάις, τον Γιάννη Τσεμπερλίδη, τον Τζεφ Μαράουι και τον Ονικ Κετσογιάν. Ευτυχώς υπάρχει και σε βίντεο. Νόμιζα πως από το πολύ γέλιο θα λιποθυμήσω.
Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου.
Το τελευταίο πράγμα που κάνω πριν φύγω από το καμαρίνι είναι να βεβαιωθώ ότι έχω μαζί μου ό,τι θα χρειαστώ στην παράσταση.
Ο Παναγιώτης Εξαρχέας παίζει στη Πειραματική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου στην παράσταση "Υμπύ Τύραννος" και στο "Μεγάλο Κρεβάτι" σε σκηνοθεσία Μάνου Βαβαδάκη.
Γνώρισα πιτσιρικάς στο Παρίσι έναν βρετανό γίγαντα της μουσικής λίγο μετά την απόφαση του να αφήσει πίσω του το κεφάλαιο των Police. Καινούρια δουλειά εκείνες τις μέρες και παγκόσμια κυκλοφορία της για τον πασίγνωστο αρχηγό των «Πολίς», τον Στινγκ, σε συνδυασμό με μια σειρά εμφανίσεων του σε Ευρώπη, Αμερική και Ιαπωνία. Το ξεκίνημα της παγκόσμιας αυτής περιοδείας έγινε με μια εβδομάδα εμφανίσεων του με το συγκρότημά του στο θέατρο Μογκαντόρ στην πρωτεύουσα της Γαλλίας.
Μάιος στο Παρίσι με τον Sting να καταφέρνει να ισορροπεί το χρόνο του ανάμεσα στον κινηματογράφο και τη μουσική. Με σπουδές ψυχολογίας και την ικανότητα να γνωρίζει τη «συνύπαρξη» του Καλού και του Κακού. Μια γνώση που τον βοηθάει – λέει – τόσο στη σκηνή όσο και στη ζωή του γενικότερα.
Τον είδα και εντυπωσιάστηκα. Ήταν αποφασισμένος να βάλει κάποια ονοματάκια της σειράς που βαφτίστηκαν από κάποιους σούπερσταρ… να περάσουν απλά στο περιθώριο.
Τον είχα δει με τους Police για πρώτη φορά στο Σπόρτινγ πριν από πολλά χρόνια σε εκείνη την τεράστια από πλευράς επιτυχίας για τα Αθηναϊκά δεδομένα εμφάνιση τους που μπορεί να είχε άθλιο ήχο αλλά χαρακτηρίστηκε από απίστευτο ενθουσιασμό.
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 80, λοιπόν, στα πρώτα του σόλο βήματα είχα τη τύχη να απολαύσω δύο συναυλίες του στο Παρίσι. Για να ευλογήσω τα γένια μου ήταν η πρώτη συνέντευξη του σε ελληνικό περιοδικό.
Όταν του έδειξα ένα εξώφυλλο που του είχαμε κάνει στο περιοδικό Και έδειξε λες και δεν πίστευε στα μάτια του.
Διαβάστε τη συνέχεια εδώ στο viewtag.gr.
Το 1992 όταν η εθνική σταρ Αλίκη Βουγιουκλάκη κάνει πρεμιέρα με τη νέα της θεατρική παράσταση στη Θεσσαλονίκη πραγματοποιείται μια ιδιαίτερη τηλεοπτική συνάντηση! Με αφορμή την παράστασή της, η Αλίκη παίρνει συνέντευξη από την συνάδελφο της Ζωή Λάσκαρη, που είναι Θεσσαλονικιά, αγαπά την πόλη της και για αυτό την επισκέπτεται. Κάπως έτσι οι δύο μεγάλες σταρ του θεάτρου και του κινηματογράφου βρέθηκαν στην εκπομπή η «Θεσσαλονίκη των Θαυμάτων» με δύο διαφορετικούς ρόλους. Η Αλίκη πήρε το ρόλο της οικοδέσποινας της εκπομπής και η Ζωή ήταν η φιλοξενούμενη. Τα δύο αγαπημένα κορίτσια του Φίνου έμελλε να φύγουν καλοκαίρι από τη ζωή...
Δείτε τη συνάντηση ντοκουμέντο στο παρακάτω βίντεο:
Είναι Πέμπτη απόγευμα, το ραντεβού για τις επτά. Έφτασα στου Ψυρρή νωρίτερα και μια βόλτα στα σοκάκια της πόλης είναι πάντα μια βαθιά ανάσα χαλάρωσης αλλά με βοηθάει να αδειάζω και να γεμίζω το μυαλό μου. Περπατούσα χωρίς πρόγραμμα. Άλλωστε θα πήγαινα σε ένα σεμινάριο αυτοσχεδιασμού. Ούτε ήξερα τι θα κάνω κι είχα επιλέξει να μην το ψάξω. Αυτόματα αποφάσισα να το κάνω πριν κάνω τη συνέντευξη με τον ιδρυτή του Improvibe στην Αθήνα.
Αυτοσχεδιάζοντας διαδρομές έφτασα και πάλι στην Λεπενιώτου, στο νούμερο 8, έξω από ένα μικρό, από εκείνα τα κτίρια-διαμαντάκια που λεω όταν τα βλέπω: γιατί να μην το είχε ο παππούς μου ως βιοτεχνία κάποτε εδώ…
Διαβάστε τη συνέχεια στο viewtag.gr
Η Άννα Κλάδη είναι μια νέα ηθοποιός που τα πρώτα της βήματα στο θέατρο την οδήγησαν στην υπέροχη ομάδα της «Λυσιστράτης» του Μιχαήλ Μαρμαρινού. Δούλεψε, έμαθε, απόλαυσε και εξελίχθηκε, ακολουθώντας μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδρομή που κλείνει τον κύκλο της στο Ηρώδειο στις 24 Σεπτεμβρίου. Τη συναντήσαμε εκεί και μοιράστηκε μαζί μας εμπειρίες και σκέψεις σε μια ανοιχτή και ειλικρινή συζήτηση.
Πώς ήταν η διαδικασία της προετοιμασίας της παράστασης της «Λυσιστράτης»; Πώς ήταν η πορεία της; Η περιοδεία;
Αρχικά ήταν κάτι πρωτόγνωρο για μένα και κάθε μέρα πρόβας ήταν ένα μάθημα. Φυσικά, με ό,τι συνεπάγεται αυτό, εκπλήξεις, δυσκολίες, ανακαλύψεις. Ο Μιχαήλ έδινε το σήμα σαν ένας αλλόκοτος μαέστρος και το ταξίδι της πρόβας ξεκινούσε. Έμπαινες στην πρόβα και δεν ήξερες πώς θα βγεις. Αυτό με έκανε κάθε μέρα να περιμένω πώς και πώς την επόμενη. Όσο για την περιοδεία... Με όλο τον ενθουσιασμό της πρώτης φοράς και της νεότητας μπορώ να πω ότι ήταν ονειρική! Σε αυτό φυσικά συντέλεσε και η έναρξή της, στην Επίδαυρο. Νομίζω ακόμα ψάχνω τον τρόπο να περιγράψω τη συγκεκριμένη εμπειρία...
Ποιο ήταν το προσωπικό σου κέρδος από αυτή την πορεία;
Πρώτον είδα έναν άλλο τρόπο για την πρακτική του θεάτρου, διαφορετικό από ό,τι είχα συνηθίσει και μάθει μέχρι τώρα. Άνοιξε μια καινούργια πόρτα που δεν φανταζόμουν. Είχα δει παραστάσεις του Μαρμαρινού, όμως ήθελα πολύ να δω από μέσα πώς φτάνει σε κάτι τέτοιο. Τη λειτουργία του, το «σύστημά» του, ας πούμε. Όπως σου ανέφερα και πριν, κάθε πρόβα ήταν ένα μάθημα. Δεύτερον και εξίσου σημαντικό ήταν ότι συναντήθηκα με τόσο γενναιόδωρους ανθρώπους, όχι μόνο σε καλλιτεχνικό αλλά και σε ανθρώπινο επίπεδο. Ευλογία!
Γιατί το αρχαίο δράμα εξακολουθεί να μας αφορά τόσο άμεσα;
Νομίζω γιατί τα πάθη, οι αδυναμίες και οι ανάγκες των ανθρώπων μένουν ίδια. Τα θέματα που πραγματεύεται, όπως, για παράδειγμα, ο πόλεμος και η ειρήνη ή η ανάγκη για δικαιοσύνη και τόσα άλλα, μας απασχολούν και σήμερα. Το βλέπω κάθε φορά που θα διαβάσω ή θα δω παιγμένο ένα αρχαίο κείμενο. Δεν υπάρχει περίπτωση να μη βρω κάτι που να με αφορά άμεσα. Και η αλήθεια είναι ότι όσο μεγαλώνω βρίσκω ακόμα περισσότερα πράγματα να με συνδέουν με το αρχαίο δράμα.
Στην περίπτωση του Αριστοφάνη προτιμάς μια πιστή μετάφραση του αρχαίου κειμένου ή μια προσαρμογή πιο προσιτή στο σύγχρονο θεατή;
Μια πιστή μετάφραση φαντάζομαι δεν σημαίνει ότι είναι και απρόσιτη στο θεατή. Μπορεί να φέρει αποτελέσματα ακόμα πιο σοκαριστικά από όσο περίμενε. Αν τώρα με ρωτάς αν προτιμώ μια πιο μοντέρνα εκδοχή, όπως με έχουν ξαναρωτήσει, θα σου πω «τι είναι μοντέρνο;» και ότι στις πρόβες της «Λυσιστράτης» κατάλαβα ότι ο Αριστοφάνης μάλλον είναι πιο «μοντέρνος» από το σύγχρονο θεατή. Άρα δεν μπορώ να σου απαντήσω απόλυτα. Πάντα μάλλον παίζει ρόλο ποιος ανεβάζει αυτά τα έργα, η ματιά του.
Στο θέατρο στις ιστορίες που μοιράζονται οι ηθοποιοί με τους θεατές τη μεγαλύτερη βαρύτητα την έχει ο λόγος;
Ακόμα το ψάχνω αυτό. Νομίζω πάλι παίζει ρόλο ποιος ξεκινά να επικοινωνήσει μια ιστορία και τι επιλογή θα κάνει ως προς τον τρόπο με τον οποίο αυτή θα φτάσει στο θεατή. Στη «Λυσιστράτη» όντως δουλέψαμε πολύ προς αυτή την κατεύθυνση και ήταν πάρα πολύ ενδιαφέρον και αποκαλυπτικό. Από την άλλη, έχουμε δει παραστάσεις-ιστορίες στις οποίες ο λόγος ήταν ελλιπής αλλά η ιστορία πάλι περνούσε. Οπότε αισθάνομαι ότι, αν τη μεγαλύτερη βαρύτητα την έχει ή πρέπει να την έχει ο λόγος, είναι επιλογή, όχι κανόνας.
Σε τι έγκειται η δύναμη του θεάτρου;
Φαντάζομαι στο «εδώ και τώρα». Εδώ και τώρα βλέπει ο θεατής μια ιστορία που τον αφορά και που του επιτρέπεται να ταυτιστεί, να συγκινηθεί, να σκεφτεί. Έχει μπροστά του ζωντανούς ανθρώπους που του αφηγούνται μια ιστορία και έτσι ανοίγεται μια εσωτερική συζήτηση.
Μπορούν οι άνθρωποι να συνυπάρξουν χωρίς συγκρούσεις (οποιαδήποτε σχέση και αν τους συνδέει);
Δεν ξέρω. Και δεν ξέρω καν αν θα ήταν και ωραίο. Αυτό που έχω συνειδητοποιήσει όμως είναι ότι έπειτα από μεγάλες συγκρούσεις με άλλους ή με τον ίδιο μου τον εαυτό έχω πάει ένα βήμα παρακάτω, έχω ωριμάσει ή έχω ανακαλύψει κάτι σημαντικό για μένα και για τους ανθρώπους. Την επόμενη φορά σε αντίστοιχες καταστάσεις μπορεί να μη συγκρουστώ αλλά αυτό γιατί έχει ήδη συμβεί η πρώτη!
Τι σου δίνει χαρά στην καθημερινότητα;
Να τη μοιράζομαι με ανθρώπους που αγαπούν τους ανθρώπους!
Ποια κείμενα –θεατρικά και μη– έχεις αγαπήσει τα τελευταία χρόνια;
Δύσκολη ερώτηση. Έχω αγαπήσει πάρα πολλά έργα. Πρώτα θα σου πω σχεδόν όλο το αρχαίο δράμα. Σε μικρότερη ηλικία από αντίδραση και μόνο τα σνόμπαρα γιατί θεωρούνταν κλασικά. Διαβάζοντάς τα όμως ανακάλυψα κάτι μαγικό. Ανατρίχιαζα με κάθε πρόταση που διάβαζα, με κάθε λέξη. Τώρα τα διαβάζω και τα ξαναδιαβάζω. Η «Αντιγόνη», ο «Οιδίποδας», η «Μήδεια», η «Λυσιστράτη» (δεν μπορώ πια να την αφήσω απέξω) είναι συγκλονιστικά κείμενα! Επίσης δεν μπορώ να μην αγαπώ τον Ίψεν, τον Σίλερ, τον Γκόγκολ, τον Ντοστογιέφσκι ή τον Τσβάιχ. Η λίστα είναι ατελείωτη....
Επόμενα σχέδια;
Όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια, ο θεός γελά, λένε… Γι’ αυτό μόνο όνειρα…
Και ό,τι βγει...
φωτογραφίες Κοσμάς Ινιωτάκης
«Έχω περάσει τα πέντε έκτα της ζωής μου με το θέατρο, είτε να ονειρεύομαι να μπω σε αυτό είτε να κάνω θέατρο. Δεν μπορώ λοιπόν να διανοηθώ πώς θα είναι αυτή χωρίς θέατρο. Αυτό που μ’ ευχαριστεί όμως είναι ότι δεν έχει φθαρεί καθόλου μέσα μου, ούτε για μια στιγμή, το πόσο υπέροχη τέχνη είναι. Δεν νιώθω καμία κούραση. Νιώθω μόνο επιθυμία, έντονη επιθυμία και για τα επόμενα!» θα πει κάποια στιγμή στη διάρκεια της απολαυστικής μας συζήτησης ο Δημήτρης Καταλειφός με πάθος ανάλογο με αυτό που πέρυσι ερμήνευε τον Τομ όταν ονειρευόταν να δραπετεύσει από «Το γυάλινο κόσμο». Εξάλλου για εκείνον η ζωή και το θέατρο είναι αλληλένδετα.
Οι συστάσεις είναι περιττές. Ένα σπουδαίο κεφάλαιο του θεάτρου μας, ένας κορυφαίος ηθοποιός με σκηνικό ήθος και συνέπεια, που όλες αυτές τις δεκαετίες μάς έχει χαρίσει αξέχαστες ερμηνείες.
Το ελληνικό θέατρο όμως του χρωστά κάτι εξίσου αξιομνημόνευτο, το ταλέντο του στη διδασκαλία, χάρη στο οποίο έχει τροφοδοτήσει δεκάδες ταλαντούχους ηθοποιούς που απολαμβάνουμε στη σκηνή.
Γοητευτικός και χαρισματικός, μίλησε στο Texnes-plus για τη νέα παράσταση που ετοιμάζεται στο Θέατρο Εμπορικόν, το Ήταν όλοι τους παιδιά μου του Άρθουρ Μίλερ σε σκηνοθεσία Γιάννη Μόσχου. Αναφέρθηκε στους λόγους για τους οποίους δεν αγαπά την τηλεόραση, αν και φέτος θα τον απολαύσουμε στη Λέξη που δεν λες, στα παιδικά του χρόνια, στα πρότυπά του, στον τρόπο που προσεγγίζει ένα ρόλο και στο «Όσκαρ» που πήρε. Μας αποκάλυψε επίσης γιατί δεν έχει παίξει ακόμη στην Επίδαυρο, σε κωμωδία, αλλά και γιατί δεν συμπαθεί τους ξένους σκηνοθέτες. Φυσικά η κουβέντα δεν θα μπορούσε να σταματήσει εκεί...
Ο Δημήτρης Καταλειφός κάνει ποδαρικό στην ενότητα «Πρόσωπα» και εμείς δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε καλύτερη αρχή!
Αυτή την περίοδο κάνετε εντατικές πρόβες για το έργο ορόσημο της μεταπολεμικής αμερικανικής δημιουργίας, το Ήταν όλοι τους παιδιά μου του Άρθρουρ Μίλερ. Στο παρελθόν έχετε χαρακτηρίσει τις πρόβες μια διαδικασία «βασανιστική». Σήμερα πώς τη βιώνετε;
Κατ’ αρχήν θα ξεκινήσω από το όμορφο κομμάτι και μετά θα περάσω στο βασανιστικό! (γέλια) Είναι τόσο ωραία η φάση της ανακάλυψης ενός έργου! Όταν το διαβάζεις προσεκτικά και μελετάς τις λέξεις. Όταν μπαίνεις στη διαδικασία να μάθεις ή να θυμηθείς πράγματα για το συγγραφέα. Όταν η φαντασία σου αρχίζει να κινητοποιείται για τον κόσμο του έργου ή το ρόλο. Αυτή φάση των προβών είναι η πιο ερωτική φάση της θεατρικής διαδικασίας για μένα. Επειδή σε αυτή όλα τα πράγματα πρωτογεννιούνται: είτε κάνεις λάθος, είτε κάνεις μια καλή πρόβα είτε μια κακή, είτε λες μια φράση στην οποία οι τρεις λέξεις είναι χάλια και η μία βγαίνει, αποκαλυπτικά για σένα, η χαρά της ανακάλυψης και του καινούργιου κρύβει μια αξεπέραστη μαγεία που με ενθουσιάζει.
Τι σημαίνει για εσάς «καλή» και «κακή» πρόβα;
Καλή πρόβα είναι αυτή στην οποία ανακαλύπτονται πράγματα. Κακή είναι αυτή στην οποία κάτι μπλοκάρει ή εσύ μπλοκάρεις ή δεν μπορείς να συνεννοηθείς εύκολα με κάποιον από τους συνεργάτες σου. Γιατί στις πρόβες δοκιμάζεται και η σχέση των ανθρώπων που αποτελούν κάθε φορά το θίασο μια παράστασης. Όταν υπάρχει επικοινωνία, η πρόβα μπορεί να είναι εξαιρετική. Πολλές φορές όμως μπορεί κάτι να μπλοκάρει ή να το καταλαβαίνεις εσύ αλλιώτικα από τον άλλον. Η διαδικασία αυτή δεν είναι πάντα ρόδινη. Πρόκειται για το βασανιστικό κομμάτι που λέγαμε πριν, που προκύπτει όταν δεν έχεις καλή επικοινωνία με το σκηνοθέτη ή με τους ηθοποιούς ή με κάποιον από τους ηθοποιούς. Όταν συμβαίνει αυτό, ο άλλος συντελεστής είναι λίγο σαν εμπόδιο και το βάσανο είναι πώς θα συνεννοηθείς. Αυτό είναι το χειρότερο πράγμα σε μια πρόβα. Όταν δεν μπορεί να υπάρξει επικοινωνία και επειδή είμαστε ένας λαός που πραγματικά ο καθένας έχει δική του γνώμη και επιπλέον δεν υπάρχει καθόλου κοινή παιδεία, πολύ συχνά είναι δύσκολο να συνεννοηθούμε και πολλές φορές οι λέξεις που υποτίθεται διευκολύνουν τη μεταξύ μας επικοινωνία αποτελούν εμπόδιο. Γιατί με την ίδια λέξη ο ένας μπορεί να εννοεί «άσπρο» και ο άλλος «μαύρο». Αυτή είναι η βασανιστική πλευρά του θέματος.
Σας έχει τύχει να εξακολουθεί να υπάρχει το πρόβλημα της επικοινωνίας με κάποιο συνάδελφο και μετά τις πρόβες;
Ευτυχώς ελάχιστες φορές, που ήταν όμως και οι πιο δυσάρεστες. Γιατί, κακά τα ψέματα, επειδή το θέατρο είναι μια πολύ συλλογική τέχνη, είναι πολύ ωραίο οι άνθρωποι να συναντιούνται για έναν κοινό σκοπό, να έχουν χημεία μεταξύ τους και ένα κοινό όραμα – ακριβώς ταυτόσημο δεν γίνεται, αλλά κοινό. Όταν συμβαίνει αυτό, και το αποτέλεσμα είναι καλύτερο και εσύ το χαίρεσαι περισσότερο και ο κόσμος το αντιλαμβάνεται παρακολουθώντας μια παράσταση. Όταν δεν υπάρχει αυτό και έχεις εμπλακεί σε μια ιστορία που δεν σου ταιριάζει, είναι δυσάρεστα έως και βασανιστικά.
Ο Τζο Κέλερ, τον οποίο υποδύεστε στην παράσταση που θα δούμε στο Θέατρο Εμπορικόν, λέει στη σύζυγό του σε κάποια σκηνή, όταν εκείνη τον κατηγορεί για τα χρήματα που έβγαλε: «Κι εγώ τα ήθελα μ’ άλλον τρόπο απ’ ό,τι ήρθαν…» Πώς αντιλαμβάνεστε αυτή του τη στάση, που εν γένει αντικατοπτρίζει το αμερικανικό όνειρο;
Ο συγκεκριμένος ήρωας είναι ένας άνθρωπος που προέρχεται από την κατώτερη τάξη, ο οποίος από μικρή ηλικία μπήκε στη βιοπάλη και μόχθησε πολύ για να κάνει περιουσία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να έχει μια πιο ελαστική συνείδηση. Γιατί κάθε άνθρωπος που θέλει να βγάλει λεφτά έτσι είναι. Θα ήθελε να είναι τίμιος, αλλά, όταν μπλέκει σε αυτό που λέμε «αγορά», μοιραία θα κάνει πράγματα για να βγάλει περισσότερο χρήμα. Οπότε αυτός ο άνθρωπος θα ήθελε να ήταν τίμιος, αλλά ένα κομμάτι του εαυτού του που επιζητά πολύ το χρήμα τον ωθεί στις ατασθαλίες και στο έργο έχει κάνει κάτι σχεδόν εγκληματικό.
Πέρυσι ως λοχαγός Έντγκαρ στο Χορό του θανάτου λέγατε: «Το να γερνάς δεν είναι εύκολο, αλλά έχει ενδιαφέρον».Υποκριτικά είναι πιο γοητευτικοί οι ρόλοι ώριμων αντρών;
Κατ’ αρχήν, επειδή η ηθοποιία είναι πραγματικά κάτι πολύ γοητευτικό και πολύ δύσκολο, εγώ πιστεύω πως είναι ωραίο να γερνάς παίζοντας. Γιατί ουσιαστικά έπειτα από τα σαράντα αρχίζεις να καταλαβαίνεις πράγματα πιο ώριμα και συνειδητά. Από τα είκοσι μέχρι τα σαράντα –εγώ ξεκίνησα από τα είκοσι– γίνονται πράγματα με μεγαλύτερο θράσος, με την ελευθερία της νιότης, πιο χύμα… Ενώ από μια ηλικία και μετά, αποκτώντας μια τεχνική, αρχίζει το πράγμα να γίνεται πιο «επιστημονικό» και αυτό είναι πολύ γοητευτικό. Γιατί για μένα η ηθοποιία είναι τέχνη και επιστήμη ταυτόχρονα και δεν μπορείς να την ανακαλύψεις εύκολα πριν από τα σαράντα. Επομένως είναι πολύ γοητευτικό και ως ηθοποιός να γερνάς και φυσικά υπάρχουν στο παγκόσμιο ρεπερτόριο καταπληκτικοί ρόλοι ηρώων μεγάλης ηλικίας. Ποιον να αναφέρουμε; Το θείο Βάνια; Το βασιλιά Λιρ; Διάφορους άλλους του Ίψεν; Υπάρχουν πάρα πολλοί ωραίοι ρόλοι ηρώων άνω των εξήντα ετών.
Και στην τηλεόραση όμως, στη σειρά Λέξη που δεν λες, θα σας δούμε στο ρόλο του παππού. Τώρα σε ποιο κανάλι, θα δείξει… Από την πρώτη σας τηλεοπτική εμφάνιση, στο Μινόρε της αυγής, μέχρι τη δεύτερη, Το 10, πέρασαν είκοσι πέντε χρόνια(!), ενώ από τη δεύτερη μέχρι την τρίτη, τη Λέξη που δεν λες, εννέα χρόνια. Δεν την αγαπάτε την τηλεόραση;
Καθόλου! (γέλια) Και τις τρεις φορές έπαιξα αφού προηγουμένως αρνιόμουν σθεναρά! Απλώς και τις τρεις φορές κάτι έγινε στο τέλος… Μάλλον με επηρέασε το γεγονός ότι ήταν πολύ συμπαθείς και οι τρεις σκηνοθέτες, και ο Φώτης Μεσθεναίος και η Πηγή Δημητρακοπούλου και τώρα ο Θοδωρής Παπαδουλάκης, που κάτι έβλεπαν σε εμένα, επέμειναν πολύ και με κατάφεραν, όμως όμως δεν ήθελα εξαρχής να συμμετάσχω.
Τώρα που τις παρακολουθείτε δεν σας αρέσουν;
Δεν τις βλέπω!Κυρίως γιατί παθαίνω κατάθλιψη. Από τα λίγα που έχω δει εντάξει... Δεν απελπίζομαι κιόλας, αλλά δεν μου αρέσει να βλέπω τον εαυτό μου.
Γιατί;
Επειδή πάντα νομίζω πως θα μπορούσα να το είχα κάνει καλύτερα και στενοχωριέμαι. Σκέφτομαι: «Κοίτα πώς το έκανα!»
Μικρός χανόσασταν στο γράψιμο. Είναι αλήθεια ότι θέλατε να γίνετε συγγραφέας;
Ναι, υπήρξε μια περίοδος που έγραφα πολύ, από το δημοτικό, και ιδιαίτερα στο γυμνάσιο. Έγραφα ποιήματα, σενάρια, διάφορα, αλλά πλέον γράφω για τους ρόλους. Δεν γράφω δηλαδή με κάποια λογοτεχνική φιλοδοξία, όμως μου αρέσει να κρατάω σημειώσεις για τους ρόλους που παίζω.
Τι γράφετε για τους ρόλους;
Οτιδήποτε μου κατέβει στο μυαλό, αλλά και πολύ πρακτικά πράγματα. Ας πούμε, πώς είναι ο ρόλος αυτός και σε άλλες στιγμές, εκτός έργου, πώς ντύνεται, πώς τρώει, πώς κοιμάται ο χαρακτήρας. Προσπαθώ δηλαδή να πλάσω, με αφορμή τα λόγια του έργου αλλά και πέρα από αυτά, μια ολοκληρωμένη ανθρώπινη υπόσταση. Να φανταστώ το ρόλο, στο έργο, καθώς και πέρα από τις σκηνές που διαβάζω σε αυτό.
Είναι σαν να ζείτε μαζί με έναν άλλο άνθρωπο καθ’ όλη τη διάρκεια των προβών και των παραστάσεων;
Σε μεγάλο βαθμό το επιδιώκω. Όχι ότι είναι σαν μια τρέλα είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο. Είναι μια καθημερινή ενασχόληση κάποιων ωρών, η οποία είναι και πάρα πολύ ευχάριστη.
Επομένως είναι επώδυνος ο «χωρισμός» με ένα ρόλο όταν τελειώνει η παράσταση;
Καθόλου, γιατί μου αρέσει πάντα ο επόμενος! Δεν κατάλαβα, ποτέ, τη μελαγχολία που νιώθουν ορισμένοι συνάδελφοι όταν τελειώνει ένας ρόλος. Εγώ αισθάνομαι ένα «Φτου ξελευτερία!»
Έχω ακούσει-διαβάσει ότι αποφασίσατε να γίνετε ηθοποιός όταν είδατε την Έλλη Λαμπέτη στο Μις Πέπσι της Πιερέτ Μπρινό, όταν ήσασταν μαθητής της πρώτης γυμνασίου. Είναι αλήθεια;
Ναι, απόλυτη αλήθεια, και θυμάμαι την παράσταση σαν να ήταν χθες! Θυμάμαι ότι δεν ήξερα τότε ποια ήταν η Λαμπέτη, αλλά, όταν εμφανίστηκε στη σκηνή, με μάγεψε και με απορρόφησε τόσο πολύ που θυμάμαι ακόμη τη σκέψη που είχα κάνει τότε: «Μα, καλά! Τόσο λίγο κρατάει το θέατρο;!» Νόμιζα πως είχε κρατήσει ελάχιστα. Μετά, όταν μου έδιναν οι θείοι κάνα χαρτζιλίκι, μάζευα τα χρήματα και παρακολούθησα την παράσταση άλλες επτά φορές.
Και μετά γνωρίσατε την Έλλη Λαμπέτη, σας είδε στο θέατρο, σας μίλησε και σας εξέφρασε το θαυμασμό της, από όσο ξέρω. Τι σας είπε;
Ελάχιστα τη γνώρισα, ναι. Μου είπε πολύ καλά πράγματα, πολύ θερμά λόγια. Είχα παίξει τον Μερκούτιο στο έργο Ρωμαίος και Ιουλιέτα και αυτό ήταν για μένα ένα είδος Όσκαρ. Όχι ένα είδος, ήταν το Όσκαρ! Η Λαμπέτη ήταν, και παραμένει, ο μεγάλος μου πνευματικός έρωτας. Ήταν από τις μορφές που με έχουν εντελώς καθορίσει. Μαζί με τον Κουν τους θεωρώ τα πρότυπά μου, για διαφορετικούς λόγους τον καθένα. Όμως δεν έχω θαυμάσει άλλους Έλληνες καλλιτέχνες τόσο πολύ.
Αναπολείτε στιγμές της καριέρας σας ή σκέφτεστε πάντα το μέλλον, όπως μου είπατε πριν για τον επόμενο ρόλο;
Συνήθως, επειδή ευτυχώς είμαι ακόμη ενεργός, με απασχολεί το έργο με το οποίο ασχολούμαι. Κάποιες στιγμές μπορώ να θυμηθώ και κάτι, αλλά κυρίως με ενδιαφέρει το παρόν και το μέλλον, όχι τόσο το παρελθόν.
Σας παρακολουθώ τόσα χρόνια να πειραματίζεστε με διάφορα έργα, του κλασικού κυρίως ρεπερτορίου, αλλά δεν σας έχω απολαύσει ποτέ σε μια κωμωδία. Γιατί;
Ναι… Κοίταξε, εγώ πιστεύω πως στα καλά έργα υπάρχουν πάντα σημεία που βγαίνει και γέλιο, αλλά έργα με την έννοια μια καθαρόαιμης κωμωδίας όντως δεν έχω παίξει. Κάτι γίνεται και κάποια στιγμή βγαίνει στη μέση ένα υπέροχο έργο που συνήθως είναι δραματικό και μου αλλάζει πορεία… (γέλια!) Ναι, θα ήθελα, και συνεχίζω να θέλω, απλώς για κάποιο λόγο που δεν τον έχω ακόμη καθορίσει στο δρόμο μου εμφανίζονται κυρίως δράματα! Διαφωνώ λίγο για το κλασικό ρεπερτόριο. Αν θεωρήσουμε τα έργα του Μπέκετ, του Πίντερ, του Ντέιβιντ Χάουερ, του Μάμετ κλασικό ρεπερτόριο…
Ελληνικό έργο πάντως δεν παίζετε…
Δεν έχει τύχει, θέλω πάρα πολύ να παίξω ένα ελληνικό έργο. Πάρα πολύ…
Επίσης μου κάνει εντύπωση… Η Επίδαυρος και το αρχαίο δράμα δεν σας συγκινούν;
Τώρα θίγεις ένα μεγάλο θέμα! Εγώ σέβομαι πάρα πολύ την τραγωδία και πιστεύω πως είναι ένα πολύ ιδιαίτερο και σπουδαίο είδος, το οποίο, επειδή είναι κάτι τόσο έξω από το σήμερα, απαιτεί πολύ μεγάλη προετοιμασία. Εγώ θα ήθελα να κάνω μια τραγωδία σε κλειστό χώρο και έπειτα από πρόβες δύο χρόνων. Το να πάω στην Επίδαυρο και να παρουσιάσω μια παράσταση ύστερα από πρόβα δύο μηνών και με έναν ετερόκλητο θίασο, σύμφωνα με τις δικές μου επιθυμίες και ανάγκες, δεν μου λείπει. Αντίθετα θα με ενδιέφερε μια πιο μακρόχρονη μελέτη πάνω στο συγκεκριμένο είδος. Στο δράμα απαιτείται μια πνευματική, φωνητική και σωματική εξάσκηση, που δεν μπορεί να ολοκληρωθεί σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, σύμφωνα πάντα με τη δική μου άποψη. Επίσης ο χορός είναι ένα τεράστιο ζήτημα, που δεν αντιμετωπίζεται με το να παίρνεις μαθητές σχολών. Είναι μια μεγάλη ιστορία ο χορός, που χρειάζεται έμπειρους ηθοποιούς και όχι άπειρους νέους. Θέλω να πω ότι έχω άλλες ανάγκες για την τραγωδία από τις συνηθισμένες.
Παρ’ όλα αυτά παρακολουθείτε τις παραστάσεις που ετοιμάζονται μέσα σε λίγους μήνες. Ως θεατή δεν σας έχει ικανοποιήσει καμία παράσταση αρχαίου δράματος;
Πάρα πολλές, κάποιες στιγμές. Το θέμα είναι όμως ότι τα τελευταία χρόνια, επειδή έχει κυριαρχήσει η εικόνα στη ζωή μας, οι άνθρωποι διαβάζουν όλο και λιγότερο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το έργο να διαβάζεται όλο και λιγότερο και αυτό που πρωτοστατεί να είναι τι εικόνα θα φτιάξεις από ένα έργο. Μου δημιουργεί κάποιου είδους αμηχανία το να βλέπω μια παράσταση, όπου το έργο είναι λίγο πιο κει και η παράσταση είναι λίγο πιο πέρα από το έργο. Άλλοτε είναι μια ευχάριστη και άλλοτε μια τρομερά δυσάρεστη έκπληξη. Το να διαβάσεις ένα έργο και να μπορέσεις να αναδείξεις τον κόσμο του είναι μια τρομερά σημαντική διαδικασία και πολύ συχνά το έργο δεν διαβάζεται και γίνεται μια παράσταση με αφορμή το έργο.
Βλέπουμε δηλαδή την Ηλέκτρα του τάδε και όχι του Ευριπίδη, τις Σφήκες του τάδε και όχι του Αριστοφάνη…
Ναι, συχνά συμβαίνει αυτό. Απλώς εγώ υιοθετώ αυτό που έλεγε ο Μινωτής: «Όταν ανεβάζω Σοφοκλή, εγώ δεν κάνω τίποτα, τα κάνει όλα ο Σοφοκλής! Αυτός σκηνοθετεί το έργο». Εμένα με έχει στιγματίσει αυτή η φράση και δεν είναι μια φράση που την είπε ένας θεωρητικός. Ήταν κάποιος που έκανε θέατρο και ο Οιδίποδας επί Κολωνώ που είχα δει ήταν, και παραμένει, η πιο μοντέρνα ερμηνεία στην αρχαία τραγωδία. Δεν έχω δει πιο σύγχρονο ηθοποιό από τον Μινωτή. Θέλω να πω ότι, επειδή ζούμε σε μια εποχή πολύ μεγάλης παρακμής και σύγχυσης σε κάθε επίπεδο, καλλιτεχνικό, πολιτικό, ηθικό, κοινωνικό και αισθητικό, είμαι πολύ καχύποπτος με το τι θα πει ουσιαστικά μοντέρνο. Δεν ξέρω τι είναι μοντέρνο, πάντως πολλά από αυτά που θεωρούνται μοντέρνα εμένα μου φαίνονται απλώς ανόητα. Υπάρχει μια παρεξήγηση για το τι θα πει σύγχρονο ή μοντέρνο θέατρο. Αν θεωρείται μοντέρνο να εξαφανίζεται ο συγγραφέας, αυτό σίγουρα δεν με εκφράζει.
Πέρα από το αρχαίο δράμα γενικότερα το θεατρικό τοπίο στην Ελλάδα πώς σας φαίνεται;
Έχω την αίσθηση ότι περνάμε μια μεταβατική περίοδο και ότι το θεατρικό τοπίο γίνεται όλο και πιο θολό. Επειδή ζούμε, ευρύτερα από το θέατρο, μια εποχή παρακμής, αυτή η πραγματικότητα αντικατοπτρίζεται και στις σκηνές. Νομίζω πως η σύγχυση, η παρακμή και η αβεβαιότητα που βιώνουμε στην καθημερινότητά μας και το γεγονός ότι ουσιαστικά τα τελευταία χρόνια έχουν έρθει τα πάνω κάτω έχουν ως αποτέλεσμα να έχουμε χάσει τις αντικειμενικές αξίες. Παντού υπάρχει υποκειμενικότητα. Ο καθένας μπορεί να γράψει οποιαδήποτε γνώμη στο facebook ή οπουδήποτε και έχουν χαθεί οι αντικειμενικές αναφορές για το τι είναι καλό και τι είναι κακό, τι είναι μέτριο, τι είναι μοντέρνο, τι είναι κλασικό. Όλα αυτά έχουν γίνει λίγο ένα κράμα που έχει προκαλέσει και σε αυτούς που κάνουν θέατρο και σε αυτούς που κρίνουν το θέατρο και σε αυτούς που βλέπουν θέατρο μια πάρα πολύ μεγάλη σύγχυση. Αυτό που κατά τη γνώμη μου έχει χαθεί με πολύ μεγάλο βαθμό είναι η ουσία και η απλότητα. Κυριαρχεί μια έντονη τάση εντυπωσιασμού, πρωτοτυπίας, νεωτερισμών, η ανάγκη να κάνεις κάτι που δεν έχει ξαναγίνει, η ανάγκη να κάνεις κάτι ξεχωριστό, το οποίο είναι τόσο έντονο που έχει υπερκαλύψει την ανάγκη να κάνεις κάτι ουσιαστικό. Εγώ αυτό που κατάλαβα, στο πέρασμα του χρόνου, είναι ότι η ουσία κρύβεται στην απλότητα, στην αλήθεια και στην ταπεινότητα απέναντι στα πράγματα. Το ελληνικό θέατρο έχει μπερδευτεί και βιώνει μια πληθώρα πραγμάτων. Φυσικά γίνονται και κάποια πολύ ενδιαφέροντα και ουσιαστικά πράγματα, αλλά αυτός ο πληθωρισμός, οι τόσες πολλές παραστάσεις έχουν θολώσει το τοπίο.
Αυτός ο φόβος του θολώματος ή μια εσωστρέφεια σας κάνει να αποφεύγετε τη συνεργασία με ξένους σκηνοθέτες;
Δεν είναι για λόγους εσωστρέφειας. Απλώς πιστεύω, επειδή ο λόγος και το κείμενο και τα βιώματα είναι πολύ σημαντική υπόθεση, δεν μπορείς μέσα στους δύο μήνες, που έρχονται βιαστικά οι διάφοροι σκηνοθέτες, να επικοινωνήσεις. Είναι τεράστιο το εμπόδιο της γλώσσας και δεν αναφέρομαι σε αυτή που θα χρησιμοποιήσεις για να επικοινωνήσεις με το σκηνοθέτη αλλά σε αυτή που καλείται να χρησιμοποιήσει ο ηθοποιός όταν παίζει και ο ξένος σκηνοθέτης δεν είναι σε θέση να την κρίνει γιατί δεν τη γνωρίζει.
Ας περάσουμε τώρα σε μια άλλη σημαντική ιδιότητά σας, αυτή του δασκάλου. Διδάσκετε επί είκοσι πέντε χρόνια σε δραματικές σχολές και θα ήθελα να σας ρωτήσω το εξής: Η Μέριλ Στριπ, η οποία στην τελευταία της ταινία ερμήνευσε την ατάλαντη Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς, όταν σε συνέντευξή της ρωτήθηκε τι θα έλεγε στην ηρωίδα της αν την είχε συναντήσει ποτέ, απάντησε: «Θα προσπαθούσα να είμαι ενθαρρυντική, πιστεύω αυτό που λέει ο Τζακ Νίκολσον ‘‘Μη φτύνεις πότε την ευτυχία του άλλου’’». Εσείς πώς αντιμετωπίζετε ένα μαθητή σας όταν θεωρείτε πως δεν έχει δυνατότητες για να γίνει ηθοποιός, δεν έχει ταλέντο…
Είναι πολύ δύσκολο να απαντήσει κανείς σε αυτή την ερώτηση. Γιατί είναι πολύ δύσκολο να καθορίσεις εσύ την επιθυμία ή την ανάγκη κάποιου ανθρώπου. Και ποιος είσαι εσύ για να το κάνεις; Μπορεί να πέφτεις έξω και πολλές φορές έχω πέσει έξω. Δεν είμαι ούτε μάντης ούτε έχω το αλάθητο. Έχει τύχει σε σχολές παιδιά που δεν τους έδινες τόση σημασία να εξελιχθούν πιο πολύ από όλους και άλλοι που ήταν πολύ καλοί να μην κάνουν τίποτα. Δεν είσαι σοφός για να ξέρεις πώς θα εξελιχθούν.Όταν βέβαια αντιλαμβάνεσαι κάτι πολύ έντονα, ότι δηλαδή κάποιος δεν κάνει, συνήθως η ίδια η ζωή τα φέρνει έτσι και δεν προχωρά. Εγώ δεν έχω πει, ούτε θα μπορούσα να το πω, σε κάποιον «ξέρεις δεν κάνεις...» Μου είναι αδιανόητο, αν και το έχω σκεφτεί. Βέβαια, από την άλλη, η θεατρική εκπαίδευση μπορεί να βοηθήσει έναν άνθρωπο γενικότερα στη ζωή του. Δεν σημαίνει ότι όποιος πάει σε δραματική σχολή πρέπει οπωσδήποτε να γίνει και ηθοποιός. Απλώς αυτό που με ενοχλεί είναι, επειδή υπάρχουν πάρα πολλές ερασιτεχνικές ομάδες, να θεωρηθεί πως η ηθοποιία είναι κάτι εύκολο, ότι βγαίνεις και λες τα λόγια σου. Με ενοχλεί όταν κάποιος δεν καταλαβαίνει πόσο δύσκολη είναι αυτή η τέχνη. Δεν μπορεί να την κάνει οποιοσδήποτε, χρειάζεται και ένα χάρισμα, το πιστεύω ύστερα από τόσα χρόνια.
Έπειτα από τόσα χρόνια λοιπόν θα λέγατε ότι το θέατρο έχει διαμορφωθεί μέσα σας σαν μια κατάσταση ανάγκης, επιθυμίας ή συνήθειας;
Είναι όλα αυτά μαζί.Είναι και ανάγκη και συνήθεια και τρόπος ζωής, είναι αυτό που δίνει νόημα στην ύπαρξη, είναι ευχαρίστηση και βάσανο συνάμα, είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων. Δεν μπορώ να διανοηθώ πώς θα είναι η ζωή μου όταν δεν θα παίζω. Δεν μπορώ καν να το σκεφτώ. Επειδή από τότε με τη Λαμπέτη, στα δεκατρία μου, μου μπήκε το μικρόβιο, πήγα στη σχολή και το εξέλιξα παίζοντας από τα είκοσι ένα έως τα εξήντα δύο που είμαι τώρα, πραγματικά έχω περάσει τα πέντε έκτα της ζωής μου με το θέατρο, είτε να ονειρεύομαι να μπω σε αυτό είτε να κάνω θέατρο! Δεν μπορώ λοιπόν να διανοηθώ πώς θα είναι η ζωή μου χωρίς θέατρο. Αυτό που με ευχαριστεί όμως είναι ότι δεν έχει φθαρεί καθόλου μέσα μου, ούτε για μια στιγμή, το πόσο υπέροχη τέχνη είναι.Δεν νιώθω καμία κούραση. Νιώθω μόνο επιθυμία… έντονη επιθυμία και για όσα θα ακολουθήσουν!
Ο Άρθουρ Μίλερ λέει για το θέατρο: «Θεωρώ το θέατρο μια σοβαρή υπόθεση, που κάνει ή θα έπρεπε να κάνει, τον άνθρωπο ανθρώπινο, με άλλα λόγια λιγότερο μόνο». Νιώθετε πως το έχετε καταφέρει αυτό;
Αυτό με κινεί πάρα πολύ πάρα πολύ και τότε θεωρώ πως μια παράσταση έχει πετύχει το στόχο της. Δεν πιστεύω σε κανένα άλλο θέατρο παρά μόνο σε αυτό που προκαλεί συγκίνηση στο μέσο θεατή. Συμφωνώ απόλυτα με τον Μίλερ, το ιδανικό είναι να βγεις από το θέατρο διαφορετικός από ό,τι μπήκες. Αν είσαι ο ίδιος, η παράσταση δεν κατάφερε τίποτα. Για μένα, όταν συμβαίνει, γιατί φυσικά δεν γίνεται πάντα, είναι σπουδαίο, να νιώθεις δηλαδή πως έχεις αγγίξει έστω και έναν άνθρωπο με αυτό που έκανες πάνω στη σκηνή. Μόνο η συγκίνηση με απασχολεί στο θέατρο και δεν εννοώ να κλάψει ο θεατής, αλλά κάτι να ταρακουνηθεί μέσα του. Αυτό είναι το πιο ωραίο και το πιο δύσκολο.
Εκτός από ό,τι θέλετε να μεταδώσετε στο κοινό, εσείς προσωπικά αυτά τα πέντε έκτα της θεατρικής ζωής σας αισθάνεστε «πιο ανθρώπινος», λιγότερο μόνος;
Ελπίζω, σε ένα βαθμό, πως ναι. Επειδή είχα την τύχη να δουλέψω με πολύ αξιόλογους ανθρώπους και σε σπουδαία έργα. Είχα την τύχη να παίξω σε έργα των μεγαλύτερων συγγραφέων του 20ού αιώνα. Αυτό είναι μεγάλη τύχη και επιλογή βέβαια! Αυτό σίγουρα ήταν μια ανάγκη και από το πώς πήγαν κάποιες παραστάσεις, από τα λόγια που μου είπαν ορισμένοι άνθρωποι, αισθάνομαι πως τους συγκίνησα, είτε εγώ είτε όλη η παράσταση. Αυτό σίγουρα σε φέρνει πιο κοντά στους άλλους.
Έχετε φοβίες ή ψυχαναγκασμούς;
Άπειρες! Είμαι μέσα στις φοβίες, μέσα στις προλήψεις και μέσα στους ψυχαναγκασμούς! Γι’ αυτό είπα και πριν ότι η καλύτερη περίοδος για μένα είναι οι πρόβες, γιατί μετά, όταν ξεκινά η παράσταση, πραγματικά η διαφορά είναι τεράστια. Αυτό δεν μπορεί να το αντιληφθεί κάποιος που δεν είναι ηθοποιός. Στις πρόβες μπορείς να δοκιμάσεις ό,τι θέλεις και να κάνεις πολλές φορές μια σκηνή, δικαιολογούνται και τα λάθη. Αντίθετα η παράσταση επαναλαμβάνεται κάθε βράδυ, για μία φορά, υπό το αμείλικτο βλέμμα του κοινού. Το βλέμμα του κοινού είναι αμείλικτο! Αυτό σου δίνει ενέργεια όλη τη μέρα, και ωραία και βασανιστική! Γι’ αυτό λέω «Φτου ξελευτερία!» όταν τελειώνει το έργο, επειδή κάθε μέρα είναι πολύ έντονη η διαδικασία.
Πείτε μου μια πρόληψη που έχετε..
Κατ’ αρχήν δεν υπάρχει περίπτωση να μην πάω στο θέατρο δύο ώρες πριν για να μου φύγει το άγχος. Μετά κάνω κάποιες ίδιες κινήσεις, πίνω τον ίδιο καφέ, λέω τα λόγια, κάνω ζέσταμα. Ενώ υπάρχουν άλλοι που χαλαρώνουν να πηγαίνουν τελευταία στιγμή, εμένα με χαλαρώνει να είμαι από νωρίς.
Τελικά, κύριε Καταλειφέ, στα εξήντα δύο σας χρόνια ποιος σας έμαθε περισσότερα η ζωή ή το θέατρο;
Αυτό είναι ένα ολόκληρο ζήτημα. Είναι τόσο μπλεγμένα, αλληλένδετα, με την έννοια ότι το θέατρο μιλά πάντα για τη ζωή και τον άνθρωπο συμπυκνωμένα. Αυτό που αναφέρεται και στον Άμλετ: «Το θέατρο είναι ο καθρέφτης της ζωής». Εγώ δεν πιστεύω πως η ζωή δεν είναι μόνο οι φοβερές εμπειρίες που πρέπει να ζήσει κάποιος και να τις κάνει στο θέατρο. Πιστεύω σε ένα στοιχείο που ίσως αυτό είναι το κυριότερο χάρισμα του ηθοποιού, στη φαντασία. Το ίδιο πράγμα που σε έναν άνθρωπο μπορεί να περάσει απαρατήρητο σε κάποιον άλλο μπορεί να καταγραφεί με έναν τρόπο φοβερά δημιουργικό ή η φαντασία του για κάτι που δεν έχει ζήσει μπορεί να είναι απίστευτα πλούσια και να του αντικαταστήσει το μη βίωμα. Πιστεύω πως είναι λίγο κλισέ η φράση «άλλο η ζωή και άλλο το θέατρο». Νομίζω πως πρόκειται για συγκοινωνούντα δοχεία και το σημαντικό είναι πώς εγγράφεται στον καθένα η πραγματικότητα. Πόσο έξυπνος είναι και πόσο χαρισματικός. Έχω δει ανθρώπους με απίστευτο χιούμορ που στη σκηνή δεν έχουν καθόλου. Έχω δει ανθρώπους πολύ ντροπαλούς που στη σκηνή είναι τρομερά τολμηροί. Έχω δει άσχημους ανθρώπους που στη σκηνή είναι πανέμορφοι. Έχω δει πανέμορφους που στη σκηνή είναι κακάσχημοι. Έχω δει ανθρώπους που δεν έχουν πλούσια ερωτική ζωή και στη σκηνή είναι πολύ ερωτικοί. Το θέατρο είναι το άλλο, είναι το αλλού, και αυτό το άλλο και το αλλού είναι η περιουσία κάθε καλλιτέχνη. Είναι ένας χώρος ονείρων όπου κάποιος βγάζει έναν άλλο εαυτό που μπορεί να είναι πολύ αποκαλυπτικός. Και δεν πιστεύω επίσης πως θέατρο μπορεί να γίνει χωρίς πόνο, χωρίς πληγές και δίχως τραύματα.
Ο Δημήτρης Καταλειφός φωτογραφήθηκε για το Texnes-plus από τον φωτογράφο Βαγγέλη Αγγελόπουλο.
Συνέντευξη Γιώτα Δημητριάδη
Τον Δημήτρη Καταλειφό θα δούμε στο
Ήταν όλοι τους παιδιά μου, του Άρθρουρ Μίλερ
Πρεμιέρα μέσα Οκτωβρίου, Θέατρο Εμπορικόν
Σκηνοθεσία: Γιάννης Μόσχος
Παίζουν: Δημήτρης Καταλειφός, Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, Ευγενία Αποστόλου, Κώστας Βασαρδάνης, Δημήτρης Καραμπέτσης, Δανάη Επιθυμιάδη, Γιώργος Βουρδαμής, Γιώργος Τζαβάρας, Ιωάννα Πιατά
Και στη σειρά
Η Λέξη που δεν λες