Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Είδα «Το Πάρτι Γενεθλίων», σε σκηνοθεσία Γιώργου Παλούμπη Κύριο

Από τη Γιώτα Δημητριάδη 

Το «Πάρτι Γενεθλίων»(The Birthday Party) ήταν το πρώτο μεγάλου μήκους θεατρικό έργο του Χάρολντ Πίντερ (το τρίτο στη σειρά μετά το  «The Room»  και το «Τhe Dumb Waiter»). Το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά το 1958 στο Arts Theatre στο Cambridge. Κοινό και κριτικοί δεν το δέχθηκαν με ενθουσιασμό, αντίθετα  το αποδοκίμασαν.   

Σήμερα, εξήντα τέσσερα χρόνια μετά, θεωρείται ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά έργα της πρωτοπορίας, ένα κλασικό αριστούργημα που δεν έχει σταματήσει να παίζεται σ’ όλα τα θέατρα του κόσμου.   

 Στη χώρα μας, ανέβηκε για πρώτη φορά σε σκηνοθεσία  Κάρολου Κουν τη σεζόν 1969-1970.Από τότε έχει παρουσιαστεί αρκετές φορές. Ενδεικτικά αναφέρω την εξαιρετική παράσταση του Αντώνη Αντύπα στο Απλό Θέατρο (2005), με την ίδια μετάφραση του 1970 που υπέγραψε ο Παύλος Μάτεσις.   

Στην παράσταση του Γιώργου Παλούμπη στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, παρακολουθούμε μια νέα μετάφραση του Αντώνη Γαλέου. Μια αξιόλογη προσπάθεια που κατάφερε να αναδείξει ένα αξιοθαύμαστο στοιχείο του συγγραφέα: το γεγονός ότι οι απλοί έως και  απλοϊκοί  διάλογοι συνθέτουν κλιμακωτά μια ιδιότυπη και πολυεπίπεδη δραματουργική δομή που κατάφερε να γίνει εμφανής και να τραβήξει το ενδιαφέρον του θεατή.   

Το έργο είναι αινιγματικό και ανοιχτό σε πολλές αναγνώσεις, γι’ αυτό και, κατά τη γνώμη μου, τόσο γοητευτικό.   

Σε γράμμα του προς τον σκηνοθέτη του έργου, Πήτερ Γουντ, στις 30 Μαρτίου 1958,ο Πίντερ αρνήθηκε να προσθέσει  έστω και μια γραμμή για να εξηγήσει ή να δικαιολογήσει γιατί ο Στάνλεϊ έχει φτάσει σ’ αυτή την κατάσταση. Ο Πίντερ γράφει: «Ο Στάνλεϊ δεν μπορεί να συλλάβει τη μοναδική του δικαιολογία - πως είναι αυτό που είναι, επομένως ποτέ δεν θα μπορούσε και να την αρθρώσει» *  

Το έργο είναι και έντονα αυτοβιογραφικό, αφού ο Πίντερ ταυτίζεται με τον πρωταγωνιστή του αλλά και με την αντίσταση του Πιτ στις  «θρησκευτικές δυνάμεις» του Ιουδαϊσμού και του Καθολικισμού, που αντιπροσωπεύονται από τον Γκόλντμπεργκ και τον Μακ Καν. Για την ιστορία να πούμε ότι, ο ίδιος ο συγγραφέας, είχε απορρίψει την ιουδαϊκή πίστη στα δεκατρία του χρόνια.  

Το πιο ενδιαφέρον, βέβαια, είναι ότι και οι δύο βασανιστές είναι κατά βάθος θύματα των δύο θρησκειών τους. Γι’ αυτό και το έργο θεωρείται ότι έχει μια πολιτική και φιλοσοφική πολυπλοκότητα.  

Μεγάλη επιτυχία της σκηνοθεσίας  είναι ότι κατάφερε να ταιριάξει καλούς ηθοποιούς, διαφορετικών όμως σχολών, και να δημιουργήσει μια παράσταση με εντυπωσιακή σκηνική επικοινωνία και ροή.  

 Οι έξι ηθοποιοί χαρίζουν στο κοινό μοναδικές στιγμές. Όλοι οι χαρακτήρες που, από γραφής έχουν μία ιδιαίτερη και ιδιόρρυθμη προσωπικότητα, με πολλά ψυχολογικά προβλήματα να κρύβονται κάτω από την επιφάνεια, αναδεικνύονται μοναδικά στην παράσταση του Γιώργου Παλούμπη.   

Ο Πυγμαλίων  Δαδακαρίδης είναι μοναδικός ως φιγούρα, ζωντανή έκφραση του καταθλιπτικού και φοβισμένου κόσμου που αντιπροσωπεύει. Πέτυχε με εντυπωσιακή άνεση να συνθέσει με μια αξιοζήλευτη ενότητα όλα τα χαρακτηριστικά του Στάνλεϊ. Σπαρακτικός στη σκηνή με το ταμπούρλο.   

 Ο Γιάννος Περλέγκας είναι ένας σπουδαίος ηθοποιός, από τους ελάχιστους που μπορεί να μιλάει ακατάπαυστα στη σκηνή και να τον ακούς.  Γεγονός που έχει αποδείξει περίτρανα και στην παράσταση «Αδαή και Παράφρων» του Τόμας Μπέρνχαρντ. Οι φλυαρίες του Μακ Καν, λοιπόν, ακούγονται με ενδιαφέρον και ο ίδιος μοιάζει να πατά με σιγουριά στο πιντερικό σύμπαν.   

 Μοναδική η χημεία του με τον Γιάννη Στεφόπουλο, το σκηνικό του alter ego, που είναι ένας απολαυστικός  Γκόλντμπεργκ, με μια υποβόσκουσα ένταση, που σκάει μοναδικά σε κάποιες σκηνές. Ο παραλογισμός, η σιδερένια λογική, ο σαρκασμός ακόμα και μια μικρή ευαισθησία του χαρακτήρα είναι αυτά που συνθέτουν την εντυπωσιακή παρτιτούρα του ρόλου του.   

 Η μεγαλύτερη έκπληξη της παράστασης είναι η συγκλονιστική Μεγκ της Αθηνάς Τσιλύρα. Ίσως η καλύτερη ερμηνεία της καριέρας της, μ’ ένα πληθωρικό μπρίο, μια υποβόσκουσα συστολή, καταφέρνει να γίνει η προσωποποίηση της τρυφερότητας σε κάτι τόσο βαθύ και αληθινό.   

 Καλοί στους μικρότερους ρόλους, η ανερχόμενη Άλκηστις Ζιρώ και ο έμπειρος Φώτης Θωμαΐδης - εξαιρετικός στο φινάλε.   

 Τα σκηνικά της παράστασης, όπως και η αφίσα της, είναι αντιγραφή εκείνης που σκηνοθέτησε το 2018 στο Λονδίνο ο Ίαν Ρίκσον! Ακόμη και τα χρώματα της ταπετσαρίας και οι λεπτομέρειες από το σκηνικό. Δεν ξέρω αν αυτό βαραίνει μόνο την Νατάσσα Παπαστεργίου, σκηνογράφο και ενδυματολόγο της παράστασης. Είναι πάντως κρίμα να μην υπάρχει έμπνευση και αν δεν υπάρχει, είναι απαράδεκτο να μην αναφέρεται ή ίσως και χαζό εν έτει 2021!  

 

the birthday party harold pinter theatre

partu viva 5

 Ατμοσφαιρικοί οι φωτισμοί του Βασίλη Κλωτσοτήρα και άκρως ταιριαστοί με την ατμόσφαιρα η μουσική του Παύλου Κατσιβέλη.