Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Χαρά-Μάτα Γιαννάτου : «Πέρασα μια φάση στην πρόβα που ήθελα να γίνω σερβιτόρα»

 

 

Η «Λαμπεντούζα», «Το έξυπνο πουλί», το «Μεγάλο κρεβάτι» και η «Μητρόπολη», που επιστρέφει μετά την περσινή της επιτυχία στο Μικρό Θέατρο της Επιδαύρου στο Σύγχρονο Θέατρο, συνθέτουν το παζλ των τεσσάρων επιτυχημένων παραστάσεων στις οποίες την απολαύσαμε φέτος. Δηλώνει «τυχερή».

 

Η Χαρά-Μάτα Γιαννάτου κατάφερε να ξεχωρίσει από τις πρώτες παραστάσεις που σκηνοθέτησε ο Ακύλλας Καραζήσης με τους τελειόφοιτους του Εθνικού Θεάτρου, με κάποιους από τους οποίους συνεχίζουν ακόμη να πορεύονται παρέα, να συνδημιουργούν, να δοκιμάζονται σε νέα είδη, γιατί πολύ απλά, όπως η ίδια λέει, «αγαπιούνται και θέλουν να βρίσκονται».

 

Λίγα εικοσιτετράωρα πριν από τη φετινή πρεμιέρα της «Μητρόπολης» θα συναντηθούμε με αφορμή τη συγκεκριμένη παράσταση-αλληγορία, που μέσα από τα αρχαία κείμενα και τις ρήσεις των αγγελιαφόρων φέρνει στο φως διαχρονικά ζητήματα. Η κουβέντα μοιραία δεν θα περιοριστεί εκεί, με τη Χαρά σε κάθε ευκαιρία να δηλώνει την αφοσίωσή της στην τέχνη της: «Το θέατρο είναι εκεί, είναι το σπίτι μας, είναι η δουλειά μας». Μήπως τελικά τίποτα δεν είναι τυχαίο;

 

chara_mata.jpg

 

«Μητρόπολη»: Ο τόπος συνάντησης των αγγελιαφόρων και ο ρόλος μου στην παράσταση
Η «Μητρόπολη» βασίζεται σε πέντε τραγωδίες, από τις οποίες έχουν επιλεγεί οι αγγελικές ρήσεις και ο τόπος όπου συναντιούνται οι αγγελιαφόροι καθώς και άλλα σημεία, όπως, για παράδειγμα, αυτά του χορού. Εγώ λέω στην παράσταση το κομμάτι του έρωτα από την «Αντιγόνη» μαζί με τον Αγησίλαο (Μικελάτο) που έχει το αντίστοιχο κομμάτι του έρωτα από τη «Μήδεια» ‒ εκείνος έχει και την αντίστοιχη αγγελική ρήση της τραγωδίας και εγώ ένα μικρότερο μέρος της προς το φινάλε. Η παράσταση ξεκινά με μένα να απαγγέλω ένα κείμενο από τον «Οιδίποδα» με σκοπό να δώσω ζωή σε αυτό τον τόπο ‒τη Μητρόπολη‒, όπου υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι μέσα στα συντρίμμια, με ένα παιδί που φαίνεται να είναι νεκρό. Έτσι ξεκινώ με αυτό το κομμάτι που ο Οιδίποδας επικαλείται τους θεούς και ζητά βοήθεια για να δώσω ζωή στον πρώτο, που θα δώσει με τη σειρά του ζωή στον επόμενο και έτσι σιγά σιγά θα ξεκινήσει η παράσταση.

Φέρνουμε στη σκηνή όσα μας αφορούν.
Δεν υπάρχει πλοκή όπως σε μια τραγωδία. Εμείς θέλαμε να μιλήσουμε για όλα αυτά τα θέματα που μας αφορούν, όπως τον έρωτα, το θρήνο, την άφιξη, το πώς είναι αυτός ο άνθρωπος που έρχεται και ανακοινώνει τις τραγικές ειδήσεις, σε μια εποχή που ακούμε συνέχεια τραγικά γεγονότα, το αίσθημα του να μην ξέρεις πού ανήκεις κ.λπ. Δραματουργικά υπάρχει ένας σκελετός, αλλά δεν υπάρχει ακριβώς συνομιλία. Συνομιλούμε όλοι μέσα από ένα δικό μας κόσμο, μέσα από τον κοινό τόπο και με βάση τις κοινές μας ανάγκες.

Chara_Mata 5.jpg

 

Οι αγγελιαφόροι του χθες και του σήμερα
Γενικότερα αισθάνομαι ότι υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη να ειπωθούν τα δυσάρεστα. Ίσως μας ελκύει και εμάς να τα ακούσουμε. Η αλήθεια είναι ότι σίγουρα ζούμε σε μια εποχή που συμβαίνουν πολλά δυσάρεστα, αλλά παράλληλα συμβαίνουν και πολλά ευχάριστα, τα οποία, όπως βλέπω, δεν επιλέγουμε και τόσο να τα εξιστορήσουμε. Θα ακούσεις, για παράδειγμα, πιο εύκολα για τη γυναίκα που εξερράγη μπροστά της η χύτρα και πέθανε, όχι όμως για τον άνθρωπο που είναι ήρωας σε ένα νησί και σώζει πρόσφυγες. Το πρώτο θα γίνει άμεσα είδηση, ενώ το άλλο θα το πληροφορηθείς πολύ πιο σπάνια. Για κάποιο λόγο και εμάς μας ελκύουν περισσότερο τα δυσάρεστα, αλλά και τα ΜΜΕ τα προβάλλουν πιο πολύ.

Εθισμένοι στις κακές ειδήσεις
Είναι σαν να έχουμε εθιστεί πλέον και αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αποστροφή. Λες «Δεν αντέχω να τα ακούω πια αυτά» και αισθάνεσαι και ενοχές, γιατί νιώθεις ότι δεν μπορείς να κάνεις τίποτα και κλείνεσαι. Ενώ, αν ακούγαμε ευχάριστα πράγματα, θα ξαναγεννιόταν μέσα μας η ελπίδα και αυτό θα μας έκανε πιο δυνατούς απέναντι στο πρόβλημα.

Το «Έξυπνο πουλί» αντίδοτο στη θλίψη
Με αυτή την παράσταση θέλαμε να βρεθούμε ξανά μαζί επειδή αγαπιόμαστε και να δοκιμαστούμε στην κωμωδία, κάτι που δεν είχαμε ξανακάνει. Υπήρχε αυτό το «Να περάσουμε καλά», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κάναμε χαβαλέ. Δουλέψαμε πολύ, αλλά πάντα με χαρά. Ήταν μια τέτοια ανάγκη. Νομίζω το γεγονός ότι πήγε τόσο καλά η παράσταση μαρτυρά ότι και ο κόσμος διψά να ξεφύγει λίγο και να γελάσει. Δεν θέλω να παρεξηγηθεί αυτό. Δεν εννοώ ότι πρέπει ξαφνικά να σταματήσουμε να κάνουμε σοβαρά έργα και ότι το κοινό πρέπει να βλέπει μόνο κωμωδίες, γιατί και τα δραματικά έργα προσφέρουν μια άλλου είδους ψυχαγωγία, που ίσως είναι και κάτι πιο βαθύ. Ωστόσο είναι σημαντικό να καταφέρεις να κάνεις το θεατή για δύο ώρες να γελάσει και να ξεχαστεί, καθώς έτσι γίνεται μια επανεκκίνηση στο μυαλό και στην ψυχή του.

Chara-mata6.jpg

Τέσσερις παραστάσεις μέσα σε λίγους μήνες
Η «Μητρόπολη» ξεκίνησε πέρυσι το καλοκαίρι και ολοκληρώνεται η χρονιά πάλι με αυτή την παράσταση και αυτό είναι τέλειο! Πέρασα μια φάση κατά την οποία αναρωτήθηκα γιατί τα κάνω όλα αυτά. Μήπως ήταν από την αγωνία και την ανάγκη μου να μη λείπω από τις παραστάσεις που κάναμε με τους φίλους, γιατί και το «Έξυπνο πουλί» και το «Μεγάλο κρεβάτι» έγιναν με αγαπημένους φίλους. Τελικά, συνειδητοποίησα ότι μου έκανε πάρα πολύ καλό. Γιατί η «Λαμπεντούζα» ουσιαστικά ήταν μονόλογος. Δεν αλληλοεπιδρούσαμε με τον Αργύρη (Ξάφη) πάνω στη σκηνή, παρά μόνο στο τέλος που είχαμε ένα βλέμμα. Οπότε, μου έκανε πολύ καλό που πήγαινα από τη μια παράσταση στην άλλη. Μου έδινε μεγάλη ενέργεια.

Όταν θες να ξαναγίνεις σερβιτόρα…
Γενικά δεν σταματάς να σκέφτεσαι και να δουλεύεις! Πέρασα μια φάση που πήγαινα στην πρόβα και έλεγα: «Θα ήθελα τώρα να πάω σε ένα καφέ να δουλέψω σερβιτόρα». Επειδή το έχω κάνει, γι’ αυτό ερχόταν στο μυαλό μου μια γνώριμη ανάμνηση. Έτσι απλά να σερβίρω φρέντο εσπρέσο και μετά να γυρίζω σπίτι και να μην έχω να σκεφτώ ούτε σε πόσους σέρβιρα ούτε σε πόσους έχω να σερβίρω αύριο, τίποτα… Εντάξει, αυτά στη συγκεκριμένη δουλειά συμβαίνουν. Μπορεί σε μια περίοδο να έχεις τρία πράγματα μαζί γιατί ξέρεις ότι μετά έρχεται μια περίοδος που δεν έχεις τίποτα. Τελικά, πήγαν όλα καλά. Ίσως γιατί και στις τρεις δουλειές το κλίμα ήταν οικογενειακό.

«Λαμπεντούζα»: Ένα σκαλί πιο πάνω
Σίγουρα είχε διαφορά από ό,τι είχα κάνει μέχρι πρότινος. Στην Ελλάδα έχω κάνει κυρίως παραστάσεις με τον Ακύλλα (Καραζήση), οπότε ήμασταν παιδιά από τη σχολή και το σχήμα ήταν πιο ομαδικό. Το ίδιο και οι δύο παραστάσεις που έκανα στη Γερμανία. Άρα, με αυτή την έννοια η «Λαμπεντούζα» ήταν κάτι διαφορετικό, γιατί πρώτη φορά ήμασταν στη σκηνή μόνο δύο άτομα, ο Αργύρης και εγώ ‒ αυτό μπορεί να παραπέμψει στο «πρωταγωνιστές». Επίσης, ήμουν με τον Αργύρη που τον γνώριζα ελάχιστα. Τον ήξερα μόνο ως ηθοποιό. Το ίδιο και τον Βαγγέλη (Θεοδωρόπουλο). Αυτό για μένα ήταν μια διαφορετική συνθήκη. Γιατί δούλεψα με ένα σκηνοθέτη που δεν με είχε μαθήτρια και με τον Αργύρη που είναι ένας ηθοποιός πολύ πιο έμπειρος από μένα. Συνεπώς, ήταν ένα μεγαλύτερο βήμα.

Οι δουλειές στη Γερμανία
Μιλάω πολύ καλά γερμανικά. Το γεγονός ότι έχω δουλέψει στη Γερμανία ήταν  καθαρά θέμα τύχης και θα μπορούσε να είχε συμβεί ακόμα και αν μιλούσα μόνο ελληνικά. Η θεατρική δουλειά που κάναμε ήταν ένα πρότζεκτ με τις γυναίκες της Τροίας και συμμετείχαν Τούρκοι, Έλληνες και Γερμανοί ηθοποιοί, οπότε ο καθένας ερμήνευε το κείμενο στη γλώσσα του. Εγώ τελικά στη Γερμανία έπαιξα στα γερμανικά επειδή αντικατέστησα τη Γερμανίδα Ανδρομάχη – υπήρχε μια ηθοποιός από κάθε χώρα που υποδυόταν την Ανδρομάχη. Το ίδιο συνέβη και με την ταινία που έκανα εκεί. Ο σκηνοθέτης δεν ενδιαφερόταν αν η ηθοποιός θα μιλούσε τη γλώσσα, γιατί, σύμφωνα και με το σενάριο, εκείνος μια Ελληνίδα έψαχνε.

chara_mataa.jpg

Θέμα επιλογής

Μου έχει δοθεί η επιλογή να δουλέψω περισσότερο στη Γερμανία και στο θέατρο, αλλά δεν ήθελα. Επιθυμούσα να επιστρέψω στην Ελλάδα. Νιώθω ότι εδώ είναι το σπίτι μου. Ίσως επειδή εδώ έχω μεγαλώσει. Βέβαια πάντα όταν είμαι εδώ μου λείπει η Γερμανία και όταν είμαι στη Γερμανία μου λείπει η Ελλάδα, αυτό θα το νιώθω σε όλη μου τη ζωή. Το έχω αποδεχτεί. Μου λείπουν πολύ απλά πράγματα, οι μυρωδιές, η γλώσσα, τα μαγαζιά, η καθημερινότητα της κάθε χώρας.

Όταν ξέρεις ότι δεν πληρώνεσαι, έχεις την ελευθερία της επιλογής.
Τα υπέρ του να δουλεύεις στη Γερμανία είναι η ασφάλεια και ότι μπορείς να βιοποριστείς πολύ πιο εύκολα σε σχέση με την Ελλάδα. Υπάρχει πολύ μεγαλύτερος σεβασμός προς το επάγγελμα, κάτι που εδώ καμιά φορά το χάνουμε και συχνά φταίμε και οι ίδιοι οι ηθοποιοί γι’ αυτό. Επειδή έχουμε την ανάγκη να φανούμε, η  εκμετάλλευση είναι πολύ έντονη. Πλέον είναι δεδομένο ότι δεν πληρώνεσαι για τις πρόβες. Στη Γερμανία δεν συμβαίνει αυτό. Από τη στιγμή που εργάζεσαι πληρώνεσαι. Από την άλλη, αυτό είναι και αρνητικό, γιατί κάποιες φορές λειτουργείς σαν δημόσιος υπάλληλος. Για παράδειγμα, αν ήμουν εκεί, δεν θα είχα κάνει το «Έξυπνο πουλί» και το «Μεγάλο Κρεβάτι» με την ίδια ευκολία. Γιατί εδώ από τη στιγμή που ξέρεις ότι δεν πληρώνεσαι έχεις την ελευθερία να επιλέξεις να κάνεις αυτό που θέλεις, με αυτούς που θέλεις. Οπότε, σαν καλλιτέχνης τελικά εκφράζεσαι πιο ελεύθερα.

Ηθοποιός έρμαιο στο όραμα του σκηνοθέτη; «Νicht!»
Σίγουρα είναι μεγάλη ασφάλεια να έχεις συμβόλαιο για δύο χρόνια και να πληρώνεσαι, ανελλιπώς. Ακόμα και να σταματήσεις για καλοκαίρι, εσύ πληρώνεσαι! Αυτά τα ακούμε εδώ και λέμε: Πώς γίνεται; Επίσης, είναι μια εμπειρία να είσαι σε ένα θέατρο που κάνουν εννιά παραστάσεις το χρόνο, γιατί έτσι δουλεύουν εκεί. Καλλιτεχνικά όμως αυτή τη στιγμή αυτό δεν με καλύπτει. Είμαι σε μια φάση που ψάχνω να βρω τον εαυτό μου και τι θέλω να κάνω. Γιατί θέλω να κάνω θέατρο; Τι μου αρέσει στο θέατρο; Εκεί πηγαίνεις απλώς από σκηνοθέτη σε σκηνοθέτη και ακολουθείς το όραμά του και, ωραία αν συμφωνείς, ωστόσο είναι πολύ πιθανό να διαφωνείς και να μη βρίσκεις τίποτα ενδιαφέρον στο όραμά του. Θεωρώ ότι είμαι πολύ νέα ακόμη στη δουλειά για να ακολουθήσω αυτόν το δρόμο.

Οι ταινίες
Είχα την τύχη η πρώτη μου επαφή με το σινεμά να είναι σε γερμανική παραγωγή και με πρωταγωνιστικό ρόλο. Οπότε, ήταν για μένα μια βουτιά στα βαθιά! Πριν δεν είχα κάνει ούτε ταινία μικρού μήκους. Μόνο την εμπειρία που είχα από τη σχολή, στην οποία είχαμε καθηγητή τον Πέτρο Σεβαστίκογλου και κάναμε κάποια ταινιάκια. Μετά ήρθε ο «Νοτιάς» του Τάσου Μπουλμέτη, που ήταν μια μεγάλη παραγωγή. Επομένως, έχω γνωρίσει μια πολύ καλή πλευρά αυτού του χώρου, που υπήρξαν κάποια λεφτά και έγινε μια αξιοπρεπής δουλειά και στις δύο περιπτώσεις. Μου αρέσει πολύ ο κινηματογράφος, θα ήθελα πολύ να κάνω και άλλες ταινίες.

Το θέατρο είναι το σπίτι μας.
Δεν θα άφηνα όμως ποτέ το θέατρο. Χωρίς θέατρο δεν μπορώ να με φανταστώ. Ίσως είναι και συνήθεια, ο τρόπος που έχουμε μάθει. Οι ταινίες είναι λίγο πιο περιστασιακές. Θα κάνεις μια ταινία κάθε δύο χρόνια, είναι κάτι που έρχεται και φεύγει. Το θέατρο είναι εκεί, είναι το σπίτι μας, είναι η δουλειά μας. Στον κινηματογράφο το αποτέλεσμα σίγουρα έχει να κάνει και με την υποκριτική, αλλά και με το πώς έχουν τραβηχτεί τα πλάνα, το μοντάζ, τη μουσική. Αυτό είναι και το γοητευτικό, ότι είναι αποτέλεσμα συνύπαρξης πολλών τεχνών. Ενώ στο θέατρο εσύ πρωταγωνιστείς, εσύ είσαι στη σκηνή, οπότε είναι μια άλλου είδους μαγεία…

 

Η Χαρά-Μάτα Γιαννάτου πρωταγωνιστεί στη «Μητρόπολη» της Καλλιτεχνικής Ομάδας Momentum στο Σύγχρονο Θέατρο
Σκηνοθεσία: Αργύρης Πανταζάρας
Ημέρες παραστάσεων: 1-11 Ιουνίου 2017

 Κεντρική φωτογραφία και η φωτογραφία της παράστασης είναι του Νίκου Πανταζάρα

Η δεύτερη και η τελευταία φωτογραφία είναι του Ανδρέα Σιμόπουλου η τέταρτη του Γιώργου Καπλανίδη