Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 
Γιώτα Δημητριάδη

Γιώτα Δημητριάδη

Είναι δημοσιογράφος και φιλόλογος. Τελείωσε τη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, το Εργαστήρι Δημοσιογραφίας και έκανε μεταπτυχιακό πάνω στο θέατρο. Πού τη χάνεις, πού τη βρίσκεις, σε κάποια παράσταση της πόλης θα είναι. Της αρέσουν οι συνεντεύξεις - συναντήσεις, που της επιτρέπουν να γνωρίσει ένα κομμάτι των ανθρώπων από κοντά.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

"Τα σπίτια μοιάζουν με τους ανθρώπους που τα κατοικούν" έγραφε ο Βικτώρ Ουγκώ και η φράση του βρίσκει το πλήρες νόημά της στην περίπτωση του ηθοποιού, σκηνοθέτη και συγγραφέα Γιάννη Λασπιά. Ένας χώρος υψηλής αισθητικής, προσεγμένος στην κάθε του λεπτομέρεια, με vintage αλλά και μοντέρνα στοιχεία, που σε κάνει να μη θες να φύγεις ποτέ. Εκεί ο Γιάννης μας υποδέχτηκε και μας μίλησε για τη μεγάλη του επιτυχία, την παράσταση «Camille Claudel Mudness», που μετά τις sold-out παραστάσεις στο Αγγέλων Βήμα κάνει δυναμικό comeback στο Θέατρο Vault από το Σάββατο 15 Οκτωβρίου, αλλά και για την πρωτοπαιγμένη ισπανική κωμωδία «Tres»του Juan Carlos Rubio, που θα απολαύσουμε στο Olvio από τα μέσα Νοεμβρίου. Φιλόξενος και ειλικρινής, μίλησε στο Texnes-plus για όλα όσα τον εμπνέουν, τον προβληματίζουν και τον κινητοποιούν σε μια Ελλάδα που "είναι απορίας άξιο γιατί δεν έχουμε ακόμα ξεσηκωθεί."  

 

laspias-texnes-plus1.jpg

 

Σκηνοθέτης από ανάγκη;

Το έργο αυτό είναι προϊόν ομαδικής δουλειάς, δηλαδή το σκεφτήκαμε μαζί με τη Δάφνη Μανούσου, που είναι μέλος της Square Theatre Company, μιας μη κερδοσκοπικής καλλιτεχνικής εταιρείας που έχουμε συστήσει εγώ, η Δάφνη, η Ιωάννα Σταυροπούλου και ο Αργύρης Θανάσουλας. Ξεκίνησα να το γράφω, στην πορεία αρχίσαμε πρόβες στηριγμένοι στο κείμενο και το κείμενο ολοκληρώθηκε λίγο πριν την παράσταση. Επέλεξα να το σκηνοθετήσω διότι, όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, έπρεπε να το κάνω κιόλας. Ήταν κάτι που προέκυψε ως ανάγκη, καθώς η συγγραφή ολοκληρώθηκε λίγο πριν από το ανέβασμα της παράστασης. 

Σκηνοθέτης στο δικό σου έργο:Θετικά & Αρνητικά 

Υπάρχουν και πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Από τα πλεονεκτήματα αξίζει να αναφερθεί ότι γνωρίζεις τους χαρακτήρες σου και μπορείς να καθοδηγήσεις τους ηθοποιούς, αν φυσικά διαθέτεις και σκηνοθετικές ικανότητες. Βέβαια, στην περίπτωσή μου ήταν σημαντικό το ότι είμαι και ηθοποιός. Ωστόσο, συνολικά αυτό ήταν κάτι πολύ δύσκολο, δηλαδή και η συγγραφή και η σκηνοθεσία, διότι οι υποχρεώσεις ήταν αυξημένες. Νομίζω πως δεν θα αναλάμβανα εύκολα ξανά κάτι τέτοιο. Αν γράψω και πάλι ένα θεατρικό έργο, κάτι που είναι στα σκαριά, δεν θα ήθελα να το σκηνοθετήσω κιόλας. Θα ήθελα να το πάρει κάποιος άλλος και να το δουλέψει όπως επιθυμεί. 

 

laspias-texnes-plus2.jpg

 

Το έργο με τη ματιά ενός άλλου

Νομίζω πως είναι ένα έργο το οποίο έχει γραφτεί έτσι ώστε να μπορεί κάποιος σκηνοθέτης μελλοντικά να το ανεβάσει ξανά.

laspias-texnes-plus3.jpg

 

Διπολική προσωπικότητα και έμπνευση

Αφορά δύο πραγματικά πρόσωπα, δύο ιστορικά πρόσωπα, που δεν συναντήθηκαν ποτέ, αλλά έζησαν την ίδια περίοδο, κινήθηκαν στους ίδιους χώρους, και μάλιστα είχαν πολλά κοινά σημεία. Το ένα πρόσωπο είναι η Καμίλ Κλοντέλ, η σπουδαία Γαλλίδα γλύπτρια, και το άλλο η Κονστάνς Πασκάλ, η πρώτη γυναίκα ψυχίατρος της Γαλλίας. Η υπόθεση εκτυλίσσεται στα τέλη του 19ου αιώνα, μια εποχή πολύ δύσκολη για τις γυναίκες, και σε προσωπικό και σε επαγγελματικό επίπεδο, αφού ουσιαστικά τότε άρχισαν να κατοχυρώνονται τα δικαιώματά τους. Κάποια επαγγέλματα ήταν κατεξοχήν αντρικά, όπως η γλυπτική με την οποία ασχολήθηκε η Καμίλ Κλοντέλ. Τότε που επέλεξε να ασχοληθεί με αυτή αντιμετωπίζονταν τελείως διαφορετικά οι άντρες από τις γυναίκες, μάλιστα η συμμετοχή των γυναικών στις διεθνείς εκθέσεις, στο Παρίσι, όπου διαδραματίζεται και η ιστορία, ήταν σχεδόν μηδαμινή. Όσο για την ιατρική, ήταν ένα επάγγελμα καθαρά αντρικό. Το να σπουδάσει δηλαδή μια γυναίκα ιατρική εκείνη την περίοδο ήταν κάτι πάρα πολύ δύσκολο. Οι πρώτες γυναίκες που επιχείρησαν να σπουδάσουν ιατρική αντιμετώπισαν το «μπούλινγκ», θα μπορούσαμε να πούμε, και από τους καθηγητές και από τους συμφοιτητές τους. Η μεγαλύτερη δυσκολία όμως ήταν να ασκήσουν το επάγγελμα του γιατρού. Η Κοστάνς Πασκάλ λοιπόν, μετανάστρια από τη Ρουμανία, κατάφερε μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα να σπουδάσει ιατρική στο Παρίσι, να τελειώσει τις σπουδές της –ήταν από τις λίγες γυναίκες που ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους– και να γίνει η πρώτη γυναίκα ψυχίατρος εκείνης της περιόδου. Η ιστορία των δύο αυτών γυναικών, ο φανταστικός διάλογος, βασίστηκε στο γεγονός ότι η Καμίλ Κλοντέλ μετά το θάνατο του πατέρα της, με την άδεια της μητέρας και του αδελφού της, εισήχθη στην ίδια ψυχιατρική κλινική από την οποία είχε περάσει και η Κονστάνς Πασκάλ, απλά αυτό συνέβη ένα χρόνο μετά. Δεν συναντήθηκαν ποτέ. Η Κονστάνς Πασκάλ δούλεψε στην κλινική στην οποία νοσηλεύτηκε η Καμίλ Κλοντέλ. Τα κοινά τους στοιχεία, πέρα από το ότι ασχολήθηκαν και οι δύο με επαγγέλματα που θεωρούνταν κατεξοχήν αντρικά και αυτόματα διαφοροποιούνταν από την υπόλοιπη κοινωνία, εντοπίζονται και στην προσωπική τους ζωή.

 Η αρχή

Ξεκίνησα από την Καμίλ Κλοντέλ. Θαύμαζα πάρα πολύ τα έργα του Ροντέν και, έπειτα από ένα ταξίδι μου στο Παρίσι και μια επίσκεψη στο Μουσείο του Ροντέν, ανακάλυψα τα έργα της Καμίλ Κλοντέλ, τα οποία ήταν εξίσου σπουδαία, πολύ όμορφα, και αποφάσισα να μάθω περισσότερα γι’ αυτή τη γυναίκα. Διάβασα την ιστορία της, η οποία πραγματικά είναι συγκλονιστική, και έτσι ξεκίνησα την έρευνα. 

Η  γυναικεία ψυχοσύνθεση και ο άνδρας δημιουργός

Όταν πρωτοπαίχτηκε στο Αγγέλων Βήμα, το 2013, όπου πήγε πάρα πολύ καλά, το κοινό αποτελούνταν κυρίως από γυναίκες, οι οποίες μου επισήμαιναν αυτό ακριβώς, ότι κατάφερα να διεισδύσω στη γυναικεία ψυχολογία. Ενδεχομένως αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έχω μεγαλώσει σε ένα γυναικοκρατούμενο περιβάλλον, αφού, εκτός από τη μητέρα μου, πρωταρχικό ρόλο στην ανατροφή μου έπαιξαν και οι αδερφές της, που είναι εξίσου δυναμικές, με ισχυρή προσωπικότητα και ξεχωριστή ιστορία. Αυτό με βοήθησε να καταλάβω κάποια πράγματα. 

 

laspias-texnes-plus4.jpg

 

Καμίλ & Κονστάνς: Δύο βίοι παράλλοι που δεν συναντήθηκαν ποτέ

Το κοινό στοιχείο της Καμίλ Κλοντέλ και της Κονστάνς Πασκάλ, πέρα από το ότι ασχολήθηκαν και οι δύο με κατεξοχήν αντρικά επαγγέλματα είναι ότι έζησαν αντισυμβατικά. Η Καμίλ Κλοντέλ σύναψε ερωτικό δεσμό με έναν άντρα πολύ μεγαλύτερό της, τον Ροντέν, ενώ εκείνος συζούσε με τη Ρόζα, τη σύζυγό του, παρότι παντρεύτηκαν στο τέλος της ζωής του. Βίωνε ένα δεσμό κόντρα στο κοινωνικό κατεστημένο, μάλιστα έμεινε έγκυος και εξαιτίας της άρνησης του Ροντέν, έκανε έκτρωση, κάτι πολύ τραγικό για εκείνη, αφού τότε ξεκίνησε και η ψύχωσή της. Η ίδια, μετά το θάνατο του πατέρα της που λάτρευε, μπήκε στο ψυχιατρείο κατόπιν εντολής της μητέρας της, που πάντα την αντιμετώπιζε ανταγωνιστικά, και του αδελφού της, που ήταν τρομακτικά θρησκόληπτος, και παρέμεινε σχεδόν τριάντα χρόνια. Δεν βγήκε ποτέ, παρότι μπορούσε να το κάνει. Η Κονστάνς Πασκάλ από την άλλη, η οποία ήταν ψυχίατρος και ασχολούνταν με τέτοιες περιπτώσεις, είχε μια πολύ ενδιαφέρουσα προσωπική ζωή πέρα από την επαγγελματική. Σύναψε δεσμό και εκείνη με έναν άντρα πολύ μεγαλύτερό της, του οποίου η σύζυγος ήταν σχιζοφρενής, ήταν μέσα στο ψυχιατρείο. Δεν έπρεπε κανένας να μάθει για τη σχέση τους γιατί θα καταστρεφόταν ό,τι είχε δημιουργήσει με πολύ μεγάλη δυσκολία. Έμεινε έγκυος και, σε αντίθεση με την Καμίλ που έριξε το παιδί, εκείνη επέλεξε να το κρατήσει, αλλά, για να μη δημιουργηθεί σκάνδαλο, το γέννησε κρυφά και το υιοθέτησε η ίδια έπειτα από λίγο καιρό ως ορφανό πολέμου αγνώστων γονέων με απόλυτη μυστικότητα, με τη βοήθεια μιας φίλης της επίσης γιατρού. Το παιδί το έμαθε στα δεκατέσσερα με το στρατηγό Ζαστίν. Η ουσία του έργου είναι ότι η μια γυναίκα, η Καμίλ Κλοντέλ, ζει στα άκρα, αλλά το ξέρει η κοινωνία και πληρώνει το τίμημα, ενώ η άλλη γυναίκα, η Κονστάνς Πασκάλ, ζει επίσης στα άκρα, όμως κάτω από φοβερή μυστικότητα, μέσα στο ψέμα, για να μην την κατασπαράξουν, ωστόσο φοβάται και εκείνη πως θα τρελαθεί. Πρόκειται ουσιαστικά για τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Καταπιανόμενος με την Καμίλ Κλοντέλ, ανακάλυψα την Πασκάλ, τις κοινές ιστορίες τους. Πήραν λοιπόν τις δύο κοινές ιστορίες και τις πάντρεψα. Αναφορικά με τη γυναικεία ψυχολογία, θα πρέπει να επισημανθεί η έντονη καταπίεση εκείνης της εποχής, καθώς γυναίκες κάθε ηλικίας είχαν πληρώσει τον ανταγωνισμό με τη μάνα που ήθελε αγόρι αλλά τελικά έκανε κορίτσι, τις εκτρώσεις, τους έρωτες με μεγαλύτερους άντρες. Υπήρξαν γυναίκες στη διάρκεια της παράστασης που δάκρυζαν, μεγαλύτερης ηλικίας, επειδή προφανώς αυτή η ιστορία τους άγγιξε βαθιά.         

 

 laspias-texnes-plus7.jpg

 

Always woman be inspiration

Όντως, η θεματολογία του δεύτερου έργου που σκηνοθετώ, εστιάζει σε τρεις γυναίκες και προέκυψε και πάλι από τις ανάγκες της ομάδας που έχω συστήσει, δηλαδή της Δάφνης Μανούσου και της Ιωάννας Σταυροπούλου. Σκέφτηκα ότι θα ήταν ιδανικές γι’ αυτό, συν το ότι το συγκεκριμένο έργο δεν έχει παιχτεί στην Ελλάδα.Τον θίασο συμπληρώνουν δύο επίσης εξαιρετικοί ηθοποιοί ο Λευτέρης Δημηρόπουλος και η Γεωργία Σιακαβάρα. Αφορά λοιπόν τρεις γυναίκες που έχουν κλείσει τα σαράντα, πετυχημένες επαγγελματικά, ή σε καλή κατάσταση, καθεμία με διαφορετικό κοινωνικό και οικονομικό στάτους, αλλά με προσωπική ζωή ανύπαρκτη έως κατεστραμμένη. Η μια είναι χήρα, έχει χάσει τον άντρα της νέα, ξαφνικά, η άλλη είναι χωρισμένη, έχει πιάσει τον άντρα της να την απατά με τη γραμματέα του, και η τρίτη είναι μια γνωστή παρουσιάστρια, κυρίως από πρωινές εκπομπές, τηλεπαιχνίδια κ.λπ., η οποία δεν έχει καταφέρει να κάνει μια σχέση γιατί πάντα ενδιαφερόταν για την καριέρα της. Αυτές οι γυναίκες, οι οποίες ήταν συμμαθήτριες στο σχολείο, συναντιούνται ύστερα από είκοσι τρία χρόνια με πρωτοβουλία της μιας σε ένα reunion. Έπειτα από μια νύχτα κατά την οποία καταναλώνουν αλκοόλ, καπνίζουν, ξαναθυμούνται τα περασμένα και ξαναγίνονται νέες, καταλήγουν ότι θα ήθελαν ένα παιδί. Όμως δεν μπορεί να βρεθεί ο ιδανικός άντρας, δεν υπάρχουν τα χρονικά περιθώρια, εφόσον έχουν κλείσει τα σαράντα. Αποφασίζουν να βρουν τον κατάλληλο άντρα, τον ιδανικό, να πάρουν τα σπερματοζωάριά του, να μείνουν έγκυες και οι τρεις και να το μεγαλώσουν αυτές σαν οικογένεια. Καλούν λοιπόν τον παλιό συμμαθητή, τον ωραίο του σχολείου, που εξακολουθεί να είναι όμορφος, και του ζητούν τα σπερματοζωάριά του. Είναι μια κωμωδία πολύ καλογραμμένη, δυνατή, που παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και σε σκηνοθετικό επίπεδο, ενώ έχει και αρκετές δυσκολίες. 

Αποχή από τη σκηνή

Επειδή ξανανέβηκε το «Καμίλ Κλοντέλ: Mudness», έχω το «Tress» στο Θέατρο Olvio και εκκρεμεί άλλη μια σκηνοθετική δουλειά, αποφάσισα ότι δεν έχω χρόνο, δεν μπορώ να δεσμευτώ. 

 laspias-texnes-plus-final.jpg

 

Η μεγαλύτερη αγάπη από όλες

Η αλήθεια είναι ότι ανάμεσα σε όλα, τη συγγραφή, τη σκηνοθεσία και την υποκριτική, η μεγάλη μου αγάπη είναι η υποκριτική. Όταν παίζω, δεν έχω τη σκηνοθετική ευθύνη, γιατί είναι πολύ μεγάλη η ευθύνη του σκηνοθέτη. Σε ό,τι αφορά τη συγγραφή, είναι κάτι διαφορετικό, δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε με τη σκηνοθεσία ούτε με την υποκριτική. Μου αρέσει πάρα πολύ η υποκριτική. Η σκηνοθεσία είναι κάτι με το οποίο ακόμη πειραματίζομαι, είμαι νέος σκηνοθέτης, κάνω ότι είμαι σκηνοθέτης, το προσπαθώ, μου αρέσει, αλλά σίγουρα τη μεγαλύτερη προτεραιότητα την έχει η υποκριτική.

 «Όταν ήρθαν να πάρουν τους Τσιγγάνους, δεν αντέδρασα. Δεν ήμουν Τσιγγάνος. Όταν ήρθαν να πάρουν τους κομμουνιστές, δεν αντέδρασα. Δεν ήμουν κομμουνιστής. Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους, δεν αντέδρασα. Δεν ήμουν Εβραίος. Όταν ήρθαν να πάρουν εμένα, δεν είχε απομείνει κανείς για να αντιδράσει». 

Βιώνουμε μια εποχή ρατσισμού, αναβίωσης του ρατσισμού, αναβίωσης της ακροδεξιάς, κατάργησης θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων (εργατικών, κοινωνικών κ.λπ.). Σκέφτομαι ότι το «Καμίλ Κλοντέλ: Mudness» ασχολείται με δύο γυναίκες που διεκδίκησαν το δικαίωμα στην εργασία, στη ζωή, στον έρωτα, ενώ το «Tres» του Χουάν Κάρλος Ρούμπιο αφορά τρεις γυναίκες που επιλέγουν να κάνουν μια μη συμβατική οικογένεια, να κάνουν παιδιά που δεν είναι καρπός απαραίτητα έρωτα ή γάμου και να τα αναθρέψουν εκείνες. Ανέκαθεν με ενδιέφεραν οι περιπτώσεις ανθρώπων που διεκδικούν το δικαίωμά τους στη ζωή, το αυτονόητο. Σήμερα το να διεκδικήσεις το αυτονόητο, τα δικαιώματά σου, είναι από μόνο του μια πολύ μεγάλη επανάσταση. 

 

 laspias-texnes-plus6.jpg

 

Είναι το θέατρο επανάσταση;

Ναι, το θέατρο είναι μια επανάσταση, αλλά για μένα μεγαλύτερη επανάσταση είναι να βγεις στους δρόμους και τους ανθρώπους που το επιχειρούν αυτό τους θαυμάζω. Μου αρέσουν οι ηθοποιοί, οι σκηνοθέτες, θαυμάζω τη δουλειά τους, αλλά τους ακτιβιστές και τους ανθρώπους που αγωνίζονται για τα δικαιώματα, και τα δικά τους και των υπολοίπων, τους έχω πολύ ψηλά. 

Στην Ελλάδα έχουμε βγει στους δρόμους όσο θα έπρεπε;

Όχι, σαφέστατα όχι, και είναι απορίας άξιο, έπειτα από όλα όσα έχουν συμβεί, όσα έχουμε ανεχτεί, αυτά με τα οποία έχουμε συμβιβαστεί, γιατί δεν έχουμε ακόμη ξεσηκωθεί. Υπάρχει η θεωρία ότι έχουμε ναρκωθεί γιατί όλα αυτά έχουν συμβεί σταδιακά. Δεν μπορώ να το εξηγήσω, νομίζω πως είναι προϊόν μιας καθαρά ατομιστικής νοοτροπίας, δεν υπάρχει συλλογικότητα. Προκύπτει και από ένα βόλεμα, το οποίο έχω και εγώ κατά καιρούς στη ζωή μου αρκετά, κάτι που είναι η μεγάλη παγίδα. Το θέμα είναι να ξεβολευτείς και να διεκδικήσεις. Ωραίες είναι και οι παραστάσεις, ωραία είναι και η επανάσταση μέσα στο θέατρο, ωραία είναι τα μηνύματα που περνάς, έχουν μεγάλη σημασία, αλλά πρέπει όλα αυτά να συμβαίνουν έξω από το θέατρο. 

 

 laspias-texnes-plus8.jpg

 Φωτογράφιση για το Texnes-plus Κοσμάς Ινιωτάκης

 Camille Claudel Mudness του Γιάννη Λασπιά

ΠΟΛΥΧΩΡΟΣ VAULT Theatre Plus

Μελενίκου 26 Γκάζι, Βοτανικός 

Πρεμιέρα : 15 Οκτωβρίου

Κάθε Σάββατο στις 19.15 και Κυριακή στις 21.15

Παίζουν: Δάφνη Μανούσου, Στέλλα Μπούρου

Το βιβλίο κυκλοφορεί από την Κάπα Εκδοτική 

 

 

14672645_1707357276257584_133438448_o.jpg

Τετάρτη βράδυ και το «Χειρόγραφο» της Χάρις Αλεξίου, σκηνοθετημένο με μαεστρία από τον Γιώργο Νανούρη, επέστρεψε για δώδεκα μόνο παραστάσεις στο Θέατρο Βασιλάκου, πριν ανοίξει τα φτερά του για το μεγάλο του ταξίδι σε Ελλάδα και εξωτερικό.

Έχοντας δει την παράσταση και εκπληρώσει τα δημοσιογραφικά μου «καθήκοντα» την περσινή σεζόν, έσπευσα στο θέατρο με μοναδική πλέον ιδιότητα αυτή της φανς, ώστε να απολαύσω την παράσταση. 

Κάθισα στη θέση μου, χαρούμενη και ανακουφισμένη που δεν με κυνηγούσε το σαράκι τού «να δω για να γράψω», και βρήκα τους διπλανούς μου πολύ χαμογελαστούς. Σκέφτηκα λοιπόν πως η ψυχική μου διάθεση εκπεμπόταν. Σε λίγα δευτερόλεπτα όμως αντιλήφθηκα ότι ο χαμογελαστός κύριος και η κυρία που τον συνόδευε δεν μιλούσαν ελληνικά!

Μιλήσαμε για λίγα λεπτά και μου αποκάλυψαν ότι είχαν έρθει για διακοπές στην Ελλάδα, ότι ήταν από το Μάαστριχτ, ότι λατρεύουν τη Χαρούλα Αλεξίου, και μάλιστα μου απαρίθμησαν τις συναυλίες στις οποίες την είχαν παρακολουθήσει!

 

 

charoula.jpg

Όταν τους ρώτησα πώς έμαθαν για το «show», μου απάντησαν ότι είδαν τυχαία την αφίσα, τη μέρα της παράστασης, αγόρασαν τα εισιτήρια και μέχρι να ξεκινήσει το σόου έκαναν βόλτες γύρω από το θέατρο. Τους είπα ότι δυστυχώς η παράσταση δεν έχει υπότιτλους και τότε ο κύριος Jothoan μου απάντησε αφοπλιστικά: «Δεν χρειάζεται να μας μεταφράζετε τίποτα. Η Χαρούλα θα μιλά πάλι στην καρδιά μας, όπως μιλά και με τα τραγούδια της και ας μην ξέρουμε ελληνικά». 

Τα λόγια αυτών των ανθρώπων που ήρθαν από τόσο μακριά συνοψίζουν ό,τι μπορεί να γράψει κανείς για το «Χειρόγραφο». Δεν χρειάζεται να το αναλύσει και να το «μεταφράσει». Σε «καθαρίζει», όπως η Μοσχολιού όταν την άκουσε η Χαρούλα στο ραδιόφωνο.

 

Στη συνέχεια, έχοντας πάντα στο μυαλό μου την παλιά διαφήμιση του ΕΟΤ «Ελλάδα είσαι εσύ», είπα να ενημερώσω τους φιλοξενούμενούς μας ότι υπάρχουν και άλλα θεάματα στην πόλη που μπορούν να τα παρακολουθήσουν και τουρίστες. Ενώ φυσικά, γεμάτη καμάρι τους ανέφερα και την Επίδαυρο, όπου το περασμένο καλοκαίρι οι παραστάσεις του φεστιβάλ ήταν με αγγλικούς υπέρτιτλους. Η απορία τους; Εύλογη. «Why is Charoula not performinig at Epidavros?»

 14699767_10210374273252627_1200177301_n.jpg

  Ας μου επιτραπεί, λοιπόν να κλείσω με το αγαπημένο μου τραγούδι-ευχή! 

  

 

 Δείτε εδώ την Χαρούλα Αλεξίου και τον Γιώργο Νανούρη στη συνέντευξη τύπου.

 

 

 

Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου.

Πολλά μπουκαλάκια νερό, καραμέλες για τον λαιμό.

Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ. α. Ως χώρο 

Τους χώρους τους κάνουν οι άνθρωποι...Θυμάμαι τα καμαρίνια για τις συναντήσεις και τις συζητήσεις.Όλα τα αγαπάω ακόμα και αυτά στις περιοδείες που καμία φορά δεν υπάρχουν καμαρίνια και που βαφόμαστε πίσω από το σκηνικό.

β. Με ποιους συναδέλφους.

Ωωωωχ!Δε μπορώ να ξεχωρίσω.Νιώθω ευτυχής τώρα για τα καμαρίνια που ζω στην "Κατερίνα" με τον Γιώργο Νανούρη και τον Λόλεκ αλλά και στις "Τρεις Αδερφές" με τις αδερφές μου Ιωάννα Παππά και Αλεξάνδρα Αϊδίνη. Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε εξαιρετικές σχέσεις με μεγάλο σεβασμό ο ένας στο άλλον, ενώ παράλληλα περνάμε και καλά γιατί κάνουμε πολύ πλάκα!

texnes-plus-2.jpg

Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου.

Θυμάμαι, είχα δει κάπου φωτογραφίες από το καμαρίνι της Ελλης Λαμπέτη.

 texnes-plus-3.jpg

 Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι.

 Τη στιγμή πριν την έναρξη της παράστασης που περπατάς από τα καμαρίνια της Επιδαύρου προς το θέατρο.

Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου. 

 Πριν βγω στη σκηνή κάνω τον σταυρό μου!

 

Πιστό στο ραντεβού του, το Φιλοζωικό Σωματείο "Stray Care" με έδρα την Σκόπελο μας προσκαλεί στην νέα Έκθεση Χειροποίητων Δημιουργιών που θα πραγματοποιήσει στο Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, 15 και 16 Οκτωβρίου 2016, με πάνω από 70 χειροτέχνες εκθέτες!

Στο Bazaar θα βρούμε χειροποίητα είδη όπως:

Ένδυση – Υπόδηση – Κοσμήματα – Accessories – Είδη Δώρου – Φυτικά καλλυντικά και Σαπούνια – Εποχιακά – Είδη Σπιτιού – Παιδικά και βρεφικά Είδη – Σπιτικά Λικέρ και Μαρμελάδες και πολλά άλλα είδη.

Το Σαββάτο 15 Οκτωβρίου η Pizza Fan θα είναι εκεί και θα προσφέρει προϊόντα Pizza Fan.

BAZAAR INFO:

ΠΟΥ: Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων (Ερμού 134-136 Θησείο)

ΠΟΤΕ: 15 και 16 Οκτωβρίου 2016

ΕΙΣΟΔΟΣ: Ελεύθερη

ΩΡΑΡΙΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ: από τις 11:00 έως τις 23:00

 Τα επίθετα που τον συνοδεύουν συνήθως είναι «ωραίος», «γοητευτικός», «σέξι», κάτι πολύ φυσικό αφού η πρώτη εντύπωση δημιουργείται μέσω της όρασης, της πιο δυνατής αίσθησης. Έπειτα όμως από μια συζήτηση μαζί του τα επίθετα που μπορούν να τον αποδοθούν αυξάνονται. Τον συνάντησα στο καλλιτεχνικό του σπίτι, το Faust, με αφορμή τη σημερινή πρεμιέρα της παράστασης «Κραυγή» του Τενεσί Ουίλιαμς, που ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά. 

Ειλικρινής, άμεσος και απόλυτα κατασταλαγμένος, δεν κρύφθηκε καθόλου πίσω από το δάχτυλό του. «Κουβαλάω την πετριά του μοντέλου», θα μου πει. Και θα προσθέσει: «Δεν ξεκίνησα ποτέ από ένα φυτώριο, δεν τελείωσα σχολή, δεν ήμουν μέσα σε αυτή τη θεατρική αγορά, δεν είχα καθηγητές αυτούς που θα με σκηνοθετούσαν στην πορεία»

Μιλήσαμε όμως και για «ανιδιοτελείς ανθρώπους που δεν συναντάς» εύκολα, όπως ο αξέχαστος Αλέκος Αλεξανδράκης. Για βουτιές ζωής, ελεύθερες καταδύσεις, θλίψεις, καταθλίψεις, έρωτες, τον Αϊνστάιν, τον Νίτσε, τις σπουδαίες κυρίες με τις οποίες συνυπάρχει σκηνικά. Επίσης, αποκάλυψε ποιο είναι το μεγάλο του παράπονο από το γυναικείο τηλεοπτικό κοινό. 

syssovitis_11_texnes-plus.jpg

 Ξεκίνησες ως αυτοδίδακτος ηθοποιός. Μετά την πορεία σου στο χώρο πώς το αποτιμάς αυτό; Ήταν κάτι που σε βοήθησε;

Και ναι και όχι. Νομίζω πως κάθε μας πράξη έχει και θετικό και αρνητικό αντίκτυπο. Το θετικό είναι ο αυθορμητισμός ενός ανυποψίαστου ανθρώπου που ουσιαστικά κινείται με βάση το συναίσθημα και το ένστικτο. Αυτό φυσικά οδηγεί και σε κάποια λάθη. Λείπει η τεχνική κατάρτιση, η οποία βασίζεται πάντα στη λογική, στην επανάληψη και στην τεχνική μέθοδο. Αποκτάται με τον καιρό, γιατί εμείς οι ηθοποιοί μέχρι να κλείσουμε τα μάτια μας, ως ζωντανοί οργανισμοί, προσπαθούμε να αναπαραγάγουμε τις ανθρώπινες συνήθειες, όμως δεν καταφέρνουμε ποτέ να τις κατακτήσουμε απόλυτα. Με την πάροδο του χρόνου τόλμησα να εκτεθώ πάνω στο σανίδι γνωρίζοντας τα λάθη μου, να δεχτώ τα αυτομαστιγώματα, γιατί είμαι ένας ενοχικός άνθρωπος που ασκώ σκληρή αυτοκριτική, και να μπορέσω να συνυπάρξω με αυτό. Αυτό πολλές φορές δυσκόλεψε σκηνοθέτες και ηθοποιούς με τους οποίους βρέθηκα μαζί στη σκηνή, όμως γινόταν με πολύ καλή διάθεση, για να κάνω τα πράγματα όσο το δυνατόν πιο σωστά. Μέχρι να συνυπάρξω με αυτό κούρασα και κουράστηκα, αλλά διαπιστώνω ότι στο πέρασμα του χρόνου και ωριμάζοντας απέκτησα σοφία και γνώση, και δεν θα μπορούσε να συμβεί αλλιώς. Αν είχα αυτή τη γνώση νωρίτερα, ίσως έχανα τη γλυκιά πίκρα της διαδικασίας της μάθησης.

 

 syssovitis_10_texnes-plus.jpg

Ο Τενεσί Ουίλιαμς έλεγε: «Αν γράψεις ένα έργο με έναν πολύ δυνατό γυναικείο ρόλο, όπως αυτός της Φλώρας Γκόφορθ στο ‘‘The milk train doesn’t stop here anymore’’, είναι πιθανόν να αναδυθείς στην επιφάνεια κατ’ επανάληψη. Μιας και οι γυναίκες σταρ κάποιας ηλικίας τα βρίσκουν ζόρικα προκειμένου να βρουν οχήματα κατάλληλα για το ταλέντο τους, τις προσωπικότητές τους και τη δημόσια εικόνα τους». Τα τελευταία χρόνια συνεργάζεσαι με σπουδαίες κυρίες του θεάτρου. Σε εκφράζουν οι απόψεις του Τενεσί Ουίλιαμς;

Καταρχήν με τη Ρούλα Πατεράκη είχαμε συνεργαστεί τρεις φορές. Φέτος δουλέψαμε και πάλι μαζί στη Στέγη. Η εμπειρία μου μαζί της είναι πολύ καλή. Αυτό που λέμε δύσκολοι άνθρωποι –όπως και εγώ– είναι αυτοί που τους τρώει η ειλικρίνεια. Και επειδή αυτό που φαντάζονται είναι δύσκολο να συνδυαστεί με την πραγματικότητα καθαυτή, δηλαδή την πραγματικότητα των υπολοίπων, το σύνολο μάλλον, το άθροισμα των διαφορετικών φαντασιών, υπάρχουν οι συγκρούσεις. Απαιτείται υπομονή και επιμονή, αλλά όχι μόνο αυτό. Κοιτάς και τον άνθρωπο και το κύτταρο. Και οι δύο κυρίες έχουν πολύ καθαρή και αγνή ψυχή. Αυτό είναι που σε κερδίζει. 

Αν ο άνθρωπος που είναι απέναντί σου είναι δόλιος, πονηρός, προσπαθεί να σε εκμεταλλευτεί, είναι «κακός» χαρακτήρας –κανένας δεν είναι μόνο ένα πράγμα–, δεν έχεις χημεία μαζί του, δεν σου ταιριάζει το ποιόν του, τότε δεν μπορείς να μπεις στη διαδικασία. Οι δύο συγκεκριμένες κυρίες είναι εξαιρετικές περιπτώσεις, με όλη την αμφισημία που έχουν, όλο το διπολικό και το δισυπόστατο του χαρακτήρα τους. Η συνεργασία στη σκηνή ήταν πάρα πολύ καλή και αυτό το λένε και οι θεατές, όχι μόνο εμείς. Οι θεατές λένε, για παράδειγμα, στην περίπτωση της Μάνιας ότι είμαστε πραγματικά σαν αδέρφια, και ο Τενεσί επαναλαμβάνει συνέχεια το μοτίβο της προσωπικής του σχέσης με την αδερφή του. Έχουμε έρθει πολύ κοντά, γιατί και οι δύο πιστεύουμε πως κουβαλάμε ένα παιδί μέσα μας που δεν θέλει να τιθασευτεί. Και στην πορεία του να το τιθασεύσει η κοινωνία ζορίζεται πάρα πολύ, αποκτά μια δυσκολία, μια ευαισθησία –γίνεται υπερευαίσθητο μερικές φορές, κάποιες άλλες όχι– και μια σκληρότητα. Νομίζω πως εύστοχα ακουμπάμε στο έργο, ερμηνεύοντας δύο παιδία τα οποία είτε ταλαιπωρούνται είτε όχι, είτε χαίρονται είτε όχι. Με τη Ρούλα έχουμε μια τελείως διαφορετική χημεία. Και η Ρούλα, παρά την ηλικία της, διαθέτει ένα μεγάλο χάρισμα. Την έχω δει να παίζει την παιδούλα και δεν καταλάβαινα την ηλικία της. Όμως είναι μια πολύ δυναμική ηθοποιός και αυτό έχει ένα τρελό feedback για μένα, ένα δούναι και λαβείν πάρα πολύ ισχυρό. Είμαι πολύ ευχαριστημένος και με τις δύο συνεργάτιδες.

syssovitis_9_texnes-plus.jpg

 

Γι’ αυτό επιλέξατε με την κυρία Παπαδημητρίου να υπάρχει ένα τρίτο μάτι, μια άλλη σκηνοθέτιδα; Πώς έγινε αυτό;

Το αντίθετο συνέβη. Με την Έλλη αποφασίσαμε να είναι η Μάνια η συμπρωταγωνίστρια. Πρώτα πρότεινα το έργο στην Έλλη Παπακωνσταντίνου, η οποία έτυχε –δεν το θυμόμουν– να το έχει ανεβάσει τρία χρόνια πριν στο ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας με τον Χειλάκη και τη Μαξίμου. Το είχε μεταφρασμένο κιόλας και ήθελε να το παρουσιάσει στην Αθήνα. Επειδή η ίδια είχε δουλέψει με τη Μάνια, όταν της ανέφερα τη Μάνια και την είχε και εκείνη στο μυαλό της, το πάντρεμα ήταν εύκολο. Η Μάνια είχε την εμπειρία της συνεργασίας με την Έλλη, οπότε ευτυχώς δέχτηκε.

Στην «Κραυγή» ουσιαστικά έχουμε το θέατρο μέσα στο θέατρο. Ο ήρωας συνειδητοποιεί ότι όλοι τον εγκαταλείπουν. Και τα δύο αδέρφια το συνειδητοποιούν αυτό και πρέπει να λάβουν άμεσα μέτρα για να επιβιώσουν. Σου έχει τύχει να το νιώσεις ποτέ αυτό;

Αυτή την αίσθηση του φόβου που μετατρέπεται σε πανικό χωρίς όρια, όπως λέει και ο Τενεσί, την έχω νιώσει στην προσωπική μου ζωή, όχι στο θέατρο. Έχω την αίσθηση της μη αποδοχής μερικές φορές, αλλά να με εγκαταλείψουν απόλυτα όχι. Μάλιστα οι συνθήκες στις οποίες κινούνται τα συγκεκριμένα άτομα είναι πάρα πολύ σκληρές. Παίζουν σε ένα περιφερειακό θέατρο –δεν ήταν επιλογή τους–, είναι στην καμπή της καριέρας τους και αυτό εντείνει τη φόρτιση, δηλαδή ο φόβος να τους εγκαταλείψει ο θίασος, να τους αφήσει μόνους. Πραγματικά κολυμπάνε σε πολύ βαθιά νερά. Σε τόσο βαθιά νερά δεν έχω κολυμπήσει στο θέατρο, εγκαταλειμμένος. Έχω νιώσει άλλα συναισθήματα, που σχετίζονται με το πώς εγώ γίνομαι αποδεκτός από τη θεατρική αγορά, αλλά αυτό είναι ούτως ή άλλως κάτι προσωπικό.

 

 syssovitis_8_texnes-plus.jpg

 

Αυτό έχει να κάνει και με την εικόνα σου, το ότι είσαι ένας πολύ ωραίος άντρας και οι πολύ ωραίοι, τουλάχιστον στην Ελλάδα, δεν ξέρω αν αυτό ισχύει και στο εξωτερικό, πρέπει να αποδείξουν ότι είναι και καλοί ηθοποιοί.

Αυτό συμβαίνει, γιατί, όπως έλεγε ο Σαίξπηρ, «η ομορφιά είναι η καλύτερη συστατική επιστολή». Μερικές φορές ίσως ξενίζει και τρομάζει, γιατί δημιουργεί πολύ ισχυρό ανταγωνισμό. Δεν πιστεύω πως ήταν η εξωτερική εμφάνιση, αλλά κυρίως η πετριά που κουβαλούσα από την εποχή που ήμουν μοντέλο και το επικαλούνται ορισμένοι. Θεωρούσαν απειλή τον ωραίο της παρέας, άρα ένιωθαν υποδεέστεροι. Είναι και αυτό που ανέφερες και αυτό που λέω εγώ, το βασικότερο όμως είναι ότι δεν ξεκίνησα ποτέ από ένα φυτώριο, δεν τελείωσα σχολή, δεν ήμουν μέσα σε αυτή τη θεατρική αγορά, δεν είχα καθηγητές αυτούς που θα με σκηνοθετούσαν στην πορεία. Είναι όλα αυτά μαζί. 

 

syssovitis_7_texnes-plus.jpg

 Εσένα αυτό σε βαραίνει ακόμη; Αισθάνεσαι ότι συνεχίζει να σε ακολουθεί;

Ναι, με βαραίνει, και μάλιστα περισσότερο τώρα. Στη διάρκεια των είκοσι χρόνων μόχθησα πολύ, γιατί ήμουν αυτοδίδακτος, χωρίς βοήθεια, δίχως την οικονομική υποστήριξη κανενός, ούτε του κράτους, γιατί δεν ήμουν επιχορηγούμενος, και για να πετύχω κάτι και να μπορέσω να κάνω θέατρο αναγκάστηκα να στήσω και ένα μπαρ. Έχοντας όλες αυτές τις καλές κριτικές από τους δημοσιογράφους, και ειδικότερα από τον κόσμο, καθώς και από τους συναδέλφους με τους οποίους παίζω, θεωρώ πως είμαι ένας ηθοποιός που θα άξιζε περισσότερες προτάσεις από όσες έχει. 

Εννοείς προτάσεις από σκηνοθέτες;

Από εκεί που θα έπρεπε. Από το σύνολο της αγοράς. Ίσως φταίει και το γεγονός ότι τα τελευταία πέντε χρόνια έχω μείνει στο Faust. Ορισμένοι θεωρούν ότι, επειδή είμαι εδώ, μπορεί να μην είμαι διαθέσιμος. Όμως εγώ νομίζω πως είναι τα τρία στοιχεία που αναφέραμε πριν. 

 

 

syssovitis_6_texnes-plus.jpg

 Είχες ωστόσο μία πρόταση και έκανες την παράσταση στη Στέγη με την κυρία Πατεράκη.

Ναι, αλλά αυτό ήταν αποτέλεσμα της συνεργασίας που είχα με τη Ρούλα εδώ. Ήταν επόμενο. Δεν μιλώ γι’ αυτές τις εξαιρέσεις, αλλά για τον κανόνα. 

 Για το Φεστιβάλ, για παράδειγμα, δεν είχες κάποια πρόταση.

Για το Φεστιβάλ, τις μεγάλες στέγες, τα άλλα θέατρα, το Εθνικό, το Τέχνης, τα άλλα. Φαίνεται ότι κουβαλάω δυο τρία πράγματα, την παλιά μου ταυτότητα, το ότι είμαι αυτοδίδακτος, την εικόνα που ανέφερες, ουσιαστικά όμως ότι δεν έχω μεγαλώσει μαζί τους καλλιτεχνικά. Ωστόσο με αγαπούν πάρα πολύ και μου το δείχνουν. Παρ’ όλα αυτά, οι προτάσεις είναι πολύ περιορισμένες. 

 

 

syssovitis_5_texnes-plus.jpg

Μήπως λοιπόν είμαστε λίγο περιορισμένοι εγκεφαλικά;

Πιστεύω πως δυστυχώς, και το καταλαβαίνω τώρα –γιατί είμαι πολύ αφελής, ενίοτε και αθώος–, και εδώ υπάρχουν κυκλώματα, και μάλιστα πολύ ισχυρά. Αν δεν είσαι κοντά τους, δεν είναι ιδιαίτερα εύκολο, δεν θα σε σκεφτούν και δεν θα σε προτιμήσουν. 

Είπες πριν ότι αυτομαστιγώνεσαι. Αναφέρει πάλι ο Τενεσί, για να επανέλθω στην παράσταση: «Είναι δύσκολο να γράψεις για μια περίοδο βαθιάς ουσιαστικά κλινικής κατάθλιψης. Επειδή, όταν βρίσκεσαι σε μια τέτοια κατάσταση, καθετί παρατηρείται μέσα από ένα σκούρο φακό και όχι μόνο επισκιάζει αλλά παραμορφώνει όλα εκείνα που μπορεί να δει κανείς». Υπήρχε κάποια περίοδος στη ζωή σου που ίσως και αυτά που μου είπες τώρα σε είχαν επηρεάσει και πέρασες μια φάση κατάθλιψης και δεν μπορούσες να παίξεις ή να δώσεις αυτό που ήθελες στη σκηνή;

Πράγματι υπήρχαν δυο τρεις παραστάσεις και κάνα δυο χρόνια που δεν ένιωθα ότι πατούσα στα πόδια μου και βίωνα ίσως μια τέτοιου είδους «κατάθλιψη». Αν και ο όρος μερικές φορές ακούγεται βαρύς, σύμφωνα με την επιστήμη το 80% των ανθρώπων διανύουν περιόδους κατάθλιψης. Ήμουν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, αυτό με επηρέαζε, έχανα την αυτοπεποίθησή μου και ήμουν λιγότερο καλός πάνω στο σανίδι, γιατί αυτό φαίνεται, δεν μπορείς να το αποβάλεις εύκολα και ό,τι νιώθεις ο θεατής το αντιλαμβάνεται. Οπότε δεν γινόταν αλλιώς. Επανέρχομαι και λέω και πάλι ότι ο άνθρωπος είναι πλασμένος έτσι ώστε να ζει και καλές και κακές στιγμές, και χαρές και λύπες. Υπάρχει και φως και σκοτάδι. Μια περίοδος σκοταδισμού είναι όμως και πολύ εποικοδομητική. Μερικές φορές πάνω στη σκηνή μπορείς να εκμεταλλευτείς όλον αυτό τον ψυχισμό, το σκοτάδι, να πας μέχρι τα άδυτα και να καταλήξεις ένας πολύ ωραίος χαρακτήρας. Αυτό παρατηρείται στα έργα του Μπέρνχαρντ, μια και τον αναφέραμε. Πραγματικά είναι έτσι, μέσα στο σκοτάδι, αλλά έχουν μεγάλη ειλικρίνεια. Χρειάζεται η κατάδυση στην ανθρώπινη ψυχή και αυτό δεν επιτυγχάνεται χωρίς τις σκοτεινές περιόδους, δεν γίνεται με ελαφρά τη καρδία και από πάνω όλα στο φως. Ο Νίτσε έλεγε ότι ένα δέντρο για να έχει ψιλή κορυφή πρέπει να έχει βαθιές ρίζες. Ναι, δεν την αποποιούμαι, την αποδέχομαι και έχει μια γλυκύτητα αυτή η πικρή περίοδος της κατάθλιψης, σε φέρνει πιο κοντά στο σκοτεινό σου εαυτό. 

 syssovitis_4_texnes-plus.jpg

 

 

 Αναφορικά με την τηλεόραση, κάναμε ένα αφιέρωμα στο texnes-plus σε κορυφαίες ερμηνείες ηθοποιών σε δραματικές σειρές και συνειδητοποίησα ότι έχεις παίξει σε πολλά καλά σίριαλ. Θα αναφέρω λοιπόν τίτλους σειρών και θα ήθελα να μου λες συνειρμικά ό,τι σου έρχεται στο νου. Θα αρχίσω όμως με μια ταινία, επειδή με αυτή ξεκίνησες την καριέρα σου.

«Ελεύθερη κατάδυση»

Ο Πανουσόπουλος μου έλεγε ότι αυτή ήταν μια πρωτόλεια δουλειά που δεν θα την ξεχνούσα ποτέ. Έπειτα από πέντε χρόνια άρχισα να καταλαβαίνω τι εννοούσε. Το 1995 βγήκε, έχουν περάσει 21 χρόνια. Ήταν ό,τι λέει και ο τίτλος, μια ελεύθερη κατάδυση, κάτι σαν ελεύθερη πτώση, γιατί είμαι αυτοδίδακτος όπως ανέφερα, άρα ήρθα ουρανοκατέβατος. Επρόκειτο για μια πτώση στα άδυτα της ψυχής του ανθρώπου. Ήταν μια διαδικασία, μεταφορικά, πάρα πολύ ενδιαφέρουσα. Μου είχε πει: «Πρέπει να κάνεις καταδύσεις». Του απάντησα: «Δεν είναι δυνατόν, εγώ δεν μπορώ να πάω με μάσκα στα βαθιά». Μου είπε: «Θα το ξεπεράσεις». Επειδή μου το είπε, πήγα σε σχολή, έμαθα και κατέβαινα στην Κρήτη σε βάθος 50 μέτρων, κάτι πολύ σημαντικό για έναν αρχάριο. Συνειδητοποίησα ότι είναι μια γερή ώθηση στο άγνωστο, που ουσιαστικά δίνει μια επιταγή εφ’ όρου ζωής, που η εξαργύρωσή της είναι καμιά φορά βαριά, αλλά καμιά φορά σε δικαιώνει. Ήταν μάθημα ζωής. 

«Αίθουσα του θρόνου»

Η Πηγή Δημητρακοπούλου την έλεγε «Αίθουσα του χρόνου», γιατί τα γυρίσματα διήρκεσαν πάνω από ενάμιση χρόνο. Όταν μπήκα στο σπίτι του Αλέκου Αλεξανδράκη μαζί της, εγώ ήμουν ένας άγνωστος άνθρωπος. Ο κύριος Αλεξανδράκης έπειτα από ένα τέταρτο είχε έντονο άγχος και τον ρώτησε η Πηγή: «Γιατί είστε έτσι, κύριε Αλεξανδράκη; Συμβαίνει κάτι;» Της απάντησε: «Όχι, Πηγή μου. Έχω τρακ απέναντι στο νεαρό». Εγώ αυτά τα λόγια δεν θα τα ξεχάσω ποτέ. Κάναμε λήψεις και ζητούσε συγγνώμη αν επαναλαμβάναμε κάτι, σαν μωρό παιδί μού ζητούσε συγγνώμη που με ταλαιπωρούσε. Τέτοιους ανιδιοτελείς ανθρώπους δεν συναντάς εύκολα. Αυτή την περίοδο βίωσα κάτι πολύ έντονο, κάτι πάρα πολύ έντονο. Τότε ήρθα και κοντά στον Νίτσε. Έπρεπε να κατανοήσω τον Ζαρατούστρα για να μπορέσω να παίξω αυτόν το ρόλο. 

 syssovitis_3.jpg

 

 «Χορεύοντας στη σιωπή»

Επίσης μια πολύ καλή σειρά. Οι Κερκυραίοι με βράβευσαν, μου έδωσαν έναν Λασκαράτο (κορφιάτικο βραβείο). Ο Κορδέλας μου είχε πει, όταν με κάλεσε: «Μήπως θέλεις να κάνουμε τούμπα τους ρόλους, να παίξεις εσύ τον καλό και να κάνει ο Άκης Σακελλαρίου τον κακό;» Ήταν η πιο δύσκολη στην υλοποίησή της παραγωγή, με μηδαμινούς πόρους, σε δύσκολες καιρικές συνθήκες (παγωνιά), σε μέρη και κτίρια χωρίς κουφώματα, παρ’ όλα αυτά η σειρά ήταν τόσο δυνατή και το περιεχόμενο τόσο ενδιαφέρον που πραγματικά βγήκαμε κερδισμένοι. Και φυσικά υποκριτικά, όταν πρέπει να υποδυθείς έναν άνθρωπο που του παίρνουν το παιδί και τη γυναίκα, είναι ένα μεγάλο στοίχημα. 

 «Είσαι το ταίρι μου»

Το απόλαυσα, το είδα λίγο, όμως το παράπονό μου είναι ότι αδικήθηκε ο χαρακτήρας μου από τον κόσμο. Τον θεώρησαν το κωλόπαιδο που απατούσε τη γυναίκα του, τη στιγμή που η γυναίκα του και η φίλη της έκαναν το σπίτι του άνω κάτω, πήγαν με άλλους, τον κατέστρεψαν σε μεγάλο βαθμό και κινδύνευσε και η υγεία του πατέρα του. Δεν μου αρέσει που ο κόσμος κάποιες φορές βλέπει λίγο ρατσιστικά τηλεόραση. Και επειδή η τηλεόραση είναι γυναικοκρατούμενη, αδικούνται μερικές φορές οι αντρικοί ρόλοι. Ωστόσο η εμπειρία ήταν καταπληκτική. 

 syssovitis_2.jpg

 Σχετικά με το Faust, θα ήθελα να ρωτήσω πώς αποφάσισες να γίνεις επιχειρηματίας το 2011, εν μέσω κρίσης.

Ακριβώς εξαιτίας της κρίσης. Υπήρχε μια καλλιτεχνική κρίση στα δικά μου μάτια και στη δική μου πορεία. Η μία μου επιλογή ήταν να φτιάξω ένα δικό μου θεατράκι και να τολμούσα ό,τι τολμώ και τώρα, όμως δεν θα είχα τη σιγουριά την οικονομική, διότι στο θέατρο βάζεις ό,τι έχεις και δεν έχεις και, αν μία παραγωγή δεν πάει καλά, αναγκάζεσαι να χάσεις το χώρο. Είναι τόσο επικίνδυνα τα πράγματα. Κάποτε επιχορηγούνταν και οι χώροι και οι παραστάσεις. Τώρα δεν υπάρχει τίποτα, οπότε, αν έχεις λίγα χρήματα και τα χρησιμοποιήσεις, μόλις κάνεις μια παραγωγή που θα σε γονατίσει, γιατί είναι εκ φύσεως αποδεδειγμένο ότι κάποια θα σε γονατίσει, δεν μπορείς να προεξοφλήσεις την επιτυχία. Η επιτυχία είναι κάτι που έρχεται όταν δεν το περιμένεις, όπως και στη ζωή. Είπαμε λοιπόν με το συνέταιρό μου και την ομάδα, γιατί η ομάδα είχε ένα καλλιτεχνικό στίγμα, μήπως έπρεπε να κάνουμε κάτι ώστε να παντρέψουμε δύο σε ένα και να φτιάξουμε ένα μπαρ με μουσική σκηνή, έναν πολυχώρο, στον οποίο θα συνυπάρχει η μουσική και το θέατρο, ώστε να έχουμε την ασφάλεια ότι θα ζούμε από το μπαρ, θα παρουσιάζουμε μουσική και θα βάλουμε και το θέατρο πάνω. Έτσι δημιουργήθηκε αυτός ο πολυχώρος.

 Από πού έχει έρθει συνήθως η επιτυχία στη ζωή από εκεί που δεν το περιμένεις;

Όλοι έχουμε ερωτευθεί, άρα και ο έρωτας έρχεται από εκεί που δεν το περιμένεις. Όλοι έχουμε νιώσει μια ύψιστη χαρά και μια ευχαριστία απέναντι στη ζωή για την καλή αυτή εμπειρία. Ένα είναι αυτό. Ένα δεύτερο, από τη διαδρομή μου χάρη σε προτάσεις ανθρώπων που πάλι δεν τις περίμενα. Όταν με έβαλε ο Γιώργος Πανουσόπουλος στο σινεμά, δεν το περίμενα. Όταν με έβαλε ο Γιάννης Χουβαρδάς στο θέατρο, του είπα ότι δεν είχα κάνει θεατρικές σπουδές και ότι είχα υπάρξει στο θέατρο μόνο ως παιδί δέκα ετών και ντρεπόμουν. Πάλι δεν το περίμενα, όμως μου έδωσε να κάνω δοκιμαστικό και τα κατάφερα. Άρα μερικές φορές στη ζωή υπάρχουν άνθρωποι που σου φέρονται απλόχερα, άνθρωποι που έχουν εκτιμήσει κάτι ουσιαστικό σε σένα. Ο Αϊνστάιν έλεγε ότι το 90% της επιτυχίας είναι η δουλειά και το 10% το ταλέντο, αλλά κάποιος πρέπει να δει αυτό το 10%. 

 Συνέντευξη Γιώτα Δημητριάδη

 syssovitis_1.jpg

 «ΚΡΑΥΓΗ», του Τενεσί Ουίλιαμς

Σκηνοθεσία: Έλλη Παπακωνσταντίνου

Με τον Αλέκο Συσσοβίτη και τη Μάνια Παπαδημητρίου

από 7 Οκτωβρίου για λίγες παραστάσεις

 Παραστάσεις:

Παρασκευή και Σάββατο στις 21:00, Κυριακή στις 20:00

Διάρκεια παράστασης: 100 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)

 

«Αν ήμασταν ειλικρινείς, δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Παρά μόνο να είχαμε αυτοκτονήσει».

Ο «Θεατροποιός», η κωμωδία του Τόμας Μπέρνχαρντ σε σκηνοθεσία Ακύλλα Καραζήση με  τον Νίκο Χατζόπουλο σε ένα ρόλο-σταθμό στην καριέρα του, ανεβαίνει μόνο για δέκα παραστάσεις στο Θέατρο Πόρτα. 

Στον «Θεατροποιό» ο Αυστριακός συγγραφέας επιστρατεύει ένα γκροτέσκο χολερικό χιούμορ, υπογραμμίζοντας το υπαρξιακό άγχος των ηρώων του. Μια κωμωδία για την τραγωδία της Τέχνης και τα προσωπικά αδιέξοδα του καλλιτέχνη. 

Οι ήρωες του Μπέρνχαρντ έχουν πάντα ένα είδος αναπηρίας, όπως ο σχεδόν κουλός γιος, αλλά και ο Μπρουσκόν, ο οποίος στο τέλος οδηγείται στην κώφωση που έχει προκληθεί από τους ίδιους και όχι από κάποιο ατύχημα. 

Οι ήρωες πορεύονται με όπλα στη φαρέτρα τους τη φιλοσοφία, την Τέχνη και την επιστήμη. Με αυτά νιώθουν ότι έχουν μια μικρή έστω ελπίδα να επιβιώσουν σε έναν κόσμο εχθρικό, όπου το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας χαρακτηρίζεται από την αμορφωσιά και την ανικανότητα για καθετί. Εκείνοι όμως, όσο και αν παραπονιούνται συνεχώς, δεν πτοούνται, πασχίζουν πάντα, τελειοθηρικά, να γίνουν οι καλύτεροι, αν και κατά βάθος ήδη νομίζουν πως είναι. 

Ο θεατροποιός Μπρουσκόν φτάνει με τον περιπλανώμενο θίασό του, δηλαδή το γιο, την κόρη και τη γυναίκα του, στο πανδοχείο μιας λιλιπούτειας κοινότητας, προκειμένου να παίξουν για ένα μόνο βράδυ το μοναδικό έργο του Μπρουσκόν, τον «Τροχό της Ιστορίας». «Μιλώ, άρα υπάρχω». Όλα τα έργα του παράδοξου Αυστριακού συγγραφέα Τόμας Μπέρνχαρντ είναι ένας αενάως συνεχιζόμενος μονόλογος. Ήρωες που μιλούν ακατάπαυστα σε μια σκυταλοδρομία χιλιάδων λέξεων. 

Η σκηνοθεσία του Ακύλλα Καραζήση μου θύμισε έντονα αυτό που έλεγε ο σπουδαίος Μίνως Βολανάκης: «Σκηνοθεσία είναι αυτό που δεν φαίνεται». Έτσι τον είδε τον «Θεατροποιό» του ο Καραζήσης, με διακριτικότητα, σαν να τον εναπόθεσε στο ταλέντο των ηθοποιών του και εκείνος διακριτικά να φώτιζε, όπου ήταν ανάγκη.

«Τι, εδώ; Σε αυτή τη μούχλα;» είναι η πρώτη φράση του θεατροποιού, που σηματοδοτεί και τη διάθεσή του απέναντι στα πράγματα. Αυτή ουσιαστικά επαναλαμβάνεται μέσα στο έργο πολλές φορές με άλλες εκφάνσεις.

Ο Νίκος Χατζόπουλος στο ρόλο του Μπρουσκόν, του ηθοποιού του Κρατικού Θεάτρου, είναι εκπληκτικός! Απολαμβάνεις μια ολοκληρωμένη ερμηνεία με απίστευτη εσωτερική ροή, εντυπωσιακά δουλεμένη και αναζωογονητική αίσθηση κωμικού ρυθμού και πνεύματος. Ένας υποκριτικός μαραθώνιος 130 λεπτών. Ερμηνεία που την κουβαλάς μέσα σου για καιρό.

Τα δύο παιδιά (Άρης Μπαλής και Δήμητρα Βλαγκοπούλου), ως μαριονέτες, άγονται και φέρονται σύμφωνα με τις επιθυμίες του πατέρα-σκηνοθέτη, άβουλα, ανεύθυνα, με σπάνιες εκλάμψεις πρωτοβουλιών. Σε αντίθεση με τον θεατροποιό, εδώ ο λόγος από το συγγραφέα έχει δοθεί με πολλή φειδώ. Οι δυο τους λειτουργούν μοναδικά, και ως δίδυμο και ως μονάδες. 

Ο ξενοδόχος του Νικήτα Αναστόπουλου αποτελεί σκηνικό αντίβαρο στους χειμαρρώδεις μονολόγους του Μπρουσκόν. Ευφυέστατα η σκηνοθεσία τον τοποθετεί με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι εμφανής η ατέρμονη διαδικασία σκέψης του θεατροποιού, τα εσωτερικά του αδιέξοδα, σε αντίθεση με τη ζωή και τη στάση «του επαρχιωτισμού που θριαμβεύει!» 

Σε αντίστοιχη θέση, και ακόμα πιο οδυνηρή, είναι η σύζυγος (Κλεοπάτρα Τολόγκου), που αντιπροσωπεύει και την άποψη του συγγραφέα για τις γυναίκες. Ο ίδιος ο Μπρουσκόν χαρακτηρίζει τη γυναίκα του «μια παράκτια γνωριμία» και υποτιμά συνεχώς το καλλιτεχνικό της έργο: «Οι γυναίκες κάνουν θέατρο. Οι άντρες είναι το θέατρο».

 

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

Μετάφραση: Πέτρος Μάρκαρης

Σκηνοθεσία: Ακύλλας Καραζήσης

Σκηνικά-κοστούμια: Βασίλης Παπατσαρούχας

Φωτογραφίες, teaser: Ελεονόρα Λύτρα

Παίζουν: Νίκος Χατζόπουλος

Νικήτας Αναστόπουλος 

Δήμητρα Βλαγκοπούλου

Άρης Μπαλής 

Κλεοπάτρα Τολόγκου

Μέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη-Κυριακή: 21:15

Τιμές εισιτηρίων: Κανονικό: 15€, Φοιτητικό, ΑΜΕΑ, άνω των 65, ομαδικό (άνω των 10 ατόμων): 10€, Ανέργων: 8€

Διάρκεια: 130 λεπτά

 

«Οι ζωές των ανθρώπων ταιριάζουν πάρα πολύ…» μας είπε μεταξύ άλλων σήμερα, 4 Οκτωβρίου, με μάτια που άλλοτε βούρκωναν και άλλοτε σπινθήριζαν «Όλες του κόσμου της Κυριακές» η Χαρούλα Αλεξίου στη σκηνή του Θεάτρου Βασιλάκου. Πλάι της ο Γιώργος Νανούρης, ο σκηνοθέτης της παράστασης-εμπειρίας.

Η είσοδος της εντυπωσιακή, όπως θα διαπιστώσετε και στα πλάνα. Μας βύθισε στο «Χειρόγραφό» της: 

«Ο τρόπος που μεγαλώνει μια γυναίκα είναι ίδιος, η σχέση της με τους έρωτές της, με τους γονείς της, είναι ένας τόπος», δήλωσε, εμφανώς συγκινημένη, προσπαθώντας να χωρέσει σε λέξεις ένα ταξίδι ζωής, «ψηφίδες», όπως η ίδια τις αποκάλεσε –γιατί δεν θα ήθελε να γράψει ολόκληρη τη βιογραφία της–, που αποφάσισε να τις μοιραστεί με το κοινό και να το καθηλώσει, όπως τον περσινό χειμώνα. 

Ήταν όλη αυτή η έκθεση ένα είδος ψυχοθεραπείας; «Ναι!» Όμως πότε δεν έγραψε με τις πόρτες της ψυχής ορθάνοιχτες. Πότε το βίωμα δεν έγινε στίχος; «Πάντα το κοινό ήξερε τι περνούσα...»

aleksiou-texnes-plus3.jpg

Ποιο σημείο της παράστασης είναι πιο οδυνηρό; «Η έναρξή της», θα μας πει «σήμερα είναι ο τρύγος». Τότε που γίνεται και πάλι η μικρή Χαρίκλεια... Λίγο πριν το τέλος η βαθιά βουτιά στον κόσμο των φαντασιώσεων. Πονά το παρελθόν και η απουσία του πατέρα: «Από τα τραγούδια μου εμφανίζεται κάποια στιγμή αυτή η απουσία... Στην παράσταση θα πω ''Πατέρα, μου λείπεις... Μάνα, σε συγχώρεσα. Είμαστε όλοι μωρά. Κανείς δεν φταίει’’». Και εγώ συγκινούμαι, όπως και την ώρα της συνέντευξης Τύπου, έτσι και τώρα που γράφω αυτές τις λέξεις...

«Χειρόγραφο» αληθινό, ουσιαστικό, ψυχής, δικό της, δικό μου και δικό σου...

 

Πού και πότε; 

Το «Χειρόγραφο» επιστρέφει στις 12 Οκτωβρίου και για 12 μόνο παραστάσεις στο “Νέο Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου” και, αμέσως μετά την ολοκλήρωση των παραστάσεων του στην Αθήνα, θα ταξιδέψει σε πόλεις της Ελλάδας και του εξωτερικού.Συγκεκριμένα, από τις 4 Νοεμβρίου  και για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων το <Χειρόγραφο> θα ανέβει στη Θεσσαλονίκη, στο <Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης >  και στη συνέχεια θα ταξιδέψει στο Ισραήλ,  όπου θα δώσει 3 παραστάσεις στις 28,29 και 30 Νοεμβρίου. Με την επιστροφή στην Ελλάδα, θα ταξιδέψει  στην Πάτρα, όπου στις 7 & 8 Δεκεμβρίου  θα παρουσιαστεί στο <Συνεδριακό και Πολιτιστικό  Κέντρο Πανεπιστημίου Πατρών> στη Πανεπιστημιούπολη Πατρών.Με την καινούρια χρονιά,  το «Χειρόγραφο»θα συνεχίσει, το ταξίδι του στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.  

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:

Κείμενο-Ερμηνεία: Χάρις Αλεξίου

Σκηνοθεσία: Γιώργος Νανούρης 

Σύνθεση κειμένων- επιλογή τραγουδιών: Χάρις Αλεξίου, Γιώργος Νανούρης

 

Μουσικοί:

Παναγιώτης Τσεβάς: ακορντεόν-πιάνο

Γιώργος Λιμάκης: Κιθάρα

Αρης Ζέρβας : Βιολοντσέλο

 

Σκηνικά: Δήμητρα Σπυρίδωνος

Φωτισμοί: Σοφία Αλεξιάδου

Ήχος: Μανώλης Ολλανδέζος

Φωτογραφίες: Ιωάννα Χατζηανδρέου,Bάσια Αναγνωστοπούλου, Γιάννης Πρίφτης.Φωτογραφία Αφίσας: Δημήτρης Βλάικος 

Παραγωγή: Lykos Productions- Γιώργος Λυκιαρδόπουλος

Βουλής 38, Αθήνα, 21 03314088-9, Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. 

Επικοινωνία: Όλγα Παυλάτου

ΝΕΟ ΘΕΑΤΡΟ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ 

Προφήτου Δανιήλ 3 και Πλαταιών, Κεραμεικός

Τηλ: 21 1013 2002-5

Ημέρες και Ώρες Παραστάσεων: 

12- 30 Οκτωβρίου

Πέμπτη: 21.00

Παρασκευή: 21.00

Σάββατο: 21.00

Κυριακή: 19.00

Και Τετάρτη 12 Οκτωβρίου:21:00

 

Εισιτήρια:  

Πέμπτη, Παρασκευή: 18€, 14€ μειωμένο (φοιτητικό, ανέργων, ΑΜΕΑ)

Σάββατο, Κυριακή: 20€, 14€ μειωμένο (φοιτητικό, ανέργων,ΑΜΕΑ)

Διάρκεια παράστασης : 90 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)

 

Η προπώληση ξεκίνησε: 

Ταμείο Θεάτρου: Τηλ: 21 1013 2002-5

Online: www.ticketservices.gr  | Πανεπιστημίου 39, 210 7234567

 

Ο Στέλιος είναι σαρωτικός και στη σκηνή και στη ζωή. Δεν σου αφήνει περιθώριο να μην τον προσέξεις. Νιώθεις στο βλέμμα του, στις κινήσεις του, στον τόνο της φωνής του αυτό που λένε «ήρθε για να μείνει». Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι αυτή τη στιγμή τρέχει παράλληλα για την «Εξομολόγηση ενός βαμπίρ» που κάνει πρεμιέρα την Παρασκευή 7 Οκτωβρίου στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, για τις «Νεφέλες» στην εφηβική σκηνή του ίδιου θεάτρου, ενώ συγχρόνως ετοιμάζει βαλίτσες για τη Χάγη, όπου στις 10, 11 και 12 Νοεμβρίου θα παίξει στο Εθνικό Θέατρο στην παράσταση του Δημήτρη Γεωργαλά «Μήδεια». Πολυπράγμων λοιπόν αυτή την περίοδο, σε ένα διάλειμμα των προβών μίλησε στο texnes-plus..

 

Τρεις αγάπες μεγάλες...

Φέτος είμαι στην ευχάριστη θέση να συμμετέχω σε τρεις παραστάσεις που αγαπώ πολύ: τις «Νεφέλες» του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Τζωρτζίνας Κακουδάκη, την «Εξομολόγηση ενός βαμπίρ» του Δημήτρη Τσεκούρα σε σκηνοθεσία Δημήτρη Γεωργαλά και τη «Μήδεια» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία επίσης Δημήτρη Γεωργαλά.

«Η εξομολόγηση ενός Βαμπίρ – Η φθορά»:Τα βαμπίρ οι φίλοι μας

O άνθρωπος πάντα φοβόταν το θάνατο. Στην προσπάθειά του να τον ξορκίσει δημιούργησε το μοναδικό πλάσμα που τον αψηφά. Το βαμπίρ. Ενώ το βαμπίρ λοιπόν δείχνει άτρωτο απέναντι στην υλική φθορά, δεν συμβαίνει το ίδιο με την ψυχολογική και νοητική του φθορά. Με λίγα λόγια, αν είναι μία φορά δυσβάσταχτο για κάποιον να δεχτεί ότι κάποτε θα πεθάνει, φανταστείτε τι σημαίνει για κάποιον άλλο να βλέπει τα πάντα γύρω του να πεθαίνουν ενώ ο ίδιος παραμένει ζωντανός… Επομένως, εξ ορισμού δεν υπάρχει από καταβολής κόσμου και από καταβολής πλασμάτων πιο ταλαιπωρημένο πλάσμα από το βαμπίρ.

«Υποτάξου στη φθορά όταν αρχίζει να σε φθείρει. Υποτάξου»

Φυσικά. Η φθορά είναι το μοναδικό μη αναστρέψιμο πράγμα. Το μοναδικό φαινόμενο που δεν έχει αντίθετο. Η μοναδική κατάσταση που δεν ανακόπτεται. Από τη στιγμή λοιπόν που δεν μπορείς να της αντισταθείς υφαίνεις τη ζωή σου αγκαλιάζοντάς τη και την απολαμβάνεις ενώ τη βλέπεις να καταλαμβάνει κάθε στιγμή και κάθε κομμάτι της.

Sold out και χωρίς "ονόματα"...

Θεωρώ ότι το κοινό σταδιακά αρχίζει και αναπτύσσει υψηλότατο θεατρικό κριτήριο. Δεν θα μιλήσω για μεγάλα ονόματα και μικρά, αλλά για καλές ή κακές παραστάσεις. Η «Οδύσσεια» πέρυσι ήταν μια πολύ καλή παράσταση, με αποτέλεσμα ο κόσμος να την αγκαλιάσει και να τη στηρίξει. Ελπίζουμε και φέτος να καταφέρουμε να κάνουμε το ίδιο. Θεωρώ πως έχουμε στα χέρια μας ένα εξαιρετικό κείμενο και το μόνο που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι η συγκεκριμένη παράσταση έχει φτιαχτεί με πάρα πολύ κόπο, πολλά ξενύχτια, πολύ ιδρώτα και πολύ… αίμα.

14067996_10210561184885012_5057898088159400406_o.jpg

Δημήτρης Γεωργαλάς again and again

Είναι κάτι πολύ παραπάνω από συνεργάτης και σκηνοθέτης για μένα. Ο Δημήτρης είναι πατέρας, μέντορας, κολλητός, θείος, αδελφός και συνοδοιπόρος. Ο Δημήτρης πριν από την «Οδύσσεια» παρέλαβε έναν ψυχολογικά τσακισμένο, ασταθή και τραυματισμένο ηθοποιό, τον εμπιστεύτηκε και τον ανέστησε. Ο λόγος για τον οποίο σέβομαι και αγαπώ τον Δημήτρη τόσο πολύ πέρα από τις σκηνοθετικές του ικανότητες έχει να κάνει με το πόσο αμείλικτος είναι. Οι καλοί φίλοι είναι πάντα οι σκληροί φίλοι. Πότε δεν θα σου πει κάτι άλλο από αυτό που σκέφτεται, ποτέ δεν θα σου χρυσώσει το χάπι και ποτέ δεν θα συμβιβαστεί με κάτι λιγότερο από αυτό που έχει οραματιστεί. Μιλάμε για ένα δαιμονικό χειρούργο με χαμογελαστό πρόσωπο.

 

doma.jpg

«Μήδεια» στη...Χάγη!

Είναι χαρά και τιμή μας να παίζουμε τη «Μήδεια» του Ευριπίδη στο Εθνικό Θέατρο της Χάγης. Ακόμα μεγαλύτερη τιμή είναι για μένα να επωμίζομαι το ρόλο του Ιάσονα. Είμαι πολύ χαρούμενος τόσο για την πρόκληση του να αντιμετωπίζεις αυτό το αριστούργημα όσο και για την πρόκληση να το κοινωνείς σε μια άλλη κουλτούρα. Χαίρομαι για την ευκαιρία που μας παρουσιάζεται και ελπίζω να καταφέρουμε να σταθούμε στο ύψος των προσδοκιών. Χαίρομαι πολύ.

«Νεφέλες» για εφήβους

Δουλεύω με μια εξαιρετική ομάδα ηθοποιών και συνεργατών στην εφηβική σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου. Τη σκηνοθεσία υπογράφει η Τζωρτζίνα Κακουδάκη και πρόκειται για μια διασκευή του κλασικού κειμένου του Αριστοφάνη που έχει γίνει με γνώμονα μια θεατροπαιδαγωγική μελέτη που κάνουμε από το Μάιο. Θα παίζεται σε γυμνάσια και λύκεια εντός και εκτός Αθηνών και ανά περιόδους και στο Θέατρο του Νέου Κόσμου. 

14495314_1103416386413938_7840722876648044887_n.jpg

Ηθοποιός VS Τραγουδιστής

Έχω την τύχη να είμαι τραγουδιστής στους Granny Goes Mad. Oι Granny Goes Mad είναι μια electro noise μπάντα που γεννήθηκε έπειτα από ένα μονόλογο που έπαιζα, το «Kill the-M-all» του Ζαφείρη Χαϊτίδη. Ο Χρήστος Τριανταφύλλου έγραφε το soundtrack για την παράσταση και κάπου μεταξύ προβών και ηχογραφήσεων με έβαλε να κάνω ένα φωνητικό αυτοσχεδιασμό σε ένα κομμάτι του και από τότε κολλήσαμε. Στην πορεία προστέθηκε και ο τρίτος της παρέας, ο μπασίστας μας, και κάπως έτσι έγινε το κακό.

13453210_10209896360624821_245151274_o.jpg

 «Έγινα ηθοποιός γιατί…»

Σε μια στιγμή απόλυτου υπαρξιακού αδιέξοδου το θέατρο με κράτησε ζωντανό. Μου έσωσε τη ζωή και από τότε του χρωστάω… 

Το πιο ωραίο σύνθημα στους τοίχους της Αθήνας

«Η Κίνα είναι ελληνική και είναι δική μου». Κόντεψα να πεθάνω στα γέλια.

Τραγούδι  συντροφιάς για τα δύσκολα

To «Nat King Cole» του Άνταμ Γκριν.

 

Φωτογραφίες Κοσμάς Ινιωτάκης (εκτός από φωτό Νεφέλες)

Αυτή η συνέντευξη δεν μοιάζει με τις άλλες. Το σκηνικό της είναι βγαλμένο από ταινία, σαν η πόλη να μας άφησε για λίγο να κάνουμε ήσυχες την κουβέντα μας σε ένα μαγικό στενό της που λίγοι το γνωρίζουν. Εκείνη, πριν την πρώτη χειραψία, εμφανίζεται στο κάδρο, λουσμένη στο φως του Σεπτέμβρη, με ένα βιβλίο στο χέρι, πανευτυχής για το νέο της απόκτημα. Ανάμεσά μας πάντα μια πιστή της σύντροφος, η Νόρα. Τι και αν την άφησε να ξεκουραστεί πέντε μήνες, η ιψενική ηρωίδα την ακολουθεί πιστά. 

 «Αυτή όμως είναι η Νόρα. Αυτή που έχει τον ενθουσιασμό και παίρνει αυτό το βιβλιαράκι είναι η Νόρα! Γι’ αυτό δραπετεύει από το κουκλόσπιτο, γιατί είναι αυτός ο ενθουσιασμός που δεν μπορεί να σταματήσει να πηγαίνει προς το φως και τσουρουφλίζεται… σαν την πεταλούδα», θα μου ομολογήσει η Αμαλία λίγο αργότερα με μάτια που λάμπουν από ενθουσιασμό και ανυπομονησία για το αντάμωμά τους. 

 Έτσι τρία κορίτσια σε ένα γαλλικό μπιστρό πίνουν κρασί και μιλούν ελεύθερα για το θέατρο, τη ζωή, τους χωρισμούς, τις απώλειες, τον ενθουσιασμό, τους ρόλους, τις πληγές που αιμορραγούν, τους χωματόδρομους, τα βουνά, τις ψεύτικες βλεφαρίδες και τις αληθινές αγάπες που δραπετεύουν από τα κουκλόσπιτα της ζωής και της σκηνής και πηγαίνουν πάντα προς το φως. 

 «Η Νόρα είναι ένα παιδί, γιατί δεν γέρασε ποτέ η ψυχή της». Στις αγέραστες ψυχές λοιπόν! Βίβα!

 

amalia-moutousi_texnes-plus (2).jpg

Πώς είναι να προσεγγίζεις ξανά έπειτα από αποχή πέντε μηνών ένα ρόλο όπως αυτός της Νόρας που σημείωσε τόσο μεγάλη επιτυχία;

Τους ρόλους τους έχω μαζί μου κάθε στιγμή, χωρίς να το ξέρω. Ακόμα κι όταν κάνω άσχετα πράγματα, πόσο μάλλον τώρα που ήξερα ότι η παράσταση θα ξαναπαιχτεί. Όσο διαφορετικά κι αν είναι μεταξύ τους αυτά που κάνω- στο βάθος βάθος υπάρχει μιά ενότητα. Έτςι και η Νόρα, η συγκεκριμένη παράσταση, ήταν τον περσινό χειμώνα ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου, της ψυχής και της καρδιάς μου, επηρέαζε τον ψυχισμό μου, απομυζούσε την ενέργειά μου, με κατέβαλλε ψυχικά και σωματικά και την ίδια στιγμή μου έδινε ζωή και χαρά γιατί ήταν κομμάτι της ζωής όλων. Απομακρύνθηκα από τις παραστάσεις, έκανα άλλα πράγματα, άδειασα, τα είδα όλα από μια απόσταση που μου ήταν απαραίτητη, αλλά η Νόρα περίμενε σε μια γωνίτσα μέσα μου, έτοιμη να ξαναζήσει. 

Για να δούμε τι καινούργιο θα 'χει από δω και πέρα, θα θελα εμένα πρώτα απ'όλα να με εκπλήξει...Είναι με τέτοιο τρόπο δομημένη η παράσταση μας,που παίζοντας έχεις τη δυνατότητα να αλλάζεις… Όχι τα βασικά και τα στοιχειώδη και τις αρχές της σκηνοθεσίας και της υποκριτικής κατεύθυνσης. Ίσα ίσα αυτές είναι η κοίτη του ποταμού, που συγκρατεί το νερό για να μην ξεχειλίσει, όμως από εκεί και πέρα το «νερό» επιδέχεται πάρα πολλές αλλαγές και υφίσταται διακυμάνσεις ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρίσκεσαι. Πραγματικά το ότι απομακρύνθηκα δεν ξέρω τι επίδραση θα έχει πάνω μου και πώς θα συμβάλει στο ρόλο μου. Τώρα που έχω ανακτήσει τις δυνάμεις μου θα προσεγγίσω άραγε αλλιώς τη Νόρα; Δεν το γνωρίζω, αυτό θα φανεί στην πράξη.

Διάβασα ότι, όταν ανέβηκε για πρώτη φορά το έργο, οι ηθοποιοί αρνούνταν να παίξουν την τελευταία πράξη, στην οποία η Νόρα εγκαταλείπει το σύζυγό της, γιατί φοβόνταν το σκάνδαλο. Σήμερα αυτό είναι κάτι τόσο σύνηθες, που αναρωτιέμαι πόσο μεγάλο στοίχημα ήταν για εσάς υποκριτικά να συγκινήσετε.

Νομίζω πως αυτή η σκηνή συγκινεί, όχι επειδή η Νόρα εγκαταλείπει το σύζυγό της. Αυτό είναι ένα πρωταρχικό επίπεδο, που φυσικά εκείνη την εποχή ήταν… μπουρλότο. Υπήρχε ένα επίπεδο που δεν χρειαζόταν δεύτερο. Η σκηνή αυτή εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να συγκινεί επειδή κόβεται ο ομφάλιος λώρος. Όλοι ξέρουμε λίγο πολύ τι σημαίνει αυτό...Ένας λώρος που μας κρατάει δεμένους με κάτι- οτιδήποτε κι αν είναι αυτό- με το οποίο ήμαστε ταυτισμένοι. Η Νόρα είναι τόσο ταυτισμένη με τον Τόρβαλντ που πρέπει να ξεκολλήσει από αυτόν για να σταθεί στα δικά της πόδια και να αναλάβει η ίδια την ευθύνη για τη ζωή της, δεν χρειάζεται πιά να παίζει κανένα ρόλο για να είναι αποδεκτή ούτε να είναι το κουκλάκι κανενός. Καθώς είναι τόσο στενά συνδεδεμένη μαζί του, βλέπει όλο της το είναι μέσα από τα δικά του μάτια κι έχει μια ψεύτικη εικόνα για τον εαυτό της. Σ'αυτή τη σκηνή η Νόρα αποδέχεται την αληθινή της ουσία και παύει να παίζει ρόλους. Είναι πια ο εαυτός της. Αυτή η αποκόλληση είναι που συγκινεί, γιατί πονάει, είναι μια εγχείρηση χωρίς αναισθητικό.

 Ουσιαστικά με τη φυγή της γκρεμίζει όλο της το είναι…

Ναι, τα γκρεμίζει όλα προκειμένου να τα ξαναχτίσει, γκρεμίζει τα δεσμά του εαυτού της, έχει τεράστια ψυχική δύναμη η Νόρα και αυτό συγκινεί. Είναι αδιαπραγμάτετυτη ως προς την αλήθεια της. Δεν είναι "χειραφετημένη" , είναι αληθινή. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει αγάπη, βεβαίως κι αγαπάει και πατέρα και άντρα και παιδιά- αγαπάει πολύ-αυτό είναι που συγκινεί το κοινό. Αυτή η γυναίκα. Για ποιο λόγο εγκαταλείπει τα παιδιά και τον άντρα της; Πού έχει να πάει; Δεν το κάνει γιατί δεν τα πάνε καλά ή γιατί δεν έχουν έναν καλό γάμο ή γιατί θέλει να είναι με κάποιον άλλον. Στην ουσία επιθυμεί να ξεφύγει από τα δεσμά του ίδιου της του εαυτού που την κρατούν φυλακισμένη. Γι’ αυτό και η συγκεκριμένη σκηνή είναι τόσο ιδιαίτερη. Ενώ υπάρχει τρομερός πόνος και θυμός για τους ρόλους που έπρεπε όλη της την ζωή να υποδύεται, δεν στρέφεται εναντίον κανενός, κατανοεί, συγχωρεί, αναγνωρίζει, αναλαμβάνει τις ευθύνες της και όλο αυτόν τον πόνο τον στρέφει προς το φως.

Και γι’ αυτό του λέει: «Δεν είναι πια για μένα αρκετό ό,τι μου λένε οι άλλοι ή ό,τι γράφουν τα βιβλία. Πρέπει να ψάξω μέσα μου για να βρω τις απαντήσεις. Εγώ μόνη μου». Το νιώσατε εσείς ποτέ αυτό στη ζωή σας;

Ναι, πολύ…

 Σε ποια ηλικία κυρίως και τι κάνατε;

Δεν είναι κάτι που ένιωσα σε μια συγκεκριμένη ηλικία, αλλά στη ζωή μου γενικά. Έχω επίγνωση του τι σημαίνει να μην μπορείς να είσαι ο εαυτός σου, εξαιτίας "υποτίθεται"των άλλων. Όχι, δεν είναι εξ αιτίας των άλλων, εμείς φυλακίζουμε σε δεσμά τον εαυτό μας όταν με την δική μας συγκατάθεση φτιάχνουμε σχέσεις ανελεύθερες και μόνο αν κάποιος το έχει νιώσει μπορεί να μιλήσει γι’ αυτό.

 Επομένως θεωρείτε τα βιώματα αναγκαία στη φαρέτρα ενός ηθοποιού;

Ναι, είναι απαραίτητα, γιατί, ακόμα και αν δεν έχεις βιώσει το ίδιο γεγονός, εγώ σκέφτομαι πολύ συχνά ότι ίσως υπάρχει κάποιος στο κοινό που το έχει ζήσει. Οπότε κινούμαι πάρα πολύ προσεκτικά, δηλαδή δεν βουτάω το χέρι μου έτσι (κάνει μια απότομη κίνηση με το χέρι) σε κάτι που κάποιος ενδέχεται να το έχει ζήσει ή, ακόμα χειρότερα, να το ζει τη δεδομένη στιγμή. Στην τρίτη πράξη δηλαδή δεν κυριαρχούν τα δικά μου βιώματα, αλλά σκέφτομαι ότι μπορεί κάποιος θεατής να βιώνει κάτι ανάλογο.

 Σας εκμυστηρεύτηκε ποτέ κάποιος θεατής αυτό που φαντάζεστε επί σκηνής;

Όχι, κανένας. Όμως αισθάνθηκα ότι πάρα πολλές γυναίκες ήταν στην κατάσταση της Νόρας. Μπερδεμένες και  σαστισμένες από κάτι καινούργιο, πρωτόγνωρο και ανοίκειο, αλλά αληθινό, γιατί έχει να κάνει με την ουσία, γιατί η Νόρα αναζητά τον αληθινό εαυτό της. Τα βγάζει όλα στο φως.

 Αυτή δεν είναι και η επιτυχία, η δύναμη του θεάτρου; Ότι μπορούμε να αποκαλύψουμε αυτές τις σκέψεις-ιστορίες;

Ναι, ναι, πιστεύω πως μπορούμε να φωτίσουμε πτυχές που για κάποιο λόγο, και ξεχωριστά στον καθένα, μένουν στο σκοτάδι, και με το θέατρο, και γενικά με την Τέχνη, αναδεικνύονται. Όμως, μόλις ρίχνουμε φως, αρχίζει και η εξομολόγηση. Ο ήρωας αποκαλύπτεται. Ωστόσο το θέμα στο θέατρο, όπως και σε κάθε μορφή Τέχνης, είναι το πώς φωτίζουμε. Ο τρόπος που φωτίζουμε είναι η στάση μας απέναντι στη ζωή. Ρίχνουμε ένα φως επιθετικά; κατάμουτρα; πλάγια; μαλακά; σκληρά; ωμά; ωραιοποιημένα;Επειδή αυτές οι καταστάσεις είναι ευαίσθητες, κρύβουν πόνο και τα πρόσωπα αιμορραγούν, το πώς θα ρίξουμε το φως πάνω στο αίμα που τρέχει είναι ζήτημα Τέχνης. Για μένα σε αυτό συνίσταται η επιτυχία του «Κουκλόσπιτου», γι’ αυτό αγαπώ τη συγκεκριμένη παράσταση και χαίρομαι που πάει καλά. Νομίζω πως οι γεμάτες πόνο και σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης έχουν αναδειχθεί με λεπτότητα και ακρίβεια.

 Έτυχε ποτέ να ερμηνεύσετε κάποιο ρόλο που να φωτίζει μια πληγή επειδή εκείνη την περίοδο βιώνατε παράλληλα με την ηρωίδα και εσείς στην προσωπική σας ζωή κάτι ανάλογο;

Όταν ήμουν νέα και βίωνα έναν πάρα πολύ επώδυνο χωρισμό, έπρεπε να παίξω τη Μήδεια – ήταν η πρώτη φορά που έπαιζα το ρόλο της Μήδειας, γιατί την έπαιξα ξανά σε μεγαλύτερη ηλικία. Ήμουν νέα, είκοσι εννέα, τριάντα ετών, και, ενώ βίωνα κάτι επώδυνο στην προσωπική μου ζωή, υποδυόμουν αυτή την ηρωίδα που βίωνε κι αυτή κάτι επώδυνο κάθε βράδυ. Ήταν ένας ρόλος που μου πρόσφερε ένα τεράστιο ψυχικό άνοιγμα. Ήταν πραγματικά αποκαλυπτικό για μένα.

 Δεν ήταν και μια εκτόνωση;

Δεν μου αρέσει πολύ η λέξη, γιατί πάνω στη σκηνή δεν πρέπει να εκτονώνεται ο ηθοποιός. Πρέπει να συγκρατείται συνεχώς προτού εκτονωθεί. Να οδεύει προς την εκτόνωση, αλλά ποτέ να μην εκτονώνεται! Ποτέ… ποτέ! Όμως είναι μια μετουσίωση ενός πόνου που βιώνει ένας άνθρωπος στη ζωή του και τον κάνει τραγούδι, τον κάνει ποίηση…

 Και ένα μοίρασμα ίσως…

Και ένα μοίρασμα, βέβαια! Γιατί το τραγούδι το τραγουδά στους άλλους, το επικοινωνεί. Αυτή την ανάταση συνεπάγεται η Τέχνη, γι’ αυτό δεν προκαλεί τον ψυχολογικό πόνο που συνήθως βιώνουμε στη ζωή μας, αλλά έναν πόνο που οδηγεί σε ψυχικό άνοιγμα.Η Τέχνη τον πόνο τον κάνει ποίηση, τον κάνει χορό, τον κάνει τραγούδι.

 Ενώ η πορεία σας στο θέατρο είναι σημαντική και έχετε παίξει στο Covent Garden, πολλές φορές στην Επίδαυρο, μου κάνει εντύπωση που πάντα αναφέρεστε στο Studio Ιλίσια.

Μα είναι το σπίτι μου! Εκεί έγινα αυτό που είμαι. Είναι το σπίτι μου. Δεν μπορώ να μη μιλώ γι’ αυτό το θέατρο. Όταν βγήκα από τη σχολή, ενώ είχα κάνει μόνο δύο τρία πραγματάκια και ήμουν σαν χαμένη, εκεί έζησα και εκεί συνειδητοποίησα τι θα πει να είναι το θέατρο βίωμα. Είναι ο χώρος στον οποίο πέρασα, για να το πω πιο απλά, τα νιάτα μου. Πώς λένε μερικοί «έφαγα τα νιάτα μου»; Έτσι και εγώ λοιπόν εκεί «έφαγα τα νιάτα μου!» Δεν υπήρχαν σπίτια, δεν υπήρχαν έξοδοι, δεν υπήρχαν ωραία φαγητά και μαγειρικές – «Τι θα μαγειρέψουμε σήμερα; Πού θα πάμε; Σε ποιο σινεμά;» Δεν υπήρχαν όλα αυτά, παρά μόνο εκεί μέσα, όλα τα ζούσαμε εκεί μέσα, ήταν πάνω από μία δεκαετία σπίτι μου και είμαι πολύ χαρούμενη εκ των υστέρων που συνειδητοποιώ πόσο έπιασε τόπο αυτό μέσα μου. Είχαμε μία ασκητική και συγχρόνως ερωτική στάση απέναντι στην  δουλειά  μας με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, τον Δημήτρη Καμαρωτό και τον Νίκο Φλέσσα.

 Εφόσον αναφερθήκατε στον Μιχαήλ Μαρμαρινό, θα πρέπει να επισημανθεί ότι βρεθήκατε κοντά σε πολύ σημαντικούς σκηνοθέτες, από τους οποίους, όπως υποστηρίζετε, πήρατε πολλά. Ωστόσο αναρωτιέμαι αν το γεγονός ότι συνεργαστήκατε για μεγάλο διάστημα με συγκεκριμένους ανθρώπους, όπως, για παράδειγμα, με τον Λευτέρη Βογιατζή, που είχαν σαφέστατα το δικό τους ιδίωμα, θεατρικό ή γλωσσικό, σας εγκλώβισε κάποια στιγμή.

Θέλω να ξεκαθαρίσουμε λίγο το «γλωσσικό ιδίωμα» στην περίπτωση του Λευτέρη Βογιατζή. Πρόκειται για έναν πολύ σπουδαίο καλλιτέχνη, που, όπως όλοι οι μεγάλοι καλλιτέχνες, έτσι και εκείνος, είχε μουσικό αυτί και αντιλαμβανόταν την αλήθεια των πραγμάτων. Ποτέ δεν τον απασχόλησε ο τονισμός για τον τονισμό, η λέξη για τη λέξη. Ήταν ένας άνθρωπος πολύ απλός μέσα στην πολυπλοκότητά του, καθόλου σύνθετος. Πολύπλοκος, αλλά όχι σύνθετος, πάρα πολύ απλός. Η ψυχή του ήταν στο αυτί του. Μόλις λοιπόν σε άκουγε, σου έλεγε: «Δεν είναι αυτό». Αν δείτε μεγάλους διευθυντές ορχήστρας, θα καταλάβετε τι εννοώ. Έτσι ακριβώς δούλευε και ο Λευτέρης, σαν ένας άνθρωπος που ασχολούνταν με τη μουσική, για να πούμε τα πράγματα όπως είναι, γιατί δημιουργείται η εντύπωση ότι είναι κάπως κουλτουριάρικα, ότι με κάποιο τρόπο δούλευε… δήθεν και τα λοιπά.

 Χαίρομαι που το διευκρινίζετε. Παρ’ όλα αυτά, το ερώτημα παραμένει και σας ρωτώ γιατί θυμάμαι που δηλώσατε πόσο απολαύσατε τη συνεργασία σας με τον Γιόσι Βίλερ στον «Κλήρο του Μεσημεριού».

Ήμουν έτοιμη να δεχτώ αυτά που ζητούσε ο Γιόσι Βίλερ, γιατί, αν δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα ήμουν πολύ εγκλωβισμένη. Όταν συνάντησα τον Γιόσι, ήμουν πλέον σε θέση να μην παίρνω κατά γράμμα αυτό που μου ζητούσε ένας σκηνοθέτης. Ήμουν σε θέση να το ακούω και να το ερμηνεύω και εγώ μεταφορικά. Γιατί εγκλωβίζεσαι μέχρι να αντιληφθείς ότι αυτό που σου ζητά ο Λευτέρης, ο Μιχαήλ, ο Χ σπουδαίος σκηνοθέτης, έχει να κάνει με έναν κανόνα που πρέπει απαραιτήτως να εφαρμοστεί για να αποκαλυφθεί το νόημα των πραγμάτων και μετά να πεταχτεί, όταν πια ο ηθοποιός τον έχει κάνει κτήμα του, δεν τον χρειάζεται πια. Είναι όμως πλέον δεδομένος, τον έχει κατακτήσει. Μετά έχεις τη δυνατότητα να κάνεις κάτι στη σκηνή χωρίς να γίνεται αντιληπτός ο κανόνας και αυτό είναι και το πιο ωραίο. Να βλέπει κάτι ο θεατής και να λέει: «Αυτό είναι εύκολο, μπορώ να το κάνω και εγώ». Να μη διακρίνεται η διαδικασία που έχει προηγηθεί.

 Γι’ αυτό φαντάζομαι σας μιλούσε και ο Λευτέρης Βογιατζής σε ένα αφιέρωμα που είχαμε κάνει – ήταν μέσα στις «οδηγίες προς τους ηθοποιούς» που είχε καταγράψει ο Μάνος Λαμπράκης. Δεν θα μπορούσα να μη σας ρωτήσω πάλι για τον Λευτέρη Βογιατζή.

Και να μη μου ζητήσεις να πω κάτι για τον Λευτέρη, μιλώ συνέχεια γι’ αυτόν. Ο τρόπος με τον οποίο βλέπω τα πράγματα, ο τρόπος που λειτουργώ είναι βαθύτατα επηρεασμένος από τον Λευτέρη. Οπότε αισθάνομαι ότι πάρα πολλά πράγματα από αυτά που λέω έχουν ούτως ή άλλως περάσει μέσα από τον Λευτέρη για να τα πω εγώ. Απλώς πια δεν ξεχωρίζω τι είναι του Λευτέρη και τι δικό μου.

 

amalia-moutousi_texnes-plus.jpg

Είναι οι ρόλοι η διαδρομή ενός ηθοποιού;

Οι συνεργασίες είναι κομμάτι της διαδρομής του ηθοποιού και αυτές εμπεριέχουν τους ρόλους. Γιατί οι ρόλοι από μόνοι τους, χωρίς τις συνεργασίες, δεν είναι κομμάτι της διαδρομής. Δεν μπορεί ο ηθοποιός να πορευτεί χωρίς τους άλλους, και εννοώ τους συνοδοιπόρους, για να χτίσει ένα ρόλο. Δεν είναι δυνατό να χτίσει ένα ρόλο ερήμην του ανθρώπου με τον οποίο παίζει. Η Νόρα, την οποία υποδύομαι, θα ήταν μια άλλη Νόρα αν δεν είχα τον Άρη Λεμπεσόπουλο. Δεν υπάρχει μια σκηνοθεσία που να σου εξασφαλίζει μια συγκεκριμένη Νόρα. Όλα εξαρτώνται από τις σχέσεις και την αλληλεπίδραση.

Στη δική σας διαδρομή, που είναι τόσο πλούσια και γεμάτη επιτυχίες και ευτυχισμένες καλλιτεχνικές στιγμές, τι μπορεί αλήθεια να σας ενθουσιάσει;

Η Νόρα με ενθουσιάζει!

Αυτό το κατάλαβα! (γέλια) Σκέφτομαι, γενικά, τι θα μπορούσε να σας προτείνει κάποιος και να σας ενθουσιάσει;

Μα δεν με ενθουσιάζει ποτέ κάτι που μου προτείνουν έτσι σκέτα,από μόνο του, πρέπει να με εμπνεύσει ο τρόπος, το βλέμμα του σκηνοθέτη, γι’ αυτό και δεν σκέφτομαι κι εγώ έτςι από μόνη μου για τον εαυτό μου…

Δεν επιθυμείτε ρόλους;

Όχι, όχι, καθόλου!

 Δεν έχετε στο μυαλό σας τι θα κάνετε μετά το «Κουκλόσπιτο», για παράδειγμα;

Κάτι θα μου πουν… Θα βρεθεί! Θα έρθει, έτσι γίνεται… Εξαρτάται πάντα από τους συνεργάτες, οι σχέσεις με οδηγούν.

 Επομένως δεν φαντάζεστε ρόλους;

Εγώ; Όχι καθόλου, καμία σχέση! Εγώ ονειρεύομαι το χωματόδρομο, το ποδήλατό μου, τη θάλασσα, καμιά βόλτα… τη φύση γενικά.

 «Φταίει» που ζήσατε τόσο όμορφα παιδικά χρόνια κοντά στη φύση;

Φταίει! Φταίει! (γέλια) Δεν ξέρω αν είναι αυτός ο λόγος, αλλά και τώρα που ξεκινώ και έχω επιστρέψει στην πόλη, σκέφτομαι: «Γιατί το κάνω αυτό το πράγμα;» Θέλω να πω ότι έχω χορτάσει από αυτή τη δουλειά, έχω πάρει τόσα πράγματα, έχω γεμίσει. Επιπλέον τα χρήματα δεν είναι το κίνητρο, γιατί κάνω κι ένα είδος θεάτρου από το οποίο δεν  πλουτίζεις βέβαια. Είμαι με το βασικό μισθό ουσιαστικά. Δεν έχω πάει σε ένα είδος θεάτρου να είμαι με το κασέ μου. Θα μπορούσα να τα παίρνω αυτά τα χρήματα δουλεύοντας λιγότερες ώρες, δίχως να επιβαρύνω το νευρικό μου σύστημα.Θα μου πεις κι όσοι παίρνουν πολλά πα να πει δεν επιβαρύνονται με διάφορα; Ενοείται. Πάντως πέρυσι αρρώσταινα συνέχεια, η μια ίωση ακολουθούσε την άλλη.Λένε για δυο ρόλους την Νόρα του 'Ιψεν και την Ηλέκτρα του Σοφοκλή ότι αρρωσταίνουν οι ηθοποιοί όταν τους παίζουν. Εμένα πάντως μου συνέβη αυτό και με τους δύο.

 Παρ’ όλη την ταλαιπωρία όμως σε λίγες μέρες θα σας απολαύσουμε στη σκηνή και δηλώνετε και ενθουσιασμένη…

Φυσικά, δεν κυλά αλλιώς η ζωή, χωρίς ενθουσιασμό! Με δυστυχία δεν μπορείς να κάνεις πράγματα που απαιτούν τόσο άνοιγμα ψυχής τόση ενέργεια. Η αυτογνωσία,οι χωρισμοί έχουν μέσα πόνο, αλλά βρίθουν και από το φως της αποκάλυψης.

 Την αυτογνωσία εσείς πότε αισθανθήκατε να την κατακτάτε;

Σιγά μη νιώθει ένας άνθρωπος ότι βρήκε την αυτογνωσία. Πρέπει να είναι πολύ ψώνιο. Η ζωή είναι συνέχεια εκεί μπροστά σου και όλο και κάτι μικρό μαθαίνεις και κάποια στιγμή μπορείς να πεις ότι σήμερα έμαθες κάτι παραπάνω για τον εαυτό σου. Σιγά μην ξυπνάς ένα πρωί και βρίσκεις την αυτογνωσία. Τι είμαστε;

 Θα ήθελα να κλείσουμε με μια εικόνα. Σε όλους μας έχει τύχει να γυρίζουμε το βράδυ σπίτι αργά, να κοιταζόμαστε στον καθρέφτη και να ομολογούμε μια αλήθεια για τον εαυτό μας που δύσκολα παραδεχόμαστε. Ποια θα ήταν η δική σας;

Κοίταξε, Γιώτα, εγώ, όταν κοιτάζομαι στον καθρέφτη, δεν μπορώ να συγκεντρωθώ και να ομολογήσω αλήθειες γιατί σκέφτομαι: «Πώς είμαι έτσι;» και τέτοια. Αυτά είναι σχήματα λίγο κατασκευασμένα. Θέλω να πω, εσύ μπορεί να το κάνεις, αλλά για μένα αυτό το πράγμα δεν ισχύει. Όταν κοίταζα τον εαυτό μου στον καθρέφτη, σκεφτόμουν, για παράδειγμα: «Πώς θα βαφτώ τώρα σαν κουφέτο,που παίζω τη Νόρα;»

 Ωραία βάφεστε πάντως…

Έβλεπα τη μαμά μου, όταν ήμουν μικρή, που με απίστευτη δεξιοτεχνία κολλούσε τις βλεφαρίδες, έβαζε τις περούκες και μου έκανε τρομερή εντύπωση. Εκείνη την εποχή με τα μιούζικαλ είχαν μάθει και τα έκαναν όλα. Από τη μαμά μου έχω πάρει την κοκεταρία.

 Τι άλλο έχετε κληρονομήσει από τη μαμά σας;

Πολλά… Πολλά…

 Όπως;

Το αίσθημα της υπευθυνότητας, την τελειομανία, την αγάπη για τον Θεό, τη νοικοκυροσύνη, την καθαριότητα, το άγχος. Η αδερφή μου, η Αριέττα, δεν έχει καθόλου άγχος, γι’ αυτό μου αρέσει να είμαι συνέχεια μαζί της. Δεν έχει άγχος, έχει πολύ εμπιστοσύνη στα πράγματα.

 φωτογραφίες Σπύρος Περδίου

Συνέντευξη Γιώτα Δημητριάδη

 Την Αμαλία Μουτούση θα απολαύσουμε και φέτος στο "Κουκλόσπιτο" στο Θέατρο Οδού Κυκλάδων-Λευτέρης Βογιατζής. Πρεμιέρα 7 Οκτωβρίου.

12661794_10153379015546299_6468661518265106734_n.jpg

Από την παράσταση ως Νόρα(Φωτογραφία Γιώργος Λυκιαρδόπουλος)

Cover foto συνέντευξης από πρόβα της ταινίας "Χώρα Προέλευσης" του Σύλλα Τζουμέρκα.

Είναι κάποιες ιστορίες που δεν τις αγγίζεις εύκολα,συνήθως γιατί πονούν, συνήθως γιατί οι ενδεχόμενες απαντήσεις στα ερωτηματικά που άφησαν φέρνουν πολλούς σε άβολη θέση. Όσο περισσότερο όμως δεν τις φωτίζεις και τις αφήνεις στο σκοτάδι τους, τόσο πιο πολύ οι πρωταγωνιστές τους, γίνονται γνωστοί και παίρνουν μυθικές διαστάσεις. Κάπως έτσι έγινε και με μια ούτως ή αλλιώς πρωταγωνίστρια, την Ελένη Παπαδάκη, "Ήταν σαν μια ιστορία που κυκλοφορούσε στα σκοτεινά, όπως κυκλοφορούν και όλοι οι ήρωες σύμφωνα με τον ποιητή" .Θα μου επισημάνει ο Μάνος Καρατζογιάννης συγγραφέας και σκηνοθέτης της παράστασης "Για την Ελένη", που με μποέμ διάθεση εκμυστηρεύεται στη κουβέντα που ακολουθεί ότι η επιγραφή στο μνήμα της ηθοποιού στάθηκε για εκείνον στην εφηβεία το πρώτο ερέθισμα της δημιουργίας. Στην ίδια ηλικία φαίνεται να ανακάλυψαν την Ελένη Παπαδάκη και η Μαρία Κίτσου, που εντυπωσιάζει τόσο με την λεπτότητα της ερμηνείας της, όσο και της ευαισθησία της προσέγγισής της, αλλά και ο Σπύρος Κυριαζόπουλος που μ' ένα βουβό ρόλο στη παράσταση καλείται να υπογραμμίσει ενδιαφέρουσες σκηνοθετικές αντιθέσεις και ιδιαιτερότητές. Τρεις φίλοι, φωτογραφίζονται και μιλούν για πρώτη φορά σ' ένα νέο θεατρικό χώρο για τι άλλο; "Για την Ελένη"...Πρεμιέρα την άλλη Τετάρτη 12 Οκτωβρίου. 

Αυτή η παράσταση ξεκίνησε με το έναυσμα που δόθηκε από την Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Πολλά από τα γεγονότα που είχαν σχέση με την Ελένη Παπαδάκη ξύνουν παλιές πληγές μιας εφιαλτικής ιστορικής περιόδου, για την οποία σπάνια μιλάμε, αφού στο σχολείο δεν τη διδασκόμαστε καν. Πώς αισθάνεστε που μέσα από τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία της Πειραματικής Σκηνής σας δίνετε η ευκαιρία να αναφερθείτε σε αυτά τα θέματα;

Μαρία Κίτσου: Όντως ο Εμφύλιος είναι ένα ζήτημα που ακόμη καίει, είναι μεγάλη πληγή στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας και ήταν εξαιρετική η πρωτοβουλία της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου να κάνει ένα αφιέρωμα σε αυτή τη «δύσκολη» χρονική περίοδο, που είναι αλήθεια ότι δεν διδασκόμαστε στα σχολεία. Δεν μαθαίνουμε βασικά γεγονότα της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας. Κατ’ αρχάς ήταν εξαιρετικό που ο Μάνος εμπνεύστηκε αυτό το θέμα, ιδίως επειδή είμαστε ηθοποιοί, και ακριβώς επειδή η Ελένη Παπαδάκη ήταν ένα θύμα του Εμφυλίου. Είναι για μας και χαρά και μεγάλη ευθύνη να αποκαταστήσουμε τη μνήμη της και να τη γνωρίσει όποιος δεν τη γνωρίζει, όπως τα νέα παιδιά που δεν ξέρουν ίσως το έργο της, τι άφησε πίσω της, το καλό που έκανε στην Κατοχή και πόσους ανθρώπους έσωσε. Σκοπός μας είναι να τα μάθει αυτά το ευρύτερο κοινό. Στόχος μας είναι να τη δικαιώσουμε. 

Σπύρος Κυριαζόπουλος: Όντως είναι μια περίοδος που δεν διδασκόμαστε. Ακόμα και οι παππούδες μας δεν αναφέρονται καν σε αυτό το θέμα. Είναι λίγο σαν να θέλουν τα παιδιά να μην ξέρουν ή να μην πρέπει να ξέρουν.

Μαρία Κίτσου: Αποτρόπαιες ιστορίες.

Σπύρος Κυριαζόπουλος: Καθώς μελετήσαμε την αντιπαλότητα και τις ακρότητες που υπήρχαν, μου έκανε τρομερή εντύπωση ότι μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, μέσα σε μία νύχτα, άρχισε να σφαγιάζεται ο κόσμος και πόσο αυτό παρεισέφρησε και στον καλλιτεχνικό χώρο της εποχής. 

Μαρία Κίτσου: Φοβάμαι τελικά μήπως είναι ίδιον της φυλής μας ο εμφύλιος σπαραγμός.

IMG_4497.jpg

Αυτή θα ήταν η επόμενη ερώτηση. Το διαπιστώσαμε πολύ πρόσφατα, το περσινό καλοκαίρι, με το δημοψήφισμα για το «Ναι» ή το «Όχι». 

Μαρία Κίτσου: Είναι κάτι που το κουβαλάμε σαν γονίδιο, να χωριζόμαστε, να μην είμαστε ενωμένοι σαν γροθιά όλοι μαζί και να παλεύουμε για το καλύτερο.

Σπύρος Κυριαζόπουλος: Πάντως δεν είναι ένα ευχάριστο θέμα, ευρύτερα το θέμα του Εμφυλίου. Δεν είναι ευχάριστο να μιλάμε γι’ αυτό, για το πώς ο αδερφός φονεύει τον αδελφό, για το πώς αλληλοσπαράζονται οι άνθρωποι. Από κει και πέρα διαπιστώνουμε ότι τα τελευταία χρόνια επιστρέφουμε σε αυτή την εποχή. Όχι μόνο εμείς, υπάρχει μια αγωνία γι’ αυτό. Υπάρχει μια αγωνία και παρατηρείται η επιστροφή στη μελέτη αυτής της περιόδου –και στη λογοτεχνία και στο θέατρο–, γιατί βλέπουμε το διχασμό να παρεισφρέει στις ζωές μας. Και σε αυτό το σημείο εντοπίζεται και η αξία της παράστασής μας, να συνδιαλαγεί το χθες με το σήμερα. Αυτή είναι και η αξία της πρωτοβουλίας της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου, γιατί το φεστιβάλ αυτό, η συγκεκριμένη πλατφόρμα των νέων δημιουργών με θέμα τον Εμφύλιο, στόχο έχει να μας ενώσει, όχι για να μας διχάσει. Αυτή είναι η αφετηρία μας. 

kitsou-texnes-plus.jpg

Τη θεωρήσατε αρκετά τολμηρή καλλιτεχνικά; Παρακολουθήσατε παραστάσεις;

Μαρία Κίτσου: Δυστυχώς δεν μπόρεσα να παρακολουθήσω, γιατί έπαιζα ταυτόχρονα τότε. 

Σπύρος Κυριαζόπουλος: Η πίεση ήταν πολύ μεγάλη, δεν είχαμε καθόλου χρόνο.

Μάνος Καρατζογιάννης: Ήταν πολύ μικρό το περιθώριο. Το πλαίσιο ήταν όντως πολύ τολμηρό και ανοιχτό.

 

14555793_1281437311887808_2068213131_n.jpg

Εσείς επιλέξατε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο μόνο για να αφηγηθείτε μια ιστορία. Γενικότερα νομίζετε πως έγινε κάτι πολύ τολμηρό, πως ειπώθηκαν πράγματα ρηξικέλευθα σε αυτό το φεστιβάλ;

Μάνος Καρατζογιάννης: Παρακολούθησα μόνο μία παράσταση, της Στέλλας Χριστοδουλοπούλου, γιατί μέχρι να παίξουμε εμείς κάναμε συνεχώς πρόβες, οπότε δεν μπορώ να έχω ολοκληρωμένη άποψη για το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Μπορώ μόνο να πω ότι το πλαίσιο που μας δόθηκε ήταν αρκετά ελεύθερο και ανοιχτό. Φαντάζομαι πως το ίδιο θα ίσχυε για όλες τις ομάδες. 

 

maria-texnes-plus.jpgκ

Μάνο, γιατί επέλεξες την Ελένη Παπαδάκη; Ήξερες την ιστορία της, κόλλησε με το κόνσεπτ της Πειραματικής Σκηνής για τον Εμφύλιο;

Μάνος Καρατζογιάννης: Θυμάμαι ήμουν παιδί και κάποια στιγμή περπατούσα στο Α΄ Νεκροταφείο, όπως οι έφηβοι…

Μαρία Κίτσου: Αυτή ήταν και δική μου επιθυμία, να πηγαίνω στα νεκροταφεία. Αυτός ο ρομαντισμός, ο θάνατος, όλα αυτά.

Μάνος Καρατζογιάννης: Και είχα δει το μνήμα της, την προτομή της και το στίχο του Σικελιανού «Μνήσθητι Κύριε: Για την ώρα που η λεπίδα του φονιά άστραψε […] κι οι εννιά αδελφές έσκυψαν να της βάλουνε των αιώνων το στεφάνι». Και σκέφτηκα: «Τι είναι τώρα αυτό εδώ;» Μετά άρχισα να ρωτάω, όμως άλλοι μου έλεγαν και άλλοι όχι. Ήταν σαν μια ιστορία που κυκλοφορούσε στα σκοτεινά, όπως κυκλοφορούν και όλοι οι ήρωες σύμφωνα με τον ποιητή. Κάποια στιγμή είχα πάρει μια πρωτοβουλία, είχα ζητήσει από τον Μάνο Ελευθερίου να γράψει ένα μονόπρακτο, σε μια παράσταση το 2007. Κάποια στιγμή μου είπε ο Μάνος Ελευθερίου: «Έβγαλα ένα βιβλίο, θες να έρθεις να διαβάσεις αποσπάσματα στον Ιανό;» Ήταν «Η γυναίκα που πέθανε δύο φορές», από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Συμμετείχα στην παρουσίαση, διάβασα το βιβλίο, άρχισα να αντιλαμβάνομαι πάρα πολλά, να μαθαίνω πάρα πολλά, γιατί ο ίδιος είναι μανιώδης συλλέκτης, αφοσιωμένος στη μνήμη της και στο υλικό που υπάρχει για εκείνη. Μάλιστα έχει στα χέρια του το αρχείο του Πολύβιου Μαρσάν, από τον οποίο κυκλοφορεί και το άλλο βιβλίο, το λεύκωμα από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Αργότερα μου αφηγήθηκε περιστατικά από αυτή την ιστορία και, όσες φορές τύχαινε να τον συναντήσω, του έλεγα, όπως κάνουν τα εγγόνια με τον παππού ή τη γιαγιά: «Πείτε μου λίγο κάτι γι’ αυτή την ιστορία». Και εκείνος πολύ γενναιόδωρα μου αφηγούνταν. Κάποια στιγμή ανακοινώθηκε ο διαγωνισμός της Πειραματικής του Εθνικού –γιατί έγινε ένας ανοιχτός διαγωνισμός και κατατέθηκαν εκατό προτάσεις, από τις οποίες επιλέχθηκαν δέκα– και σκέφτηκα να υποβάλω πρόταση. Υπέβαλα την πρόταση και δεν μου είχαν απαντήσει. Εν τω μεταξύ βρισκόμουν στην Αγγλία λόγω του διδακτορικού και ήταν ένα διάστημα που δεν έπαιζα στο θέατρο. Στις 14 Φλεβάρη, του αγίου Βαλεντίνου, ήρθε ένα inbox στο facebook από τον Πρόδρομο Τσινικόρη, έναν εκ των δύο διευθυντών του Εθνικού Θεάτρου, στο οποίο έλεγε τι θα γινόταν με την πρόταση και τα σχετικά. Εγώ φυσικά δεν είχα έρθει σε επαφή με ηθοποιούς, γιατί είχε φτάσει του αγίου Βαλεντίνου και σκέφτηκα ότι, αφού θα γινόταν το Μάρτιο, αποκλείεται να δέχονταν την πρόταση. Είχα μελετήσει όλο το υλικό, όμως δεν είχα γράψει το έργο – έπρεπε να γραφτεί ένα κείμενο. Μου έστειλε λοιπόν το inbox, στο οποίο με ενημέρωνε ότι η πρόταση είχε γίνει δεκτή. Εν τω μεταξύ με τη Μαρία είχαμε συνεργαστεί στα «Σονέτα» του Σαίξπηρ του Γιοβανίδη το 2009, και μάλιστα χαίρομαι που τώρα θα γίνει πάλι μια παράσταση με τα σονέτα. Ήταν ωραία που κάναμε αυτό.

Μαρία Κίτσου: Μου είπε ο Μάνος ότι ήθελε να κάνουμε κάτι μαζί. Συμφώνησα αμέσως. Έχει γίνει μια πολύ ωραία δουλειά που την αγαπάμε.

Μάνος Καρατζογιάννης: Γενικά είχαμε μια πολύ καλή επικοινωνία. Είναι ένα ποιητικό πλάσμα, μοναχικό, ευαίσθητο, ιδιαίτερο, πολύ ιδιαίτερο. Αμέσως το σκέφτηκα και, επειδή ήξερα τη σχέση της με τον Σπύρο, της έστειλα ένα inbox –γιατί μιλούσαμε μέσω inbox από την Αγγλία– και της πρότεινα να πούμε και στον Σπύρο. Όμως μου έκανε εντύπωση το ότι η Μαρία, η οποία έπαιζε στη «Δεσποινίδα Τζούλια», που ήταν εξαιρετική, και είχε όλο αυτό το φόρτο και ήταν κουρασμένη, ενώ της έδωσα ενάμιση μήνα και πριν δει κείμενο μου απάντησε ναι. Ετοίμασα το κείμενο, της το έστειλα, συναντηθήκαμε. Η συμβολή του Σπύρου ήταν πολύ σημαντική, όχι μόνο ερμηνευτικά, σαν συνδημιουργοί πορευτήκαμε, δηλαδή είμαστε μαζί σε αυτό. Μετά ξεκίνησα έναν τιτάνιο αγώνα. Προχώρησα σε σύνθεση του κειμένου, που στοχεύει στην ετερότητα, στο πώς αυτή είναι πολύ διαφορετική. Αυτή ήταν σαράντα χρονών τότε, σαράντα ενός ετών εκτελέστηκε, ήταν ανύπαντρη, με αμφιλεγόμενη προσωπική ζωή, μεγαλοαστή, πολύ καλλιεργημένη. Ο καλλιτεχνικός νους της παράστασης και όχι ο ιστορικός, γιατί μόνος αυτός δεν μπορεί να κάνει παράσταση, είναι επικεντρωμένος στην ετερότητα, δηλαδή στο πώς αποδεχόμαστε το διαφορετικό, και κάθε σκοτεινή και δύσκολη περίοδο, είτε του σήμερα είτε του παρελθόντος. Η Παπαδάκη δεν αντιπροσώπευε το μέσο όρο, κάπνιζε, οδηγούσε, ήταν ανύπαντρη, με αμφιλεγόμενη σεξουαλική ζωή, προσέγγιζε τους ρόλους, όπως οι ίδιοι οι κριτικοί θεάτρου μαρτυρούν, με έναν πολύ προσωπικό, σχεδόν ιδιοφυή τρόπο, ήταν πολύ καλλιεργημένη, μεγαλοαστή, ήταν πολύ ξεχωριστή για την εποχή της. 

 

 

 

mariakitsou-texnes-plus (2).jpg

 

Η Ελένη Παπαδάκη λοιπόν, σύμφωνα με όσα αναφέρετε, υπήρξε Μοναδική προσωπικότητα. Πιστεύετε πως οι διαφορετικοί, οι μοναδικοί άνθρωποι πληρώνουν τελικά την ιδιαιτερότητά τους;

Μαρία Κίτσου: Σίγουρα αφήνουν ένα μεγάλο στίγμα, σίγουρα αφήνουν ένα μεγάλο έργο, αλλά πολλές φορές δέχονται και τρομερό πόλεμο ή πολλές φορές αναγνωρίζονται μετά το θάνατό τους. Όμως, ναι, υπάρχει τίμημα. Οπωσδήποτε.

Σπύρος Κυριαζόπουλος: Ειδικά για προσωπικότητες που δεν συμβιβάζονται με τίποτα και δεν θέλουν να αλλοιωθούν από τον κοινωνικό περίγυρο. 

Αυτό έχει να κάνει με την εποχή ή έχει αλλάξει; 

Μαρία Κίτσου: Δεν νομίζω πως έχει αλλάξει. Ακόμα και τώρα τα πιο ιδιαίτερα, τα πιο ξεχωριστά πλάσματα δεν είναι εύκολα αποδεκτά. Επιλέγουμε το εύκολο, το επιφανειακό, αυτό το τσιφτετέλι του Έλληνα, το μπουζούκι, οπότε είναι αρκετά βαρύ.

Η Ελένη Παπαδάκη ήταν μια ηθοποιός που μέσα σε διάστημα δεκαεννέα χρόνων σφράγισε όσο ελάχιστες την πορεία της χώρας μας. Μαρία, πόσο ιντριγκαδόρικο είναι να παίζει κανείς αυτόν το ρόλο; Τι έχεις στο μυαλό σου όταν την υποδύεσαι; 

Μαρία Κίτσου: Κατ’ αρχάς, όταν μου έκανε ο Μάνος την πρόταση, ενθουσιάστηκα και, όπως ανέφερε και εκείνος, χωρίς να έχω δει ακόμη το κείμενο. Για την Ελένη Παπαδάκη δεν θυμάμαι πώς ακριβώς έμαθα. Ήταν σαν να ήξερα από πάντα ότι υπήρξε αυτή η μεγάλη ηθοποιός. Ενώ είχα διαβάσει για το μύθο, αλλά και για το σκοτάδι, δεν ήταν ξεκάθαρα όλα αυτά, τα κάλυπτε πάντα ένα πέπλο μυστηρίου, κάτι που δεν αγγίζουμε. Ήξερα ότι για πολλούς θεωρείται πολύ μεγαλύτερη ηθοποιός από την Κατίνα Παξινού, με την οποία υπήρξαν φίλες και μετά ανταγωνίστριες, και για πρώτη φορά ίσως αυτά θίγονται στην παράσταση δημόσια, οπότε δεν ήταν απλώς ιντριγκαδόρικο για μένα αλλά και μεγάλο τόλμημα, και θέλησα να τη δικαιώσω. Έχω μελετήσει, και μελετώ, έναν τεράστιο όγκο πληροφοριών που μου έχει δώσει ο Μάνος για τη ζωή της, για όσα γράφτηκαν για το θάνατό της, επομένως με πολλή μελέτη και με πολύ σεβασμό ερμηνεύω, ενσαρκώνω αυτό το πλάσμα που είτε είναι η Ελένη Παπαδάκη είτε το φάντασμα που ξανάρχεται στο χώρο που κινούνταν για να διηγηθεί την ιστορία της ως φόρο τιμής στη μνήμη της. Εγώ βλέπω και τις φωτογραφίες της και καταλαβαίνω πόσο μεγάλη ηθοποιός ήταν, πόσο ξεχωριστή. Και έπειτα από όλα όσα έχω διαβάσει τη θαυμάζω τρομερά, δηλαδή αποτελεί ένα είδος προτύπου και για μένα, ακόμα και ο τρόπος με τον οποίο μελετούσε, διότι μελετούσε εμμονικά σχεδόν κάθε ρόλο, εμμονικά σαν στρατιώτης, σχεδίαζε τα πάντα, έκανε σχήματα, μουσικά, ήταν παράδειγμα και πολύ μοντέρνα για την εποχή της, πέρα από τη ζωή της, αλλά και ως ηθοποιός.

Μάνος Καρατζογιάννης: Συμπληρώνοντας αυτό που λέει η Μαρία, ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα είναι ότι εκείνη ήταν ίδια στη δημόσια και στην ιδιωτική της ζωή, ο βίος της ακολουθούσε το έργο της. Δεν φοβήθηκε το θάνατο.

Μαρία Κίτσου: Ήταν ο εαυτός της.

Μάνος Καρατζογιάννης: Ήταν ίδια και στη ζωή και στο θάνατο. Όταν της πρότειναν να φύγει για να σωθεί, εκείνη είπε: «Δεν θα πάω πουθενά. Δεν έχω βλάψει κανέναν». Το ενδιαφέρον για μένα σε σχέση με τον τρόπο που δουλέψαμε και προσεγγίσαμε την ιστορία είναι ότι σίγουρα υπάρχει μια αιχμή για τον Έλληνα που έχει μέσα του το διχασμό, και για το θέατρο, το σινάφι μας, είναι η πιο μελανή σελίδα της ιστορίας του. Δεν είναι ευχάριστη, αλλά το ενδιαφέρον είναι η δημόσια σφαίρα μέσα στην οποία εκτυλίσσεται η συγκεκριμένη ιστορία και πώς αυτή η δημόσια σφαίρα τού τότε έχει πολλά χαρακτηριστικά τού σήμερα, πώς δηλαδή στις σκοτεινές περιόδους, παραδείγματος χάριν, μια φήμη μπορεί να εξαπλωθεί χωρίς καν να διασταυρωθεί. Λέει η ηρωίδα μας: «Η δουλειά μου αγαπάει τις φήμες». Κανένας δεν θα ρωτήσει, κανένας δεν θα μάθει.

manos.jpg

Και σήμερα όμως δεν ισχύει αυτό, που έχουμε τόσο μεγάλο όγκο πληροφοριών και μπορούμε να τα μαθαίνουμε όλα με ένα απλό κλικ;

Μάνος Καρατζογιάννης: Ακριβώς αυτό θέλω να πω! Ότι παρατηρείς αυτό το φαινόμενο συνέχεια.

Μαρία Κίτσου: Δεν θα συναντήσεις και τις δύο πλευρές, πρέπει να το ψάξεις σφαιρικά το θέμα. Όχι, είσαι στη μια πλευρά και υποστηρίζεις ότι αυτό είναι σωστό. Άντε ρώτα. Διασταύρωσε κάτι προτού μιλήσεις.

 

14572088_10211015490842377_1046776961_o (1).jpg

Σπύρο, έχει κάτι περίεργο αυτός ο ρόλος που ερμηνεύεις, κάτι πολύ ενδιαφέρον υποκριτικά. Είναι βουβό πρόσωπο. Επίσης ο ήρωας που υποδύεσαι κατηγορείται για σαμποτάζ, επειδή δεν σκοτώνει την Παπαδάκη με τσεκούρι αλλά με περίστροφο. Αυτά όλα προσελκύουν έναν ηθοποιό υποκριτικά;

Σπύρος Κυριαζόπουλος: Πολύ και ακόμα πιο δελεαστικό ήταν το γεγονός ότι είναι βουβό πρόσωπο σε ένα μονόλογο τόσο ισχυρό και από μια τόσο ισχυρή προσωπικότητα, οπότε κάποια στιγμή οδηγήθηκα στην ανάγκη να θεωρήσω ότι αυτό δεν είναι εκατό τοις εκατό ρεαλιστικό και ότι έχει μια διπλή ταυτότητα, αφού η παράσταση είναι ούτως ή άλλως μια υπερβατική κατάσταση. Μετά θάνατον η Ελένη… μας διηγείται την πραγματική της ιστορία… Το πολύ ενδιαφέρον είναι ότι ήταν ένα βουβό πρόσωπο που απολάμβανε… Την ήξερε, επειδή έχει μια γνώση αυτός ο χαρακτήρας… Καταλήξαμε στο να μην είναι ένας ρεαλιστικός θάνατος με τσεκούρι, αλλά να υπάρχει μια ποιητική… όπως ήταν και η ζωή της Παππαδάκη, όπως αντιμετώπιζε τη ζωή, να γίνεται αυτό με έναν… Η κατάσταση είναι πιο γοητευτική, θα λέγαμε. Όλα ξεκινούν με το ταγκό της θεατρίνας, που είναι και το μόνο σωζόμενο υλικό που έχουμε και θέλαμε να μείνουμε σε έναν καβαλιέρο περισσότερο, ένα συμπορευτή…

Μάνος Καρατζογιάννης: Και, όπως υποκλίνεται η Μαρία, ξαφνικά αυτό το πρόσωπο το βλέπουμε να έρχεται από την πλατεία του θεάτρου, να είναι ένα μέρος του κοινού, του κόσμου. Ουσιαστικά η Ελένη, η οποία ξεκινά με το μονόλογο από τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη, προσπαθεί να υπερασπίσει τη φήμη της και να γλιτώσει τη ζωή της και αρχίζει να αντικρούει μία προς μία τις κατηγορίες που της έχουν αποδοθεί με συγκεκριμένα στοιχεία. Θέλω να πω στο σημείο αυτό ότι το κείμενο έχει πολύ χιούμορ.

Μαρία Κίτσου: Θέλω να συμπληρώσω επίσης ότι δεν πρόκειται για ένα είδος μνημόσυνου. Το κείμενο είναι σπαράγματα από τη ζωή και τις τελευταίες της μέρες, αλλά, ακριβώς όπως και η ίδια είχε χιούμορ και αυτοσαρκασμό και…

kuriazopoylos-texnes-plus.jpg

Ο Βλάσης Μακαρονάς τουφεκίζεται στις 21 Ιουνίου του 1948… Θέλω να σας ρωτήσω και τους τρεις, αλλά κυρίως τον Σπύρο, πιστεύετε πως έτσι κλείνει αυτός ο κύκλος;  

Μαρία Κίτσου: Οι ηθικοί αυτουργοί ποτέ δεν κατονομάστηκαν, δεν τιμωρήθηκαν, δεν δικάστηκαν. 

Σπύρος Κυριαζόπουλος: Ένα ανδρείκελο ήταν ο συγκεκριμένος άνθρωπος, γι’ αυτό δεν κατονομάζεται και στην παράσταση. Ούτε ο Μάνος Ελευθερίου το έκανε στο βιβλίο του. Επομένως, συμφωνώ με αυτό που λέει η Μαρία, ότι οι ηθικοί αυτουργοί της υπόθεσης δεν τιμωρήθηκαν, οπότε δεν θα κλείσει και ο κύκλος του άδικου χαμού αυτής της σπουδαίας γυναίκας.

spuros (2).jpg

Λέγεται ότι, όταν την επισκέφτηκαν τις τελευταίες στιγμές της ζωής της στην πολιτοφυλακή, της έδωσαν μαζί με τα απαραίτητα –μια κουβέρτα, λίγο γάλα, βιταμίνες– και ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με τίτλο «Villa Marguerite», ενώ η ίδια εμψύχωνε τις συγκρατούμενές της μιλώντας τους για θέατρο. Είναι τελικά η Τέχνη καταφύγιο στις δύσκολες στιγμές ή πολυτέλεια μπροστά στο ένστικτο της επιβίωσης;

Μαρία Κίτσου: Δεν θεωρώ πως είναι πολυτέλεια. Ειδικά από τη στιγμή που γεμίζουν τα μπουζουξίδικα. Όχι, δεν είναι πολυτέλεια να μάθεις πέντε πράγματα και να ευαισθητοποιηθείς. Παίρνεις αφορμές, τροφή για σκέψη, προχωράς ως άνθρωπος. 

Μάνος Καρατζογιάννης: Επίσης είναι σημαντικό ότι το θέατρο επαληθεύει το πολίτευμα. Στο θέατρο λέμε πράγματα τα οποία δύσκολα μπορούμε να πούμε στη ζωή. Η αξία του θεάτρου έγκειται στη σχέση που έχει με τη δημοκρατία και το πολίτευμα, το οποίο λειτουργεί καλύτερα στο πλαίσιο που μπορούμε να αντιληφθούμε το διαφορετικό. 

gia-thneleni.jpg

 

Φωτογραφίες για το Texnes-plus  Κοσμάς Ινιωτάκης 

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Κείμενο / Σκηνοθεσία: Μάνος Καρατζογιάννης

Σκηνικό: Γιάννης Αρβανίτης

Κουστούμια: Βασιλική Σύρμα

Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη

Μουσική επιμέλεια: Γιώργος Πούλιος

Μουσική σύνθεση τραγουδιού: Άρης Βλάχος

Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου

Ερμηνεύουν: Μαρία Κίτσου (στο ρόλο της Ελένης) και Σπύρος Κυριαζόπουλος (στο ρόλο του βωβού εκτελεστή της).

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Πρεμιέρα: Τετάρτη, 12 Οκτωβρίου στις 21:00

Παραστάσεις: από 12 Οκτωβρίου 2016 έως 05 Δεκεμβρίου 2016 

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Κάθε Τετάρτη & Πέμπτη στις 21:00

Εισιτήριο: 12 € κανονικό, 8 € μειωμένο

Διάρκεια: 60 λεπτά

Χώρος: Θέατρο TempusVerum-Εν Αθήναις

Διεύθυνση: Ιάκχου 19, Γκάζι, 11854, Αθήνα.

(Το Θέατρο Eν Αθήναις βρίσκεται στην Ιάκχου, πρώτη παράλληλο της Πειραιώς, ακριβώς πίσω από την Τεχνόπολη δίπλα στο σταθμό του Μετρό «Κεραμεικός».) 

Τηλέφωνο κρατήσεων: 210.34.25.170

Πρόσβαση: Μετρό - Στάση Κεραμεικός | Τρόλεϊ - Νο 21 (Στάση Παλαιά Αγορά, στην Τεχνόπολη) | Λεωφορείο - Νο 035, 049, 811, 815, 838, 914, Β18, Γ18, 731

(Στάση ΠΑΛ.ΑΓΟΡΑ, στην Τεχνόπολη)

 

karatzogiannis_Eleni.jpg

 Το βιβλίο "Για την Ελένη" κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σοκόλη 

 

Τα Αναλόγια είναι ένας θεσμός του Θεάτρου Τέχνης που αναδεικνύει θεατρικά έργα και δίνει τη δυνατότητα στους συγγραφείς να τα επικοινωνήσουν με το κοινό και τον καλλιτεχνικό κόσμο και στους δημιουργούν να έρθουν σε επαφή μαζί τους. Μια ακόμα πολύ σημαντική παράμετρος είναι η αλληλεπίδραση και η επαφή των καλλιτεχνών με αφορμή το κείμενο. Αυτό το συνειδητοποίησα ακόμα πιο έντονα ένα βράδυ που συνάντησα στο καμαρίνι τους λίγο μετά την πρόβα δύο αγαπημένους ηθοποιούς, τη Μαρία Ζορμπά και τον Τάσο Χαλκιά. Ο ενθουσιασμός τους για τη συνεργασία τους ήταν κάτι γλυκό, τρυφερό και ειλικρινές. «Η χαρά αυτής της δουλείας είναι ότι μπορεί να αργήσεις να συναντηθείς με έναν άνθρωπο, αλλά, όταν αυτό συμβεί, είναι κάτι μαγικό», μου είπε ο Τάσος Χαλκιάς μόλις πάτησα το rec στο μαγνητοφωνάκι. Και η Μαρία Ζορμπά, σαν η συνέντευξή μας να ήταν μια κυκλική αφήγηση, μου ομολόγησε τρυφερά κατεβαίνοντας τα σκαλιά της Φρυνίχου: «Δεν είναι ένας γλύκας;» Ο ιθύνων νους της σκηνικής τους σύμπραξης είναι η Αναστασία Κουμίδου, η οποία σκηνοθέτησε το έργο «ΝΙΚΗΡΑΤΟΣ», της Ευανθίας Καΐρη, που παρουσιάζεται αύριο, 1η Οκτωβρίου, για μία και μοναδική παράσταση

 

Το έργο

Μαρία Ζορμπά: Είναι ένα υπέροχο έργο, ένα κείμενο πάρα πολύ παλιό. Φαντάσου μια εικοσιεπτάχρονη γυναίκα να γράφει ένα τέτοιο θεατρικό έργο τόσο πλήρες, παρόλο που η ίδια συνεχώς το περιγράφει ως ατελές, όσον αφορά την τεχνική και τη θεματολογία.

Τάσος Χαλκιάς: Η επαφή μου με έργα που διακρίνονται για το σοβαρό θεατρικό τους λόγο είναι πολύ παλιά, από την περίοδο του Εθνικού Θεάτρου, και ομολογώ ότι μου είχε λείψει αρκετά. Χάρη στην Αναστασία (Κουμίδου) βρεθήκαμε μαζί με συναδέλφους άξιους να αναγνώσουμε αυτό το σπουδαίο έργο, σε ένα πολύ καλό αναλόγιο το οποίο νομίζω πως έχουμε ετοιμάσει για ένα έργο που προσωπικά δεν γνώριζα την ύπαρξή του, όπως δεν γνώριζα και την ύπαρξη της συγγραφέως. Είμαι πολύ ευτυχής που ήρθα σε επαφή με το εν λόγω έργο και συναντήθηκα και επικοινώνησα με τους συγκεκριμένους συναδέλφους. Πιστεύω πως αυτό που προέκυψε, τόσο με τους ηθοποιούς όσο και με τη σκηνοθέτιδα, δεν θα τελειώσει εδώ, θα έχουμε την ευκαιρία να κάνουμε και άλλα πράγματα, γιατί πραγματικά συγχρονιστήκαμε. Έχουν καταπιαστεί με τη συγκεκριμένη παράσταση και άνθρωποι των γραμμάτων και του θεάτρου, όμως φημολογείται ότι η ίδια η συγγραφέας δεν είχε παρακολουθήσει παράστασή της. Πάντως το έργο έχει παρουσιαστεί και προπολεμικά.

14528429_10154243639802771_2144549305_n.jpg

Οι ρόλοι

 Μαρία Ζορμπά: Εγώ στην παράσταση διαβάζω την επιστολή της συγγραφέως που περιγράφει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες οδηγήθηκε στη συγγραφή. Μάλιστα ζητά συνέχεια συγγνώμη γι’ αυτό, αλλά δεν μπορεί, όπως επισημαίνει, να μην κάνει κάτι για το τρομερό ιστορικό γεγονός που βιώνει και τις συνέπειές του – το έργο αναφέρεται στην Έξοδο του Μεσολογγίου. Επίσης διαβάζω και τα λόγια της Κλεονίκης, της κόρης του Νικήρατου. Από το πρώτο συνθετικό των ονομάτων και των δύο, τη λέξη «νίκη», υποψιαζόμαστε πως πρόκειται για μια γυναίκα περίπου ίδιας ηλικίας με τη συγγραφέα, που έχει κάποιες ομοιότητες μαζί της. Για παράδειγμα, είναι και εκείνη ανύπαντρη, δείχνει αρκετά δυναμική, τρέφει μεγάλη αγάπη για τον πατέρα της και φαίνεται να εμπνέει τις υπόλοιπες γυναίκες ώστε να συμμετάσχουν στον αγώνα. Είναι μια γυναίκα που μπαίνει πάντα μπροστά. Μια γυναίκα που μεγάλωσε χωρίς τη μητέρα της και ανατράφηκε με αντρικό πρότυπο, αυτό του πατέρα και των αδερφών της.

 

Ο θεατρικός λόγος σήμερα ενάντια στην εποχή της εικόνας και ενός θεάτρου εντυπωσιασμού

 

Τάσος Χαλκιάς: Συμφωνώ απόλυτα με αυτό που λες. Ότι ακριβώς σήμερα κυριαρχεί αυτή η τάση εντυπωσιασμού στο θέατρο και ότι στη ζωή μας κυριαρχεί η εικόνα. Εμένα προσωπικά αυτό δεν με εκφράζει καθόλου. Νομίζω πως την εποχή που η εικόνα «μιλά» πάρα πολύ ο λόγος από μόνος του αποκτά μια άλλη διάσταση πολύ πιο ισχυρή, πολύ πιο δυναμική. Όταν καλείσαι να περάσεις μόνο μέσω της ανάγνωσής σου ένα έργο, ένα κείμενο, μια ιστορία, ένα ρόλο, έναν ολόκληρο κόσμο, ο λόγος από μόνος του αποκτά μια άλλη διάσταση πολύ πιο ισχυρή και για εμάς, αν θέλεις, τους ηθοποιούς είναι και ένα στοίχημα. Το αν μπορείς βιδωμένος σε μια καρέκλα, μέσα στην ακινησία σου, με μόνο εκφραστικό μέσο τον ήχο, το συναίσθημα και την ένταση της φωνής σου, να επικοινωνήσεις μια ιστορία στο κοινό. Είναι μια άσκηση για τον ηθοποιό.

 

Μαρία Ζορμπά: Συμφωνώ με όλα όσα αναφέρθηκαν. Θα ήθελα να προσθέσω ότι στην περίπτωση των αναλογίων απαιτείται και μια μικρή προσπάθεια από την πλευρά του θεατή. Επειδή ακριβώς υπάρχει αυτό που είπες και λίγο πριν σβήσουν τα φώτα υπάρχει όλη αυτή η φασαρία και ο θόρυβος. Καλό θα ήταν να χαλαρώσει ο θεατής, να σβήσει το κινητό του και να αφεθεί σε αυτό το διαφορετικό που είναι ο ήχος. Να αφεθεί να ακούσει. Νομίζω πως, αν συμβεί αυτό –όσες φορές μού έχει συμβεί και εμένα ως θεατή, ήταν κάτι διαφορετικό–, είναι μαγικό, συγχρονίζεται η ανάσα σου και για εμάς αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό.

 14518400_10154243639627771_1466679177_n (1).jpg

 

 Ευανθία Καΐρη και Κροστάντ στο «Κουκλόσπιτο»: δύο φεμινίστριες σε άλλη εποχή;

Μαρία Ζορμπά: Σίγουρα στο «Κουκλόσπιτο» τόσο η Νόρα που εγκαταλείπει το σπίτι της όσο και η κυρία Κροστάντ που ερμηνεύω εγώ δεν είναι δύο συνηθισμένες γυναίκες. Η Κροστάντ είναι εργάτρια, παλεύει μόνη της στη ζωή και τα καταφέρνει. Η Ευανθία έκανε κάτι τελείως πρωτοποριακό για την εποχή της, με το να τυπώσει το έργο της ανώνυμα. Τώρα, όσον αφορά το συνδυασμό των δύο, δεν τον έχω κάνει. Τις έχω διαχωρίσει στο μυαλό μου.

Τάσος Χαλκιάς: Για το θέμα του φεμινισμού που θίξατε θέλω να προσθέσω ότι ζούμε σε μια χώρα που ανακαλύπτει τα πράγματα μία εικοσαετία, τριακονταετία αφότου έχουν συμβεί στον υπόλοιπο κόσμο. Για παράδειγμα, εγώ πιστεύω πως τώρα βιώνουμε τον απόηχο του Μάη του ’68 ή τον ζήσαμε την προηγούμενη δεκαετία. Ίσως γιατί είμαστε πιο αργόστροφοι οι Έλληνες. Το κίνημα του φεμινισμού είναι πάρα πολύ παλιό για να έχουμε αναφορές. Όχι για την Ευανθία Καΐρη στην οποία αναφέρεσαι, αλλά φεμινιστικό κίνημα ξεκίνησε και ο Αριστοφάνης μέσα από τις κωμωδίες του. Η Ευανθία Καΐρη σαφώς περιλαμβάνεται στις φεμινίστριες γυναίκες που σε μια εποχή που δεν γνωρίζω αν απαγορευόταν διά νόμου να εμφανίζονται οι γυναίκες ως συγγραφείς εκείνη το έκανε και το αιτιολόγησε με το περίφημο γράμμα που διαβάζει η Μαρία στην αρχή του έργου. «Ένιωθα το χρέος να κάνω κάτι. Αν έχει λάθη, συγχωρήστε με, εγώ ένιωθα το χρέος να το κάνω! Να μιλήσω γι’ αυτή την ιστορία!» Επομένως θέλω να πω ότι αυτό που έκανε η συγκεκριμένη γυναίκα είναι πολύ σημαντικό, ανεξάρτητα από το αν συνδέεται με το φεμινισμό ή όχι και καταγράφεται ιστορικά. Τέτοιου είδους φαινόμενα δεν νομίζω πως τους αξίζει απλώς μια ετικέτα.

 14543407_10154243639687771_280137966_n.jpg

«ΝΙΚΗΡΑΤΟΣ» και «Σμύρνη μου, αγαπημένη». Ιστορία στη σκηνή, μια αγάπη μεγάλη όπως στα χρόνια του Εθνικού

 

Τάσος Χαλκιάς: Ταυτίστηκα αρκετά με το έργο της Καΐρη, αν και τώρα το ανακάλυψα, όπως σου είπα και πριν, γιατί θεωρώ πως έχει πολλά κοινά με την παράσταση «Σμύρνη μου, αγαπημένη». Χρονικά απέχουν περίπου 100 χρόνια. Στο έργο της Μιμής Ντενίση παρακολουθούμε τις συνέπειες της πολιτικής του Ελευθέριου Βενιζέλου και πώς άδραξε την ευκαιρία να ξανασυστήσει τη Μεγάλη Ελλάδα. Ως ένα σημείο τα κατάφερε, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι Έλληνες καταποντίστηκαν όταν πέρασαν την Κωνσταντινούπολη και ήθελαν να πάνε πιο πέρα. Στον Σαγγάριο οι συνέπειες ήταν ολέθριες για τον ελληνικό στρατό. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να πάμε εκεί, γιατί η περιοχή του Σαγγάριου ούτε την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου ήταν δική μας. Ο Βενιζέλος υιοθέτησε το όραμα της Μεγάλης Ιδέας και αγνόησε ότι υπήρχαν και άλλοι με συμφέροντα. Μερικές μεγάλες ηγετικές φυσιογνωμίες τις έχουμε τοποθετήσει πάρα πολύ ψηλά, ενώ έχουν κάνει ολέθρια σφάλματα για τον ελληνισμό. Ο τίτλος του εθνάρχη δίνεται έτσι εύκολα. Χρίζουμε κάποιες μετριότητες ως ηγέτες. Δεν θέλω να πω ότι ο Βενιζέλος ήταν μετριότητα. Γιατί είμαι πολύ λίγος εγώ για να υποστηρίξω κάτι τέτοιο. Όμως, αν δεν έχεις ως γνώμονα το μέτρο άριστον, που έλεγαν οι αρχαίοι, και δεν αφήνεις τίποτα για τις άλλες γενιές, μάλλον διακατέχεσαι από πολλή αλαζονεία.

 

Θέατρο, αλαζονεία και εξουσία. Αφήνει χώρο η προηγούμενη γενιά στην επόμενη;

 

Τάσος Χαλκιάς: Η δική μου γενιά δημιούργησε τεράστια κενά. Δυστυχώς δεν μορφώθηκε θεατρικά ή παραμορφώθηκε ή διαμορφώθηκε, πάντως δεν μορφώθηκε. Είχε την τάση να μορφώσει χωρίς να είναι αρκετά μορφωμένη η ίδια και, όταν λέω να μορφώσει, δεν εννοώ να ξέρει κάποιος πόσα έργα έχει γράψει ο Σοφοκλής ή τι είναι αποστασιοποίηση κατά τον Μπρεχτ. Μιλώ για τη μόρφωση που οφείλει να λαμβάνει ένας καλλιτέχνης μέσω του θεάτρου, την ανθρώπινη μόρφωση, με την οποία θα  κατανοήσει ότι ο Φρόιντ αξιοποίησε ένα φαινόμενο που είναι όμως ένας ελληνικός μύθος. Αν δεν γνωρίζεις ότι ο μύθος του Οιδίποδα είναι ελληνικός, δεν είναι δυνατό να καταλάβεις το οιδιπόδειο σύμπλεγμα. Αν δεν αντιλαμβάνεσαι αυτού του είδους τα μεγέθη, μένεις πίσω. Οι εκπρόσωποι της δικής μου γενιάς γύρισαν την πλάτη στα σπουδαία του θεάτρου, στην ουσία, και ήθελαν να κάνουν όνομα. Ήθελαν να γίνουν φίρμες. Επομένως πώς μπορούσαν να έχουν γενναιοδωρία όταν δεν είχαν μορφωθεί θεατρικά;

 

Τηλεοπτικές άδειες και σίριαλ 

 

Τάσος Χαλκιάς: Δεν έχουν σχέση με τους καλλιτέχνες όλα όσα συμβαίνουν με τις άδειες. Εμείς προσφέραμε τον καλλιτεχνικό μας εαυτό. Από εκεί και πέρα όλα αυτά είναι τερτίπια που εξυπηρετούν συμφέροντα τα οποία έχουν να κάνουν με το ποιος ελέγχει την ενημέρωση και με το τι πρέπει να ακούγεται, ποιον ωφελεί, αν πρέπει να ακούγεται ο λόγος του κράτους, των δικαστών, των επιχειρηματιών. Επίσης όλοι θέλουν να έχουν ένα βήμα μέσα από ένα κανάλι για να εκφραστούν. Θεωρώ πως αυτή τη στιγμή τον κύριο Αλαφούζο δεν τον ενδιαφέρει να προσφέρει στον ελληνικό λαό με καλλιτεχνικά προγράμματα, εκπομπές λόγου, μορφωτικού χαρακτήρα, ντοκιμαντέρ –τέτοιο χαρακτήρα φαίνεται να έχει το κρατικό κανάλι–, αντίθετα νομίζω πως επιθυμεί να ελέγχει τα ΜΜΕ. Όπως και οι υπόλοιποι. Δεν πιστεύω πως και οι υπόλοιποι άνθρωποι είναι τόσο ηλίθιοι που δεν κατάφεραν να κάνουν εκατομμύρια όπως ο κύριος Κοντομηνάς. Στην τελευταία δουλειά που έκανα στο Mega, για την οποία ακόμη δεν έχουμε πληρωθεί, στα 39 ωφέλιμα λεπτά τα 12 λεπτά ήταν διαφημίσεις... Έχουν βγάλει πάρα πολλά χρήματα.

 

Μαρία Ζορμπά: Εγώ έχω κάνει πολύ λιγότερη τηλεόραση από τον κύριο Χαλκιά, ωστόσο θεωρώ πως είναι ένας χώρος δημιουργίας για τους καλλιτέχνες που χάθηκε. Μπορεί πολλές φορές να μην την εκμεταλλεύτηκαν με τον καλύτερο τρόπο, αλλά έχουν γίνει και ωραίες δουλειές και είναι σημαντικό να συνεχίσει να υπάρχει αυτός ο χώρος και να μπορούν οι καλλιτέχνες να δημιουργούν.

 

 

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

 

«ΝΙΚΗΡΑΤΟΣ», της Ευανθίας Καΐρη

 

Στο πλαίσιο του Θεατρικού Αναλογίου 2016

 

Στο Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν, Φρυνίχου 14

 

ΣΑΒΒΑΤΟ 1 Οκτωβρίου 2016, 6.30 μ.μ.

 

Συντελεστές:

 Σκηνοθεσία: Αναστασία Κουμίδου

 Eικαστική επιμέλεια: Μαίρη Τρακάκη

 Κίνηση: Λέτα Αμπαζή

 Μουσική επιμέλεια: Ερασμία Τσίπρα

 Παίζουν:

 Νικήρατος: Τάσος Χαλκιάς

 Κλεονίκη/Ευανθία Καΐρη: Μαρία Ζορμπά

 Λυσίμαχος: Χάρης Τσιτσάκης

 Απεσταλμένος/Ιμπραήμ: Δημήτρης Μακρής

 Γυναίκα: Νέλη Αλκάδη

 

 

 

 

 

 

 

Πρώτη δημοσίευση 19/2/16 στο texnes-plus.blogspot.gr

 

«Εκείνο το ελάχιστο δηλητήριο που είναι απαραίτητο για να αφαιρέσει από την ψυχή την υπερβολική της υγεία».

 

Μια σκηνή άδεια, σκοτεινή, με μοναδική διακόσμηση γλόμπους που φωτίζουν ελάχιστα.
Στο κέντρο τέσσερις νέοι ηθοποιοί με στρατιωτικές στολές που παραπέμπουν σε άλλη χώρα… Και όλα αυτά επενδυμένα με υποβλητική μουσική που αναδεικνύει τις εικόνες που προκύπτουν από τις λέξεις τις οποίες λένε οι στρατιώτες της σκηνής...

 Αυτή είναι η πρώτη εντύπωση που αποκομίζει όποιος παρακολουθεί την παράσταση «Αναστατώσεις του οικότροφου Τέρλες» στο Θέατρο Πόρτα. Η Γεωργία Μαυραγάνη σκηνοθετεί τη σκοτεινή νουβέλα του Ρόμπερτ Μούζιλ και δημιουργεί μαζί με τη σούπερ ταλαντούχα τετράδα ηθοποιών ένα θεατρικό διαμάντι, που αξίζει την προσοχή μας.

 

«Οι αναστατώσεις του οικότροφου Τέρλες» ήταν το πρώτο βιβλίο του συγγραφέα και, μολονότι το έγραψε σε ηλικία μόλις είκοσι πέντε ετών, συγκαταλέγεται, σύμφωνα με την εφημερίδα Die Zeit, ανάμεσα στα 100 αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Πρόκειται για ένα βιβλίο προφητικό, γιατί περιγράφει με ακρίβεια τις δικτατορίες του 20ού αιώνα. Παράλληλα αποτελεί μια θαυμάσια ανάλυση της εφηβείας, καθώς βασίζεται σε αληθινά γεγονότα.

 

Τα τέσσερα στρατιωτάκια λοιπόν, Μπάινεμπερκ, Ράιτινγκ, Τέρλες και Μπαζίνι, ακολουθώντας κατά κύριο λόγο τη φόρμα της λογοτεχνικής αφήγησης και πολύ σπάνια
τη δραματοποίηση, μας ταξιδεύουν στις σελίδες ενός εφηβικού ημερολογίου, όπου περιγράφονται λεπτομερώς όσα πέρασε ένας οικότροφος από τους συνομηλίκους τους στη στρατιωτική σχολή στην οποία φοιτούσε. Το bullying σε όλες τους τις εκφάνσεις κυριαρχεί επί σκηνής, αλλά ο Τέρλες, δηλαδή ο συγγραφέας-απλός θεατής, επομένως και συνένοχος...

 

Οι τέσσερις εξαιρετικοί ηθοποιοί (Βαγγέλης Αμπατζής, Γρηγόρης Μπαλάς, Βασίλης Σαφός και Μπλερίμ Δαμπιράι), ανεξάρτητα από το αν ξεκινούν από το ρόλο του θύτη ή του θύματος, ξεγυμνώνονται εκπληκτικά στη σκηνή, αποκαλύπτοντας τις πληγές και τα τραύματα των τεσσάρων χαρακτήρων. Διακρίνονται για το μοναδικό τους συγχρονισμό και την απίστευτη σκηνική τους ετοιμότητα.

 

 

 Η Γεωργία Μαυραγάνη προσεγγίζει το θέμα με τόλμη, αισθησιασμό ως προς την εφηβική σεξουαλικότητα, αλλά και με ευαισθησία ως προς τη σχολική βία ή τα ψυχικά τραύματα των ανεκπλήρωτων γονεϊκών προσδοκιών. Παίζει μοναδικά με τις σκηνικές ατμόσφαιρες και τις εναλλαγές και μας εκπλήσσει ευχάριστα για μια ακόμη φορά!

 

 

 ΥΓ: Προβληματισμό προκαλεί το γεγονός ότι στο ταμείο του θεάτρου υπάρχει η προειδοποίηση ότι η παράσταση περιέχει σκηνές που μπορεί να ενοχλήσουν τους θεατές και ότι είναι ακατάλληλη για θεατές κάτω των 15 ετών. Πρόκειται για ένα έργο που γράφτηκε πριν από 110 χρόνια! Σίγουρα θα έχουν ακούσει πολλά... 

 

 

 ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

Σκηνοθεσία -Διασκευή: Γεωργία Μαυραγάνη

Βοηθός σκηνοθέτη: Ελίνα Ρίζου

Σκηνικά-κοστούμια: Άρτεμις Φλέσσα

Επιμέλεια κίνησης: Ρομάνα Λόμπατς

Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας

 

Παίζουν: Βαγγέλης Αμπατζής, Βασίλης Σαφός, Γρηγόρης Μπαλάς, Μπλερίμ Δαμπιράι

 

 

 

Με εντατικούς ρυθμούς και έξαρση δημιουργικότητας δουλεύει αυτή την περίοδο ο Νίκος Χατζόπουλος, καθώς την Κυριακή έχει προγραμματιστεί η πρεμιέρα του εκπληκτικού «Θεατροποιού», ενώ συνεχίζονται και οι πρόβες για τη «Δωδέκατη Νύχτα» που ο ίδιος μετέφρασε. Παράλληλα ετοιμάζει το νέο πρότζεκτ «Συνέβη στην Ελλάδα», στο πλαίσιο του οποίου θα παρακολουθήσουμε σε επτά παραστάσεις, μία κάθε μήνα, σημαντικά ιστορικά γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας μας με αμφιλεγόμενες προσεγγίσεις και ερμηνείες. Συναντηθήκαμε πού αλλού; Στο φουαγιέ ενός θεάτρου, ανάμεσα στις πρόβες για το έργο του Σαίξπηρ και εκείνο του Μπέρνχαρντ, και μιλήσαμε για όλα όσα τον απασχολούν αυτό το διάστημα. Η συζήτηση με τον Νίκο Χατζόπουλο είναι απολαυστική, ζωντανή, σπαρταριστή, πάλλεται όπως οι φωνητικές χορδές του Θεατροποιού πάνω στο σανίδι. Θυμώνει, χαίρεται, λυπάται, προβληματίζεται, κατηγορεί, αναρωτιέται, μα πάνω από όλα ζει και ελπίζει...

 

 theatropoio.jpg

 

Όλα τα πρόσωπα των έργων του Τόμας Μπέρνχαρντ κινούνται στο τρίπτυχο που ορίζεται από τις ιδιότητες επιτυχημένη διάνοια-αποτυχημένη διάνοια-αφηγητής. Εσείς στον «Θεατροποιό» που θα ξαναδούμε από την Κυριακή 2 Οκτωβρίου στο Θέατρο Πόρτα ποια από αυτές αντιπροσωπεύετε;

Όντως τα πρόσωπά του επιτελούν μία απ’ αυτές τις τρεις λειτουργίες. Είναι οι αφηγητές της ιστορίας τους στο κοινό. Παράλληλα, είναι πρόσωπα εξαιρετικά, που αποβλέπουν σε υψηλούς στόχους τους οποίους φιλοδοξούν να πετύχουν. Αλλά είναι και αποτυχημένα, λες και το υψηλό που παλεύουν να κατακτήσουν είναι κάτι ουτοπικό ή ανέφικτο ή αόριστο. Στα έργα, όμως, που βασίζονται σε έναν κεντρικό ρόλο που στην ουσία μονολογεί, οι ήρωες συγκεντρώνουν και τα τρία χαρακτηριστικά μαζί.

Έτσι και ο Μπρουσκόν, ο Θεατροποιός που υποδύομαι στην παράσταση, από τη μια μάς αφηγείται την ιστορία του: είναι ένας θιασάρχης που περιοδεύει στην επαρχία παρουσιάζοντας το έργο που ο ίδιος έχει γράψει και στο οποίο παίζει η οικογένειά του. Ταυτόχρονα είναι η επιτυχημένη διάνοια, δηλαδή έχει ένα μεγαλόπνοο στόχο, φιλοδοξεί το έργο που έχει γράψει, η «κωμωδία» του, να καλύπτει όλη τη σύγχρονη ιστορία, από την εποχή του Ιουλίου Καίσαρα μέχρι σήμερα. Παρελαύνουν λοιπόν από το κείμενό του όλες οι εμβληματικές προσωπικότητες, από τον Ιούλιο Καίσαρα και τον Νέρωνα, μέχρι τον Τσόρτσιλ και τον Χίτλερ, τον Ναπολέοντα και τη Μαντάμ Κιουρί. Αυτός είναι ένας μεγαλόπνοος στόχος, ένας ευγενής σκοπός.

Παράλληλα εκπροσωπεί το ουτοπικό και το ανέφικτο. Γιατί ένας τέτοιος στόχος δεν μπορεί να επιτευχθεί σε εχθρικές συνθήκες. Και, όταν λέω «εχθρικές συνθήκες», εννοώ και εσωτερικές, δηλαδή τη μεγαλομανία του, τη σχέση που έχει με τα παιδιά του, που τα βρίζει και τα θεωρεί ατάλαντα και μαζί ταλαντούχα, αλλά και τον περίγυρό του, που είναι οι διάφορες πιάτσες στις οποίες παίζεται η παράσταση. Πιάτσες κατά κύριο λόγο ανοργάνωτες, από ανθρώπους αδαείς, μέσα στην μπόχα από τα χοιροτροφεία. Οι εξωτερικές συνθήκες δηλαδή κάθε άλλο παρά συμβαδίζουν με τον ευγενή σκοπό του Μπρουσκόν και το έργο του. Συνάμα ο ίδιος βρίζει τους συμπατριώτες του, βρίζει την Αυστρία. Τους θεωρεί αμόρφωτους, αγράμματους, και τους κατηγορεί ότι κατά βάθος είναι όλοι τους ναζί. Υπάρχουν συνεπώς και εξωτερικοί και εσωτερικοί παράγοντες που αντίκεινται στην επίτευξη αυτού του μεγαλεπήβολου στόχου.

Με τον Ακύλλα Καραζήση συνεργάζεστε πολλά χρόνια. Άλλοτε σας βλέπουμε μαζί στη σκηνή, άλλοτε σκηνοθετείτε από κοινού την παράσταση. Τώρα στον «Θεατροποιό» εκείνος σκηνοθετεί και εσείς παίζετε. Τι σας οδήγησε σε αυτή την επιλογή;

Ήταν δύσκολο να σκηνοθετήσουμε μαζί το συγκεκριμένο έργο, διότι βασίζεται σε έναν κεντρικό ρόλο. Στις προηγούμενες δουλειές, όταν υπήρχε συν-σκηνοθεσία, ήταν μοιρασμένες οι αρμοδιότητες, ο ένας μπορούσε να παρατηρεί τι έκανε ο άλλος. Εγώ είμαι από τους ηθοποιούς που έχω ανάγκη το σκηνοθέτη, το τρίτο μάτι από κάτω να με καθοδηγεί. Υπό αυτή την έννοια λοιπόν δεν μπορούσα να επωμιστώ έναν τόσο μεγάλο ρόλο, έχοντας ταυτόχρονα στο νου μου και τη σκηνοθεσία.

 

Ποιος πρότεινε το συγκεκριμένο έργο;

Μαζί το σκεφτήκαμε.

 Αυτόν το συνδυασμό της προσπάθειας του Θεατροποιού με πράγματα που δεν συμβαδίζουν τον εντοπίζετε σήμερα και στην ελληνική θεατρική πραγματικότητα;

Η προσπάθεια των ανθρώπων του θεάτρου περιέχει μερικές φορές και το μεγαλόπνοο και το γελοίο. Γιατί, όταν αυτοί οι στόχοι δεν επιτυγχάνονται, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι και γελοίο. Μπορεί να είναι από αποκαρδιωτικό μέχρι ντροπιαστικό. Πολλές φορές οι άνθρωποι του θεάτρου παλεύουμε για κάτι πολύ υψηλό που η υλοποίησή του δεν ευνοείται από τις επικρατούσες συνθήκες. Υπάρχουν βέβαια και οι εξωτερικοί παράγοντες. Θεωρούμε δεδομένο ότι ο κόσμος συμβαδίζει με τη δική μας άποψη, αλλά δεν ισχύει πάντα αυτό. Ο κόσμος έχει τα δικά του προβλήματα, τα δικά του θέματα, ή έχει μάθει να σκέφτεται μέχρι ένα σημείο. Όταν αυτό που θέλει ο θεατής ταυτίζεται με αυτό που προσφέρει ο καλλιτέχνης, είναι μια ευτυχής συγκυρία, όμως δεν είναι ο κανόνας.

 Ετοιμάζετε για το Εθνικό Θέατρο το πείραμα «Συνέβη στην Ελλάδα», στο πλαίσιο του οποίου σε επτά παραστάσεις θα παρακολουθήσουμε σημαντικά γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας μας. Ιστορικά γεγονότα, με αμφιλεγόμενες προσεγγίσεις και ερμηνείες, όπως διαβάσαμε στο δελτίο Τύπου. Αναρωτιέμαι λοιπόν αν το ότι «ο κόσμος έχει μάθει να σκέφτεται μέχρι ένα σημείο», όπως αναφέρατε πριν, ήταν η αιτία που πέρυσι κατέβηκε η «Ισορροπία του Nash» πριν καλά καλά ανέβει με εντολή του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου. Επίσης πριν από λίγες μέρες η παράσταση του γνωστού blogger Πιτσιρίκου αποσύρθηκε εξαιτίας πιέσεων που ασκήθηκαν προτού καν ανακοινωθεί από το Θέατρο Τέχνης. Πώς τα σχολιάζετε όλα αυτά;

Εγώ θα έλεγα το εξής: Να αφήσουν ήσυχο το θέατρο! Το θέατρο έχει τους δικούς του τρόπους, τους δικούς του νόμους. Το ότι, για παράδειγμα, παρουσιάζουμε επί σκηνής έναν εγκληματία δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε και τη δράση του. Το θέατρο, η σκηνή του θεάτρου, είναι ένας χώρος πειραματισμού, είναι μια μεταφορά, δεν είναι η πραγματικότητα. Υπό αυτή την έννοια στη σκηνή του θεάτρου επιτρέπεται οτιδήποτε. Η Τέχνη, διαχρονικά, ακόμα και αν παρεκκλίνει από την κοινώς νοούμενη «καλή συμπεριφορά», χρησιμοποιεί τη μυθοπλασία με τρόπο μεταφορικό. Βλέπουμε πάρα πολλές κινηματογραφικές ταινίες με ακραίες και εντελώς απαράδεκτες συμπεριφορές. Αυτό δεν σημαίνει ότι τις παρουσιάζουν ως πρότυπο, αντίθετα τις προβάλλουν σαν ένα μεταφορικό παραμύθι, σαν τροφή για σκέψη και στοχασμό. Όποιος παρουσιάζει κάτι δεν συνεπάγεται ότι το υιοθετεί κιόλας. Η σκηνή είναι μια μεταφορική έννοια, η σκηνή δεν παρουσιάζει τη ζωή. Σε αυτή είναι δυνατό να παρουσιαστούν τα πιο ακραία τέρατα. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι υιοθετείται η συμπεριφορά τους.

 Η ελληνική κοινωνία γιατί δεν το καταλαβαίνει αυτό; Είναι ανώριμη; Ακαλλιέργητη; Τι φταίει;

Αυτοί που αντιδρούν είναι οι ημιμαθείς. Αντιδρούν άνθρωποι που νομίζουν ότι έχουν γνώση επί παντός επιστητού, αλλά όχι περί Τέχνης. Και δεν είναι τυχαίο ότι αντιδρούν πριν καν δουν το αποτέλεσμα. Συνήθως αυτοί οι άνθρωποι, άσχετοι με την Τέχνη, δεν στοχεύουν στο ίδιο το καλλιτεχνικό γεγονός, αλλά το χρησιμοποιούν για να χτυπήσουν άλλους στόχους. Όταν, για παράδειγμα, ανέβηκε μια παράσταση βασισμένη στο βιβλίο «Ο αγών μου» του Χίτλερ, δεν είπε κανένας τίποτα.

 Γιατί πιστεύετε πως συνέβη αυτό;

Γιατί δεν βρέθηκε κάποιος «έξυπνος» να ρίξει τη σπίθα. Πολλές φορές έχουμε δει αντιδράσεις εκ των υστέρων. Για παράδειγμα, στην παράσταση της Λένας Κιτσοπούλου με θέμα τον Αθανάσιο Διάκο, αντέδρασαν μερικούς μήνες μετά! Επειδή κάποιος, για λόγους σκοπιμότητας, χρησιμοποίησε ένα καλλιτεχνικό γεγονός που, όπως ανέφερα πριν, εξυπηρετεί άλλους σκοπούς, όχι να διδάξει ιστορία, για να πλήξει κάποιον πολιτικά.

 Ας μείνουμε στην πολιτική και ας πάμε σε ένα κίνημα που είχε και πολιτικούς στόχους, το «Κίνημα Σφενδόνη». Ήσασταν από τους ενεργούς καλλιτέχνες. Θα ήθελα να κάνετε μια μικρή απoτίμηση των πρώτων συναντήσεων. Γιατί από όσο ξέρω, οι προσπάθειες συνεχίζονται ακόμη εκεί. 

Η αντίδραση δεν ήταν τόσο απέναντι στον καλλιτεχνικό διευθυντή όσο ενάντια στον υπουργό. Θέλω να πω ότι ο επίδοξος καλλιτεχνικός διευθυντής με τον τρόπο που ήξερε να λειτουργεί, με τα περιθώρια που του είχαν δώσει, λειτούργησε κατ’ αυτό τον τρόπο. Υπεύθυνοι ήταν εκείνοι που τον έβαλαν σε αυτή τη θέση και δεν του εξήγησαν τα δεδομένα της ελληνικής πραγματικότητας. Εκείνοι ήταν οι υπεύθυνοι και δεν έπαθαν τίποτα. Παρέμειναν στη θέση τους. Παραιτήθηκε ο Γιαν Φαμπρ. Καλά έκανε και παραιτήθηκε έπειτα από όλα όσα έγιναν, όμως αυτή η διαμαρτυρία δεν είχε να κάνει με τον ίδιο ως καλλιτέχνη ούτε με το γεγονός ότι είναι ξένος. Διεθνώς συμβαίνει αυτό, η Τέχνη δεν έχει σύνορα. Το θέμα είναι ότι ορισμένοι εκ των υστέρων χαρακτήρισαν αυτή την αντίδραση ως μικρόνοια Ελλήνων «καλλιτεχνίσκων» που εξεγέρθηκαν επειδή «θίχτηκαν τα συμφέροντά τους». Δεν ήταν αυτό.

Αναφέρεστε σε δημοσιογράφους; Σας άκουσα στη δεύτερη ή στην τρίτη νομίζω συνάντηση στη «Σφενδόνη» πολύ θυμωμένο απέναντι στους δημοσιογράφους.

Ναι. Γιατί κάποιοι δημοσιογράφοι υποκινούνται δυστυχώς από συμφέροντα. Κατευθύνονται και θέλουν να κατευθύνουν. Ορισμένοι δημοσιογράφοι λοιπόν με έναν πολύ προκλητικό τρόπο διαστρέβλωσαν τα γεγονότα ή τα παρουσίασαν ελλιπώς ώστε να εξυπηρετήσουν αυτό που ήθελαν να εξυπηρετήσουν…

 Πώς τα παρουσίασαν δηλαδή;

Όπως σας είπα και πριν. Υποστήριξαν ότι οι Έλληνες καλλιτέχνες από φθόνο, από μικρόνοια και από άγνοια εναντιώθηκαν στον Γιαν Φαμπρ. Κανείς δεν εναντιώθηκε στον Γιαν Φαμπρ ως καλλιτέχνη. Τον Γιαν Φαμπρ τον εκτιμούν όλοι για την καλλιτεχνική του δουλειά. Το ότι από τη θέση που ανέλαβε δεν μπορούσε να αντεπεξέλθει –και ποσοστό ευθύνης φέρει και ο ίδιος, γιατί δεν είχε ενημερωθεί, επειδή δεν είχε χρόνο να επεξεργαστεί τα στοιχεία– αυτό τον βαραίνει. Όμως ορισμένοι δημοσιογράφοι το πρόβαλαν διαφορετικά λέγοντας: «Πώς τολμάνε αυτοί οι καλλιτεχνίσκοι να σταθούν ενάντια στον Γιαν Φαμπρ;»

 Ένα άλλο ζήτημα που σας άκουσα να θίγετε στη «Σφενδόνη» αφορούσε τις επιχορηγήσεις.

Την περίοδο που υπήρχε ο θεσμός των επιχορηγήσεων το ελληνικό θέατρο έκανε ένα ποιοτικό άλμα. Ομάδες και καλλιτέχνες λειτουργούσαν πολύ δημιουργικά και ανέβασαν τον πήχη στο ελληνικό θέατρο. Από τη δεκαετία του ’90 μέχρι την κρίση, διάστημα κατά το οποίο ήταν σε εφαρμογή ο θεσμός των επιχορηγήσεων, είχαμε, ας μου επιτραπεί η έκφραση, μια «αλλαγή πίστας» στο ελληνικό θέατρο. Σήμερα πιστεύω πως έχουμε πολύ υψηλό δυναμικό στο ελληνικό θέατρο από άποψη προσώπων, καθώς υπάρχουν εκπαιδευμένοι νέοι ηθοποιοί και ταλαντούχοι και εμπνευσμένοι καλλιτέχνες, όμως πάσχουμε όσον αφορά την υποστήριξη της πολιτείας. Δεν μιλώ μόνο για την οικονομική ενίσχυση, αλλά και για τη δημιουργία δομών, ώστε ο πολιτισμός να ανθήσει και να επικοινωνηθεί διεθνώς.

 Δεν υπήρχε και ένα μεγάλο θέμα για τα κριτήρια με τα οποία δίνονταν οι επιχορηγήσεις όλα τα προηγούμενα χρόνια;

Τα κριτήρια πολλές φορές άλλαζαν… Δεν έχει σημασία αυτό. Κάποιοι άνθρωποι οι οποίοι επιχορηγήθηκαν πρόσφεραν πάρα πολλά στο ελληνικό θέατρο. Ο Λευτέρης Βογιατζής δεν θα μπορούσε να υπάρχει χωρίς αυτόν το θεσμό και είναι σημαδιακό που έφυγε από κοντά μας τη στιγμή που έπαψε να πληρώνει τις πρόβες των ηθοποιών του. Ο Λευτέρης Βογιατζής έκανε τη δουλειά που έκανε γιατί έκανε εξίμισι μήνες πρόβα αλλά πλήρωνε τους ηθοποιούς του από την πρώτη μέρα. Στην τελευταία δουλειά που προσπαθούσε να κάνει, τον «Οιδίποδα» και την επανάληψη της παράστασης «Θερμοκήπιο», επειδή είχαν κοπεί οι επιχορηγήσεις δεν είχε τη δυνατότητα να πληρώνει τους ηθοποιούς του. Αυτό του είχε στοιχίσει πάρα πολύ. Με το θάνατο του Λευτέρη Βογιατζή ήταν σαν να έκλεισε ένας κύκλος στο ελληνικό θέατρο, κατά τον οποίο χάρη στη στήριξη της πολιτείας μπορούσαν ορισμένοι άνθρωποι, που δεν βασίζονταν μόνο στο ταμείο, να δημιουργήσουν κάτι και να το προσφέρουν στο κοινό, ανοίγοντας προοπτικές, ανεβάζοντας τον πήχη και κερδίζοντας το κοινό σιγά σιγά. Σε αυτούς περιλαμβάνονται και οι άνθρωποι του Θεάτρου Αμόρε, στο οποίο είχα δουλέψει πολλά χρόνια. Θέλω να πω δηλαδή ότι ο θεσμός των επιχορηγήσεων, ανεξάρτητα από το αν αυτές δίνονταν με τα σωστά κριτήρια, βοήθησε πάρα πολύ.

Ακολούθησε η κρίση και δεν υπάρχουν πλέον χρήματα. Βέβαια το γεγονός ότι το πρώτο πράγμα που κόβεται σε περιόδους κρίσης είναι τα κονδύλια για τον πολιτισμό είναι τραγικό. Είναι σαν να μην αναγνωρίζουμε την πολιτική και κοινωνική αξία του πολιτισμού. Αυτό που με ενόχλησε επίσης πάρα πολύ ήταν που ένας από τους τελευταίους υπουργούς Πολιτισμού χαρακτήρισε τις επιχορηγήσεις «κρατικά συσσίτια». Τραβώντας ένα ξεδιάντροπο Χ σε όλη την άνθηση του ελληνικού θεάτρου.

 

ο θεατροποιός-40_.jpg

Ας περάσουμε σε ένα άλλο θέμα. Γενικότερα κυριαρχεί η αντίληψη σε πολλούς ότι υπάρχει ένα «δύσκολο» είδος θεάτρου, ένα «κουλτουριάρικο» θέατρο…

Για μένα η πρόκληση και το πολύ ενδιαφέρον, και η μαγκιά ίσως, είναι να έχουμε να πούμε κάτι και για τον αμύητο και για το μυημένο θεατή. Ο Πίτερ Μπρουκ είχε πει κάποτε όταν τον ρώτησαν αν το θέατρο μπορεί να αλλάξει τον κόσμο: «Δεν ξέρω αν μπορεί, αλλά σε κάθε παράσταση είναι πολύ πιθανό να υπάρξει ένας άνθρωπος που θα του ανοιχτεί μια πορτούλα σε αυτό που βλέπει». Αυτό νομίζω είναι και αυτό που μας συντηρεί ως καλλιτέχνες. Ότι ενδεχομένως μέσα σε όλον αυτό τον κόσμο μπορεί ένας άνθρωπος να επηρεαστεί από αυτό που βλέπει. Μπορεί αυτό να είναι ουτοπία, όμως δεν έχει σημασία. Αυτό σου δίνει δύναμη να συνεχίσεις.

Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η παρακολούθηση του θεάτρου ξεκινά σαν εκπαίδευση από τα σχολεία. Αν τη θεατρική δραστηριότητα στα σχολεία την αντιμετωπίζουμε ως πολυτέλεια ή αγγαρεία, ως κάτι που αφορά μόνο τους κουλτουριάρηδες, τότε καλλιεργούμε αυτομάτως μια λάθος αντίληψη πάνω στο συγκεκριμένο θέμα.

 Ευτυχώς υπάρχουν και ιδιωτικές πρωτοβουλίες που συμβάλλουν στη θεατρική εκπαίδευση των παιδιών, όπως αυτή του Θεάτρου Πόρτα που φιλοξενεί και τον «Θεατροποιό». Εσείς θυμάστε την πρώτη παράσταση που είδατε ως παιδί;

Όταν ήμουν τριών ετών, οι γονείς μου δεν είχαν πού να με αφήσουν και με πήραν μαζί τους στο θέατρο, έτσι είδα την παράσταση «Τα δέντρα πεθαίνουν όρθια» με τον Βασίλη Διαμαντόπουλο και τη Μαρία Αλκαίου. Μάλιστα εκ των υστέρων έμαθα ότι έπαιζε και η Ξένια Καλογεροπούλου, όμως τότε ήμουν τριών ετών και δεν μπορούσα να την αναγνωρίσω. Αυτή ήταν η πρώτη παράσταση που είδα στη ζωή μου.

 Πάντως δεν ήσασταν από τα παιδάκια που ήθελαν από μικρά να γίνουν ηθοποιοί.

Όχι, στα είκοσι οκτώ αποφάσισα να γίνω ηθοποιός.

 Πώς σας προέκυψε;

Ήδη από έφηβος ενδιαφερόμουν για το θέατρο, έβλεπα παραστάσεις. Σπούδασα αρχιτεκτονική και στη διάρκεια των σπουδών μου συνδέθηκα και για πολιτικούς λόγους με φοιτητικές ομάδες που έκαναν καλλιτεχνική δουλειά. Επειδή το θέατρο με γοήτευε πολύ, έπαιξα και σκηνοθέτησα παραστάσεις, χωρίς να με ενδιαφέρει όμως επαγγελματικά. Κάποια στιγμή, τελειώνοντας το Πολυτεχνείο, πήγα και σε μια δραματική σχολή, χωρίς να έχω αποφασίσει ακόμη αν θα γινόμουν ηθοποιός. Τελείωσα τη σχολή, εργαζόμουν κανονικά ως αρχιτέκτονας και κάποια στιγμή, στα είκοσι οκτώ, κατάλαβα ότι με αφορούν μόνο η υποκριτική και το θέατρο.

Στο θέατρο λοιπόν εφαρμόζετε κάποιες δικές σας μεθόδους υποκριτικής για να μας γοητεύετε όταν βρίσκεστε επί σκηνής. Στη ζωή ποιες είναι οι προσωπικές σας «μέθοδοι» για να τη ζείτε πιο έντονα;

Πολύ μεγάλη κουβέντα… Νομίζω πως μοναδικός σκοπός της ζωής δεν είναι άλλος από το να δίνεις και να παίρνεις αγάπη. Δεν είμαι από εκείνους που ψάχνουν το νόημα της ζωής. Θεωρώ πως δεν έχει κανένα νόημα. Δεν έχει νόημα να ψάχνουμε το νόημα. Δεν πιστεύω ούτε σε προηγούμενη ζωή ούτε σε μετά θάνατον ζωή και θεωρώ πως αυτό που μας κρατά ζωντανούς και γεμίζει τη βραχύχρονη ύπαρξή μας, γιατί είμαστε κοινωνικά ζώα, είναι το τι μπορούμε να κάνουμε ο ένας στον άλλον. Και επειδή ζούμε πολύ καλύτερα δίνοντας καλό ο ένας στον άλλον, νομίζω πως αυτό ονομάζεται τρόπος και σκοπός ζωής. Στην πράξη βέβαια παρεισφρέουν πολλά πράγματα που πληγώνουν αυτόν το σκοπό, παρεισφρέουν και οι εγωισμοί, οι ατομικές μικροφιλοδοξίες ή οι αρνητικές πλευρές μας, αλλά αυτό δεν μας διευκολύνει να ζούμε καλύτερα. Νομίζω πως ζούμε καλύτερα δίνοντας και παίρνοντας αγάπη.

 

 Συνέντευξη Γιώτα Δημητριάδη

ο θεατροποιός-37_.jpg

 

Ο Νίκος Χατζόπουλος πρωταγωνιστεί στον ''Θεατροποιό' σε σκηνοθεσία Ακυλλα Καραζήση  στο Θέατρο Πόρτα που κάνει πρεμιέρα την Κυριακή 2 Οκτωβρίου.

Θα το τον δούμε και στην "Δωδέκατη Νύχτα''σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καρατζά από 20 Οκτωβρίου στο Εθνικό Θέατρο,όπου υπογράφει και την μετάφραση.

Επίσης ετοιμάζει το "Συνέβη στην Ελλάδα" εφτά παραστάσεις για ιστορικά γεγονότα που θα παρουσιαστούν  στο Εθνικό Θέατρο.

Αυτή τη Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου, στο Gazarte το πρώτο Brazilian Day in Athens  γέμισε όλους τους ορόφους του πολυχώρου, με μουσικές, γέλια, και χορό, η samba, έδινε την θέση της στη forró και την Capoeira με την maculelê να κερδίζει έδαφος συνεχώς και πολλούς Βραζιαλιάνους να επιδεικνύουν τις χορευτικές τους ικανότητες σε μικρούς και μεγάλους επισκέπτες του workshop χορού, που είχε στηθεί από τις έξι το απόγευμα.

Η χθεσινή γιορτή συνδυάστηκε με την τελετή λήξης των 15ων Παραολυμπιακών Αγώνων του Ρίο.

Από τα βίντεο που ακολουθούν θα πάρετε μια μικρή γεύση από όσα έγιναν στο Gazarte

O Mu Chebabi, μουσικός, συνθέτης και τραγουδιστής, ήρθε  από το Rio de Janeiro για πρώτη φορά στην Αθήνα.

Οι Superbacana, μεγάλη μπάντα που αγάπησαν Έλληνες και Βραζιλιάνοι στο αφιέρωμα του Tim Maia πέρυσι επίσης ήταν εκεί. 

Η Κατερίνα Πολέμη που την λατρεύει το κοινό και εκπροσωπεί υπέροχα την MPB έδωσε και εκείνη το παρών. 

Ενώ στο stage είδαμε και τη Miranda Verouli με τις Brazilian Jazz και Bossa Nova απόχρωσεις, τον Júnior Maran και το Sambatuke με Samba και Samba de Roda.

Special Guest η Malu Kyriakopoulou, μια νεαρή Ελληνίδα από την Πάτρα που κέρδισε το Greek Idol τραγουδώντας βραζιλιάνικη μουσική!

 

PicMonkey Collage.jpg

 

 

Μικρός ορμούσε στο σαλόνι, διεκδικούσε την προσοχή και έλεγε: «Στοπ! Τώρα θα σας παίξω κάτι!» Τα τελευταία χρόνια, πολύ πιο διακριτικά, κατάφερε να σηκώσει από τον καναπέ τους χιλιάδες Αθηναίους και να τους οδηγήσει στις θεατρικές αίθουσες για να απολαύσουν τις παραστάσεις του. Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Θανάσης Ζερίτης, η ψυχή των 4frontal, μας υποδέχτηκε στη φιλόξενη αυλή του Θεάτρου 104 στο Γκάζι, όπου φέτος θα δούμε δύο δουλειές της ομάδας: την επανάληψη της αγαπημένης μας «Οικογένειας Μπες-Βγες» αλλά και τη νέα παραγωγή «Σοφία Λασκαρίδου-Μια αγάπη μεγάλη» σε σκηνοθεσία Παντελή Δεντάκη. Φυσικά ο Θανάσης δεν θα άντεχε με δύο μόνο έργα αυτή τη σεζόν. Αν διαβάσετε τη συνέντευξη, θα καταλάβετε γιατί...

 

Directors Thanos 1599 (1).jpg

Από μικρός στα βάσανα…

Πήγαινα στο σαλόνι και τους έλεγα: «Στοπ! Τώρα θα σας παίξω κάτι!» Ήμουν από αυτά τα παιδάκια. Ήταν ξεκάθαρο από πολύ νωρίς το επαγγελματικό μου μέλλον, το είχαν καταλάβει και οι δικοί μου. Είχα κάνει κάτι στροφές, αλλά για πολύ λίγο. Ήμουν το παιδάκι που έλεγε τα ποιήματα. Συμμετείχα στη θεατρική ομάδα. Είχα όλα τα συμπτώματα, από νωρίς.

Έγινα ηθοποιός γιατί...

Γιατί; Δεν μπορούσα να γίνω κάτι άλλο; Κάποια πράγματα γίνονται πολύ φυσικά. Για να περνάω εγώ καλά πρώτα πρώτα, να μπορώ να είμαι αυτός που είμαι.

Είμαι κεφάτος, γυρίζω από το θέατρο…

Αυτή η δουλειά θέλει κέφι! Και αν δεν είμαστε χαρούμενοι όταν ερχόμαστε, πρέπει να φεύγουμε χαρούμενοι, γιατί αλλιώς δεν την κάνουμε καλά. Με το σκεπτικό ότι την κάνουμε με τόσες θυσίες, με τόσο κόπο, είναι όλα τόσο δύσκολα, και δεν λέω ότι δεν έχουν και άλλες πλευρές και η ζωή και το θέατρο πέρα από το χιούμορ. Μια παράσταση μπορεί να μην έχει καθόλου χιούμορ, απλά το κέφι και η αισιοδοξία είναι η κινητήρια δύναμη για να συνεχίσουμε να το κάνουμε, αλλιώς θα είχαμε σταματήσει όλοι να ασχολούμαστε με το θέατρο.

4frontal όπως οι σχέσεις.

Κοίταξε, είναι σαν μια σχέση. Όταν βάζεις τον εγωισμό μπροστά, όλα κινδυνεύουν. Όμως, επειδή εμείς γνωριζόμαστε καλά, ξέρουμε ο ένας τα όρια του άλλου. Έτσι λίγο πριν πάει να γίνει το κακό σώζεται η κατάσταση.

Η ομάδα, σαν να γυρνάς στο σπίτι.

Κάποιοι είμαστε περισσότερο αφιερωμένοι σε αυτό, βάζω και τον εαυτό μου μέσα. Κάποιοι είναι λιγότερο, κάποιοι είναι για δύο χρόνια φανατικά και κάποιοι δεν είναι και, όταν γυρνάς στην ομάδα, είναι σαν να γυρνάς στο σπίτι. Πάντα όταν κάποιος παίζει σε μια άλλη παράσταση τρέχουμε όλοι με πολλή αγάπη να δούμε τι κάνει. Είμαστε πρώτα οικογένεια και καλοί φίλοι, επομένως νιώθουμε χαρά όταν κάποιος βρει δουλειά με πολύ καλό μισθό ή έναν πολύ καλό ρόλο που δεν θα τον έβρισκε σε εμάς. Δεν νομίζω ότι έχουμε προστριβές.

Για να επιβιώσεις όμως σήμερα ξεπερνάς το «εγώ» και βάζεις μπροστά το «εμείς». Αυτό που σκέφτομαι είναι: «Άσε το Θανάσης Ζερίτης και γράφε 4frontal». Βάζεις αυτό μπροστά και έχεις φιλοδοξίες πάνω σε αυτό. Έτσι όλοι είναι ενωμένοι σε ένα σκοπό, να πάει καλά η ομάδα, να έχουν όλοι καλύτερες συνθήκες εργασίας, να έρχεται κόσμος στις παραστάσεις. Είναι σαν να έχεις ένα μαγαζί και όσο καλύτερα πηγαίνει τόσο καλύτερα θα είσαι και εσύ.

Καλλιτέχνης στην Ελλάδα.

Πρέπει να παλεύουμε, να είμαστε σε 600 πρόβες… να κάνουμε 100 δουλειές για να επιβιώσουμε.

Γυναικείες ιστορίες... πρώτη επιλογή των 4frontal (Βλ. «Μουνή», «Οικογένεια Μπες-Βγες», «Σοφία Λασκαρίδου»).

Ίσως έχουμε πολλές γυναίκες στην ομάδα; Κάθε φορά μάς τραβά η ιστορία. Την «Οικογένεια Μπες-Βγες» την πρότεινα εγώ, τη «Σοφία Λασκαρίδου» η Νεφέλη γιατί μένει κοντά στο σπίτι της και απλά μας συγκίνησε, προκάλεσε κάτι σε όλους μας ταυτόχρονα. Το προτείναμε στον Παντελή (Δεντάκη), άρεσε και σε εκείνον και αμέσως το κλείσαμε. Μήπως είναι πιο συγκινητικές οι γυναικείες ιστορίες;

Directors Thanos 1593 (1).jpg

Σκηνοθέτης σε ρόλο ηθοποιού και τούμπαλιν...

Πειθαρχείς καλύτερα ως ηθοποιός, όταν έχεις βιώσει και το ρόλο του σκηνοθέτη, αν και πάντα έχει να κάνει με τον άνθρωπο. Υπάρχουν στιγμές που πας να λειτουργήσεις ως σκηνοθέτης, όμως, αν εμπιστεύεσαι τον άλλον, χαλαρώνεις και αφήνεσαι. Τώρα στην παράσταση που είμαι με τη Βίκυ και τη Χριστίνα, στο «Γύρισε πίσω», λέω: «Ναι, εσύ αποφασίζεις!» Μη νομίζεις ότι και στους 4frontal και στην «Οικογένεια Μπες-Βγες», για παράδειγμα, τα κορίτσια δεν πρότειναν πράγματα... Απλά ο σκηνοθέτης είναι αυτός που έχει ένα λόγο παραπάνω. Σκέφτομαι ως σκηνοθέτης, μου αρέσει πολύ, αλλά καμιά φορά μού αρέσει πολύ να κάνω... να κάνω... να κάνω... ό,τι θέλει ο άλλος! Δεν έχω πρόβλημα! Αρκεί να μην έχω την ευθύνη πάνω μου! Είναι πολύ απελευθερωτικό, μερικές φορές το έχω ανάγκη και το χαίρομαι! Όταν έχω πρόβα και σκηνοθετώ, είμαι πολύ πιο κουρασμένος από ό,τι όταν παίζω.

«Γύρισε πίσω».

Είναι ένα πολύ κουλό έργο, το έχει γράψει η Χριστίνα. Με τα κορίτσια (Xριστίνα Σαμπανίκου και Bίκυ Αδάμου) δεν γνωριζόμασταν, αλλά κάναμε ένα μήνα πρόβες για κάτι άλλο και ταιριάξαμε πολύ και μου είπαν: «Αν κάνουμε κάτι, θα σε φωνάξουμε». Έτσι και έγινε! Δεν πρέπει να πω πολλά για την ιστορία, είναι ένα κωμικό μελλοντολογικό θρίλερ. Βρισκόμαστε στην Αθήνα έπειτα από πολλά χρόνια και τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά... Ακόμα και σε ένα πολύ απαισιόδοξο περιβάλλον, μέσα από το χιούμορ, διαφαίνονται οι σχέσεις των ανθρώπων...

Όλα τα έργα για την αγάπη και το θάνατο;

Όλα! Και εμείς συνέχεια γι’ αυτό μιλάμε! Θα πεθάνουμε και πρέπει να κάνουμε πράγματα, η ζωή είναι μικρή...

Σίσυ, η μικρή ηρωίδα της «Οικογένειας Μπες-Βγες», που μας γέμισε ενοχές.

Και όμως, η Σίσυ κρύβει ένα αισιόδοξο μήνυμα, γιατί στο τέλος υπάρχει μια αποδοχή αυτού που είσαι, δηλαδή, αν αποδεχτείς ότι έτσι είναι η ζωή, μπορείς να την αντιμετωπίσεις καλύτερα. Δεν λέω να μην είσαι αισιόδοξος, αλλά να ξέρεις πού πατάς και πού βρίσκεσαι. Καταλαβαίνω ότι κάποιος βλέπει στην παράσταση ένα παιδί και νιώθει μια θλίψη και μια αδικία, αλλά υπάρχει και αυτό από πίσω. Επί της ουσίας, η Σίσυ μεγαλώνει μέσα στο έργο και, αν καταφέρεις να το κάνεις αυτό, αποδεχόμενος το ποιος είσαι, μπορείς να βρεις και την ευτυχία.

Ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό…

Πρέπει να σκοτώσουμε όλα αυτά που μας έχουν πει, που μας έχουν επιβάλει. Και επειδή τα πράγματα είναι άσχημα τι θα κάνουμε; Θα κάτσουμε σπίτι μας; Δεν λέω ότι μου είναι πάντα εύκολο. Προσπαθώ, κάποιες φορές τα πάω καλύτερα, κάποιες δυσκολεύομαι. Το όπλο μου είναι το χαμόγελο. Σε κάθε δυσκολία λέω: «Θανασάκη, ξαναπάρτο! Ξαναπάμε!» Αυτή η δουλειά με βοηθά πολύ». Πώς μπορείς να αντιμετωπίσεις τα πράγματα; Να μείνεις στο σπίτι σου και να κλαις και να χτυπιέσαι; Είναι και αυτό ένα στάδιο βέβαια, αλλά μετά τι; Να μην κάνεις πράγματα επειδή φοβάσαι το θεωρώ μεγάλο λάθος. Κάνεις αυτό που είναι να κάνεις και, αν δεν βγει, δεν βγήκε, δεν πειράζει τόσο.

Η αντιμετώπιση του φόβου είναι ταλέντο;

Να αντιμετωπίζεις αυτά που φοβάσαι είναι νομίζω ταλέντο. Γιατί το να μη φοβάσαι δεν γίνεται, όλοι φοβόμαστε. Και τώρα τα λέμε ωραία, κάνουμε συνέντευξη και σήμερα είμαι καλά...

«Είσαι ένα κτήνος, Βίσκοβιτς».

Μας αρέσει πολύ να συνεργαζόμαστε και με άλλους καλλιτέχνες, όπως σου έλεγα πριν. Οπότε φαντάζεσαι τι έγινε εδώ που συνεργαστήκαμε με άλλη ομάδα και στο πλαίσιο του Bob Festival και πολλοί ηθοποιοί, ήταν καταπληκτικά! Μεγάλη χαρά με αυτή την παράσταση! Ήταν πολύ δύσκολο γιατί πολλαπλασιάζονται όλα βέβαια, ήμασταν έντεκα! Η παράσταση θα έχει κάποιες διορθώσεις σε σχέση με αυτό που παρουσιάσαμε. Εγώ τους αγάπησα πολύ τους Abovo, είναι σαν να μεγάλωσε λίγο η οικογένεια.

Το πιο ωραίο σχόλιο.

«Πάτε όλο και καλύτερα» ή «Εσείς μαζί πρέπει να δουλεύετε, μαζί είστε καλύτεροι».

Όνειρα…φλόγες μακρινές μου.

Πολλά... Να έχουμε ένα δικό μας χώρο για πρόβες, το Μέγαρο 4frontal. Να μη χρειάζεται να κάνουμε άσχετες δουλειές για να ζούμε, γιατί κατά περιόδους κάνουμε όλοι μας και άσχετες δουλειές για να επιβιώσουμε. Θέλω να είμαι όσο πιο ευτυχισμένος γίνεται, να παραμείνω αισιόδοξος και να ερωτεύομαι…

 

φωτογραφίες Χάρης Γερμανίδης

 http://www.harisgermanidis.com

Directors Thanos 1599.jpg

O Θανάσης Ζερίτης αυτή τη σεζόν θα είναι σε πέντε παραστάσεις.

Συγκεκριμένα:

Παίζει στο «Γύρισε πίσω» από 30 Σεπτεμβρίου κάθε Παρασκευή, Σάββατο στο Θέατρο Άβατον μέχρι 29 Οκτωβρίου.

Σκηνοθετεί την «Οικογένεια Μπες-Βγες», κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή από 11 Νοεμβρίου, Black Box, στο Θέατρο 104.

Σκηνοθετεί και παίζει στο «Είσαι ένα κτήνος, Βίσκοβιτς» από τους Abovo και 4frontal στο Bios στις 14 Νοεμβρίου, κάθε Δευτέρα και Τρίτη μέχρι τις γιορτές, παράσταση που είδαμε για πρώτη φορά στο Bob Festival.

Παίζει στο «Βρες τον Δολοφόνο» κάθε Κυριακή στο El Convento Del Arte.

Τέλος παίζει στη νέα παράσταση των 4frontal «Σοφία Λασκαρίδου-Μια αγάπη μεγάλη» σε σκηνοθεσία Παντελή Δεντάκη, που θα κάνει πρεμιέρα τέλη Γενάρη στο Θέατρο 104.

 

 

  • 17 Σεπτεμβρίου 2016

Είδα το ποιο σώμα

Πρώτη δημοσίευση 10/6/16 στο Texnes-plus.blogspot.gr

«Άλλο φαίνομαι και άλλο είμαι και αυτό που φαίνομαι είναι μια αποτυχημένη προσπάθεια να κρύψω αυτό που είμαι».

 

Όλοι μας έχουμε τις «αδυναμίες» μας στο θέατρο, κακά τα ψέματα, συμπάθειες σε συγγραφείς, ηθοποιούς, σκηνοθέτες, ακόμα και σε θεατρικούς χώρους. Ο δημοσιογράφος όμως, ο κριτικός και οποιοσδήποτε εκφράζει άποψη, καλό είναι, εφόσον το αναγνωρίζει, να προσπαθεί να είναι αμερόληπτος, κατά το δυνατόν πάντα.

 

Μια δική μου «αδυναμία», την οποία εκφράζω δημόσια, είναι το σύγχρονο έργο, που μιλά για ό,τι μας καίει, που τολμά να καθρεφτίζει όσα η κοινωνία μας θέλει να κρύβει κάτω από το χαλάκι. Το έργο στο οποίο οι πρωταγωνιστές είναι ο φίλος σου, ο γείτονάς σου, ο αδερφός σου, εσύ και εγώ.

 

Μια τέτοια περίπτωση είναι η παράσταση «Ποιο σώμα;» των νέων Κύπριων συγγραφέων Ελένης Κοσμά και Κορίνας Κονταξάκη που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα και ευτύχησε να σκηνοθετηθεί από τον Μενέλαο Καραντζά.

 

Το έργο βασίζεται σε αληθινή ιστορία και καταπιάνεται με ένα «δύσκολο» και ευαίσθητο θέμα, τη δυσφορία του φύλου. Πρωταγωνίστρια είναι η Ιωάννα (Σελήνα Διαμαντοπούλου), που δυστυχεί, ούσα κορίτσι, κρύβει παγιδευμένο μέσα της τον Πάρη (Γιώργο Κοσκορέλλο) και κάποια στιγμή αποφασίζει να παλέψει για να λυτρωθεί αλλάζοντας σώμα και απελευθερώνοντας τον αρσενικό της φίλο .

 

Η σκηνοθεσία του Μενέλαου Καραντζά πατά πάνω στο πρωτότυπο δραματουργικό εύρημα που θέλει την Ιωάννα και τον Πάρη να συνυπάρχουν σκηνικά. Το αγόρι, ο άλλος εαυτός, ελλοχεύει συνεχώς και μόνο εκείνη τον βλέπει, τον νιώθει, την εξουσιάζει – τουλάχιστον αρχικά. Ουσιαστικά έχουμε το απόλυτο δίπολο ανάμεσα στο «φαίνεσθαι» και στο «είναι». Αυτό που δείχνει η ηρωίδα και αυτό που στην ουσία είναι. Μοιάζει σαν μια άλλη «Ελένη» του Ευριπίδη και το είδωλό της.

 

Ο σκηνοθέτης δημιουργεί μοναδικές ατμόσφαιρες και με τις εξαιρετικές επιλογές του στη μουσική αλλά και με τη βοήθεια των φωτισμών του Βαγγέλη Μούντριχα. Ενδιαφέρουσα και η αξιοποίηση των συμβολισμών – ελεφαντάκι, αίμα περιόδου κ.λπ.

 

Για σκηνικά επιλέχθηκαν πρακτικά κουτιά, μια λύση που υιοθετείται αρκετά συχνά τελευταία, όμως η αισθητική τους είχε κάτι να προσδώσει στην παράσταση (Κατερίνα Χριστίνα Μανωλάκου, Άρτεμις Σιέρρα).

 

 

Η Σελήνα Διαμαντοπούλου είχε έναν εντυπωσιακό ρεαλισμό και μια πηγαία φυσικότητα στην ερμηνεία της. Κατάφερε να ισορροπήσει μοναδικά ανάμεσα στο δράμα και στην απόγνωση και να μη γίνει ούτε για μια στιγμή μελό. Συγκινητική, άμεση, ουσιαστική.

 

Η Αριστέα Σταφυλάκη στο ρόλο της μόνης φίλης της Ιωάννας δείχνει να ακούει ουσιαστικά και να συμμετέχει άψογα σε όλες τις σκηνές με τους συμπαίκτες της. Οι δυο τους με τις κινήσεις τους στο χώρο πέρα από τα συναισθήματα που μεταφέρουν καταφέρνουν και κάτι άλλο εξίσου σημαντικό, να δίνουν την αίσθηση του χώρου. Μας πείθουν, για παράδειγμα, ότι είναι στο δωμάτιο ή στο μπαρ.

 

 

Η Ειρήνη Παπαδημάτου στο ρόλο της μητέρας χρωμάτισε την ερμηνεία της με όλη την παλέτα των συναισθημάτων που πέρασε η ηρωίδα της. Αγωνία, φόβος, θυμός, αγάπη, απελπισία, απόγνωση, απορία, τρυφερότητα κάνουν την εμφάνισή τους επί σκηνής και η φιγούρα της Ελληνίδας-Κύπριας μάνας θριαμβεύει.

 

 

Ο Γιώργος Κοσκορέλλος είναι λίγο αμήχανος σκηνικά, σαν να μπαίνει και να βγαίνει από το σώμα του Πάρη. Μερικές φορές βρίσκει το νήμα της επικοινωνίας, άλλες το χάνει...

 

 

 

Η Ιωάννα λέει στην παράσταση: «Άλλο φαίνομαι και άλλο είμαι και αυτό που φαίνομαι είναι μια αποτυχημένη προσπάθεια να κρύψω αυτό που είμαι». Ακούγοντας τη συγκεκριμένη φράση σκέφτηκα πόσο ταιριάζει σε πολλούς από εμάς και πως ίσως τελικά το έργο με αφορμή τη δυσφορία του φύλου να αγγίζει τη γενικότερη δυσφορία μας απέναντι σε κοινωνικές, και όχι μόνο, συμβάσεις...

 

 για 9 παραστάσεις στο στο Black Box του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης.

 

26, 27, 28 Σεπτεμβρίου

3, 4, 5 Οκτωβρίου

10, 11, 12 Οκτωβρίου

 

 

Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου.

 

Πάντα υπάρχουν δύο προσωπικές φωτογραφίες,μια του παππού μου και μια με τη μητέρα μου,είναι κατά κάποιο τρόπο οι ''άγιοι''μου .Συνήθως κάποια βιβλία και σίγουρα μπόλικος καφές και σταχτοδοχείο.

Παλιότερα είχα και φώτο της Μαρίας Κάλλας και μάζευα πολλές σοκολάτες στο συρτάρι.

14339381_10210673402210661_842191695_o.jpg

 Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ. α. Ως χώρο β. Με ποιους συναδέλφους.

 

Το πιο ωραίο καμαρίνι ήταν όταν έπαιζα στο Θέατρο του Νέου Κόσμου,καθρέφτες,ντους,ενα σωρο αντικείμενα,φωτογραφίες δικές μου κολλημενες δεξια και αριστερά και από Voltaren έως κλωστές και βελόνα στο προσωπικό συρτάρι.

Το καλύτερο καμαρίνι ήταν στο Mefisto στο Εθνικό όταν έπαιζα..με τον Γιώργο Παπαπαύλου ,τον Στέφανο Μουαγκιέ και άλλους...Ήταν αυτό που λέμε στο Θέατρο: "Κάνουμε καλό καμαρίνι και αυτό βγαίνει στη σκηνή"....Πράγματι απόλαυση!

 

 Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου.

Του Μανου Καρατζογιάννη και της Κωνσταντίνας Τάκαλου.

 

 Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι.

Όταν ήρθε Καθηγήτριά μου και μου είπε κλαίγοντας συγγνώμη και Συγχαρητήρια.......

 

Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου.

Να σβήσω το τσιγάρο μην πάρουμε φωτιά.

14285157_10210673402650672_1413290711_o.jpg

Ο Ένκε Φεζολάρι αυτή την περίοδο πρωταγωνιστεί στον Φιλοκτήτη περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στην Αντζέντα 

Πρώτη δημοσιέυση στο texnes-plus.blogspot στις 25/3/16

Τα λογοτεχνικά κείμενα συχνά διασκευάζονται και μεταφέρονται στη σκηνή του θεάτρου. Σε αυτή την περίπτωση δύο τινά μπορούν να συμβούν: είτε να γνωρίζει ο θεατής το κείμενο εκ των προτέρων και να το ανακαλέσει με τη δημιουργική του φαντασία στη διάρκεια της παράστασης είτε να μην το έχει διαβάσει και εν είδει tabula rasa να έρθει σε επαφή με αυτό μέσω της αντίληψης και της εμπειρίας που θα έχει.

 

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, παρόλο που το διήγημα του Γιάννη Ξανθούλη «Οικογένεια Μπες-Βγες» κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1982, δεν το είχα διαβάσει. Το γνώρισα, για καλή μου τύχη, μέσα από τη δουλειά της εξαιρετικής θεατρικής ομάδας 4Frontal, που είχε ήδη κερδίσει την εμπιστοσύνη μου με τον «Μουνή» της Λένας Κιτσοπούλου στο Θέατρο του Νέου Κόσμου.

 

Η υπόθεση

Στο παλιό αρχοντικό της οδού Αλφόνσου Πίπερμαν η ήρεμη ζωή της ζάμπλουτης οικογένειας Πουστοδούλου, που εμπορεύεται τα προφυλακτικά ΜΠΕΣ-ΒΓΕΣ, αναστατώνεται από τις συνεχείς απώλειες των μελών της. Όταν η πεντάχρονη Σίσυ, η νόμιμη κληρονόμος της αμύθητης περιουσίας, αντιλαμβάνεται ότι κινδυνεύει, αποφασίζει να αναλάβει δράση και να αποκαλύψει το καλά κρυμμένο μυστικό. Κανένας όμως δεν ξέρει το δικό της μυστικό. Η Σίσυ μεγαλώνει με εκατονταπλάσια ταχύτητα από το κανονικό σε μια έπαυλη στο κέντρο της Αθήνας, ανάμεσα σε ήχους παιδικών τραγουδιών, ναζιστικών ύμνων, εντερικών αερίων και απόκοσμου γέλιου.

 

Η παράσταση

Ο σκηνοθέτης Θανάση Ζερίτη και η εκπληκτική ομάδα των τεσσάρων κοριτσιών του, που αποτελείται από τις Ευαγγελία Καρακατσάνη, Ελένη Κουτσιούμπα, Αμαλία Νίνου και Αριστέα Σταφυλαράκη –οι οποίες θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι υποψήφιες για το Βραβείο Μελίνα Μερκούρη–, έστησαν μια ευφυή σαρκαστική παράσταση, με ξέφρενους ρυθμούς, ολίγον σόκιν, με χιούμορ και πολλή ένταση. Μια παράσταση που κλείνει το μάτι στο θεατή, τον κάνει συνένοχο, τον αναγκάζει να κοιτάξει πίσω από την κλειδαρότρυπα 

–κάποια ανάλογη με τις τεράστιες που κουβαλά η μικρούλα Σίσυ επί σκηνής– και τελικά τον εντάσσει στην οικία της οδού Αλφόνσου Πίπερμαν και σε όλα όσα διαδραματίζονται στους κόλπους της ζάμπλουτης οικογένειας Πουστοδούλου.

 

Και οι τέσσερις ηθοποιοί υποδύονται τη μικρούλα Σίσυ, εναλλάξ, καθώς και τους υπόλοιπους ρόλους. Συγκεκριμένα ερμηνεύουν τη θεοσεβούμενη θεία Φόλα και τη Γερμανίδα νταντά (Αμαλία Νίνου), την ελευθέρων ηθών μαμά (Αριστέα Σταφυλαράκη), τον παππού (Ευαγγελία Καρακατσάνη), τη νοσοκόμα (Ελένη Κουτσιούμπα), τις σιαμαίες θείες, γραμματείς, μεταφορείς κ.λπ. Οι ρόλοι αποδίδονται με γκροτέσκο φιγούρες που παραπέμπουν σε καρτούν (κοστούμια Γεωργία Μπούρδα).

Ενδεικτικά αξίζει να αναφερθούν: η συγκίνηση της Ελένης Κουτσιούμπα στις δύσκολες στιγμές της μικρούλας ηρωίδας, τότε που η ανάγκη της για αγκαλιά υπερτερούσε σε σχέση 

με τη διανοητική της ηλικία∙ τις αντιδράσεις της Αμαλίας Νίνου στο κάδρο του ευνούχου προπάππου και στα όνειρα, όταν «πιάνει» τον Ζακ Κουστό∙ τη Φόλα της Αριστέας Σταφυλαράκη και την απίστευτη ευκολία με την οποία η Ευαγγελία Καρακατσάνη μεταμορφώνεται από παππού σε Σίσυ.

Εντυπωσιακός είναι ο συγχρονισμός της τετράδας, αφού δεν χάνεται νότα από το τέμπο. 

Η παράσταση έχει απίστευτο ρυθμό, τίποτα δεν κλοτσά, τίποτα δεν περισσεύει. Οι σκηνοθετικές λύσεις προκειμένου να καλυφθούν τα εμπόδια της αφήγησης είναι κάτι παραπάνω από ευφυείς, όλα είναι δουλεμένα στην παραμικρή τους λεπτομέρεια. «Paint it black» των Ρόλινγκ Στόουνς παίζει στην ντισκοτέκ όταν ο μπαμπάς-πειρασμός –«ο μπαμπάς από σπόντα, σύζυγος από υπολογισμό και ζιγκολό εκ πεποιθήσεως»– απορρίπτει τη μικρή Σίσυ και γκρεμίζει κάθε της ελπίδα. Έτσι το κορίτσι μένει να ονειρεύεται – «Μίκι Μάους αγκαζέ με δολοφόνους της βικτοριανής Αγγλίας»...

 

Δείτε το. Σας το προτείνω ανεπιφύλακτα! Αγοράστε και το πρόγραμμα, θα σας φανεί χρήσιμο... Ελπίζω! 

 

 

Πρώτη δημοσίευση στο texnes-plus.blogspot. 11/4/16

Κανείς δεν φταίει, είμαστε όλοι μωρά... 

Η Χαρούλα Αλεξίου έγραψε το «Χειρόγραφό» της, το εμπιστεύτηκε στον Γιώργο Νανούρη και 

μαζί με τρεις εξαιρετικούς μουσικούς επί σκηνής, τον Παναγιώτη Τσεβά (ακορντεόν και πιάνο), τον Γιώργο Λιμάκη (κιθάρα) και τον Αναστάση Μισυρλή (βιολοντσέλο), υπέγραψαν μια ξεχωριστή μουσική παράσταση.

Η Χαρίκλεια Ρουπάκα, το μικρό κοριτσάκι από τη Θήβα, ξετύλιξε το νήμα της ζωής της με τρόπο άμεσο, ειλικρινή, θαρραλέο και γενναιόδωρο, κάνοντας τους θεατές συνοδοιπόρους της στο ταξίδι της ζωής της, αλλά και συμπάσχοντες σε όλα όσα είχε να εξομολογηθεί.

 

«Σήμερα έμαθα ότι ο Ευαγγελισμός είναι και νοσοκομείο».

«Σήμερα η μαμά μου έβαψε το άσπρο μου φόρεμα μαύρο για να είναι έτοιμο».

«Σήμερα ο μπαμπάς σηκώθηκε, πήγε στην εκκλησία, γύρισε σπίτι και πέθανε..»

 

Και άλλα τόσα «Σήμερα», του τότε και του σήμερα, θα διαβαστούν από την οθόνη του iPad...

 

Ο Γιώργος Νανούρης, αντιλαμβανόμενος το μέγεθος της Χαρούλας Αλεξίου και το σκηνικό της εκτόπισμα, την άφησε, στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης, σκηνικά γυμνή, με μοναδικό συμπαίκτη, εκτός φυσικά από τους μουσικούς, τα φώτα (σπουδαία δουλειά από τη Σοφία Αλεξιάδου). Η συγκεκριμένη επιλογή, όπως αποδείχθηκε, δικαιώθηκε, καθώς η ίδια ήταν συγκλονιστική τόσο στα αφηγηματικά κομμάτια, τα οποία διανθίστηκαν με δράση, όσο και στα πιο εξωστρεφή-επικοινωνιακά μέρη του κειμένου.

Τα ενενήντα λεπτά της παράστασης κύλησαν αβίαστα, με ατμοσφαιρικές εικόνες, θαμπές και λαμπρές μνήμες, λόγια που δεν είχαν ειπωθεί, φυλαγμένα σημειώματα, σκέρτσα, νάζια, πολλά αγαπημένα τραγούδια, εξομολογήσεις που ερέθιζαν αδυσώπητα τους δακρυγόνους αδένες των θεατών, αγαπημένους που χάθηκαν, την πατρική ορφάνια που ήταν πανταχού παρούσα, γέλια, ταξίδια, νότες, φόβους ακόμα και χώμα... Ωστόσο, αυτό που κυριαρχούσε στη σκέψη όλων ήταν πόσο ΣΠΟΥΔΑΙΑ είναι η καλλιτέχνις την οποία είχαν την τύχη να απολαμβάνουν.

Στο «Χειρόγραφο» έκλαιγες ακούγοντας την εξομολόγηση μιας γυναίκας, μια προσωπική ιστορία έγινε ξαφνικά τόσο οικεία, σχεδόν αναπόφευκτα ταυτίστηκε με τη ζωή όλων. Πώς να μη σε αγγίξει το «Μαμά μην πεθάνεις» ή το «Μαμά θέλω να πεθάνω» ή το «Μάνα, έγινα μάνα!»; Πώς το τετράγωνο και ο κύκλος που τα φώτα σχημάτιζαν στη σκηνή και μαγικά μπλέκονταν με τα βήματα της Χαρούλας να μην ένωναν στην ψυχή σου τα σχήματα των δικών σου σκονισμένων πληγών;

Όσο πόνο όμως και αν έκρυβε το «Χειρόγραφο», όση αγωνία και αν είχαν οι σελίδες του, όσες δυσκολίες και αν αναδείχθηκαν επί σκηνής από τη σαρανταεξάχρονη τεράστια καριέρα της καταπληκτικής ερμηνεύτριας, στο τέλος όλοι έπαιρναν ένα μεγάλο δώρο, όταν η ίδια ομολογούσε ότι αυτό που τελικά έχει σημασία στη ζωή είναι η ίδια η ζωή! Επομένως, ζήστε...

 

 

Η μουσική παράσταση με τους Βασίλη Παπακωνσταντίνου, Χρήστο Θηβαίο και ο Οδυσσέα Ιωάννου.Μετά από δύο επιτυχημένες χρονιές το Εννέα και πέντε αποχαιρέτησε το κοινό της Αθήνας με μία μοναδική παράσταση στο Ηρώδειο την Τρίτη 30 Αυγούστου και το κοινό, όπως αναμενόταν τους αποθέωσε.

Η μεγάλη επιτυχία, όμως θα συνεχιστεί και τη θέση του Χρήστου Θηβαίου θα πάρει η Ρίτα Αντωνοπούλου,που ετοιμάζει ήδη βαλίτσες για την μεγάλη περιοδεία του Χειμώνα!

Το αγαπημένο μας τρένο θα καθυστερήσει, ευτυχώς, και φέτος, δίνοντας την ευκαιρία και στο κοινό της επαρχίας να το απολαύσει. Έτσι η μπάντα των μουσικών και ο Οδυσσέας Ιωάννου, που θα το περιμένουν μαζί με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και την Ρίτα Αντωνοπούλου θα μπλέξουν αρμονικά μελωδίες, σκέψεις, εικόνες, συναισθήματα, προσδοκίες. Το ελληνικό τραγούδι τέμνει την συλλογική μας μνήμη.

 Μια παράσταση για τους κοινούς μας τόπους, για τις προσωπικές διαδρομές που συγκινεί με την αλήθεια της.

IMG_2115.JPG

Η Ρίτα Αντωνοπούλου (φωτογραφία: Βαγγέλης Αγγελόπουλος)

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

Ροή Ειδήσεων

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία