Τελευταία Νέα
Από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη στην παιδοκτόνο της Πάτρας Ζητούνται ηθοποιοί από το Εθνικό Θέατρο Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη Είδα τους «Προστάτες», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιουρτσίδη (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Ανακοινώθηκε το Πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου Είδα το «Hyperspace ή αλλιώς…» , σε σκηνοθεσία Δανάης Λιοδάκη   «Καραϊσκάκενα, O Θρύλος» Της Σοφίας Καψούρου στον Πολυχώρο VAULT «Μπες στα παπούτσια μου - Ταυτίσου με τη διαφορετικότητα αυτοσχεδιάζοντας» στο Θέατρο Όροφως Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2022 – Το μήνυμα του Peter Sellars Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ανοίγει Mοτέλ στη Φρυνίχου Η πρώτη δήλωση του Νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Δράσεις του Εθνικού Θεάτρου για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου Ακρόαση ηθοποιών για την νέα παράσταση του Γιάννη Κακλέα Είδα το «Γράμμα στον πατέρα», σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή (Αποστολή στη Θεσσαλονίκη) Κερδίστε διπλές προσκλήσεις για την παράσταση «Η σιωπηλή Λίμνη»
 
Γιώτα Δημητριάδη

Γιώτα Δημητριάδη

Είναι δημοσιογράφος και φιλόλογος. Τελείωσε τη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, το Εργαστήρι Δημοσιογραφίας και έκανε μεταπτυχιακό πάνω στο θέατρο. Πού τη χάνεις, πού τη βρίσκεις, σε κάποια παράσταση της πόλης θα είναι. Της αρέσουν οι συνεντεύξεις - συναντήσεις, που της επιτρέπουν να γνωρίσει ένα κομμάτι των ανθρώπων από κοντά.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

«Όλα αυτά τα χρόνια που τραγουδούσα, κάνοντας τέλεια τη φωνή μου για να μπορεί να εκφράσει ό,τι αισθανόμουν, ήταν για σένα....έναν άνθρωπο που δεν του αρέσει καν η όπερα».

Το έργο του ΜακΝάλι μας σύστησε, για πρώτη φορά στην Ελλάδα πριν περίπου μια δεκαετία, η Κάτια Δανδουλάκη στο θέατρό της, σε σκηνοθεσία του Μιχάλη Κακογιάννη και μετάφραση του Μάριου Πλωρίτη.  Έτσι, το πρώτο ανέβασμα έγινε, ουσιαστικά, ένα χρόνο μετά την απονομή του βραβείου Tony για το καλύτερο θεατρικό έργο (1996).

Θα μπορούσε να έχει κανείς αντιρρήσεις για τον τρόπο, που παρουσιάζει ο συγγραφέας την απόλυτη ντίβα του λυρικού θεάτρου. Όχι μόνο ψυχικά και σωματικά καταρρακωμένη, αλλά σνομπ, κακότροπη και με μια τεράστια εγωπάθεια, γεγονός, που αυτόματα κάνει πολύ δύσκολο το στοίχημα τόσο για την ηθοποιό, που θα την ερμηνεύσει, όσο και για τον σκηνοθέτη. Καθώς η ηρωίδα μπορεί, εύκολα, να γίνει ένα κακό αντίγραφο της μυθικής ντίβας, ακόμα και καρικατούρα αυτής, ενώ η σκηνοθεσία να φλερτάρει μέχρι εσχάτως με το μελό.

Στην παράσταση, όμως, του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου, με την καλοδουλεμένη μετάφραση του Στρατή Πασχάλη, που απολαύσαμε στο Μικρό Χόρν (πρώην Αμιράλ) αποδείχθηκε, εμπράκτως, πως μια σπουδαία ηθοποιός, όπως η Μαρία Ναυπλιώτου μπορεί να ερμηνεύσει με απόλυτη εσωτερικότητα και να καθηλώσει το κοινό μετατρέποντας τη δραματική ιστορία απώλειας τόσο της φωνής, όσο και της αγάπης μιας ντίβας σε μια ιστορία, που μας αφορά όλους.

Από την πρώτη στιγμή, όταν κυκλοφόρησαν οι promo φωτογραφίες  της παράστασης, όλοι εντυπωσιάστηκαν από την «ομοιότητα» της ηθοποιού με τη Μαρία Κάλλας. Αυτό, όμως, ας μου επιτραπεί να πω, ότι είναι το λιγότερο. Μπορεί να το επιτύχει κανείς ακόμα και σε κυριακάτικο show. Η μεγάλη επιτυχία, ο υποκριτικός άθλος της Ναυπλιώτου στηρίζεται αποκλειστικά στην τόσο δομημένη και  χτισμένη στις λεπτομέρειες ερμηνεία της, σε μια τεχνική που δεν φαίνεται, αλλά υπάρχει και μπολιάζει άρτια με το συναίσθημα.

Ακόμα και με ξανθιά περούκα να την βλέπαμε θα μας έπειθε ότι είναι η Κάλλας. Γιατί, ουσιαστικά, δεν μιμήθηκε την υψίφωνο, αλλά έδωσε λόγο κι υπόσταση στο μεγαλύτερο δράμα που κάθε άνθρωπος τρέμει στη ζωή: την απώλεια.

Ότι η Μαρία Ναυπλιώτου είναι σπουδαία ηθοποιός, δεν μας είναι άγνωστο. Αυτή της η ερμηνεία, όμως, υπερβαίνει κατά πολύ κάθε τι που γνωρίζαμε και περιμέναμε. Ανήκει στις ερμηνείες εκείνες, οι οποίες δίνουν το μέτρο της αξίας, όχι απλώς ενός ηθοποιού, αλλά της ίδιας της υποκριτικής τέχνης.

Η ίδια δίνει ένα masterclass,γι’ αυτό που ονομάζουμε θεατρική κορύφωση!

Ο ΜακΝάλι, ξεκινώντας από μια σειρά μαθημάτων που παρέδωσε η σπουδαία σοπράνο σε σπουδαστές λυρικού θεάτρου στα τέλη της δεκαετίας του 1970, βγάζει στην επιφάνεια κάποια από τα πιο επώδυνα περιστατικά της ζωής της. Είναι, εξάλλου, η εποχή όπου το ιερό τέρας της όπερας έχει χάσει τη φωνή του, έχει εγκαταλειφθεί από τον Ωνάση και, προσπαθώντας να συμφιλιωθεί με την ήττα του, διδάσκει στην περίφημη σχολή Τζούλιαρντ της Νέας Υόρκης (1971).

Η σκηνοθεσία του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου, αποφεύγει να βιογραφήσει ή να μιμηθεί την Κάλλας. Πληροφορίες, εξάλλου, μπορεί να βρει κανείς από πάρα πολλές πηγές. Αντίθετα, μπαίνει μέσα στον κόσμο της γυναίκας. Επιπλέον, με κωμικά στοιχεία ελαφραίνει το κατά καιρούς βαρύ κλίμα αναδεικνύοντας ακόμα καλύτερα το αδιέξοδο της ηρωίδας τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.

Μεγάλη επιτυχία της σκηνοθεσίας είναι το βήμα που δίνει στις ταλαντούχες σοπράνο, στον πιανίστα και στον τενόρο, ώστε πέρα από τις φωνητικές τους ικανότητες να αναδείξουν και την υποκριτική τους δεινότητα*.

masterclass texnes plus

Αλέξανδρος Αβδελιώδης δεν παίζει μονάχα υπέροχα με τα πλήκτρα του επί σκηνής, αλλά και με τις εκφράσεις του απέναντι στην πρωταγωνίστρια.

Η Βάσια Ζαχαροπούλου, πέρα από την υπέροχη φωνή της, πείθει απόλυτα κι ως ψαρωμένη μαθήτρια.

Η Λητώ Μεσσήνη έχει εντάξει στον ρόλο μια σωματικότητα τόσο άρτια δουλεμένη, ώστε να μοιάζει με κούκλα κουκλοθεάτρου, έτοιμη να ραγίσει ανά πάσα στιγμή.

Ο Νικόλας Μαραζιώτης, με τη μαγική φωνή του, χαρίζει στην παράσταση μια από τις πιο τρυφερές στιγμές της, όταν κάθεται μαζί με τη Μαρία Ναυπλιώτου κι εκείνος τραγουδά. Ήταν σαν να γινόταν το αγόρι που κάποτε αγάπησε και την αγάπησε, ο Μενεγκίνι, ο Ωνάσης… ο θαυμαστής, που πήδηξε για εκείνην από το θεωρείο.

Συμπαθητική η εμφάνιση του Βαγγέλη Δαούση, ως  Stage Hand. Εξαιρετικό και το inside joke για τον Βυσσινόκηπο!

Στην παράσταση ερμηνεύονται ζωντανά άριες των Μπελίνι, Βέρντι, Πουτσίνι, τις οποίες τραγουδούν θαυμάσια οι τρεις ηθοποιοί/μαθητές της χωρίς να υπάρχει κάτι ηχογραφημένο. Τη φωνή της Κάλλας ακούμε μόνο μετά το χειροκρότημα (Μουσική επιμέλεια: Πέτρος Μπούρας).

Ξέχωρα, όμως, από τους σπουδαίους μαθητές της η Μαρία Ναυπλιώτου έχει συμπρωταγωνιστή της και τους άρτιους φωτισμούς του Νίκου Βλασσόπουλου. Λιτό αλλά ουσιαστικό το σκηνικό της  Όλγας Μπρούμα. Εξαιρετικό το κουστούμι του Βασίλη Ζούλια κι ενδιαφέρουσα η λεπτομέρεια με τον φιόγκο-φθόνο πίσω από την πλάτη των καλλιτεχνών.

Η παράσταση, όπως είναι φυσικό, είναι sold-out! Αγοράστε, όμως, από τώρα τις θέσεις σας για τον Οκτώβρη! Αν κι είμαι σίγουρη ότι θα βλέπουμε για πολλά ακόμη χρόνια τη Μαρία στον ρόλο της Μαρίας.

*Στο σημείο αυτό να πούμε, ότι  οι τρεις αυτοί ρόλοι παίζονται σε διπλή διανομή: Σοπράνο Α' Βάσια Ζαχαροπούλου κι Εύα Γαλογαύρου, Σοπράνο Β' Λητώ Μεσσήνη και Δάφνη Δαυίδ, Τενόρος: Νικόλας Μαραζιώτης και Νίκος Ζιάζιαρης και στο πιάνο Πέτρος Μπούρας και Αλέξανδρος Αβδελιώδης. 

 

Διαβάστε επίσης: 

Είδα Το «Να Ντύσουμε Τους Γυμνούς» Σε Σκηνοθεσία Γιάννου Περλέγκα

Η Μελίνα Σκούφου, αυτή την περίοδο, κάνει πολύ συχνά τη διαδρομή Νέος Κόσμος και Γκάζι. Καθώς είτε θα βρίσκεται στις πρόβες του «Across The Universe», το οποίο ανεβαίνει στις 19 Φεβρουαρίου στο Θέατρο ΠΚ της οδού Κασομούλη, είτε στο κέντρο της πόλης και στο θέατρο Άβατον, όπου από τον επόμενο μήνα θα ζωντανέψει με τη σκηνοθεσία της, επί σκηνής, το βιβλίο του Γιάννη Μακριδάκη:«Συρματένιοι, ξεσυρματένιοι, όλοι».

Μπορεί να μιλάμε για δύο τελείως διαφορετικά projects, όμως, η βάση τους είναι κοινή, καθώς η νεαρή δημιουργός δηλώνει πως πηγή έμπνευσής της είναι «η συγκίνηση που προκύπτει από την αλήθεια».

melina skoufou texnes plus

 

Αυτό τον καιρό σας συναντάμε στην προετοιμασία δύο παραστάσεων. Θέλετε να μας μιλήσετε για αυτές;

Πράγματι. Η μία παράσταση είναι σωματικού θεάτρου και θα παρουσιαστεί στο Θέατρο ΠΚ, με τίτλο «Across The Universe», για λίγες μόνο παραστάσεις στις 19 και 26 Φεβρουαρίου 2019. Πρόκειται για μία ποιητική σκηνική σύνθεση, η οποία προέκυψε από αυτοσχεδιασμούς της ομάδας. Η δεύτερη παράσταση είναι οι «Συρματένιοι, ξεσυρματένιοι, όλοι» του Γιάννη Μακριδάκη, η οποία θα παρουσιαστεί στο Θέατρο Άβατον κάθε Κυριακή από 17 Μαρτίου 2019.

Πως προέκυψε η ιδέα για το «Across The Universe»;

Τον Οκτώβριο συσπειρώθηκε μια ομάδα έρευνας για τις ανάγκες της Μεταπτυχιακής μου διατριβής και πειραματιστήκαμε με αντίθετες έννοιες όπως: Φως-σκοτάδι, Γη-Ουρανός, Έρωτας-Θάνατος, Αρχή-Τέλος, κ.ά. Ήθελα να πειραματιστώ εφαρμόζοντας αρχές και πρακτικές του θεάτρου της Επινόησης και του Σωματικού θεάτρου, ξεκινώντας χωρίς κάποιο συγκεκριμένο θέμα προς διερεύνηση. Ήθελα η παράσταση να προκύψει από τα κοινά πεδία ενδιαφέροντος και βιωμάτων της ομάδας. Έτσι, καταλήξαμε σε αυτήν την σύγχρονη θεώρηση της ύπαρξης μέσω του σωματικού θεάτρου.

Το θέμα της ύπαρξης απασχολεί έντονα πολλές παραστάσεις και δημιουργούς. Ποιο είναι το μήνυμα της δικής σας παράστασης και τι σας ενέπνευσε να ασχοληθείτε με το ζήτημα της γέννησης και του θανάτου;

Ο θάνατος με απασχολεί από πολύ μικρή ηλικία. Για χρόνια πάλευα μέσα μου να αποδεχτώ την έννοια του τέλους μιας ύπαρξης. Αυτή η ανησυχία νομίζω ότι με έσπρωξε να μελετήσω κάποια κείμενα φιλοσοφικά και επιστημονικά – όσο μπορώ να κατανοήσω αυτά τα διαβάσματα - ψάχνοντας μία εξήγηση στο γιατί υπάρχουμε, γιατί γεννιόμαστε, γιατί πεθαίνουμε. Η παράσταση, πιστεύω, ότι θα έχει άλλο μήνυμα για κάθε θεατή, αλλού θα εστιάσει ο καθένας. Για εμένα προσωπικά μία απάντηση είναι ότι όλα είναι ενέργειες, όλα συνδέονται, όλα αλληλοεπιδρούν, όλα γεμίζουν κι αδειάζουν, όλα είναι κύκλος κι ανακύκλωση. Σαν το φαινόμενο του φεγγαριού, το οποίο κάθε μήνα τείνει στο να γεμίσει, ολοκληρώνεται, τείνει στο να αδειάσει και να γίνει αόρατο και πάλι από την αρχή.

Η παράσταση «Συρματένιοι, ξεσυρματένιοι, όλοι» είναι βασισμένη στο βιβλίο του Γιάννη Μακριδάκη με αναφορές στο προσφυγικό και στην επιβίωση. Μιλήστε μας για αυτή την συνεργασία.

Πέρσι το Μάιο, συναντήθηκα με τη Χριστίνα Λυκοτσέτα, ηθοποιό,με την οποία είχαμε συνεργαστεί το 2014-2016 στην παράσταση Εβίβα! κι η οποία με έφερε σε επαφή με το έργο του Γιάννη Μακριδάκη. Με κέντρισε, ιδιαίτερα, μια φράση του Γιάννη μέσα στο βιβλίο, που αναφέρεται στην περίοδο της Κατοχής ως ένα «τραγικό παραμύθι». Επίσης, με κέντρισε  η άγνωστη πτυχή της Ιστορίας, ότι τη δεκαετία του ’40 Χιώτες-Έλληνες πρόσφυγες κατέληξαν στη Μέση Ανατολή και τη Συρία. Το βιβλίο απαρτίζεται από καταγραφή πολλών διαφορετικών Χιωτών προσφύγων, οι οποίοι εξιστορούν αυτήν την πορεία. Επέλεξα τα κείμενα αυτά να συνθέσουν έναν θεατρικό μονόλογο, όπου η Χριστίνα εναλλάσσει κι αναμετριέται με αυτά τα πολλά πρόσωπα. Την επεξεργασία του κειμένου την κάναμε μαζί με τη Χριστίνα, αφιερώνοντας αρκετές συναντήσεις. Οι ήρωες αναγκάζονται να αφήσουν πίσω τη γη τους, γιατί τελειώνουν τα τρόφιμα στη Χίο και μόνη επιλογή είναι είτε το νεκροταφείο, είτε τα απέναντι παράλια. Αφηγούνται τα παράνομα ταξίδια με τις βάρκες, τη μάχη με τα κύματα, τις συνθήκες, αλλά και την υποδοχή στους τόπους που καταφθάνουν.

Τι λειτουργεί ως πηγή έμπνευσης στις παραστάσεις και τι ως κινητήριος δύναμη;

Ως πηγή έμπνευσης θα έλεγα η συγκίνηση που προκύπτει από την αλήθεια. Πρώτα, κάτι ενεργοποιείται μέσα στους ίδιους τους καλλιτέχνες κι έπειτα αυτό, μετά από καλλιτεχνική επεξεργασία, απευθύνεται στο κοινό. Κινητήριος δύναμη είναι η ανάγκη να επικοινωνήσεις την αλήθεια που βρήκες με άλλους ανθρώπους.

Πως σχολιάζετε ότι η Αθήνα είναι μια από τις Ευρωπαϊκές πόλεις με τις περισσότερες παραστάσεις. Μήπως παράγουμε περισσότερη τέχνη από αυτή που μπορούμε να καταναλώσουμε;

Δεν επικεντρώνομαι πολύ στο πόσες παραστάσεις παίζονται κάθε χρονιά στην Αθήνα. Αυτό θα μπορούσε να είναι ανασταλτικός παράγοντας, για να ασχοληθώ με το θέατρο. Όσοι άνθρωποι έχουν ανάγκη να δοκιμαστούν στις σκηνές της Αθήνας, καλά κάνουν. Το αν θα επιβιώσουν μέσα στον χώρο, ή ακόμα αν θα ζήσουν από το θέατρο, φαίνεται μέσα σε πορεία ετών. Κι αυτό δεν έχει να κάνει, απαραίτητα, με το πόσο καλός είσαι στην τέχνη σου, υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν.

Υπάρχει η υποστήριξη της πολιτείας στους νέους καλλιτέχνες και δημιουργούς;

Στους νέους δημιουργούς όχι. Νομίζω το παλεύεις μόνος ή σε ομάδα. Ακόμα κι οι επιχορηγήσεις, που μετά από χρόνια επανήλθαν, όμως προϋποθέτουν να έχει παρουσιάσει η ομάδα και προηγούμενες παραγωγές. Αλλά σε κάθε εργασιακό τομέα μετράει η προϋπηρεσία και το βιογραφικό κι όλοι οι νέοι σε όλους τους τομείς καλούνται να βρουν έναν τρόπο να ενταχθούν και να επιβιώσουν.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σας;

Αφού ανέβουν οι δύο αυτές παραστάσεις, θα ήθελα ένα μικρό διάλειμμα από πρόβες, για να επικεντρωθώ στα άλλα πράγματα, που κάνω παράλληλα. Στα θεατρικά μαθήματα που διδάσκω στη Συμμορία του Ήλιου, τις ομάδες έκφρασης που συντονίζω σε συλλόγους. Να πάω βόλτα, για καφέ, να κοιμηθώ. Μέχρι να είμαι έτοιμη να οργανώσω και να ανακοινώσω το επόμενο καλλιτεχνικό ταξίδι.

«Across The Universe» : Για 2 μοναδικές παραστάσεις Τρίτη 19 και την Τρίτη 26 Φεβρουαρίου, στις 21.00, στο θέατρο ΠΚ, με παρουσία ζωντανής μουσικής.

Παίζουν: Κατερίνα Γεωργούση, Ελεάννα Γρηγορίου, Κατερίνα Δρακοπούλου, Ντόρις Λαμπρινού,  Βασιλική Ξυνοπούλου, Αυγουστίνα Στυλιανού, Περσεφόνη Παντοπούλου, Έλενα Υφαντή

«Συρματένιοι, ξεσυρματένιοι, όλοι» του Γιάννη Μακριδάκη από τις 17 Μαρτίου στο Θέατρο Άβατον  

Με τη λάμψη της έκανε τη χώρα μας γνωστή σε ολόκληρο τον κόσμο, με το ταλέντο της ζωντάνεψε μοναδικά το μεγαλείο των αρχαίων ηρωίδων, με το υπέροχο πρόσωπό της αιχμαλώτιζε το φακό. Ευτύχησε να απολαύσει επιτυχία, δόξα και αναγνώριση διεθνούς εμβέλειας. Γοήτευσε από σταρ του Χόλιγουντ μέχρι μεγιστάνες του πλούτου και πολιτικούς ηγέτες. 

Μια γυναίκα-σύμβολο, η Ειρήνη Παππά, εδώ και καιρό λόγω της ασθένειάς της δεν είναι μαζί μας. 

Ο Φεντερίκο Φελίνι και ο Μάρλον Μπράντο την είχαν χαρακτηρίσει  «τη σπουδαιότερη ηθοποιό που υπάρχει». 

Η Ειρήνη Λελέκου, όπως είναι το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1926 σε ένα χωριό στο μικρό ορεινό Χιλιομόδι Κορινθίας. Οι γονείς της ήταν δάσκαλοι και αντεπεξήλθαν σε όσα δραματικά γεγονότα έζησε η Ελλάδα: πραξικοπήματα, συγκρούσεις, εμφύλιους σπαραγμούς, αναστολή του Συντάγματος, κλειστό κοινοβούλιο, ΕΟΝ, παιδιά που παρήλαυναν στρατιωτικά. Ήταν το στερνοπαίδι της οικογένειας και μεγάλωσε μέσα σε ένα περιβάλλον γεμάτο παραμύθια και αρχαίους μύθους.

Ο πατέρας της ήταν πολύ ανοιχτόμυαλος και πίστευε πως οι γυναίκες ήταν ίσες με τους άντρες και έτσι διαπαιδαγωγούσε τις τρεις κόρες του.

Η ίδια σε συνέντευξή της ανέφερε για τον πατέρα της: «Με έμαθε ότι υπάρχει μόνο μία αριστοκρατία, του πνεύματος. Δεν υπάρχουν κύριοι και επίσημοι, αλλά άνθρωποι. Με έμαθε ότι ο σεβασμός με υποτιμά, ενώ η αγάπη με εξυψώνει».

Στην εφηβεία της γεννήθηκε η αγάπη για την υποκριτική και λίγα χρόνια αργότερα οδηγήθηκε στη σχολή του Ροντήρη. Δάσκαλοί της ήταν ο Γληνός, ο Παρασκευάς, ο Καρυντινός και ο ίδιος ο Ροντήρης.

Τον τελευταίο χρόνο στη σχολή ο Αλέκος Σακελλάριος την είδε να παίζει στον «Μάκβεθ» και της ζήτησε να βγει στην επιθεώρηση(!).

Ο Σακελλάριος βέβαια, όπως γράφει στην αυτοβιογραφία του, δεν την είδε πρώτη φορά στη σχολή της, αλλά στο Σύνταγμα να περπατά και την περιγράφει ως εξής: «Ένα πανέμορφο πλάσμα με ένα απλό μακρύ φόρεμα, όλο πτυχώσεις, που κινούνταν με μεγαλοπρέπεια και συνάμα απλότητα. Σαν να ζωντάνεψε μια Καρυάτιδα».

Αυτός ο χαρακτηρισμός την ακολουθούσε για μια ζωή. Σκηνοθέτες, δημιουργοί, παραγωγοί, ο Τύπος, τα βιβλία της ιστορίας της τέχνης την ανέφεραν ως «Η ζωντανή Καρυάτιδα». 

Ο ίδιος άνθρωπος την πρότεινε στον Φίνο το 1948, όπου έκανε την παρθενική της εμφάνιση στην ταινία «Χαμένοι άγγελοι».

Απόσπασμα από την ταινία «Χαμένοι άγγελοι».

Το 1951 ήρθε η «Νεκρή Πολιτεία» του Φρίξου Ηλιάδη, με συμπρωταγωνιστή τον Γιώργο Φούντα. Η ταινία συμμετείχε στο Φεστιβάλ των Καννών και η παρουσία της Παππά εντυπωσίασε. Ο μύθος είχε γεννηθεί…

Από τα πρώτα της βήματα στο θέατρο συμμετείχε σε αρχαίες τραγωδίες και πολύ γρήγορα έγινε πρωταγωνίστρια. Μάλιστα έλαβε εξαιρετικές κριτικές για τη «Μήδεια» και την «Ηλέκτρα».

Το 1962 γύρισε με τον Μιχάλη Κακογιάννη την κινηματογραφική μεταφορά της «Ηλέκτρας» μαζί με τον Γιάννη Φέρτη, την Αλέκα Κατσέλη και τον Μάνο Κατράκη. Η ταινία διακρίθηκε και στο εξωτερικό, όπου πήρε συνολικά 24 βραβεία.

«Ηλέκτρα» του Μιχάλη Κακογιάννη.

Η συνεργασία της με τον Κακογιάννη συνεχίστηκε το 1971 με τις «Τρωάδες» –όπου συμπρωταγωνίστησε με την Κάθριν Χέμπορν, με την οποία έγιναν και φίλες– και το 1977 με την «Ιφιγένεια». Οι συγκεκριμένες ταινίες βραβεύτηκαν επίσης.

Γύρισε συνολικά πάνω από 80 ταινίες και έκανε σπουδαία διεθνή καριέρα, αφού γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης! Έπαιξε μεταξύ άλλων με τους Μάρλον Μπράντο, Ιβ Μοντάν, Γκρέγκορι Πεκ, Άντονι Κουίν, Τζέιμς Κάγκνεϊ!

Οι ταινίες της σημείωσαν μεγάλη επιτυχία στο εξωτερικό και η προβολή της χώρας συνέβαλε στην ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού.

Η ίδια είχε δηλώσει για τα κριτήρια με τα οποία επέλεγε τους ρόλους της: «Ποτέ δεν θέλησα να παίξω αισθησιακούς ρόλους ή ρόλους επιθυμητών γυναικών. Αυτό που ήθελα πάντα είναι να παίζω εμένα, δηλαδή την ανεξάρτητη αγωνίστρια».

Το 1967 τη χειροκρότησαν και στο Μπρόντγουεϊ για το έργο «Εκείνο το καλοκαίρι, εκείνο το φθινόπωρο» στο πλευρό του Γιον Βόιτ.

Έγινε η Bella Greca, η Irene Pappas, η μούσα του Μιχάλη Κακογιάννη. Έφτασε στα Όσκαρ (ξενόγλωσσης ταινίας για το «Ζ»), έλαβε τον τίτλο της «Γυναίκας της Ευρώπης» το 2000 και τιμήθηκε με τον Χρυσό Λέοντα της Μπιενάλε. 

Ο πάπας Βενέδικτος την προσκάλεσε στο Βατικανό και της ζήτησε –μαζί με άλλους 259– να μεταδώσουν με την τέχνη τους το μήνυμα του Θεού. 

Ο τότε πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος την τίμησε με το μετάλλιο του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος (1995) και το 2008 έλαβε το Βραβείο Ρώμη στο αρχαίο θέατρο της «Όστια Αντίκα».

IRENExresdefault

Στην ταινία «Αλέξης Ζορμπάς», στο ρόλο της χήρας.

Οι φήμες για την προσωπική της ζωή ήταν πάντα έντονες, αλλά εκείνη δεν μιλούσε ποτέ στις συνεντεύξεις της για τους έρωτες, τους γάμους και τα παιδιά που τελικά δεν απέκτησε.

Πάντως είναι γνωστό ότι ο Μάρλον Μπράντο και ο Άντονι Κουίν ήταν οι δύο συμπρωταγωνιστές της που είχαν στιγματιστεί από την επαφή μαζί της, όπως και ο συγγραφέας Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Το ίδιο και ο μεγιστάνας Αγά Χαν, παντρεμένος με τη Ρίτα Χέιγουορθ για ένα χρονικό διάστημα, που ήταν τρελά ερωτευμένος μαζί της.

papa3

Η τελευταία απόγονος των αρχαίων ηρωίδων ζει  κάτω από τον αττικό ουρανό στην γειτονιά της Ακρόπολης που τόσο αγάπησε...

Η μεγάλη Ειρήνη Παππά όμως τα τελευταία χρόνια λείπει από κοντά μας λόγω της δύσκολης κατάστασης της υγείας της. 

Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου.

Γενικώς δεν έχω φετίχ  με αντικείμενα (με «υποκείμενα» πάλι ... πολλά χαχα) !!! Όσο μεγαλώνω, νομίζω ότι απλοποιώ τα πάντα. Κάποτε, που  η θεατρική σεζόν ήταν μεγαλύτερη και  ξέραμε ότι για κάποιο σεβαστό διάστημα, είχαμε την αποκλειστική χρήση του χώρου, όταν αυτή τελείωνε, ήθελα container για να το αδειάσω, μετακόμιση κανονική! Φέτος που στο Θέατρο Τέχνης παίζω Δευτερότριτα κ μοιράζομαι το καμαρίνι με συναδέλφους άλλων εξαιρετικών παραγωγών,που παίζουν τις υπόλοιπες μέρες, η μόνη μου έννοια είναι ο σεβασμός σ’εκείνους κ τα αντικείμενα τους, ν’αφήσω το χώρο καθαρό κ λειτουργικό, οπότε περιορίζομαι στα απολύτως απαραίτητα, που τα πηγαινοφέρνω. Τα καλλυντικά μου, ένα μπουκάλι νερό, καραμελίτσες για το λαιμό κ μια –σε αλυσίδα περασμένη-γαλάζια χάντρα, που όσο φοράω το κοστούμι του ρόλου,με περιμένει στο καμαρίνι για τη φορέσω μετά ξανά, που μου έκανε δώρο η φίλη κ συνάδελφος Βίβιαν Κοντομάρη κ έχει vibesαγαπησιάρικα.

kamarini 3 2

Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ.

α) Ως χώρο, θυμάμαι το καμαρίνι που είχα στο Εθνικό Θέατρο, στο Rex, που είχε κρεβάτι να ξαπλώσεις, καναπέ για τους φίλους που σ’επισκέπτονται κ ευρύχωρο μπάνιο με ντους απέναντι, οθόνη που παρακολουθούσες σε ποιο σημείο βρίσκεται η παράσταση κ άλλα πολλά που σ’έκαναν να αισθάνεσαι αξιοπρεπής επαγγελματίας. Και στον «Ελληνικό Κόσμο» επίσης, οι συνθήκες ήταν εξαιρετικές, αν κ για να είμαι ειλικρινής δίνω περισσότερη σημασία στο έμψυχο υλικό κ λιγότερη στο άψυχο. Έχω κάνει επίσης πολλές περιοδείες σε συνθήκες  ευρείας γκάμας, από απολύτως κυριλέ έως εντελώς τριτοκοσμικές,οπότε μπορώ πλέον να πω με σιγουριά ότι ...«δεν μασάω»

β) Με ποιους συναδέλφους: Έχω  συνυπάρξει με ανθρώπους πολύ διαφορετικούς. Και μεταξύ τους και με εμένα. Αν όχι με όλους, με τη συντριπτική πλειοψηφία, μετά απ’αυτό το «μοίρασμα» αναπτύξαμε δεσμούς κ κρατάμε ακόμα επαφές, αν κ  ξέρουμε  όλοι πόσο  δύσκολο είναι αυτό σε βάθος χρόνου. Ίσως γιατί –κόντρα στη συνθήκη της ανάγκης της συνύπαρξης στον ίδιο χώρο- επενδύαμε σε μακροσκελείς συζητήσεις, εμβαθύνσεις κ ενδοσκοπήσεις, κυρίως ανάμεσα σε διπλές παραστάσεις  που υπάρχει χρόνος κ  πάντα  κάποιο κουδούνι  διέκοπτε στο καλύτερο σημείο. Είναι αρκετοί κ αγαπημένοι κ κρατάω διαφορετικά πράγματα από τον καθένα. Γέλια,κλάματα,αγωνίες, έρωτες,μυστικά. Είναι απίστευτο,  πόσα καθοριστικά πράγματα,μπορεί να μοιραστείς μ’ έναν –μέχρι χθες -άγνωστο σου άνθρωπο, πράγματα που μπορεί να μην έχεις μοιραστεί με τον κολλητό σου.

kamarini 5 2

Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου.

Ήμουν 19 χρονών κ είχα ελάχιστες εικόνες από καμαρίνια, όταν είδα στο Παρίσι ,σ’ ένα μικρό Θέατρο στην κρύπτη της Αγίας Αγνής, τον «Ταρτούφο» του Μολιέρου. Όταν τελείωσε η παράσταση κ με τους Έλληνες φίλους μου κοιταζόμασταν μεταξύ μας, μην ξέροντας αν πρέπει να πάμε να συγχαρούμε τους ηθοποιούς ή όχι (αφενός δεν ξέραμε κανέναν, αφετέρου τα γαλλικά μας δεν ήταν κ για Sorbonne ΙΙ), οδηγούμενοι τελικά προς την έξοδο, αναγκαστικά βρεθήκαμε σ’έναν  χώρο μέσα σε μια σπηλιά, όπου υπήρχαν πολύχρωμα κοστούμια κρεμασμένα με σχοινιά, σαν από τον ουρανό,  ένας  καθρέφτης, που για να είμαι ειλικρινής, μου φάνηκε τότε παραμορφωτικός, ένα μπλε νύχτας φως παντού, νερό τριγύρω σαν από πηγή κι  όλοι αυτοί οι ηθοποιοί ν’αλλάζουν πίσω από ένα παραβάν τσουβάλι,ο  καθένας το δικό του.  Δεν ξέρω γιατί, αλλά τότε αυτό μου’χε φανεί μαγικό, σχεδόν παραμυθένιο κ  έχει γράψει μέσα μου γλυκά σαν το πιο  αλλόκοτο κ superκαμαρίνι. Τώρα βέβαια, αν το δω ρεαλιστικά ως ηθοποιός, μπορεί οι άνθρωποι να ζούσαν ένα θρίλερ.

Η πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι.

Δεν ξέρω αν είναι η πιο ωραία, καθώς είναι συνδεδεμένη με μια  τραγική μου στιγμή, είναι σίγουρα όμως η πιο συγκινητική κ θα  μείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη μου.

Είναι πάλι στο Εθνικό, στο «Παιδικό Στέκι» αυτή τη φορά κ  εγώ  έρχομαι να κάνω παράσταση μετά  από μια πολύ δύσκολη για μένα  μέρα, απ’ αυτές που πρέπει να σφίξεις τα δόντια. Μπαίνω στο καμαρίνι, το οποίο μοιραζόμουν  με τον Νίκο το Σταυρακούδη (λατρεμένο μου καμαρίνι, είναι απερίγραπτο το γέλιο που  είχαμε ρίξει, σε μια περίοδο της ζωής μου, που το είχα τεράστια ανάγκη) κι αντικρίζω ένα καμαρίνι στολισμένο με φωτάκια, λουλούδια σκορπισμένα, ένα cd  που περιείχε ένα τραγούδι –υπαρξιακό δράμα-hitτης εποχής κ ένα περιοδικό με δώρο μια τεράστια μπλε ελεκτρίκ τσάντα-σακίδιο, για να τα βάλω μέσα όλα αυτά να τα πάρω σπίτι μου. Κλαίω,γελάω, τον αγκαλιάζω,συγκινούμαι κ νιώθω βαθιά ευγνωμοσύνη κάθε φορά που το λέω, ο Νίκος μπορεί να μην το θυμάται καν, εγώ όμως υποκλίνομαι στους ανθρώπους με ευαισθησίες κ χαίρομαι που μου δίνεται η ευκαιρία να το καταθέσω κ δημόσια.

kamarini 2

Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου.

Φέτος, έχω να κάνω μ’έναν καταιγιστικό μονόλογο, στον οποίο εμπεριέχονται λέξεις σύνθετες, οι λεγόμενες «σιδηρόδρομοι», νοήματα σουρεαλιστικά που πρέπει  κάθε λέξη ν’αρθρώνεται τέλεια, ώστε να μη χαθούν κ όλο αυτό σε ρυθμούς ιλιγγιώδεις μεν, γεμάτο από κατάσταση δε.Οπότε η σκέψη,η ευχή κ η προσευχή μου είναι  να θυμηθώ κ να μην  μπερδέψω τα λόγια μου,να μην πνιγώ, να κάνω σωστή χρήση αναπνοών κ παράλληλα να μην γκρεμοτσακιστώ με τα τακούνια.  

kamarini 4 1

____________________________________________________________________________

Η Ράνια Παπαδάκου πρωταγωνιστεί στο «ΟΛΟ ΣΠΙΤΙ,ΚΡΕΒΑΤΙ Κ ΕΚΚΛΗΣΙΑ»που παίζεται  κάθε Δευτέρα κ Τρίτη στο Θέατρο Τέχνης στη Φρυνίχου και σε περιοδεία σε επιλεγμένες πόλεις, στο πλαίσιο της επικοινωνίας του Θεάτρου Τέχνης με το κοινό εκτός Αθηνών.

Συγγραφείς : Φράνκα Ράμε & Ντάριο Φο

Μετάφραση : Αχιλλέας Καλαμάρας

Σκηνοθεσία : Κωστής Καπελώνης

Μουσική : Σταμάτης Κραουνάκης

Σκηνικά και κοστούμια : Έλλη Λιδωρικιώτη

Επιμέλεια κίνησης : Φαίδρα Σούτου

Πρωταγωνιστούν (με σειρά εμφάνισης) :

Τζένη Κόλλια : Μία γυναίκα μόνη

Αντωνία Καμπάκου : Το ξύπνημα

Γιάννα Μαλακατέ : Η μαμά-φρικιό

Ράνια Παπαδάκου : Έχουμε όλες την ίδια ιστορία

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

«Υγεία να υπάρχει...»

Τι κοινό έχουν ένας δημοσιογράφος, ένας χειρουργός, ένας Κρητικός, ένα ιερέας, ένας σεφ, μια τραγουδίστρια, ένας συνταγματάρχης, ένας βλάχος, ένας κλέφτης, ένας ράπερ, ο Χάρος, ο γιος του Ερέβους και της Νύχτας κι ο «Τούλης»...από το «Θανατούλης»;

Όλοι τους είναι οι πρωταγωνιστές στους δεκατρείς κωμικούς επικήδειους, που εμπνεύστηκε ο Γιώργος Γαλίτης και παρουσιάζει με επιτυχία για όγδοη χρονιά, φέτος, στο θέατρο Coronet.

Είχα παρακολουθήσει την παράσταση, πριν μερικά χρόνια στο Θέατρο Ήβη, και την είχα καταχωρήσει στο μυαλό μου, ως μια ευκαιρία να γελάσει κανείς με την ψυχή του. Αυτό επιβεβαιώθηκε και με τη δεύτερη θέαση, καθώς τα ραδίκια του Γιώργου Γαλίτη δεν παραμένουν μόνο ανάποδα, αλλά και φρέσκα χάριν στην εκπληκτική του ερμηνεία.

Ο Γιώργος Γαλίτης παρουσιάζει ένα τίμιο λαϊκό θέαμα σεβόμενος το κοινό του. Δεν λείπουν κάποια απεχθή στερεότυπα της ελληνικής κοινωνίας, όσον αφορά στους ομοφυλόφιλους, για παράδειγμα, αλλά γίνεται σαφές στους θεατές, ότι δεν υπάρχει πρόθεση χλευασμού τόσο από γραφής, όσο και παραστασιακά.

Επιπλέον, η πένα του Γαλίτη δεν έχει ανάγκη τις βωμολοχίες για να επιτύχει το αβίαστο γέλιο του κοινού. Παράλληλα, στο ίδιο το κείμενο γίνονται κάποιες μικρές, αλλά ουσιαστικές πολιτικές νύξεις: «Ανακατέψτε το φαγητό με το δάκτυλο, θα πάρει μια γεύση χοιρινού ή βοδινού, ανάλογα με το δελτίο ειδήσεων που παρακολουθείτε», μας προτρέπει ο μονόλογος του σεφ. Νομίζω, πως άνετα θα μπορούσαν να υπάρχουν μερικές ακόμη, η επικαιρότητα δίνει σήμερα, περισσότερο από ποτέ, τροφή στη σάτιρα.

Στο απυρόβλητο δεν μένει κανείς! Οι ψευτοκουλτουριάδες, οι κληρικοί, οι στρατιωτικοί, οι προληπτικοί είναι όλοι παρόντες στο έργο και μπορεί να μοιάζουν, τουλάχιστον στο κείμενο, σαν βγαλμένοι από τη δεκαετία του ’90, γι’ αυτό πιστεύω ότι το έργο έχει ανάγκη από πινελιές ανανέωσης, αλλά υποστηρίζονται επί της ουσίας από τον δημιουργό τους.

Ο Γιώργος Γαλίτης είναι ένας σπουδαίος ηθοποιός. Το υποκριτικό του εύρος το αποδεικνύει φέτος και στο «Θάνατο του Ιβάν Ιλιτς», όπου πραγματικά δεν μπορείς να αποφασίσεις αν είναι καλύτερος στις κωμικές ή στις τραγικές εκφάνσεις του ρόλου. Ακόμα και σε μια από τις χειρότερες παραστάσεις που έχω δει ποτέ, στο περσινό «Γοργόνες και Μάγκες» του Γιώργου Βάλαρη, ήταν ο μόνος που κατάφερε να διασωθεί!

Οι ερμηνείες του εμπεριέχουν τη στόφα του παλιού κωμικού. Τα εκφραστικά του μέσα, θυμίζουν σε στιγμές τον Διονύση Παπαγιανόπουλο και τον Λάμπρο Κωσταντάρα. Όμως, ο Γαλίτης έχει χτίσει το δικό του προσωπικό στυλ κι είτε αρέσει, είτε δεν αρέσει σε κάποιους οφείλουμε να του αναγνωρίσουμε την ικανότητα να υποστηρίζει με πάθος τον δρόμο που επιλέγει. Πείθοντας, για παράδειγμα, ότι υπάρχουν τόσα πολλά σκηνικά αντικείμενα και ας μην τα βλέπεις πουθενά, δίνει ένα μάθημα αυτοσχεδιασμού.

Η σκηνική του ενέργεια, το επικοινωνιακό του ταλέντο κι η εντυπωσιακή εσωτερική του ροή δεν μπορούν παρά να παρασύρουν το κοινό.

radikia anapoda

Στη συγκεκριμένη παράσταση είναι εμφανής η επιρροή του από τον σκηνοθέτη και συνάδελφό του Βλαδίμηρο Κυριακίδη.

Η σκηνοθετική γραμμή βασίστηκε στην σαρωτική ερμηνεία του πρωταγωνιστή και με «συμπρωταγωνιστές» του τα 13 Χαρόπουλα, σκηνικό του ίδιου του Γιώργου Γαλίτη, τους φωτισμούς και τη μουσική επένδυση (Τόλης Κετσελίδης) οδηγήθηκε σε μια τίμια παράσταση με επίκεντρο την ουσία του θεάτρου, τον ηθοποιό.

«Κηδεία χωρίς γέλιο και γάμος χωρίς δάκρυ», λέει ο σοφός λαός, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνει κι η επιστήμη. Σύμφωνα με τους ψυχολόγους, στις δύσκολες καταστάσεις υποσυνείδητα υπερασπίζεται κανείς τον εαυτό του. Γι’ αυτό και συχνά, γελάμε όταν συμβαίνει κάτι θλιβερό, επειδή φοβόμαστε να ψάξουμε και να βιώσουμε σε βάθος τα συναισθήματά μας. Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης είναι ένας βασικός μηχανισμός στον άνθρωπο, μέσω του οποίου διασφαλίζεται η ύπαρξη κι η ασφάλειά του.

Σίγουρα, όμως, γελάμε όταν κοιτάζουμε την κοινωνία μας στον καθρέφτη, μας λένε τα «Ραδίκια Ανάποδα»...

Αν σας αρέσει μόνο η «Θυσία» του Αντρέι Ταρκόφσκι και η «Αισθηματική αγωγή» του Φλωμπέρ, μην δείτε την παράσταση. Αν όμως, σας βρίσκει σύμφωνους η φράση του Ν. Καζαντζάκη :«Στην πιο αψηλή κορφή της λευτεριάς βρίσκεται ορθό το γέλιο», σπεύσατε!

 

Διαβάστε επίσης: 

Είδα Τον «Θάνατο Του Ιβάν Ιλιτς», Σε Σκηνοθεσία Κωνσταντίνας Νικολαΐδη

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

Όλο και πιο συχνά τα τελευταία χρόνια παρακολουθούμε παραστάσεις, οι οποίες παρουσιάζουν επί σκηνής το ίδιο το θέατρο. Έργα που ανοίγουν στο κοινό τα παρασκήνια της προετοιμασίας μιας παράστασης δίνοντας, παράλληλα, πληροφορίες ακόμα και για τις διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ των καλλιτεχνών.

Κάνοντας μια πρώτη καταγραφή της φετινής σεζόν, έχουμε ήδη δει επτά παραστάσεις που βάζουν στο επίκεντρο τη ζωή των ηθοποιών και τον θεατρικό μικρόκοσμο. Ενώ σε λίγες μέρες έρχεται κι ένα ακόμη έργο. 

 

apopse autosxediazoume texnes plus

«Απόψε αυτοσχεδιάζουμε»

Ο Δημήτρης Μαυρίκιος κατάφερε να δημιουργήσει μια παράσταση ύμνο στο θέατρο και στους ανθρώπους του, εντάσσοντας στο κείμενο του Πιραντέλλο κι αυτοβιογραφικά στοιχεία των ηθοποιών του.

«Ο Χατζιδάκις ήταν η μοίρα μου», εξομολογείται η Ράνια Οικονομίδου επί σκηνής και μοιράζεται με το κοινό την τυχαία συνάντησή τους, η οποία στάθηκε ο λόγος να γίνει από αρχιτέκτονας, ηθοποιός.

Ο Γιάννης Βογιατζής θα μας ανατριχιάσει, ομολογώντας: «Ο μόνος τρόπος για να μην πεθάνω είναι να βρίσκομαι στη σκηνή. Αυτή μου δίνει ζωή

Διαβάστε εδώ την αναλυτική κριτική για την παράσταση. 

 me lene emma

«Με λένε Έμμα»

Στο Σύγχρονο θέατρο η Ελένη Σκότη κι η ομάδα Νάμα παρουσιάζουν το έργο του Ντάνκαν ΜακΜίλαν, «People, places & things», το οποίο στη λειτουργική μετάφραση του Γιώργου Χατζηνικολάου μεταφράζεται ως «Με λένε Έμμα».

Η υπόθεση θέλει τη Λούσυ να νοσηλεύεται σ’ ένα κέντρο απεξάρτησης. Η Μαίρη Μηνά υποδύεται την ηθοποιό και στο έργο. Έτσι, η παράσταση ξεκινάει με μια σκηνή από τον «Γλάρο» του Τσέχωφ με την ίδια να ερμηνεύει τη Νίνα. Ο νεκρός γλάρος, ως σύμβολο της αγνότητας, της ελευθερίας, της αθωότητας, της νεότητας και της ελπίδας, δένει απόλυτα και με το σύγχρονο κείμενο του ΜακΜίλαν κι αξιοποιείται σκηνοθετικά.

Νίνα και  Λούσυ υποφέρουν στη σκηνή και τη ζωή. Η πρώτη, όμως, παραμένει πάντα γοητευτική, γιατί «σου δίνει την ευκαιρία να μιλάς ποιητικά και να λες λέξεις, που δεν θα έλεγες ποτέ», όπως δηλώνει κι η «Έμμα».

 

Διαβάστε εδώ την αναλυτική κριτική για την παράσταση. 

47579981 10215121443322954 627906781107978240 o

«Μια ζωή στο θέατρο»

Ο Τάσος Πυργιέρης σκηνοθετεί το «Μια ζωή στο θέατρο» του βραβευμένου με Πούλιτζερ Αμερικανού συγγραφέα Ντέιβιντ Μάμετ στη Β’ Σκηνή του Θεάτρου Οδού Κεφαλληνίας.

Ο Γρηγόρης Σταμούλης κι ο Χρήστος Καπενής είναι οι Ρόμπερτ και Τζον, δύο ηθοποιοί, οι οποίοι περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στο θέατρο. Μελετούν, δοκιμάζουν ρόλους, δέχονται το χειροκρότημα - ενίοτε και την αδιαφορία - του κοινού και την άλλη μέρα αρχίζουν πάλι από την αρχή.

Η σκηνοθεσία αξιοποιεί όλες τις δυνατότητες της μικρής σκηνής του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας κι οι δύο ερμηνευτές με εξαιρετική σκηνική χημεία, δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό επί σκηνής, με τη σύγκρουση των δύο γενεών να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον. Αντιζηλίες, προσωπικές φιλοδοξίες αλλά κι ένας υποδόριος ερωτισμός πρωταγωνιστούν σ’ αυτή τη σχέση. 

παράσταση, αν κι αποφεύγει τα inside Jocks είναι απολαυστική, ιδιαίτερα, για όσους ασχολούνται με την τέχνη του θεάτρου.

«Μια ζωή στο θέατρο, όλα περνάνε τόσο γρήγορα, όλα περνάνε τόσο βαρετά», θα πει ο βετεράνος Ρόμπερτ.

saikpir

«Ερωτευμένος Σαίξπηρ»

Η γνωστή ιστορία από την οσκαρική ταινία του 1998, μεταφέρεται στη σκηνή του Θεάτρου του Ελληνικού Κόσμου. Η παράσταση είναι βασισμένη  στο σενάριο των Marc Norman & Tom Stoppard και τη θεατρική διασκευή του Lee Hall, η οποία υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Γιάννη Κακλέα κατάφερε να γίνει ένα απολαυστικό θεάμα!

Ο «Ερωτευμένος Σαίξπηρ» παρουσιάζει την ελισαβετιανή εποχή, τους ανθρώπους του θεάτρου και στο επίκεντρο έναν απέλπιδο, αλλά θυελλώδη έρωτα ανάμεσα στον Σαίξπηρ (Βασίλης Χαραλαμπόπουλος) και τη Βιόλα (Έλλη Τρίγκου).

Στις περισσότερες σκηνές του έργου παρακολουθούμε είτε σκηνές από πρόβες, είτε την παράσταση που έδιναν τα μπουλούκια της εποχής στο παλάτι προς τιμήν της θεατρόφιλης βασίλισσας Ελισάβετ. Η τεράστια σκηνή του θεάτρου γεμίζει με σκηνικά που εναλλάσσονται και μαγεύουν (Μανόλης Παντελιδάκης), αλλά και τα αμέτρητα κοστούμια (Ηλένια Δουλαδήρη) που παρασύρουν τη ματιά του θεατή ντύνοντας εμπνευσμένα τον 25μελή θίασο.

Παρακολουθώντας την παράσταση, συνειδητοποιεί κανείς ότι η θεατρική πραγματικότητα στη ρίζα της παραμένει ίδια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ατάκα του παραγωγού: «Εγώ είμαι τα φράγκα».

Ομολογώ πως πήγα με επιφύλαξη στον Θέατρον του Νέου Ελληνικού Κόσμου, γιατί οι παραστάσεις υπερπαραγωγές, συνήθως, με απογοητεύουν. Στην προκειμένη περίπτωση πέρασα 135 υπέροχα λεπτά με έναν θιάσο, που δίνει τον καλύτερό του εαυτό επί σκηνής.

ambiger

«Αμπιγιέρ»

Για την πρώτη του σκηνοθετική δουλειά, ο Μανώλης Δούνιας επιλέγει τον «Αμπιγιέρ» του Χάργουντ και μια μικρή σκηνή για την προσομοίωση όσων συμβαίνουν πίσω από αυτή. Η παράσταση αγαπήθηκε από κοινό και κριτικούς βάζοντας πλώρη για δεύτερη σεζον από την 1η Μαρτίου.

Ο Ρόναλντ Χάργουντ γράφει το 1981 τον «Αμπιγιέρ», ένα από τα σημαντικότερα έργα της παγκόσμιας δραματουργίας, που αφορούν στον κόσμο του θεάτρου. Το έργο είναι αυτοβιογραφικό, με πηγή έμπνευσης την εμπειρία του ως αμπιγιέρ του Άγγλου ηθοποιού Ντόναλντ Γούλφιτ.

Αμπιγιέρ, σ’ ένα ρεσιτάλ ερμηνείας ο Μάνος Βακούσης, που κατά τη γνώμη μου, στη ρωγμή  του ρόλου του, χαρίζει στην παράσταση την καλύτερη στιγμή της.

Εξαιρετικός στον ρόλο του Σερ, ο Αλέξανδρος Μυλωνάς, αποτυπώνει με μοναδικό τρόπο το αιώνιο ζήτημα της υστεροφημίας. «Οι ηθοποιοί ζουν μονάχα στις αναμνήσεις των άλλων…Μίλα καλά για μένα. Το ομορφότερο πράγμα στη ζωή είναι να σε θυμούνται».

Ο Μάνος Βακούσης κι ο Αλέξανδρος Μυλωνάς έχουν μοναδική σκηνική χημεία. Όμως, κι  ο υπόλοιπος θίασος στέκεται επάξια.

Διαβάστε εδώ την κριτική της παράστασης.

Dancer in the Dark 2

«Χορεύοντας στο Σκοτάδι»

Ο Πολυχώρος VAULT παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, το αριστούργημα του Λαρς Φον Τρίερ, «Χορεύοντας στο Σκοτάδι» σε διασκευή Πάτρικ Ελσουέρθ, μετάφραση Αντώνη Γαλέου, σκηνοθεσία Δημήτρη Καρατζιά, μουσική Μάνου Αντωνιάδη και στίχους Γεράσιμου Ευαγγελάτου.

Στο συγκινητικό μιούζικαλ του Λαρς Φον Τρίερ, παρακολουθούμε την Σέλμα (Δήμητρα Κολλά), μια Τσέχα μετανάστρια και ανύπαντρη μητέρα στην επαρχία της πολιτείας Ουάσιγκτον στις ΗΠΑ του 1967 να πάσχει από μια σπάνια κληρονομική ασθένεια και να χάνει σταδιακά την όρασή της. Η ίδια δουλεύει ασταμάτητα και μαζεύει χρήματα, προκειμένου ο γιος της να εγχειριστεί για να μην έχει τη δική της τύχη.

Παράλληλα με τις σκηνές, όπου την παρακολουθούμε στο εργοστάσιο να προσπαθεί να δουλέψει, χωρίς να βλέπει, εναλλάσσονται οι σκηνές με την ηρωίδα και τον εννεαμελή θίασο να κάνουν πρόβες για ένα ερασιτεχνικό μιούζικαλ. Η μουσική και η φαντασία είναι οι μοναδικοί διέξοδοι στην τραγική ζωή της Σέλμα.

Μεγαλεπήβολο σχέδιο, η μεταφορά μιας τέτοιας ταινίας στη μικρή σκηνή του Vault, που δυστυχώς δεν δικαιώνεται από το αποτέλεσμα και φλερτάρει ασύστολα με το μελό.

malamo aleuras texnes plus

«Το…έπος της Μαλάμως»

Ο τρομακτικά ταλαντούχος Θανάσης Αλευράς  πρωταγωνιστεί στην βουκολοτραγωδία του Νίκου Χαρλαύτη «Το έπος... της Μαλάμως», σε σκηνοθεσία Ελένης Γκασούκα, στο θέατρο Λαμπέτη. Προσωπικά, αδυνατώ να καταλάβω, γιατί να επιλεγεί ένα τέτοιο έργο, χωρίς καμία ουσία, μόνο με βωμολοχίες και φθηνό χιούμορ.

Παρ’ όλα αυτά κι εδώ ο θεατής παρακολουθεί σε κάποιες σκηνές θέατρο μέσα στο θέατρο, καθώς σύμφωνα με την ιστορία η Μαλάμω, αφήνοντας πίσω το χωριό της, εξαιτίας μιας ερωτικής απογοήτευσης, μετακομίζει στην Αθήνα, που καταλήγει να κάνει καριέρα σε καμπαρέ.

Η σκηνή στο καμαρίνι, όπου την επισκέπτεται ο Γερμανός κατακτητής, είναι κατά τη γνώμη μου η πιο αστεία της παράστασης.

i zoi mou stin texni

«Η ζωή μου στην τέχνη»

Ο Θοδωρής Βουρνάς γοητεύτηκε από την κωμωδία καταστάσεων «Η ζωή μου στην τέχνη.» του Andrew Cowie κι έτσι κάνει εντατικές πρόβες για να το παρουσιάσει από τις 4 Φεβρουαρίου και κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:15 στο Θέατρο 104, σε μετάφραση Κατερίνας Βαϊμάκη και σκηνοθεσία Θοδωρή Βουρνά.

Ο Γκράχαμ, ένας νεαρός σκηνοθέτης που ανεβάζει τον «Δον Ζουάν», είναι κρυφά ερωτευμένος με τον πρωταγωνιστή του, Στίβεν, ο οποίος φαντασιώνεται τη συμπρωταγωνίστρια του, Ρεβέκκα, αλλά εκείνη έχει την προσοχή της στραμμένη στο λάθος άντρα...

Μυστικά, εξομολογήσεις, αποκαλύψεις μέσα κι έξω από το θέατρο. Τα όρια ανάμεσα στη ζωή και την τέχνη μπερδεύονται. Ένα έργο μέσα στο έργο. Τι συμβαίνει όταν οι ηθοποιοί αρχίζουν να ταυτίζονται με τον ρόλο τους; Πώς μπορεί κανείς να σκηνοθετήσει την ίδια τη ζωή;

Μία καυστική κωμωδία, που με αφορμή τον μικρόκοσμο του θεάτρου βάζει στο μικροσκόπιο τις ανθρώπινες σχέσεις, το ζωτικό μας ψεύδος και την ανάγκη μας να αλλάζουμε συνεχώς προσωπεία, προκειμένου να κερδίσουμε την αγάπη και την αποδοχή. Τελικά, μήπως, δεν σταματάμε ποτέ να παίζουμε θέατρο;

 

Ο Ίψεν Συνεχίζει Να Γοητεύει Κοινό Και Καλλιτέχνες: Ποια Έργα Του Θα Δούμε

 

Αφιέρωμα Στον Λουίτζι Πιραντέλο: Πόσα Έργα Του Ανεβαίνουν Αυτή Τη Σεζόν;

 

 

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

Έχω καθυστερήσει στο ραντεβού μας και στον δρόμο. τρέχω σαν την παλαβή. Στρίβω στο στενάκι, της Φειδίου, πίσω από το Εθνικό Θέατρο, όπου αυτές τις μέρες γίνονται από τους Fly Theater εντατικές πρόβες για το ανέβασμα του «La Strada», της διασκευής του οσκαρικού αριστουργήματος του Φελίνι.

Σταματάω στον αριθμό 6, στο Frau, και παγώνω για μερικά λεπτά βλέποντας από τη τζαμαρία στη θέση της Κατερίνας Δαμβόγλου, τη Φρίντα Κάλο! Ακόμα και με το ανάλογο σκηνικό, ως background, από τη φουτουριστική τοιχογραφία του μπαρ.

Η ομοιότητα είναι εντυπωσιακή και, φυσικά, σ’ αυτό συμβάλλει κι η σπουδαία παράσταση, «Frida κι’ άλλο» για τη ζωή της Μεξικανής ζωγράφου.

Η γοητευτική καλλιτέχνης από την Κρήτη, που μικρή ήθελε να γίνει αρχαιολόγος, κουβαλάει στην καθημερινότητά της τους ήρωες, με τους οποίους καταπιάνεται στη δεδομένη θεατρική συνθήκη. «Σκέψου ότι όταν αρχίσαμε να διαβάσουμε το La Strada, σκεφτόμασταν ότι ο Φελίνι θα μπορούσε άνετα να είναι γιος της Φρίντα και του Ντιέγκο!»

Τώρα, μου μιλάει για τον Φεντερίκο Φελίνι, σαν να τον είχε γνωρίσει, κι ομολογεί: «Τον άτιμο, πόσο ρομαντική μ’ έχει κάνει;» και πιστεύει πώς «Όλοι μας έχουμε μέσα μας και τον Ζαμπανό, και την Τζελσομίνα και τον Τρελό». Απαντάει στον φασισμό της καθημερινότητας με την τέχνη της και μου εξηγεί, γιατί θέλει να δώσει μια πρόσκληση στον περιπτερά της οδού Πανεπιστημίου και δέχεται «παραγγελιές» από κοινό και συναδέλφους για την επόμενη σπουδαία προσωπικότητα που θα ερμηνεύσει.

 

FRIDA ΚΙ ΑΛΛΟ NEW 5

«La Strada» του Φεντερίκο Φελίνι, έλαβε το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας το 1956, ενώ το Βρετανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την κατέταξε στην πρώτη δεκάδα στη λίστα με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Τι είναι για σένα αυτή η ταινία;

Είναι η ταινία, η οποία έστω και συμβολικά, έδωσε τέλος στον νεορεαλισμό. Ο Φεντερίκο Φελίνι γεννήθηκε μαζί με τον φασισμό, η Ιταλία πέρασε από τον Ναζισμό στον φασισμό και μετά στη φτώχεια της μεταπολεμικής Ιταλίας.

Και ξαφνικά έρχεται το «La Strada», το οποίο είναι λίγο ονειρικό για κάποιους, λίγο μελοδραματικό για άλλους. Δεν μιλάει, ακριβώς, για την Ιταλία του 1954. Η ταινία θάφτηκε από τους κριτικούς αμέσως, αλλά κέρδισε το κοινό στην επαρχία. Γι’ αυτό και τότε κατηγορήθηκε ο Φελίνι, ότι λόγω καταγωγής έχει μια επαρχιακή ματιά. Όταν, όμως, η ταινία βγήκε εκτός Ιταλίας, άλλαξαν κι οι κριτικοί γνώμη.

Αρχίζουν κι ανακαλύπτουν, σχεδόν συναισθητικά, την αξία αυτού που προσφέρει ο Φελίνι, ο οποίος έγραψε χαρακτηριστικά σ’ ένα γράμμα ότι «είναι περισσότεροι οι Ζαμπανό σ’ αυτή τη ζωή από τους κλέφτες ποδηλάτων και το να κοιτάμε τον γείτονά μας, είναι εξίσου σημαντικό από μια απεργία».

Πώς αποφασίσατε να το ανεβάσετε; Ήταν δική σου πρόταση; Αποφασίστηκε από το Εθνικό Θέατρο;

Ξεκινήσαμε με μια πρόταση στην Πειραματική του Εθνικού. Από εκεί και πέρα, μας κάλεσαν και ξεκινήσαμε συζητήσεις. Διαβάσαμε πολλά έργα και στο τέλος αμφότεροι πελαγώσαμε, γιατί υπήρχε κι ένα project, το οποίο θέλαμε να κάνουμε, αλλά δεν μπορούσαμε να πάρουμε τα δικαιώματα. Μια μέρα, λοιπόν, που καθόμασταν με τον Ανέστη (Αζά) στο γραφείο του πέταξα την ιδέα. Συγκεκριμένα του είπα: «Μου είπε η μαμά μου να ανεβάσουμε το La Strada» (γέλια). Και πήραμε μια έγκριση, σχεδόν αυτόματα κι από τον καλλιτεχνικό διευθυντή. Ο,τι θέλαμε να πούμε βρήκαν τον κόσμο τους στο La Strada.

Στην ταινία παρακολουθούμε μια αλληγορική σύγκρουση της αθωότητας και του ονείρου με τη μυϊκή δύναμη και τα ζωώδη ένστικτα. Η παράσταση που εστιάζει;

Ναι, από την άποψη ότι το «La Strada» μας αφήνει, περισσότερο, μια αίσθηση που έχει να κάνει με αρχέτυπα και στερεότυπα συμπεριφοράς, τα οποία μπορούμε να τα τοποθετήσουμε σε οποιαδήποτε κοινωνία κι εποχή. Φτάσαμε σ’ ένα σημείο, όπου μας θύμισε πολύ την «Τρικυμία» του Σαίξπηρ.

Κι επειδή έχουμε και τον Φελίνι μέσα στην παράσταση, ως προσωπικότητα, η οποία βγαίνει πάνω από τις ταινίες του, δουλέψαμε πάνω σ’ αυτό το τετράπτυχο των ρόλων Πρόσπερο που είναι ο Φελίνι, Κάλιμπαν που είναι το ζώο, το ένστικτο για τον Ζαμπανό, Άριελ που είναι ο τρελός και Μιράντα που είναι Τζελσομίνα. Καταλάβαμε, όμως, ότι στη σχέση αυτών των τριών, που όπως λέει και ο Φελίνι «Τους έφερε η μοίρα κοντά, ενώ δεν έχουν να πουν τίποτα, ο ένας στον άλλον» υπάρχει μια μικρή μετατόπιση. Ο Άριελ, το πνεύμα, ο αέρας, ο ισορροπιστής αυτός είναι και Κάλιμπαν, όπως κι ο Ζαμπανό. Η Μιράντα έχει, επίσης, λίγο Άριελ μέσα της.

katerina damvoglou texnes plus

Κατερίνα Δαμβόγλου και Robin Beer 

Πώς είναι που σ’ αυτή τη δουλειά των Fly Theatre σκηνοθετείς μόνο και δεν είσαι επί σκηνής;

Παναγία μου, δεν παίζω! Γιατί δεν παίζω! (γέλια). Διαβάζοντας για τον Φελίνι, ένα πράγμα που μάθαμε κι εγώ και ο Robin (Beer) ήταν ότι βρισκόταν πάντα δίπλα στο πλάνο και μπορούσε να παίξει όλους τους ρόλους, ανά πάσα στιγμή. Έχω μάθει κι εγώ σχεδόν όλο το κείμενο απ’ έξω και μπορώ να παίξω όλους τους ρόλους. Μου λείπει σαν ενέργεια, αλλά δεν ζηλεύω. Εξάλλου, έχω πολύ δουλειά με τη Φρίντα, οπότε θα ικανοποιηθεί κι αυτή η ανάγκη.

Επομένως, η «Φρίντα κι’ άλλο» θα συνεχίσει το ταξίδι της;

Ναι, ευτυχώς δεν παίζουμε αυτή τη σεζόν, επειδή είναι πολύ απαιτητικό το «La Strada»,ασ αλλά με το που ανεβαίνει η παράσταση φεύγουμε για περιοδεία στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Στο Παρίσι, θα την παίξουμε στα γαλλικά.

Πάντα είχα την απορία: όσο και καλά να γνωρίζεις μια γλώσσα δεν είναι δύσκολο να μην παίζεις στη μητρική σου;

Ρώτα με μετά το Παρίσι, να σου πω! Νομίζω, ότι είναι αλλά συνηθίζεται.

Είσαι λίγο….Φρίντα νομίζω και στο στυλ κι έχεις δηλώσει ότι από μικρή σου έλεγαν γι’ αυτή την ομοιότητα….

Ναι, πάντα ήμουν λουλουδάτη κι, ευτυχώς, μετά τη Φρίντα μου έχει φύγει λίγο. Πράγματι, από μικρή άκουγα πως μοιάζω με μια γυναίκα που δεν γνώριζα κι ήθελα να δω τους πίνακές της για να καταλάβω τι πλάσμα ήταν, αποτέλεσε την αρχή γι’ αυτή την παράσταση. Δεν μ’ ενδιέφερε να παίξω τη Φρίντα, επειδή της μοιάζω, με ενδιαφέρει ότι αυτή η γυναίκα στο Zeitgeist είναι απόλυτα επίκαιρη κι εκμεταλλεύσιμη την ίδια στιγμή. Και το «La Strada» έτσι θα το πορευτούμε με τους ηθοποιούς, θα έχουμε τα ζώα και τα ζώα της κοινωνίας. Είναι τρομερή η τάση, που έχουμε, ειδικά μετά την οικονομική κρίση, να μεμψιμοιρούμε και να ρίχνουμε το φταίξιμο αλλού. Υπάρχει πάρα πολύ βία και στην ταινία βλέπουμε πολύ τον φασισμό του επαρχιωτισμού.

katerina damvoglou texnes plus

Μοιάζει νομίζω λίγο κι η Ιταλία εκείνης της εποχής με την Ελλάδα του σήμερα…

Ναι, νομίζω, όμως, ότι πάμε ανάποδα! Με το «La Strada» έφευγαν από τον φασισμό κι εμείς σε μια περίοδο στην οποία, δυστυχώς, δεν υπάρχει τίποτα δυνατό σαν φωνή είναι πολύ εύκολο οι ακραίες φωνές να αποκτήσουν οπαδούς.

Σε ποιες εκφάνσεις της καθημερινότητάς σου βιώνεις τον φασισμό;

Στο διάλειμμα μιας πρόβας, έξω από το REX, ένας κλέφτης, από ανάγκη φαντάζομαι, έβαλε το χέρι του στην τσέπη ενός ανθρώπου κι εκείνος γύρισε και άρχισε να τον βαράει ανελέητα. Βγήκαν οι άνδρες, γιατί ζούμε και σε μια τέτοια κοινωνία, της θεατρικής ομάδας και του είπαν «Άστον, όλα καλά! Τι θα καταφέρεις αν συνεχίσεις να τον χτυπάς; Θα βρεις και εσύ τον μπελά σου». Ήταν πεσμένος στα γόνατα…

Σαν τον Ζακ Κωστόπουλο….

Ναι, κι ο Ζακ είναι, θέλοντας και μη, μέσα στην ιστορία του «La Strada», όταν έχεις έναν τρελό να λέει «Εγώ δεν κρατούσα το μαχαίρι» και πεθαίνει από το χέρι ενός Ζαμπανό, νομίζω ότι ο παραλληλισμός γίνεται άμεσα.

Εμάς ο στόχος μας, δεν είναι να καταδικάσουμε τον Ζαμπανό, όλοι είμαστε ένας Ζαμπανό κι από την ταινία βλέπουμε ότι μ’ αυτόν μένουμε στο τέλος.

Τι φταίει που όλοι μας είμαστε ένας Ζαμπανό;

Όλοι μας έχουμε μέσα μας και τον Ζαμπανό και την Τζελσομίνα και τον τρελό. Το θέμα είναι ποιον έχουμε απέναντί μας και, πολλές φορές, αυτός που έχουμε απέναντί μας είναι ο εαυτός μας.

Για να σου συνεχίσω, όμως, την ιστορία μ’ αυτόν που ξυλοφόρτωνε τον κλέφτη, δεν ήταν αυτό το περίεργο του γεγονότος. Ο άνθρωπος καταλάγιασε τον θυμό του, κατάλαβε τι έκανε, ήταν εν βρασμώ. Το τρομερό, όμως, ήταν ότι βγήκε ο περιπτεράς και άρχισε να ωρύεται εναντίον του κλέφτη! Προβοκάτορας κανονικός! Του έλεγε «Αν αυτός μπει στο σπίτι και σου βιάσει την μάνα δεν θα τον σκοτώσεις;». Εύκολα, λοιπόν, πάει ο νους μας από το μηδέν στο εκατό. Έχουμε αρχίσει και δικαιολογούμε τα άσχημα βιώματά μας και βάζουμε παρωπίδες, για να συνεχίσουμε να ζούμε έτσι.

Προβληματίστηκα πάρα πολύ μ’ αυτό αλλά και με τον Ζακ, κυρίως, για τις αντιδράσεις που διάβασα μετά στα social media.

Θα ήταν πολύ ρομαντικό, αν λέγαμε ότι μια παράσταση μπορεί να μετατοπίσει, έστω και λίγο ή για λίγο κάποιους ανθρώπους;

Μακάρι, έχω προβληματιστεί πάρα πολύ! Γιατί ξέρω, ότι πολύς κόσμος θα χρησιμοποιήσει την ταινία, ως πρόσχημα ή κάποιοι θα πιστέψουν ότι δίνουμε δύναμη και φωνή στην περσόνα του Ζακ. Δεν είναι αυτό το θέμα μας. Αντιθέτως, μετά τον περιπτερά, αυτό που είπαμε είναι ότι, ίσως, χρειάζεται να του δώσουμε μια πρόσκληση. Το μεγάλο μήνυμα του έργου είναι ότι η μοναξιά δεν είναι η λύση.

Είστε από τις λίγες ομάδες, με βάση σας την Ελλάδα, που ταξιδεύουν σε τόσες πολλές χώρες, αλλά κάνουν και περιοδεία εντός. Σε τι διαφέρει το κοινό στο Παρίσι από μια μικρή επαρχιακή χώρα της Ελλάδας;

Δεν υπάρχει διαφορά, γιατί ουσιαστικά η συναισθηματική κατάσταση του θεατή είναι αυτή που αλλάζει την παράσταση. Για μένα η διαφορά έγκειται στον όγκο του κοινού. Αλλιώς είναι να παίζεις με 2.000 άτομα κι αλλιώς με τρία. Πολλές φορές το τρία είναι καλύτερο από το 1000. Υπάρχει... complicite! Δεν είναι τυχαίο που αυτός ο άνθρωπος έβγαλε αυτόν τον όρο στην ομάδα του.

Αν με ρωτάς, για το μορφωτικό επίπεδο, δεν νομίζω ότι αλλάζει κάτι, γιατί στο θέατρο μυριζόμαστε. Έχουμε αφήσει πίσω την εποχή του Μπρεχτ, όπου πρέπει να γίνει διάλογος. Σκοπός μας είναι δίνοντας το μερικό να ανοίξουμε τη φαντασία. Το έλεγε κι ο Λεκόκ: «Το σώμα ξέρει πιο πολλά από τον νου». Αν αφήσουμε το κοινό να ανοίξει τη φαντασία του, σιγά-σιγά θα ανοίξει κι η καρδιά και το μυαλό.

frida katerina damvoglou texnes plus

Αυτό έχεις κρατήσει κι από τις σπουδές σου στη σχολή του Λεκόκ;

Ναι, ότι δεν γίνεται να μάθουμε μέσα από μίμηση και καταπίεση πρέπει να αγγιχτούμε με τα μάτια και τις καρδιές.

Δουλεύοντας ως ομάδα και στο εξωτερικό, ποιες διαφορές βλέπεις σε σχέση με τη χώρα μας;

Νομίζω ότι οι σκηνοθέτες, εδώ, είναι πιο σκληροί σε σχέση μ’ αυτό που έχουμε συνηθίσει εμείς στο εξωτερικό. Φυσικά, κι εκεί υπάρχουν σκληρές προσωπικότητες κι εμπάθειες. Επίσης, βλέπω ότι εδώ είμαστε πιο γρήγοροι και νομίζω ότι στην Ελλάδα οι δημιουργοί έχουν περισσότερα να πούνε, αρκεί να μάθουμε να κοιτάμε στο εδώ και να μην στρέφουμε τα μάτια μας στο εκεί.

Eίχες ποστάρει στο facebook: «Η αλήθεια είναι σαν την ποίηση κι οι περισσότεροι άνθρωποι μισούν την ποίηση». Το θέατρο σαν τι είναι;

Το θέατρο είναι η ζωή. Είναι μια δύσκολη μορφή ψυχαγωγίας, πια, γιατί συνηθίζουμε σε κάτι πιο δύσκολο και πιο εύπεπτο, ενώ εδώ απαιτείται από τη σχέση θεατή και θεώμενου συνύπαρξη, σχέση! Ένας θεατής είναι εκεί ψυχή και σώμα, όλες οι αισθήσεις ανοίγουν.

Συνήθως, ανοίγουν και τα smart phones….

Δεν με πειράζει, στη Φρίντα το εντάσσω κανονικά.

Το θυμάμαι, συνέβη και στην παράσταση που είδα.

Συμβαίνει συχνά κι επειδή είναι εύκολος ο θυμός πρέπει να το προσπαθούμε. Εννοείται ότι δεν μου αρέσει να βλέπω κινητά, αλλά επιμένω, όπως λέει κι ο Λεκόκ «να είμαι στο ναι, όχι στο όχι». Φυσικά, ο άνθρωπος που το κάνει εκείνη τη στιγμή, δεν καταλαβαίνει ότι είναι ένας φάρος και όλοι γύρω του, τον παρακολουθούν γιατί έχει αλλάξει τη συνθήκη. Είναι εγωισμός, είναι μοναδισμός και κρύβει και μια μικρή έπαρση. Γίνεται, όμως ασυναίσθητα, επομένως προσπαθώ να το εντάξω, ώστε να περνάμε όλοι καλά. Νομίζω, ότι το θέατρο μας μαθαίνει, πώς να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι.

Μετά την Φρίντα, ποια άλλη θρυλική προσωπικότητα έχει βάλει στο μάτι;

Δεν έχω αποφασίσει κάτι ακόμα, μου έχουν βάλει όμως οι άλλοι… Για παράδειγμα την Coco Channel.

 

«La strada» Μια παράσταση βασισμένη στην ομώνυμη ταινία του Φεντερίκο Φελίνι

Από 1 Φεβρουαρίου στην Πειραματική Σκηνή-Ι Θέατρο Rex Σκηνή «Κατίνα Παξινού»

Σε σκηνοθεσία της ομάδας FlyTheatre (Κατερίνα Δαμβόγλου-Robin Beer)

Παίζουν οι ηθοποιοί:

Μιχάλης Βαλάσογλου, Σοφία Μαραθάκη, Κατερίνα Μαυρογεώργη, Κωνσταντίνος Mωραΐτης, Φωτεινή Παπαχριστοπούλου, Ρόζα Προδρόμου, Γιώργος Σύρμας, Εριφύλη Στεφανίδου, Απόστολος Ψυχράμης

Διαβάστε επίσης:

Μαρία Ζορμπά: «Μέχρι Σήμερα Δεν Είχα Κάτι Σοβαρό Να Ακουμπάω»

Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου.

Φιλάω πάντα όλες τις κάρτες με τις ευχές των θεατών.

Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ.

Το καλύτερο καμαρίνι το έχω τώρα με τις 7 συνάδελφούς μου από την παράσταση «8 γυναίκες κατηγορούνται», γιατί είναι απόλυτα αρμονικό, ήρεμο, αλλά γεμάτο χαρά και χιούμορ.

Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου.

Νομίζω το καμαρίνι του Αργώ είναι το καλύτερο απ’ όλα. Είναι μεγάλο, έχει ντους, έχει καναπέ και παράθυρα.

aimilia ispilanti texnes plus 2

Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι.

Οι ωραιότερες αναμνήσεις μου ήταν από όταν δεν είχα καμαρίνι, σε κάποιες παιδικές παραστάσεις όπου ανάμεσα στις δύο παραστάσεις της Κυριακής ξαπλώναμε πάνω στα σκηνικά. Αλλά τότε ήμασταν πολύ νέοι και το απολαμβάναμε.

Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου.

Να ελέγξω αν έχω ξεχάσει κάτι. Αν έχω βγάλει τις παντόφλες και έχω βάλει τα παπούτσια μου για να μην βγω στη σκηνή με τις παντόφλες μου.

 

Η Αμαλία Υψηλάντη πρωταγωνιστεί στην παράσταση "8 γυναίκες κατηγορούνται" στο Θέατρο Αργώ

Κλείστε εδώ τις θέσεις σας.

 

Μαρία Ζορμπά: «Μέχρι Σήμερα Δεν Είχα Κάτι Σοβαρό Να Ακουμπάω»

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

Κάθε φορά που συναντώ τη Μαρία Ζορμπά απολαμβάνω τις συζητήσεις μας, όπως και την ίδια στη σκηνή και την οθόνη.

Υποκριτικός χαμαϊλέοντας, δεν φοβάται να δοκιμαστεί σε διαφορετικούς ρόλους και να συνεργαστεί με νέους σκηνοθέτες. Πέρσι, τέτοια εποχή, στην «Κυρία Κούλα» του Μίμη Κουμανταρέα, ήταν μια ώριμη γυναίκα, η οποία λαχτάρισε τον έρωτα στο πλευρό ενός φοιτητή. Φέτος, στη σκηνή του Θεάτρου Αργώ, είναι η Ωγκυστίν, μια πληγωμένη γεροντοκόρη, η οποία δεν μεγάλωσε ποτέ, στο έργο του Ρομπέρ Τομά «8 γυναίκες κατηγορούνται».

Σε μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης η Μαρία μου μίλησε για τον ρόλο της, τα επόμενα επαγγελματικά της σχέδια, την πίστη της στο Θεό, τη σχέση με τη μητέρα της, αλλά και για έναν μυστικό «χίπικο» γάμο, τον οποίο ελάχιστοι γνωρίζουν, όπως άλλωστε και ό,τι άλλο αφορά στην προσωπική της ζωή. Αλήθεια, πώς κατάφερε να την προφυλάξει τόσα χρόνια;

 

maria zorba texnes plus

 

Στις «8 γυναίκες κατηγορούνται» του Ρομπέρ Τομά, υποδύεσαι την Ωγκυστίν (Ζυστίν). Ρόλο που στον σινεμά αγαπήσαμε μέσω της Ιζαμπέλ Υπέρ. Τι είναι αυτό που σε γοητεύει στην ηρωίδα σου;

Στο σινεμά η Υπέρ ερμήνευσε τον ρόλο τελείως διαφορετικά καθώς η προσέγγιση της ταινίας ήταν, έτσι κι αλλιώς, διαφορετική από την παράστασή μας, η οποία κλείνει περισσότερο προς την αστυνομική κομεντί.

Αυτό το πρόσωπο έχει μια παιδικότητα, που εμένα μου άρεσε πολύ. Έχει ανάγκη από αγάπη, την οποία, όμως, ζητάει με τον λάθος τρόπο. Είναι σαν να παραμένει προσκολλημένη στην παιδική της ηλικία τόσο σε σχέση με την αδερφή της, όσο και σε σχέση με τη μητέρα της. Ακόμα κι ο τρόπος, με τον οποίο εκφράζεται είναι πιο παιδικός κι ακατάστατος σε σχέση με τις υπόλοιπες, στις οποίες είναι πιο τακτοποιημένος.

Γι’ αυτό λέει κάποια στιγμή : «Όλους τους αγαπώ. Αλλά κανείς δεν καταλαβαίνει την δική μου αγάπη. Όλοι νομίζουν πως είναι μίσος». Είναι ένα πληγωμένο παιδί η Ωγκυστίν;

Ναι, είναι ένα παιδί που δεν μεγάλωσε. Σαν να μην μεταβολίστηκαν σωστά τα στοιχεία της ενηλικίωσης και το πως αντιλαμβάνεται την πρόσληψη και το δόσιμο της αγάπης. Γι’ αυτό παρεξηγείται εύκολα κι αντιδρά απότομα.

Σαν μια γεροντοκόρη;

Ναι, αλλά σε μια πιο ελαφριά μορφή. Δεν είναι μια συνήθης μορφή της καταθλιπτικής κι απομονωμένης. Είναι μια παιδούλα γεροντοκόρη, πιο λουλουδάτη να το πω. Εξ’ ου και τα λουλουδάκια στο κεφάλι, σαν να στολίζει τον εαυτό της, όπως θα έκανε με την κούκλα της.

Δεν είναι λίγο περίεργο που, ακόμα στην εποχή μας, η λέξη «γεροντοκόρη» είναι ταυτισμένη με έννοιες όπως η κατάθλιψη, η απομόνωση, η γκρίνια κ.λ.π;

Αυτή η λέξη έχει κάτι βαθύ γι’ αυτό και παραμένει και κολλάει μ’ όλα όσα λέγαμε πριν για την ηρωίδα. Η ηρωίδα έχει γεράσει ως κόρη. Δεν μεγάλωσε ως γυναίκα, ως μάνα, ως σύζυγος, ως ερωμένη ή ως κάτι άλλο, όπως για παράδειγμα μια γυναίκα επαγγελματίας. Τα χρόνια περνάνε κι εκείνη έχει μόνο την ιδιότητα της κόρης και της αδερφής.

Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ σε επιστολή του στον συγγραφέα χαρακτηρίζει το έργο ως «πολύ πρωτότυπο γιατί είναι φτιαγμένο από βιτριόλι και μαρμελάδα», ενώ για τον ίδιο τον Τομά αναφέρει ότι «είναι φυσικός γιος της Αγκάθα Κρίστι και του Γκολντόνι».

Πολύ σωστό αυτό!

 Η σκηνοθεσία του Γιάννη Καραχισαρίδη έχει αυτά τα στοιχεία;

Ναι, δεν ξέρω αν είχε υπόψιν του αυτούς τους χαρακτηρισμούς, αλλά αυτό που μας έλεγε πάντα είναι ότι επειδή το έργο έχει όλα τα συστατικά, από την αστυνομική πλοκή μέχρι την κομεντί, αν διαλέξεις μόνο έναν από αυτούς τους δρόμους θα κάνεις λάθος. Αυτό που μας έλεγε στις πρόβες και δεν ξέρω, αν το έχουμε καταφέρει, είναι ότι πρέπει να περνάμε από την μια κατάσταση στην άλλη σαν να μην έχει συμβεί τίποτα πριν. Να μεταπηδούμε από το χιούμορ στο δράμα, χωρίς ενοχές. Και μ’ αυτή την έννοια, έχει μεγάλο ενδιαφέρον να μην ακολουθείς μια ροή ψυχολογικής φύσεως, αλλά να πηδάς από τη μια κατάσταση στην άλλη.

Παράλληλα, παρακολουθούμε και 8 γυναίκες, οι οποίες έχουν άσπονδες σχέσεις αγάπης μεταξύ τους. Έχεις βιώσει τέτοιες σχέσεις στο οικογενειακό ή επαγγελματικό σου περιβάλλον;

Ναι, πάρα πολύ! Όχι τόσο στο επαγγελματικό, αλλά περισσότερο στο οικογενειακό περιβάλλον. Ειδικά στις μικρές κοινωνίες, στη γειτονιά, στο χωριό, θείες με μάνες με γιαγιάδες, νύφες με πεθερές, ακόμα και κόρες με μητέρες. Είναι συχνό το φαινόμενο κι αυτό που έχω καταλάβει κι εγώ από συγγενείς μου, όχι από προσωπική πείρα, είναι ότι δεν λύνονται αυτά τα θέματα. Με κάποιο τρόπο κρατάνε για πάντα.

Και ποιος είναι ο πυρήνας του «κακού»;

Μια αίσθηση είναι του ότι «εσύ κάτι μου παίρνεις» και, φυσικά, αυτό είναι ο άνδρας, ο οποίος με κάποιο τρόπο, όπως και στο έργο είναι απών, ενώ πιο παρούσες είναι αυτές οι σχέσεις, οι γυναικείες.

Εσύ με τις γυναίκες της ζωή σου, τι σχέση έχεις. Με τη μητέρα σου πώς είστε;

Επειδή μεγάλωσα, κάπως χωρίς αυτήν, γιατί εργαζόταν πολλές ώρες κι ουσιαστικά με μεγάλωσε μια θεία μου, ήταν μια απόμακρη παρουσία στη ζωή μου. Δεν ήταν κοντά μου στην καθημερινότητα κι επειδή έφυγα μικρή από το σπίτι, δεν πρόλαβα να την γνωρίσω. Ουσιαστικά, τώρα τη γνωρίζω, που έχει μεγαλώσει και την έχω πάρει κοντά μου.

maria zorba texnes plus 2

Αυτό σου στοίχισε;

Μάλλον, με κάποιο τρόπο. Φαντάζομαι, ναι! Είχε κάποιο κόστος, αλλά είχε και κάποιο κέρδος. Το γεγονός ότι έπρεπε να απογαλακτιστώ νωρίς και να τα καταφέρω μόνη μου. Αυτό βέβαια, δεν ξέρω, αν γίνεται και ποτέ. Νομίζω ότι βαθιά μέσα σου, τον ομφάλιο λώρο δεν μπορείς να τον κόψεις ποτέ, απλά το κάνεις εξωτερικά και με βία.

Το ενδιαφέρον, πάντως, είναι ότι ακόμα κι έναν τόσο στενό σου  άνθρωπο, όπως τη μητέρα σου, την γνωρίζεις σιγά-σιγά και πως κάποια πράγματα σε απωθούν. Για παράδειγμα, η γυναικεία φύση της. Δεν θες να υπερισχύει αυτό σ’ εκείνη.

Βλέπεις, όσο περνούν τα χρόνια να γίνεσαι η μαμά σου;

Ναι. Είναι αναπόφευκτο. Ακόμα κι  αυτά τα πρακτικά τα καθημερινά, τα κάνεις με τον ίδιο τρόπο. Ακόμα κι εγώ που δεν μεγάλωσα, ουσιαστικά μαζί της.

Ποιο ήταν το τόσο απαιτητικό επάγγελμά της;

Ήταν δακτυλογράφος, αλλά τα χρόνια εκείνα δούλευαν πολλές ώρες. Ήταν σε Υπουργείο και πήγαινε και το πρωί και το απόγευμα.

Γενικότερα, έχεις καταφέρει και δεν γνωρίζουμε τίποτα για την προσωπική σου ζωή.

Έλα βρε! (γελάει)

 

zorbaΈνιωσες ποτέ, ιδιαίτερα παλιότερα που ήσουν και στην τηλεόραση, να σε πιέζουν κάπως να μιλήσεις για τα προσωπικά σου;

Με έχουν ρωτήσει είναι η αλήθεια. Εγώ δεν απάντησα, οι δημοσιογράφοι ήταν ευγενικοί και με κατανόηση. Δεν υπάρχει κάτι ιδιαίτερο. Είχα κάνει πολύ μικρή έναν ιδιαίτερο γάμο και τον λέω έτσι, γιατί είχε γίνει κάπως μεταξύ μας σε μια εκκλησία, δεν είχε γίνει κανονικό μυστήριο και τώρα, έχω μια σχέση εδώ και πολλά χρόνια, εκτός γάμου.

Φοβάσαι να επαναλάβεις ένα γάμο;

Κοίταξε ο πρώτος δεν ήταν και κανονικός γάμος με τα εκκλησιαστικά δεδομένα.

Δηλαδή;

Ήταν χίπικος, αυτοσχέδιος, κάποιοι όρκοι μόνοι μας σ’ ένα μοναστήρι και στη συνέχεια η σχέση είχε όλα τα συστατικά ενός γάμου. Εγώ δεν είμαι υπέρ του πολιτικού γάμου. Αν το ξανακάνω, το σκέφτομαι, θα ήθελα στην εκκλησία και κανονικό μυστήριο.

Πιστεύεις δηλαδή;

Κοίταξε, εδώ δεν είναι τόσο εύκολο να σου απαντήσω. Υπάρχει μια επιθυμία για την πίστη, αλλά ανοίγουν πολλά κεφάλαια κι αυτή την περίοδο είμαι στη διερεύνησή τους.

Είναι ένα καταφύγιο και μια παρηγοριά η πίστη για σένα;

Νομίζω ότι είναι κάτι πολύ πιο μεγάλο, γι’ αυτό με βλέπεις έτσι ολιγόλογη. Είμαι σε μια διαδικασία, που δυσκολεύομαι να αρθρώσω λέξεις.

Παράλληλα κάνεις πρόβες με τον Ευθύμη Χρήστου για ένα νέο έργο, το «Vincent River» με ένα νέο συμπρωταγωνιστή τον Δημήτρη Φουρλή. Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο ή εύκολο είναι μετά από κάποια χρόνια εμπειρίας να παραμένεις τόσο ανοιχτή σε νέες συνεργασίες. Νομίζω το συνηθίζεις αυτό, να συνεργάζεσαι με πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους, αλλά και να εμπιστεύεσαι τους νεότερους.

Η αλήθεια είναι ότι οι ομάδες, δεν είναι όπως ήταν κάποτε. Υπάρχουν, βέβαια, συγγένεις με κάποιους ηθοποιούς. Εξάλλου, από τους νέους περιμένουμε την έκπληξη. Για παράδειγμα,ο Λάνθιμος ήταν πάρα πολύ νέος όταν ξεκίνησε και τώρα έφτασε τόσο ψηλά. Επιπλέον, μπορεί κάποιος σκηνοθέτης να είναι μεγαλύτερος σε ηλικία και να μην μπορεί να σου προσφέρει τόσα, όσα ένας πιο νέος στην ηλικία. Θέλω να πω, πως δεν έχει σχέση, τελικά, με την ηλικία, αλλά με το πως ακούς τον άλλον, αν νιώθεις ότι υπάρχει πίστη, καλλιτεχνική συγγένεια και σεβασμός σ’ αυτό που πάει να γίνει.

Μου έλεγες, πριν, ότι θα ήθελες να ξανασυναντήσεις, τον Μαρμαρινό, τον Μαυρίκιο, τον Μοσχόπουλο, με τους οποίους είχες συνεργαστεί στην αρχή της καριέρας σου για να δεις πως θα είναι τώρα.

Ναι, το εννοώ περισσότερο σε σχέση με εμένα και την εξέλιξή μου, ως ηθοποιού. Όχι με την έννοια πως  ήμουν μικρή και πώς τώρα. Υπάρχει, όχι ακριβώς μια νοσταλγία, γιατί κι εγώ είχα την ανάγκη να απομακρυνθώ από κάποιους δασκάλους μου και να δοκιμαστώ, χωρίς την επίβλεψή τους, κι αυτό συμβαίνει μ’ ανθρώπους, τους οποίους τους θεωρείς πολύ δασκάλους σου, όπως εγώ θεωρούσα τον Μιχαήλ (Μαρμαρινός). Τώρα, όμως, μου λείπουν, τόσο απλά και ανθρώπινα. Νιώθω μια τρυφερότητα σε σχέση μ’ αυτές τις πρώτες συναντήσεις μ’ αυτούς τους ανθρώπους.

Υπάρχουν σκηνοθέτες-δάσκαλοι σήμερα;

Σίγουρα, ο Μιχαήλ είναι και δάσκαλος, ο Βασίλης Παπαβασιλείου είναι μεγάλος δάσκαλος. Η Ρούλα Πατεράκη είναι δασκάλα, μπορεί να μάθεις πολλά από εκείνην, όχι με τον εύκολο τρόπο, δεν αισθάνεσαι πάντα βολικά, αλλά είναι δασκάλα. Άλλη προσωπική εμπειρία από δασκάλους, οι οποίοι να είναι στη ζωή δεν έχω. Γιατί και τον Λευτέρη(Βογιατζή) τον είχα συναντήσει, ο οποίος ήταν δάσκαλος και τον Βολανάκη. Είναι άλλο να είσαι σπουδαίος σκηνοθέτης και καινοτόμος κι άλλο να έχεις κι αυτή την ιδιότητα για τον ηθοποιό σου.

Εσύ, ως δασκάλα, πώς τα πηγαίνεις; Διδάσκεις υποκριτική χρόνια και στη σχολή της Αγ. Βαρβάρας και στο Θέατρο των Αλλαγών.

Μου αρέσει πάρα πολύ και χαίρομαι που βλέπω ότι τα παιδιά επικοινωνούν μαζί μου. Αισθάνομαι, ότι έχω να τους πω χρήσιμα πράγματα κι ότι περνάνε ωραία μαζί μου, όχι βέβαια πάντα, γιατί αυτές οι σχέσεις εμπεριέχουν τόσο το κομμάτι της διαφωνίας όσο και της σύγκρουσης. Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι νιώθω ότι έχω μάθει εγώ από τους μαθητές μου.

Βλέποντάς τους να παίζουν;

Καθώς είμαι αναγκασμένη να δείξω έναν δρόμο, είναι σαν να πρέπει να ξαναανακαλύψω τον δρόμο ή να υποστηρίξω τον δρόμο. Μετά τσεκάρω τον εαυτό μου στη σκηνή κι είναι σαν να έχω γίνει πιο γενναία. Γιατί με τα παιδιά πρέπει να είσαι έτοιμος να εκτεθείς, να είσαι γενναίος.

Αν ξαναανακάλυπτες τον δρόμο σου κι έδινες μια συμβουλή στον εικοσάχρονο εαυτό σου, ποια θα ήταν αυτή;

Νομίζω ότι θα του έλεγα να βγάλει πιο πολλά λεφτά...

Δεν εκμεταλλεύτηκες την εποχή, στην οποία  η τηλεόραση και τα σίριαλ ανθούσαν;

Εγώ έκανα πολλές δουλειές, ήμουν στο ραδιόφωνο, στη διαφήμιση, έκανα τα τρέιλερ του ΣΚΑΙ παλιότερα. Θέλω να πω, ότι έκανα δουλειές σχετικές με την ηθοποιία για να μπορώ να στηρίζω επιλογές μου. Αυτό δεν ήταν πάντα καλό, με την έννοια ότι αν από πιο μικρή ήμουν εκτεθειμένη μόνο στη δουλειά του ηθοποιού και δεν είχα την ενοχή να βγάζω και χρήματα τα πράγματα θα ήταν πιο εύκολα.

Δηλαδή;

Θέλω να πω ότι σε πιο μικρή ηλικία θα έπρεπε να κάνω μόνο πράγματα σχετικά με την υποκριτική. Μου είχαν κάνει προτάσεις και για καθημερινές σειρές και τις είχα απορρίψει. Βέβαια, όλα γίνονται για κάποιο λόγο και, τώρα πρόσφατα, μου έκαναν πρόταση για καθημερινή σειρά και κάπως ήρθαν τα πράγματα και δεν έγινε τελικά.

Φοβάσαι, μια καθημερινή σειρά;

Νομίζω, ότι πολύς κόσμος το φοβάται κι είναι φυσικό γιατί είναι πάρα πολύ δύσκολο πράγμα, ειδικά όπως γίνεται τώρα. Παρ’ όλα αυτά, θα το τολμούσα, γιατί μεγαλώνοντας έχω και την έννοια και την φροντίδα άλλων ανθρώπων, τις οποίες, όταν ήμουν μικρή, δεν είχα και φρόντιζα να μην έχω.

Παρά τις υποχρεώσεις, φαντάζομαι το γεγονός ότι δεν έχεις παιδιά σου δίνει μια ανακούφιση, όσον αφορά τις οικονομικές δυσκολίες της δουλειάς.

Ναι, σίγουρα δεν έχεις τόσες υποχρεώσεις. Αν είχα κάνει παιδί, γεγονός που δεν συνέβη, δεν το απέφυγα, νομίζω ότι θα είχα και τον κατάλληλο άνδρα για να σηκώνει κάποια βάρη.

Ποιο συναίσθημα κυριαρχεί αυτή την εποχή στη ζωή σου;

Νομίζω ότι επικρατεί μια ψυχραιμία και μια επιδίωξή της. Είμαι κάπως ευάλωτη με την καλή έννοια της λέξης, όχι την ασθενική, είμαι πιο προσβάσιμη σε ερεθίσματα.

Νομίζω πως είναι απαραίτητο στοιχείο και της δουλειά σας.

Έχεις δίκιο, σ’ αυτό που λες. Απλά, μερικές φορές μας κάνει να παθαίνουμε πράγματα, να θυμώνουμε, να σκληραίνουμε, να έχουμε διάφορες εμπλοκές συναισθηματικής φύσεως. Εγώ, αυτόν τον καιρό, έχω αυτή την προσβασιμότητα, χωρίς, όμως, να παθαίνω άσχημα πράγματα.

Τις εποχές που ήσουν πιο ευάλωτη και ψυχολογικά, αυτό γινόταν λόγω χαρακτήρα ή λόγω δουλειάς πιστεύεις;

Δεν έχει σχέση με την εργασία. Έχει σχέση με το αν έχεις βρει κάτι μέσα σου ή κάπου αλλού να ακουμπάς. Και εγώ δεν είχα κάτι τόσο σοβαρό να ακουμπάω.

 

Οι Φωτογραφίες με την Μαρία Ζορμπά είναι της Μυρτώς Αποστολίδου

Η φωτογραφία της παράστασης είναι του Γιάννη Βολιώτη 

8 gunaikes

Η Μαρία Ζορμπά πρωταγωνιστεί στην παράσταση«8 γυναίκες κατηγορούνται» στο Θέατρο Αργώ.

Από τον Φεβρουάριο θα την δούμε και στο «Vincent River» στην Αμαξοστοιχία-Θέατρο το τρένο στο Ρουφ

 

Διαβάστε επίσης:

Πέγκυ Σταθακοπούλου: «Όσο Μεγαλώνω, Μου Αρέσει Να Αισθάνομαι Ότι Όλα Εκκρεμούν Μ’ Έναν Τρόπο»

 

 

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

Γιαγιά Ιουλία

“Τα έχω 400! Η φίλη μου η Ελπινίκη είναι δέκα χρόνια μικρότερή μου

και δε θυμάται ούτε το όνομα του άντρα της.”

Στέλλα

“Αλτσχάιμερ;”

Γιαγιά Ιουλία

“Όχι, Χαρίλαος”

Είναι σπάνιο φαινόμενο, τουλάχιστον, για τα ελληνικά δεδομένα κάποιος να απολαμβάνει τον γενικό θαυμασμό για το έργο του, για δεκαετίες, κι ως φυσιογνωμία να παραμένει εντελώς άγνωστος.

Αναφέρομαι στον Αρκά. Εσείς τον έχετε δει ποτέ; Φαντάζομαι, πως όχι.

Τα έργα του κορυφαίου κομίστα έχουν μεταφραστεί σε εννέα γλώσσες. Το brand του ψευδωνύμου του έχει γίνει ανάρπαστο σε μπλουζάκια, ρολόγια και τσάντες. Κι, όμως, ελάχιστοι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο τον έχουν γνωρίσει δια ζώσης.

Μπορεί, λοιπόν, να μην ξέρουμε την πραγματική ταυτότητά του, αλλά λατρεύουμε τους ήρωες των κόμικ του: τον Καστράτο, τη Λουκρητία, τον πατέρα και γιο Σπουργίτη, τον Μοντεχρήστο, τον Θανατοποινίτη και τόσους άλλους, οι οποίοι όχι μόνο μας χαρίζουν απλόχερα το γέλιο, αλλά καυτηριάζουν, με ευφυή τρόπο, τα τεκταινόμενα.

Ο Δημήτρης Αγοράς τους ανεβάζει όλους στη σκηνή του θεάτρου Αποθήκη (για 3η σεζόν μετά την επιτυχία που γνώρισε η παραγωγή στο Vault και στο θέατρο Σημείο) στήνοντας μία ευφρόσυνη παράσταση βασισμένη σε τέσσερα διάσημα κόμικ - βιβλία του: «Ζωή Μετά», «Ισοβίτης», «Χαμηλές Πτήσεις», «Καστράτο» και «Μαλλί με Μαλλί» και το μόνο σίγουρο είναι ότι επιτυγχάνει το αυθόρμητο γέλιο της πλατείας.

Ο Μπαμπάς Σπουργίτης προσπαθεί να ξεπεράσει την προδοσία της σπουργιτίνας, να βρει καινούργια σύντροφο και να χαλιναγωγήσει το "τέρας" που έχει για γιο. Ο Ισοβίτης βρίσκει παρηγοριά στο μοναδικό πλάσμα που του προσφέρει τη φιλία του με το αζημίωτο, τον βρωμερό ποντικό Μοντεχρήστο, ενώ ο Θανατοποινίτης γράφει την αυτοβιογραφία του περιμένοντας χάρη. Η Λουκρητία θέλει απελπισμένα σεξ, μα η σκληρή μοίρα είναι το μόνο σκληρό πράγμα που συναντά, καθώς συγκάτοικός της είναι ο ευνούχος Καστράτο. Σ' ένα κομμωτήριο, οι γλώσσες κόκαλα δεν έχουν και κόκαλα σπάνε, με τις πελάτισσες να είναι έτοιμες να πιαστούν μαλλί με μαλλί.

Ιστορίες καθημερινής τρέλας μέσα σ’ ένα κωμικοτραγικό σύμπαν που γοητεύει. Όλες συνδεδεμένες μ’ έναν έξυπνο θεατρικό τρόπο, ο οποίος αναδεικνύεται με αρωγούς του την εμπνευσμένη μουσική του Μάνου Αντωνιάδη και τις ωραίες χορογραφίες της Αντιγόνης Γύρα.

arkas kritiki texnes plus

Η σκηνοθεσία του Δημήτρη Αγορά, επικεντρώνεται στην ουσία του έργου του Αρκά, στις έξυπνες ατάκες, όπου χωρίς καμία προσπάθεια εντυπωσιασμού κατορθώνει να στήσει μια έντιμη θεατρική δουλεία.

Βέβαια, τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο χωρίς τους εξαιρετικούς ηθοποιούς, τον Αλέξη Βιδαλάκη, τη Χριστίνα Δενδρινού, τον Στέφανο Κοσμίδη, τη Μαρία Μπαλούτσου, τον Δημήτρη Κουτρουβιδέα,την Τσιτομενέα Χαρά και τον ίδιο τον σκηνοθέτη, Δημήτρη Αγορά. Ο θίασος κατάφερε με μέτρο κι όλα του τα εκφραστικά μέσα σε εγρήγορση να χαρίσει στο κοινό 90 απολαυστικά λεπτά.

Ξεχώρισα τον αεικίνητο γιο Σπουργίτη του Αλέξη Βιδαλάκη, τον γλυκύτατο ευνουχισμένο Καστράτο της Χαράς Τσιτομενέα, τη sex maniac Λουκρητία, Μαρία Μπαλούτσου, τον απαθή κι αγοραίο Μοντεχρήστο της Χριστίνας Δενδρινού, καθώς και την γλυκιά γιαγιά της και τον άγγελο του Στέφανου Κοσμίδη.

Μια ένσταση, όσον αφορά στο ευέλικτο σκηνικό (Δημήτρης Αγοράς – Μαρία Κακάρογλου) που μοιάζει σαν δανεικό στη σκηνή του θεάτρου Αποθήκη. Φαντάζομαι πως λειτουργούσε πιο ικανοποιητικά στη μικρή σκηνή του Vault.

Εμπνευσμένα, μέσα στη λιτότητά τους και τα κοστούμια της Κωνσταντινιάς Βαφειάδου.

Η «Ζωή μετά χαμηλών πτήσεων» είναι μια ιδανική πρόταση για να ξεκινήσει όμορφα η εβδομάδα σας με κέφι κι αισιοδοξία μέσα από το βιτριολικό χιούμορ του Αρκά και το άπλετο ταλέντο των ηθοποιών της ομάδας. Δείτε το!

 arkas texnes plus

Διαβάστε επίσης:

 

Αλέξης Βιδαλάκης: «Με Μαραζώνει Η Αυτιστική Γκρίνια Που Επικρατεί»

Είδα Το «Με Λένε Έμμα» Σε Σκηνοθεσία Ελένης Σκότη

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

«Δεν είμαστε εμείς προβληματικοί, ο κόσμος είναι γαμημένος»

Η ομάδα Νάμα κι η Ελένη Σκότη μας έχουν συνηθίσει σε παραστάσεις, που ανεβάζουν τον πήχη ψηλά και τις οποίες, τις περισσότερες φορές, το αθηναϊκό κοινό δεν είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει μέχρι σήμερα.

Από το «Αγαπητή Ελένα» Λουντμίλα Ραζουμόβσκαγια, στο ξεκίνημα του Επί Κολωνώ το 2000 (παράσταση που είδαμε και 15 χρόνια μετά) μέχρι τη «Λάμψη μιας ασήμαντης νύχτας» του Κόνορ Μακφέρσον, που συνεχίζεται για δεύτερη σεζόν.

Αυτή τη σεζόν, στο Σύγχρονο θέατρο, τη δεύτερη στέγη της ομάδας, σειρά έχει το έργο του Ντάνκαν ΜακΜίλαν, «People, places & things», το οποίο στη λειτουργική μετάφραση του Γιώργου Χατζηνικολάου μεταφράζεται ως «Με λένε Έμμα». Ο συγγραφέας είναι γνωστός στη χώρα μας από τα έργα του «Πνεύμονες» κι «Όλα αυτά τα υπέροχα πλάσματα».

Η ιστορία θέλει τη Σάρα ή Εμμα ή Λούση μια φιλόδοξη ηθοποιό, κοντά στα σαράντα, εθισμένη σε ναρκωτικές ουσίες, η οποία από τη σκηνή του θεάτρου βρίσκεται σε ένα κέντρο αποτοξίνωσης, προσπαθώντας να ανακαλύψει εκ νέου τον εαυτό της και να επαναπροσδιορίσει τη σχέση της με τον κόσμο που την περιβάλλει.

Μέσα σ’ αυτό το ταξίδι αποτοξίνωσης κι αποκατάστασης, παρακολουθούμε ένα έργο -πρόκληση για τη γενναιότητα που απαιτεί η ζωή, που συν-κινεί και τολμά να μιλήσει για «άγριες καταστάσεις» με απλότητα και χιούμορ σε μια ξέφρενη, στους ρυθμούς και στις εναλλαγές, δραματουργία.

Πριν γράψω οποιαδήποτε σχόλιο θα ήθελα να ξεκινήσω με μια καθαρά προσωπική παρατήρηση. Το πόσο σημαντικό και σπάνιο είναι ένα έργο τέχνης, εν προκειμένω, μια παράσταση, ειδικά για εμάς τους επαγγελματίες θεατές, να καταφέρει να σε ταρακουνήσει, να προξενήσει συζητήσεις και, τελικά, να την κουβαλάς για μέρες.

Μια τέτοια περίπτωση ήταν κι αυτό που παρακολούθησα στο Σύγχρονο Θέατρο, μια παράσταση με την ψυχοφυσιολογική ή ψυχοθεραπευτική έννοια της αριστοτελικής «κάθαρσης» για την τραγωδία, ένα τραγικό θέαμα, το οποίο ξαλαφρώνει την ψυχή των θεατών, γιατί με την επενέργειά του τα συναισθήματα του ελέου και του φόβου αποβάλλουν ό,τι επιβλαβές και καταθλιπτικό περιέχουν, και μετουσιώνονται σε διαθέσεις ήρεμες, δημιουργώντας ένα αίσθημα ανακούφισης κι ευφορίας.

Το «Με λένε Έμμα» σου χτυπάει διακριτικά την πλάτη και σου λέει: «Δεν είσαι μόνος, δεν είσαι ο μόνος» και, φυσικά, δεν μιλάμε μόνο για τις ομάδες των θεατών, οι οποίοι μπορεί να έχουν βιώσει εξάρτηση με ναρκωτικά ή αλκοόλ, αλλά για τον μέσο άνθρωπο, ο οποίος κατά κανόνα, παλεύει με κάποια είδους εξάρτηση: υλική, συναισθηματική, ψυχική.

Η Ελένη Σκότη, με τη σκηνοθεσία της, ακολουθώντας τον προσφιλή δρόμο του ρεαλισμού, κατάφερε να προσεγγίσει, σε πάρα πολλές σκηνές, αρκετά πειστικά τα αδιέξοδα της ηρωίδας, αλλά και το τέλμα μιας ολόκληρης κοινωνίας.

Εξαιρετική δουλειά, έχει γίνει αναφορικά με τη ρεαλιστική απεικόνιση, τον τρόπο που δουλεύουν οι ομάδες απεξάρτησης των «12 βημάτων» της ανάκαμψης του ασθενούς.

Από την παραμικρή λεπτομέρεια, που αφορά το άγγιγμα του θεραπευτή στον θεραπευμένο, το οποίο δεν είναι ούτε ερωτικό, ούτε φιλικό, αλλά απλά επισημαίνει τη στήριξή του, μέχρι το παιχνίδι ρόλων και το ανθρώπινο κύκλο, που κλείνει τις συναντήσεις.

Κάποιες αστοχίες, όμως, δεν έλειψαν. Η σκηνοθεσία υποπίπτει σ’ ένα μοιραίο λάθος, αφού χρησιμοποιεί σε υπερβολικό βαθμό, τόσο σε ένταση, όσο και σε διάρκεια την εύστοχη μουσική του Στέλιου Γιαννουλάκη, προσπαθώντας να εκβιάσει το συναίσθημα του θεατή. Το ηχητικό περιβάλλον σε συνδυασμό με το video art, όχι μόνο δεν μας εντάσσουν στο σύμπαν της απεξάρτησης, αλλά επιτυγχάνουν ακριβώς το αντίθετο.

Αντίθετα, βρήκα εξαιρετικό τον συμβολισμό με τον Γλάρο από το ομώνυμο έργο του Τσέχωφ, στο οποίο πρωταγωνιστεί η Έμμα- Σάρα- Λούσυ, ως ηθοποιός.

Στην προκειμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε μ’ ένα έργο, το οποίο στηρίζεται κατά βάση στον κεντρικό ρόλο. Η Μαίρη Μηνά, με την καθοδήγηση της Ελένης Σκότη, πέτυχε ένα αξιοπρεπέστατο αποτέλεσμα, απέναντι σ’ ένα πολύ δύσκολο υποκριτικό στοίχημα.

Υπήρχαν μάλιστα και σκηνές που κατάφερε, με την εσωτερικότητά της και τη σκηνική της άνεση, να συγκινήσει πραγματικά.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η δήλωση της αγάπης για το θέατρο, που «σου δίνει την ευκαιρία να μιλάς ποιητικά και να λες λέξεις, που δεν θα έλεγες ποτέ» και λειτουργεί, για εκείνη, σαν ναρκωτικό. Ένα κορίτσι,το οποίο αν δεν βρίσκεται στη σκηνή «είμαι νεκρή δεν ζω», όπως δηλώνει με αφοπλιστική αλήθεια.

Επίσης, με την ερμηνεία της, αξιοποιείται το συγγραφικό εύρημα με την αληθινή ταυτότητα της ηρωίδας (το οποίο δικαιολογεί και τον ελληνικό τίτλο του έργου, ένα σχόλιο ότι η «Έμμα» βρίσκει τον εαυτό της δεχόμενη βοήθεια, σ’ ένα προστατευμένο περιβάλλον κατανόησης). Η Μαίρη Μηνά γίνεται μια αναξιόπιστη αφηγήτρια, τα λεγόμενα της οποίας δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι, αν είναι ή όχι αληθινά. Αποτέλεσμα: αυτό το καταστροφικό παιχνίδι να κινητοποιεί το ενδιαφέρον θέασης.

Παρά την αξιοπρόσεκτη προσπάθειά της, μου έλειψε πολύ από τον ρόλο, το στοιχείο της φθοράς, της εξάντλησης, ίσως, γιατί όπως αναφέρεται και στο κείμενο, η ηρωίδα είναι μια γυναίκα κοντά στα σαράντα. Εδώ η φρεσκάδα της Μηνά στάθηκε εμπόδιο. Δεν ακούστηκε στα αυτιά μου σαν φωνή απόγνωσης το «Είμαι απλά ένα γαμημένο ανθρώπινο ον».

Παρ’ όλα αυτά, είμαι σίγουρη ότι παρακολούθησα μια συγκροτημένη και μεστή ερμηνεία, από μια νεαρή ηθοποιό, που σίγουρα θα μας καταπλήξει στο μέλλον.

meleneemma texnes plus

Αντίθετα, η εμπειρία της Αλεξάνδρας Σακελλαροπούλου έλαμψε και στους τρεις ρόλους. Ρόλοι κεντημένοι στη λεπτομέρεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η άνεση με την οποία βγάζει κάποια στιγμή το παπούτσι της ή ο τρόπος που δείχνει στη θεραπευόμενη να αλλάξει θέση.

Ο Γιάννης Λεάκος, δεν περνά απαρατήρητος και στους δύο ρόλους, που ερμηνεύει.

Αρκετά καλός και ο Χάρης Τζωρτζάκης, σ’ έναν ρόλο που διατηρεί το μυστήριο και εξελίσσεται ουσιαστικά επί σκηνής.

Σε ακραία συγκινησιακή φόρτιση αλλά αποδυναμωμένος από τις ουσίες, ο Ανδρέας Κοντόπουλος ερμήνευσε τον ρόλο με μεγάλη ένταση, που ήταν εις βάρος του σκηνικού αποτελέσματος.

Από τον υπόλοιπο θίασο ( Ιωάννα Τζίκα, Μαρίτα Τζατζαδάκη, Έλενα Βακάλη, Λένα Μποζάκη) ξεχωρίζει ο Κώστας Ξυκομηνός στη σκηνή με το παιχνίδι ρόλων, αλλά και ως πατέρας, προσθέτοντας τις απαραίτητες πινελιές μαύρου χιούμορ στην παράσταση.

Το σκηνικό του Γιώργου Χατζηνικολάου, είναι αρκετά λειτουργικό, εξαιρετικό και στο δωμάτιο της ηθοποιού, όμως δεν καταφέρνει να βρει λύσεις σε κάποιες σκηνές κι έτσι το πέρα-δώθε με τις καρέκλες μοιάζει αρκετά αμήχανο.

Μέσα στο πνεύμα της παράστασης, οι φωτισμοί του Αντώνη Παναγιωτόπουλου, ικανοποιητικοί, όπως και τα σύγχρονα κουστούμια της ομάδα Νάμα.

Εν κατακλείδι, στο Σύγχρονο Θέατρο, ο θεατής γνωρίζει ένα άκρως ενδιαφέρον κείμενο, απόλυτα σύγχρονο, σε μια παράσταση αξιώσεων, η οποία, δυστυχώς, δεν καταφέρνει να απογειωθεί και να ταράξει τα θεατρικά ύδατα, αλλά χαρίζει μια εξαιρετική θεατρική εμπειρία.

 

Διαβάστε επίσης:

Η Φαίη Ξυλά, Η Φαλακρή Τραγουδίστρια Και Ένα Απρόσμενο Διαζύγιο

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

Ο ορισμός του «Homo Universalis» βρίσκει το ιδανικό παράδειγμα του, στο πρόσωπο του Θοδωρή Γκόνη:ποιητής, στιχουργός, ηθοποιός, σκηνοθέτης, διευθυντής του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Καβάλας και του Φεστιβάλ Φιλίππων πιστεύε,ι πως αν έχει καταφέρει κάποια πράγματα, αυτό το οφείλει«στη δυσκολία, που μ’ ανέλαβε», όπως θα μου πει χαρακτηριστικα.

Μ’ αφορμή την παρουσίαση της παράστασης «H βιογραφία του Πατρογονικού» στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης για δύο μοναδικές παραστάσεις (12 και 13 Ιανουαρίου) συναντηθήκαμε μια από τις πιο κρύες μέρες, σ’ ένα ζεστό cafe στο κέντρο της Αθήνας αλλά η κουβέντα μας είχε εσάνς καλοκαιριού, καθώς ο Θοδωρής Γκόνης,μου αποκάλυψε σε ποιον θα είναι αφιερωμένο το φετινό καλοκαιρινό φεστιβάλ Φιλίππων του ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας.

Με πάνω από 100 τραγούδια στο ενεργητικό του, γελά με τη google, που το χαρακτηρίζει μόνο «στιχουργό», αγαπά τους ατελείωτους περιπάτους με τον σκύλο, που δεν έχει...

Ισως γιατί ενιότε γαβγίζει και ο ίδιος, όπως θα μου πει με δόση αυτοσαρκασμού, αρκεί να μπορεί να έχει την ησυχία του για να ανακαλύψει όσα του χρειάζονται.

thodoris gonis texnes plus 2

 

«H βιογραφία του Πατρογονικού» της Μάγκυς Κριθαρέλλη. Παρουσιάζετε για δύο βραδιές στην Αίθουσα Θεάτρου στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης μετά τις παραστάσεις σας στην Καβάλα. Τι σας γοήτευσε στο συγκεκριμένο κείμενο και αποφασίσατε να το κάνετε παράσταση;

Εξακολουθώ να γυρίζω στα βιβλιοπωλεία και να ψάχνω, χωρίς συγκεκριμένο σκοπό. Δουλεύοντας αρκετά στην περιφέρεια, πίστευα κα πιστεύω ότι ένα περιφερειακό θέατρο πρέπει να παράγει μια τοπική καλλιέργεια, συνομιλώντας παράλληλα και με άλλα ρεύματα.

Όταν βρήκα το κείμενο και το διάβασα με συγκίνησε ο τρόπος που είχε γραφτεί η ιστορία, πρώτα απ’ όλα των ανθρώπων και μετά του σπιτιού. Στη συνέχεια σαν μηρυκαστικό, περπατούσα στους δρόμους και μηρύκαζα το κείμενο. Αυτή είναι γενικότερα, η μέθοδός μου, έχω τον μηρυκαστικό τρόπο. Ακούω για άλλους συναδέλφους, οι οποίοι έχουν μεθόδους και τους θαυμάζω αλλά εγώ λειτουργώ διαφορετικά.

Καθώς λοιπόν, περπατούσα στο δρόμο άκουγα τους ανθρώπους να διαμαρτύρονται και συνεχώς και να γκρινιάζουν. Έχοντας διαβάσει λοιπόν, αυτό το βιβλίο, σκέφτηκα πόσο διαφορετικοί ήταν οι άνθρωποι εκείνη την εποχή. Σκέφτηκα λοιπόν, να το ανεβάσω για να περάσω ένα μήνυμα αισιοδοξίας.

Είστε γενικά αισιόδοξος;

Δεν είμαι ούτε αισιόδοξος, ούτε απαισιόδοξος, είμαι ανοιχτός.

Επομένως, στο βιβλίο αγαπήσατε τις ιστορίες των ανθρώπων;

Ναι και η σιωπή του σπιτιού. Η πιο ωραία γλώσσα είναι η σιωπή, όταν μιλάει η σιωπή και έχεις την ικανότητα να την ακούσεις είναι κάτι μαγικό. Γιατί είναι μια γλώσσα, καθοριστική, ουσιαστική και οριστική.

Έχω την αίσθηση ότι εκείνη την εποχή οι άνθρωποι δένονταν διαφορετικά με τους χώρους. Στα σπίτια για παράδειγμα, σημείωναν τις χρονολογίες που κτίστηκαν, υπήρχαν έθιμα, όπως η λύρα στο πρώτο θεμέλιο κ.λ.π Σήμερα είμαστε ακόμα τόσο συνδεδεμένοι με το σπίτι μας;

Όχι τόσο πολύ, γιατί σήμερα είμαστε λίγο πιο τράνζιτ. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είμαστε καλύτεροι ή χειρότεροι. Είμαστε διαφορετικοί. Για να ξέρεις προς τα που πηγαίνεις, όμως πρέπει να κοιτάς, λίγο προς τα πίσω. Αυτή είναι και η δυσκολία της στιγμής και τη δυσκολία την αγαπάω είμαι βετεράνος στις δυσκολίες δεν μπορώ, χωρίς αυτές. Καμιά φορά, όταν χαριτολογώ με νεότερους για όσα περνάνε, σκέφτομαι ότι εκείνοι έχουν το δικαίωμα να διαμαρτύρονται σε αντίθεση με τους μεγαλύτερους.

Γιατί μόνο οι νέοι έχουν αυτό το δικαίωμα;

Γιατί ο νέος έχει δύο βασικά προσόντα, χρόνο και άγνοια. Είναι μεγάλα προσόντα αυτά. Από εκεί ξεκινήσαμε όλοι. Είναι σημαντικό να έχει κάποιος ένα άδειο κομμάτι για να το γεμίσεις.

Γι ‘αυτό δουλεύετε τόσο συχνά με νέους ανθρώπους;

Ναι, φυσικά! Όταν είσαι μικρός νομίζεις ότι ξέρεις, ενώ στην πραγματικότητα δεν ξέρεις τίποτα για να καταλήξεις μεγαλύτερος να συνειδητοποιήσεις ότι όντως δεν ξέρεις τίποτα. Δουλεύοντας με νέους ανθρώπους σε κλέβουν και τους κλέβεις. Μου αρέσει πολύ αυτό το ριφιφί. Μου αρέσει πολύ αυτή η αμφίδρομη σχέση, οι παλιοί δάσκαλοι το έκαναν αυτό συχνά και σήμερα σπανίζουν.

Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό;

Ιστορικά είναι ηλίου φαεινότερο, το τι συνέβη: μεταπολίτευση, δικτατορία κ.α. Τα έχουν πει καλύτερα και πιο ειδικοί από εμένα. Όμως κύκλος είναι, η ζωή επαναλήψεις παίζει δεν έχει χρήματα για νέες παραγωγές. Επαναλήψεις και πάλι επαναλήψεις, μέχρι να μηδενιστεί κάτι…Αυτή η δυσκολία έχει ενδιαφέρον όμως. Βέβαια, εγώ μιλάω εκ του ασφαλούς γιατί ξέρω τις λακούβες. Δεν φοβάμαι τα κενά, στο αεροπλάνο γελάω στα κενά αέρος.

Πόσο σας έχουν βοηθήσει τα «κενά» στη ζωή σας;

Οι δυσκολίες είναι πάντα καλοδεχούμενες. Αν φανείς ψύχραιμος και δεν φοβάσαι, είσαι ναυτικός και ξέρεις να αρμενίζεις, όχι να ζεις μόνο, τις θεωρείς ευλογίες. Λες «Να ένα ακόμα πρόβλημα ή θα το λύσουμε ή όχι».

Πάντα βλέπατε έτσι τα πράγματα;

Το πάλευα, δεν το ήξερα. Παλιά ήμουν έτσι γιατί δεν υπήρχε η δυνατότητα να είμαι αλλιώς, η δυσκολία με ανέλαβε και αν έκανα κάτι, το έκανα. Αν έχω καταφέρει κάποια πράγματα, το οφείλω στη δυσκολία, που μ’ ανέλαβε.

gonis thodoris texnes plus

Δυσκολίες φαντάζομαι αντιμετωπίσατε και αντιμετωπίζετε και στο ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας, εδώ και 10 χρόνια που είστε καλλιτεχνικός διευθυντής αλλά και στο Φεστιβάλ Φιλίππων…

Τα ΔΗΠΕΘΕ κάποτε γνώρισαν μεγάλη άνθιση, όπως ξέρετε. Στη συνέχεια, ελάχιστα άντεξαν και τώρα, πάει πάλι κάτι να γίνει. Δυστυχώς, δεν υπάρχει κάποια εθνική πολιτική από την πλευρά του Υπουργείου. Εμείς στην Καβάλα, έχουμε την τύχη να έχουμε μια δήμαρχο, την κ. Τσανάκα, η οποία θέλει πραγματικά η πόλη να έχει θέατρο. Ο Δήμος Καβάλας χρηματοδοτεί και το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ και το Φεστιβάλ. Γιατί υπάρχουν δήμαρχοι, οι οποίοι λένε ότι θέλουν να έχουν θέατρο και δεν κάνουν κάτι γι’ αυτό.

Επομένως, μιλάμε για μια πρωτοβουλία της τοπικής αυτοδιοίκησης;

Ναι, αυτό έτυχε, είναι μια σύμπτωση. Είναι σαν να πέσει το αεροπλάνο και να σωθείς, υπάρχει μια άλλη ανάποδη τύχη.

Ποιος ήταν ο στόχος σας για το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Καβάλας;

Στόχος μας, από την αρχή, ήταν να έχουμε ένα δικό μας στίγμα. Δεν μπορώ να καταλάβω ένα περιφερειακό θέατρο, του οποίου την παράσταση μπορείς να παρακολουθήσεις οπουδήποτε, ούτε μπορώ να καταλάβω πως βαπτίζουν συμπαραγωγές, κάποιες παραγωγές, οι οποίες είναι ατόφιες από την Αθήνα.

Αυτό το κάνουν πάρα πολλά ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ και τα λέω δημόσια και γίνομαι ξινός σε κάποιους, αλλά πιστεύω ότι είναι υποτιμητικό για μια πόλη να παίρνει έτοιμες παραστάσεις και να τις βαπτίζει συμπαραγωγές. Συμπαραγωγή σημαίνει ότι έχουν και οι δύο πλευρές γνώμη για τη διαδικασία. Εμείς πέρσι κάναμε μια συμπαραγωγή με την Αργυρώ Χιώτη και τους Vasistas αλλά έγινε σ’ εμάς η παραγωγή. Τα παιδιά έκαναν πρόβες στην Καβάλα.

Με λίγα λόγια το ΔΗΠΕΘΕ θέλω να έχει το δικό του στίγμα, αλλά να είναι ανοιχτό και σε συνεργασίες. Μιλάμε για μια μικρή μονάδα, δεν υπάρχον χρήματα, αλλά δεν μας πειράζει αυτό.

Ασχολείστε εδώ και χρόνια και με τη συγγραφή, μια μοναχική διαδικασία, σε σχέση με την αλληλεπίδραση της σκηνοθεσίας. Τι αποκομίζετε από το καθένα;

Ποτέ δεν νιώθω μόνος μου, όταν γράφω. Είναι ένας τρόπος να περνάω καλά με τον εαυτό μου.

Όταν γράφετε στίχους για κάποιο τραγούδι: έχετε στο μυαλό σας και τον ερμηνευτή, ακούτε πρώτα τη μουσική και μετά γράφετε; Πώς γεννιούνται τα τραγούδια σας;

Πολλές φορές, έχω στο μυαλό μου για ποιον γράφω. Αυτό μου αρέσει γιατί είναι πιο γενναιόδωρο, πιο ταπεινό και πιο ουσιαστικό. Καμιά φορά, σου βγαίνουν και κάποιοι στίχοι και τους έχεις στη βιτρίνα σου, στο τετράδιο σου ή πλέον στο λάπτοπ, που είναι μια σοφή γραφομηχανή.

Αυτή την περίοδο ετοιμάζετε κάποιο δίσκο;

Ναι, με τον Σώτη Σιώτα, τον μουσικό που είναι και στην παράσταση, ετοιμάζουμε ένα δίσκο, ο οποίος θα κυκλοφορήσει αυτό τον καιρό με τον τίτλο «Τα δεύτερα(γιατί κουράστηκαν τα πρώτα)».

gkonis texnes plus

Ποιοι θα ερμηνεύουν τα τραγούδια;

Τραγουδά η Ιουλία Καραπατάκη, ο Σωκράτης Μάλαμας, η Δήμητρα Γαλάνη και ο Γιάννης ο Διονυσίου. Λίγο αργότερα θα βγει και ένας δίσκος, τον οποίο ετοιμάζουμε με τον Χρήστο Θεοδώρου και θα κυκλοφορήσει από τη Μικρή Άρτο. Επίσης θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Άργα, ένα κείμενο από την παράσταση που κάναμε στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών, στον εθνικό κήπο.

Κάνετε πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Σας δυσκολεύει αυτό;

Δεν είναι πολλά, είναι όπως όταν έχεις ένα μαγαζί και ανοίγεις κάθε πρωί. Εμένα μου αρέσει πολύ η αγορά. Μου αρέσει να κατεβαίνω στη λαϊκή με το δικό μου τελάρο, ντομάτες, πατάτες, φρέσκα αυγά και να θες να με ξαναψάξεις την άλλη εβδομάδα, όταν θα κατέβεις ξανά για ψώνια.Αυτό μου αρέσει στον άνθρωπο να έχει το δικό του τελάρο, μακριά από εμάς τα μεγάλα...Χωρίς να έχω σχέση με τη βιολογική καλλιέργεια, πιστεύω στην τοπική καλλιέργεια . Ισως επειδή είμαι παιδί της επαρχίας, έχω μεγαλώσει στο Ναύπλιο.

Σας είχα ακούσει να λέτε, ότι δουλεύατε μικρός σε μια ταβέρνα κοντά της περιοχής,αλλά δεν παρακολουθούσατε παραστάσεις .Δεν υπήρχε από τότε η αγάπη για το θεάτρο;

Δεν είχα περιθώριο να πάω. Γιατί την εποχή που ανέβαιναν οι παραστάσεις, εγώ δούλευα στην ταβέρνα. Πολλούς από τους πρωταγωνιστές των παραστάσεων τους ειχα σερβίρει και δεν ήξερα ποιοι είναι. Εχω σερβίρει τους πάντες, ακόμα και την Μαρία Κάλλας.

Κλείνοντας θα ήθελα να μου πείτε, αν έχουμε κάποια είδηση για το 62ο Φεστιβάλ Φιλίππων. Τι να αναμένουμε το καλοκαίρι;

Μπορώ να σας πω το θέμα του Φεστιβάλ: θα είναι αφιερωμενο στην Οδύσσεια του Ομήρου με τον υπότιτλο «Η Τέχνη της επιβίωσης». Θα έχει πάρα πολύ μουσική, έτσι κι’ αλλίως η Οδύσσεια είναι κωμωδία, είναι πιο ραπ σε σχέση με την Ιλιάδα.

Υπάρχουν κάποια ονόματα καλλιτεχνών-σκηνοθετών που θα μπορούσατε να μας πείτε;

Δεν θέλω να πω ακόμα, γιατί θα υπάρχουν μερικοί αιφνιδιασμοί.

Και τέλος της σεζόν αναμένουμε ακόμα μια δουλειά του ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας στην Αθήνα...

Ναι, την παράσταση : «Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης: Ο Ξεπεσμένος Δερβίσης υπό την βασιλικήν δρυν» παίχτηκε στο μουσείο των Αιγών, στη Θεσσαλονίκη, τώρα πάει στη Δράμα και την άνοιξη η παράσταση θα ταξιδέψει και στην Αθήνα, κατά πάσα πιθανότητα στο Αρχαιολογικό Μουσείο.

gkonis 

«Η Βιογραφία του Πατρογονικού» θα παρουσιαστεί για 2 μοναδικές παραστάσεις στο ΙΜΚ

Την Παρασκευή 12/1 και το Σάββατο 13/1

 

Συντελεστές

Σκηνοθεσία: Θοδωρής Γκόνης

Κείμενο παράστασης: Πάνος Δεληνικόπουλος, Κατερίνα Λιάτσου, Θοδωρής Γκόνης

Σκηνικά/Κοστούμια: Ανδρέας Γεωργιάδης

Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας

Κατασκευή σκηνικού: Γιώργος Μαστοράκης, Γιάννης Σταυρίδης

Ειδικός συνεργάτης: Στράτος Καλαφάτης

Βοηθοί σκηνοθέτη: Μιχάλης Αγγελίδης, Κατερίνα Συμεωνίδου

Χειρισμός ήχου παράστασης: Κωνσταντίνος Γαρουφαλίδης

Χειρισμός κονσόλας φωτισμών: Γιώργος Τριανταφυλλίδης

Διανομή: Ελένη Μαβίδου, Παύλος Σταυρόπουλος

 

 

 

 

 

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

«Όσο πιο άθλιοι είμαστε, τόσο καλύτερα θέλουμε να φαινόμαστε»

Η σκηνή του Θεάτρου Τέχνης στη Φρυνίχου, πριν ακόμη ξεκινήσει η παράσταση, σε προετοιμάζει για την οπτική της σκηνοθεσίας, που ανεβάζει το έργο σαν :«Ένα θρησκευτικό-υπαρξιακό μελόδραμα υπό μορφήν ιταλικής κωμωδίας».

Ψηλά στον εξώστη δεσπόζει το κεντρικό μέρος από τον τρίπτυχο πίνακα του Ιερώνυμου Μπος «Ο κήπος των επίγειων απολαύσεων», το πιο γνωστό και φημισμένο έργο του ζωγράφου, το οποίο, λόγω της πολυπλοκότητας των συμβολισμών του, έχει οδηγήσει σε ποικίλου εύρους ερμηνείες.

na ntusoyme gumnous kritiki

Οι ιστορικοί τέχνης του 20ού αιώνα είναι διχασμένοι ανάμεσα στο αν το κεντρικό πάνελ αποτελεί ηθική προειδοποίηση ή πανόραμα του απωλεσθέντος παραδείσου. Γεγονός που ταιριάζει απόλυτα και σ’ όλη τη φιλοσοφία του Πιραντέλο: «Είμαστε ένας και παράλληλα είμαστε τόσα πρόσωπα, όσα μας βλέπουν οι άλλοι. Δεν μπορούμε να ξέρουμε ποιοι είμαστε πραγματικά». Η αιώνια σύγκρουση μεταξύ μορφής και ζωής την οποία συναντάμε και στο «Να ντύσουμε τους γυμνούς».

Ενδιαφέρον έχουν κι οι ψυχαναλυτικές διαστάσεις του έργου του, αφού τα απόκοσμα πλάσματα κι οι παραληρηματικές εικόνες του πίνακα «Ο κήπος των επίγειων απολαύσεων», αποδίδονται σε οράματα του υποσυνείδητου ή του ασυνείδητου.

Σχετικές έρευνες έχουν παρουσιάσει ακρογωνιαίοι λίθοι της ψυχανάλυσης και ψυχιατρικής, όπως οι Ζακ Λακάν (Το στάδιο του καθρέφτη) και Μισέλ Φουκό (Η ιστορία της τρέλας). Είναι αμέτρητα τα αποτυπώματα κι οι επιρροές του Ιερώνυμου Μπος σε κινηματογραφικές ταινίες σπουδαίων δημιουργών, όπως οι Τζορτζ Λούκας, Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο και Ρίντλεϊ Σκοτ.

Το εξαιρετικής αισθητικής σκηνικό της Γεωργίας Μπούρα, συμπληρώνουν και τα επτά μεγάλα επίπεδα, σαφής αναφορά στα επτά πιο σοβαρά ανθρώπινα αμαρτήματα σύμφωνα με την Καθολική εκκλησία, όπως τα εισήγαγε ο Πάπας Γρηγόριος Α ( Magna Moralia). Καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι ο Μπος έχει φιλοτεχνήσει πίνακα με το ανάλογο θέμα.

Ένα μεγάλο μαύρο κοράκι, δεξιά της σκηνής, προοικονομεί το τραγικό φινάλε.

na ntusoumetous gumnous texnes plus

Σύμφωνα με την ιστορία, η οποία για τον σημερινό θεατή δεν θα ήταν υπερβολή, αν λέγαμε ότι θυμίζει σαπουνόπερα, η Ερσίλια Ντρέι, η γκουβερνάντα της μικρής κορούλας του Πρόξενου της Ιταλίας στην Σμύρνη, αποπειράται να αυτοκτονήσει. Το τραγικό δυστύχημα της μικρούλας, αποκαλύπτει τη μυστική σχέση της Ερσίλια με το αφεντικό της με αποτέλεσμα η μητέρα του κοριτσιού να την διώξει από το σπίτι. Μέσα στην απελπισία της μαθαίνει ότι κι ο αρραβωνιαστικός ετοιμάζεται να παντρευτεί άλλη.

Η ιστορία της δημοσιεύεται στην εφημερίδα κι ένας σπουδαίος συγγραφέας, ο Λουντοβίκο Νότα, ενθουσιασμένος με τον ρόλο που διαδραματίζει η δυστυχισμένη Ερσίλια σε αυτό το δράμα, την παίρνει υπό την προστασία του, όταν εκείνη βγαίνει από το νοσοκομείο, αφού προηγουμένως κατάφερε να κρατηθεί στη ζωή μετά το απονενοημένο διάβημά της.

Όλα αυτά, βέβαια, σε ένα πρώτο επίπεδο, καθώς η μια αποκάλυψη θα φέρει την άλλη και μέχρι το φινάλε, η αριστοτεχνική δομή του έργου και το χτίσιμο των χαρακτήρων δεν επιτρέπουν στον θεατή να βγάλει σίγουρα συμπεράσματα για την αλήθεια των γεγονότων.

Η μεγάλη τέχνη του Πιραντέλο έγκειται στο γεγονός ότι είναι βαθύτατα ανθρώπινη. Τα πρόσωπά του μπορεί να φαίνεται ότι χάνονται σε ακατανόητες συζητήσεις, αλλά, πάνω απ’ όλα, συγκινούν τον θεατή οδηγώντας τον εύκολα σε αντιστοιχίες ζωής.

Βρήκα εξαιρετικά ενδιαφέρουσα όλη τη σκηνοθετική προσέγγιση του Γιάννου Περλέγκα, η οποία μας χάρισε ένα διαφορετικό πιραντελικό ανέβασμα,πιο εγκεφαλικό,όπως μας έχει συνηθίσει, άλλωστε, και στις προηγούμενες σκηνοθεσίες του.

Στην παράσταση του Τέχνης, μοιάζει να βάζει στο μικροσκόπιο τόσο τη σύγκρουση μορφής-ζωής, όσο και την περιπέτεια του καλλιτεχνικού νου αναζητώντας ερεθίσματα από τον καθημερινό βίο. «Η ιστορία σου με άγγιξε πιο πολύ όχι για να τη ζήσω, αλλά για να τη γράψω», θα πει ο Νότα στην Εσρίλια.

Στιγμές - στιγμές, όμως, μερικά ευρήματα έμοιαζαν να μην λειτουργούν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το εμβόλιμο ηχητικό απόσπασμα από την «Μπαλάντα των μανάδων» του Πιερ Παολο Παζολίνι ή η σκηνή με την αναποδογυρισμένη μπανιέρα.

Παράλληλα, σε κάποιες σκηνές η μετάφραση (της Ελένη Γεωργίου και του Γιάννου Περλέγκα) δεν κατάφερε να αφαιρέσει τη φλυαρία κάποιων χαρακτήρων.

Επιπλέον, σε κάποιες σκηνές, έχω την αίσθηση ότι έγινε κατάχρηση της μουσικής του Κορνήλιου Σελαμσή, η οποία μαζί με τις ιταλικές φράσεις που κρατήθηκαν σ’ έβαζε σ’ ένα ναπολιτάνικο κλίμα, το οποίο εξελισσόταν, ταυτόχρονα, με το άχρονο σκηνικό των εφτά επιπέδων προσδίδοντας μια άλλη διάσταση στη συνολική οπτική, χαρίζοντας, με αυτόν τον τρόπο, στην παράσταση και τις πιο κωμικές στιγμές της.

Από τις ερμηνείες των εκλεκτών ηθοποιών μόνο ενθουσιασμένος μπορεί να μείνει ο θεατής.

Ευχαριστήθηκα πολύ την Εύη Σαουλίδου, δεν θυμάμαι να την έχω ξαναδεί σ’ ένα τόσο μπριόζικο ρόλο, κι ήταν και εδώ απολαυστική ως κουτσομπόλα σπιτονοικοκυρά.

Η Ερσίλια της Μαρίας Πρωτόπαππα κατάφερε να μεταδώσει την απόγνωση της ηρωίδας, «Η ζωή που θέλησα να τερματίσω με έχει αρπάξει με τα δόντια της», χωρίς να πέσει στην παγίδα του μελό,αφού η ερμηνεία της είχε μια εντυπωσιακή εσωτερικότητα.

Λίγο αμήχανος σε μερικές σκηνές, αλλά γενικότερα καλός, ο Φράνκο Λασπίγκα του Θάνου Τοκάκη.

Απόλυτα πειστικός ο Λουντοβίκο Νότα του Θανάση Δήμου.

Μεστός και δυναμικός, χωρίς να χάνει την τραγικότητά του ο πρόξενος Γκόττι του Γιάννου Περλέγκα. Μοναδικής δυναμικής το σκηνικό του ντουέτο με την Μαρία Πρωτόπαππα, λίγο πριν το φινάλε.

Ενδιαφέρουσες ερμηνείες κι από τους δύο νεότερους του θιάσου, τον Στέργιο Κοντακιώτη και τη Μάγδα Καυκούλα.

Το άρτιο εικαστικό αποτέλεσμα της παράστασης συμπληρώνουν τα κουστούμια της Λουκίας Χουλαρά κι οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί του Νίκου Βλασσόπουλου.

Μια παράσταση που δεν μπορεί να αφήσει ασυγκίνητο κανέναν θεατρόφιλο και που αν η διάρκειά της ήταν μικρότερη θα φλέρταρε με την τελειότητα.

*Φωτογραφίες Σταύρος Χαμπάκης

 

Διαβάστε επίσης:

Είδα Το «Απόψε Αυτοσχεδιάζουμε», Σε Σκηνοθεσία Δημήτρη Μαυρίκιου

H παράσταση "Η Γίδα ή Ποια είναι η Σύλβια"(σημειώσεις για τον ορισμό της τραγωδίας)του Έντουαρντ Άλμπι αναμένεται να κάνει πρεμιέρα στις 4 Φεβρουαρίου στο Θεάτρο Θησείον.Ο σκηνοθέτης Νικορέστης Χανιωτάκης έχει ήδη ανακοινώσει την παράσταση στη συνέντευξη Τύπου, που πραγματοποιήθηκε στο Θέατρο Θησείον στις 28 Σεπτεμβρίου

Τότε ο σκηνοθέτης είχε αναφερθεί στην Ελένη Ράντου, η οποία αναμενόταν να πρωταγωνιστήσει στην παράσταση. Τελικά η ίδια αποχώρησε και τον ρόλο θα αναλάβει η Λουκία Μιχαλοπούλου. Ο υπόλοιπος θιάσος παραμένει σταθερός με τους: Νίκο Κουρή, Γιάννη Δρακόπουλο και Μιχαήλ Ταμπακάκης.

Η Ελένη Ράντου συνεχίζει τις παραστάσεις της στο θέατρο Διάνα με την Τζασμίν

mixalopoulou texnes plus2

Το τελευταίο έργο (2000) του βραβευμένου με τέσσερα Πούλιτζερ Αμερικάνου συγγραφέα θεωρείται ένα από τα κορυφαία και πιο τολμηρά του. Η «Γίδα», έργο με έντονο χιούμορ, εκρηκτικούς χαρακτήρες, πανέξυπνους διαλόγους, σκληρότητα, αλλά ταυτόχρονα μεγάλη τρυφερότητα, υποδεικνύει όχι μόνο το μέλλον των έως τώρα παραδοσιακών δομών της κοινωνίας, αλλά και τα κρίσιμα ερωτήματα που βασανίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο. 
 
«Οι άνθρωποι λένε ψέματα στον εαυτό τους για το ποιοι είναι και πώς βλέπουν τον εαυτό τους. Το έργο μου αφορά την ανικανότητά μας να είμαστε αντικειμενικοί με τον εαυτό μας».
 
Έντουαρντ Άλμπι
 
Υπόθεση:
Ο Μάρτιν (Νίκος Κουρής), ένας επαγγελματικά άκρως επιτυχημένος οικογενειάρχης, χωρίς να πάψει να αγαπάει την γυναίκα του (Λουκία Μιχαλοπούλου), ερωτεύεται την Σύλβια, η οποία «τυχαίνει» –όπως λέει ο ίδιος- να είναι… γίδα! Ο δημοσιογράφος και καλύτερός του φίλος Ρος (Γιάννης Δρακόπουλος) το «καρφώνει» στην σύζυγο και στον γιο του (Μιχαήλ Ταμπακάκης), με αποτέλεσμα η μία ακραία αντίδραση να φέρει την άλλη, μέχρι το συναρπαστικό φινάλε!
 
Συντελεστές:
Μετάφραση - Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης
Σκηνικά - Κοστούμια: Αρετή Μουστάκα
Πρωτότυπη μουσική-Επιμέλεια Ήχων: Γιάννης Μαθές
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Βοηθός Σκηνοθέτη: Τόνια Καζάκου
Οργάνωση παραγωγής: Μαριάννα Παπασάββα 
Μακιγιάζ: Ηλίας Λιατσόπουλος
Παραγωγή: Μυθωδία
 
Παίζουν: Νίκος Κουρής, Λουκία Μιχαλοπούλου, Γιάννης Δρακόπουλος, Μιχαήλ Ταμπακάκης
 
θησείον, Ένα Θέατρο για τις Τέχνες
Πρεμιέρα: Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2019
Έως 23 Απριλίου 2019
 
Παραστάσεις
Δευτέρα: 21:15
Τρίτη 21:15
 
 
Διάρκεια: 100 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)
 
Διαβάστε επίσης:

Τη Γαλήνη Χατζηπασχάλη απολαύσαμε τους τελευταίους μήνες στον ρόλο της Τζίντερ στη θεατρική μεταφορά της ταινίας «Blue Jasmin» του Γούντι Άλεν (2013)με τίτλο «Τζασμίν» στο θέατρο Διάνα.

Η ταινία είναι εμπνευσμένη από το κλασικό αριστούργημα του Τ. Ουίλιαμς, «Λεωφορείον ο πόθος» και η Ελένη Ράντου υπογράφει μια εξαιρετική θεατρική διασκευή, έχοντας κλείσει από το καλοκαίρι τα αποκλειστικά δικαιώματα της ταινίας από τον ίδιο τον Γούντι Άλεν.

f1 2455

Η ηθοποιός όμως, η οποία πραγματικά ξεχώρισε με την ερμηνεία της στη σκηνή του Διάνα, αποχώρησε για προσωπικούς λόγους από την παραγωγή.

Τη θέση της έχει κληθεί να πάρει η Καλιρρόη Μυριαγκού, η οποία έχει συνεργαστεί με την Ελένη Ράντου στη μεγάλη τηλεοπτική επιτυχία «Κωνσταντίνου και Ελένης», ενώ τα τελευταία χρόνια πρωταγωνιστεί στην πετυχημένη παράσταση «Στέλλα Κοιμήσου» του Γιάννη Οικονομίδη

koimisou

Στην παράσταση πρωταγωνιστούν ακόμη, ο Παντελής Δεντάκης, ο Μάξιμος Μουμούρης, ο Κώστας Κορωναίος, ο Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος και ο Δημήτρης Καπετανάκος.

Την είδηση έκανε γνωστή η ίδια η Ελένη Ράντου, μέσα από τον προσωπικό της λογαριασμό στο facebook, δημοσιεύοντας άρθρο του gossip-tv.gr

Διαβάστε ακόμα:

Είδα Την «Τζασμίν», Σε Σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή

Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου.

Νερό και ότι άλλο μας φέρνουν θεατές. Τελευταία έχουμε μια φώκια.

Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ.

α)Ως χώρο

Η αλήθεια είναι ότι δεν προσέχω τον χώρο πολύ. Πάντα μου άρεσε το καμαρίνι που έχουμε στο θέατρό μας το Άβατον. Έχει 2 καναπέδες και είναι σαν σαλόνι.

β) Με ποιους συναδέλφους

Είναι το καμαρίνι που κάναμε στο θέατρο Άβατον μαζί με τον Δημήτρη Μακαλιά, τον Ζήση Ρούμπο, τον Γιάννη Σαρακατσάνη και τον Γιώργο Αγγελόπουλο. Οι συζητήσεις που πιάναμε πριν την παράσταση και το πόσο το διασκεδάζαμε ήταν η αφορμή για να ξεκινήσουμε την ιντερνετική εκπομπή Big Talk.

 

fisfis fokia

 

Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου.

Υπάρχει μια φήμη για ένα καμαρίνι νομίζω του Βέρτη που είναι ένα διαμέρισμα 100 τετραγωνικά που βλέπει μέσα από φιμέ τζάμι όλο το μαγαζί. Δεν το έχω δει αλλά σίγουρα μπορώ να πω ότι είναι μεγαλύτερο από το διαμέρισμά μου.

Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι.

Και πάλι θα πω το καμαρίνι στο Άβατον με τα παιδιά. Πολλές φορές η παράσταση μας διέκοπτε πολύ ενδιαφέρουσες συζητήσεις.

 

49031512 228930044674981 3968672123647426560 nΤο τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου.

Δένω τα κορδόνια μου σφιχτά. Πολύ σφιχτά. Δεν ξέρω γιατί. Είναι λες και πάω για στίβο.

 

Τον Λάμπρο Φισφή απολαμβάνουμε σε 2 παραστάσεις στο θέατρο Ζίνα. 

"Λάμπρος Φισφής – ΝΑ ΤΟ ΦΩΣ: A stand-up comedy show" και "Tailor Made Comedy: Μακαλιάς-Ρούμπος-Φισφής σε μια παράσταση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα σας"

 

Ζήσης Ρούμπος: «Αυτή Τη Στιγμή Ζω Ένα Παραμύθι!»

 

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

Η Φαίη Ξυλά πέρα από την αδιαμφισβήτητα εντυπωσιακή παρουσία της καταφέρνει να σε κερδίσει και με τον χαρακτήρα αλλά και την προσωπικότητά της.

Τα τελευταία χρόνια, οι θεατρικές επιλογές της έχουν ανεβάσει αρκετά τον πήχη. Αυτή την περίοδο μετά την επιτυχία που γνώρισε με το «Πείραμα» στο Μέγαρο Μουσικής, επιστρέφει στη Β’ Σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας για να πρωταγωνιστήσει στην «Φαλακρή Τραγουδίστρια», που σκηνοθετεί η Μαρία Ξανθοπουλίδου.

Λίγο πριν την εκπνοή του 2018, συναντηθήκαμε σ’ ένα ζεστό καφέ, μετά την πρόβα της και ενώ αφορμή ήταν το έργο του Ιονέσκο, που σηματοδοτεί την έναρξη του Θεάτρου του Παραλόγου και θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα έργα του παγκόσμιου δραματολογίου, η συζήτηση πάνω στον παραλογισμό μας οδήγησε και σε αποκαλύψεις για την προσωπική της ζωή...

ksula1

Μετά το «Πείραμα» στο Μέγαρο Μουσικής σε βρίσκουμε σε εντατικές πρόβες για την «Φαλακρή Τραγουδίστρια». Γιατί πιστεύεις ότι το έργο του Ιονέσκο είναι τόσο δημοφιλές και ανεβαίνει συχνά;

Το έργο είναι μια επίθεση σ’αυτό που ο Ιονέσκο αποκαλούσε παγκόσμιο μικροαστισμό ....προσωποποίηση παρά δεδομένων ιδεών και συναισθημάτων, πανταχού παρών κομφορμισμός.

Θίγει την ισοπέδωση της ατομικότητας, τη μαζική παραδοχή ετοιμοπαράδοτων ιδεών που μεταμορφώνουν τις κοινωνίες σε συλλογές από κεντρικά κατευθυνόμενα άτομα.Άτομα που δεν μπορούν να μιλήσουν γιατί δεν μπορούν να σκεφτούν, να συγκινηθούν, να νιώσουν πάθος, άτομα αποξενωμένα.Για όλα τα παραπάνω το έργο του Ιονέσκο είναι δημοφιλές και στην εποχή μας .

Με τη «Φαλακρή Τραγουδίστρια» ο Ιονέσκο θεωρούσε ότι είχε γράψει την απόλυτη τραγωδία, παρ΄όλα αυτά το κοινό γελούσε πολύ σε κάθε ανέβασμα. Ο Ιονέσκο αρχικά αντέδρασε, αλλά τελικά συναίνεσε λέγοντας: «Από τη στιγμή που το κωμικό είναι η διαίσθηση του παραλόγου, τότε, κατ’ εμένα, το κωμικό είναι πολύ πιο κοντά στην απελπισία παρά το τραγικό». Πόσο ταυτίζεσαι μ’ αυτή την άποψη;

Αυτό που βλέπω είναι ότι φτάνει σε σημείο γκροτέσκο και τα σπρώχνει όλα στις πηγές του τραγικού, δημιουργώντας ένα θέατρο ωμά κωμικό και ωμά δραματικό.

ksula4

Την παράσταση σκηνοθετεί η Μαρία Ξανθοπουλίδου. Με την οποία δουλέψατε και πέρσι στην «Κυρία Ντάλογουεϊ» της Βιρτζίνια Γουλφ, στο ίδιο θέατρο. Πες μου δύο λόγια για αυτή τη συνεργασία.

Είναι χαρά μου που δουλεύω ξανά με την Μαρία Ξανθοπουλίδου. Για μένα είναι πάντα καλύτερο να είμαι με ανθρώπους που είναι φίλοι μου , που θαυμάζω και εκτιμώ. Ανθρώπους που δεν χρειάζεται να συστηθούμε από την αρχή. Έχουμε ήδη έναν κώδικα επικοινωνίας και έτσι κερδίζουμε χρόνο και φτάνουμε ποιο γρήγορα σε ποιο ουσιαστικά πράγματα.Με την Μαρία έχουμε έναν μοναδικό τρόπο να συμφωνούμε δια της διαφωνίας.Έχει μια ευαισθησία, μια αγνότητα και δοτικότητα που για μένα είναι στοιχεία που με συγκινούν και με ενθουσιάζουν.Δεν είναι απλά μια συνεργασία αλλά και μια σπουδαία φιλιά για μένα.

Πόσο θέατρο του παραλόγου βιώνεις στην καθημερινή σου ζωή;

Ζω σε μια κοινωνία που αποτελεί την επιτομή του παραλόγου Επομένως έρχομαι αντιμέτωπη με αυτό συνεχώς!

ksula5

Στην παράσταση πρωταγωνιστείς μαζί με τον σύζυγό σου Κωνσταντίνο Γιαννακόπουλο. Πώς είναι να είστε ζευγάρι στη σκηνή και τη ζωή; Οι πρόβες συνεχίζονται και στο σπίτι;

Με τον Κωνσταντίνο είναι πάντα καλά όταν δουλεύουμε μαζί .Υπάρχει αμοιβαία εμπιστοσύνη και στήριξη. Ταιριάζουμε πολύ σαν ηθοποιοί. Παρά το γεγονός ότι εδώ και πολύ καιρό επιλέξαμε να μην είμαστε μαζί ως ζευγάρι μας συνδέει πάντα η αγάπη για το παιδί μας και τα 15 χρόνια που περάσαμε μαζί. Παραμένει πάντα ο μπαμπάς του παιδιού μου και ένας πολύ σημαντικός άνθρωπος στη ζωή μου.

Πιστεύεις ότι λειτούργησε κατά του γάμου σας και το γεγονός ότι κάνετε ακριβώς την ίδια δουλειά;

Το ότι είμαστε και οι δυο στην ίδια δουλειά πάντα λειτουργούσε θετικά σε εμάς. Σίγουρα δεν ήταν ένα από τα ντεζαβαντάζ μας.

Τι κρατάς από το 2018 και τι θες να ξεχάσεις;

Τα κρατάω όλα αρνητικά και θετικά και πορεύομαι παρακάτω περιμένοντας τα καλύτερα.

Αν είχες ένα τζίνι με τρεις ευχές για το 2019, ποιες θα ήταν αυτές;

Υγεία ,Αγάπη ,Αλληλεγγύη

ksula10

Φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου από την περσινή συνέντευξη στο Texnes-plus.

Την Φαίη Ξυλά θα δούμε στη «Φαλακρή Τραγουδίστρια» σε σκηνοθεσία Μαρίας Ξανθοπουλίδου μαζί μ’ έναν εξαιρετικό θίασο τους:Αλέξανδρο Μυλωνά, Ευγενία Αποστόλου, Σωκράτη Πατσίκα, Κωνσταντίνο Γιαννακόπουλο και Σοφιάννα Θεοφάνους.

Η πρεμιέρα αναμένεται στις 17 Φεβρουαίου στη Β’ Σκηνή του Θεάτρου Οδού Κεφαλληνίας.

Από τη Γιώτα Δημητριάδη

«Είναι στο χέρι μας αυτά που δεν τολμήσαμε. Αυτά που θέλαμε μα δεν τα κυνηγήσαμε…»

 

«Το γέλιο είναι διαχρονικό, η φαντασία δεν έχει ηλικία και τα όνειρα είναι παντοτινά», έλεγε ο Walt Disney, ο λατρεμένος παραμυθάς, ο οποίος κατάφερε να χτίσει τη μεγαλύτερη βιομηχανία θεάματος στον κόσμο.

Από τις παραγωγές της Disney, δεν θα μπορούσε να απουσιάζει : «Η καλύτερη ιστορία ταξιδιού στον χρόνο που έχει γραφτεί ποτέ κι ιερή όχι μόνο στην Αγγλία, αλλά σε όλον τον κόσμο», όπως χαρακτήρισε τη «Χριστουγεννιάτικη Ιστορία» του Τσάρλς Ντίκενς κι ο σκηνοθέτης Robert Zemeckis, ο οποίος παρουσίασε την τελευταία κινηματογραφική εκδοχή του έργου, με τεχνολογία 3D και πρωταγωνιστή τον Τζιμ Κάρεϊ (2009).

Τιμώντας τον Ντίκενς και τον ξεχωριστό του ήρωα, η Disney έδωσε στον έτερο διάσημο τσιγκούνη Σκρουτζ Μακ Ντακ το όνομα, αλλά και τον χαρακτήρα του, από τον Εμπενίζερ Σκρουτζ του Ντίκενς.

Φυσικά, οι μεταφορές της «Χριστουγεννιάτικης ιστορίας» στον κινηματογράφο είχαν ξεκινήσει, ήδη, από το 1901. Χαρακτηριστικά, αναφέρουμε την ταινία του 1950 με τον Αλαστερ Σιμ στον ρόλο του Σκρουτζ, το καρτούν του 1972 από τον Ρίτσαρντ Γουίλιαμς, την ταινία «Σκρουτζ» (1970) με τον Αλμπερτ Φίνεϊστονστον στον ομώνυμο ρόλο και το «Πάρτι φαντασμάτων» (1989) με τον Μπιλ Μάρεϊ.

Επιπλέον, η ιστορία έχει διασκευαστεί αρκετές φορές για το θέατρο, την τηλεόραση και αλλά και για κόμιξ.

Η «Χριστουγεννιάτικη Ιστορία» κυκλοφόρησε στις 19 Δεκεμβρίου 1843 και μέσα σε μία μόνο εβδομάδα τα 6.000 αντίτυπα που είχαν κυκλοφορήσει εξαντλήθηκαν. Μεταδόθηκε, για πρώτη φορά, στο ραδιόφωνο στις 24 Δεκεμβρίου του 1939, από το αμερικανικό ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο CBS.

Όλα τα παραπάνω, στοιχειοθετούν, πόσο δύσκολο εγχείρημα είναι να επαναλάβει κανείς μια ιστορία, η οποία έχει περάσει στο υποσυνείδητο, ακόμα και με συγκεκριμένες εικόνες, από την παιδική ηλικία, αφού η ιστορία του Ντίκενς, έχει κυκλοφορήσει και σε πολλές παιδικές εκδόσεις.

xristougenniatiki istoria2

Γι’ αυτό κι αξίζουν συγχαρητήρια στον Γιάννη Μόσχο για το θεατρικό ανέβασμα του έργου στη σκηνή Κατίνα Παξινού του Εθνικού Θεάτρου σε εκδοχή μιούζικαλ, βασισμένο στην πρόσφατη διασκευή που έκανε ο Τζακ Θορν για το Old Vic του Λονδίνου, σε πρωτότυπη μουσική του εξαιρετικού Θοδωρή Οικονόμου.

Η παράσταση κατάφερε να ισορροπήσει μοναδικά ανάμεσα στην πρόζα και το τραγούδι. Η σκηνοθεσία, δεν επέλεξε τον εύκολο δρόμο του εντυπωσιασμού, συχνό φαινόμενο στα ελληνικά μιούζικαλ, αλλά δούλεψε επί της ουσίας με τον ταλαντούχο θίασο. Αναδεικνύοντας σε πρώτο πλάνο το υπέροχο παραμύθι, το φώτισε με χιουμοριστικές νότες και πέτυχε το πιο σπάνιο σε μια θεατρική δουλειά, τη γνήσια συγκίνηση. Η παράσταση αγγίζει πραγματικά τις καρδιές μικρών και μεγάλων, δίνοντας αυτό που πραγματικά λαχταρά η ψυχή του ανθρώπου, την πίστη στο παραμύθι, καθώς και την ελπίδα ότι μπορούν να συμβούν μικρά ή μεγαλύτερα θαύματα.

Παραμονή Χριστουγέννων 1843, στη βικτοριανή Αγγλία, ο γερο-τσιφούτης Εμπενίζερ Σκρουτζ σκορπίζει γύρω του το μίσος για τη γιορτή της χαράς και της αγάπης, ταλαιπωρώντας και τον υπάλληλό του Μπομπ Κράτσιτ. Εκείνη ακριβώς τη νύχτα τρία πνεύματα θα επισκεφτούν τον Σκρουτζ...

Το πρώτο θα τον μεταφέρει στα Χριστούγεννα του παρελθόντος. Το δεύτερο θα του δείξει τα φετινά Χριστούγεννα. Και το τρίτο, η αγαπημένη του αδερφή, θα του παρουσιάσει τα μελλοντικά Χριστούγεννα.

Ο Σκρουτζ βιώνοντας αυτές τις τρεις εμπειρίες θα γίνει ο πιο γενναιόδωρος άνθρωπος της πόλης.

Μια ιστορία για τη δύναμη της αλλαγής. Πόσο μπορούμε να αλλάξουμε τη στάση μας, αν αντιληφθούμε τις καταστροφικές συνέπειες της συμπεριφοράς μας;

«Δεν είναι τίποτα που δεν αλλάζει, δεν είναι τίποτα που δεν μπορείς»: είναι ένας από τους εμπνευσμένους στίχους των 21 τραγουδιών, που χάρισε στην ελληνική εκδοχή, ο Σταύρος Σταύρου κι ερμηνεύτηκαν μοναδικά από τον θίασο αλλά και τους εξαιρετικούς μουσικούς τους οποίους διηύθυνε ζωντανά, ο ίδιος ο συνθέτης Θοδωρής Οικονόμου.

Η παράσταση ευτύχησε να έχει πρωταγωνιστή, τον σπουδαίο Αλέξανδρο Μυλωνά. Ο έμπειρος ηθοποιός έδωσε με την ερμηνεία του βάθος κι ουσία στην ψυχοσύνθεση του Εμπενέζερ Σκρουτζ, αποφεύγοντας τον σκόπελο της καρικατούρας, στον οποίο συχνά πέφτουν συνάδελφοί του ερμηνεύοντας τέτοιους χαρακτήρες. Αντίθετα, ο δικός του Σκρουτζ ήταν άμεσος, μπολιασμένος με χιούμορ και κατ’ επέκταση ανθρώπινος, αποτυπώνοντας έτσι τον ήρωα στην ολότητά του.

Σημαντικό επίτευγμα, αν σκεφτεί κανείς από πόσους κορυφαίους ηθοποιούς παγκοσμίως έχει ερμηνευτεί ο ρόλος (Τζορτζ Σι Σκοτ, Τζέρεμι Αϊρονς , Αλμπερτ Φίνεϊστον , Μπιλ Μάρεϊ, Αλάστερ Σιμ, Τζιμ Κάρεϊ κ.α).

Ενδιαφέρουσα η τρυφερή προσέγγιση του Κώστα Βασαρδάνη στον ρόλο του Μπομπ Κράτσιτ, πείθει και συγκινεί. Παρομοίως κι η Στέλλα Αντύπαως Μάρθα Κράτσιτ.

Γλαφυρός αφηγητής και με εξαιρετική κίνηση ο Λαέρτης Μαλκότσης.

Ο Χρήστος Στέργιογλου επιβεβαιώνει το υποκριτικό του υπόβαθρο, ως Τζέικομπ Μάρλεϊ.

Εξαιρετική, όπως πάντα στο τραγούδι η Χριστίνα Μαξούρη, αν και κάπως αμήχανη ερμηνευτικά, ως φάντασμα των περασμένων Χριστουγέννων. Αντίθετα πειστικότατος ο Παναγιώτης Παναγόπουλος ως φάντασμα των τωρινών Χριστουγέννων.

Η Ευαγγελία Καρακατσάνη, χτίζει μια ασυναγώνιστα τρυφερή φιγούρα ως μικρή Φαν και εντυπωσιάζει με το τραγούδι της, ως μελλοντικό φάντασμα των Χριστουγέννων, ντυμένη με το υπέροχο σμαραγδί κουστούμι της, θυμίζει πριγκίπισσα του δημοφιλούς παραμυθιού Frozen.

Η Ελένη Μπούκλη, ως μικρή Μπελ (αγαπημένη του Σκρουτζ), κερδίζει το στοίχημα και οδηγεί τον θεατή σ’ ένα παρελθόν βγαλμένο από μουσικό κουτί. Ενώ η Αλίκη Αλεξανδράκη με τη σκηνική της εμπειρία, είναι συγκινητική ως μεγαλύτερη Μπελ.

Ξεχωρίζει ο Βασίλης Παπαδημητρίου ως μικρούλης Σκρουτζ με τα εκφραστικά του μέσα σε εγρήγορση και τη μαγική φωνή του.

Χαριτωμένη ως μικρούλης Τιμ, η Αριάδνη Καβαλιέρου.

Ικανοποιητικοί και οι: Πάρις Θωμόπουλος, Αλέξανδρος Βαμβούκος, Θανάσης Βλαβιανός και Ζωή Μυλωνά στους μικρότερους αλλά σημαντικούς τους ρόλους, σε μια παράσταση συνόλου.

Λειτουργικό, καλόγουστο και παραμυθένιο το σκηνικό της Τίνα Τζόκα, το ίδιο ισχύει και με τα κουστούμια της. Εξαιρετικοί για μια ακόμα φορά οι φωτισμοί του Λευτέρη Παυλόπουλου. Γενικότερα το εικαστικό κομμάτι της παράστασης πέτυχε να εντυπωσιάσει μέσα από τη λιτότητά του και την προσοχή στις λεπτομερείς. Ειδική μνεία αξίζει να γίνει και στο υπέροχο μακιγιάζ (Olga Faleichyk).

Η παράσταση δικαιώνει απόλυτα τη φράση του Walt Disney, προσφέροντας ψυχική ευφορία και ανάταση. Ένα υπέροχο χριστουγεννιάτικο δώρο από το Εθνικό Θέατρο για μικρούς και μεγάλους.

 

Να σημειώσουμε πως το Σάββατο 15 Δεκεμβρίου «Η Χριστουγεννιάτικη Ιστορία» ταξιδεύει μέσω του καναλιού της Βουλής στην Αμοργό, στους Παξούς, την Ορεστιάδα, τους Φούρνους και την Ικαρία. Η παράσταση θα μεταδοθεί απευθείας από το Θέατρο Rex Σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη».Το πρόγραμμα, που δημιουργήθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων και το Εθνικό Θέατρο με κοινή διάθεση εξωστρέφειας, δίνει τη δυνατότητα σε πολίτες ακριτικών και παραμεθόριων περιοχών να παρακολουθήσουν – σε κλειστούς χώρους που επιλέγουν οι Δήμοι - παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου σε απευθείας σύνδεση και, μάλιστα, με ελεύθερη είσοδο.

Από τη Γιώτα Δημητριάδη 

«Τελικά οι άνθρωποι χωρίζονται σ’ αυτούς που δυσκολεύονται με τη ζωή και σ’ αυτούς που την παίζουν στα δάκτυλα»

Για να μιλήσει κανείς για την παράσταση «Τζασμίν», βασισμένη στο σενάριο του Γούντι Άλεν, σε διασκευή της Ελένη Ράντου (σε συνεργασία με τον Βαγγέλη Χατζηνικολάου) και σκηνοθεσία του Σταμάτη Φασουλή, νομίζω, πώς πρέπει να έχει ξεκαθαρίσει μερικά πράγματα.

Πρώτον, οφείλει να ξεχάσει την ταινία του Γούντι Άλεν («Blue Jasmine», 2013) ούτε επειδή έχει λάβει πολλαπλές βραβεύσεις και διθυραμβικές κριτικές, ανά τον κόσμο, ούτε επειδή φέρει τη συγκεκριμένη υπογραφή, αλλά μόνο και μόνο επειδή μιλάμε για κινηματογράφο κι ως εκ τούτου, τα διαφορετικά μέσα αδικούν αυτομάτως τη θεατρική εκδοχή.

Δεύτερον, να μην μπει στον πειρασμό να κάνει τις συγκρίσεις, ούτε με την πρωταγωνίστρια Κέιτ Μπλάνσετ και την Ελένη Ράντου και τρίτον να μην επηρεαστεί από τη δήλωση του Αμερικανού συγγραφέα, ότι εμπνεύστηκε την ιστορία από το «Λεωφορείον ο πόθος» του Τ. Ουίλιαμς. Εξάλλου, ο Γούντι Άλεν δεν έκρυψε ποτέ, ότι οι κλασικοί είναι η αδυναμία του, χαρακτηριστικό παράδειγμα, το υπέροχο «Match Ρoint» εμπνευσμένο από τον Ίνγκμαρ Μπέργκμαν και το «Crimes and Misdemeanors» από τον Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι. Φυσικά σ’ όλες του τις ταινίες κυριαρχεί, τελικά, το δαιμόνιο-σαρκαστικό χιούμορ του.

Επομένως, τι βλέπουμε στη σκηνή του θεάτρου Διάνα; Μια απομίμηση της ταινίας; Λίγο Τ. Ουίλιαμς; Μια σύγχρονη Μπλανς;

Η Ελένη Ράντου, με την εξαιρετική δουλειά της στη θεατρική διασκευή του έργου, έδωσε έμφαση στον πυρήνα της ταινίας, που δεν είναι άλλος, από την τραγική ιστορία μιας γυναίκας, η οποία εγκληματικά εθελοτυφλούσε στον γάμο της πληρώνοντας σκληρό τίμημα. Ως εκ τούτου μόνο μια σύγχρονη παραλλαγή της Μπλανς Ντιμπουά, θα μπορούσε να ήταν, και σε καμία περίπτωση η νεραϊδοπαρμένη ηρωίδα του Τ. Ουίλλιαμς, την οποία αγάπησε εκείνο το αγόρι.

 

MAXIMOS MOYMOYRHS ELENH RANTOY

 Εξάλλου, είναι γνωστό ότι η ταινία έχει σαφείς αναφορές σ’ ένα σκάνδαλο με τον χρηματιστή Μπέρνι Μάντοφ. Ο τελευταίος καταδικάστηκε, επειδή υπεξαίρεσε χρήματα των πελατών του, ο γιος του αυτοκτόνησε κι η σύζυγός του Ρουθ Άλμπερν, έμπλεξε χάνοντας κι εκείνη όλα τα περιουσιακά της στοιχεία. Μένοντας άφραγκη και μόνη, φιλοξενήθηκε για κάποιο διάστημα στο διαμέρισμα της αδερφής της, στη Φλόριντα.

«Σκέφτηκα πως αν αυτή η γυναίκα ήταν, κατά κάποιον τρόπο υπεύθυνη για αυτήν την κάθοδο, τότε θα μπορούσες να μιλήσεις και για τραγωδία, με την ελληνική έννοια του όρου», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του ο Γούντι Άλεν.

Έτσι έγραψε το σενάριο, που του χάρισε τρεις υποψηφιότητες για Όσκαρ (καλύτερης α΄ και β΄ γυναικείας ερμηνείας και καλύτερου σεναρίου) με τελικά, μόνο την Κέιτ Μπλάνσετ να κρατά το χρυσό αγαλματίδιο, στην 86η απονομή του 2014 -τιμήθηκε και με χρυσή σφαίρα, BAFTA και με το βραβείο ένωσης κριτικών.

Το στόρι έχει ως εξής: Η Τζάσμιν, μια ξανθιά γοητευτική, κακομαθημένη και πρώην πλούσια, αναγκάζεται να εγκατασταθεί στο «φτωχικό» της αδερφής της, έπειτα από την ολοκληρωτική οικονομική και συναισθηματική καταστροφή που υπέστη μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ο σύζυγός της αυτοκτόνησε στη φυλακή, όπου είχε μπει για την εμπλοκή του σε οικονομικό σκάνδαλο.

«Πρώτη φορά στο Σαν Φρανσίσκο», μας λέει η πρωταγωνίστρια από την πρώτη κιόλας σκηνή, κάνοντας εμφανή τη δυσαρέσκειά της για το μέρος, όπου θα αναγκαστεί να φιλοξενηθεί. Στη συνέχεια η συναναστροφή με ανθρώπους, τους οποίους παλιότερα περιφρονούσε θα την φέρει σ’ αδιέξοδο. Στη θεατρική διασκευή, όπως ήταν φυσικό, τα πρόσωπα είναι λιγότερα από την ταινία. Για παράδειγμα η αδερφή της δεν έχει παιδιά. Έτσι τα zanex και το ποτό έρχονται να βοηθήσουν μέχρι το τελειωτικό παραλήρημα.

Η ηρωίδα, θέλει να την φωνάζουν «Τζασμίν», όνομα που της έδωσε ο σύζυγός της, γιατί μύριζε γιασεμί, μια έξυπνη παρήχηση του Γούντι Άλεν, με την «Τζαζ», κυριολεκτικά και μεταφορικά. Οι παλιοί γνώριμοι, όμως, προτιμούν το «Τζανέτ» ή το «Τζάνετ».

Το όνομα της είναι μπερδεμένο, όπως κι η ταυτότητά της. Ο θεατής έχει τη δυνατότητα, όμως, να τη γνωρίσει παράλληλα σε δύο διαφορετικά περιβάλλοντα, τόσο στην πλούσια ζωή της στη Νέα Υόρκη, όπου εθελοτυφλούσε σε κάθε απιστία του συζύγου της, όσο και στο δύσκολο παρόν της στο Σαν Φρανσίσκο. Έτσι, δεν υπάρχει, καμία αμφιβολία, ότι δεν ζει ένα σοκ ώστε να αντιδρά ακραία, αλλά υποφέρει από ψυχικές διαταραχές κι ιδέες μεγαλείου.

Στη συνέχεια βέβαια η απώλεια της παλιάς της ζωής και του συζύγου της - «Ο θάνατος βάζει τέλος σε μια ζωή, όχι σε μια σχέση», όπως δηλώνει χαρακτηριστικά - την οδηγούν να φλερτάρει με την περιοχή της σχιζοφρένειας. Ακούει φωνές, βλέπει οράματα από το παρελθόν, πιστεύει ότι ο νεκρός σύζυγός της ελέγχει τη σκέψη της, αδυνατεί να συγκεντρωθεί, δυσκολεύεται να δουλέψει και καταναλώνει μεγάλες ποσότητες αλκοόλ. Τα άτομα με σχιζοφρένεια έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες να κάνουν χρήση ναρκωτικών ουσιών ή αλκοόλ, σύμφωνα με τους επιστήμονες.

 

2DHMHTRHS KAPETANAKOS KWNSTANTINOS GIANNAKOPOYLOS ELENH RANTOY

 

Η Ελένη Ράντου, σ’ αυτή τη δουλειά έβαλε τον πήχη πάρα πολύ ψηλά χαρίζοντάς μας μια από τις καλύτερες ερμηνείες της τα τελευταία χρόνια.

Δυστυχώς, όμως, ούτε εδώ η λαμπερή ηθοποιός, απέφυγε τον σκόπελο της μανιέρας της. Βαθιά φωνή, με γρέζι, εξεζητημένοι τονισμοί, ξαφνικά ξεσπάσματα, πολύ κλάμα κι αναφιλητά επιστρατεύτηκαν και πάλι, με αποτέλεσμα να νιώθει κανείς ότι όλα όσα βλέπει είναι εξωτερικά. Σ’ αυτό συνετέλεσε κι η αμήχανη κίνησή της, το «αλλού πατάω κι αλλού βρίσκομαι», όπου δεν μπορεί να γίνει ρεαλιστικό,αφού είναι ίδιο στο μεθύσι, ίδιο στο ξύπνημα από τριήμερο ύπνο κι ίδιο στην επαναφορά από τον κόσμο των ψευδαισθήσεων.

Στη σκηνή με το «ανοιχτό το φερμουάρ» … ήταν σαν να την παρακολουθούσα στο «Για μια ανάσα….» της Zinnie Harris, αν και συνολικά, εδώ, η ερμηνεία της μοιάζει σαφέστατα πιο δουλεμένη.

Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι ο ρόλος αυτός είναι εξαιρετικά απαιτητικός, αν σκεφτεί κανείς και τα απανωτά flash back της ιστορίας. Η ηθοποιός, από τη μια στιγμή στην άλλη καλούνταν να αλλάξει ψυχολογική κατάσταση, ενώ καλά-καλά δεν προλάβαινε να αλλάξει ούτε κουστούμι. Επιπλέον, η παρελθούσα κατάσταση έπρεπε να δίνει και την αίσθηση της ψευδαίσθησης, χωρίς όμως να υποτιμάται η ίδια η ιστορία. Και ναι, σε πολλές περιπτώσεις, αυτό επιτεύχθηκε!

Έχω την εντύπωση, ότι ακόμα πολλοί καλοί ηθοποιοί, όταν συνεργάζονται συνέχεια με τον ίδιο (ακόμα και καλό) σκηνοθέτη (τώρα με τον Σταμάτη Φασουλή, και στο παρελθόν με τον Κακλέα) έχουν μια τάση να μανιερίζουν, καθώς δεν βοηθιούνται στο να δοκιμάσουν άλλους δρόμους.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, παρακολουθώντας τη λιτότητα της ερμηνείας της στο εξαιρετικό φινάλε, είμαι σίγουρη πως υπήρχαν κι άλλες ερμηνευτικές λύσεις.

Κατά τ’ άλλα, ο Σταμάτης Φασουλής σκηνοθέτησε μια παράσταση με εξαιρετικό ρυθμό και χιούμορ, που ακροβατούσε, όμως, ανάμεσα στο κωμικοτραγικό και στο τραγικομελό, έχοντας, βέβαια, στα χέρια του την καλοδουλεμένη διασκευή της Ελένης Ράντου, η οποία, με μαγικό τρόπο και χωρίς να προδίδει την ταινία, δίνει μια φοβερή εντοπιότητα στο δράμα της ηρωίδας. Άνετα φαντάζεται κανείς, ότι έφυγε από την Κηφισιά και πήγε στη Νίκαια για παράδειγμα, αφού η κρίση και στη χώρα μας έκανε πολλές φούσκες να σκάσουν.

Το σκηνικό της Μαγιού Τρικεριώτη ήταν άκρως λειτουργικό δίνοντας λύσεις στις εναλλαγές των σκηνών, όμως σε καμία περίπτωση το ντιζαϊνάτο κόκκινο ψυγείο δεν έπειθε για άθλιο, φτωχικό σπίτι, ίσως επειδή κι η πλούσια κατοικία, παρά ήταν λιτή.

Αντίθετα τα κουστούμια της Κικής Γραμματικοπούλου έντυσαν με στυλ, μια πρώην πλούσια κυρία. Ειδική μνεία στο τύπου Channel σακάκι, που βλέπουμε και στην ταινία.

Οι φωτισμοί (Σάκης Μπιρμπίλης) λειτούργησαν πολύ βοηθητικά στις εγκιβωτισμένες αφηγήσεις κι έδωσαν λύση και εκεί που δεν υπήρχαν σκηνικά, όπως στη σκηνή του πάρτι.

Από τον υπόλοιπο θίασο, ξεχωρίζουν η Γαλάνη Χατζηπασχάλη στον ρόλο της αδερφής, Τζίντζερ κι ο Παντελής Δεντάκης ως άξεστος Τσίλυ. Οι κοινές τους σκηνές είναι απολαυστικές!

Ο Μάξιμος Μουμούρης, ως πνεύμα-σύζυγος έχει χτίσει έναν καπιταλιστή, που ξέρει να επηρεάζει, όπως θέλει τους άλλους. Άπιστος σύζυγος, χειριστικός πατέρας κι όλα αυτά κρατώντας μια απόσταση από τις εξελίξεις, αφού στην πραγματικότητα, στο παρόν του έργου, είναι νεκρός. Μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση.

Ο Κώστας Κορωναίος είναι πολύ καλός και στους δύο ρόλους, που υποδύεται.

Πειστικός στον ρόλο του πλούσιου πρέσβη, ο Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, με απόλυτα πειστική αντίδραση όταν μαθαίνει την αλήθεια για το παρελθόν της Τζασμίν. Επαρκής ο Ορέστης Καρύδας, χωρίς να φωτίζει τις βαθύτερες αποχρώσεις του χαρακτήρα του.

Ιδιαίτερα, επιφανειακός, ο Δημήτρης Καπετανάκος και μεγάλο φάουλ η σκηνή με την πατερίτσα. Πώς ένα χτυπημένο πόδι, πατιέται τόσο καλά και λυγίζει με τόση ευκολία σε σκαμπό;

Ευχάριστη νότα ο πραγματικός σκύλος, που κλήθηκε να παίξει τον Κάρλο.

Μια παράσταση, η οποία παρακολουθείται ευχάριστα, χωρίς να είναι copy-paste της ταινίας.

 

Φωτογραφίες: Γιώργος Καβαλλιεράκης

 

 

 

 

Η Μαριλίτα Λαμπροπούλου χτυπάει σε διπλό θεατρικό ταμπλό αυτήν τη σεζόν, καθώς σκηνοθετεί το «Ένα φεγγάρι για τους καταραμένους» στο θέατρο Πορεία, μπαίνοντας έτσι για τα καλά στον χώρο της σκηνοθεσίας, μετρώντας, ουσιαστικά, την έκτη της παράσταση, και πρωταγωνιστεί στο έργο του Torben Betts, «Οι Άτρωτοι», το οποίο κάνει πρεμιέρα για πρώτη φορά στη χώρα μας, στις 7 Δεκεμβρίου, στο Αγγέλων Βήμα.

Στο φιλόξενο φουαγιέ του νεοκλασικού της οδού Σατωβριάνδου, σ’ ένα κτίριο βγαλμένο από άλλη εποχή, το οποίο αντιστέκεται στην ασχήμια της περιοχής, συναντηθήκαμε λίγο μετά την πρόβα των «Άτρωτων».

Την πιο κρύα μέρα του Νοεμβρίου, το χαμόγελό της, η χαλαρή της διάθεση κι η επικοινωνιακή της ικανότητα, ζεσταίνουν την ατμόσφαιρα και την κουβέντα μας.

Αντίθετα με τον τίτλο του έργου, η ίδια δηλώνει πώς αισθάνεται «ευάλωτη» στην εποχή, που ζούμε. Αναπολεί τα δημιουργικά χρόνια του Αμόρε, έχοντας την αίσθηση ότι μπορεί να αναπολεί και τις εποχές της πρώτης της νιότης. Μας περιγράφει την ιδανική, για εκείνη, θεατρική κολεκτίβα. Εξηγεί, αν την ενοχλεί, που κάποιοι την θυμούνται ως Λίζα από τη σειρά του Mega κι ονειρεύεται ό,τι κάθε μαμά για τις κόρες της.

 marilita lampropoulou texnes plus

Το έργο του Torben Betts «Οι Άτρωτοι» ανεβαίνει, για πρώτη φορά, στην Ελλάδα. Θα θέλατε να μας το συστήσετε με λίγα λόγια, πριν το παρακολουθήσουμε στη σκηνή;

Είναι ένα έργο με τέσσερα πρόσωπα και γράφτηκε μ’ αφορμή την οικονομική κρίση, την οποία βίωσαν κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στο συγκεκριμένο έργο, την εξετάζουμε σ’ έναν παραλληλισμό με τις οικογενειακές κρίσεις στη ζωή δύο ζευγαριών. Το δραματικό ενδιαφέρον είναι μια τραμπάλα του έργου, μεταξύ του σατιρικού και του δραματικού. Θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε κι ως δραματική κομεντί. Ξεκινάει σαν κωμωδία και καταλήγει μ’ έναν πικρό τρόπο. Υπάρχουν δύο ζευγάρια, διαφορετικής κοινωνικής τάξης και διαφορετικού μορφωτικού επιπέδου, που έχουν έρθει όμως κοντά λόγω γεωγραφικής γειτνίασης.

Πιο συγκεκριμένα το ζευγάρι Όλιβερ - Έμιλυ μετακόμισε από το Λονδίνο σε μια λαϊκή γειτονιά, μιας επαρχιακής πόλης της Αγγλίας. Ο Όλιβερ είναι γόνος πλούσιας οικογένειας κι η Έμιλυ πετυχημένη εικαστικός. Εκεί γνωρίζουν τους γείτονές τους, οι οποίοι είναι σε μια άλλη τελείως λογική, διαφορετική νοοτροπία, χωρίς μόρφωση. Ο άνδρας βλέπει συνέχεια ποδόσφαιρο και φανατίζεται. Η συνάντησή τους θα φέρει πολλές τριβές και θα αποκαλύψει κρυμμένα μυστικά. Γιατί και τα δύο ζευγάρια, έχουν πολλά προβλήματα κι η συνάντησή τους θα λειτουργήσεικαταλυτικάφέρνοντας στην επιφάνεια γεγονότα, που θα τους κάνουν να συνειδητοποιήσουν πράγματα για τους εαυτούς τους.

Τι σημαίνει για εσάς «Άτρωτος»;

Πρόκειται, ουσιαστικά για έναν σαρκαστικό τίτλο, ο οποίος έχει πολυεπίπεδες αναφορές στο έργο. Το αγγλικό «Invincible» σημαίνει ανίκητοι- άτρωτοι. Επομένως είναι και μια αναφορά στις ομάδες και στην πολεμική μηχανή, γιατί ο ένας από τα δύο ζευγάρια, ο Άλαν, έχει στείλει τον γιο του να γίνει φαντάρος σε πολέμους του ΝΑΤΟ. Επιπλέον, ο ίδιος δούλευε σ’ ένα αεροπλανοφόρο που είχε αυτό το όνομα. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και μια αναφορά στις ζωές αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι προσπαθούν να βγουν άτρωτοι, μέσα από δύσκολες συνθήκες, όπως είναι η απώλεια του παιδιού τους ή η οικονομική τους κατάρρευση. Τέλος έχει μια αναφορά, στο ίδιο το σύστημα, στο οποίο ζούμε που μοιάζει άτρωτο και φαίνεται αυτός να είναι ο νικητής τελικά.

atrotoi

Εσείς, ως καλλιτέχνης, στην Ελλάδα του σήμερα, πόσο «Άτρωτη» αισθάνεστε;

Πολύ! Τι να σου πω! (γέλια)

Κάνετε όμως, πολλά πράγματα, παίζετε, σκηνοθετείτε, διδάσκετε υποκριτική, μεταφράζετε έργα…

Ναι, κάνω πολλά και στο δικό μου το μυαλό, φαντάζουν ακόμα περισσότερα και λόγω των οικογενειακών υποχρεώσεων. Θέλει προσωπική θυσία και μόχθο για αποτελέσματα, τα οποία είναι δύσκολο να ευοδωθούν με τον τρόπο, που θα ήθελε κανείς. Δεν μιλάμε μόνο για τις οικονομικές απολαβές, αλλά και για τον τρόπο που θα ήθελες να λειτουργήσουν τα πράγματα. Υπάρχει στενότητα χώρων και πόρων. Είναι σαν να προσπαθούμε όλοι να συνυπάρξουμε σε μια στενή βάρκα κι αυτό δημιουργεί μεγάλη αγωνία αλλά και χαρά γιατί είναι κανείς δημιουργικός. Είμαστε ευάλωτοι, πάντως, όχι άτρωτοι.

Η Έμιλυ, στο έργο, ονειρεύεται να φτιάξει μια καλλιτεχνική κολεκτίβα. Εσείς αν είχατε αυτήν τη δυνατότητα ποιους θα επιλέγατε;

Αυτό είναι πολύ μακριά από την εποχή μας, γιατί σήμερα, όπως λέει κι η Έμιλυ στο έργο, «η εποχή μας ευνοεί τα μικρά μοναχικά ζευγαράκια κι όχι τις ομάδες». Προσπαθούμε να λειτουργήσουμε μ’ ανθρώπους, με τους οποίους έχουμε κοινή γλώσσα, αλλά αυτή είναι δύσκολο να δημιουργηθεί, όταν σκορπιζόμαστε ανάμεσα σε 1000 πράγματα. Αν δημιουργούσα, όμως, μια θεατρική κολεκτίβα, θα ήθελα να την κάνω μ’ ανθρώπους, με τους οποίος μπορώ να συνυπάρχω και να υπάρχει αλληλοσεβασμός και πίστη σ’ ένα κοινό όραμα.

Παράλληλα, υπογράφετε και την έκτη σκηνοθετική σας δουλειά στο θέατρο Πορεία και στο έργο «Ένα φεγγάρι για τους καταραμένους» του Ευγένιου Ο’ Νηλ. Είναι η δεύτερη φορά που σκηνοθετείτε τον σύζυγό σας. Πώς είναι αυτή η συνεργασία;

Είναι πολύ ωραία! Με τον Γιάννη (Νταλιάνη) λειτουργούμε πολύ στο ίδιο επίπεδο κι αυτό νομίζω ότι είναι και για τους δύο αμοιβαία ωφέλιμο.

Οι πρόβες σταματάνε στο θέατρο ή σας ακολουθούν και στο σπίτι;

Αυτό είναι το παράπονό του! Έχει τύχει να είμαι εγώ η σκηνοθέτις σ’ αυτή τη δουλειά και συνήθως ο σκηνοθέτης έχει τέτοιες αγωνίες και πηγαίνει και τριβελίζει τον άλλον. Προσπαθώ να το τηρήσω σε κάποιο βαθμό, δηλαδή η πρόβα είναι πρόβα κι αν χρειαστεί να υπάρξει κάποια συζήτηση μετά, κλείνουμε ραντεβού για να την κάνουμε.

Τι σας γοήτευσε στο κείμενο του Ο’ Νηλ, ώστε να το επιλέξετε;

Μου αρέσει ο τρόπος που μιλάει για τους ανθρώπους, οι οποίοι δεν κατάφεραν να ταιριάξουν τις ζωές τους. Κι η αγωνία του για το εγγενές σφάλμα, το οποίο υπάρχει στην κοινωνία των ανθρώπων και στη μοίρα τους. Κι όλα αυτά, χωρίς να χάνει το χιούμορ του. Ποτέ δεν μπορώ να καταπιαστώ με έργο που του λείπει το χιούμορ.

Πώς βλέπετε το μέλλον σας στη σκηνοθεσία; Έχετε κι άλλα έργα στο μυαλό σας ή προτιμάτε να παίζετε;

Μου αρέσουν και τα δύο. Γι’ αυτό έχω μοιράσει κάπως τη ζωή μου σε περιόδους κατά τις οποίες άλλοτε σκηνοθετώ κι άλλοτε παίζω.

atrotoi 2

Μια από τις πρώτες σας σκηνοθεσίες ήταν στο θέατρο Αμόρε, το οποίο δεν υπάρχει πια. Σας λείπει εκείνη η εποχή ή δεν αναπολείτε το παρελθόν;

Όταν αναπολείς εποχές της πρώτης σου νιότης, δεν ξέρεις αν τις αναπολείς, γιατί ήταν η πρώτη σου νιότη ή επειδή η εποχή ήταν, όντως, καλύτερη. Η αίσθηση που έχω είναι πως ενώ υπήρχαν και τότε προβλήματα, υπήρχαν όμως κι οι δυνατότητες εξέλιξης κάποιων ομάδων. Δεν βρίσκονταν όλοι σ’ ένα κυνήγι επιβίωσης, όχι μόνο υλικής αλλά και καλλιτεχνικής. Υπήρχε μια αίσθηση, ότι μπορούσες να μπεις σ’ ένα χώρο να επικοινωνήσεις και να συνυπάρξεις με κάποια σχετική ασφάλεια.

Αισθάνεστε πώς είστε μια «γυναίκα καριέρας»;

Ομολογώ, ότι αυτή η φράση δεν με χαρακτηρίζει. Η δουλειά κι η εξέλιξη μέσω αυτής με ενδιαφέρει και χωρίς αυτό νιώθω μισή και κουλή και κουτσή. Χωρίς, όμως, η δουλειά να αποκλείει άλλα πράγματα.

Μου δίνετε την αίσθηση πως είστε ιδιαίτερα ισορροπημένη κι ήρεμη. Ισχύει;

Αυτό μου το λένε πάρα πολλοί άνθρωποι και, πραγματικά, δεν μπορώ να το καταλάβω! Είναι ένα μυστήριο για μένα. Εκπλήσσομαι για πολλοστή φορά! Δεν είμαι πάντα ήρεμη. Ελάτε στην παράσταση και θα το καταλάβετε. (γέλια)

Σας δυσαρεστεί, που ενώ μιλάμε για τόσο πράγματα, στα οποία δραστηριοποιείστε στο θέατρο αλλά και στον κινηματογράφο, μια μεγάλη μερίδα του κοινού σας θυμάται ως «Λίζα» από τη σειρά του Mega, αν και έχουν περάσει τόσα χρόνια.

Δεν μ’ ενοχλεί. Έτσι κι αλλιώς οι περισσότεροι άνθρωποι δεν βλέπουν θέατρο. Ελπίζω ότι κάποιοι άλλοι με θυμόνται και για άλλα πράγματα.

Πώς ήταν εκείνη η εποχή για εσάς; Πώς βιώσατε την απότομη αναγνωρισιμότητα;

Ναι, ήταν δύσκολη εποχή. Γενικώς, η έκθεση στα Μέσα δεν μου αρέσει να γίνεται μ’ αυτόν τον τρόπο. Μερικές φορές, όμως, το παίρνω και με πιο χαλαρή διάθεση: ότι εντάξει δεν έγινε και τίποτα τρομερό. Ήταν, όμως, κάτι που δεν με έβρισκε εναρμονισμένη.

Σας βοήθησε αυτή η αναγνωρισιμότητα στο θέατρο;

Στο θέατρο λειτουργώ, τελείως, διαφορετικά κι ουσιαστικά σ’ άλλη περιοχή, καθόλου αντίστοιχη με το τηλεοπτικό κομμάτι. Με ενδιαφέρει περισσότερο το θέατρο, το πιο πειραματικό και το θέατρο ρεπερτορίου. Έτσι για μένα είναι δύο διαφορετικά πράγματα τελείως διακριτά μεταξύ τους. Η τηλεόραση είναι ένας χώρος διασκέδασης, το θέατρο είναι ένα χώρος τέχνης. Όχι ότι δεν έχει κάποια ψήγματα τέχνης κι η τηλεόραση. Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορείς εύκολα να παίξεις στην τηλεόραση είναι, όμως, τελείως διαφορετική συνθήκη.

Ως μαμά, τι ονειρεύεστε για τις κόρες σας;

Ό,τι ονειρεύονται όλες οι μαμάδες. Να κάνουν αυτό που θα τους δώσει χαρά κι ευτυχία, να είναι υγιείς, δυνατές, να έχουν σωστή καλλιέργεια.

Καλλιτεχνική φλέβα βλέπετε να έχουν κληρονομήσει από τους γονείς τους;

Ναι, έχουν αλλά δεν ξέρω αν είναι το κυρίαρχο στοιχείο τους.

atrotoi3

Κεντρική φωτογραφία Elpida Topaloglou, φωτογραφίες παράστασης Ilias Dimakouleas

Η Μαριλίτα Λαμπροπούλου πρωταγωνιστεί στους «Άτρωτους» στο Αγγέλων Βήμα,μαζί με τον Μιχάλη Μαρκάτη, την Ειρήνη Μπαλτά και τον Γιάννη Μπουραζάνα. Τη σκηνοθεσία της παράστασης υπογράφει ο Σταύρος Στάγκος. Πρεμιέρα 7/12

Παράλληλα, σκηνοθετεί την παράσταση «Ένα φεγγάρι για τους καταραμένους» στο θέατρο Πορεία, την οποία μπορείτε να απολαύσετε για τις 8 ακόμη παραστάσεις (3, 4, 10, 11, 17, 18 26/12 & 6/1) πρωταγωνιστούν η Ιωάννα Παππά, ο Γιάννης Νταλιάνης, ο Γιώργος Τριανταφυλλίδης, ο Ιωάννης Κοτίδης και ο Ντίνος Γκελαμέρης.

popolaros banner

popolaros banner

lisasmeni mpalarina

Video

 

sample banner

Ροή Ειδήσεων

 

τέχνες PLUS

 

Ποιοι Είμαστε

Το Texnes-plus προέκυψε από τη μεγάλη μας αγάπη, που αγγίζει τα όρια της μανίας, για το θέατρο. Είναι ένας ιστότοπος στον οποίο θα γίνει προσπάθεια να ιδωθούν όλες οι texnes μέσα από την οπτική του θεάτρου. Στόχος η πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση του κοινού για όλα τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα και όχι μόνο… Διαβάστε Περισσότερα...

Newsletter

Για να μένετε ενημερωμένοι με τα τελευταία νέα του texnes-plus.gr

Επικοινωνία