Από τον Αναστάση Πινακουλάκη
Η διάσημη παράσταση «Κομμάτια μιας γυναίκας» που μεταφέρθηκε και στο σινεμά είναι μια παραγωγή του πολωνικού θέατρου TR Warszawa.
Το σενάριο της παράστασης «Κομμάτια μιας γυναίκας» (Pieces of a woman) υπογράφει η Kata Wéber, ενώ σκηνοθετεί ο (σύζυγός της) Kornél Mundruczó. Ο σκηνοθέτης είναι παλιός γνώριμος του Φεστιβάλ Αθηνών, αφού το 2018 είχε παρουσιάσει την καθηλωτική παράσταση Απομίμηση ζωής. Το καλλιτεχνικό ζευγάρι πέραν του θεάτρου έχει επιδείξει σημαντικό έργο και στο σινεμά: White God (2014), Jupiter’s Moon (2017). Η κινηματογραφική μεταφορά του Pieces of a woman έκανε ντεμπούτο στο προηγούμενο Φεστιβάλ της Βενετίας, όπου η πρωταγωνίστρια Vanessa Kirby πήρε το βραβείο της κριτικής επιτροπής για την Καλύτερη Γυναικεία Ερμηνεία. Η ηθοποιός απέσπασε κι υποψηφιότητα για το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, το οποίο έχασε από την Frances McDormand για το Nomadland.
Υπόθεση: Η 30χρονη Μάγια αποφασίζει να γεννήσει κατ’ οίκον το μωρό της έχοντας καλέσει μια ειδικευμένη μαία. Η αλλαγή μαίας τελευταία στιγμή, οι αναπάντεχες επιπλοκές και η μη έγκαιρη προσέλευση στο νοσοκομείο κόστιζαν τη ζωή του νεογνού της. Από εκείνη την στιγμή νιώθει τη ζωή της κενή, δυσκολεύεται να διαχειριστεί το πένθος της κι ως αποτέλεσμα αρχίζει να απομακρύνεται από τον Lars, το σύζυγό της, ο οποίος καταφεύγει στις εξαρτήσεις. Ο οικογενειακός της περίγυρος προσπαθεί τύποις να την στηρίξει, ενώ την συμβουλεύουν να κινηθεί νομικά εναντίον της μαίας. Τι θα επιλέξει να κάνει; Πως θα ξαναφτιάξει τη ζωή της; Μια δραματουργία άκρως ρεαλιστική βασισμένη στο τραυματικό βίωμα της συγγραφέως που το αναπλάθει θεατρικά.
Η παράσταση
Παρακολουθήσαμε την τελευταία παράσταση του έργου στην Πειραιώς 260, το Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου. Ο Ούγγρος Mundruczó και το πολωνικό θέατρο TR Warszawa δημιούργησαν μια παράσταση νεο-νατουραλιστική ως προς το σκηνικό και με ρεαλισμό στην υποκριτική, ενώ το πρώτο μέρος (35’) ήταν κινηματογραφικό με μεταδραματικά χαρακτηριστικά. Ο θίασος της παράστασης είναι εξαιρετικός στην απόδοση των χαρακτήρων και του περιβάλλοντος που εκπροσωπούν: Dobromir Dymecki, Monika Frajczyk, Magdalena Kuta, Sebastian Pawlak, Marta Ścisłowicz, Justyna Wasilewska, Agnieszka Żulewska. Να ξεκινήσουμε ξεκαθαρίζοντας πως η θεατρική παράσταση παρόλο που είναι του ίδιου δημιουργού, διαφέρει αισθητά από την κινηματογραφική ταινία ως προς την πλοκή. Η βασικότερη διαφορά είναι ότι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά σημεία της ταινίας είναι η δίκη της μαίας, ενώ στο θεατρικό η Μάγια αποφασίζει να μην ασκήσει καν αγωγή στη μαία, για τους λόγους που υποστηρίζει και στην κατάθεσή της, πως μια αγωγή δε θα φέρει πίσω το παιδί της. Έπειτα, το θεατρικό παράλληλα με τη διαχείριση του πένθους, θίγει με πολύ ενδιαφέρον και ρεαλιστικό τρόπο οικογενειακά ζητήματα, όπως την αντιζηλία των δύο αδερφών, τις οικονομικές διαφορές, την απουσία του πατέρα (πέθανε σ’ εργατικό ατύχημα), την φιλοχρηματία του Λαρς. Ουσιαστικά, η παράσταση χωρίζεται σε δύο μέρη, το κινηματογραφικό που δείχνει τον τοκετό της Μάγια, διάρκειας 35 λεπτών και το θεατρικό που λαμβάνει χώρα στο σπίτι της μητέρας της, διάρκειας 90 λεπτών.
Όταν ξεκινάει η παράσταση, βλέπουμε ένα «κλειστό» χώρο, με κουρτίνα τον προτζέκτορα προβολών, όπου βλέπουμε σε ζουμ καρέ-καρέ τον τοκετό. Σε σημεία, ηθοποιοί βγαίνουν από το πλάνο κι εμφανίζονται μπροστά από το πανί, συνομιλώντας με το πλάνο, δίνοντας μια μεταδραματική διάσταση στο θέαμα. Η δράση λαμβάνει χώρα πίσω από το πανί και προβάλλεται σε αυτό (κάμερα: Łukasz Jara, Łukasz Winkowski) με τη διαμεσολάβηση του φακού. Με αυτή την τακτική, εστιάζουμε πάνω στα πρόσωπα και τ’ αντικείμενα της σκηνής, ενώ έχουμε μια συναισθηματική απόσταση ως θεατές που δεν θα είχαμε αν βλέπαμε απευθείας τους ηθοποιούς. Μια διαφορά (για όσους έχουν δει την ταινία) είναι ότι εδώ η Άννα (μαία) συμβουλεύει εξαρχής το ζευγάρι να μεταφερθούν στο νοσοκομείο, αλλά η έλλειψη συγκεκριμένων εξετάσεων στέκεται εμπόδιο. Σκοτάδι, ήχος σειρήνας και μπλε-κόκκινο φως πάνω στους θεατές (όπως στο τέλος του Οιδίποδα του Όστερμαγιερ).
Το δεύτερο –και μεγαλύτερο- μέρος της παράστασης, έχει παντελής έλλειψη του κινηματογράφου και ακολουθεί μια ρεαλιστική υποκριτική γραμμή. Με μετατροπή του σκηνικού (Monika Pormale) μεταφερόμαστε στο σπίτι της μητέρας της Μάγια. Ένα οικογενειακό τραπέζι όπου είναι καλεσμένοι η Μάγια κι ο Λαρς, η αδερφή της με το σύζυγό του και η Σουζάνα, η ξαδέρφη της. Με πρόφαση το γεύμα, η μητέρα της προσπαθεί να την πείσει να ασκήσει νομική αγωγή προς τη μαία, με τη βοήθεια της Σουζάνα που έχει τελειώσει νομικά. Οικογενειακές διενέξεις, αναμνήσεις από το παρελθόν, η παρενόχληση της Σουζάνα από τον Λαρς, μια κρυμμένη αρρώστια και οικονομικές διαφορές περιπλέκουν την ευχάριστη οικογενειακή θαλπωρή.
Σε αυτό το πολύ συγκεκριμένο και καθαρό σκηνικό, σφύζουν οι αναφορές στη ζωή και στο θάνατο. Καταρχάς, έχουμε συχνές αναφορές στο θάνατο του πατέρα και την οικονομική εκμετάλλευση αυτού από τη χήρα του και στο θάνατο του νεογνού της Μάγια. Η Μάγια δυσκολεύεται να ξεχάσει το τραγικό γεγονός, και διεκδικεί το δικαίωμα ν’ αγαπά το νεκρό παιδί της. Στη συνέχεια, παντού στο σκηνικό υπάρχουν απολιθωμένα ζώα, αγαπημένα αντικείμενα της μητέρας, δηλαδή ταριχευμένα σώματα αληθινών ζώων που είναι ορατά χωρίς να έχουν ζωτικά όργανα, δηλαδή ζωή. Μάλιστα, η Μάγια φέρνει δώρο στη μητέρα της έναν σκαντζόχοιρο μινιατούρα που βγάζει φως. Υπάρχουν επίσης γλάστρες με φυτά, σκηνικό αντικείμενο που κυριαρχεί περισσότερο στην κινηματογραφική εκδοχή του έργου. Σε αντιδιαστολή έρχεται η ηρωινομανία του Λαρς, που συνάδει με τη ναρκωμένη ερωτική του σχέση με τη Μάγια. Η μητέρα της Μάγια έχει υιοθετήσει μια νέα ασχολία, το «home staging» -όπως το αποκαλεί- όπου αναδιαμορφώνει ένα σπίτι και του δίνει προσωπικότητα. Αυτό ελπίζει να κάνει και με τις κόρες της, αλλά φαίνεται πως κάθε προσπάθεια πέφτει στο κενό.
Συμπερασματικά, το Κομμάτια μιας γυναίκας των Wéber-Mundruczó από το θέατρο TR Warszawa είναι μια από τις καλύτερες προτάσεις του ξένου ρεπερτορίου του Φεστιβάλ Αθηνών και ξεχωρίζει για τη δυναμική της απλότητας και του ρεαλισμού στην υποκριτική και για το πολύ ευαίσθητο κι όχι τόσο θεατρικό θέμα του. Πρόκειται για μια δουλειά που προσδίδει στη φυσιογνωμία της Πειραιώς 260 και νομίζω το πολωνικό θέατρο κλείνει ραντεβού για κάποια επόμενη διοργάνωση.
Υ.Γ. Ένα σχόλιο γύρω από την παραγωγή του Φεστιβάλ αφορά την χρήση των υπέρτιτλων. Στην παράσταση Κομμάτια μιας γυναίκας (Κτίριο Η) ήταν με άψογη εφαρμογή σε κεντρική θέση πάνω από την σκηνή με αποτέλεσμα την απρόσκοπτη κι ευχάριστη παρακολούθηση της παράστασης. Στο Sun and Sea (Κτίριο Δ), λόγω της κατοπτικής διάταξης της performance είχαμε παντελής απουσία υπέρτιτλων κι ως υποκατάστατο το έντυπο λιμπρέτο στ’ αγγλικά, που απ’ όσο αντιλήφθηκα δυσχέρανε τη θέαση για την πλειοψηφία του κοινού αφού ήταν σχεδόν αδύνατο να διαβάζουν στο σκοτάδι και μάλιστα στ’ αγγλικά ταυτόχρονα με την όπερα. Στον Οιδίποδα (Επίδαυρος) υπήρχαν υπέρτιτλοι στις γνώριμες πλάγιες θέσεις και υπότιτλοι πάνω στον πάγκο του σκηνικού. Ως θεατής του Άνω Διαζώματος είχα μεγάλη δυσκολία στην παρακολούθηση γιατί η γραμματοσειρά στο σκηνικό ήταν μικρότερη και συχνά καλυπτόταν από τους καμέραμεν. Από τις τρεις παραπάνω περιπτώσεις προτείνω να έχουμε τη διαχείριση της παράστασης Κομμάτια μιας γυναίκας τουλάχιστον στις ξενόγλωσσες παραγωγές.