Από την Αριλένα Δημητρίου
Ένα μονόλογος μιας φαλλικής γυναικείας προσωπικότητας γίνεται ελεύθερη διασκευή με πρωταγωνιστή έναν 30άρη ενοχικό άντρα, που αναζητάει την ειλικρινή ανθρώπινη επαφή, χωρίς αποτέλεσμα. Ο Νικόλας Ανδρουλάκης εντάσσει το κείμενο της Λένας Κιτσοπούλου στο κοινωνικόπολιτικό υπόβαθρο, αλλά και την ποπ κουλτούρα της Αθήνας του 2018, δίνοντας σίγουρα κάτι διαφορετικό από το πρωτότυπο. Σύμμαχοι του η γειτόνισσά του Άννα (Αντιγόνη Σταυροπούλου), ένας φουσκωτός μονόκερος από το AMAZON, ένα τεχνητό γκαζόν και μια «μπετική» φιγούρα, που χειρίζεται τα φώτα και την μουσική της παράστασης, ανακοινώνοντας, κάθε μισή ώρα, πόσος χρόνος απομένει, πριν πέσει η αυλαία.
Το υπόγειο του Bios γίνεται Λ.Ε.Α (Λέσχη Εντειχισμένων Αυτοχείρων) και υποδέχεται τον μονόλογο Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α., μία δραματουργική μελέτη που αποτρέπει σκηνοθετικά την αποδόμηση και τη δόνηση όλων των σκηνών με διαφορετικό «ταξίδι» κάθε βραδιά. Οι θεατές είναι προσωρινοί επισκέπτες μέχρι να έρθει το άλλο γκρουπ. Και οι ήρωες νιώθουν ένα έκθεμα, ένα installation όπως λένε, που περιμένει στωικά τους επόμενους. Είσαι έτοιμος για μια αδιάκοπη λούπα;
Συνάντησα τον ανήσυχο Νικόλα με ένα σουρεαλιστικό τρόπο, καθώς η συνέντευξη έγινε μεταξύ ενός ποτού στον πρώτο όροφο του Bios, συνεχίστηκε σε διαλείμματα από την προετοιμασία του για την παράσταση των 21.00 και τελείωσε,κατά έναν περίεργο τρόπο, με το τέλος του έργου.
Γιατί επέλεξες τον θρυλικό πια μονόλογο της Λένας Κιτσοπούλου, Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.;
Έχω δηλώσει πολλές φορές ότι η Λένα Κιτσοπούλου είναι σα να έχει βάλει με κάποιον περίεργο τρόπο ένα βύσμα καλωδίου και να μιλάει στο μυαλό μου. Της έχω πει επανειλημμένα –μεταξύ σοβαρού και αστείου- την ατάκα: «Λένα παντρέψου με». Της το λέω, κάθε φορά που την πετυχαίνω τυχαία. Την Λένα, ξέρεις, δεν την πετυχαίνεις σε επίσημες πρεμιέρες, αλλά σε τσιπουράδικα να τραγουδάει ρεμπέτικα ή σε κοινές παρέες. Όσον αφορά την Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α., εγώ προσωπικά το θεωρώ ένα πολωμένο έργο, που θέτει στο κέντρο μία φαλλική γυναικεία φιγούρα, δίχως όνομα. Και επειδή είναι ένα κατεξοχήν έργο για τη μοναξιά και τα όντα που δεν έχουν ένα «συνδικαλιστικό» όργανο να εκφραστούν, με εξίταρε πολύ.
Πως αντέδρασε η Λένα Κιτσοπούλου όταν της είπες πως θέλεις να ανεβάσεις μια ελεύθερη διασκευή του θρυλικού πια μονολόγου της;
Δεν της είπα θέλω να κάνω μία ελεύθερη διασκευή. Της είπα: «Θέλω να μετατρέψω αυτήν την γυναικεία φιγούρα σε άντρα». Και μου απάντησε: «Τέλεια ιδέα, δεν το έχει κάνει κάνεις».
Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α. σημαίνει: Μην Αντιστέκεσαι, Ισοπεδώσου, Ρίξε Ολοκληρωτικό Ύπνο, Λυτρώσου, Αυτοκτόνα. Η παράσταση προβάλει την αυτοκτονία ως έναν τρόπο λύτρωσης;
Το έργο δεν έχει να κάνει τόσο πολύ με την αυτοχειρία. Η αυτοχειρία παρουσιάζεται και ως φάρσα μέσα στο πλαίσιο της παράστασης.
Φωτογραφία: Χρυσάνθη Βασιούλα
Και με τι έχει να κάνει;
Ο κεντρικός ήρωας είναι ομοφυλόφιλος. Δεν είναι όμως ο ηρωικός και εξωστρεφής ομοφυλόφιλος, που θα πάει στο Pride Parade, θα αγωνιστεί για τα δικαιώματα του και θα κυκλοφορεί ελεύθερος μαζί με το σύντροφό. Είναι ενοχικός απέναντι στο οτιδήποτε. Οπότε το έργο δεν έχει να κάνει ούτε με την ομοφυλοφιλία. Το έργο έχει να κάνει με την προσπάθεια ενός όντος να βρει αγκαλιά. Και όπως λέει χαρακτηριστικά η Λένα, και αυτό είναι το μοναδικό κομμάτι που έχω πάρει από το βιβλίο αυτολεξεί: «Όλοι περιμένουμε πάντα κάποιον και κάτι. Κάποιον που θα μπει από την πόρτα, φέρνοντας κάτι και αυτό το κάτι θα αλλάξει κάτι. Το πρόβλημα είναι πως δεν ξέρουμε ακριβώς αυτό το κάτι. Αυτό το κάτι που δεν μπορεί θα έρθει και σε εμάς. Αλλά δεν έρχεται και δεν ξέρουμε ποιο είναι και δεν θα αλλάξει και κάτι κιόλας». Οπότε αυτή η αναμονή-«Περιμένοντας τον Γκοντό»-, για μένα είχε πολύ ενδιαφέρον.
Τι τον εμποδίζει να βρει αυτή την «αγκαλιά»;
Είναι ένας ήρωας αταξινόμητος. Δεν ανήκει σε κάποια ομάδα, δεν μπορεί να εκπροσωπηθεί. Όταν ένας άνθρωπος βρίσκει αδιέξοδο και τοίχο σε όποια ταμπέλα θελήσει να φορέσει, αυτόματα αυτό γίνεται ένα πολύ ισχυρό εμπόδιο σε αυτό που κατά βάθος όλοι επιζητάμε: Την αγκαλιά, την άφεση. Γιατί αυτά τα δύο απαιτούν αυθυπαρξία. Και για να έχεις αυθυπαρξία, πρέπει να έχεις απαντήσει στα στοιχειώδη υπαρξιακά σου ερωτήματα.
Ο μονόλογος εστιάζει ιδιαιτέρως και στην έννοια της ωριμότητας, που αποκτά κανείς μεταξύ 35 και 40 ετών. Εσύ είσαι 30, τι αλλάζει μετά την είσοδο σε αυτή την ηλικία;
Φέτος έκλεισα τα 30… Και όπως και η ηρωίδα της Λένας ήταν 37 –όσο και η Λένα τότε-, έτσι και ο Μαίρουλος είναι 30, σαν και εμένα. Ξέρεις, αυτή η ρωγμή του χρόνου, σε κάνει να σκέφτεσαι. Βρισκόμαστε στο τέλος μια χαμένης νιότης και είμαστε και οι δύο άτεκνοι. Και όπως το έχω δει να συμβαίνει μην νομίζεις πως και σε άντρες δεν χτυπάει αυτό το βιολογικό ρολόι. Χτυπάει, απλά με έναν άλλο σύνθετο τρόπο. Αυτό το 3 μπροστά καλύπτει αυτόματα όλη την προηγούμενη δεκαετία των ανέμελων 20. Σαν να μεγάλωσες απότομα. Σε βάζει να αναθεωρήσεις πράγματα: Πού; Πότε; Γιατί; Ποιος; Όλη αυτή η εσωτερική αναζήτηση του ήρωα συνέπεσε και με τις δικές μου ανησυχίες.
Πως είναι να μετατρέπεις έναν γυναικείο ρόλο σε αντρικό;
Για την ακρίβεια πήρα τον ήρωα και τον μετέτρεψα στο 69 της ηρωίδας. Δεν είναι ίδιος, αλλά αντίστροφος με την ηρωίδα της Λένας. Είναι ένα πολύ ενοχικό ον, ένα αχινός με τα αγκάθια προς τα μέσα. Να είναι καλά η Λένα, που μου είπε «Κάνε ό,τι θες». Μεγάλη υπόθεση αυτό. Το κείμενο καθαυτό δεν θα μπορούσε να μιληθεί από άντρα, γιατί θα φαινόταν δήθεν. Οπότε το μετέτρεψα. Και φυσικά όλο αυτό δέκα χρόνια μετά. Το κείμενο της Λένας είχε γραφτεί μια δεκαετία πίσω. Κάπου εδώ προκύπτει η φυσική ανακολουθία ότι εδώ η Ελλάδα ζει μια άλλη καθημερινότητα. Οπότε στο κείμενο έχω αφομοιώσει τον τρόπο ζωής, την μελαγχολία και τον ρομαντισμό, που ζούμε τώρα. Ο ήρωας τοποθετείται σε αυτή την νεόπτωχη Ελλάδα, με ότι αυτό συνεπάγεται.
Τι έχεις να πεις για την γενιά σου;
Η γενιά μου είναι μια υπέροχη γενιά. (γέλια) Δεν μπορώ να κρίνω την γενιά μου. Θα την κρίνουν οι επόμενες γενιές. Δεν μπορούμε να κρίνουμε τον εαυτό μας. Βιώνοντας την όμως με την απεριόριστη έκθεση στα social media και την πραγματικότητα της κρίσης, αντιλαμβάνομαι μία ελαφριά ή ίσως βαριά μελαγχολία ενός βαθιά ρομαντικού κύματος. Υπάρχει ένα ανικανοποίητο στη γενιά μου, ένας θυμός, υπάρχει όμως και μεράκι. Νομίζω πως είμαστε καλύτεροι γενιά από την προηγούμενη, όπως και η επόμενη θα είναι καλύτερη από εμάς. Είναι η φυσική εξέλιξη.
Αν μπορούσες να αλλάξεις ένα και μοναδικό πράγμα στον κόσμο, ποιο θα ήταν;
Τα θαλασσινά να ήταν φτηνά, τα αλλαντικά υγιεινά, οι φοίνικες να βγάζουν ανανάδες και παγκόσμια ειρήνη.
Φωτογραφία: Χρυσάνθη Βασιούλα
Επόμενα σχέδια;
Με πολύ κόπο και –εθελοντική- βοήθεια από φίλους, θα κάνουμε το δεύτερο μέρος του EuroWhisper μετά από τρία χρόνια. Δεν βιάστηκα να το κάνω. Στο πρώτο απευθύνθηκε μία Ελληνίδα σε όλους τους Ευρωπαίους Πολίτες. Τώρα θα βάλουμε αρκετούς ανθρώπους να απευθυνθούνε σε Εκείνη, η οποία είναι η εξουσία στην Ευρώπη των θεσμών, και όχι των πολιτών. Αν έχουμε ένα πολυτεχνείο να αγωνιστούμε αυτό είναι η Ευρώπη.
Μοιράσου μαζί μας μια πρόσφατη ξεχωριστή σου εμπειρία.
Μία παρέα με βρήκε στο μπαρ μετά την παράσταση και μου λένε: «Στην ίδια σκηνή οι μισοί γελούσαμε και οι μισοί είχαμε συγκινηθεί». Αυτό είναι το νόημα για εμένα σε ένα τέτοιο έργο.