Από τον Αναστάση Πινακουλάκη
Μια παράσταση που είχε σημειώσει επιτυχία πριν 3 χρόνια, επανήλθε στο Θέατρο Άβατον για 5 μόλις δευτερότριτα.
Ο λόγος για τον μονόλογο Φροσύνη του Στέφανου Παπατρέχα, ηθοποιού που τα τελευταία χρόνια δοκιμάζεται τόσο στη θεατρική γραφή όσο και στη σκηνοθεσία. Όπως μαρτυρά κι ο τίτλος του έργου, αφορά την Κυρα-Φροσύνη ή αλλιώς Ευφροσύνη Βασιλείου, την ξακουστή ερωμένη του Αλή Πασά, μητέρα δύο παιδιών και σύζυγο του εμπόρου Ιωαννίνων Δημητρίου Βασιλείου. Η όμορφη Γιαννιώτισσα βρήκε άδοξο τέλος, αφού η εξωσυζυγική της σχέση ήταν η αιτία αυτή κι άλλες 17 κοπέλες να οδηγηθούν σε πνιγμό στη Λίμνη Παμβωτίδα στις 11 Ιανουαρίου 1801. Το πρόσωπο-σύμβολο αποτέλεσε προσφιλές θέμα για τραγούδια, ποιήματα, πίνακες, βιβλία, ενώ το θεατρικό του Παπατρέχα είναι η πρώτη καταγεγραμμένη θεατρική εκδοχή του μύθου. Το έργο συνσκηνοθετεί με τον Λάζαρο Βαρτάνη, ηθοποιοί που πρωτοσυνεργάστηκαν στην Πικρή τριλογία του νεοφασισμού στο Επί Κολωνώ το 2017 κι έκτοτε έχουν δημιουργήσει ένα είδος θεατρικής ομάδας, όπου σκηνοθετούν, παίζουν και προτείνουν πρωτότυπα νεοελληνικά έργα (Έλα να παίξουμε, Πασού, Ονόριο).
Υπόθεση: Μια γυναίκα ηθοποιός καλείται, στο πλαίσιο ενός αυτοσχεδιασμού, να ετοιμάσει έναν μονόλογο πάνω στην Κυρα-Φροσύνη, το ιστορικό πρόσωπο-θρύλο των Ιωαννίνων που πνίγηκε με διαταγή του Αλή Πασά στη λίμνη Παμβώτιδα. Ψάχνοντας πληροφορίες και υλικό, βρίσκει πράγματα που τη γοητεύουν, την προκαλούν. Δοκιμάζει ρούχα, φωνές, αυτοσχεδιάζει πάνω στην τελευταία νύχτα της Φροσύνης, πάνω στη ζωή, το γάμο, τα παιδιά της, τον έρωτά της για τον γιο του Αλή Πασά, Μουχτάρ, τις απαιτήσεις των άλλων για Εκείνη, τις απαιτήσεις του έρωτά της για Εκείνον. Πια δεν είναι η ηθοποιός, δεν είναι η Φροσύνη. Είναι μια γυναίκα δέσμια των επιθυμιών της, αλλά και όσων οι άλλοι θέλουν από αυτήν. Μια γυναίκα που της μέλλεται να πνιγεί, να μείνει στην Ιστορία ως αυτό που οι άλλοι κατάλαβαν για εκείνη, αφήνοντας ξεχασμένο το πραγματικό της πρόσωπο.
Ο Στ. Παπατρέχας ασχολείται με το πρόσωπο της Φροσύνης, όχι με σκοπό να δημιουργήσει μια θεατρική βιογραφία, αλλά με τη συνθήκη του θεάτρου εν θεάτρω, όπου μια ηθοποιός αναζητά αυτό που φέρει η Φροσύνη, ώστε να προετοιμαστεί για έναν αυτοσχεδιασμό που της έχει ανατεθεί. Στο πρώτο μέρος του κειμένου, η ηθοποιός αναζητά στο διαδίκτυο πληροφορίες για την ιστορική προσωπικότητα, συνομιλεί στο τηλέφωνο γύρω από αυτήν και έχουμε μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση. Σταδιακά, η ηθοποιός δοκιμάζει σκέψεις, φράσεις και ρούχα που συνδέονται με τη Φροσύνη και προσπαθεί να την ενσαρκώσει. Η ιστορία της Φροσύνης είναι γνωστή, και το τέλος της ακόμη γνωστότερο. Τι προτείνει ο δραματουργός εδώ; Τι ένιωσε η Φροσύνη, ποια ήταν η θέση της; Που αφορά ο πνιγμός της;
Επειδή τυγχάνει να είχα δει και την παράσταση πριν 3 χρόνια, παρατήρησα πως στο φετινό ανέβασμα αναφέρονται οι γυναικοκτονίες που είχαμε στην Ελλάδα του 2021. Δεκαεπτά γυναικοκτονίες (ανακοινωμένες, δεν ξέρουμε αν ήταν περισσότερες), δεκαοκτώ οι κοπέλες –μαζί με τη Φροσύνη- που πνίγηκαν αλυσοδεμένες το 1801.
Σαν μύθος, ο δεσμός της Φροσύνης με τον Αλή Πασά έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Απρόσμενη και η δραματουργία που αναπαριστά τη δουλειά μιας ηθοποιού. Ίσως χρειαζόταν περισσότερη επεξεργασία πάνω στο υλικό που συγκέντρωσε ο συγγραφέας, ώστε να μην ακούγεται ως παράθεση πληροφοριών –και μάλιστα από την Wikipedia- αλλά όλο αυτό να προέκυπτε από την ηθοποιό μέσω αυτοσχεδιασμών χωρίς εποπτικά μέσα. Για εμένα το ενδιαφέρον της παράστασης ξεκινά από όταν η ηθοποιός αφήνει το λάπτοπ και πειραματίζεται πάνω στο παρατιθέμενο υλικό. Θεωρώ πως εκεί απελευθερώνεται πραγματικά και προτείνει κάτι.
Η Σύνθια Μπατσή είναι η ηθοποιός που αναλαμβάνει το δύσκολο έργο να υποδυθεί τη Φροσύνη ή ακριβέστερα, να υποδυθεί μια ηθοποιό που υποδύεται τη Φροσύνη. Η έμπειρη ηθοποιός φέτος είχε τριπλή συνεργασία με τον Παπατρέχα και τον Βαρτάνη, αφού την είδαμε και στις παραστάσεις Ονόριο και Πασού. Στο πρώτο μέρος της παράστασης, εμφανίζεται ως μια νεαρή ηθοποιός που βρίσκεται στο σπίτι της, κάθεται στο γραφείο της και γκουγκλάρει πληροφορίες για τη Φροσύνη. Γήινη, οικεία και με χιούμορ, αφήνει σταδιακά την «καθημερινότητα» της για να μεταμορφωθεί στη Φροσύνη, εναλλάσσοντας κοστούμια και διαθέσεις. Ιδιαίτερα σαγηνευτική στον εξωτικό χορό της, ενώ είχε ενδιαφέρουσα κορύφωση που παραμέμπει μ’ ευθύ τρόπο στον πνιγμό της ηρωίδας. Σε ηχητικό μήνυμα ακούγεται κι ο Αιμίλιος Χειλάκης, διαβάζοντας τον Πνιγμό της Φροσύνης.
Όσον αφορά το σκηνογραφικό της παράστασης (σκηνικά-κοστούμια: Έλλη Εμπεδοκλή), νομίζω είναι παρά πάνω φλύαρο και περιγραφικό από όσο χρειάζεται. Η σκηνή είναι χωρισμένη στα τρία: στα δεξιά είναι ένα διπλό κρεβάτι γεμάτο μαξιλάρια και στρωσίδια, στο κέντρο ένα μπαούλο γεμάτο κοστούμια και… μια έκπληξη, ενώ στ’ αριστερά το γραφείο με το λάπτοπ της. Η ηθοποιός είχε τόσες πολλές μικροδράσεις για ν’ αξιοποιήσει όλα τα σκηνικά αντικείμενα και τα κοστούμια, που από ένα σημείο και μετά δημιουργείτο μια σκηνογραφική φλυαρία. Για παράδειγμα, φοράει τόσα πολλά κοστούμια –ασιδέρωτα-, για να τα βγάλει την αμέσως επόμενη στιγμή, χωρίς να προλάβει ο θεατής να κάνει προβολή πάνω σε αυτά. Μεγαλύτερη ένσταση είχαμε στην αποδόμηση των σκηνικών προς το τέλος της παράστασης. Δινόταν η αίσθηση πως είχαμε τρία ίδια τέλη, με την καταστροφή του κρεβατιού και το ρίξιμο των σεντονιών, το αναποδογύρισμα του γραφείου και τον πνιγμό στο μπαούλο. Ίσως ήταν πιο δραστικό να είχαμε μόνο τον πνιγμό στο μπαούλο, με μεγαλύτερο υποκριτικό χτίσιμο, ώστε να είναι πιο εντυπωσιακό. Όταν γίνονται πάρα πολύ στην εικόνα, ίσως μπαίνει μια έξτρα δυσκολία στην πρόσληψη της παράστασης από τον θεατή.
Με λίγα λόγια, η Φροσύνη είναι το πρώτο δραματουργικό βήμα του Στέφανου Παπατρέχα –μετά το πρωτόλειο του Ξέφωτου στο ΠΚ το 2012- και η πρώτη συνσκηνοθεσία του με τον Λάζαρο Βαρτάνη. Το ενδιαφέρον στη δραματουργία αυτή είναι πως βλέπουμε έναν γνωστό μύθο μ’ έναν διαφορετικό και δημιουργικό τρόπο και κυρίως η χαρισματική του ερμηνεύτρια, η Σύνθια Μπατσή.
Μετά –και παράλληλα- από τη Φροσύνη, ο Στέφανος Παπατρέχας προτείνει μια άλλη ανάγνωση της δημοφιλής ιστορίας του πνιγμού της Φροσύνης και 16 ακόμη γυναικών, ως συνέπεια της εξωσυζυγικής της σχέσης με τον Αλή Πασά, Μουχτάρ. Σε αυτό το έργο, ηρωίδα είναι η απατημένη σύζυγος, η Πασού, μια γυναίκα για την οποία λίγα είναι γνωστά όπως καταφαίνεται κι από το έργο. Το κείμενο κυκλοφορεί σε κοινή έκδοση με τη Φροσύνη από την Κάπα Εκδοτική. Την σκηνοθεσία της παράστασης υπογράφουν ο συγγραφέας του Στέφανος Παπατρέχας κι ο Λάζαρος Βαρτάνης (Φροσύνη, Ονόριο), ενώ ερμηνεύει και πάλι η Σύνθια Μπατσή.
Υπόθεση: Μια γυναίκα ηθοποιός αυτοσχεδίασε για μια ολόκληρη νύχτα πάνω στην Κυρα-Φροσύνη, το ιστορικό πρόσωπο-θρύλο των Ιωαννίνων που πνίγηκε στη λίμνη Παμβώτιδα. Αιτία του πνιγμού της ο παράνομος έρωτάς της με τον γιο του Αλή Πασά, Μουχτάρ. Την επόμενη νύχτα, η ίδια ηθοποιός καλείται να αυτοσχεδιάσει πάνω στην Πασού, την απατημένη σύζυγο του Μουχτάρ – ηθική αυτουργό του πνιγμού της Φροσύνης και άλλων 16 γυναικών στη λίμνη των Ιωαννίνων. Ψάχνει ό,τι υλικό υπάρχει για εκείνη, συνομιλεί με πρόσωπα της ζωής της και μέσα από τη ζήλια, το μίσος, την απόρριψη, αντιμέτωπη συνεχώς με το φάντασμα της Φροσύνης, φτάνει στο χείλος του γκρεμού της. Τι ωθεί μια γυναίκα στην απόγνωση; Τι την οδηγεί να πνίξει σε μια λίμνη 17 γυναίκες; Πόσο ελεύθερη είναι μια πριγκίπισσα; Τι σκέφτεται; Τι αισθάνεται; Ποια είναι τελικά η «Πασού»;
Θα μπορούσαμε να πούμε πως τα δύο μονολογικά έργα, είναι ο καθρέφτης το ένα του άλλου, διατηρώντας όμως το καθένα τη δική του ταυτότητα. Ενδεχομένως, σ’ ένα διαφορετικό ανέβασμα, θα μπορούσα να συνδυαστούν σε μια ενιαία παράσταση, με τροποποιήσεις στη δραματουργία. Όπως και στη Φροσύνη, έχουμε κι εδώ μια συνομιλία με μη δρων πρόσωπο, με τη διαφορά ότι εδώ, η συνομιλία ακούγεται μέσω βιντεοκλήσης, άρα υπάρχει η ανάγκη μιας δεύτερης φωνής (εδώ ακούμε την υπέροχη Λυδία Φωτοπούλου).
Η παράσταση
Παρακολουθήσαμε την παράσταση σχεδόν αμέσως την παράσταση της Φροσύνης, έχοντας μέσα μας το βίωμα και τη δραματουργία ως αφετηρία για την Πασού. Μια ενδιαφέρουσα διαφορά είναι πως στην Πασού, η ηθοποιός εμφανίζεται κατευθείαν ως Πασού, κάνοντας μια πιο καθαρή και άμεση προβολή της ηρωίδας. Σε αντίθεση με τη Φροσύνη (διαβάστε την κριτική μας εδώ), στην Πασού έχουμε σκηνογραφική/ενδυματολογική οικονομία (Έλλη Εμπεδοκλή), επιτρέποντας στην ηθοποιό Σύνθια Μπατσή να είναι πιο άμεση, συναισθηματική κι έντονη.
Ο Παπατρέχας με την Πασού έχει κάνει μια πιο εσωτερική και ψυχαναλυτική προσέγγιση του ρόλου, απελευθερωμένος από την πλούσια λαογραφική παράδοση που είχε στη Φροσύνη. Στις αρετές του κειμένου να καταλογιστούν τα μονολογικά σημεία της Πασού όπου δίνεται η αίσθηση πως συνομιλεί με τη Φροσύνη, αποτελώντας ένα αρχετυπικό ντουέτο, που υπερβαίνει την ιστορική πραγματικότητα.
Πως ερμηνεύεις μια «γυναίκα χωρίς ταυτότητα»; Η Σύνθια Μπατσή με τον αέρα της Φροσύνης, επιστρέφει ως Πασού, και δίνει μια δυναμική ψυχολογική ερμηνεία. Από τις πιο ωραίες σκηνές του έργου είναι το «ροντέο» πάνω στο μπαούλο του σκηνικού, οι «διάλογοι» με τη Φροσύνη και τα χασίματα της ηρωίδας. Η Πασού διαπραγματεύεται την ιστορία της επί σκηνής, ανακαλεί τα παιδικά της χρόνια, την κοινωνική της θέση, τον έγγαμο βίο και τη σχέση της με τον Αλή Πασά και φυσικά, την προδοσία για τα μάτια μιας άλλης γυναίκας.
«Δεν λυπάμαι πια. Δεν με λυπάμαι. Πάντα με όριζαν οι άλλοι. Τώρα με ορίζει το μίσος μου για τους άλλους. Αυτό τουλάχιστον είναι δικό μου. Όλο δικό μου. […] Αυτή η μέρα θα γεμίσει με εμένα. Απαλλαγμένη πια από όλα, από όλους, απαλλαγμένη οριστικά και από εκείνη.»
Κλείνοντας, δεν ξέρω αν θα επιλέξει να δει κάποιος την Πασού ανεξάρτητα από τη Φροσύνη, αλλά μιλάμε σίγουρα για μια ηρωίδα που αναζητά την αυτονομία της, από μια κοινωνική πραγματικότητα που συνέδεε τη γυναίκα με τον πατέρα ή τον άντρα της και από μια λαϊκή παράδοση, που επιζητούσε το τραγικό μέσω του έρωτα και του θανάτου, χαρακτηρίζοντας ως«κακιά» την ερωτική αντίζηλο. Με αφορμή το δίπτυχο έργο του Στ. Παπατρέχα, γνωρίσαμε περισσότερο μια χαρισματική ηθοποιό, τη Σύνθια Μπατσή που αναμένεται να μας απασχολήσει στο εξής.