Με τον χρόνο να μένει, εδώ και 12 μήνες, παγωμένος και με τις μάσκες να καλύπτουν μύτες και στόματα, η ελληνική πραγματικότητα μοιάζει, πέρα από ιούς και πανδημίες, να επίφυλαξε στην γυναίκα (της) μια περίοπτη θέση. Με τις γυναίκες, λοιπόν, να βρίσκουν μόνες κι άοπλες το θάρρος να μιλήσουν για τα (πολύ) κακώς κείμενα στο χώρο του αθλητισμού και του θεάματος, τα μυαλά δείχνουν να ξεπαγώνουν και οι μάσκες να πέφτουν για να αποκαλύψουν πρόσωπα και καταστάσεις που δεν θα βρεθούν ποτέ ξανά σε κανενός είδους απυρόβλητο. Ενώ, λαμβάνοντας τα ηνία ενός αναγκαίου ξεμπροστιάσματος, οι γυναίκες, ως άλλες σύγχρονες Καλάμιτι Τζέιν, μοιάζουν να βρίσκουν το θάρρος ,που ποτέ δεν τους έδωσε καμία κοινωνία, και να ανοίγουν διάπλατα τους προστατευτικούς ασκούς του αιόλου για την αποκάλυψη των πάσης φύσεως κακοποιητικών συμπεριφορών ανεξαρτήτως φύλου, κοινωνικής τάξης και επαγγελματικής ενασχόλησης.
Κι αν ίσως, μέσα στον οχετό των αποκαλύψεων βρίσκονται ισχυρές και ηχηρές ικμάδες κιτρινισμού που μας κάνουν να ξεχνάμε την ίδια την καλλιτεχνική αξία και δυνατότητα της γυναίκας, η κινηματογραφική τους παρακαταθήκη βρίσκεται πάντα εδώ για να θυμίζει τι είμαστε ικανές να δημιουργήσουμε.
Wanda
Πατώντας στην αναπόδραστη αλήθεια του σινεμά βεριτέ, η Μπάρμπαρα Λόντεν πηγαίνοντας κόντρα στο στερεότυπο που την ήθελε -μόνο- μοιραία ενζενί, άφησε το δικό της σινεφίλ ίχνος στην χρυσή κινηματογραφική δεκαετία των ‘70s με την Wanda. Αφηγήθηκε, λοιπόν, το 1970, στην μοναδική σκηνοθετική της δουλειά την πορεία μιας γυναίκας, από την εγκατάλειψη συζυγικής και οικογενειακής εστίας στα χέρια και την αγκαλιά ενός ληστή. Μένοντας μακριά από φεμινιστικές ρητορείες και κλισέ διδακτισμούς, η Λόντεν μας χαρίζει ένα συγκινητικό πορτρέτο μιας ύπαρξης (κοινωνικά) καταδικασμένης σε αδιέξοδο.
An Angel at My Table
Σε μια αισθητικά υπέροχη ταινία, η Τζέιν Κάμπιον, το 1990, αφηγείται την ιστορία της Νεοζηλανδής συγγραφέως Τζανέτ Φρέιμ, μεταβαίνοντας από το ειδικό της μοναδικής ζωής στο γενικό της γυναικείας ύπαρξης. Η Τζανέτ βρίσκεται σε μια αδιάκοπη -πλην χαμηλόφωνη- πάλη με την πατριαρχία που περνάει μέσα από ψυχιατρεία, αδιέξοδους έρωτες και οικογενειακές συγκρούσεις. Ενώ, βρίσκοντας καταφύγιο στην τέχνη ξεκινά ταξίδια που κάποτε τελειώνουν και εφευρίσκει εαυτούς που κι αυτοί -μοιραία- (της) τελειώνουν. Πρόκειται για μια ταινία που καταφέρνει να προσεγγίσει απόλυτα την έννοια της ομορφιάς, αλλά και να αρθρώσει ουσιαστικό λόγο για την γυναικεία χειραφέτηση.
Eves’ Bayou
Στην πρώτη και καλύτερη ταινία της η Κάσι Λέμονς, το 1997, αφηγείται την δραματική ιστορία μιας οικογένειας εύπορων Μαύρων στην Αμερική των ‘60s που θα λήξει τραγικά με την κόρη να δίνει την χαριστική θανατική βολή στον ίδιο της τον πατέρα. Πατώντας αισθητικά και αφηγηματικά στην παράδοση του Τένεσι Ουίλιαμς, η Λέμονς μας ταξιδεύει σε μια οικογένεια πυρηνική, πλην γεμάτη μυστικά και ψέματα, με τον άπιστο σύζυγο να βρίσκεται στο επίκεντρο μιας οικογενειακής θύελλας έτοιμης να ξεσπάσει. Ενώ καταφέρνει, σχεδόν αβίαστα, να δημιουργήσει όλες εκείνες τις λεπτές αποχρώσεις που κάνουν τους χαρακτήρες της απόλυτα διακριτούς και αδιαπραγμάτευτα γοητευτικούς. Μια ταινία που καταφέρνει να μιλήσει ανοιχτά για το σκληρό πρόσωπο της οικογενειακής ανδροκρατίας και να μας χαρίσει την ιδανική βερσιόν του καλού εμπορικού σινεμά.
The day I became a woman
Μοιάζοντας αφηγηματικά με κάποιο σκληρό παραμύθι ενός σύγχρονου Ιρανού Αισώπου ή με μια μουσουλμανική εκδοχή του μαγικού ρεαλισμού, η Marzieh Makhmalbaf αφηγείται το 2000 την ιστορία τριών γυναικών διαφορετικών ηλικιών στο Ιράν των αρχών του 21ου αιώνα. Πατώντας στον σκηνοθετικό πλουραλισμό και το καυστικό χιούμορ του Κουστουρίτσα, η Makhmalbaf μας χαρίζει μία υπέροχη δραμεντί η οποία, απέχοντας χιλιόμετρα από την δυτική κινηματογραφική αισθητική, αποτελεί μια ουσιαστική ματιά στην (ίσως) απέλπιδα, όμως πάντα αέναη, προσπάθεια της γυναικείας χειραφέτησης στις μουσουλμανικές χώρες.
Middle of nowhere
Η Ava DuVernay, μετέπειτα σκηνοθέτης της μίνι-σειρά του Νέτφλιξ «When they see us», στην δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της, «In the middle of nowhere» αφηγείται, το 2012, την ιστορία μιας γυναίκας στην μέση ενός πουθενά που οριοθετείται ,μοιραία, από την πρόσφατη φυλάκιση του συζύγου της και από την απόφαση της να εγκαταλείψει τις σπουδές της στην ιατρική. Φεύγοντας από το Φεστιβάλ του Σαντάνς με το βραβείο σκηνοθεσίας ανά χείρας, η DuVernay μας χάρισε ένα στιβαρό πορτρέτο μιας χαμηλόφωνης πλην ισχυρής γυναίκας και μια σκληρή ματιά σε ένα αμερικάνικο ποινικό σύστημα δομημένο -μόνο- ταξικά.