Περίμενα τον Κωνσταντίνο Πλεμμένο έξω από το Σταθμό Πανεπιστήμιο, όπου είχαμε πει πως θα συναντιόμασταν. Όντας πολύ συνεπής στο ραντεβού μας, όταν ήρθε, ψάξαμε να βρούμε μια ήσυχη καφετέρια προκειμένου να αρχίσουμε την κουβέντα μας. Άνετος και χαλαρός, μας μίλησε για πολλά, με ένα ύφος που μαρτυρούσε πως υπάρχουν ακόμη ηθοποιοί απλοί και προσιτοί, όπως άλλωστε θα έπρεπε να είναι όλοι.
Ας ξεκινήσουμε με την παράσταση. Πείτε μας λίγα λόγια γι’ αυτή. Πώς είναι η συγκεκριμένη εμπειρία;
Η παράσταση βασίζεται στη νουβέλα του Μένη Κουμανταρέα «Η κυρία Κούλα», την οποία έχουμε μεταφέρει στο θέατρο. Αυτό που τη χαρακτηρίζει είναι ότι οι δύο ηθοποιοί που παίζουμε είμαστε αφηγητές του έργου, δηλαδή κατά μια έννοια ο συγγραφέας που αφηγείται την ιστορία. Όπου υπάρχει διάλογος, τον μετατρέπουμε σε μια λογική στιγμή μέσα στην παράσταση. Σε μια σκηνή, για παράδειγμα, είμαστε σε ένα ζαχαροπλαστείο που μιλάνε οι δύο ρόλοι μεταξύ τους και ξαφνικά αλλάζουν και γίνονται αφηγητές. Επίσης, η παράσταση περιλαμβάνει μια κάμερα, που βοηθάει πολύ στην αφήγηση.
Πιστεύετε ότι όλη αυτή η ιστορία θα μπορούσε να ενταχθεί στο σήμερα, με όλη αυτή την τρέλα και το άγχος που έχει ο κόσμος όταν μετακινείται;
Ναι, άλλωστε η ίδια τρέλα, η σημερινή, υπάρχει και στο έργο.
Ο Κωνσταντίνος Πλεμμένος θα μπορούσε να ταυτιστεί με όλο αυτό; Είχατε ποτέ σχέση με μεγαλύτερη γυναίκα;
Η μεγαλύτερη διαφορά ηλικίας που είχα ήταν οκτώ χρόνια. Εδώ μιλάμε για μια διαφορά περίπου τριάντα χρόνων, οπότε δεν είναι το ίδιο. Να ταυτιστώ, ναι, θα μπορούσα, γιατί όχι; Εξάλλου, το έργο εμπεριέχει και ένα οιδιπόδειο σύμπλεγμα, αφού ο νεαρός βλέπει μια μητέρα στα μάτια της κυρίας Κούλας. Αυτό τον κάνει να σαγηνευτεί και να παθιαστεί με τη συγκεκριμένη γυναίκα. Αυτή δηλαδή είναι μια περίεργη σχέση μητέρας-γιου, που είναι παθιασμένη και πάει μέχρι και στο ερωτικό.
Άρα, πιστεύετε ότι αυτό οδηγεί έναν άντρα στο να ερωτευτεί μια μεγαλύτερη γυναίκα;
Στο εν λόγω έργο τουλάχιστον αυτό οδηγεί τον Μίμη να πάει σε μια μεγαλύτερη γυναίκα. Γενικά, θεωρώ πως η αιτία που ένας άντρας ερωτεύεται μια μεγαλύτερη γυναίκα πρέπει να αναζητηθεί στους αιμομικτικούς πόθους της παιδικής ηλικίας.
Η συνεργασία σας με τη Μαρία Ζορμπά πώς είναι;
Νομίζω ότι έχουμε πολλή χημεία στη σκηνή με τη Μαρία . Είναι φοβερή ηθοποιός. Παίζουμε πρώτη φορά μαζί, είναι η πρώτη μας συνεργασία, και είναι φοβερή, πάρα πολύ καλή.
Ο κόσμος τι θα κρατήσει από αυτή την παράσταση;
Κοίτα, αυτό είναι πάντα υποκειμενικό. Για τη συγκεκριμένη παράσταση ελπίζω να κρατήσουν μια επιθυμία για πάθος οποιασδήποτε ηλικίας και οποιουδήποτε ήθους, δηλαδή να είμαστε παθιασμένοι στη ζωή μας ακόμα και αν φτάνουμε στα πενήντα και στα εξήντα και στα εκατό. Γιατί υπάρχει δυστυχία στον κόσμο, εξαιτίας όλης αυτής της κατάστασης, υπάρχει στενοχώρια, και πρέπει να βρίσκουμε πού κρύβεται το πάθος, η προσωπική επιθυμία κάθε ανθρώπου. Αυτό νομίζω το έργο δεν είναι απλώς μια επιφανειακή ερωτική ιστορία, μιλάει γι’ αυτό, για τα πράγματα με τα οποία μπορούμε να παθιαστούμε.
Τι πιστεύετε ότι οδηγεί μια γυναίκα στο να αναζητά ένα μικρότερο σύντροφο;
Θα ξαναπάω πίσω στο οιδιπόδειο θέμα και θα σου πω ένα παράδειγμα. Μια γυναίκα κάνει ένα παιδί και έχει και τον άντρα της. Το παιδάκι τής αρέσει, είναι ο νέος της σύντροφος όταν είναι μωρό, η νέα της ασχολία και επιθυμία. Αφήνει τον άντρα της παραπέρα, γιατί πρέπει να μεγαλώσει το παιδί της και να είναι συνεχώς μαζί του. Οπότε, όταν μια γυναίκα παίρνει αυτή την τεράστια αγάπη, που είναι μια αγάπη μεγαλύτερη από ένα σύντροφο τις περισσότερες φορές, όσο μεγαλώνει το παιδί τη χάνει αυτή την επιθυμία και την ξαναθέλει. Μια γυναίκα η οποία δεν έχει κάνει παιδί έχει μέσα της αυτή την επιθυμία να έχει μια τέτοια αγάπη, οπότε, άμα θέλει να πάει σε έναν μικρότερο άντρα, είναι διότι εκεί κρύβεται αυτή η στοργή. Πολλές φορές στις ερωτικές ιστορίες δεν υπάρχει στοργή, ενώ σε αυτή τη διαφορά ηλικίας υπάρχει αυτή η στοργή που την έχουμε ανάγκη όλοι οι άνθρωποι και μπορεί και οι γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, που πλέον έχουν φτάσει σε ένα σεξουαλικό τέλμα με το σύντροφό τους ή άμα δεν έχουν σύντροφο μέχρι μεγάλη ηλικία, μπορεί να έχουν ανάγκη ένα νέο πάθος αλλά ταυτόχρονα και μια στοργή που κρύβει μια σχέση μητέρας-γιου.
Είχατε πει παλιότερα ότι ήσασταν καχύποπτος με την τηλεόραση. Η εμπειρία σας από τη «Μουρμούρα» σας έκανε να το αναιρέσετε αυτό;
Ναι, η αλήθεια είναι ότι το χω πει. Ήμουν καχύποπτος πριν με πάρουν. Στη «Μουρμούρα» η εμπειρία ήταν πάρα πολύ ωραία. Όλοι οι συνεργάτες ήταν φοβεροί. Είχα ακούσει διάφορες ιστορίες, ότι όσο δουλεύουν σε σίριαλ φωνάζουν και βρίζονται. Σε αυτή τη σειρά όμως ήταν όλοι πάρα πολύ ευγενικοί, είχα πάρα πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη στο τι βγάζει ο ηθοποιός από την φαντασία του, αυτοσχεδιασμούς στα κείμενα, αυτοσχεδιασμούς στο πως θα φτιαχτεί ο ρόλος, τα οποία δεν τα φανταζόμουνα και η αλήθεια είναι ότι η εμπειρία ήταν φοβερή. Καχύποπτος με την τηλεόραση παραμένω βέβαια, γιατί δεν θα μου άρεσε αν δεν ήμουνα σε αυτή τη δουλειά. Εγώ δηλαδή μπορώ να ασχοληθώ μόνο με τα σίριαλ, βλέπω όμως πλέον ότι στην τηλεόραση δεν προοδεύει ο ηθοποιός, προοδεύει ο σόουμαν, το οποίο δεν έχει καμία σχέση. Έχει σχέση με την υποκριτική στη νέα της μορφή, του να είσαι τα πάντα, να προσφέρεις ψυχαγωγία, κάτι που το κάνει και ο ηθοποιός, αλλά πρέπει να το κάνει μέσα από τη δουλειά του και να είναι υπηρέτης μιας ιστορίας και όχι ενός προϊόντος, ενός σόου δηλαδή, από το «Ελλάδα έχεις ταλέντο» μέχρι το «Survivor». Δεν είναι αυτή η δουλειά του, αλλά στην Ελλάδα έχουμε φτάσει στο σόου. Όμως εμένα δεν με ενδιαφέρει.
Το πιο ακραίο πράγμα που έχεις κάνει στη δουλειά σας;
Στη σχολή, σε ένα ρόλο. Ενώ είμαι γυμνός και είμαι με τη συμπαίκτριά μου, στην οποία έχουν πει να πάει μπροστά μου και να φαίνεται σαν να γίνεται στοματικός έρωτας, μου έχει τύχει να ρευτώ.
Μέχρι τώρα ποια δουλειά σου ξεχωρίζεις και γιατί;
Ξεχωρίζω την πρώτη δουλειά που έκανα με ένα συμμαθητή μου, τον Γιώργο Τζούλιο Κατσή. Την έλεγαν «ΣΤΕΝ» και βασιζόταν στο βιβλίο του Θανάση Βαλτινού «Κάθοδος των εννιά». Την ξεχωρίζω γιατί ήμουν άσχετος, μόλις είχα τελειώσει τη σχολή και δεν είχα καμία εμπειρία από παραστάσεις και ήμασταν πάρα πολύ αθώοι με τον Γιώργο (ο οποίος είναι πάρα πολύ καλός μου φίλος ακόμη και παίζουμε μαζί σχεδόν κάθε χρόνο, εκτός από φέτος). Αυτό το έργο μιλούσε για μια φιλία και είναι πάρα πολύ δυνατό αυτό. Έρχονται έπειτα από χρόνια και μου μιλάνε άσχετοι στο δρόμο και μου λένε γι’ αυτή τη παράσταση και εγώ νόμιζα ότι μας είχαν δει μόνο οι φίλοι μας. Καταλαβαίνω το λόγο, γιατί ήταν πάρα πολύ αθώο, κάτι που δεν μπορεί να ξαναγίνει ποτέ, γιατί ήδη τέσσερα χρόνια που έχω δουλέψει λίγο στην τηλεόραση, λίγο στο θέατρο ήδη έχει χαθεί η αθωότητα.
Ο Κωνσταντίνος Πλεμμένος πρωταγωνιστεί μαζί με την Μαρία Ζορμπά στην "Κυρία Κούλα" τη νουβέλα του Μένη Κουμανταρέα που ανεβαίνει στο Faust σε σκηνοθεσία της Έφης Θεοδώρου.