Από τη Μυρτώ Παπαϊωάννου
Με την έναρξη της νέας χρονιάς παρακολούθησα ένα συνταρακτικό δράμα - μια σύγχρονη τραγωδία στο Από Μηχανής Θέατρο. Παρακολουθώντας την, ήρθα αντιμέτωπη με μια ιστορία πιο επίκαιρη από ποτέ, η οποία μου έδωσε μια γερή δόση αλήθειας και αφύπνισης.
Πρόκειται για τα «Αξύριστα πηγούνια», το βραβευμένο έργο του Γιάννη Τσίρου (Α΄ βραβείο νέου συγγραφέα το 2004 στο διαγωνισμό του ΥΠΠΟ). Ο συγγραφέας του « Άγριου Σπόρου» και «Αόρατης 'Oλγας» συνεχίζει να μας ταρακουνά με τον τρόπο γραφή τους και τα ψυχογραφήματα των χαρακτήρων του. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ασκώντας κριτική στην ερωτική διαγωγή των ανδρών,προσπαθεί να ερευνήσει την ανδρική ματιά και τον τρόπο που λειτουργεί ένας άνδρας όταν συναντηθεί με μια γυναίκα και πιο συγκεκριμένα με μια γυναίκα κοινωνικά πιο αδύναμη από τον ίδιο.
Ο σκηνοθέτης Γιώργος Παλούμπης συνεργάζεται για δεύτερη φορά μετά την «Αόρατη Όλγα»(παράστασταση που ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο και χάρισε στην Λένα Παπαληγούρα το βραβείο Μελίνα Μερκούρη το2013) με τον συγγραφέα Γιάννη Τσίρο, σε ένα σύγχρονο έργο, γεμάτο κοινωνικές, πολιτικές και υπαρξιακές διαστάσεις, μια γροθιά στο στομάχι όλων όσοι ξεχνούμε, εθελοτυφλούμε, ή απλώς προσπερνούμε τις κοινωνικές ανισότητες, τη θέση των γυναικών, την εκμετάλλευση και συχνά απανθρωποίηση των οντοτήτων που συχνά μας είναι «αόρατες».
ΥΠΟΘΕΣΗ
Τρεις άνδρες, εργάζονται ως υπάλληλοι στην υπόγεια πτέρυγα ενός αθηναϊκού νοσοκομείου και είναι υπεύθυνοι για την αναγνώριση, ταξινόμηση και την φροντίδα όσων νεκρών ανθρώπων καταλήγουν στη μονάδα τους. Οι δύο από αυτούς μάλιστα έχουν μεγάλη εμπειρία στην εργασία αυτή. Ένα βράδυ όμως, η νεκρή κοπέλα που θα βρεθεί στην πτέρυγά τους, θα αλλάξει τα πάντα, καθώς όλοι σχετίζονταν μαζί της με κάποιον τρόπο. Εκείνο το βράδυ θα είναι καταλυτικό και για τους τρεις, καθώς οι αποκαλύψεις, τα συναισθήματα, τα ένοχα μυστικά ,θα φέρουν συγκρούσεις και κρίσεις, κι όλοι οι συσχετισμοί θα διαρρηχθούν , κλονίζοντας τον κόσμο τους. Μετά από εκείνο το βράδυ, η ζωή τους δε θα είναι πια η ίδια.
Η παράσταση ξεκινά με μια εντυπωσιακή γυναίκα να χορεύει αισθησιακά, αφαιρώντας τα ρούχα της, δημιουργώντας ένα ερωτικό κλίμα που πολύ σύντομα αποδομείται με μεγάλη σκηνοθετική μαεστρία στη δεύτερη σκηνή, καθώς όλο το έργο διαδραματίζεται στον θάλαμο όπου κρατούνται και φυλάσσονται πτώματα, ένα μέρος αποκρουστικό, κρύο και θλιβερό. Μέσα από τις διαδικασίες ρουτίνας, τους σκληρούς διαλόγους και την κινησιολογία των ηθοποιών, παρακολουθούμε μια σκληρή πραγματικότητα. Η φαινομενικά σκηνοθετική λιτότητα ήταν το στοίχημα στην παράσταση αυτή, καθώς μόνο με αυτόν τον τρόπο μπόρεσε να αναδειχθεί πλήρως η απογυμνωμένη αλήθεια του σώματος και της ψυχής.
Οι ερμηνευτές Αντώνης Κρόμπας και Ηλίας Βαλάσης έγιναν ένα με το ρόλο τους. Ο πρώτος ως υπεύθυνος της πτέρυγας, «ασκώντας την εξουσία» απέδωσε άριστα το ρόλο του «σωστού και ηθικού οικογενειάρχη» και υπαλλήλου, του άνδρα που φαινομενικά τα έχει όλα υπό έλεγχο, κρύβοντας όμως μια ταυτότητα γεμάτη αδυναμίες και πάθη, που καθώς οι ώρες περνούν αποδεικνύεται όλο και πιο ακραία και σκοτεινά. Ο Ηλίας Βαλάσης ιδανικός στο ρόλο του αποκλίνοντος φτωχού και αλκοολικού υπαλλήλου, με ωμό ρεαλισμό μας ξεδιπλώνει έναν χαρακτήρα βγαλμένο από την ελληνική κοινωνία που γνωρίζουμε όλοι, συγκεντρώνοντας πολλά χαρακτηριστικά του θύτη και θύματος, έχοντας μια προβληματική νοοτροπία που τον βυθίζει ολοένα και περισσότερο στην καταστροφή.
Σε μικρότερους αλλά σίγουρα καίριους ρόλους ο Στέλιος Δημόπουλος αποδίδει δυναμικά το ρόλο του τρίτου νεότερου υπαλλήλου, που διαφοροποιεί αισθητά τη θέση του από τους άλλους δύο άνδρες ως προς τη νοοτροπία, αναδεικνύει μια πιο ανθρώπινη πλευρά, αποσκοπώντας βέβαια κι εκείνος στο συμφέρον του.
Η Μαρία Νεφέλη Δούκα εμφανίζεται λιγότερο, αλλά η παρουσία της είναι καταλυτικής σημασίας για το έργο. Συγκεντρώνει πολλά κομβικά χαρακτηριστικά που την οδηγούν στο να είναι το αντικείμενο του πόθου των τριών ανδρών αλλά ταυτόχρονα και το πρόσωπο της απόλυτης εκμετάλλευσης, ακριβώς επειδή αντιμετωπίζεται ως αντικείμενο. Η ομορφιά της την βυθίζει ακόμα περισσότερο στο σκοτάδι του σεξισμού, του ρατσισμού, της υποβάθμισής της ως ανθρώπινο πλάσμα. Η αρχική εντυπωσιακή της εμφάνιση πολύ στοχευμένα δημιουργεί σεξουαλικές προεκτάσεις για το γυναικείο σώμα, για να έρθει να τις αποδομήσει με τον πιο σκληρό τρόπο στο τέλος, μια κοπέλα απλή, φτωχή που μας κοιτάζει στα μάτια, καθώς ψάχνει να γίνει κι αυτή ορατή.
Τα σκηνικά και κοστούμια της Νατάσας Παπαστεργίου μας έφεραν ακριβώς εκεί όπου έπρεπε να βρεθούμε. Σε έναν νοσοκομειακό κρύο θάλαμο με φορεία και νεκρά σώματα, όπου οι υπάλληλοι κάνουν ακολουθούν τη ρουτίνα της δουλειάς τους. Τα φώτα (Βασιλης Κλωτσοτήρας) συνετέλεσαν κι αυτά στην έμφαση του σκοτεινού και ψυχρού κλίματος, κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Η παράσταση κατακλύζεται από αγωνία καθώς εκτυλίσσεται η υπόθεση, μαύρο χιούμορ γιατί πρόκειται για γεγονότα δραματικά, σκληρές εικόνες και πολλά εναλλασσόμενα συναισθήματα, καταλήγοντας σε κοινωνικό προβληματισμό. Η πατριαρχία, η ελληνική οικογένεια «πρότυπο», ο σεξισμός, οι μετανάστες που χάνουν την ταυτότητά τους στον ξένο τόπο, η εκμετάλλευση και οι ανθρώπινες αδυναμίες είναι διαποτισμένα στο εξαιρετικό αυτό έργο, που δεν σου επιτρέπει να το ξεχάσεις.
Διαβάστε επίσης:
Γιώργος Παλούμπης:«Δεν Αντέχω Τους Εγωκεντρισμούς Που Εμφανίζονται Με Τη Μορφή Μιας Δήθεν Ανασφάλειας Και Έχουν Ως Στόχο Να Τραβήξουν Την Προσοχή»