Συντάκτης: Γιώργος Παραδείσης, Msc
Ψυχολόγος
Κοιτάζοντας καθημερινά γύρω μας, βλέπουμε ανθρώπους, οι οποίοι επιδεικνύουν διαφορετικές συμπεριφορές στα ίδια ερεθίσματα. Όταν προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε τις συμπεριφορές τους, συχνά τις αποδίδουμε στην προσωπικότητά τους ή στο χαρακτήρα τους. Τι είναι όμως αυτά τα δύο πράγματα τα οποία επικαλούμαστε διαρκώς, και με ποιο τρόπο λειτουργούν;
Με τον όρο προσωπικότητα -όπως αυτός έχει καθιερωθεί -αναφερόμαστε σε ένα σύνολο από σταθερούς τρόπους με τους οποίους ένας άνθρωπος σκέφτεται, συμπεριφέρεται και αντιδρά στο περιβάλλον του. Στην γενική του χρήση, πρόκειται για έναν όρο ο οποίος χρησιμοποιείται για να διαχωρίσει τους ανθρώπους μεταξύ τους. Είναι άκαμπτος, αναφέρεται σε στοιχεία τα οποία αποδέχεται αξιωματικά ότι δύσκολα μεταβάλλονται και αποδίδει αυτά τα στοιχεία στο άτομο.
Ακόμη πιο άκαμπτος είναι ο όρος χαρακτήρας. Όταν μιλάμε για τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου αναφερόμαστε σε ένα σύνολο από εγγενή στοιχεία τα οποία τον διακρίνουν από τους υπόλοιπους. Αυτά τα χαρακτηριστικά, αποτελούν ιδιότητες ή γνωρίσματα με τα οποία ο συγκεκριμένος άνθρωπος έχει γεννηθεί, πράγματα δηλαδή που έχει κληρονομήσει από τους γονείς του.
Προκύπτει από τα παραπάνω, ότι η προσωπικότητα αναφέρεται στα στοιχεία μας τα οποία αναπτύξαμε μεγαλώνοντας, από την αλληλεπίδραση μας με το περιβάλλον, ενώ ο χαρακτήρας καλύπτει στοιχεία με τα οποία γεννηθήκαμε -πράγματα τα οποία κληρονομήσαμε και είναι συνυφασμένα με τη βιολογία μας.
Η αντίληψη ότι διαφέρουμε μεταξύ μας σε επίπεδο σκέψης και συμπεριφοράς, λόγω βιολογικών παραγόντων, μπορεί να υποστηρίζεται ακόμη από πολλούς ερευνητές, αλλά έχει αρχίσει να σπάει και να καταρρίπτεται από μεγάλο μέρος της επιστημονικής κοινότητας. Πολλές έρευνες καταλήγουν στο να αποδώσουν συμπεριφορές όπως η εξάρτηση από μία ουσία ή η θρησκευτικότητα ή ακόμη και η επιθετικότητα ενός ανθρώπου, σε βιολογικούς παράγοντες με τους οποίους έτυχε να γεννηθεί. Παρόλα αυτά, πολλοί επιστήμονες εστιάζουν στα κενά που έχουν οι εν λόγω έρευνες και τείνουν να υποστηρίζουν την ακριβώς αντίθετη άποψη:
Χαρακτήρας δεν υπάρχει. Δεν γεννιόμαστε με τάσεις προς την εξάρτηση ή προς την βία μεγαλύτερες ή μικρότερες από τον διπλανό μας. Αυτά είναι δουλειά του περιβάλλοντος (είτε του οικογενειακού, είτε του κοινωνικού, είτε του πολίτικο-οικονομικού) και προκύπτουν από τον τρόπο και τις συνθήκες με τις οποίες μεγαλώνουμε.
Ακόμη και αν δεχτούμε όμως την μη ύπαρξη χαρακτήρα και την απόδοση όλων των γνωρισμάτων που μας κάνουμε να ξεχωρίζουμε από τους γύρω μας, στο περιβάλλον, ο όρος της προσωπικότητας με την κλασική έννοια είναι πολύ στενός και άκαμπτος για να περιγράψει αυτά που παρατηρούμε στην πραγματικότητα. Οι άνθρωποι γύρω μας κάνουν διαρκώς πράγματα τα οποία μας εκπλήσσουν και αναπτύσσουν συμπεριφορές που δεν δικαιολογούνται από την «προσωπικότητά» τους. Ας δούμε ένα παράδειγμα:
Ο Αντώνης εργάζεται ως καθηγητής μαθηματικών στο λύκειο. Έχει μια σύζυγο και ένα παιδί και μένουν κοντά στο σπίτι των γονιών του, στο οποίο μεγάλωσε.
Είναι ένας άνθρωπος ο οποίος γενικά δεν παίρνει πρωτοβουλίες και και του αρέσει να αφιερώνει αρκετό χρόνο σε μοναχικές ασχολίες, όπως το ποδήλατο και οι εκδρομές στο βουνό. Με τη σύζυγό του, επίσης καθηγήτρια, δεν έχουν περισσότερες διαφωνίες από το μέσο ζευγάρι, κυρίως επειδή εκείνη θεωρεί ότι δεν ασχολείται αρκετά με τα θέματα του σπιτιού. Πράγματι, εκείνη είναι που έχει αναλάβει την διαχείριση των οικονομικών της οικογένειας, και τις αποφάσεις για τα φροντιστήρια και τις υποχρεώσεις του παιδιού. Ακόμα και κατά την διάρκεια των συγκρούσεων μέσα στην οικογένεια, ο Αντώνης είναι ήρεμος και αντιμετωπίζει τις καταστάσεις με χιούμορ το οποίο μοιάζει να χρησιμοποιεί σαν αμυντικό μηχανισμό.
Στο σχολείο, είναι ένας άριστος καθηγητής ο οποίος παίρνει διαρκώς πρωτοβουλίες, έχοντας πολλές φορές ηγετικό ρόλο στο σύλλογο των καθηγητών. Ελάχιστοι συνάδελφοί του γνωρίζουν για το χιούμορ του, αφού χαρακτηρίζεται από μια σοβαρότητα σε οτιδήποτε και αν συζητούν. Οι μαθητές του τον εκτιμούν και θεωρούν ότι είναι πολύ πιο ανοικτός και κοινωνικός, απ’ ότι ομολογούν οι συνάδελφοί του.
Στο πατρικό του σπίτι, παρουσία των γονιών του, ο Αντώνης είναι πάντοτε εξαιρετικά ευερέθιστος. Ο πατέρας του τον κατηγορεί ότι «δεν σηκώνει κουβέντα», για να πάρει την απάντηση ότι «τα αστεία» του, «μόνο αστεία δεν είναι». Σε κάθε παρατήρηση, ο Αντώνης φωνάζει δυνατά και δίνει την αίσθηση ενός ανθρώπου που καταπιέζεται και δεν μπορεί να το διαχειριστεί.
Το παραπάνω παράδειγμα δεν είναι εύκολο να εξηγηθεί, ούτε με την θεωρητική κατασκευή του «χαρακτήρα», αλλά ούτε και με τον ορισμό της προσωπικότητας που έχουμε δώσει μέχρι στιγμής. Βλέπουμε ότι τα στοιχεία που θέλουμε να αποδίδουμε σε έναν άνθρωπο ως «σταθερά», μόνο σταθερά δεν είναι. Το πλαίσιο φαίνεται να παίζει πολύ μεγαλύτερο ρόλο απ’ όσο συνειδητοποιούμε.
Οι περιβαλλοντικοί αλλά και οι κοινωνικοί ψυχολόγοι, έχοντας καταλάβει την δύναμη του πλαισίου εδώ και καιρό, μας εξηγούν ότι η συμπεριφορά του Αντώνη την ώρα που διδάσκει στο Λύκειο, μοιάζει πολύ περισσότερο με τη συμπεριφορά των συναδέλφων του την ώρα που διδάσκουν, παρά με την συμπεριφορά του ίδιου του, του εαυτού την ώρα που γευματίζει με τους γονείς του.
Προκύπτει λοιπόν η ανάγκη της δημιουργίας ενός μοντέλου, το οποίο θα μπορεί να εξηγήσει την ανθρώπινη συμπεριφορά, χωρίς να έχει την ανάγκη να την αποδώσει σε σταθερά γνωρίσματα, αλλά λαμβάνοντας υπόψη τα πλαίσια στα οποία αυτή εμφανίζεται.
Η απάντηση έρχεται μέσα από τη Θεωρία των Συστημάτων και πιο συγκεκριμένα, μέσα από την έννοια των Ρόλων.
Οι ρόλοι και η σημασία τους στην ζωή μας
Μέσα από την εξέταση της οικογένειας ως όλον, η θεωρία συστημάτων, εξηγεί ότι στο επίκεντρο της ανθρώπινης ζωής βρίσκεται η επικοινωνία. Προκειμένου να κατανοήσουμε αλλά και να αξιοποιήσουμε την παραπάνω πληροφορία, καλούμαστε να στρέψουμε τον φακό από τον εσωτερικό ψυχισμό του ατόμου, με τον οποίο ασχολούνταν οι υπόλοιπες θεωρίες, στις σχέσεις που συνάπτει το άτομο με τους ανθρώπους γύρω του.
Η θεωρία συστημάτων, ουσιαστικά λέει ότι πρέπει να αντιληφθούμε τη ζωή μας σαν ένα θεατρικό έργο, κατά την διάρκεια του οποίου, υποδυόμαστε διάφορους ρόλους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν νοείται η φράση «είμαι αυστηρός χαρακτήρας», αλλά ούτε και το «είμαι αυστηρός ως προσωπικότητα». Δεν νοείται καν η φράση «είμαι αυστηρός». Αυτό το οποίο στην πραγματικότητα συμβαίνει είναι ότι σε ορισμένα σημεία στην καθημερινότητά μου, υποδύομαι τον ρόλο του αυστηρού. Μπορεί λοιπόν να έχω το ρόλο του αυστηρού γονιού, ενώ η σύζυγός μου να έχει υιοθετήσει τον ρόλο της ελαστικής μητέρας, ενώ ταυτόχρονα στη δουλειά μου να έχω τον ρόλο του ελαστικού καθηγητή.
Οι ρόλοι που μαθαίνω να υποδύομαι ξεκινούν από τους πρώτους κιόλας μήνες της ζωής μου, όπου μπορεί να μου έχει δοθεί από την οικογένεια ο ρόλος του ζωηρού παιδιού ενώ στη συνέχεια μπορεί να αναλάβω το ρόλο του κακού μαθητή, αλλά ταυτόχρονα το ρόλο του ευαίσθητου παιδιού, κλπ.
Η σημερινή μου προσωπικότητα αποτελείται από το σύνολο των ρόλων που έχω μάθει καλύτερα να υποδύομαι, δηλαδή από το σύνολο των ρόλων στους οποίους έχω μάθει να νιώθω άνεση και ασφάλεια. Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε στιγμή μπορώ να αλλάξω εντελώς το ρόλο μου, αλλά συνήθως δεν θα κάνω κάτι τέτοιο, διότι νιώθω πιο άνετα στους ρόλους που παίζω από παλιά.
Εφαρμογή των ρόλων στην αντίληψη του εαυτού μας
Προκειμένου να γίνει αντιληπτό το πως τα παραπάνω μπορούν να προκαλέσουν αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τον εαυτό μας μπορούμε να δοκιμάσουμε την παρακάτω πολύ απλή άσκηση:
Σκεφτείτε κάποια χαρακτηριστικά που μέχρι στιγμής θεωρούσατε βασικά γνωρίσματα της προσωπικότητάς σας.
Στη συνέχεια σκεφτείτε πότε άρχισαν να εμφανίζονται.
Δείτε τα τώρα ως ρόλους οι οποίοι μοιράζονται μέσα στην οικογένειά σας, εξυπηρετούν κάποια λειτουργία και συμπληρώνουν αντίστοιχους ρόλους που έχουν υιοθετήσει άλλα μέλη
Εάν η ζωή μέσα στην οικογένειά σας ήταν ένα θεατρικό έργο, τι ρόλο θα έπαιζε στην εξέλιξη της πλοκής του, ο χαρακτήρας σας;
Γράψτε σε ένα χαρτί, ποιοι συνετέλεσαν στο να αναλάβετε τους ρόλους που έχετε, όταν πρωτοεμφανίστηκαν και με ποιο τρόπο. Επίσης γράψτε ποιοι συντελούν στο να τους αναλαμβάνετε τώρα.
Κοιτάζοντας τα αποτελέσματα αυτής της άσκησης είναι πολύ πιθανό να προκύψουν αλλαγές στην εικόνα που είχαμε για τον ίδιο μας τον εαυτό.