Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 

Από τη Γιώτα Δημητριάδη 

 

-Δεν ξέρεις αν είσαι δυστυχισμένος ή όχι;
-Όχι.
-Σ' αυτό μοιάζουμε.
 
 
Ήταν Αύγουστος του 1955, όταν Σάμιουελ Μπέκετ, σκηνοθέτησε ο ίδιος το έργο του «Περιμένοντας τον Γκοντό», ομολογώντας στον θίασο της παράστασης: «Πραγματικά δεν έχω ιδέα τι σημαίνουν πολλά από όσα λέγονται, αλλά αν αρχίσουμε να συζητάμε την κάθε φράση δεν θα κάνουμε ποτέ πρεμιέρα».
 
Έκτοτε, έχουν χυθεί τόνοι μελάνι, έχουν πληκτρολογηθεί εκατομμύρια αναλύσεις και έχουν γίνει αμέτρητες συζητήσεις για το συγκεκριμένο έργο. Μια ομάδα κριτικών δίνει έμφαση στην πολιτική διάσταση του κειμένου, η οποία παραπέμπει στις ταξικές ανισότητες, υποστηρίζοντας συγκεκριμένα ότι η ύπαρξη του Πότζο και του Λάκι, έχει στόχο να επισημάνει τη σχέση «αφέντη-δούλου».
Για πολλούς, το έργο δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια θρησκευτική αλληγορία, και ο Γκοντό είναι ο ίδιος ο Θεός (God). Ας μην ξεχνάμε ότι ο Μπέκετ έγραψε το «Περιμένοντας τον Γκοντό» το 1949, δηλαδή λίγα χρόνια μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, αποτυπώνοντας τις «ανοιχτές πληγές» των ανθρώπων εκείνης της περιόδου, καθώς επίσης και την ανυπέρβλητη ανάγκη τους να πιστέψουν σε κάτι υψηλό.
Με αφετηρία τη φροϋδική θεωρία, οι συμβολισμοί του Εγώ, του Υπερεγώ και του Εκείνο είναι ξεκάθαροι στις φιγούρες του Βλαντιμίρ, του Εστραγκόν και του Γκοντό - που τελικά δεν θα έρθει ποτέ. Σύμφωνα με τον «πατέρα της ψυχανάλυσης», οι τρεις αυτές συνιστώσες δημιουργούν τρεις ταξινομήσεις στη δομή της ανθρώπινης ψυχής, καθεμιά από τις οποίες σχετίζεται με  διαφορετικές ανάγκες και αρμοδιότητες.Επιπλέον, για άλλους, ο Βλαντιμίρ κι ο Εστραγκόν, δεν αποτελούν τίποτα παραπάνω από ένα ερωτικό ζευγάρι.
 
Στην αγγλική του μετάφραση, η οποία πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο το Μπέκετ, το έργο έχει υπότιτλο «Τραγικωμωδία σε δυο πράξεις». Αυτή ακριβώς την ατμόσφαιρα, κατάφερε να μεταλαμπαδεύσει στο κοινό το ανέβασμα του Γιάννη Κακλέα. Μια απολαυστική παράσταση, όπου επιτεύχθηκε  το πιο σημαντικό απ’ όλα: να ακουστεί το συγκλονιστικό κείμενο του Μπέκετ, με μια δόση ελαφρότητας και χιούμορ αλλά χωρίς να απολεσθούν τα αγωνιώδη ερωτήματα της ύπαρξης που θέτει ο συγγραφέας.
 
Ένα συναίσθημα χαρμολύπης διαπερνά τον θεατή, ενώ σχεδόν καμία φράση δεν διαφεύγει της προσοχής του. Παράλληλα, η σκηνοθετική προσέγγιση του Γιάννη Κακλέα, αφήνει το περιθώριο στον θεατή να ερμηνεύσει το έργο με βάση την προσέγγιση εκείνη, η οποία «αγγίζει» περισσότερο την ψυχή του.
 
Για μένα, η παράσταση αυτή αποτελεί μια από τις καλύτερες σκηνοθεσίες του Κακλέα τα τελευταία χρόνια. Εντοπίζονται ξεκάθαρα και οι επιρροές του Μπέκετ από τον Προυστ, καθώς όλη η παράσταση υπογραμμίζει έντονα την έννοια του χρόνου, τόσο μέσα από τον λόγο όσο και μέσα από τις εναλλαγές του ηχητικού περιβάλλοντος και των φωτισμών.
 
 papageorgiou papadopoulos
Ο Σπύρος Παπαδόπουλος, που εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία προσπαθεί να υποδυθεί τον συγκεκριμένο ρόλο, πετυχαίνει μια από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του. Μεστός, ουσιαστικός, χωρίς να επαφίεται στις ευκολίες του, μας χαρίζει έναν Εστραγκόν (Γκογκό), σε στιγμές σπαρακτικές. Κάθε ματαιότητα που ξεδιπλώνει με την ερμηνεία του, καταλήγει να την αυτοσαρκάζεται.
 
Η χημεία του με τον Θανάση Παπαγεωργίου είναι εξαιρετική. Ο τελευταίος, μάλιστα, δίνει ένα μάθημα εκφοράς του λόγου. Δεν έχασα ούτε μια λέξη του Βλαντιμίρ (Ντιντί) του.
 
Δεν μπορώ, δυστυχώς, να υποστηρίξω το ίδιο για τον Άρη Σερβετάλη. Ειδικά στην πρώτη σκηνή, πολλές ατάκες του χάνονταν, σε μια ερμηνεία που φαίνεται να γίνεται μανιέρα. Τον παρακολουθούσα και ήταν σαν να τον έβλεπα στον «Ρινόκερο» πέρσι τον Νοέμβριο. Αν και ο Σάμιουελ Μπέκετ και ο Ευγένιος Ιονέσκο θεωρούνται κατά πολλούς ως εκπρόσωποι του θεάτρου του παραλόγου, εντούτοις οι Μπερανζέ και Πότζο δεν είναι ίδιοι ήρωες. Από την άλλη, ο ηθοποιός έχει την ευλογία να μπορεί να κάνει τα πάντα με το σώμα του, ενώ η σκηνική του παρουσία και μόνο, είναι ικανή να εγείρει το ενδιαφέρον του θεατή.
perimenontas ton gkonto
 
Τελευταίο άφησα τον Ορφέα Αυγουστίδη, ο οποίος για μένα, ήταν «ο πιο κερδισμένος» σ' αυτή την παράσταση. Κατάφερε με τον μικρότερο ρόλο να αποδείξει πόσο καίρια είναι η φράση του Μίνωα Βολανάκη: «Δεν υπάρχουν μικροί ρόλοι, μικροί ηθοποιοί υπάρχουν». Η κίνησή του, οι εκφράσεις του, που κραυγάζουν αγωνία ακόμα και μέσα στη σιωπή, εντυπωσιάζουν. Ο σπαρακτικός του μονόλογός χαρίζει στην παράσταση μια από τις καλύτερες στιγμές της. Η εξέλιξη του ηθοποιού τα τελευταία χρόνια είναι εντυπωσιακή.
 
Οι νεότεροι της παράστασης, ο Άρης Καλέας, ο οποίος συμμετέχει στην παράσταση και ως βοηθός σκηνοθέτης, όπως επίσης και η Αγγελική Τρουμπούκη, η οποία έχει κάνει και εξαιρετική δουλειά μαζί με τον Άρη Σερβετάλη στην κίνηση όλων των ηθοποιών, υπακούουν στο σκηνοθετικό όραμα με επιτυχία.
 
Μόνη αντίρρηση αποτελεί η σύνδεση της πρώτης και της δεύτερης πράξης με το χορευτικό της Τρουμπούκη, που αφήνει τα κλαδιά στην Ιτιά. Ίσως ο σκηνοθέτης να ήθελε να επιτύχει μια συγγένεια με το παρόν αλλά και ένα σχόλιο για τη ζωή που γεννιέται μέσα από τα συντρίμμια. Ωστόσο, πιστεύω πως μια τέτοια επιλογή αποπροσανατολίζει το θεατή. Το ίδιο και η πρώτη σκηνή, με τους δύο νέους να πίνουν μπύρες στο «νεκρό» τοπίο. Ένα σκηνικό που συνυπογράφει ο σκηνοθέτης με τον Σάκη Μπιρμπίλη, και το οποίο κερδίζει τις εντυπώσεις άμα τη εμφανίσει, και φωτίζεται μοναδικά από τον τελευταίο.
 
Η Ηλένια Δουλαδίρη έχει κάνει υπέροχη δουλειά με τα κοστούμια της παράστασης.
 
Συνολικά, κάτω από τα βράχια του Βύρωνα, είχαμε την τύχη να απολαύσουμε ένα εμπνευσμένο ανέβασμα, με ερμηνείες υψηλού επιπέδου. Αξίζει να σημειωθεί ότι ήταν και η πρώτη βραδιά, οπότε είμαι σίγουρη ότι με το πέρας των παραστάσεων, όλα θα έχουν μεστώσει ακόμη περισσότερο.
 
Δείτε το «Περιμένοντας τον Γκοντό», για να έρθετε σε επαφή με ένα αριστουργηματικό έργο και να απολαύσετε σπουδαίους ηθοποιούς που γνωρίζουν πως το σημαντικότερο μυστικό της τέχνης τους, είναι η σκηνική επικοινωνία.
 
 
Για τις επόμενες παραστάσεις πληροφορίες  εδώ
 

 

 

Από τον Αναστάση Πινακουλάκη

«Περιμένοντας το Τίποτα ή το Περιμένοντας»; Διερωτηθήκαμε παρακολουθώντας την παράσταση «Περιμένοντας τον Γκοντό» στο Θέατρο Άττις.

Ο Σάββας Στρούμπος επιστρέφει για δεύτερη σεζόν με το μπεκετικό αριστούργημα για να διερευνήσει με την ομάδα του το ζήτημα της επικοινωνίας και της συνύπαρξης με τον Άλλον. Γραμμένο το 1949, το «En attendant Godot» έκανε πρεμιέρα στις 5 Ιανουαρίου το 1955 στο Theatre de Babylone στο Παρίσι. Έκτοτε, το έργο έχει μεταφραστεί και παιχτεί σε δεκάδες γλώσσες, ενώ είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στη χώρα μας.

«Μια τραγικωμωδία σε δύο πράξεις», όπως επισημαίνει ο ίδιος ο συγγραφέας,στην πρώτη σελίδα του έργου του και αντί να κατευθύνει τα πολλά ερωτήματα του έργου, τα διευρύνει. Είναι σίγουρα τραγική η διαπίστωση πως «Δεν έχουμε να κάνουμε τίποτα, ούτε εδώ, ούτε πουθενά», ή το «Περιμένοντας το τίποτα», αλλά κι η ίδια η ζωή δεν είναι μια τραγωδία; Από την άλλη, κάθε ματαιότητα που ξεδιπλώνεται στο έργο, καταλήγει να αυτοσαρκάζεται.

Ο Σάββας Στρούμπος, καταφέρνει να δείξει και τις δύο αυτές ποιότητες του έργου, την κωμική και την τραγική σε μια καλοκουρδισμένη υποκριτική γραμμή. Είναι χαρακτηριστικό της παράστασης, το σχεδόν ασθματικό νευρικό γέλιο των ηθοποιών, που στήνει μια ηχητική παρτιτούρα δηλωτική της υπαρξιακής αγωνίας των χαρακτήρων. Ο Βλαντιμίρ κι ο Εστραγκόν, είναι καταδικασμένοι να περιμένουν, χωρίς να πράττουν τίποτα κι αυτή τους η απραξία τους αδρανοποιεί σε μία απραξία σε φαύλο κύκλο.

Ταυτόχρονα, οι εικόνες που στήνει ο σκηνοθέτης της παράστασης, με τα σώματα να στήνουν έναν σταυρό, με τις δύο γυναίκες ηθοποιούς να θυμίζουν –στην πρώτη σκηνή του έργου- πτώματα σε μνήμα, ανακαλούν εικόνες θυμάτων πολέμου. Καθόλη τη διάρκεια της παράστασης, δίνεται η αίσθηση της αγωνιώδους προσπάθειας για κάτι που θα έρθει άνωθεν για να σώσει την ύπαρξη τους από το τίποτα που τους βυθίζει. Μου αποκαλύφθηκε μέσω της παράστασης, πως η σημασία του έργου δεν διαβάζεται ούτε στα λόγια του έργου, ούτε στις παύσεις του, αλλά στην αδυναμία επικοινωνίας του ατόμου με το είναι του και της έκφρασης αυτού στο πλαίσιο μιας συλλογικότητας. Τι μας μένει λοιπόν να κάνουμε;

Μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο, το αμειγώς υπαρξιακό και ολίγον μεταφυσικό, η υποκριτική διδασκαλία, αναδεικνύει το στοιχείο της αδυναμίας επικοινωνίας με τον Άλλο, καθώς το πεδίο επιμηκύνεται με την παρουσία των Πόντσο και Λάκι. Οι τέσσερις χαρακτήρες παραμένουν μονάδες, καθώς δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν και να καταλήξουν από κοινού σ’ έναν ουσιαστικό κοινό τόπο.

Οι ηθοποιοί της παράστασης, ανοιχτοί στο θέατρο που υπηρετεί ο Στρούμπος, δίνουν πολλά με την χαρισματική τους παρουσία. Εξαιρετικοί και πολυμήχανοι, ο Κωνσταντίνος Γώγουλος κι ο Χρήστος Κοντογεώργης, ερμηνεύουν τους δύο κεντρικούς χαρακτήρες του έργου. Φαίνονται ανασφαλείς τόσο με τις βεβαιότητες όσο και με τις αβεβαιότητες της ζωής τους και της αναμονής του Γκοντό, αλλά είναι αποφασισμένοι να συνεχίζουν να περιμένουν. Ο κόπος που επιδίδουν στην εκφορά του λόγου και η ορατή προσπάθεια για επικοινωνία παρά τα όποια εμπόδια, δίνουν ένα πολύ τίμιο αποτέλεσμα. Στο πρόσωπο του Γώγουλου, ζωγραφίζεται η υπαρξιακή αγωνία και το σχεδόν μεταφυσικό παιχνίδι αναζήτησης του είναι και του τέλους του είναι. Η Έλλη Ιγκλίζ -σταθερή συνεργάτης του Στρούμπου – δίνει πολύ ενδιαφέρουσες εικόνες από την πρώτη στιγμή της παράστασης. Το σώμα της, θυμίζει ένα πτώμα στο μνήμα αρχικά, ενώ στη συνέχεια σηκώνεται από την τέφρα για να υποδυθεί τον Λάκι. Η διαλεκτική που ανοίγει με την αλλολαλιά ως απότοκο της ανταλλαγής πληθυσμών, είναι ανάλογη της εποχής μας. Απολαυστικότητη κι η Έβελυν Ασσουάντ ως Πόντσο.

Έχοντας παρακολουθήσει αρκετές παραστάσεις έργων του Μπέκετ, πάντα δυσκολευόμουν να επικοινωνήσω με τον υπαινικτικό λόγο του, και ν’ ακούσω πίσω από αυτόν. Δεν περίμενα λοιπόν πως μια παράσταση που ισοσκελίζει το σωματικό θέατρο με το λόγο, θα μου άνοιγε ένα παραθυράκι κατανόησης και θ’ ανακύκλωνε το ενδιαφέρον πρόσληψης του σύγχρονου κλασικού έργου. Η παράσταση που προτείνει ο Σάββας Στρούμπος στο θρυλικό Άττις είναι άξια συζήτησης και περαιτέρω διερεύνησης.

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

Ροή Ειδήσεων

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία