Μια ιδιαίτερη παράσταση, η οποία έχει ήδη εξιτάρει την φαντασία μας και έχει τραβήξει την προσοχή μας, έκανε πρεμιέρα το Σάββατο 13 Οκτωβρίου στο ΚΕΤ και θα συνεχιστεί για λίγες ακόμα παραστάσεις,τα Σαββατοκύριακα
Οι «Ανθρώπινοι ζωολογικοί κήποι: Ον» είναι μια παράσταση εμπνευσμένη από τις εθνολογικές εκθέσεις «Χωριά των Χωρών» που διεξήχθησαν τον 18ο, 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα. Εστιάζει στο φόβο της ετερότητας πάνω στο οποίο κατασκευάζονται προσωπικοί και κοινωνικοί μηχανισμοί συμπεριφοράς. Είναι μια περιήγηση στη σχέση μεταξύ σώματος-νου, εισέρχεται στα προσωπικά δεδομένα που δημιουργούνται από τις πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες και εξετάζει το κατά πόσον υπάρχει - και πού βρίσκεται - η ελεύθερη βούληση.
Λίγες μέρες πριν την πρεμιέρα είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε με την μουσικό Βάλυ Ιωάννου, η οποία υπογράφει τη μουσική σύνθεση των ζωολογικών κήπων και παίζει στην παράσταση μαζί με τη Νέλλη Πουλοπούλου.
Πώς γεννήθηκε η ιδέα για την παράσταση «Ανθρώπινες Ζωολογικοί Κήποι: Όν»;
Γεννήθηκε αρχικά στο μυαλό της φίλης και συνεργάτιδας Νέλλης Πουλοπούλου το 2014. Επηρεασμένη από τη συνθήκη των ανθρώπινων ζωολογικών κήπων, των εκθέσεων δηλαδή ζωντανών ανθρώπων (ιθαγενών,Φιλλιπινέζων,νάνων,κ.α.) που πραγματοποιούνταν στο τέλος του προηγούμενου και στις αρχές του 20ου αιώνα, δημιούργησε μαζί με διάφορες καλλιτεχνικές ομάδες μια τριλογία παραστάσεων ψάχνοντας να καταλάβει με ποιόν τρόπο και κατά πόσο η έκθεση και κατηγοριοποίηση του διαφορετικού συνεχίζει να υπάρχει γύρω μας, αλλά και μέσα μας. Οι πρώτες δύο παραστάσεις αφορούσαν τις κοινωνικές και στερεοτυπικές συμπεριφορές που έχουμε υιοθετήσει απέναντι στους στιγματισμένους με σκοπό να ταρακουνήσει και να μας φέρει αντιμέτωπους με τα προσωπικά μας δεδομένα. Το τελευταίο μέρος της τριλογίας «το όν» παίρνει αυτή την εξωτερική συνθήκη και τη γυρνάει προς τα μέσα ψάχνοντας να βρει που βρίσκεται ο αυτοστιγματισμός στο άτομο. Ποιό είναι το διαφορετικό μέσα μας και πως το αντιμετωπίζουμε; Υπάρχει μια σχέση εκθέτη εκτεθειμένου στον ίδιο μας τον εαυτό; Εξομαλύνεται η αμηχανία μας απέναντι στο διαφορετικό, όταν το ανακαλύπτουμε και το αποδεχόμαστε πρωτίστως μέσα μας;
Υπογράφετε τη μουσική σύνθεση της παράστασης. Θέλετε να μας πείτε δύο λόγια γι’ αυτή; Τι ήχους θα ακούσουμε;
Τα όργανα που χρησιμοποιώ είναι η φωνή, το πλήκτρο και μια λουπιέρα. Σε κάποια προηχογραφημένα κομμάτια έχω χρησιμοποιήσει και διάφορους εξωτερικούς ήχους, όπως ας πούμε τον χτύπο μιας άδειας βαλίτσας. Μου αρέσει πολύ να βρίσκω ήχους μέσα στο χώρο τον οποίο βρίσκομαι τη κάθε στιγμή. Όπως μου αρέσει και ο τρόπος που αλλάζει αυτός ο ήχος όταν περνάει από το μικρόφωνο. Ο ήχος του χώρου και ο ίδιος ο χώρος επιδρούν πάντα στο μουσικό/συναισθηματικό περιεχόμενο. Κάποιες φορές συνειδητά, άλλες όχι και τόσο.
Πώς στήθηκε η ηχητική δημιουργία της παράστασης;
Αρχικά ακούγοντας και συζητώντας τις ιδέες της Νέλλης. Έπειτα παρατήρησα πως επιδρούν πάνω μου και προσπάθησα να τις εσωτερικοποιήσω και να επιτρέψω την δημιουργία εικόνων και λέξεων γύρω από αυτές. Με αυτό το συναισθηματικό/σωματικό παιχνίδι των αισθήσεων έπαιξα πρώτα. Μέσα από αυτό το πρίσμα γεννήθηκαν οι πρώτες μουσικές ιδέες. Στη πορεία ξεκινήσαμε μαζί να δομούμε τη γενικότερη σύλληψη. Εκεί προσπαθούσαμε να βρούμε έναν ισορροπημένο διάλογο. Πότε θα υπάρξει λόγος, πότε μουσική, πότε και τα δύο, πότε κίνηση, πότε σιωπή; Πως θα ενώσουμε το βίωμα, το σώμα με τη λογική και πρακτική πλευρά του εαυτού; Η μουσική σύνθεση λειτούργησε σαν ένας μικρόκοσμος αυτού που διαπραγματεύεται η παράσταση. Τη σχέση μεταξύ σώματος και νου.
Η παράσταση εστιάζει στο φόβο της ετερότητας πάνω στην οποία χτίζονται προσωπικοί και κοινωνικοί μηχανισμοί συμπεριφορών. Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτός ο φόβος;
Δεν νομίζω οτι υπάρχει μία μονάχα απάντηση για ένα επιθυμητό αποτέλεσμα. Ο κάθε άνθρωπος βρίσκει τον δικό του τρόπο αν το θέλω του είναι ισχυρό. Όταν λοιπόν αντιληφθούμε πως υπάρχει αυτός ο φόβος, είναι εξίσου σημαντικό να υπάρξει και η θέληση να τον αντιμετωπίσουμε, αλλιώς είναι πιθανό να ζούμε στη κόλαση μόνο και μόνο επειδή μας είναι γνωστή. Αυτό που έχω καταλάβει είναι πως όταν δεν επαναπαυόμαστε στα κλισέ μας, στα προεπιλεγμένα δεδομένα μας και δίνουμε χώρο στο καινούριο, στο ξένο με την ανάγκη να το καταλάβουμε και να δούμε που βρίσκεται μέσα μας και πως εκδηλώνεται, καταπολεμάμε τη ρατσιστική αντιμετώπιση απέναντι στο άγνωστο. Όταν μπαίνουμε στο καινούριο δεν πηγαίνουμε μόνο σε ευχάριστα μέρη, αλλά και σε δυσάρεστα. Φωτεινά και σκοτεινά μαζί. Με αυτόν τον τρόπο ανοίγουμε και σιγά σιγά μαθαίνουμε να αποδεχόμαστε όλες τις πλευρές της φύσης. Η αποδοχή του σκοταδιού μας είναι θεωρώ το κλειδί στην αντιμετώπιση του φόβου. Χωρίς αυτή την αποδοχή, το σκοτάδι θα επαναστατήσει σε ανυποψίαστο χρόνο, ασυνείδητα και τις περισσότερες φορές διαστρεβλωμένα. Εκεί μέσα υπάρχει ένας φοβερός εγκλωβισμός διότι γινόμαστε έρμαια ακατέργαστων συναισθημάτων που εξαιτίας της καταπίεσής τους, έχουν χάσει τη σύνδεσή τους με τη πηγή. Τείνουμε να αναζητούμε αυτόν τον εγκλωβισμό. Μάλλον επειδή είναι πιο εύκολος και είναι κάτι που έχουμε συνηθίσει. Ταπώνουμε τις επιθυμίες μας και αναζητούμε την ελευθερία στην έκρηξη και τα ξεσπάσματα για να ισορροπήσουμε. Θα μπορούσαμε να αναλάβουμε εμείς την ευθύνη των επιθυμιών μας. Να χαράξουμε εμείς το δρόμο μας. Να βουτάμε με όλο μας το είναι στις επιθυμίες μας και να πάρουμε την ευθύνη του ποιοί είμαστε. Θεωρώ ότι εν δυνάμει είμαστε τα πάντα και πως ο κάθε άνθρωπος ενεργοποιεί διαφορετικές πτυχές του εαυτού μας. Μόλις μας επιτρέψουμε να καταλάβουμε πως αυτό που βλέπω στον άλλον, το έχω κάπου και εγώ και πως η μόνη διαφορά είναι το πως το εκδηλώνει ο καθένας, τότε ίσως βρούμε κάποια ελευθερία. Η οποία μάλλον δεν είναι βολική. Μπορώ να είμαι όποιος/όποια θέλω. Τί θα επιλέξω;
Τι κοινά βλέπετε ανάμεσα στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία και τους ζωολογικούς κήπους;
Θεωρώ ότι βρισκόμαστε σε μία εποχή όπου η έκθεση βρίσκεται στο ζενίθ της. Ο εκθέτης μας όμως δεν είναι κάποιος άλλος, αλλά ο ίδιος μας ο εαυτός. Ο ανώτερός μας εαυτός που παίρνει τα ηνία και φτιάχνει περσόνες. Ο διαχωρισμός λοιπόν που κάποτε υπήρχε ανάμεσα στους αποικιοκράτες και ιθαγενείς, υπάρχει τώρα μέσα μας. Εν μέρει αυτές οι δυο πλευρές είναι φυσιολογικές. Είναι λογικό δηλαδή να συνυπάρχουν τα δίπολα. Όταν όμως τα άκρα μεγεθύνονται και δεν αναγνωρίζει το ένα την ύπαρξη του άλλου, υπάρχει τεράστια εσωτερική σύγκρουση. Τείνουμε να φτιάχνουμε οι ίδιοι ρόλους αρχηγού και σκλάβου και χανόμαστε στη παρουσίαση και στην εικόνα, αντί να ταρακουνήσουμε αυτούς τους ρόλους και να ψάξουμε για μια καινούρια συσχέτιση διπόλων. Αντί να ακούσουμε τη φωνή που δεν μας αρέσει, την πετάμε. Αντί να μας καταλάβουμε, μας αγνοούμε. Αντί να απελευθερωθούμε, αυτοεγκλωβιζόμαστε. Πως αναζητούμε λοιπόν «ιδανικά» έξω από εμάς, όταν δεν τα έχουμε βρει μέσα; Μπορεί μια νοητική διαδικασία, μια ιδέα, μια εικόνα, ένα ιδανικό να ανθίσει αν δεν έχει συνδεθεί χωρίς παρωπίδες και ειλικρινά με τη καρδιά μου;
Ξεκινήσατε να παίζετε πιάνο από 8 ετών. Πώς ήρθε η μουσική στη ζωή σας;
Μου άρεσε από πολύ μικρή να πατάω κουμπάκια. Όταν ξεκίνησα πιάνο αντικατέστησα τα κουμπάκια με πλήκτρα. Έλαβα μια αυστηρά κλασσική παιδεία στο πιάνο, η οποία παραδόξως καταπίεζε την ανάγκη μου για δημιουργία. Μετά από πολλά χρόνια μελέτης αλλά και αμφισβήτησης άρχισα να γεφυρώνω αυτό το χάσμα και να καταλαβαίνω πώς η τεχνική και η αυστηρή δομή της κλασσικής παιδείας μπορεί να γίνει βάση για να δημιουργήσω κάτι καινούργιο. Ξαναγύρισα λοιπόν απενοχοποιημένα στην έμπνευση που μου έδιναν πάντα οι φυσικοί ήχοι, ο ήχος μιας ρόδας που κυλάει σε χώμα, η ηχογράφηση χαρτιών που τσαλακώνονται, κάποια είδη τακουνιών που περπατούν σε ξύλο η μάρμαρο, ο ήχος των φύλλων, κ.α. Δεν κατάλαβα ακριβώς πως ήρθε η μουσική στη ζωή μου. Κάπως νοιώθω ότι υπήρχε από πάντα.
Που θα τοποθετούσατε τη μουσική σας καταγωγή;
Έχω ακούσει και παίξει πολλά κλασσικά έργα και κατά καιρούς με έχουν στιγματίσει και συνεχίζουν να με στιγματίζουν διάφοροι καλλιτέχνες η κομμάτια που ακούω ξανά και ξανά. Είναι φοβερά ευρύς ο κύκλος, αλλά θα αναφερθώ στους Arvo Part, Nick Cave, Valentyn Silvestrov, Bjork, Cocorosie, Beethoven, Robert Schumann, Domenico Scarlatti, Portishead, Radiohead, David Byrne, Rokia Traore, Keith Jarett, Velvet underground, Martha Argerich, Sviatoslav Richter, Giya Kancheli, Pj Harvey, Erykah Badu, Brad Mehldau.. Η αυθόρμητη όμως απάντησή μου σε αυτή την ερώτηση θα ήταν οι σχέσεις μου με τους άλλους. Ο τόνος, χρώμα, βάθος και εκφραστικότητα των πλασμάτων (ανθρώπινων και μη), η πολυπολιτισμικότητα, οι ήχοι των χώρων και χωρών που βρίσκομαι την κάθε στιγμή, η ανοιχτότητα και το ταξίδι στο άγνωστο.
Διδάσκετε μουσική σε παιδιά. Γιατί πιστεύετε ότι ένας γονιός αξίζει να προτρέψει το παιδί του να ασχοληθεί με τη μουσική;
Διδάσκω πιάνο σε παιδιά και ενήλικες τα τελευταία 15 χρόνια και εδώ και 2 χρόνια συντονίζω κάποιους κύκλους κρουστών για όλες τις ηλικίες. Ήθελα να φέρω μικρούς και μεγάλους σε επαφή με την εμπειρία του να παίζουν μαζί μουσική. Να μάθουν για αυτήν βιώνοντάς την και όχι το ανάποδο. Είναι κάτι που ενσωματώνω και στη διδασκαλία του πιάνου, διότι οι νοητικές διαδικασίες που απαιτεί η μάθηση της μουσικής πολλές φορές μπλοκάρουν το σώμα. Και ο ρυθμός είναι σώμα.. Ένας λοιπόν λόγος που αξίζει κανείς (είτε γονιός, είτε παιδί) να μάθει μουσική είναι η σύνδεση που αποκτάει με το σώμα του. Και αυτή η σύνδεση όταν μαθαίνεις και αγαπάς κάποιο όργανο, γίνεται μέρος μιας καθημερινότητας. Δημιουργείς μια σχέση με το όργανό σου που μοιάζει πολύ με τις σχέσεις που δημιουργούμε γενικότερα. Μέσα από τη τόσο λεπτομερή μελέτη που αναπτύσσεις, μαθαίνεις να κάνεις υπομονή, να έχεις αυτοπειθαρχία, αυτοπεποίθηση, να ακούς, να εμβαθύνεις, να μένεις στο τώρα, να έρχεσαι σε επαφή με το συναίσθημά σου ενώ παράλληλα εξασκείς το μυαλό σου να λειτουργεί καλά και στα δυο ημισφαίρια του εγκεφάλου. Εφόδια που σε συνοδεύουν σε ό,τι και αν αποφασίσεις να κάνεις στη ζωή σου. Το σπουδαιότερο όμως για μένα είναι οτι μαθαίνεις να επικοινωνείς με άλλο τρόπο. Μαθαίνεις να ερμηνεύεις τους ήχους και να μιλάς με αυτούς. Διότι η μουσική είναι μια παγκόσμια γλώσσα που έχει τη δύναμη να εξομαλύνει το αιχμηρό και να επικοινωνήσει το αφηρημένο.
Από τις 13 Οκτωβρίου έως τις 11 Νοεμβρίου για 10 μοναδικές παραστάσεις.
Κάθε Σάββατο & Κυριακή στις 21:00 στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων.
Κύπρου 91Α & Σικίνου 35 Α , Κυψέλη, Αθήνα
Τηλέφωνα κρατήσεων: 213.00.40.496 & 69.45.34.84.45