Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Είδαμε τα «Μήλα» του Χρήστου Νίκου Κύριο

Αν το νέο καλλιτεχνικό αίμα έχει ως αποστολή και λειτούργημα να εκπλήσσει με την φρεσκάδα του και να ανανεώνει καλλιτεχνικές φόρμες, τότε ο Χρήστος Νίκου, με την ταινία του καταφέρνει να μας χαρίσει μια ταινία και μια αισθητική ικανή να εκπλήξει απόλυτα.

Βασιζόμενος αφηγηματικά σε μια πανδημία συλλογικής απώλειας της μνήμης και σκηνοθετικά στο περίφημο ελληνικό weird wave, ο Νίκου δημιουργεί μία post apocalyptic ιστορία με δούρειο ίππο τα μήλα, στον πόλεμο κατά της αστικής μοναξιάς. Σε ένα ,λοιπόν, δυστοπικό σύμπαν χωρίς δράκους, εξωγήινους και υστερίες, ο ήρωας του (Άρης Σερβετάλης) είναι ένας εκ των πολλών που θα απωλέσουν την μνήμη τους. Όταν δεν θα τον αναζητήσει κανένα οικείο ή προσφιλές πρόσωπο, θα ενταχθεί σε ένα πρόγραμμα δημιουργίας νέων ταυτοτήτων και εμπειριών. Κι αν οι δυστοπίες σας φέρνουν στο νου εικόνες μυστηριώδεις κι ανεξιχνίαστες από νέους κόσμους, ο Νίκου ποντάρει στο οικείο της αθηναϊκής καθημερινότητας. Γυρίζει, λοιπόν, εδώ την ταινία του σε μια Αθήνα που, μοιάζει να αγνοεί τα θύματα της ακούσιας αμνησίας και να συνεχίζει αλώβητη την ζωή και την αστική της πορεία προς το άγνωστο.

 mila

Μέσα στο αισθητικό και σκηνοθετικό αυτό πεδίο της αλλοτριωτικής μοναξιάς, το σενάριο τοποθετεί έναν πρωταγωνιστή έρμαιο των αναμνήσεων που έρχονται κι αυτών που μένουν πίσω, των πληγών που ανοίγουν κι αυτών που δεν θα κλείσουν ποτέ. Ενώ, πλάθοντας ένα αίνιγμα γύρω από την ταυτότητα και την διανοητική του κατάσταση, επιτρέπει την συμβολική ταύτιση και προσωπική αναπαράσταση του ερωτήματος «κι αν ήμουν εγώ;».

Έχοντας, βέβαια, το ένα πόδι γερά τοποθετημένο στο ελληνικό weird wave, σκηνοθέτης και σεναριογράφοι (Χρήστος Νίκου και Σταύρος Ράπτης), μοιάζουν να επιλέγουν εκούσια την πλήρη απουσία συγκρούσεων και την κίνηση στον αντίποδα του οποιουδήποτε μελοδραματικού συναισθήματος. Κι αν η επιλογή αυτή αφαιρεί ένα κομμάτι ψυχής από την ίδια της την δημιουργία ποντάροντας στην ασφάλεια του συμβολικού weird, το αισθητικό σύμπαν τέρπει απόλυτα τα σινεφιλικά μάτια και προσφέρει στιγμές ασυγκράτητης κινηματογραφικής φρεσκάδας.

3,5/5