«Η Αφιέρωση», του Αντώνη Γκόλτσου είναι ένα αστυνομικό μυθιστόρημα για όλους όσοι «ψάχνουν απαντήσεις εκεί που δεν πρέπει».
Μια ιστορία που αρχίζει στα χρόνια της δικτατορίας και τελειώνει με αναπάντεχο τρόπο στην φλεγόμενη Αθήνα μετά τη δολοφονία Γρηγορόπουλου.
Δεν πρόκειται για πολιτικό, αλλά για ένα καθαρόαιμο αστυνομικό μυθιστόρημα με καταιγιστική δράση κι έναν ήρωα που δεν σταματάει αν δεν πετύχει αυτό που θέλει.
Δεν σταματά και πληρώνει το κόστος των πράξεών του με την επιμονή ενός παιδιού, και την οίηση ενός ανθρώπου που δεν δέχεται το «όχι» ως απάντηση.
Ο συγγραφέας δοκιμάζεται πρώτη φορά σε μυθιστόρημα, αν και είναι μάλλον από τους πλέον αναγνωρίσιμους γραφιάδες και μελετητές της αστυνομικής λογοτεχνίας. Πέραν των δικών του διηγημάτων, εδώ και δέκα χρόνια είναι η ψυχή της Ελληνικής Λέσχης Ανάγνωσης Αστυνομικής Λογοτεχνίας των εκδόσεων Μεταίχμιο με εκατοντάδες φανατικούς, και χιλιάδες σελίδες κριτικών σημειώσεων.
Η συζήτηση μαζί του είναι απολαυστική. Με την εντελώς ραδιοφωνική του φωνή, μια εξαιρετική ευγένεια και ένα ιδιαίτερο χιούμορ μας ταξιδεύει στον κόσμο του ήρωά του, του Αλκιβιάδη Πικρού, αλλά και στα "ενδότερα" ενός λογοτεχνικού είδους που συναρπάζει εκατομμύρια αναγνώστες. Στο τέλος μας προτείνε 4 + 2 αστυνομικά για αρχάριους (και όχι μόνο)
-Αντώνη, σύστησέ μας τον ήρωα σου , τον Αλκιβιάδη
Στη μικρή κόκκινη ροζέτα του εξωφύλλου περιγράφεται σε οκτώ λέξεις η υπόθεση του βιβλίου: ψάχνοντας την απάντηση όταν και όπου δεν πρέπει.
Ο Αλκιβιάδης Πικρός, είναι ένας 35αρης συγγραφέας αστυνομικών αρκετά εμμονικός. Βλέπει μόνο τον στόχο και ποτέ τη διαδρομή για να φτάσει ως εκεί. Αυτό δημιουργεί προβλήματα στον ίδιο και στους δικούς του ανθρώπους. Τους εκθέτει σε μεγάλους και ανεπανόρθωτους κινδύνους.
Τι ψάχνει; Είναι ένας άνθρωπος που έχασε τους γονείς του αρκετά νωρίς. Η μητέρα του υπήρξε θύμα ενός «σειριακού» δολοφόνου – αν είναι σωστή η μετάφραση του serial killer – όταν αυτός ήταν εννιά μηνών, και στα εννιά του χρόνια έχασε και τον πατέρα του από ένα ατύχημα που για τον ίδιο είναι βέβαιο ότι δεν ήταν απλό ατύχημα.
Αμέσως μετά ο θείος του –αδελφός του πατέρα του – τον διώχνει στην πραγματικότητα από την Ελλάδα και τον στέλνει εσώκλειστο σε σχολείο στο Μπιαρίτς στη Γαλλία για να αποφύγει τον «κίνδυνο», έναν κίνδυνο που ο ίδιος δεν αντιλαμβάνεται, ούτε του τον εξήγησε ποτέ ο θείος.
Όταν γυρίζει από τη Γαλλία, βάζει στόχο να μάθει την ιστορία των γονιών του και βρει πώς πέθαναν . Το έναυσμα σ’ αυτή την προσπάθεια είναι μια αφιέρωση. Μία αφιέρωση που ανακάλυψε σε ένα βιβλίο του πατέρα του από μια γυναίκα που αγνοεί την ταυτότητα της. Κανείς δεν την ξέρει. Μέχρις εδώ η ιστορία έχει κάτι το βιωματικό.
Είχα κι εγώ ένα βιβλίο με μια αφιέρωση μιας γυναίκας σε ένα στενό συγγενικό μου πρόσωπο, που δεν γνωρίζω και δεν την ξέρει κάνεις. Μέχρι εκεί όμως. Από εκεί και πέρα είναι μυθοπλασία
Ο Αλκιβιάδης εχει κάποια προβλήματα, αν και η λέξη είναι μάλλον λίγη, που καλείται ν’ αντιμετωπίσει.
-Αντώνη εδώ μπορούμε να πούμε ότι ο πατέρας του είχε κάποιες σχέσεις με τη χούντα των συνταγματαρχών, δεν μας λες αν ήταν χουντικός , πάντως ήταν στο περιβάλλον. Η μητέρα του στον αντίποδα ήταν δικηγόρος και πολέμιος του καθεστώτος.
Πολιτικά η οικογένεια του Αλκιβιάδη ήταν «διπολική». Το μέλλον της ήταν προδιαγεγραμμένο, αν δεν μεσολαβούσε η δολοφονία της μητέρας.
Επίτρεψέ μου όμως να ανοίξω μια παρένθεση: το βιβλίο δεν είναι πολιτικό και ιστορικό μυθιστόρημα. Η περιγραφή της πολιτικής κατάστασης είναι ένας βατήρας που μου δίνει τη δυνατότητα να κινηθώ σε εποχές δύσκολες όπου τα πάντα ήταν σε «απόχρωση» κανείς δεν ήξερε πού ακριβώς βρίσκεται.
Το βιβλίο είναι και χρονικά «δίπολο» γιατί η τελευταία του εξέλιξη διαδραματίζεται τον Δεκέμβριο του 2008, με την δολοφονία του Γρηγορόπουλου.
Χρειαζόμουν έναν βατήρα, όπως σου είπα, και αυτός ήταν μια πόλη σε παράκρουση, όπως ήταν η Αθήνα την εποχή εκείνη.
Ο ήρωας κινείται σ’ αυτό το χρονικό διάστημα, κι έχει να κάνει με μια μητέρα η κηδεία της οποίας έγινε λαϊκό προσκύνημα, και η δολοφονία της ήταν η τρίτη μιας σειράς δολοφονιών.
Το πρώτο ερώτημα που βάζει στον εαυτό του ένας Αλκιβιάδης Πικρός που ενίσταται και υποψιάζεται τα πάντα, είναι αν πάλι πρόκειται για μια δολοφονία εν σειρά ή είναι μια δολοφονία που λειτουργεί όπως το βότσαλο που ταράζει τη λίμνη, και αποσταθεροποιεί, μια πολιτική δολοφονία;
-Θα ανοίξω κι εγώ "παρένθεση" με αφορμή αυτό που είπες: σήμερα, πώς βλέπεις εσύ την Αθήνα. Τότε μου είπες η Αθήνα ήταν σε παράκρουση (τον Δεκέμβριο του 2008)
Σήμερα επικρατεί μια άλλου είδους παράκρουση. Κάποτε η παράκρουση εκτυλισσόταν στον δρόμο σήμερα νομίζω ότι είναι εσωτερική. Ο κόσμος ζει αυτό που ζει με κάποια εσωστρέφεια. Ένα ερώτημα που είχα πάντα και την έχω κάνει σε πολύ κόσμο από χειρώνακτες μέχρι καθηγητές πανεπιστημίου, αλλά και στον εαυτό μου είναι γιατί δεν κατεβαίνει ο κόσμος στους δρόμους όπως το έκανε μέχρι το 2012. Παραμένει ερώτηση χωρίς απάντηση. Το κίνητρο για αντίδραση υπάρχει, απλά η αντιμετώπιση είναι διαφορετική.
-Λείπει ένας ηγέτης, μια μορφή να εμπνεύσει τον κόσμο;
Εάν πω ναι, θα είναι ότι παραδέχομαι ότι υπάρχει πρόβλημα συντονισμού. Πρόβλημα εστίασης σε κάποιον που μπορεί να μην υπάρχει σήμερα/ Δεν είναι θέμα εστίασης. Όταν ο κόσμος κατεβαίνει σήμερα ο κόσμος κατεβαίνει για να διαμαρτυρηθεί, να δείξει την οργή του τελεία. Δεν εκβιάζει την παρουσία κάποιου ηγέτη. Δεν περιμένει κάποιο αποτέλεσμα
Είναι αυτή η έλλειψη έφεσης στην διαμαρτυρία ή την επίδειξη της οργής, η απουσία της οργής και της διαμαρτυρίας που με ξαφνιάζει. Προσπαθώ να απομονώσω το στοιχείο που έχει επιβάλει αυτή την συμπεριφορά από το 2012 και μετά, αυτό δεν μπορώ να βρω.
Διαβάστε όλη τη συνέντευξη εδώ.