Βρεθήκαμε στην επίσημη πρεμιέρα του νέου έργου του Suyako «Talk Show» στη Θεατρική Σκηνή ΑΘΗΝΑΪΣ.
Μετά το απόλυτο sold-out του πρώτου μισού της θεατρικής σεζόν Παίκτες που παίχτηκε στο Θέατρο Κιβωτός, ο Γιώργος Κουτλής επέστρεψε με μια νέα δουλειά, έχοντας στη διάθεση του τρεις χαρισματικούς ηθοποιούς, τον Στέλιο Ιακωβίδη, τον Άρη Μπαλή και τον Πανάγο Ιωακείμ. Η παράσταση μας συστήνει ένα νέο θεατρικό κείμενο από τον Suyako, που επιχειρεί ν’ αποδομήσει την κοινωνία του σήμερα, τον τηλεοπτικό χώρο, τις επίπλαστες ανθρώπινες σχέσεις και τη φαιδρότητα των ανθρώπων. Η γραφή φέρει καφκικά στοιχεία και επιρροές από το Θέατρο του Παραλόγου, ενώ οι χαρακτήρες έχουν ρευστή ταυτότητα (όνομα, φύλο, ιδιότητα), ανοίγοντάς το πεδίο πρόσληψής τους από τους θεατές.
Υπόθεση: Ένα συναρπαστικό late-night talk show επί σκηνής, με έναν εκκεντρικό οικοδεσπότη, πολλές εκπλήξεις, ξεκαρδιστικά παιχνίδια και πολλά πολλά δώρα! Το μόνο πρόβλημα είναι ότι ο καλεσμένος δεν ξέρει γιατί βρίσκεται εκεί… Και δεν του είναι καθόλου εύκολο να καταλάβει… Μέσα από μια φαινομενικά ακίνδυνη τηλεοπτική συγκυρία, βουτάμε σε ένα μυστήριο, κωμικό πανδαιμόνιο πληροφοριών, μέχρι να γκρεμιστούνε όλα και να μείνει μόνο το κουκούτσι: Γιατί είμαι εδώ; Τι είναι εδώ; «Τι συναισθήματα σου προκαλεί η θέα ενός αναποδογυρισμένου χρυσομπάμπουρα στο μπαλκόνι σου μες στο κατακαλόκαιρο;» Ο μηχανισμός ενός τηλεοπτικού Talk Show. Ο μηχανισμός της ζωής.
Η δραματουργία του Suyako είχε πολύ ωραία και στοχαστική διάθεση πάνω στην κοινωνία μας και τις ταυτότητες (συμπεριλαμβανομένων των ταυτοτήτων φύλου), δημιουργώντας ένα αρκετά ανοιχτό και πολυδιαστάτο έργο. Η πρόθεση είναι εκεί, αλλά στην εκτέλεση, το επιχείρημα παραμένει επιχείρημα. Οι χαρακτήρες δεν είναι συμπαγείς και αναγνωρίσιμοι, η πλοκή δεν έχει ευκρινή προθετικότητα, γίνονται λογικά άλματα ακατάπαυστα κι έχουμε ζητήματα ύφους. Σε αρκετά σημεία, φαίνεται πως λείπει ο στόχος της σκηνής, και το επί μέρους δεν κουμπώνει αρμονικά με το όλον.
Είναι από εκείνες τις περιπτώσεις παραστάσεων που ενώ είναι εμφανής η ιδέα της παράστασης, δεν είναι καθαρή η δραματουργία της. Ούτε το ύφος της παράστασης είναι συμπαγές, δίνοντας πότε χιουμοριστικές ατάκες, πότε επιχειρεί να περπατήσει σε πιο φιλοσοφικά μονοπάτια, μη δείχνοντας ομοιογένεια.
Η εναλλαγή ονομάτων στους χαρακτήρες, στην αρχή προκαλεί ένα χαριτωμένο παραξένεμα, προκαλώντας και σύγχυση στον κεντρικό ήρωα, για το ποιος είναι ο συνομιλητής του, αλλά οι συνεχείς επαναλήψεις και οι ερωτήσεις γύρω από αυτό, ανοίγουν τόσο πολύ τα πρόσωπα, που καταλήγουν χάρτινα και ρευστά. Σίγουρα κι οι ταυτότητες είναι ρευστές, δεν είμαστε ένα πράγμα οι άνθρωποι, απολαυστικό ας πούμε το παιχνίδι των φύλων –υπάρχουν και τα non-binary άτομα- αλλά δε δικαιολογείται από τη δραματουργία ή έστω δεν εξηγείται επαρκώς. Το έργο τελειώνει όσο άδοξα και παράλογα, όσο ξεκίνησε, αφήνοντας το θεατή στο απόλυτο κενό. Είναι αισθητό πως χρειαζόταν λίγη περισσότερη επιμέλεια η δραματουργία, για να σταθεί στην σκηνή και να είναι πιο καλοδομημένη η πλοκή.
Ο σκηνικός χώρος –όπως φαίνεται κι από το προωθητικό υλικό- της Άρτεμης Φλέσσα είναι μια αναπαράσταση τηλεοπτικών εκπομπών όπως το Tonight Show του Γρηγόρη Αρναούτογλου. Γραφείο με καρέκλες, γιγαντοοθόνη όπου προβάλλονται αμερικανικά κτίρια, ένα μανεκέν με λάμπα για κεφάλι είναι τα σκηνικά αντικείμενα, ενώ η μοκέτα και οι κουρτίνες συμπληρώνουν το κάδρο. Θα μπορούσε ενδεχομένως να είναι πιο «κουνημένο» το σκηνικό περιβάλλον ή να είχε τροποποιήσεις κατά την εξέλιξη του δράματος, για να αποδομήσει και σκηνογραφικά τον χώρο της τηλεόρασης.
Οι ηθοποιοί της παράστασης κάνουν μια αξιόλογη προσπάθεια να υποστηρίξουν το κείμενο (που το ίδιο δεν υποστήριζε τον εαυτό του). Απολαύσαμε ιδιαίτερα τον ταλαντούχο Στέλιο Ιακωβίδη, ηθοποιό-διαμάντι σε παραστάσεις του Κακλέα, επιτέλους σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο Ιακωβίδης υποδύεται τον παρουσιαστή στη συνέντευξη-φιάσκο, όπου δεν έχει καθαρά κίνητρα για τον συνεντευξιαζόμενο. Ο ηθοποιός είναι ο ιδανικός γι’ αυτόν τον ρόλο, τόσο για την ευελιξία του όσο και την ευφυΐα του. Σε αυτή την παράσταση είχαμε την ευκαιρία να τον απολαύσουμε λίγο παραπάνω και μακάρι να παίξει κι άλλους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Ο Άρης Μπαλής υποδύεται τον άντρα που έχει έρθει καλεσμένος στην εκπομπή –και δε μαθαίνουμε ποτέ το πραγματικό του όνομα-. Στο πρώτο μέρος, η αμηχανία του είναι ιδιαίτερα χιουμοριστική, σαρκάζοντας τη ροή των τηλεοπτικών συνεντεύξεων και των τσιτάτων, χωρίς να δείχνει ενδιαφέρον ή διάθεση να βρίσκεται εκεί. Όσο προχωράει η πλοκή, ο χαρακτήρας του φαίνεται μετέωρος και εκτεθειμένος.
Πολύ ενδιαφέρουσα η φυλολυγιστική εμφάνιση του Πανάγου Ιωακείμ, με το φόρεμα και τις γόβες, ενώ είναι μουσάτος και φανερά αρρενωπός.
Συνολικά, το Talk Show είναι μια παράσταση που φαίνεται μη ολοκληρωμένη και χαοτική σχεδόν από την αρχή και καταλήγει δύσληπτη. Δυστυχώς, δεν αρκούν οι αξιόλογες ερμηνείες ούτε οι καλές προθέσεις της δραματουργίας, για να κρατήσουν την παράσταση ενδιαφέρουσα. Εδώ ταιριάζει το «less is more», ή το αριστοτελικό «μέτρον άριστον».