Αντικείμενα που έχω πάντα στο καμαρίνι μου.
Όλα τα γνωστά: μακιγιάζ, ντεμακιγιάζ, νερό, καφέ, καπνό, μουσική...
Το πιο ωραίο καμαρίνι που είχα ποτέ. α) Ως χώρο β) Με ποιους συναδέλφους.
Δεν νομίζω πως μπορώ να ξεχωρίσω κάποιο από άποψη χώρου. Ακόμα και αν δεν με κερδίσει εξαρχής, στη συνέχεια ο χρόνος που περνάω εκεί με κάνει να οικειοποιούμαι το χώρο. Αγαπώ τις στιγμές μου σε οποιοδήποτε καμαρίνι. Είναι σαν ένα σύμπαν μετάλλαξης. Αναφορικά με τους συναδέλφους, τι να πρωτοπώ! Στο καμαρίνι του Θεάτρου Βρετάνια πρωτοσυναντήθηκα με την έως και σήμερα αγαπημένη μου φίλη Ζαχαρούλα Βαλαβάνη, η οποία ήρθε να κάνει κάποια αντικατάσταση και μοιραστήκαμε το καμαρίνι. Αυτή την περίοδο είμαι σε δύο υπέροχες καμαρινάτες παρέες. Στο Θέατρο ΠΚ, όπου παίζω το μονόλογο του Ντάριο Φο «Γύρισα Σπίτι» σε σκηνοθεσία Γιάννη Τσούκα. Μπορεί να είμαι μόνη στη σκηνή, αλλά μοιράζομαι το καμαρίνι με την αγαπημένη φίλη και make-up artist Ελισσάβετ Πέτρου, με την οποία την ώρα που με μακιγιάρει ακούμε μουσική και αμπελοφιλοσοφούμε. Είμαι επίσης στο Χώρο Τέχνης και Ασωμάτων στη μιμική περφόρμανς «Ο Παλιάτσος και η Κούκλα» σε δική μου σκηνοθεσία, όπου μοιράζομαι το καμαρίνι και τη σκηνή με την αγαπημένη μου φίλη Αγάπη Βατιάνου. Και εκεί έχουμε φτιάξει την απαιτούμενη ατμόσφαιρα και είναι σαν στο σπίτι μας.
Το πιο ωραίο καμαρίνι που έχω δει ποτέ στη ζωή μου.
Δεν έχω συγκρατήσει κάποιο καμαρίνι ως χώρο, γιατί για μένα το καμαρίνι είναι ο ηθοποιός. Αυτό που έχει «κλειδώσει» στη μνήμη μου είναι όταν πριν από χρόνια πήγα να δω τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο που έπαιζε τον «Επιστάτη» του Πίντερ και ένιωσα την ανάγκη να τον συγχαρώ από καρδιάς στο καμαρίνι… Ο τρόπος, η ευγένεια, η μεγαλοσύνη με την οποία άνοιγε το καμαρίνι του στο κοινό ήταν κάτι που δεν έχω ξανασυναντήσει.
Την πιο ωραία ανάμνηση που έχω από καμαρίνι.
Το καλοκαίρι του 2013 είχα σκηνοθετήσει το «Shopping and fucking and dra(u)gging» σε μια αυλή του 1820 στου Ψυρρή. Εκεί ο χώρος, προτού αρχίσει να μπαίνει το κοινό, ήταν ένα μεγάλο ενιαίο καμαρίνι. Όλοι μαζί, ηθοποιοί, τεχνικοί, μακιγιέρ, όλοι σε ένα μεγάλο ανοιχτό καμαρίνι (αφού ήταν εσωτερική αυλή). Όλοι έρχονταν τρεις ώρες πριν από την παράσταση. Ήταν κάτι σαν ιεροτελεστία. Βάφονταν στο ηλιοβασίλεμα, έκαναν ζέσταμα φωνής, έπιναν καφέδες, γελούσαν, έβγαζαν φωτογραφίες, ο τεχνικός ήχου και φωτισμού έβαζε μουσικές... Ήταν υπέροχη συγκυρία.
Το τελευταίο πράγμα-κίνηση-σκέψη που κάνω πριν βγω από το καμαρίνι μου.
Δεν ξέρω. Δεν υπάρχει κάτι στάνταρτ. Είναι πάντα πολύ περίεργη η στιγμή της μετάβασης από το καμαρίνι στη σκηνή. Δεν συνηθίζεται (για μένα τουλάχιστον).
Την Βάσια Βασιλείου απολαμβάνουμε στην παράσταση "Ο Παλιάτσος και η κούκλα" πληροφορίες εδώ.