Από τον Αναστάση Πινακουλάκη
Για πρώτη φορά στο Εθνικό και μάλιστα σε καινούργια μετάφραση παρουσιάζεται στο Εθνικό Θέατρο «Το καινούργιο σπίτι» του Κάρλο Γκολντόνι από τους Bijoux de Kant.
Πρεμιέρα έκανε την προηγούμενη εβδομάδα στην σκηνή Μαρίκα Κοτοπούλη/Ρεξ η παράσταση «Το Καινούργιο Σπίτι» σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη. Το έργο «La casa nova» γραμμένο στην βενετσιάνικη διάλεκτο από τον Carlo Coldoni ανέβηκε για πρώτη φορά στην σκηνή το 1760, ενώ στην χώρα μας έχει κάνει μια μικρή διαδρομή. Στο ΚΘΒΕ παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1994 σε μετάφραση της Τζένης Μαστοράκη και σκηνοθεσία του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου. Στο Εθνικό Θέατρο τώρα ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για το «βάφτισμα» του πυρός, κι αυτό οφείλεται στην ιδιαίτερα δραστήρια δραματολόγο του, Ειρήνη Μουντράκη που μετέφρασε το έργο.
Για τους γνώστες των θεατρικών πραγμάτων, η Ειρήνη Μουντράκη δεν είναι μια κοινή θεατρολόγος. Από τη μία έχει μια οργανική θέση στο Εθνικό Θέατρο κι από την άλλη μελετά αδιάκοπα θεατρικά έργα, κλασσικούς συγγραφείς αλλά και τις νέες τάσεις στο εγχώριο θέατρο. Πρόσφατα έφερε εις πέρας τη διδακτορική της διατριβή στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών. Αυτή η εργασία, οδήγησε στην πρόσφατη πλούσια έκδοση με τίτλο «Carlo Goldoni. Η ζωή, το έργο του και η πρόσληψή του στην Ελλάδα», από τις Εκδόσεις Αιγόκερως. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως είναι μια πολύ ελκυστική συγκυρία, που ανεβαίνει φέτος για πρώτη φορά «Το καινούργιο σπίτι» του Γκολντόνι, συνεχίζοντας την μακρά παραστασιογραφία του Ιταλού κωμωδιογράφου στη χώρα μας.
Οι φρεσκοπαντρεμένοι Αντζολέτο και Καικίλια ετοιμάζουν το καινούργιο τους σπίτι. Η Καικίλια είναι ιδιότροπη, αγαπά την πολυτέλεια και την κομψότητα. Ο Αντζολέτο είναι ερωτευμένος και άφραγκος, ανίκανος να αντισταθεί στις απαιτήσεις της. Μια φρενήρης κινητικότητα ζωντανεύει τον μικρόκοσμό τους αποκαλύπτοντας τα φλέγοντα ζητήματα της εποχής του Γκολντόνι.
Η επιλογή του έργου –αν και όχι τόσο γνωστό- είναι ιδιαίτερα εύστοχη, αφού καυτηριάζει την τάση για τρυφή και ακριβή ζωή, χωρίς σύνεση και οικονομία. Ο Αντζολέτο φαίνεται να μην υπολογίζει το χρήμα και να μην έχει έγνοιες ζώντας ευθυνόφοβα, οκνηρά και «επιδεικτικά» τη ζωή του. Οι εύκολες ταυτίσεις με την σημερινή εποχή της oικονομικής κρίσης, δεν στερούν καθόλου από το έργο την ανεμελιά του, τον εύθυμο χαρακτήρα και τον εξαιρετικό ρυθμό κι αυτό οφείλεται κατεξοχήν στη μετάφρασή του, και στην οικουμενική δυναμική της κλασσικής ιταλικής κωμωδίας. Φέτος μάλιστα, τυγχάνει αμφότερες οι κρατικές σκηνές μας, να έχουν στο ρεπερτόριό τους έργα του Γκολντόνι, αφού πέρα από το «Καινούργιο Σπίτι» του Εθνικού Θεάτρου, παρουσιάζεται για δεύτερη σεζόν το διασημότερο «Υπηρέτης Δύο Αφεντάδων» σε μετάφραση Ερρίκου Μπελιέ και σκηνοθεσία Μιχάλη Σιώνα στο ΚΘΒΕ.
Η παράσταση
Η νέα δουλειά των Bijoux de Kant στο Εθνικό Θέατρο καταθέτει μια καθαρή αισθητική πρόταση για την πρόσληψη της κωμωδίας του Γκολντόνι. Η βασική ιδέα της σκηνοθεσίας του, είναι η αποδόμηση της κλασσικής τυποποιημένης σωματικής παρτιτούρας/εκφραστικής ταυτότητας των χαρακτήρων του έργου κι η σύνθεση νέων βασισμένων σε διάφορες τάσεις από την ποπ κουλτούρα από το ’50 και μετά. Έτσι ο κάθε ηθοποιός της παράστασης «παίζει» μ’ έναν άλλο τύπο, συνομιλώντας με τον πυρήνα του ρόλου τους.
Ξεκινώντας η παράσταση, αυτό που αιχμαλωτίζει τον θεατή είναι το εντυπωσιακό σκηνικό του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη που θυμίζει νεοκλασσικό μνημειώδες κτίσμα. Στο κέντρο του σκηνικού δεσπόζει το άγαλμα ενός αγγέλου που είναι «κλεμμένος» από το γλυπτό του κυπριακής καταγωγής γλύπτη Θωμά Θωμόπουλου στην Πλατεία Καρύτση, μπροστά από το κτίριο της Παλιάς Βουλής. Οι ασπρόμαυρες πλάκες στο δάπεδο του σκηνικού θυμίζουν τα μαρμάρινα δάπεδα των πολυτελών κτισμάτων, ενώ η αίσθηση των «διαπεραστικών» τοίχων του σπιτιού συνάδει άριστα με το ύφος των κωμωδιών του Γκολντόνι.
Αυτό που ξενίζει ωστόσο –ήδη από τις φωτογραφίες της παράστασης (Πάτροκλος Σκαφίδας)- είναι τα κοστούμια της παράστασης που φαινομενικά δεν έχουν κάποια σύνδεση μεταξύ τους. Ο Κωνσταντίνος Σκουρλέτης φοράει στους ηθοποιούς μια πολύ έντονη φυσιογνωμία, ή για να μιλήσουμε με όρους δραματουργικούς, έναν «τύπο».
Έτσι, η Λουτσέττα (Στέλλα Βιογιατζάκη) παρουσιάζεται ντυμένη ως Sailor Moon, η Καικιλία (Εύη Σαουλίδου) ως Μαρία Αντουανέτα, η Μενεγκίνα (Ιωάννα Κολλιοπούλου) ως disco girl, o Σιγκουάλντο (Αντώνης Γκρίτσης) ως ποπ ροκ θρύλος κ.ά. Όπως γίνεται αισθητό, τα κοστούμια αυτά φέρουν μια συγκεκριμένη σημειολογία στην κίνηση και την ατμόσφαιρα της εποχής τους, κι άρα υποβάλλουν τους ηθοποιούς σε μια διαδικασία να παίζουν ταυτόχρονα και τον χαρακτήρα τους και τον τύπο του κοστουμιού τους. Στην ιδιαίτερα τυπολογία της παράστασης καθοριστικό ρόλο παίζει η κίνηση του Τάσου Καραχάλιου, ο οποίος εμφανίζεται και επί σκηνής. Αυτή η ανάγνωση είναι ιδιαίτερα εύγλωττη, και «εξηγεί» στον σύγχρονο θεατή την έννοια της κλειστής φόρμας της ιταλικής κωμωδίας, όμως νομίζω δεν καταφέρνει να «δέσει». Επιφυλάσσομαι βέβαια γιατί παρακολούθησα την παράσταση στην πρεμιέρα της.
Η παράσταση «Το καινούργιο σπίτι» αν μη τι άλλο ευτυχεί να διαθέτει πέρα από τα εντυπωσιακά σκηνικά και κοστούμια έναν εξαιρετικό θίασο με πολυσχιδείς δυνατότητες. Ο θίασος αυτός διακρίνεται για την αστείρευτη ενέργειά του και για τον αυτοσαρκασμό των χαρακτήρων που υποδύονται. Ξεχωρίζουν η Εύη Σαουλίδου και η Ιωάννα Κολιοπούλου τόσο για τους χαρακτήρες που χτίζουν όσο και τη μεταξύ τους χημεία. Πιο κοντά στον χαρακτήρα του έργου νομίζω είναι ο Θανάσης Δήμου, που με το ιδιαίτερο χιούμορ που ούτως ή άλλως διαθέτει, προκαλεί το γέλιο χωρίς να δείχνει αφελής. Είναι πολύ κοντά στον τύπου του Πανταλόνε, του τσιγκούνη γέρου, που δημιουργεί προβλήματα στους νεαρούς ερωτευμένους, αλλά στο τέλος αναγκάζεται να συναινέσει και καταλήγουμε σε happy ending.
Αυτό που ελαττώνει τη δυναμική της φόρμας της παράστασης, γιατί δεν πατάει πάνω στη δραματουργία, είναι κατά τη γνώμη μου η παρουσία των δύο βουβών σκηνικών ρόλων, των δύο πολύ γοητευτικών ανδρείκελων. Οι δύο άντρες εμφανίζονται σαν drag personas με ψηλοτάκουνα και γούνες, και περιφέρονται σε διάφορες εικόνες της παράστασης δίνοντας μια πιο queer κατεύθυνση στην παράσταση χωρίς όμως ιδιαίτερη δραματουργική βάση. Σε σημεία μάλιστα νομίζω πως επισκίαζαν τους πρωταγωνιστές της παράστασης.
Ασχέτως από τις επιφυλάξεις μου, η παράσταση των Bijoux de Kant είναι μία από τις πιο ολοκληρωμένες και «ηχηρές» και όλα κάπου δένουν και μοιράζονται φως και λάμψη. Το «Καινούργιο σπίτι» είναι μία παράσταση που αν βρει το ρυθμό της, μπορεί να συνεπάρει τους θεατές σε μία ατμόσφαιρα που είναι ήδη «εκεί».