Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 

Από τον Αναστάση Πινακουλάκη

Για πρώτη φορά στο θέατρο ανεβαίνει φέτος το έργο «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια» του Στράτη Μυριβήλη, σε σκηνοθεσία και διασκευή του Πέτρου Ζούλια. 
 
Η παράσταση έκανε πρεμιέρα την Τετάρτη 30 Οκτωβρίου στο Θέατρο Βέμπο, που φέτος φαίνεται ν’ αλλάζει φυσιογνωμία αφήνοντας κατά μέρους τις διασκευές εμπορικών μιούζικαλ, κι επιλέγοντας την κλασσική ελληνική πεζογραφία. Ο λόγος για το μυθιστόρημα του Στράτη Μυριβήλη που εκδόθηκε το 1933, αφού πρωτοδημοσιεύτηκε σε συνέχειες το διάστημα 1931-1932. Το μυθιστόρημα αποτελεί ουσιαστικά τη συνέχεια του αριστουργήματός του «Η ζωή εν τάφω» και πραγματεύεται την περίοδο 1917-1922 και τις συνέπειες του πολέμου για τους ήρωές του. Ο Λεωνής Δρίβας γυρίζει από τον πόλεμο της Μικρασίας στη Μυτιλήνη και δοκιμάζεται από τον έρωτά του για την Σαπφώ, την χήρα του φίλου του Βρανά, την περιβόητη «δασκάλα με τα χρυσά μάτια». Μέσω του χαρακτήρα αυτού, ο Μυριβήλης εκφράζει ταυτόχρονα, τα ιδεώδη της Ελλάδας του μεσοπολέμου, ένα αντιπολεμικό πνεύμα και μια κοινωνική κριτική προς τον Κομμουνισμό και τους κομμουνιστές. 
 
Το έργο μεταφέρθηκε στη μικρή οθόνη το 1979 – δηλαδή ακριβώς 40 χρόνια πριν- σε σκηνοθεσία του Κώστα Αριστόπουλου και σενάριο της Μαργαρίτας Λυμπεράκη. Πρωταγωνιστές ήταν ο Γιάννης Φέρτης (Λεωνής), η Κάτια Δανδουλάκη (Σαπφώ), ο Νικήτας Τσακίρογλου (Βρανάς) και η Ειρήνη Ιγγλέση (Αδριανή). Να σημειωθεί πως φέτος εκτός από το πρώτο θεατρικό ανέβασμα του έργου, είχαμε και την τηλεοπτική εκδοχή του προγενέστερου «Η ζωή εν τάφω» για την ΕΡΤ από τον Τάσο Ψαρρά. 
 
Ο Στράτης Μυριβήλης αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους πεζογράφους μας, ενώ το έργο του διακρίνεται για τον αντιπολεμικό του χαρακτήρα, τις ιδεολογικές του προεκτάσεις και για τις ένθετες αληθινές ιστορίες που λειτουργούν εν είδη δημοσιογραφικού ρεπορτάζ. Ας μην ξεχνάμε πως ο Μυριβήλης πέραν από απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών, άσκησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το δημοσιογραφικό επάγγελμα. Το 1912 κατατάσσεται εθελοντής στον στρατό και λαμβάνει μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους. Μετά από έναν τραυματισμό του θα επιστρέψει στη Μυτιλήνη. Το 1917 κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στρατεύεται εκ νέου και λαμβάνει μέρος στις επιχειρήσεις στη Μακεδονία. Τα εμβληματικότερα έργα του είναι τα «Η ζωή εν τάφω», «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια» και «Η Παναγιά η Γοργόνα». Αυτό που ξεχωρίζω στη γραφή του είναι οι φωτογραφικές περιγραφές, οι πολιτικές προεκτάσεις των προσώπων των έργων του, η αποστασιοποίηση που μπορεί να παίρνει, η κοινωνική σάτιρα και ο ρεαλιστικός ρομαντισμός του. Οι χαρακτήρες των έργων του, είναι ιδεώδη που προσπαθούν να επιβιώσουν από τα συντρίμμια των συνεχών πολέμων. 
 
 
kori konstantinou
Η παράσταση
 
Ο Πέτρος Ζούλιας υπηρετώντας σταθερά την αγάπη του για την ελληνική πεζογραφία μετά την Αστροφεγγιά και τον Παπαδιαμάντη, καταπιάνεται με τον Μυριβήλη, υπογράφοντας την διασκευή και την σκηνοθεσία της παράστασης. Η αλήθεια είναι πως εδώ έχει να κάνει μ’ ένα πολύ μεγάλο στοίχημα, καθώς το «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια» είναι ένα έργο γεμάτο εκτενείς περιγραφές και προσωποποιημένες αναφορές, που είναι πολύ δύσκολο να λειτουργούν θεατρικά, σχεδόν έναν αιώνα μετά. Επίσης, λαμβάνοντας υπόψη, πως μιλάμε για μία παράσταση του εμπορικού θεάτρου, καταλαβαίνουμε πως μία παράσταση πιστή στο πνεύμα του Μυριβήλη, με όλο αυτό το πολιτικό κλίμα που τον ακολουθεί, δε θα έβλεπε ποτέ το άνοιγμα της αυλαίας. 
 
Η διασκευή του Ζούλια δυστυχώς στερεί πολλά από τα σημεία-κλειδιά του έργου. Από τη μία η έγνοια για σύνδεση με το σήμερα, κι από την άλλη το έτερον ήμισυ της δραματουργίας του, δηλαδή η μουσική της Ευανθίας Ρεμπούτσικα, μετατρέπουν το έργο σ’ ένα ρομαντικό μελόδραμα, ελαχιστοποιώντας τον κοινωνικοπολιτικό χαρακτήρα του στα πλαίσια του εύπεπτου εμπορικού. Θ’ αναφέρω τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα.
 
Πρώτον, το μυθιστόρημα έχει δύο κεφάλαια, για τις ομοερωτικές επαφές στρατιωτών με άντρες ηθοποιούς που ντύνονταν γυναικεία, και στη συνέχεια την δολοφονία αυτών για να μην τους αφήσουν «ρετσινιά». Στην παράσταση, βλέπουμε δύο νεαρά αγόρια ν’ αγκαλιάζονται και στη συνέχεια το ένα να στραγγαλίζει το άλλο πάνω στην κάψα. Είμαι της άποψης, πως αν είναι να «εξωραΐσεις» κάτι, καλύτερα να μην το συμπεριλάβεις καθόλου.
 
Δεύτερον, στο πρωτότυπο, η κομματική νεολαία φαίνεται να προσεγγίζει τον Λεωνή και να προσπαθεί να τον προσηλυτίσει στον κομμουνισμό και λαμβάνει χώρα μια μεγάλη ιδεολογική συζήτηση που συνεχίζεται σε πολλές συγκεντρώσεις. Στη διασκευή, οι νέοι απλώς λιάζονται, και σ’ ένα σημείο ξεσηκώνουν τους αγρότες σε μάχη, που δεν έχει προετοιμαστεί ιδεολογικά ούτε έχουμε δει την άποψη του πρωταγωνιστή του έργου.
 
Τρίτον, το πλαίσιο που εμφανίζεται η Σαπφώ στο βιβλίο, είναι πολύ τρομαχτικό και την κάνει ένα πρόσωπο-μυστήριο που ξεδιπλώνεται με μεγάλο ενδιαφέρον στην εξέλιξή του. Είναι μια πανέμορφη γυναίκα που χήρεψε νέα και ο κόσμος την μέμφεται. Κοντά στο σπίτι της ζει το δίχρονο παιδί της που έχει υπερφυσικά μεγάλο κεφάλι και έχει «όψη τέρατος» εξαιτίας μιας οικογενειακής αρρώστιας από μεριάς του συζύγου της. Το παιδί το προσέχει μια πρόσφυγας με κομμένη γλώσσα. Η πρώτη συνάντηση του Λεωνή με την Σαπφώ γίνεται στο σχολείο. Επικρατεί το κουτσομπολιό και τα βλέμματα πίσω από τις γρίλιες. Στην διασκευή, αποσιωπούνται πολλά σημεία-κλειδιά, στο πλαίσιο της υπεραπλούστευσης του εμπορικού θεάτρου. Δεν γίνεται αισθητό πως ο έρωτας των δύο, βρίσκει εμπόδια τόσο στο κοινωνικό περιβάλλον όσο και στην συνείδηση του Λεωνή, που τιμά το νεκρό φίλο του. Μεγάλη αστοχία, κατά τη γνώμη μου, και η συνεχής φυσική παρουσία του Βρανά επί σκηνής. 
 
 
daskala xrusa matia
Το σκηνικό περιβάλλον της Αθανασίας Σμαραγδή διακρίνεται από τον μεγάλο καμβά που παραπέμπει σ’ ένα φυσικό τοπίο, την εικόνα της Παναγίας και τα εύσημα του Βρανά. Χαρακτηριστική είναι και η εικόνα του Λεωνή να ζωγραφίζει στον καμβά του. Πολύ έντονη η εικόνα της Σαπφούς με το κατακόκκινο φόρεμα ανάμεσα στο δυσχερές περιβάλλον του νοσοκομείου. Η ίδια αντίθεση θανάτου-ζωής χρησιμοποιείται και στην αφίσα της παράστασης, ενώ προσωπικά μου θύμισε την τελευταία σκηνή της ταινίας Schindler’s List. 
 
Ο Πέτρος Ζούλιας ακολουθεί την γνώριμη συνταγή του, να διασκευάσει ένα κλασικό πεζογράφημα, και να το ανεβάσει σε μία παράσταση που διακρίνεται για την αφηγηματικότητά της και για τις «μνήμες» που ξυπνά. Επιλέγει μια σειρά από αναγνωρίσιμους ηθοποιούς, όχι πάντα ταιριαστούς για τους ρόλους που τους αναθέτει. Ωστόσο, για εμένα εδώ αστοχεί στη φυσιογνωμία που δίνει στο σκηνικό ανέβασμα του έργου. Ν’ αναγνωρίσουμε βέβαια τη δυσκολία παράθεσης του συνόλου των περιγραφόμενων κοινωνικών περιστατικών του έργου και της διαφορετικής προσέγγισης της ιδεολογίας στο θέατρο σήμερα. Ακόμα κι αν κάποιοι  χαρακτήρες φαίνονται εντελώς καρικατούρες, μπορούν να φωτίσουν σε κάποιο βαθμό αυτά που «ενοχλούσαν» τον Λεωνή στην κοινωνία της Μυτιλήνης του ’30.
 
Ο θίασος της παράστασης είναι πολυσυλλεκτικός, στοχεύοντας ταυτόχρονα και στο εμπορικό κοινό που θέλει «μεγάλους πρωταγωνιστές» και στη νεώτερη γενιά που προτιμά ηθοποιούς που έχουν δουλέψει πολύ στο θέατρο. Τώρα, πως μπορούμε να έχουμε στην ίδια διανομή τον Γιώργο Κωνσταντίνου και τη Λένα Παπαληγούρα; Κατά κάποιον τρόπο, ενώ δίνεται η αίσθηση ότι έχουμε δύο διανομές σε μία, παρουσιάζει ενδιαφέρον αυτή η πολυμορφία του, γιατί κάπως έτσι είναι γραμμένο και το έργο, σαν ένα σύνολο ετερογενών κεφαλαίων, μ’ έκαστο να περιγράφει έναν άλλο χαρακτήρα ή ένα περιστατικό. 
 
Στην παράσταση ξεχωρίζει η Λένα Παπαληγούρα που κρατάει τον επώνυμο ρόλο του έργου, την Σαπφώ, την «Δασκάλα με τα χρυσά μάτια». Η Σαπφώ της κινείται με χάρη και εσωτερική ευγένεια, ανάμεσα στις λαϊκές φυσιογνωμίες του περιβάλλοντός που ζει και καταφέρνει να διατηρεί τη δυναμική της παρά το μένος των «δικαστών» της. Από τα ζωτικά κομμάτια της παράστασης είναι οι δύο της μονόλογοι που αφορούν την έγγαμη ζωή της μ’ έναν άντρα που δεν αγαπούσε και την ύπαρξη του παιδιού τους, που έγινε ο βραχνάς της. Η Σαπφώ είναι από τους ωραιότερους ρόλους που έχει υποδυθεί ως τώρα, ενώ είναι σε θέση να αποδώσει τις λεπτές αποχρώσεις του χαρακτήρα της. 
 
Σε αντίθεση με τον «κωμικό» και «τραχύ» χαρακτήρα των Μυτιληναίων, κινούνται τα «Καστρινάκια», ο Λεωνής κι η Αδριανή.  Ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης υποδύεται τον Λεωνή, τον βασικό πρωταγωνιστή κι αφηγητή του έργου. Η φυσιογνωμία που δίνει στον χαρακτήρα είναι πολύ ευγενής, αφού πρόκειται για έναν νέο με ψηλό ανάστημα και ευγενή ιδεώδη. Κυκλοφορεί με το καβαλέτο του και αποτυπώνει την φύση. Ωστόσο, ο τρόπος που χειρίστηκε η σκηνοθεσία τον ρόλο, νομίζω αδικεί τον ηθοποιό με δύο τρόπους. Καταρχάς, ο Λεωνής στο έργο είναι καυστικός προς την Σαπφώ, γιατί δεν την βλέπει να θρηνεί τον φίλο του Βρανά και στη συνέχεια η ανάμνηση του φίλου τον κάνει κακό μαζί της. Στην παράσταση ο Ζούλιας, επιλέγει ο Βρανάς να είναι κατ’ εξακολούθηση παρών επί σκηνής με τα δεκανίκια του ενώ έχει πεθάνει. Αυτό αναγκάζει τον ηθοποιό να παίζει «σαν τρελός» αφού μόνο εκείνος «βλέπει» τον Βρανά. Αυτού του είδους τα τεχνάσματα είναι εντελώς ξεπερασμένα από το θέατρο και θεωρώ πως εγκλωβίζουν τον ηθοποιό. Αντίθετα, αν ο Βρανάς είχε εμφανιστεί μόνο μία φορά, αντί για 4-5 που εμφανίστηκε, θα είχε προκαλέσει μεγαλύτερη αίσθηση στο κοινό. Δεύτερον, η διασκευή στερεί από τον χαρακτήρα τόσο τις ιδεολογικές του θέσεις, όσο και τις καλλιτεχνικές, αφού ελάχιστα μιλάει γι’ αυτά που πιστεύει ή γι’ αυτά που υποστηρίζει μέσω της ζωγραφικής του. Βασικό στήριγμά του, η Γιούλικα Σκαφιδά που υποδύεται την Αδριανή, με μια συγκινητική ουσία. 
 
Οι ηλικιακές διαφορές ανάμεσα στους χαρακτήρες του έργου και οι διαφορετικές ποιότητες των ανθρώπων, περιγράφονται γλαφυρά από την ετερογενή διανομή της παράστασης. Έτσι, έχουμε τον Γιώργο Κωνσταντίνου στο ρόλο του Δημάρχου και σύζυγό του την Χριστίνα Τσάφου. Είναι χαρακτηριστική η φυσιογνωμία του γέρου (Σταύρος Μερμήγκης) που εκμαυλίζει την νεαρή υπηρέτρια και την οδηγεί στην αυτοχειρία. 
 
Για μένα, ένα μεγάλο λάθος της παράστασης, είναι η μουσική της Ευανθίας Ρεμπούτσικα, όχι γιατί δεν είναι καλή, αλλά γιατί δίνει μια τελείως διαφορετική φυσιογνωμία στο έργο απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς από τον Μυριβήλη. Η μουσική της Ρεμπούτσικα είναι πάντα υγκινητική, και μπορεί να λειτουργήσει άριστα ως μουσικό χαλί σ’ ένα ρομαντικό έργο ή σ’ ένα έργο εποχής, αλλά εδώ περιορίζει τη δραματουργία προς αυτή την κατεύθυνση. 
 
Σε γενικές γραμμές, η παράσταση «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια» του Πέτρου Ζούλια, λειτουργεί ικανοποιητικά για τη συνθήκη με την οποία ανεβαίνει. Παρά τις όποιες μου ενστάσεις για τη δραματουργία της παράστασης, υπάρχουν αρκετές συγκινητικές στιγμές, και ψήγματα κοινωνικών σχολίων που βγαίνουν από την ζοφερή πραγματικότητα του σύμπαντος του Μυριβήλη. Το κρίμα είναι πως η παράσταση δεν φτάνει εκεί που θα μπορούσε. 
 
 
Διαβάστε επίσης:
 
 
 

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία